Η χούντα της 21ης Απριλίου 1967, που επιβλήθηκε με πρόσχημα τον «κομουνιστικό κίνδυνο», στην πραγματικότητα είχε συγκεκριμένη αποστολή, για την ολοκλήρωση της οποίας στηρίχτηκε από διάφορα κέντρα εντός και εκτός Ελλάδας
Σαν σήμερα, πριν από 50 χρόνια, οριστικοποιήθηκε και επίσημα η πτώση της στρατιωτικοφασιστικής χούντας, που κυβερνούσε την Ελλάδα- με τις πλάτες, κυρίως, των αμερικανών- από τον Απρίλη του 1967. Το καθεστώς της χούντας, είχε αρχίσει να εμφανίζει τις πρώτες μεγάλες «ρωγμές» από το 1973, κυρίως μετά την εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Ήταν λίγο μετά το μεσημέρι της 23ης Ιούλη 1974, όταν ξεκίνησε στα παλιά ανάκτορα μια κρίσιμη σύσκεψη στρατιωτικών και πολιτικών.
Σαν σήμερα, πριν από 50 χρόνια, οριστικοποιήθηκε και επίσημα η πτώση της στρατιωτικοφασιστικής χούντας, που κυβερνούσε την Ελλάδα- με τις πλάτες, κυρίως, των αμερικανών- από τον Απρίλη του 1967. Το καθεστώς της χούντας, είχε αρχίσει να εμφανίζει τις πρώτες μεγάλες «ρωγμές» από το 1973, κυρίως μετά την εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Ήταν λίγο μετά το μεσημέρι της 23ης Ιούλη 1974, όταν ξεκίνησε στα παλιά ανάκτορα μια κρίσιμη σύσκεψη στρατιωτικών και πολιτικών. Αντικείμενο της σύσκεψης, ήταν η ομαλή παράδοση της εξουσίας από τους στρατιωτικούς στους πολιτικούς, που αποτέλεσε, ουσιαστικά, το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας και την επιστροφή της Ελλάδας στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Στη σύσκεψη συμμετείχαν- επίσημα οι εξής: Εκ μέρους των πολιτικών, οι Π. Κανελλόπουλος, Γ. Μαύρος, Σπ. Μαρκεζίνης, Γ. Α. Νόβας, Στ. Στεφανόπουλος, Π. Γαρουφαλιάς, Ξεν. Ζολώτας και Ευάγ. Αβέρωφ και εκ μέρους των στρατιωτικών, οι Φαίδων Γκιζίκης (πρόεδρος της χουντικής Δημοκρατίας), Γρ. Μπονάνος (αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων), Ανδρ. Γαλατσάνος (αρχηγός ΓΕΣ), Πέτρος Αραπάκης (αρχηγός ΓΕΝ) και Αλ. Παπανικολάου (αρχηγός ΓΕΑ).
Δεν είναι γνωστό, τι ειπώθηκε σε εκείνη την κρίσιμη σύσκεψη καθώς υποστηρίζεται πως δεν κρατήθηκαν πρακτικά. Ωστόσο, σύμφωνα με μαρτυρίες κάποιων εκ των συμμετασχόντων (μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί σε συγκεκριμένα βιβλία), προκύπτουν τα εξής:
Πρώτον, η σύσκεψη απέρριψε το σχηματισμό μικτού κυβερνητικού σχήματος με τη συμμετοχή πολιτικών και στρατιωτικών και υιοθέτησε τη λύση μιας αμιγούς πολιτικής κυβέρνησης.
Δεύτερον, υπήρξε κοινή θέση πολιτικών και στρατιωτικών ότι στην πολιτική κυβέρνηση θα μετέχουν μόνο πρόσωπα από το χώρο του κέντρου και της δεξιάς, ενώ θα αποκλείεται η συμμετοχή κομμουνιστών και προσώπων από άλλες πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, εκείνης της εποχής.
Η μεταβίβαση της εξουσίας που έγινε στις 24 Ιούλη του 1974 από τους στρατιωτικούς (με επικεφαλής τον ταξίαρχο Ιωαννίδη) στους πολιτικούς (με επικεφαλής της κυβέρνησης «Εθνικής Ενότητας» τον Κωνσταντίνο Καραμανλή), δεν ήταν τυχαία.
