Άρθρα Βιβλίο Πολιτισμός

Γιώργης Έξαρχος – Βιβλιοφιλικά ταξίδια: Η Μούσα της Ιστορίας και της Ποίησης Κλειώ

Η Μούσα της Ιστορίας και της Ποίησης Κλειώ.

ΓΙΩΡΓΗΣ Σ. ΕΞΑΡΧΟΣ – ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΙΚΑ ΤΑΞΙΔΙΑ

«ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ;»

Οι πρώτοι Έλληνες Ιστορικοί ονομάζονταν Λογογράφοι, όρο που χρησιμοποιεί ο Θουκυδίδης (Ι, 21, 2), ενώ πιο αραιά χρησιμοποιούνταν και ο όρος Ωρογράφος, ο δε Ηρόδοτος (ΙΙ, 143) έκανε χρήση του όρου Λογοποιοί για τους προγενέστερους συγγραφείς, και είναι όρος ευθέως αντίθετος του όρου Εποποιός, πλ. Εποποιοί. Φαίνεται πως οι όροι Ιστορία και Ιστορικός μπήκαν ουσιαστικά σε χρήση από τον Ηρόδοτο, ενώ προηγουμένως μάλλον δεν υφίσταντο ή δεν ήταν σε χρήση, ή μπορεί να είχαν και κάποιο διαφορετικό περιεχόμενο.
Ο Λογογράφος είναι εκείνος που γράφει σε πεζό λόγο (Λόγος), σε αντίθεση με τον ποιητή που ονομάζει την ποίηση Έπος ή Μύθος, αλλά όχι Λόγος. Ο Πίνδαρος (Νεμ. VI, 51 και Πυθ. Ι, 183)) αντιτίθεται συχνά στους λογίους οι οποίοι ονομάζονται αοιδοί, δηλ. δεν τα πάει καλά με τους τραγουδιστές λογογράφους, καθότι η λ. λόγιος είναι εκείνο τον καιρό συνώνυμη της λ. λογογράφος.
Ο όρος λογογράφος δεν εκφράζει παρά μόνο την ιδιότητα του ανθρώπου που γράφει σε πεζό λόγο. Όμως, ο όρος ιστορικός έχει άλλη σημασία, καθότι: ιστορία σημαίνει έρευνα και μελέτη, οπότε ιστορικός είναι κατ’ ουσίαν ο αναζητών την αλήθεια, αυτός που ταξιδεύει να βρει την αλήθεια, αυτός που ρωτάει να μάθει την αλήθεια, αυτός που δεν περιορίζεται στη μεταγραφή του υλικού που υπάρχει διαθέσιμο, αλλά επιδιώκει μια πραγματική έρευνα για να φωτίσει με τον δικό του τρόπο τα σκοτεινά ή μακρινά θέματα.
Αυτή η διαφορά στο περιεχόμενο των όρων έχει διδακτική αξία, καθότι η τέχνη των λογογράφων, στ’ αλήθεια, διαφέρει από αυτή των ποιητών μόνο στη μορφή της γραφής, καθότι είναι πεζογραφία, και διαπνέεται από το ίδιο επιστημονικό πνεύμα, σε ό,τι αφορά στην αναζήτηση της αλήθειας.. Ο Στράβων, που στον καιρό του μπορούσε ακόμα να διαβάσει πολλά από αυτά τα γραπτά, λέει ότι υπήρχαν ορισμένα έπη, σε πεζό ή πεζογραφικό λόγο, και τα οποία είχαν ποιητικούς χαρακτήρες, χωρίς όμως να έχουν τα κείμενα αυτά κάποιο ποιητικό μέτρο. Στερούνταν κριτικών προσεγγίσεων και είχαν την τάση να περιγράφουν θρύλους, όπως ακριβώς συνέβαινε και με τα περισσότερα ποιητικά γραπτά.

Η «Ιστορία» του Νικολάου Γύζη (1842-1901)
  • Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσέας σε κρίσεις του για το έργο του Θουκυδίδη (Κεφ. 5 και 23), κάνει λόγο σε λογογράφους και δίνει αρκετά ακριβείς ειδήσεις γι’ αυτούς. Τα θέματα που πραγματεύονται αυτοί, είναι δανεισμένα από το πιο μακρινό παρελθόν: μιλούν για την ίδρυση των πόλεων (Κτίσεις), και σε μεγάλο βαθμό αναφέρονται στις μυθικές γενεαλογίες (γενεαλογίαι). Οι ίδιοι γράφουν για να διαιωνίσουν τη δόξα μιας ευγενούς φυλής, για να τιμήσουν την πόλη στην οποία ανήκουν, για να ευχαριστήσουν την αφελή περιέργεια του κοινού, χωρίς κάποιο κριτικό πνεύμα. Εξιστορούν με φυσικά ή υπερφυσικά συναισθήματα, για τους ριζωμένους και διατηρημένους στη μνήμη τους από τα αρχαία χρονικά, μεγάλους ναούς και για τα ισχυρά φρούρια, και μάλλον περιορίζονται στο να γράψουν αυτές τις πολύ σύντομες αναμνήσεις τους με την πιο ζωντανή μορφή, με διάθεση να τις ωραιοποιήσουν με λεπτομέρειες, δανεισμένες από την προφορική παράδοση, και καθιστώντας τες έτσι πολύ πιο γόνιμες, για να μπορούν να βρουν πλατύτερη απήχηση στο μεγάλο κοινό.
  • Κατά τον Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα, λοιπόν, αυτού του είδους οι λογογράφοι αρέσκονται να αφηγούνται ρομαντικές περιπέτειες (Κριτική στον Θουκυδίδη, Κεφ. 5), οπότε δεν έχουν μια γενική θεώρηση της ιστορίας του αρχαίου κόσμου, ούτε καν του ελληνικού κόσμου. Οι ιστορίες τους έχουν τοπικό χαρακτήρα, όπως προκύπτουν από τα τοπικά αρχεία, τα οποία συμβουλεύονταν ή από τις προφορικές παραδόσεις, τις οποίες κατέγραφαν ή επαναλάμβαναν γραπτώς. Η αφηγήσεις αυτών των «ιστοριών» γινόταν με απλό τρόπο, χωρίς κάποια φιλοσοφική προσέγγιση, χωρίς καν κάποια ευγλωττία ή καλλιέπεια του λόγου, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο πάθος, αλλά όχι χωρίς χάρη.
  • Οι λογογράφοι, όπως και οι σύγχρονοί τους φιλόσοφοι, έγραφαν σε χυδαία (λαϊκή) ιωνική διάλεκτο, αλλά χειρίζονταν τη γλώσσα τους με πλαστική ευκολία, με ευχάριστο ύφος, και μπορούσε να χαροποιήσει τους συγχρόνους του Διονυσίου του Αλικαρνασσέα ως «λογοτέχνες».
  • Η ιστορία, μόνον κατ’ αυτόν τον τρόπο γινόταν κατανοητή, και δεν περιείχε τότε κανένα σπέρμα κάποιας ευρείας εικόνας της εθνικής ζωής, κάτι που συμβαίνει πολύ αργότερα και το βρίσκουμε στους μεγάλους πλέον και κλασικούς ιστορικούς. Η γραφή δεν ήταν έργο επιστήμης, στερείτο κριτικής. αποτελούσε αφελές χρονικό που λειτούργησε κατόπιν ως προοίμιο για την αληθινή ιστορία.

