Ένα μικρό αφιέρωμα στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο & στις συναλλαγές αστικού κράτους – εφοπλιστών (1943 – 1948)
ΝΑΥΤΙΚΟ ΑΠΟΜΑΧΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ
Διαχρονική η λεηλασία από το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του
(Άρθρο της εφημερίδας «Ναυτεργατική» – Οκτώβρης 2016)
Η Κοινωνική Ασφάλιση είναι μια από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις των εργαζομένων και αποτέλεσμα πολύχρονων, αιματηρών συγκρούσεων με τις αστικές κυβερνήσεις, τους εφοπλιστές και γενικότερα το κεφάλαιο.
Ωστόσο, όμως, κεφάλαιο και αστικές κυβερνήσεις ποτέ δεν έπαψαν να υπονομεύουν την Κοινωνική Ασφάλιση, να περιορίζουν και να ροκανίζουν τα ασφαλιστικά δικαιώματα των ασφαλισμένων και να υποτάσσουν τη λειτουργία της (ιδιαίτερα τα αποθεματικά των Ταμείων) στους στόχους της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Ο έλεγχος των αποθεματικών των Ταμείων και μέσω αυτών η χρηματοδότηση των επιχειρηματικών ομίλων, ήταν ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της πολιτικής που ασκήθηκε από το αστικό κράτος. Εκεί βρίσκεται και μία από τις βασικές αιτίες της σημερινής οικονομικής κατάστασης των Ταμείων, για την οποία όμως τα αστικά κόμματα κρατούν «σιγήν ιχθύος».
Χαρακτηριστική περίπτωση αυτής της διαχρονικής λεηλασίας είναι και η ιστορία του Ταμείου των ναυτεργατών. Από την ίδρυση του ΝΑΤ το 1861, οι εφοπλιστές και το αστικό κράτος διαχρονικά λεηλατούν τα αποθεματικά και τα ασφαλιστικά – συνταξιοδοτικά δικαιώματα των ναυτεργατών.
Η βρώμικη δουλειά διάλυσης του ΝΑΤ από τους εφοπλιστές και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, με τη στήριξη της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, μέχρι και της Χρυσής Αυγής, αποτελεί στρατηγική επιλογή για το κεφάλαιο, την ΕΕ, για την ισοπέδωση της Κοινωνικής Ασφάλισης και τη διείσδυση σε αυτόν το χρυσοφόρο τομέα των επιχειρηματικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στην ιδιωτική ασφάλιση.
Στη σύντομη ιστορική αναδρομή, που ακολουθεί, παραθέτουμε ορισμένα αποκαλυπτικά στοιχεία σχετικά με τις πραγματικές αιτίες για τη σημερινή κατάσταση του ΝΑΤ και των άλλων ασφαλιστικών – συνταξιοδοτικών Ταμείων των ναυτεργατών.
Κερδισμένοι οι εφοπλιστές σε πόλεμο και ειρήνη
-
Στη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου (1914 – 1918), βυθίστηκαν 143 ελληνικά πλοία και χάθηκαν πολλές ανθρώπινες ζωές, ενώ οι εφοπλιστές καρπώθηκαν μεγάλα ποσά από την ασφάλεια των πλοίων και αύξησαν το στόλο τους μεταπολεμικά, με ταχύτατους μάλιστα ρυθμούς. Αμέσως μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το κράτος υποχρέωσε το ΝΑΤ να μετατρέψει σημαντικό μέρος των αποθεματικών του σε εθνικά χρεόγραφα, που ύστερα από μερικά χρόνια η αξία τους υποβιβάστηκε στο μηδέν.
-
Στη συνέχεια, η δικτατορία του Μεταξά υποχρέωσε τα ασφαλιστικά Ταμεία και το ΝΑΤ να διαθέσουν μεγάλα κεφάλαια σε επενδύσεις δημοσίων έργων και σε πλουσιοπάροχες προσφορές προς την «εθνικήν κυβέρνησιν» για την ενίσχυση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων.
-
Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939 – 1944) βυθίστηκαν 429 ελληνικά πλοία, για τα οποία οι εφοπλιστές αποκόμισαν 27 εκ. λίρες. Άλλα 14 εκ. λίρες πήραν από ναύλους και πολλά ακόμα εκατομμύρια δολάρια για αποζημιώσεις και ναύλα από τις ΗΠΑ. Πάνω από 3.000 ναυτεργάτες έχασαν τη ζωή τους, ενώ άγνωστος είναι ο αριθμός των τραυματιών, χωρίς να αποζημιωθεί καμία οικογένεια ναυτεργάτη.
