“Iδών δε τους όχλους εσπλαχνίσθη περί αυτών, ότι ήσαν εκλελυμένοι και ερριμένοι ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα” (Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον,Θ,36).
Έστω ότι προσπερνάς τις αμφισβητήσεις περί της Ιστορικότητας του Χριστού, έστω ότι αρνείσαι να δεχτείς τον τρόπο σύλληψης και Γέννησής του, έστω ότι παραβλέπεις τις διχογνωμίες για την Φύση του (άνθρωπος ή Θεός), όπως αυτές εκφράστηκαν από τον Μονοφυσιτισμό και τον Νεστοριανισμό, έστω ότι αδιαφορείς για τον σκεπτικισμό που εκφράζεται από κάποιους για την Ανάστασή του, έστω…
Όσα “έστω” και αν επιστρατεύσει κάποιος είναι πολύ δύσκολο-ιδιαίτερα τις ημέρες της Μ. Εβδομάδας- να μην σταθεί σε εκείνες τις περικοπές των ευαγγελιστών που με περισσή λιτότητα αλλά και σαφήνεια περιγράφουν την ανθρώπινη πλευρά του Χριστού στην πορεία του προς το “Εκούσιον Πάθος”. Μπροστά σε αυτές τις ανθρώπινες στιγμές του Ιησού όλοι μας “συμπάσχουμε” ανεξάρτητα από τη θέση μας απέναντι στην ιστορικότητα και τη θεία καταγωγή του.
Ίσως-ίσως κάποιοι να διάκεινται και ευνοϊκά απέναντι στο Θείον Πάθος στο βαθμό που υπερτονίζουν την ανθρώπινη διάσταση-φύση του Χριστού και τον αντιμετωπίζουν ως έναν κοινωνικό επαναστάτη που εναντιώνεται στην κοσμική εξουσία.
Κατά έναν μυστήριο και ανερμήνευτο λόγο περισσότερο με συγκλόνισαν και με έπεισαν οι ανθρώπινες στιγμές του Θείου Πάθους και λιγότερο η διδασκαλία του και οι μεγάλες και αιώνιες Αλήθειες του.
Στο ερμηνευτικό αυτό πλαίσιο θα προσπαθήσουμε να παρακολουθήσουμε τις ανθρώπινες αδυναμίες και ευαισθησίες του Χριστού και να ανιχνεύσουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που αισθητοποιούν το εσωτερικό του δράμα λίγο πριν τον προδιαγεγραμμένο Σταυρικό του Θάνατο.
Αυτές οι ανθρώπινες στιγμές και αδυναμίες του Χριστού δεν αποδομούν την πίστη μας προς αυτόν. Αντίθετα την ενισχύουν και επωάζουν τον θαυμασμό μας για την καρτερικότητα και την εθελούσια θυσία του. Μία θυσία που δεν υπέκρυπτε καμία προσωπική φιλοδοξία ή υστεροβουλία.
“Περίλυπος εστίν η ψυχή μου έως θανάτου” (Ματθαίος, 26,38).
Οποία θλίψη, λύπη, αγωνία, παράπονο και απογοήτευση κρύβουν αυτά τα λόγια του Χριστού το τελευταίο βράδυ πριν την προδοσία και την σύλληψή του στο όρος των Ελαιών. Πόση μοναξιά και ψυχικό πόνο μπορούν να κρύβουν τα παραπάνω καθαρά ανθρώπινα συναισθήματα που είναι ενσωματωμένα στο «Περίλυπος»!
Τι μπορεί, όμως, να είναι αυτό που τόσο απογοητεύει και λυπεί τον Χριστό; Πολλά θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει για το «Περίλυπος».
Ο λαός-Όχλος επέδειξε μία ασυγχώρητη αδιαφορία και στάση απέναντι σε όσα τον δίδαξε (αιώνιες και υψηλές αλήθειες) και σε όσα πολλαπλώς τον ωφέλησε με την ανιδιοτελή διακονία του στον πάσχοντα άνθρωπο (θεραπεία τυφλών, λεπρών, παράλυτων…). Και αντί αυτών τι εισέπραξε;
Την αχαριστία του Όχλου (Ιουδαίων) αλλά και τις προσβολές, τις ειρωνείες, τον εξευτελισμό, τις ύβρεις και την σαρκική οδύνη από την κοσμική εξουσία που αναζητούσε συνεχώς αιτία και αφορμή για να τον διαβάλει και να τον συλλάβει. Ο Χριστός έζησε τον θρίαμβο και την δόξα του «Ωσαννά» που σε λίγο χρόνο μετατράπηκε στο καταδικαστικό «Σταυρωθήτω».
