Άρθρα Βιβλίο Πολιτισμός

Γιώργης Έξαρχος – Βιβλιοφιλικά ταξίδια: «Το Χρονικόν του Νέστορος, του Ηρόδοτου της σλαβικής ιστοριογραφίας»

Νέστωρ (1056-1114): Ο Ηρόδοτος της σλαβικής ιστοριογραφίας.

ΓΙΩΡΓΗΣ Σ. ΕΞΑΡΧΟΣ – ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΙΚΑ ΤΑΞΙΔΙΑ

«Το Χρονικόν του Νέστορος»

  • Όσες φορές σκέφτομαι και αναλογίζομαι το πώς και το γιατί αναπαράγονται «ιστορικά στερεότυπα», αναπόδεικτα από τις πρωτογενείς και αυθεντικές πηγές, συνήθως καταλήγω στο ότι αυτό είναι απόρροια της «συστηματικής οκνηρίας» του λεγόμενου κόσμου των ακαδημαϊκών δασκάλων και προφεσόρων, οι οποίοι αναπαράγουν από θεωρούμενα κλασικά έργα τις «παραπομπές και τις πηγές», τις οποίες πηγές ωστόσο ουδέποτε έχουν δει στα μάτια τους! Έτσι, λ.χ., στις κυκλοφορούσες ιστορικές μελέτες και πραγματείες διαβάζει κανείς για αναφορές του Προκόπιοιυ στους … Σλάβους (!), λέξη την οποία δεν γράφει ούτε αναφέρει πουθενά ο μέγας ιστορικός των χρόνων του Ιουστινιανού, ο οποίος γράφει μόνον για Σκλάβους και Σκλαβήνους, που οι σύγχρονοι… βαπτίζουν σε «Σλάβους»! Κι ας είναι σαφείς και ξεκάθαροι στο θέμα αυτό μέγιστοι ιστορικοί «βυζαντινοί» συγγραφείς και χρονογράφοι, όπως π.χ. ο Σιμοκάττης(580-630) και ο Φώτιος (810-897), ότι οι Σκλάβοι ή Σκλαβήνοι/Σκλαβηνοί ήταν Γέτες και ομόγλωσσοι των Δακών, και οι οποίοι Γέτες ήταν Έλληνες κατά τον Οβίδιο (43 π.Χ. – 17 μ.χ,), τον Σκύμνο (185 π.Χ.- ;!) μα και άλλους αρχαίους συγγραφείς. Αντιγράφω μόνον από τον Σιμοκάττη, για να αποδείξω και επιβεβαιώσω του λόγου μου το αληθές: «το δε Γετικόν, ταυτόν δ’ ειπείν αι των Σκλαβηνών αγέλαι, το περί την Θράκην ες το καρτερόν ελυμαίνετο.» (Theophylacti Simocattae, Istoriarum, Libri Octo, Recognovit ImmanuelBekkerus, Bonnae 1834 –III, p. 119).
  • To 679 μ.Χ. έχουν κάνει την εμφάνισή τους κοντά στον Δούναβη, οι Βούλγαροι υπό τον ηγεμόνα τους Ασπαρούχ, και –γράφει ο Νέστωρ– ότι «Πολλά χρόνια αργότερα οι Σλάβοι εγκαταστάθηκαν στον Δούναβη, όπου είναι τώρα η χώρα των Ούγγρων και των Βουλγάρων.» Οπότε, βάσει ποίων γραπτών πηγών ή άλλων μαρτυριών κυριάρχησε ο μύθος της «πρώιμης καθόδου των Σλάβων στις τότε λεγόμενες ελληνικές χώρες»; Στερεότυπο αναπόδεικτο που αναπαράγεται στις αίθουσες των ΑΕΙ! Παρόμοια στερεότυπα καταρρίπτονται από το Χρόνικόν του Νέστορος, σχετικά και με τους –και σήμερα– λεγόμενους «Βλάχους» (έξω από τα κατεργάρικα και αντεπιστημονικά, με β μικρό ή Β κεφαλαίο, βλάχοι/Βλάχοι, ή τα ανόητα «άλλο βλαχόφωνοι και άλλο Βλάχοι», ότι δήθεν είναι κάτι εντελώς ξεχωριστό και διαφορετικό!), για τους οποίους η σύγχυση επιτείνεται από τους ισχυρισμούς των αδαών και των επαγγελματιών της «βλαχολογίας»! Και σε αυτό το κεφάλαιο η συμβολή του Νέστορος είναι μέγιστη, για όσους τον μελετήσουν.
•Κυκλοφόρησε –πριν λίγες μέρες– ο τόμος «Γιώργης Έξαρχος (Προλεγόμενα, μετάφραση, επιμέλεια, σχόλια, διορθώσεις), Το Χρονικόν του Νέστορος = Το Βυζάντιο. Η Ρωσία και οι γειτονικοί λαοί (άγνωστες ιστορικές διαδρομές) –
  • Κυκλοφόρησε –πριν λίγες μέρες– ο τόμος «Γιώργης Έξαρχος (Προλεγόμενα, μετάφραση, επιμέλεια, σχόλια, διορθώσεις), Το Χρονικόν του Νέστορος = Το Βυζάντιο. Η Ρωσία και οι γειτονικοί λαοί (άγνωστες ιστορικές διαδρομές) – Πρώτη έκδοση του έργου στη Νεοελληνική, Εκδόσεις Κ & Μ Σταμούλη, Θεσσαλονίκη, 2024» (σχήμα 17 Χ 24, σελ. 516), έργο που έλειπε από την ελληνική ιστορική βιβλιογραφία, χρήσιμο στην κατανόηση του παρελθόντος των λαών της ΝΑ Ευρώπης και της ευρύτερης ζώνης, και σημαντικό έργο για την κατανόηση των σημερινών τεκταινομένων πέριξ της Μαύρης Θάλασσας, ιδίως για την τωρινή πολεμική σύγκρουση Ρωσίας και Ουκρανίας, με την ευχή μας –βέβαια– αυτός ο πόλεμος να τελειώσει το συντομότερο δυνατόν.