Η άνοδος της χούντας και το αντιδικτατορικό κίνημα
Η χούντα της 21ης Απριλίου 1967, που επιβλήθηκε με πρόσχημα τον «κομουνιστικό κίνδυνο», στην πραγματικότητα είχε συγκεκριμένη αποστολή, για την ολοκλήρωση της οποίας στηρίχτηκε από διάφορα κέντρα εντός και εκτός Ελλάδας.
Για την επικράτηση της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας, χρειάστηκαν ορισμένες προϋποθέσεις, όπως:
α) Το γεγονός ότι προϋπήρχε, μακροχρόνια, μια σκληρή κοινοβουλευτική δικτατορία, όπως αυτή θεμελιώθηκε μετά τον εμφύλιο με τους έκτακτους νόμους και τα έκτακτα στρατοδικεία, με το ΚΚΕ εκτός νόμου και τις συστηματικές διώξεις αγωνιστών με βάση το πολιτικό τους φρόνημα.
β) Η ύπαρξη ενός πολιτικού συστήματος με έκτακτα χαρακτηριστικά, το οποίο παρεξέκλινε από τις κλασικές μορφές της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ενώ στην κορυφή του βρισκόταν το παλάτι που ήταν εντελώς ανεξέλεγκτο από τα πολιτικά κόμματα
γ) Η στενή εξάρτηση της χώρας από τον αμερικανικό, κυρίως, ιμπεριαλισμό. Στην επιβολή της δικτατορίας διευκόλυνε αντικειμενικά και το γεγονός ότι η Αριστερά και το ΚΚΕ δεν ήταν σε θέση να επιβάλλουν άλλες λύσεις ή να αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη.
Στα πρώτα χρόνια της δικτατορίας το εργατικό λαϊκό κίνημα ήταν μουδιασμένο από τις μαζικές συλλήψεις και φυλακίσεις χιλιάδων κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών.
Αποτελεί κοινό μυστικό, ότι το αντιδικτατορικό κίνημα άρχισε να παίρνει «τα πάνω του» μετά την ίδρυση της ΚΝΕ (1968) και να γίνεται απειλητικό για τους δικτάτορες και τους κάθε είδους υποστηρικτές τους, από τις αρχές της δεκαετίας του ΄70, όταν — με πρωτοβουλία του ΚΚΕ — ο αγώνας άρχισε να πολιτικοποιείται.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι:
-
Στο φοιτητικό χώρο — όπου πρωτοστατούσε η Αντιδικτατορική ΕΦΕΕ — λίγες μέρες μετά τη συγκέντρωση φοιτητών στο Πολυτεχνείο το Φλεβάρη του 1973, ακολουθούν οι καταλήψεις στη Νομική Αθήνας (21 και 22 Φλεβάρη) και το Μάρτη στην Ιατρική Αθήνας και — ξανά — στη Νομική. Οι φοιτητικές κινητοποιήσεις άρχισαν να εξαπλώνονται και στις άλλες μεγάλες πόλεις της Ελλάδας (Πάτρα – Θεσσαλονίκη), με αποκορύφωμα την τριήμερη κατάληψη του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του 1973.
-
Στο χώρο των εργαζομένων, άρχισαν να πραγματοποιούνται — για πρώτη φορά το 1973 — απεργιακές κινητοποιήσεις σε διάφορους κλάδους. Μεταξύ αυτών που τόλμησαν να απεργήσουν ήταν οι τυπογράφοι, οι δημοσιογράφοι, οι τεχνικοί της Ολυμπιακής, οι εργαζόμενοι στη ΔΕΗ και άλλων κλάδων στην Αθήνα καθώς και οι αλιεργάτες της Καβάλας. Επίσης, πραγματοποιήθηκαν μεγάλα συλλαλητήρια αγροτών που ξεκίνησαν από την Αθήνα (Μέγαρα, Σπάτα, Μενίδι, Σκαραμαγκά κλπ) και επεκτάθηκαν σταδιακά σε αρκετές άλλες περιοχές της Ελλάδας (Τρίκαλα κλπ.).