Πόσο εύκολα μπορεί ένας λαός-Όχλος να αλλάξει συναισθήματα απέναντι σε ένα άτομο που τον υπηρέτησε; Πόσο εύκολα μπορούν οι καθοδηγητές της κοινής γνώμης (Εξουσία) να διαχειριστούν επ΄ ωφελεία τους τα συναισθήματα του Όχλου και να τον οδηγήσουν ενάντια σε εκείνο το άτομο (Ιησού) που μόνο υπηρεσίες προσέφερε στον φτωχό και πονεμένο άνθρωπο;
Αλλά το «Περίλυπος» του Ιησού εμπεριέχει και την πικρία του προς τους μαθητές του. Κι αυτό γιατί ούτε κι αυτοί μπόρεσαν να τον καταλάβουν και πολλές φορές τον απαρνήθηκαν ή να τον άφησαν μόνο του. Ο Χριστός μιλούσε για ταπείνωση και για την βασιλεία των Ουρανών κι αυτοί ονειρεύονταν ή αποσκοπούσαν στην εγκόσμια εξουσία. Περισσότερο τον έβλεπαν ως εκδικητή (ενάντια στην ρωμαϊκή εξουσία και στους ντόπιους εντολοδόχους της) και λιγότερο ως θεραπευτή ψυχών.
Ο Ιούδας τον πρόδωσε, ο Πέτρος τον αρνήθηκε πολύ εύκολα τρεις φορές μπροστά σε μία παιδίσκη «Ουκ οίδα τον άνθρωπον» και οι υπόλοιποι χάθηκαν ή κρύφτηκαν μόλις ο Ιησούς οδηγήθηκε στο δικαστήριο και στον σταυρικό θάνατο. Η απέραντη μοναξιά του Χριστού…
“Μείνετε ώδε και γρηγορείτε μετ΄ εμού”
Στην παραπάνω παράκληση – προτροπή του Ιησού προς τους μαθητές του αυτοί αδιαφόρησαν και κοιμήθηκαν. Ο Χριστός είχε ανάγκη την ενεργητική παρουσία-συμπαράσταση και φροντίδα των μαθητών του τις τελευταίες μέρες και ώρες της επίγειας ζωής του, αλλά αυτοί δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν σε αυτήν την ανθρώπινη παράκληση.
Μπροστά σε αυτήν την αδυναμία και αδιαφορία των μαθητών του ο Χριστός απάντησε με μία φράση που συμπύκνωνε τόσο το παράπονό του και την απογοήτευσή του όσο και την οργή του. Μία απάντηση ανθρώπινη και δηλωτική της απέραντης μοναξιάς του ή και εγκατάλειψής του από όλους.
“Ούτως ουκ ισχύσατε μίαν ώραν γρηγορήσαι μετ΄ εμού;”
Εν τω μεταξύ ο Χριστός σε μια άλλη ανθρώπινη στιγμή και συναισθανόμενος τον σαρκικό πόνο που θα υποστεί με την Σταύρωσή του παρακαλεί τον Θεό-Πατέρα του να τον απαλλάξει από αυτό το μαρτύριο του Σταυρικού Θανάτου.
“Πάτερ μου, ει δυνατόν έστι, παρελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο”.
Η παραπάνω παράκληση εμπεριέχει σε απόλυτο βαθμό την ανθρώπινη στιγμή του Χριστού και αισθητοποιεί περίτρανα την ανθρώπινη φύση του. Τρείς φορές ο Χριστός, με το πρόσωπο στο χώμα κατά τη διάρκεια της προσευχής του, ικετεύει τον Πατέρα – Θεό του να τον απαλλάξει από το επερχόμενο φρικτό σωματικό μαρτύριο. Αλλά και τις τρεις φορές, όμως, υποτάσσει το δικό του ανθρώπινο θέλημα στο Θέλημα του Πατρός- Θεού του.
“Πλην ουχ ως εγώ θέλω, αλλ΄ ως συ…γεννηθήτω το θέλημά σου”.
Ωστόσο η κορυφαία ανθρώπινη στιγμή του Ιησού είναι αυτή που πάνω στον Σταυρό. Νώθει απελπιστικά μόνος και εγκαταλελειμμένος ακόμη κι από τον ίδιο τον Πατέρα-Θεό του. Όλοι διαβάσαμε, ακούσαμε ή και προφέραμε (έστω και με διαφορετικό νόημα) την σπαρακτική φράση που συμπυκνώνει με έναν τραγικά ανθρώπινο τρόπο τον ψυχικό σπαραγμό του Υιού του Θεού, του Υιού των ανθρώπων.
“Ηλί, Ηλί, λαμά σαβαχθανί;”
Ο σπαραγμός αυτός της εγκατάλειψης «Θεέ μου, Θεέ μου γιατί με εγκατέλειψες;» αισθητοποιεί την ανθρώπινη εμπειρία του πάσχοντα Χριστού, που νιώθει ή και συνειδητοποιεί τον αποχωρισμό του από τον Θεό.