  • Οι λογογράφοι, λοιπόν, υπήρξαν μέχρι τον καιρό του Ηρόδοτου (484/480 – 425/410 π.Χ.), του πατέρα της Ιστορίας, κατά πως χαρακτηρίστηκε και γράφτηκε για πρώτη φορά από τον Κικέρωνα (De Legibus, I, i). Βέβαια με σύγχρονους όρους «πατέρας της Ιστορίας» είναι ο σπουδαίος (στρατηγός), εκ Θρακός πατρός καταγόμενος, Αθηναίος Θουκυδίδης Ολόρου (460/455 – 399/395 π.Χ.), ο οποίος ουσιαστικά έθεσε τα θεμέλια της επιστήμης της Ιστορίας, με το σπουδαίο έργο του: Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου.
  • Τα ανωτέρω γράφονται για να επισημάνουν στον σύγχρονο αναγνώστη ότι σήμερα κατακλυζόμαστε από «λογογράφους» που (δήθεν) ιστοριογραφούν, ενώ είναι βέβαιο ότι «μυθολογούν» ή «αφηγούνται» ιστορικώς αναπόδεικτα, και η κρίση τους αποτελεί στείρα «δοξασία» ή «δογματικό ισχυρισμό» μη εδρασμένο σε τεκμήρια ατράνταχτα, αλλά σε ιδεοληπτικούς ισχυρισμούς. Το «πεδίον έκθεσης» τέτοιων φληναφημάτων εκτίθεται σε πάμπολλα λήμματα των Ηλεκτρονικών Εγκυκλοπαιδειών, σε εκπεμπόμενες διαλέξεις που έγιναν σε ποικίλους χώρους μέσω του Ιντερνέτ (You Tube), kai σε δημοσιοποιημένες «αναλύσεις» από προσωπικούς ιστότοπους και από τα «μουροτέφτερα» (f.b.), αλλά και από «βιβλία» φιλόδοξων «λογογράφων» που αρέσκονται να εμφανίζονται ως συγγραφείς και δη ιστορικοί συγγραφείς, με ακριβοπληρωμένες τις σχετικές εκδόσεις στους… εκδότες τους. Άμα πληρώνεις, εκδίδεσαι άσχετα από το τι και πώς το γράφεις. Και, προς Θεού, μακρυά από μένα η λογοκρισία…

  • Κάποιοι από αυτούς τους «λογογράφους» «ηγούνται» και «Επιστημονικών Εταιρειών» και έτσι θέλουν να «μονοπωλούν»… την εγκυρότητα των γραπτών τους, λόγω των εταιρειών τους… Θεός φυλάξοι!… Οι παλαιές Εγκυκλοπαίδειες όφειλαν την εγκυρότητα των άρθρων τους στην επωνυμία των συντακτών τους, καθότι αποτελούσαν την «αφρόκρεμα» στους χώρους των επιστημών και τεχνών κ.λπ., και στο μη αμφισβητούμενο επιστημονικό κύρος τους, που διασφάλιζε την αξιοπιστία και την επιστημονικότητα. Τώρα, γράφει ο καθένας ό,τι θέλει, και ό,τι του κατεβάζει η κούτρα. Τα παραδείγματα; Εκατοντάδες…
  • Τούτη η καινοφανής τάση, μου φέρνει στον νου τον Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε (Friedrich Wilhelm Nietzsche) ή Φρειδερίκο Γουλιέλμο Νίτσε (1844 – 1900), ο οποίος Στα Μαθήματα για την Παιδεία, περιγελά τα πανεπιστήμια που θέλουν να θεωρούνται ανώτατα πνευματικά ιδρύματα, και είναι γνωστό τοις πάσι και «εις τους παροικούντας την Ιερουσαλήμ»: α) ότι οι λεγόμενες Σχολές Θετικών Επιστημών είναι παραρτήματα καπιταλιστικών εταιρειών (αυτό σημαίνει η σύνδεση των αποφοίτων με την αγορά εργασίας και όχι με την κοινωνία) και β) ότι οι Θεωρητικές Σχολές, βγάζουν «δούλους παραπομπών και αχθοφόρους υποσημειώσεων». — Στον χώρο της «γραφής ιστορικών κειμένων ή μελετών», τούτη η δουλοφροσύνη είναι πασιφανής, για να φανούν αληθινά… τα αληθοφανή αφηγήματα… των ανιστόρητων. Τα παραδείγματα άπειρα!