Το ματοκύλισμα του Πολυτεχνείου και το χτύπημα του ΚΚΕ
Η αγωνιστική ανάταση λαού και νεολαίας, έγινε ιδιαίτερα αισθητή στη διάρκεια του ξεσηκωμού στο Πολυτεχνείο, το Νοέμβρη του ΄73. Τότε, άρχισαν να αποδίδουν καρπούς οι στόχοι που είχαν θέσει οι αντιδικτατορικές οργανώσεις που ελέγχονταν από το ΚΚΕ για την σύνδεση των αιτημάτων του φοιτητικού κινήματος με τα αιτήματα του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Όσοι ζήσαμε εκείνα τα γεγονότα που σημάδεψαν την Ελλάδα και ολόκληρο τον ελληνικό λαό, θα θυμούνται πως το αρχικό κεντρικό σύνθημα του Πολυτεχνείου «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία», εμπλουτίστηκε στη συνέχεια, με τα πολιτικά συνθήματα – στόχους, όπως «Κάτω η χούντα», «Έξω οι ΗΠΑ και το NATO» κλπ.
Η προσθήκη των νέων συνθημάτων, προσέδωσε στο μήνυμα του Πολυτεχνείου και πολιτικά (ανατρεπτικά – αντιαμερικανικά και αντιιμπεριαλιστικά) χαρακτηριστικά, με τα οποία διευκολύνθηκε η σύνδεση του φοιτητικού κινήματος με το ευρύτερο μαζικό λαϊκό κίνημα.
Νιώθοντας την καρέκλα της εξουσίας τους να τρίζει, οι επικεφαλής της χούντας έδωσαν εντολή στην αστυνομία να χτυπήσει. Η βάρβαρη επίθεση της αστυνομίας εναντίον των διαδηλωτών (με γκλόμπς, δακρυγόνα και σφαίρες κλπ), δεν έκαμψε το ηθικό του λαού, καθώς οι διαδηλωτές έφυγαν και συγκεντρώνονται ξανά μπροστά και γύρω από το χώρο του Πολυτεχνείου. Συνεκτιμώντας και τον κίνδυνο ανατροπής του καθεστώτος, οι επικεφαλής της χούντας αποφάσισαν να προχωρήσουν στην ένοπλη επέμβαση του στρατού. Έτσι, τις πρώτες πρωινές ώρες της 17ης Νοέμβρη 1973 βγήκαν από το Γουδί στους δρόμους τα τανκς και γύρω στις 2 τα ξημερώματα, δόθηκε η διαταγή για την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο.
Λίγους μήνες μετά το αιματοκύλισμα του Πολυτεχνείου (στην προσπάθειά τους να παρατείνουν την επιβίωσή τους στην εξουσία και να ανακόψουν την ανοδική πορεία του μαζικού λαϊκού κινήματος), τα όργανα της χούντας, προχώρησαν σε νέο κύκλο μαζικών συλλήψεων. Στο διάστημα από τις 13 Φλεβάρη μέχρι το τέλος Μάρτη 1974, συνέλαβαν — μόνο στην Αθήνα — εκατοντάδες απλά μέλη και στελέχη των αντιδικτατορικών οργανώσεων του ΚΚΕ, της ΚΝΕ, της Αντι-ΕΦΕΕ κλπ. Οι συλληφθέντες, σε όλο το διάστημα της κράτησής τους στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών και στο στρατόπεδο της ΕΣΑ στο Μπογιάτι, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια. Από το σύνολο των συλληφθέντων, τα 41 ήταν ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ, της ΚΝΕ και της Αντι-ΕΦΕΕ (Αμπατιέλος, Γιάννου, Καλούδης, Γόντικας, Κάππος κλπ), που παραπέμφθηκαν να δικαστούν στρατοδικείο. Η δίκη αυτή δεν έγινε ποτέ, καθώς στις 24 Ιούλη έπεσε η χούντα.