  • Τα βιογραφικά του συγγραφέα ή των συγγραφέων του εν λόγω Χρονικού έχουν ως ακολούθως, με βάση τις τελευταίες φιλολογικές έρευνες-εκτιμήσεις:

     «Είναι γνωστό, από πολύ καιρό, ότι ο Νέστωρ δεν είναι ο συγγραφέας του χρονικού που φέρει το όνομά του γιατί, το λιγότερο, δεν είναι ο μόνος συγγραφέας του. Αυτό το γεγονός, βέβαια, δεν έχει από μόνο του και πολύ μεγάλη σημασία. Η ιδιαίτερη σημασία του έγκειται στην αξία του έργου· διότι, δεν παρουσιάζει και πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, εάν τούτο το χρονικό φέρει το όνομα του Νέστορος, όνομα που δεν συναντιέται πουθενά να θυμίζει κάτι, ή αν φέρει το όνομα του Σιλβέστρου ή του Βασίλη, ονόματα τα οποία τα συναντούμε, και τα δυο, σε αυτό το έργο.

     Είναι πολλά τα εδάφια στα οποία ο συντάκτης ή οι συντάκτες αυτών των ρωσικών χρονικών μιλούν σε πρώτο πρόσωπο, δίνοντάς μας έτσι ορισμένες πληροφορίες σχετικές με τη ζωή του συγγραφέα. Θα τις υποδείξουμε κατά τη χρονολογική σειρά.

  1. Για το έτος 1051 (έτος 6559 από Δημιουργίας), το χρονικό μας λέει ότι ο πρίγκιπας Ιαροσλάβος ονόμασε τον ιερέα Ιλαρίωνα ως μητροπολίτη στη Ρωσία. Και, από όπου, έως εδώ, το χρονικό ικανοποιείται με το να σημειώνει γεγονότα χωρίς σχόλια, και πού και πού να σταματάει για να δώσει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικές με τη θεμελίωση της Μονής των Σπηλαίων του Κιέβου. Και μας λέει ότι τούτος ο Ιλαρίων, όταν ήταν ένας απλός ιερέας έσκαψε σε ένα βουνό δίπλα στον ποταμό Δνείπερο μια σπηλιά μέσα στην οποία να μπορεί να προσεύχεται με ησυχία. Στη συνέ-χεια μετά την ονομασία του ως μητροπολίτης, ένας κάτοι-κος από το Λουμπέτσι, που επέστρεφε από το Άγιο Όρος (Άθως), άρχισε να διάγει στο Κίεβο βίο ησυχαστικό και να ζει, υπό το νέο του μοναχικό όνομα ως Αντώνιος, στη σπη-λιά τη σκαμμένη από τον Ιλαρίωνα. Γύρω από αυτόν συγ-κεντρώθηκαν 12 αδελφοί μοναχοί, οι οποίοι εκάρησαν και φόρεσαν ράσα, και έκαναν στα ριζά του βουνού μια μεγαλύτερη σπηλιά, ένα εκκλησάκι και κάποια κελιά για μοναχούς.