Νίτσε.
  • Με τις προηγούμενες σκέψεις ως αφετηρία, να μου επιτραπεί να τοποθετηθώ επί του θέματος της ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Και αντί να συνεχίσω τους συλλογισμούς μου, καταθέτω κείμενό μου, που περιέχεται στον τιμητικό τόμο: Ενδιάμεσοι κόσμοι – Διαφέρουσι δε κατά τούτο μάλιστα αλλήλων, ότι το μεν Ηροδότου κάλλος ιλαρόν εστι, φοβερόν δε του Θουκυδίδου (Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς) – Αφιέρωμα στον Καθηγητή Κωνσταντίνο Βακαλόπουλο, Εκδόσεις Κ. & Μ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2023 [ΈΡΓΟ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ] – Σελίδες 400, Σχήμα 23×16, Επιμέλεια ΒΑΜΒΑΚΙΔΟΥ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ.
ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ;
Να μου επιτραπεί να ξεκαθαρίσω το πώς βλέπω την ιστορική έρευνα και την ιστορική αφήγηση και το πώς βλέπω τον ρόλο του ιστορικού συγγραφέα και της διδασκαλίας της ιστορίας, κάτι που προσπαθώ να τηρήσω ευλαβικά κατά την συγγραφή των ιστορικών έργων μου, καθότι, νομίζω, την σήμερον η Ιστορία έχει μετατραπεί σε… μυθιστορία! Ας μου επιτραπεί δε, να συνδέσω τις απόψεις μου με το «ιστορικό αίνιγμα των Βλάχων».
  • Οι ιστορικές αφηγήσεις δεν έχουν όλες την ίδια αξία, διότι σε πολλές εξ αυτών δεν υπάρχουν αυτά που ονομάζουμε “δεδομένα”, δηλ. δεν εδράζονται σε γεγονότα! Παρ’ όλα αυτά όλες οι ιστορικές αφηγήσεις έχουν την ίδια αξία, υπό την έννοια ότι όλες αξίζει τον κόπο να ακουστούν.
  • Σε ό,τι αφορά στους Βλάχους επιδεικνύεται ένα είδος “φυλετικής αλαζονείας” ή “πολιτισμικής αλαζονείας” σε βάρος τους, με ανάδειξη “ρατσιστικής υπεροχής” των άλλων, και θεωρείται πως έτσι διασφαλίζεται η ορθή προσέγγιση ενός σημαντικού “ιστορικού προβλήματος” που, λίγο-πολύ, θεωρείται πως είναι μέχρι και σήμερα άλυτο.
  • Η ακαδημαϊκή γνώση οφείλει και πρέπει να υπόκειται σε λεπτομερή εξέταση και στο πεδίο της ιστορικής επιστήμης. Η μελέτη της ιστορίας απαιτεί γνώση όλων των πηγών προκειμένου να μάθουμε το τι έχει συμβεί κατά το παρελθόν, και να πληροφορηθούμε έτσι όλα τα γεγονότα, ώστε να αποφεύγονται οι αληθοφανείς ιστορικές αφηγήσεις, που –κυρίως– αποτελούν το εργαλείο ή τον δούρειο ίππο των κυρίαρχων εξουσιαστικών ομάδων και των πάσης μορφής προπαγανδιστών των εθνικιστικών μύθων, για την πολιτική άλωση των πολιτών.
  • Ο ρόλος του ιστορικού δεν είναι να διαμορφώνει ή να στηρίζει εθνικούς μύθους και ούτε να περιορίζεται στην αξιολόγηση των διάφορων ανταγωνιστικών ευλογοφανών στοιχείων και στην επιλογή του πιο πειστικού για την έρευνά του. Στην ιστορική έρευνα δεν πρέπει να έχουν θέση “αληθοφανή γεγονότα” ή “επιθυμητά αποτελέσματα”, ούτε εξωραϊσμός του παρελθόντος. Μόνο η συνολική χρήση των διαθέσιμων πηγών καθιστά την ιστορική μελέτη και την ιστορική αφήγηση έγκυρη..
  • Η συγγραφή ιστορίας δεν μπορεί με αληθοφάνεια να υποκαταστήσει την αλήθεια, για εξυπηρέτηση ή επίτευξη επιθυμητών σκοπών ή κοινωνικών αλλαγών στον σύγχρονο κόσμο. Τέτοιου είδους εξυπηρετήσεις κρύβουν ειδεχθείς σκοπούς.
  • Η αμεροληψία πρέπει να είναι το πρώτιστο μέλημα του ιστορικού. Η ιστορική αφήγηση πρέπει να στηρίζεται στα στοιχεία που διαθέτει –ει δυνατόν όλα– και από αυτά να προκύπτουν ή να συνάγονται τα όποια συμπεράσματα αβίαστα, χωρίς να παραβιάζουν την ανθρώπινη νοημοσύνη. Σε τέτοιες αφηγήσεις δεν χωρούν ούτε έχουν θέση οι προσωπικές απόψεις.
  • Η αντικειμενικότητα στην ιστορική αφήγηση μπορεί να γίνει εφικτή μόνο όταν ο ιστορικός λάβει υπ’ όψιν του την πραγματικότητα, και όταν η πραγματικότητα δεν αποτελεί νοητική κατασκευή. Οι ακαδημαϊκοί κύκλοι επιδεικνύουν άκρως απελπιστική αφέλεια και απειρία και κατασκευάζουν θεωρίες, ακόμα και όταν τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα τους διαψεύδουν. Γι’ αυτό οι συγκεκριμένοι κύκλοι ταμπουρώνονται πίσω από την υψηλή ιδιότητά τους και συνεχίζουν να… αξιοποιούν τα διαθέσιμα στοιχεία όχι άμεσα αλλά μέσω των ερμηνευτών των πηγών. Για να γίνουν πιστευτοί και πειστικοί μεγαλώνουν τους πίνακες βιβλιογραφίας και πολλαπλασιάζουν τις παραπομπές. Συγχέουν το επιστημονικό με το επιστημονικοφανές!