Μπορεί ο Χριστός να γνώριζε εκ των προτέρων το φρικτό τέλος του (όπως εξάλλου πολλές φορές το προείπε), αλλά άλλο να το προλέγεις γιατί έτσι «Γέγραπται» κι άλλο να το βιώνεις ως εμπειρία.
Τις τραγικά ανθρώπινες στιγμές του Χριστού πάνω στον σταυρό συμπληρώνουν δύο ακόμη λέξεις ή φράσεις που καταυγάζουν κι αυτές τον ανθρώπινο πόνο αλλά και την ανθρώπινη φύση του Χριστού.
“Διψώ” (Ιωάννης, 19,28) // “Τετέλεσται” (Ιωάννης, 19,30).
Με τις τελευταίες αυτές λέξεις ο Χριστός δεν αποτυπώνει μόνον το τέλος των Παθών του, αλλά και την αρχή της σωτηρίας των ανθρώπων για τους οποίους θυσιάστηκε «Ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου».
Θα ήταν παράλειψη, όμως, να μην καταγραφεί ως κορυφαία ανθρώπινη στιγμή, έστω και σε άλλο επίπεδο, και η φράση του Χριστού που πάνω στον Σταυρό χλευαζόμενος και υβριζόμενος είχε το κουράγιο και την ανθρώπινη γενναιότητα να συγχωρήσει τους διώκτες-βασανιστές του.
Είναι αυτή η φράση-πράξη που χρησιμοποιείται ως κανόνας στις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους και εμπεριέχει σε όλο της το μεγαλείο την κλίμακα των ανθρώπινων αρετών και κοινωνικών αξιών.
“Ο δε Ιησούς έλεγε: Πάτερ, άφες αυτοίς. Ου γαρ οίδασι τι ποιούσι” (Λουκάς, 23,34).
Χρειάζεται, αλήθεια, μεγάλο απόθεμα ανθρωπιάς και κατανόησης-οίκτου-ελέους για να συγχωρείς τους βασανιστές σου, αναγνωρίζοντας την άγνοιά τους.
Σε αυτό το επίπεδο συγχώρεσης αλλά και κατανόησης του βαθύτερου περιεχομένου της έννοιας του Δικαίου μόνον ο Σωκράτης μπόρεσε να φθάσει διαλαλώντας το εμβληματικό (γι αυτό και ονομάστηκε-χαρακτηρίστηκε ως ο πρώτος προ Χριστού Χριστιανός):
“Ει αναγκαίον είη αδικείν ή αδικείσθαι μάλλον ή αδικείν”
Κι αυτό γιατί η παραπάνω θέση του Σωκράτη συμπλέει διαχρονικά με την δική του άποψη «Ουδείς εκών κακός» και την άποψη του Χριστού «…ου γαρ οίδασι τι ποιούσι»
Σημείωση
Άξια μνείας, ωστόσο, είναι και η ανθρώπινη εικόνα του Χριστού, όπως αυτή παραδίδεται μέσα από την περιγραφή του «Ευαγγελίου του Ιούδα». Πιο συγκεκριμένα και σε αντίθεση με τα άλλα τέσσερα γνωστά Ευαγγέλια στο «Ευαγγέλιον του Ιούδα» δίνεται και η χαρούμενη εκδοχή του Ιησού, αφού τον παρουσιάζει να γελά, κάτι ασυνήθιστο από τα άλλα Ευαγγέλια.
“Οι μαθητές είπαν σ΄ αυτόν, « Κύριε. Γιατί γελάς με την προσευχή μας της ευχαριστίας; Έχουμε κάνει ό,τι είναι σωστό”.
“Απάντησε και είπε σ΄αυτούς, «Δεν γελώ με εσάς. Εσείς δεν κάνετε αυτό εξαιτίας του θελήματός σας, αλλά επειδή είναι αυτό διαμέσου του οποίου ο Θεός σας θα δοξαστεί”.
Εν τω μεταξύ όλα τα παραπάνω περιλαμβάνονται στο «Ευαγγέλιο του Ιούδα» στο οποίο ο «Προδότης» Ιούδας φέρεται να λέει στον Ιησού: “Ο Ιούδας είπε σ΄ αυτόν. «Γνωρίζω ποιος είσαι και από που έρχεσαι. Κατάγεσαι από τον αθάνατο κόσμο του Μπάρμπελο. Και είμαι ανάξιος να προφέρω το όνομα του ενός που σε έχει στείλει” (Στα Σηθιανά κείμενα, ο Μπάρμπελο είναι η Θεία Μητέρα όλων, η οποία συχνά λέγεται ότι είναι η Πρόνοια του Πατρός, του Άπειρου Ενός).
Η απάντηση του Ιησού προς τον Ιούδα συμπληρώνει την προσωπογραφία και την αποστολή του (Ιούδα):
“Αλλά εσύ θα τους υπερβείς όλους αυτούς. Γιατί εσύ θα θυσιάσεις τον άνθρωπο που με ενδύει”.
……………………..