Είκοσι από τους εκατοντάδες συλληφθέντες αγωνιστές για την αντιδικτατορική τους δράση με το ΚΚΕ, την ΚΝΕ και την Αντι-ΕΦΕΕ (με συνεντεύξεις τους που έχουν δημοσιευτεί στο βιβλίο μου με τίτλο «Τα Παιδιά του Φλεβάρη», εκδόσεις Καστανιώτη, περιγράφουν τα βασανιστήρια που υπέστησαν και την τύχη που είχαν οι αγώνες για τα ιδανικά του Πολυτεχνείου και καταθέτουν τις απόψεις τους για τη δυνατότητα κοινής δράσης των κομμάτων της Αριστεράς.
Η προδοσία της Κύπρου και η «πτώση» της χούντας
Το αποκορύφωμα για την πτώση της χούντας, ήταν το πραξικόπημα στην Κύπρο. Στις 15 Ιούλη 1974 ανατράπηκε ο Μακάριος από τον εκλεκτό του Ιωαννίδη και της ΕΟΚΑ Β΄ Ν. Σαμψών, που άνοιξε το δρόμο για την τουρκική εισβολή (20 Ιούλη) και την κατάληψη του 37% της μεγαλονήσου.
Μετά την προδοσία της Κύπρου, οι ιθύνοντες (σημαντικά στελέχη της δικτατορίας, οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες στη χώρα), άρχισαν να συζητούν πάνω σε σενάρια για τη διάδοχη κατάσταση, πριν η χούντα φτάσει στο σημείο της κατάρρευσης. Οι διεργασίες κορυφής που διηύθυνε ο αμερικανικός παράγοντας, είχαν ως κύριο σκοπό να προλάβουν εξελίξεις στη βάση της κοινωνίας καθώς η άρχουσα τάξη, έκρινε πως η πολιτική αλλαγή έπρεπε να γίνει, πριν εμφανιστεί στο προσκήνιο ο λαϊκός παράγοντας.
Οι κρίσιμες μέρες
Μετά την πραξικοπηματική ανατροπή του Μακαρίου (15 Ιούλη), σημειώθηκαν τα εξής γεγονότα:
-
Στις 21 Ιούλη 1974, οι επικεφαλής της στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας (ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων με τους αρχηγούς των τριών κλάδων Στρατού, Αεροπορίας και Ναυτικού), αποφάσισαν να αυτονομηθούν από τον Ιωαννίδη (που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν ο αρχηγός της χούντας), και να κινηθούν προς την κατεύθυνση πολιτικοποίησης του καθεστώτος.
-
Στις 22 Ιούλη 1974, οργίαζαν οι φήμες περί επικείμενης ανατροπής του στρατιωτικού καθεστώτος. Επιβεβαιώνοντας αυτές τις φήμες, οι ξένοι ραδιοσταθμοί «Ντόιτσε Βέλε», BBC και του Παρισιού, μετέδωσαν μια διακήρυξη που αποδόθηκε σε 250 αξιωματικούς του Γ΄ Σώματος Στρατού. Η διακήρυξη αυτή, που δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Μαύρη Βίβλος – Χρονικό Κυπριακού Πραξικοπήματος και Πτώσεως Στρατιωτικής Χούντας», ζητούσε τον τερματισμό της χούντας και το σχηματισμό κυβέρνησης υπό την προεδρεία του Κ. Καραμανλή. Την ίδια μέρα, στις 22 Ιούλη, οι ιθύνοντες των Ηνωμένων Πολιτειών προανήγγειλαν σε όλο τον κόσμο, την επερχόμενη πτώση της χούντας, με δηλώσεις του τότε υπουργού Εξωτερικών Χ. Κίσινγκερ, που σημείωνε: «Ενδεχομένως αυτή τη στιγμή πραγματοποιείται στην Ελλάδα πολιτική μεταβολή».
Με την προαναγγελία για την πτώση της χούντας, ο Χένρι Κίσινγκερ, επιβεβαίωσε το ρόλο των Αμερικανών στις εξελίξεις
-
Στις 23 Ιούλη 1974, λίγες ώρες πριν δύσει ο ήλιος, μεταδίδεται από στόμα σε στόμα και από παράνομους ραδιοφωνικούς σταθμούς ότι έπεσε η χούντα και πως έρχεται από το Παρίσι ο Καραμανλής, προκαλώντας μαζικές συγκεντρώσεις διαδηλωτών στο κέντρο της Αθήνας (Πολυτεχνείο- Ομόνοια- Προπύλαια- Σύνταγμα).