  • Υποτίθεται ότι οι ακαδημαϊκοί κύκλοι αμφισβητούν τα πάντα και προ πάντων τις συμβάσεις. Στην πράξη αναπαράγουν παλαιότερων σχολιαστών τις απόψεις και θεωρίες. Δεν μπορεί να υπάρξει αμφισβήτηση συμβατικών και καθιερωμένων ή παραδεκτών απόψεων με βάση τις καθιερωμένες μεθόδους έρευνας. Η ολιστική αντιμετώπιση απουσιάζει από τα ιστορικά έργα.
  • Στην ιστορική έρευνα πρέπει να γίνεται κατανοητό το τι είναι αλήθεια (γεγονός) και το τι είναι φαντασία (πλάσμα του νου). Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής κανενός το γεγονός ότι επί χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι «μετανάστευαν» –είτε ειρηνικά είτε από αφορμή πολεμικά γεγονότα– και ότι οι άνθρωποι του σύγχρονου κόσμου παρουσιάζουν «εμφάνιση» που είναι απότοκο «ενδογαμίας» πολλών αιώνων.
  • Στην ιστορική έρευνα σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξει και η Γλωσσολογία, συνήθως το γλωσσικό υλικό που ενυπάρχει σε παλαιά και νεότερα τοπωνύμια και στα επώνυμα κ.λπ. Παρόμοιο ρόλο μπορεί να παίξει και η Λαογραφία-Εθνογραφία, συνδράμοντας με στοιχεία παράδοσης και δρώμενων όλων των κύκλων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων (γάμος, θάνατος, κύκλος θρησκευτικών εθίμων και τελετών κ.ο.κ.).
  • Οι κατά καιρούς ακαδημαϊκές διαφωνίες για ιστορικά θέματα σχετίζονται συνήθως με «ερμηνείες» παρά με «γεγονότα». Οι αποδείξεις των εκατέροθεν ισχυρισμών θεωρούνται δευτερεύουσας σημασίας, γι’ αυτό και… επινοούνται εκ των υστέρων γεγονότα είτε στρεβλώνονται κατά την αφήγηση τα όντως γεγονότα. Αυτό είναι αρκετά προσφιλές για την όποια ισχυροποίηση γνώμης, άποψης, θέσης, θεωρίας, που με δογματικό τρόπο ανάγεται σε ιστορική αλήθεια, η οποία συνεχίζει να παραμένει αναπόδεικτη αλλά… επιβάλλεται ως δόγμα κι ας είναι μόνο ένας ισχυρισμός.
  • Οι αφηγητές των εθνικών ιστοριών γνωρίζουν άριστα τις μεθόδους και τις μεθοδεύσεις (που προανέφερα), γι’ αυτό φροντίζουν να επιβάλουν τη διάδοσή και την κυριαρχία των ιστοριών τους με ένταξη των απόψεών τους στη «διδακτέα ύλη» των κρατικών διδακτηρίων. Πολλοί πομφόλυγες απολαμβάνουν δόξες και μεγαλεία σε σχολικά και ακαδημαϊκά εγχειρίδια ή συγγράμματα.
  • Η μετατροπή φαντασιακών μύθων σε ιστορία αποτελεί μείζον ζήτημα της σύγχρονης ιστορικής έρευνας και των ιστορικών του 20ού και 21ου αιώνα. Αναφέρω τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα:
     α) Η πρώιμη κάθοδος των Σλάβων στην Ελλάδα. Αποτελεί θεωρητική κατασκευή και μόνο! Όλοι ονομάζουν και θεωρούν Σλάβους, αυτούς που οι ιστορικές πηγές αναφέρουν με τα ονόματα: Σκλάβοι, Σκλαβίνοι, Σκλαβηνοί, Σθλαβηνοί κ.ά., και τις ομάδες αυτών Ρηχίνοι, Σαγουδάτοι κ.λπ. Τους κατασκευαστές και τους οπαδούς αυτής της θεωρίας, κυρίαρχης στον ακαδημαϊκό και μη κόσμο, τους διαψεύδουν δύο διαπρεπείς ιστορικοί και λόγιοι: i) Ο Θεοφύλακτος Σιμοκάττης (6ος-7ος αι., άκμασε στα έτη 610-640), που γράφει: «Το δε Γετικόν, ταυτόν δ’ ειπείν αι των Σκλαβηνών αγέλαι, το περί την Θράκην ες το καρτερόν ελυμαίνετο». ii) Ο πατριάρχης Φώτιος (810 ή 820-893), που γράφει: «Οι δε Γέται ήτοι Σκλάβοι τα περί την Θράκην ελυμαίνοντο […] και αριστείαν τε Ρωμαίων κατά Σκλαβηνών ήτοι Γετών· Γέται γαρ το παλαιόν εκαλούντο». Τι απαντούν οι ψευδολόγοι σε αυτήν την αλήθεια; Το Χρονικόν του Νέστορος (1111/1113) γράφει ότι οι Σλάβοι έκαναν εμφάνιση στον Δούναβη το έτος 860! Πώς οι σύγχρονοι ιστορικοί τούς… θέλουν, τους Σλάβους, ήδη από τον 6ο αιώνα έως και στην Πελοπόννησο; Πρόκειται για μύθο και κατασκευή, πρόκειται για… ιστόρηση ανιστόρητων!
     β) Η ελληνική ή σλάβικη καταγωγή των σλαβαποστόλων Κύριλλου και Μεθόδιου και η καταγωγή τους από τη Θεσσαλονίκη. Αποτελεί θεωρητική κατασκευή και μόνο! Όλοι ονομάζουν και θεωρούν τους δύο αδελφούς Θεσσαλονικείς –κάποιοι τους θεωρούν Σλάβους και άλλοι Έλληνες– ενώ οι ιστορικές πηγές τους διαψεύδουν: i) Η Patrologiae Latinae, Tomus CXXIX γράφει: «Post hune interjecte atique tempore supervenit quidam Sclavus ab Histrie et Dalmatie partibus nomine Methodius qui adinvenit Sclavicas litteras et Sclavice celebravit divinum officium et vilescere fecit Latinum». ii) Ο ιερός Θεοφύλακτος ο Βουλγαρίας, (;-1107) με καταγωγή από την Εύβοια, είναι ο πρώτος συναξαριστής του Βίου του Αγίου Κλήμη και ο πρώτος που κάνει εκτενείς αναφορές στη ζωή των Κυρίλλου και Μεθόδιου, για τους οποίους δεν γράφει πουθενά για ελληνική καταγωγή ή για καταγωγή τους από τη Θεσσαλονίκη, δηλ. ότι η Θεσσαλονίκη ήταν ο γενέθλιος τόπος τους. Πουθενά!… Έτσι, με επινόηση και κατασκευή θεωρίας μεταλλάσσουν τον γενέθλιο τόπο τους και τους κάνουν από Selunene ([Τρανς]Συλβανοί) σε Solunane (σλαβιστί Θεσσαλονικείς)! Οι δύο αδελφοί ήταν Σκλαβηνοί της Τρανσυλβανίας, η οποία υπαγόταν στην τότε Μεγάλη Μοραβία.