     Τούτος ο Αντώνιος έφτασε με τον καιρό να έχει μεγάλο σεβασμό και φήμη, όντας τιμώμενος όχι μόνο από το μέγα πλήθος λαού, αλλά και από τον πρίγκιπα Ιζιασλάβο, ο οποίος είχε την έδρα της μόνιμης κατοικίας του στο Κίεβο. Ο Αντώνιος επέλεξε μετά ως ηγούμενο στην κοινότητα τον μοναχό Βαρλαάμ, ενώ ο ίδιος αποτραβήχτηκε σε ένα άλλο σπήλαιο σε άλλο μέρος, να  διάγει τον βίο του ως ασκητής. Κατά την περίοδο που ήταν ηγούμενος ο Βαρλαάμ, χτίστηκε μικρός ναός, επί του εδάφους, ακριβώς πάνω από την παλαιά σπηλιά και μοναστήρι, που ονομάστηκε Μονή των Σπηλαίων, στην οποία συντέθηκε το χρονικό μας.

     Μετά τον Βαρλαάμ ακολούθησε, ως επικεφαλής ή ηγούμενος, ο Θεοδόσιος υπό τον οποίο συγκεντρώθηκαν στη μονή 100 μοναχοί. «Σε αυτή τη μονή –λέει ο συγγραφέας του χρονικού– ήρθα κι εγώ, ο αμαρτωλός και ανάξιος δούλος, και αυτός με δέχτηκε, τη στιγμή που ήμουν ηλικίας μόνο 17 ετών. Αυτά τα έχω γράψει εγώ, για να προσδιορίσω το έτος, κατά το οποίο κτίστηκε η μονή και για ποιον λόγο ονομάστηκε αυτή Μοναστήρι των Σπηλαίων». Κατά την ίδια χρονική περίοδο, ο χρονογράφος επαυξάνει με την υπόσχεσή του ότι θα αναφερθεί αργότερα και στον ηγούμενο Θεοδόσιο. Κατά συνέπεια, με βάση αυτά τα δεδομένα, ο Νέστωρ, ή ο συντάκτης του χρονικού, ή οποιοσδήποτε είναι αυτός, πρέπει να γεννήθηκε το έτος 1034.

Το «Χρονικόν του Νέστορος» στα Γλαγολιτικά.
  1. Για το έτος 1065 (έτος 6573 από Δημιουργίας), ο χρονογράφος μιλώντας για την εμφάνιση των ασυνήθιστων φαινομένων, που προμηνύουν δυστυχίες, και συγκρίνοντας αυτά με εκείνα που έχουν συμβεί πολλές φορές και τα οποία έχει καταγράψει η παγκόσμια ιστορία –αυτός ήταν ένας σπουδασμένος που γνώριζε πολλά πράγματα από το παρελθόν–, μας μιλάει για την εμφάνιση ενός παιδιού τερατόμορφου. Κάποιοι ψαράδες, την ώρα που ψάρευαν στον ποταμό Σετόμλ, έπιασαν στα δίχτυα τους ένα αγόρι πεταμένο, που είχε τα γεννητικά του όργανα στο πρόσωπο. «Μετά που εμείς –λέει ο συγγραφέας του χρονικού– παρατηρήσαμε αυτό το τέρας μέχρι το βράδυ, το ξαναρίξαμε εκ νέου μέσα στο νερό».

     Τι να ήταν αυτό το νέο; Να επρόκειτο για μοναχό από το σπήλαιο του Κιέβου; Ή ήταν κάποιοι λαϊκοί; Το Σετόμλ δεν είναι και τόσο κοντά στο Κίεβο. Και, μετά, είναι παραδεκτό ότι κάποιοι ευλαβείς μοναχοί να κοιτάζουν όλη τη μέρα ένα τέτοιο τέρας; Μάλλον πρόκειται για κάποια παιδιά ή νέους που δεν είχαν μπει ακόμα στην καλογερική. Σε αυτή την περίπτωση, ο συγγραφέας του χρονικού, ας πούμε ότι ήταν ο Νέστωρ, θα πρέπει να γεννήθηκε μετά το έτος 1048, ενώ το έτος 1065 ακόμα δεν θα ήταν μοναχός. Εάν, όμως, ανάμεσα στο προηγούμενο εδάφιο και στο παρόν εδάφιο δεν υπάρχει κάποια αντίφαση, μας προκαλεί σε κάθε περίπτω-ση ένα ξάφνιασμα.