-
Στις 24 Ιούλη 1974, στις 2 τα χαράματα, ο Κ. Καραμανλής φτάνει στην Ελλάδα με το προσωπικό αεροπλάνο του Γάλλου προέδρου Ζισκάρ Ντ’ Εστέν και λίγες ώρες αργότερα ορκίστηκε πρωθυπουργός. Μετά την ορκωμοσία του πρώτου κλιμακίου της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, ανακοινώθηκε και η απόφαση για άμεση απελευθέρωση όλων των πολιτικών κρατουμένων που ήταν έγκλειστοι στο στρατόπεδο εκτόπισης στη Γυάρο καθώς και σε διάφορες φυλακές της χώρας.
-
Στις 26 Ιούλη 1974, με καθυστέρηση δύο ημερών, άρχισε η αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων, ενώ οι χουντικοί κυκλοφορούσαν επί 12 μήνες ελεύθεροι, καθώς η δίκη τους άρχισε τον Ιούλη του 1975!
Όπως προαναφέραμε, πριν από την επιστροφή Καραμανλή στην Ελλάδα, είχε πραγματοποιηθεί — το μεσημέρι της 23ης Ιούλη — η πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη, στην οποία συμφωνήθηκαν συγκεκριμένοι όροι και προϋποθέσεις για την παράδοση της εξουσίας. Ένας από τους όρους που είχαν θέσει οι στρατιωτικοί στους πολιτικούς, ήταν ότι δεν θα κινηθούν από το επίσημο κράτος οι διαδικασίες για τη δίωξη των πραξικοπηματιών και των συνεργατών τους. Ίσως έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι οι πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου 1967 δικάστηκαν μετά από την μήνυση που κατέθεσαν 6 δικηγόροι των Αθηνών για στάση και εσχάτη προδοσία και όχι με πρωτοβουλία του επίσημου κράτους (αυτεπάγγελτη δίωξη από τον Εισαγγελέα ή άλλο κρατικό όργανο)!
Έτσι, με το χαρακτηρισμό του χουντικού πραξικοπήματος ως «στιγμιαίο έγκλημα» δικάστηκαν μόνο οι πρωταίτιοι της 21ης Απριλίου ενώ τη γλύτωσαν οι βασανιστές και όσοι υπηρέτησαν τη χούντα.
Και μερικές … μικρές «λεπτομέρειες»
Αξίζει τον κόπο, με αφορμή τα 46 χρόνια από την πτώση της χούντας, να θυμίσουμε και μερικές «λεπτομέρειες», όπως:
Πρώτον, το χουντικό πραξικόπημα χαρακτηρίστηκε «στιγμιαίο αδίκημα» καθώς οι ιθύνοντες γνώριζαν πως αν οι νομικές διώξεις επεκτείνονταν στην 7χρονη διάρκεια της δικτατορίας θα διαλυόταν ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός της μεταπολίτευσης και πρώτα απ’ όλα οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του αστικού κράτους.