     γ) Ο Γεώργιος Σκεντέρμπεης ήταν Αλβανός. Αποτελεί θεωρητική κατασκευή ότι ανήκε στο αλβανικό γένος! Οι οπαδοί αυτής της θεωρίας διαψεύδονται από τα πρωτογενή στοιχεία και τις πρώτες βιογραφίες, λίγο καιρό μετά τον θάνατό του, που τον αναφέρουν ως «Ηπειρώτη» ή ως «Μακεδόνα» και με μια κόρη ονόματι Βλάχα! Αλλά η μυθολογία συνεχίζει, και το παραμύθι καλά κρατεί.
  • Για τους Βλάχους, τι να ειπώ; Δεν γίνεται στα «ιστορικά βιβλία» καμιά μνεία, κι έτσι πώς να μάθουμε για τον Βλάχο βασιλιά των Σελτζούκων, για την Καρχηδόνα ή Βλαχία της Αφρικής που με ειδική Νεαρά έχει εκκλησία αυτόνομη από τα χρόνια του Ιουστινιανού, πώς να μάθουμε για την Ελλάδα που οι κάτοικοί της την ονόμαζαν Αρμανία, ή πώς να μάθουμε για τους Βλάχους που ονομάζονταν Ελλάδικοί και Σικυώνιοι! Όλα αυτά ανήκουν στα… ψιλά γράμματα, και απολαμβάνουν ή τυγχάνουν της άγνοιας των σύγχρονων ιστορικών.
  • Κάθε προσεχτικός αναγνώστης μπορεί να παρατηρήσει ότι η μεταμφιεσμένη σε ιστορία «μυθολογία» δεν μπορεί να αποτελεί ιστορικό έργο. Τα πλαστά γεγονότα (τα δήθεν γεγονότα) και οι φαντασιακές μυθολογίες δεν είναι ιστορία. Η διαστρέβλωση των πηγών δεν συνιστά ιστορία. Η προβολή ατεκμηρίωτων ισχυρισμών δεν αποτελεί ιστορία. Η κινηματογραφική
 βιομηχανία με ιστορικά σενάρια δεν γράφει ιστορία. Η λογοτεχνία με τα «ιστορικά
μυθιστορήματα» δεν υποκαθιστά την ιστορική επιστήμη. Η επική ποίηση δεν συνιστά ιστορική αφήγηση. Η ιστορία είναι γεγονότα και απόπειρα κατανόησής τους για αναζήτηση της αλήθειας που κρύβουν και που μας περιβάλει. Δεν είναι ιστορία η αφήγηση και η ερμηνεία έωλων και αίολων φαντασιακών κατασκευών.
  • Ο ιστορικός οφείλει να κινείται με απόλυτη ελευθερία στη «διαχείριση του ιστορικού υλικού», χωρίς να παραβλέπει τις Αριστοτελικές αρχές: μέτρο, μεσότητα, όριον, κατά την αφήγησή του. Ο ιστορικός είναι ιχνηλάτης του παρελθόντος και όχι οιωνοσκόπος του μέλλοντος. Η χρήση της ιστορίας για μελλοντικές προβλέψεις… γεγονότων, αποτελεί μεσσιανισμό. Η ιστορία γράφεται εκ των υστέρων και δεν… προβλέπεται… εκ των προτέρων. Το πέταγμα της πεταλούδας της Σαγκάης δεν γνωρίζει κανείς πότε και πώς και πού θα επιδράσει για εξελίξεις στο Πεκίνο, ή στην Ουάσιγκτον, ή στη Μόσχα, ή στο Παρίσι, ή στο Βερολίνο, ή… στα Κύθηρα!
  • Στα μαθήματα ιστορίας που γίνονται στα εκπαιδευτήρια των τριών βαθμίδων εκπαίδευσης, διαπιστώνει κανείς πολλάκις μια ασύνετη διδασκαλία πραγμάτων που κατ’ ουσίαν είναι ανοησίες, και γίνονται απλά για κάλυψη ωρών διδασκαλίας ή για δημιουργία θέσεων εργασίας ακαδημαϊκού επιπέδου.
  • Η ελεύθερη έκφραση άποψης από τον ιστορικό είναι επιβεβλημένη, φτάνει να μην αγνοεί ότι «ακαδημαϊκή ελευθερία» σημαίνει –πρώτιστα– γεγονοτική απόδειξη των ισχυρισμών, και όχι απλά έκφραση γνώμης ή θέσης, ή κατάθεση ερμηνείας, ή κατασκευή θεωρίας.
  • Δεν πρέπει να γίνεται ανεκτή η διδασκαλία αβάσιμων θεωριών στην ιστορία. Η ακαδημαϊκή ελευθερία μπορεί να αμφισβητεί και να ανατρέπει τα «κατεστημένα», αλλά μοχλός αυτών των δύο μπορεί και πρέπει να είναι η κατάθεση γεγονότων –τα χειροπιαστά τεκμήρια– και όχι οι εικασίες ή οι υποθέσεις που εδράζονται σε ευφάνταστους και εξωπραγματικούς μύθους ή σε συλλογισμούς προπαγανδιστικών κατασκευών.
  • Ακαδημαϊκή ελευθερία στην ιστορική έρευνα δεν σημαίνει «θολώνω τα νερά», αλλά αποκαλύπτω ό,τι έως τώρα ήταν αποκρυμμένο μέσα στα θολά νερά και στο πούσι του ιστορικού χρόνου. Υπ’ αυτή την έννοια η ιστορία είναι και ολίγον τι… αρχαιολογία!
  • Στους ανθρώπους του παρελθόντος οφείλουμε να καταγράψουμε την ιστορία τους με όσο πιο μεγάλη ακρίβεια μπορούμε. Οφείλουμε στον εαυτό μας να φτάσουμε όσο μπορούμε πιο κοντά στην αλήθεια, όποια και αν αποδειχτεί αυτή η αλήθεια. Να μην επιτρέψουμε στον εαυτό μας ή σε οποιονδήποτε άλλο να χρησιμοποιήσει την ιστορία ή να την ξαναγράψει όπως αυτός θεωρεί ότι είναι σωστό – μη λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα πραγματικά γεγονότα.