-
Το 1946, η κυβέρνηση εγγυήθηκε την αγορά 100 «Λίμπερτι» και 7 δεξαμενόπλοιων για τους Ελληνες εφοπλιστές στο 1/3 της αξίας τους, δηλαδή στα 16.500.000 στερλίνες. Οι εφοπλιστές έδωσαν μόνο 4.100.000 και το υπόλοιπο ποσό το εγγυήθηκε το ελληνικό δημόσιο. Πρόκειται για χρήματα των ναυτεργατών, που έπρεπε να το εξοφλήσουν με τόκο 3,5% σε 17 χρόνια. Αν και οι εφοπλιστές αποκόμισαν αμύθητα κέρδη από την εκμετάλλευση των ναυτεργατών, τα χρέη τους διαγράφηκαν από τις αστικές κυβερνήσεις.
Ο νόμος 2687/53
Όλη η αγριότητα του εφοπλιστικού κεφαλαίου περιέχεται στο νόμο 2687/53, που διαφυλάττουν ως κόρη οφθαλμού όλες οι κυβερνήσεις, και αυτή του ΣΥΡΙΖΑ. Το 1953 η κυβέρνηση Παπάγου ψήφισε στη Βουλή το νόμο έκτρωμα 2687 περί προστασίας του ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα και παραχώρησε μεγάλα προνόμια στο εφοπλιστικό κεφάλαιο, με συνταγματική κατοχύρωση. Ο νόμος αυτός αποτελεί τη βάση του θεσμικού πλαισίου της ναυτιλίας, της άγριας καπιταλιστικής εκμετάλλευσης των ναυτεργατών και γενικότερα της εργατικής τάξης στους συναφείς κλάδους.
Στα ποντοπόρα, με τις τροποποιήσεις του όρου 8, του άρθρου 13, των «εγκριτικών πράξεων νηολόγησης των καραβιών» (ν. 2687/53), οι εφοπλιστές δεν εφαρμόζουν τη ΣΣΕ και δεν καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές στο ΝΑΤ και στα άλλα ασφαλιστικά ταμεία για το σύνολο των ναυτεργατών που είναι ναυτολογημένοι στα 5.200 καράβια τους. Ως αποτέλεσμα, το 80% των ναυτεργατών που δουλεύουν στα ελληνόκτητα ποντοπόρα πλοία, δεν αμείβονται με τις ΣΣΕ και είναι χωρίς Ασφάλιση στο ΝΑΤ.
Αν σκεφτεί κανείς ότι στα ελληνόκτητα καράβια απασχολούνται περίπου 75.000 ναυτεργάτες, εκ περιτροπής 6 μήνες το χρόνο, συνολικά 120.000 ναυτεργάτες δουλεύουν σε συνθήκες γαλέρας, χωρίς εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα (75.000 X 2 εξάμηνα = 150.000 ναυτεργάτες, το 80% ισούται με 120.000 εργαζόμενους). Αντίστοιχα, στην κρουαζιέρα, με την ψήφιση του ν. 3872/2010 δεν υπάρχει ούτε ένας ναυτεργάτης με συγκροτημένα δικαιώματα, ώστε ο πλοιοκτήτης να καταβάλλει εισφορές στο ΝΑΤ.
Χαριστικές ρυθμίσεις για το κεφάλαιο
Από την άλλη, οι εφοπλιστές δεν ανησύχησαν ποτέ για τα χρέη τους προς το ΝΑΤ, αφού έγινε «νόμος» η παραγραφή και οι χαριστικές ρυθμίσεις. Με τον αναγκαστικό ν. 1611/1950, επιβλήθηκε η κατάθεση των αποθεματικών των Ταμείων στην Τράπεζα της Ελλάδας, με επιτόκια αρκετά χαμηλότερα του πληθωρισμού και του επιτοκίου καταθέσεων.
Από την εκκαθάριση των εφοπλιστικών οφειλών
αποδείχθηκε ότι:
-
Tο 1951 από τις 246.528 λίρες οι εφοπλιστές πλήρωσαν μόνον τις 64.498 λίρες.
-
Το 1952 χρωστούσαν για 170 πλοία 127.942 λίρες και 56.263 δολάρια.
-
Το 1953 στον ισολογισμό του ΝΑΤ αναφερόταν ένα ποσόν 1.313.014 δολαρίων ως χρέη από ανεξόφλητα ναυτολόγια. Οι οφειλές αυτές παραγράφηκαν, καθώς εν τω μεταξύ είχε λήξει το δικαιοστάσιο. Άλλα 246.000 δολάρια αφορούν στα ανεξόφλητα ναυτολόγια των 14 κρατικών «Λίμπερτι» κ.λπ.
