Γράμματα & Τέχνες Παρενθέσεις Πολιτισμός

Ο Σεφέρης και η Ελλάδα του, η χώρα των παράλληλων… μονολόγων

Την αγάπησε και γι’ αυτό την πόνεσε, την οραματίστηκε και γι’ αυτό δεν άντεξε αυτό, που ως πρόξενος της χώρας, ήταν αναγκασμένος να ζει.

Ο Σεφέρης είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση ποιητή, που οι καταβολές του, οικογενειακές και επιστημονικές, τον εντάσσουν στο χώρο της διπλωματίας και επομένως στο χώρο του “σιγάν” πολιτικά και όχι του “λαλείν”.

Η ευαισθησία του, όμως, και η  αντίληψη περί δικαίου τον βασανίζουν, όταν πρόκειται για τη χώρα του, αφού, ως διπλωμάτης αναγκάζεται να ζήσει έναν χώρο, ο οποίος καθρεφτίζει μια Ελλάδα που καμιά σχέση δεν έχει με την ιδέα του Ελληνισμού, όπως αυτός την βιώνει από μικρό παιδί.

Η απογοήτευση και η πικρία, που εκφράζονται άλλοτε ήπια και μελαγχολικά, (“Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει” ), και άλλοτε σκληρά, ειρωνικά και καταγγελτικά , (“Ψυχές μαραγγιασμένες από δημόσιες αμαρτίες”),  συναντώνται και στο ποιητικό μέρος του έργου του, αλλά και στην πεζογραφία του, στις “Μέρες”.

Εκείνο που κινεί σήμερα τη διαδικασία της γραφής  αυτού του μικρού κειμένου, παραμονή των Ευρωεκλογών του 2024, είναι η απορία τι θα έγραφε ο Σεφέρης τώρα, αν ζούσε κι αν έβλεπε τη σημερινή Ελλάδα. Πόσο θα την άντεχε; Η απουσία κάποτε είναι σωτήρια…

Κι επειδή μια από τις χαρακτηριστικές του φράσεις είναι:

“Ευνουχισμένοι διανοούμενοι, μικροί ανίκανοι και τυφλοί κυβερνήτες”, αναρωτιόμαστε, (όχι για τους κυβερνήτες, αφού εμείς τους εκλέγουμε), αναρωτιόμαστε πού είναι οι διανοούμενοί μας, γιατί σιωπούν, όταν βλέπουν την Ελλάδα του σήμερα όλο και να βυθίζεται.

Μια Ελλάδα, όπου “Κι ο άνθρωπος κατάντησε πραμάτεια”, όπως λέει ο ποιητής του τότε.

Και ένα απόσπασμα από τις “Μέρες” του είναι πραγματικά ακόμη πιο αποκαλυπτικό:

“Όσο προχωρεί ο καιρός και τα γεγονότα, ζω ολοένα με το εντονότερο συναίσθημα πως δεν είμαστε στην Ελλάδα, πως αυτό το κατασκεύασμα, που τόσο σπουδαίοι και ποικίλοι απεικονίζουν καθημερινά, δεν είναι ο τόπος μας αλλά ένας εφιάλτης με ελάχιστα φωτεινά διαλείμματα, γεμάτα μια πολύ βαριά νοσταλγία.

Να νοσταλγείς τον τόπο σου, ζώντας στον τόπο σου, τίποτε δεν είναι πιο πικρό. Ωστόσο νομίζω πως αυτό το συναίσθημα, συνειδητό ή όχι — αδιάφορο, χαραχτηρίζει όσους από τους ανθρώπους μας των εκατό τόσων τελευταίων χρόνων αξίζει να τους λογαριάσει κανείς. Οι μεγάλοι κολυμπητάδες, που αγωνίστηκαν, όσο κρατούσαν τα μπράτσα τους, να φτάσουν και να ιδούνε από πιο κοντά αυτό το σκληρό νησί του Αιόλου, την άλλη Ελλάδα. [Όλοι τους βούλιαξαν…]

[ Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Γ’. 16 Απρίλη 1934 – 14 Δεκέμβρη 1940, Ίκαρος ]

Σε λίγο δεν θα αναρωτιόμαστε ποια είναι η Ελλάδα του σήμερα, αλλά ποιοι είμαστε εμείς. Κι αυτό είναι ακόμη χειρότερο…

…………………

Οι «Παρενθέσεις» είναι μικρά κείμενα, μικρές πινελιές σε θέματα πολιτισμού ή ζωής, που φωτίζουν γωνιές από μεγαλύτερα θέματα,  λειτουργώντας σαν παρ-εν-θέσεις.

…………………..

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