  • Πάντοτε θα υπάρχουν νέα στοιχεία στην επιστήμη, με τα οποία θα μπορούμε να επανεξετάσουμε τις υφιστάμενες ή παραδεχτές θεωρίες. Υπ’ αυτή την έννοια οι «ερασιτέχνες ιστορικοί» πάντοτε συνδράμουν με τις έρευνές τους στην ιστορική επιστήμη, παρ’ όλο που οι «ακαδημαϊκοί ιστορικοί» τους κοιτάζουν με «μισό μάτι». Βέβαια, οι… ιστορικοί πολλάκις γίνονται επαγγελματίες και έμποροι του «ιστορικού ψεύδους» και παγιώνουν τις φαντασιώσεις τους στο «κοινωνικό σώμα», μέσω των συστηματικών διδασκαλιών των θεωριών τους σαν την απόλυτη ιστορική αλήθεια!
  • Βάσιμες ιστορικές υποθέσεις μπορεί να διατυπώσει μόνο όποιος βασίζεται σε γεγονότα –σε αδιαμφισβήτητα γεγονότα, μαρτυρημένα από περισσότερες πηγές–, διότι οι συλλογισμοί του και τα συμπεράσματά του εδράζονται σε δεδομένα, σε γεγονότα και μόνο, η δε συγγραφή του αποσκοπεί στην κατανόηση της αλήθειας αυτών των γεγονότων.
  • Η ιστορική αφήγηση που στηρίζεται σε πιθανολογία ή στην απόδειξη του επιθυμητού, μοιάζει περισσότερο με μύθο και, σαφώς, δεν αποτελεί ιστορία. Η ιστορική αφήγηση δεν μπορεί να αποτελεί επινόηση ή κατασκευή για να ικανοποιεί, όσο ενδιαφέρουσα ή επαναστατική κι αν είναι. Η ιστορία δεν γράφεται για να καλύψει σύγχρονες ή μελλοντικές κοινωνικές ανάγκες. Η ιστορία είναι για να αποκαλύψει το παρελθόν ως είχε, και να το αναλύσει με βάση τα τότε δεδομένα. Πάσα εκτροπή από αυτόν τον κανόνα μετατρέπει την ιστορία από επιστήμη σε οδαλίσκη προπαγάνδας.
  • Με αυτούς τους συλλογισμούς και έχοντας κατά νου ως φωτεινούς σηματοδότες τον ιστορικό και φιλόλογο Ζαν Φρανσουά Σαμπολιόν (1790-1832) που αποκρυπτογράφησε το 1824 την ιερογλυφική αιγυπτιακή γραφή, και τον αρχιτέκτονα Μάικλ Βέντρις (1922-1956) που αποκρυπτογράφησε το 1952 τη Γραμμική Β, έχω πέσει –επί σειρά ετών– στα βαθιά νερά αποκρυπτογράφησης και λύσης του «Βλάχικου προβλήματος», με την ελπίδα ότι θα τα καταφέρω, και ότι θα βρω και θα αποκαλύψω την ορθή λύση…
     Υπ’ αυτήν την έννοια πληροφορώ τον αναγνώστη, σχετικά με την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη τα εξής ενδιαφέροντα, και εν πολλοίς άγνωστα:
     Πρώτον: Είναι γνωστό ότι ως πιο παλαιοί Αθηναίοι θεωρούνται οι λεγόμενοι Γκάγκαροι. Έχουν γραφτεί για το θέμα αυτό πλήθος ανοησιών. Οι πηγές αναφέρουν: «Κάγγαρ ονομάζονται οι Πατζινακίται. […] ως ανδρειότεροι και ευγενέστεροι των λοιπών· τούτο δηλοί η του Κάγγαρ προσηγορία» (Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος). «Κάγγαροι, λαός που κατοικούσε σε εδάφη της νυν Ρουμουνίας» (Δημήτριος ή Δανιήλ Φιλιππίδης). «Γαγγάριος· ο ελληνικός λαός αποκαλεί έτι πλάνητα ή νομάδα γάγγαριν, και γαγγαραίον, ως τους σκηνίτας Βλάχους και Ατζιγγάνους. Προς την αυτήν λατινικήν λέξιν σχετίζεται και ο Γκόγγας = Βλάχος των Ηπειρωτών, πιθανώς δε και αυτός ο Γκέκας Αλβανός· εις τοιαύτην δε φυγοστρατείαν οφείλουσι και οι ιθαγενείς Αθηναίοι το επώνυμον Γαγγαραίοι, όπερ τοις προσάπτουσιν οι εν Αττική Αλβανοί.» (Κ. Ν. Σάθας). Οπότε, οι… πορφυρογέννητοι ιθαγενείς Αθηναίοι, τώρα μπορούν να το γνωρίζουν το πώς και το γιατί υπήρξαν Βλάχοι!
     Δεύτερον: Είναι γνωστό ότι ως παλαιοί Θεσσαλονικείς θεωρούνται οι λεγόμενοι Μπαγιάτηδες ή Μπαγιάσηδες. Έχουν γραφτεί για το θέμα αυτό πλήθος ανοησιών. Αγνοούν ότι στον Γαλλικό ποταμό, Βλάχοι χρυσοθήρες, οι οποίοι βλαχιστί ονομάζονται Μπαγιάτσι (γραικοποιημένο Μπαγιάτης ή Μπαγιάσης ή Βαγιάτης), έβγαζαν με δέρματα προβάτων (προβιές ή δέρατα) χρυσάφι από τα νερά του ποταμού! Από εδώ και ο μύθος για το «χρυσόμαλο δέρας». Η πηγή αναφέρει: «Οι Βλάχοι Αουράριοι [χρυσοθήρες] ονομάζονται Μπαγιάσηδες ή Μπαγιάτηδες» (Διονύσι-ος Φωτεινός). Οπότε, οι… πορφυρογέννητοι ιθαγενείς Θεσσαλονικείς, τώρα μπορούν να το γνωρίζουν το πώς και το γιατί υπήρξαν Βλάχοι!
  • Για την προσέγγιση της ιστορικής αλήθειας από τους Βακαλόπουλους (Απόστολο και Κωνσταντίνο) δόθηκαν σαφή δείγματα γραφής, και το τεράστιο έργο τους, μπορεί σήμερα να λειτουργήσει ως ορατή φωτεινή σημαδούρα μέσα στον ωκεανό της –επί χρόνια τώρα– επιβεβλημένης «σύγχρονης ιστοριογραφίας» η οποία εκλαμβάνει ως… ιστορία, το μέγα πλήθος ιστορικών γραφών που εξυπηρετούν σκοπιμότητες και όχι την αναζήτηση της πραγματικής αλήθειας για το παρελθόν.
Δρ Γιώργης Έξαρχος συγγραφέας-ερευνητής, τ. καθ. Διεθνούς Πανεπ/μίου Ελλάδος