-
Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, με την ψήφιση του ν. 2037/55, μείωσε τις εφοπλιστικές εισφορές κατά το 1/3, ενώ με το ν. 3899/58 στερεί το ΝΑΤ από το «δικαίωμα της 1ης υποθήκης», μετά τις απαιτήσεις του πληρώματος και πλέον προηγούνται οι δανειστές, έτσι που να μην απομένει επαρκές ποσόν για την κάλυψη των χρεών προς το ΝΑΤ.
-
Το 1962 είχαν διατεθεί 27 εκ. δρχ. για το λαχειοφόρο δάνειο της ΕΡΕ.
-
Το 1967 – 1968 η χούντα άρπαξε από το ΝΑΤ πάνω από 15 εκ. δολάρια, για τα δύο «παραγωγικά» της δάνεια.
-
Παράλληλα, το κράτος στέρησε αυθαίρετα το ΝΑΤ από τα δικαιώματα εκμετάλλευσης της ακίνητης περιουσίας του.
-
Επίσης, αφαίρεσε από το ΝΑΤ τα δικαιώματα που είχε επί των ανεγειρόμενων ναυαγίων.
-
Με το ν. 2076/1992 η κυβέρνηση της ΝΔ έδωσε τη δυνατότητα να τοποθετείται μέχρι και 20% των αποθεματικών των Ταμείων στο χρηματιστήριο.
-
Το ΠΑΣΟΚ και με το ν. 2676/1999 αύξησε το ποσοστό στο 23%. Οι ζημιές των ασφαλιστικών ταμείων στο χρηματιστήριο την περίοδο 1999 – 2002 ήταν πάνω από 3,5 δισ. ευρώ.
-
Με το ν. 3978/2011, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ – κατ’ εντολή των εφοπλιστών – κατάργησε τα τέλη υπέρ ΚΑΕΟ, με απώλειες για το ΝΑΤ 40 εκ. ευρώ ετησίως.
-
Το Μάρτη του 2012, με το PSI, τα αποθεματικά του ΝΑΤ, από 15.339.828,61 ευρώ, μετά το «κούρεμα» έμειναν μόλις 4.691.018,49 ευρώ. Ενώ από τον ΕΛΟΕΝ, με αποθεματικά 51.625.108 ευρώ, «κούρεψαν» 32.046.403 ευρώ!
-
Με απόφαση της ΕΤΕ στις 25/04/2013, οι 33.986 μετοχές της Εθνικής Τράπεζας που κατείχε το ΝΑΤ, έγιναν 3.398.
Οργάνωση – σύγκρουση με κριτήριο τις σύγχρονες ανάγκες
-
Οι εφοπλιστές, οι κυβερνήσεις και η πλειοψηφία των ΔΣ του ΝΑΤ, εργοδοτικοί – κυβερνητικοί συνδικαλιστές, έχουν την ευθύνη για τη χρεοκοπία του ΝΑΤ και των άλλων ασφαλιστικών Ταμείων των ναυτεργατών. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, και συγκεκριμένα ο υπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης, σε σχετική Ερώτηση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ το 2015 ομολόγησε ότι χάρισαν στους εφοπλιστές βεβαιωμένες οφειλές στο ΝΑΤ και τα άλλα Ταμεία πάνω από 100 εκ. ευρώ (εταιρείες ΔΑΝΕ, LΟUIS, GAFERRIES, ΣΑΟΣ, KALLISTI, AGOUDIMOS, ENDEAVOUR, ΝΕΛ, ΒΕΝΤΟΥΡΗΣ κ.λπ.).
-
Η αντεργατική πολιτική, η εισφοροδιαφυγή, η διαγραφή των χρεών και τα θαλασσοδάνεια των εφοπλιστών, οι 13 μειώσεις των οργανικών συνθέσεων, η μετατροπή των μισθών των ναυτεργατών από συνάλλαγμα – λίρες Αγγλίας σε δραχμές, στα ποντοπόρα, στα μεσογειακά και στα κρουαζιερόπλοια αποτελούν τις βασικές αιτίες της χρεοκοπίας του ΝΑΤ και των άλλων Ταμείων των ναυτεργατών.
Η άθλια εκστρατεία των εφοπλιστών, των αστικών κυβερνήσεων και των υποτακτικών τους στην ΠΝΟ ότι τα ελλείμματα οφείλονται στη μαζική συνταξιοδότηση ναυτεργατών από τη Σοβιετική Ενωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, χρεοκόπησε από τα ίδια τα επίσημα στοιχεία του ΝΑΤ: Από το 1974 συνταξιοδοτήθηκαν μόνο 21 αγωνιστές ναυτεργάτες που είχαν θεμελιώσει συνταξιοδοτικά δικαιώματα με πολύχρονη θητεία στα καράβια πριν ακόμη οι εφοπλιστές και το αστικό κράτος τους υποχρεώσουν με διώξεις να ζήσουν στην αναγκαστική προσφυγιά, στις φιλόξενες σοσιαλιστικές χώρες.