Δεύτερον, ενώ το βασικό σύνθημα, που κυριαρχούσε τους πρώτους μήνες της μεταπολίτευσης σε συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις ήταν «δώστε τη χούντα στο λαό», η τότε κυβέρνηση «Εθνικής Σωτηρίας» με επικεφαλής τον Κ. Καραμανλή, έκλεισε τα αυτιά της και δεν ικανοποίησε το παλλαϊκό αίτημα για αποχουντοποίηση στη δημόσια Διοίκηση και τους μηχανισμούς τους κράτους (Δικαιοσύνη, Σώματα Ασφαλείας κλπ). Η μη αποχουντοποίηση, αποδείχτηκε η χειρότερη επιλογή των πολιτικών κομμάτων που μετείχαν στην τότε κυβέρνηση «Εθνικής Σωτηρίας», καθώς αποθράσυνε τους χουντικούς. Ανακουφισμένοι, πλέον, οι συνεργάτες και κάθε είδους νοσταλγοί της χούντας άρχισαν σταδιακά την ανασυγκρότησή τους και από «σταγονίδια» που τους αποκαλούσε ο Αβέρωφ, έγιναν στην πορεία του χρόνου χοντρές σταγόνες βροχής. Το «αυγό του φιδιού», που εκκολαπτόταν κάτω από την ονομασία διαφόρων οργανώσεων ή κομμάτων επί τουλάχιστον 4 δεκαετίες — με την ανοχή εκείνων που κυβέρνησαν τη χώρα από το 1974 μέχρι σήμερα — άρχισε να σκάει. Τα «φίδια» των νεοναζί και οι κάθε είδους θιασώτες της χούντας, απειλούν τώρα να δαγκώσουν όχι μόνο τους μετανάστες αλλά και όσους εμπόδιζαν τα εγκληματικά σχέδια που προωθούσαν οι καθοδηγητές των διαφόρων φασιστικών οργανώσεων και κομμάτων, όπως ήταν η ΕΠΕΝ, που στην πορεία άλλαξε ονόματα μέχρι να καταλήξουν στη σημερινή Χρυσή Αυγή. Το τελικό αποτέλεσμα των συγκεκριμένων επιλογών και πολιτικών των κομμάτων που εναλλάχθηκαν στην κυβερνητική εξουσία από το 1974 μέχρι σήμερα, ήταν η είσοδος εκπροσώπων φασιστικών οργανώσεων (όπως της Χρυσής Αυγής), αρχικά στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στη συνέχεια στη Βουλή των Ελλήνων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ευρωβουλή), που επιτρέπει στους βουλευτές της να προπαγανδίζουν προκλητικά τις φασιστικές τους θέσεις και ιδέες. Χρειάστηκε να χυθεί αίμα (η δολοφονία του Φύσα και οι οργανωμένες επιθέσεις των νεοναζί σε μετανάστες και συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ) για να μείνει εκτός της Βουλής των Ελλήνων η εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής.
Τρίτον, η άρχουσα τάξη είχε λάβει όλα τα μέτρα, ώστε να εφαρμοστεί στην πράξη το δόγμα του «ανήκομεν εις την Δύσιν», που φρόντισε να διακηρύξει από την πρώτη στιγμή της επιστροφής του στην Ελλάδα ο Κ. Καραμανλής και να επισφραγίσει όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, που τη χώρα κυβέρνησαν α αστικά κόμματα της δεξιάς (ΝΔ) και της σοσιαλδημοκρατίας (ΠΑΣΟΚ- ΣΥΡΙΖΑ). Η εξάρτηση της Ελλάδας από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ — που ήταν και η βασική αιτία της 7χρονης τυραννίας και της κυπριακής τραγωδίας — όχι μόνο δεν αποδυναμώθηκε, αλλά και ενισχύθηκε με τα δεσμά της εξάρτησης από την ΕΟΚ που αποτελεί τη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση και τη διεύρυνση των αμερικανοΝΑΤΟϊκών βάσεων. Η διχοτόμηση στην Κύπρο είναι πλέον μια ντε φάκτο κατάσταση, που πάει να αναγνωριστεί με τον πιο επίσημο τρόπο και με ελληνική υπογραφή. Η αστική τάξη ισχυροποίησε τη θέση της και οι λαϊκές μάζες συνεχίζουν να ζουν στο καθεστώς της εκμετάλλευσης, της κοινωνικής αδικίας, της αβεβαιότητας και σε συνθήκες συνεχούς συρρίκνωσης των δικαιωμάτων τους.
Τέταρτον, όπως ο ελληνικός λαός κατάφερε να γκρεμίσει (είναι αλήθεια με αγώνες, αίμα και πολλές θυσίες) το αμερικανόδουλο καθεστώς της στρατιωτικοφασιστικής χούντας, έτσι θα καταφέρει (μέσα από το μακροχρόνιο πόλεμο των εργαζομένων για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο), να ξημερώσουν καλύτερες μέρες για τους ανθρώπους του μόχθου και της δουλειάς.
–