   

Ο τόμος: Ενδιάμεσοι κόσμοι – Αφιέρωμα στον Καθηγητή Κωνσταντίνο Βακαλόπουλο, Εκδόσεις Κ. & Μ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2023, τόμος γέρας στον καθηγητή του ΑΠΘ Κων/νο Βακαλόπουλο, γιο του αείμνηστου Απόστολου Βακαλόπουλου (καθηγητή του ΑΠΘ), παρουσιάζεται από τους επιμελητές της έκδοσης (Ιφιγένεια Βαμβακίδου και Κωστή Τσιούμη), ως εξής (αποσπάσματα) στον Πρόλογο:

  • «Ο καθηγητής Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος έχει ένα πολυσχιδές, πλούσιο και ενδιαφέρον έργο που συγκροτείται τόσο από αυτοτελείς μελέτες, επιστημονικά άρθρα και διαλέξεις ευρύτερου ενδιαφέροντος. Το έργο αυτό υποστήριξε διαχρονικά στην πανεπιστημιακή διδασκαλία που υπερέβη τα 32 χρόνια, στις πολιτικές του παρεμβάσεις σε ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος και εξωτερικής πολιτικής γενικότερα, αλλά και στην κοινωνική και πολιτιστική προσφορά του μέσα από σωρεία διαλέξεων στη βόρεια Ελλάδα, στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο, αλλά και στην Ευρώπη. Τα ερεθίσματα από αυτήν τη σαρανταπεντάχρονη εργασία τον οδήγησαν σε νέες θεματικές, αλλά και στον εμπλουτισμό της έρευνας και της βιβλιογραφίας μέσα από τις διατριβές που επόπτευσε για ζητήματα διαφόρων εθνοτικών ομάδων στον ελληνικό χώρο και για ζητήματα του εξωελλαδικού Ελληνισμού. Αρκετοί/ές από τις φοιτήτριες και τους φοιτητές είναι ήδη καθηγήτριες/ητές σε διάφορα Πανεπιστημιακά Τμήματα. […] Η δράση του Καθηγητή στην εφαρμοσμένη, δημόσια ιστορία με πλήθος διαλέξεων και συνεντεύξεων για το μακεδονικό ζήτημα, σε εθνικό και πολιτικό πεδίο ολοκληρώνει το ιστορικό έργο και την μεγάλη επίδραση που είχε και έχει σε αποκλεισμένες εθνοτικές ομάδες και πληθυσμούς, γεγονός που εντοπίζεται στο πλήθος των διδακτόρων/ισσών που συνεχίζουν το έργο του. Το έργο του Κωσταντίνου Βακαλόπουλου συναντιέται χρονολογικά και επιστημολογικά με τη νεωτερικότητα του 20ού αιώνα, όπου εντοπίζουμε την άρνηση ή μάλλον την απώλεια τη πίστης στην ιδέα της προόδου. […]»
Τα Περιεχόμενα του τόμου:
  • ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΑΠ. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟ, ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ, ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ – ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. ΜΕΛΕΤΕΣ, Θωμάς Αλεξιάδης: ΟΙ ΚΕΜΑΛΙΚΟΙ ΔΙΩΓΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΠΑΦΡΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΕΤΩΝ 1921-1922, Νίκος Αυγελής
    Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, Αναστασία Α. Βακαλούδη: ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΩΝ «ΠΑΡΑΠΟΙΗΜΕΝΩΝ/ ΨΕΥΔΩΝ ΕΙΔΗΣΕΩΝ» ή «fake news», Πασχάλης Βαλσαμίδης: ΜΝΗΜΕΙΑ ΘΡΑΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, Ιφιγένεια Βαμβακίδου: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ. ΟΙ ΤΟΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ, Μ. Γ. Βαρβούνης: Η ΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ, ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΨΕΙΣ, Νικόλας Βογιατζής: ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΑΣΟΥ, Κλεονίκη Δρούγκα: ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΑΠ. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟ, Γιώργης Έξαρχος: ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ;Αθανάσιος Ε. Καραθανάσης: ΜΑΡΤΙΟΣ 1922: στην Σμύρνη, Χρήστος Π. Μπαλόγλου: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΒΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΩΡΙΩΝ: ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΔΡΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (1943), Θεόδωρος Α. Νημάς: Η ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ 1454/55 ΣΤΑ ΒΛΑΧΟΧΩΡΙΑ (19 ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ) ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΑΣΠΡΟΠΟΤΑΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, Μιχάλης Πατέλης: Κ. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΡΑΚΗΣ (19ος ΑΙ.), Στάθης Πελαγίδης: Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΣΤΟΡΪΑΣ (11 Νοεμβρίου 1912) ΜΕ ΤΟΝ ΦΑΚΟ ΤΟΥ ΑΘΗΝΑΪΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ, Αλέξιος Γ.Κ. Σαββίδης: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ JOSEPH VON HAMMER-PURGSTALL ΚΑΙ Η ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΩΣ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ, Κωστής Α. Τσιούμης:
    ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΣΛΑΒΟΦΩΝΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ 1949-1974, Γεώργιος Τσάτσος, Αλέξανδρος Γαρύφαλλος, Σάββας Δεμερτζής: Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΣΤΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ ΑΤΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821 ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΠΕΤΡΩΦ (1887) ΠΕΤΡΩΦ (1887).