Επομένως, σήμερα δεν αρκεί οι εργαζόμενοι να παλεύουν για να μη γίνουν χειρότερα τα πράγματα, θεωρώντας «περασμένα ξεχασμένα» όσα τους έκλεψαν τα προηγούμενα χρόνια, που είναι ο ιδρώτας και η δουλειά τους. Χρειάζεται να οργανωθούν και να παλέψουν για την ανάκτηση των απωλειών, για αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, κατάργηση των αντεργατικών – αντιασφαλιστικών νόμων, με κριτήριο τις σύγχρονες ανάγκες τους, κόντρα στο κεφάλαιο, στην ΕΕ και στα κόμματά τους. Το δυνάμωμα της Λαϊκής Συμμαχίας είναι προϋπόθεση για να πάει αυτός ο αγώνας μέχρι τέλους.
ΟΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ
ΑΣΤΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ – ΕΦΟΠΛΙΣΤΩΝ (1943-1948)
….και δώρα των παιδιών της αστικής τάξης στους πολιτικούς
Η συναλλαγή αστικού κράτους – εφοπλιστών αποκαλύπτεται και από ένα άλλο ντοκουμέντο της εποχής: Το γράμμα του υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας της κυβέρνησης Τσαλδάρη, Ν. Αβραάμ προς το γιο του, που αποδεικνύει τη συναλλαγή για τα «Λίμπερτυ», αλλά και συναλλαγές, γενικότερα με τους εφοπλιστές.
Το συγκεκριμένο γράμμα δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» στις 25 Φλεβάρη του 1947 και είναι αποκαλυπτικό: «Σου έγραψα προ ημερών με τον εφοπλιστήν κ. Πατέραν, τον γαμβρόν του φίλου μας κ. Λύρα που επήρε την τελευταία στιγμή όπως ενθυμείσαι ένα Λίμπερτυ (…)
Η “Ελευθερία”, “Η Ελλάδα” και ο “Ριζοσπάστης” έγραψαν διά τη νόμιμον προμήθειαν που πήρα απ’ την αγοράν των Λίμπερτυ. Έδωκα μίαν απάντησιν, που σου εσωκλείω εις την “Ελευθερίαν”. Έγραψε δε σχετικώς και η “Εστία” και το “Εμπρός”. Έδωκα και από ραδιοφώνου μίαν ομιλίαν επί του ζητήματος αυτού.
Ο Βαγγέλης έχει ετοιμάσει και δύο ομιλίες με θέμα εντυπώσεις μου απ’ την Αμερικήν, μίαν στον “Παρνασσό” και μίαν στον Πειραιά. Μόλις ήλθα, την πρώτη Κυριακήν εγένετο συγκέντρωσις εις τη λέσχην Πειραιώς και ωμίλησα. Επίσης μου παρετέθη γεύμα πρωτοβουλία ναυτικών πρακτόρων κλπ. στον Πειραιά. Την περασμένη εβδομάδα μετά την παραίτησίν μου, μου παρέθεσε εις τον Ναυτικόν Ομιλον γεύμα η ένωσις των Εφοπλιστών. Να πης εις τον Γιώργο το Λύρα – για το δώρο που υποσχέθησαν – να το στείλουν εις την εδώ Ενωσιν διά να μου το παραδώσουν είναι ανάγκη. Του γράφω και εγώ και γι’ αυτό και για τα άλλα ζητήματα του Πειραιώς που προσωπικά είχαμε μιλήσει».
Αξίζει, επίσης, να αναφέρουμε ένα ακόμα απόσπασμα του γράμματος αυτού όπου γίνεται πιο αποκαλυπτικός: «Πρέπει να έχεις υπ’ όψι σου (σ.σ γράφει στον γιο του) ότι και ο Εμ. Κουλουκούντης και ο Γ. Λύρας και ο Σταύρος Λιβανός και ο Ν. Ρεθύμνιος, εκτός του Σεβασμιωτάτου έχουν προσφερθεί να σε ενισχύσουν οικονομικώς.
Ο Στ. Λιβανός μου είπε την τελευταία στιγμή: Ο,τι θέλει να αποτείνεται σε μένα, τον γιο του Παπανδρέου εγώ τον εσπούδασα. Σου τα γράφω αυτά διότι ομολογώ και εγώ ότι είναι καιρός να αφήσω την πουριτανικήν ηθικήν ακαμψίαν και να δέχωμαι τοιαύτας ενισχύσεις ως υποψήφιος ηγέτης πλέον κατ’ επάγγελμα διά να μην αναγκασθώ να τρέχω εις το Κακουργοδικείο και το Πλημμελειοδικείο»!!!
—