Πρόκειται για πλούσια θεματολογία, με ενδιαφέρουσες ανακοινώσεις και θέσεις των συντακτών, ως ελάχιστο δείγμα τιμής σε έναν ακαδημαϊκό δάσκαλο του ΑΠΘ.

Ως δείγμα τιμής και στον σπουδαίο ιστορικό μας Απόστολο Βακαλόπουλο, από την Μακρυνίτσα της Μαγνησίας, με σύζυγο από το βλαχοχώρι Συρράκο της Ηπείρου, συγγένισσα του ποιητή Κώστα Κρυστάλλη, γεννημένη στο Παλαιό Κισερλί Λάρισας . Μπουγιούκ Κισερλί (νυν Συκούριο Δήμου Τεμπών, ν. Λάρισας), το ακολουθούν σύντομο πορτραίτο του, για τους φίλους της ΦΑΡΕΤΡΑΣ: 

Απόστολος Βακαλόπουλος (1909-2000): Γεννήθηκε το 1909 στην Μακρυνίτσα Μαγνησίας, δίπλα στον Βόλο, αλλά ο πατέρας του μετά τους δύο Βαλκανικούς πολέμους εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη, το 1914. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ, και ως φοιτητής συμμετείχε στις ανασκαφές στην τοποθεσία Μικρό Έμβολο του Κων/νου Ρωμαίου, όντας βοηθός του. Ειδικεύτηκε στη βυζαντινή και νεοελληνική ιστορία στη Γερμανία. Εργάσθηκε ως καθηγητής στη Μέση εκπαίδευση και σταδιοδρόμησε στο ΑΠΘ, αναγορευθείς αρχικά Διδάκτωρ σε αυτό (1939), με θέμα διατριβής: Πρόσφυγες και προσφυγικόν ζήτημα κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν του 1821, έργο που βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών. Κατόπιν ως άμισθος Υφηγητής της Ιστορίας της Νεωτέρας Ελλάδος στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ (1943), έκτακτος καθηγητής από το 1951 και τακτικός από το 1956 μέχρι την συνταξιοδότησή του το 1974. Διετέλεσε μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και πολλών άλλων επιστημονικών σωματείων, εκπροσώπησε την Ελλάδα σε πολλά διεθνή επιστημονικά συνέδρια. Έτυχε πολλών τιμητικών διακρίσεων εν Ελλάδι και στην αλλοδαπή. – Ορισμένα από τα έργα του:

  • Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833(1969)
  • Οι ομιλίες του Μητροπολίτη Ισιδώρου, «Μακεδονικά» 4, 1960
  • Ιστορία του Nέου Ελληνισμού, 1204-1831 (8 τόμοι), 1961
  • Πρόσφυγες και προσφυγικόν ζήτημα κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν του 1821, 1939
  • Αιχμάλωτοι Ελλήνων κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν του 1821, 1941
  • Τα ελληνικά στρατεύματα του 1821: οργάνωση, ηγεσία, τακτική,ψυχολογία, 1948
  • Περί των προσφυγικών εγκαταστάσεων εν τη περιοχή της Θεσσαλονίκης
  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ΄ (συμμετοχές σε εποπτική επιτροπή, συγγραφική ομάδα), Εκδοτική Αθηνών, 1975
  • Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316 π.Χ.-1983, 1983
  • Επίλεκτες βασικές ιστορικές πηγές της Ελληνικής Επανάστασης, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1990
  • Καίρια θέματα στην ιστορία μας, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη
  • Νέα Ελληνική Ιστορία, 1204 – 1985, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1991
  • Ο χαρακτήρας των Ελλήνων. Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα, εκδόσεις Σταμούλης Αντ., Αθήνα, 2003

banner-article

Ροη ειδήσεων