Το «Χρονικόν του Νέστορος», με σλαβωνική γραφή.
  1. Για το έτος 1074 (έτος 6582 από Δημιουργίας), ο συντάκτης του χρονικού μας μιλάει για την αρρώστια και τον θάνατο του ηγούμενου Θεοδόσιου. «Θα πούμε κάμποσα λόγια –λέει ο χρονογράφος– για τον θάνατό του». Σε αυτή την περίσταση μας μιλάει και για άλλους ασκητές, για τον Δαμιανό, τον Ιερεμία, τον Ματθαίο, τον Ισαάκ.
     Να είναι άραγε ο ίδιος συγγραφέας που, το έτος 1051, έγινε δεκτός στη μονή, σε ηλικία 17 ετών, για τον οποίο ο ηγούμενος Θεοδόσιος, του οποίου τον βίο γνωρίζουμε επακριβώς καθότι τον έχει περιγράψει; Ή μήπως είναι περισσότεροι οι συγγραφείς οι οποίοι μιλούν γι’ αυτούς τους ασκητές, όπως συνήθως πιστεύεται;
  1. Για το έτος 1091 (έτος 6599 από Δημιουργίας), ο αναλυτής, μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο, μας διηγείται ότι από την προτρεπτική του ηγουμενεία, αναζήτησε τα οστά του αγίου Θεοδοσίου, θανόντος το έτος 1074, για να τα ξεθάψει από τον τόπο τους και να τα θάψει στον νέο ναό που υπήρξε κτισμένος από τον ίδιο τον Θεοδόσιο, τον καιρό κατά τον οποίο βρισκόταν ακόμα εν ζωή. «Αυτά που σας ιστορώ –λέει ο χρονογράφος– σας τα λέω όχι γιατί τα άκουσα, μα γιατί είναι πράγματα τα οποία εγώ ο ίδιος τα έχω ζήσει. Γιατί, ήρθε ο ηγούμενος σε μένα και μου είπε: “Να πάμε στο σπήλαιο του Θεοδόσιου…” Τη δεύτερη μέρα μετά την ταφή που του έκαναν οι επίσκοποι που μαζεύτηκαν από το Βλαντιμίρ, Τσερνίγκοβ, Γιούριεβ, Περεϊασλάβ, έγινε μια μεγάλη λαμπρή εορταστική τελετουργία». Κατόπιν ο χρονογράφος προσθέτει: «Σε ό,τι αφορά εμένα, τον αμαρτωλό, τον υπηρέτη και μαθητή σου –απευθύνεται σε προσευχή προς τον άγιο Θεοδόσιο– δεν γνωρίζω πώς να δοξάσω με αξιοσύνη τη ζωή σου και την εγκράτειά σου, και γι’ αυτό δεν θέλω να ειπώ παρά μόνο κάμποσες λέξεις…».

     Και όταν γινόταν η εκταφή των οστών, ο επίσκοπος από το Βλαντιμίρ, ο Στέφανος, είδε μια κοκκινάδα στην ανατολή, πάνω από το σπήλαιο του Κιέβου και τότε κατάλαβε ακριβώς ότι γινόταν η μεταφορά των οστών του αγίου, καβαλίκεψε ένα άλογο βιαστικά και μαζί με τον Κλήμη, που στη συνέχεια τον όρισε ηγούμενο, απομακρύνθηκε προς το Κίεβο.

     Τούτος ο Στέφανος, ο επίσκοπος, έφτασε κατόπιν ηγούμενος στη μονή των Σπηλαίων και τον διαδέχτηκε, κατά τα όσα αναφέρει το χρονικό, ως κληρονόμος ο Κλήμεντας. Στον κατάλογο των ηγουμένων συναντούμε αυτόν τον Κλήμεντα , καθότι μετά τον Στέφανο ακολουθεί ο ηγούμε-νος Νίκων, τον οποίο συναντούμε τρεις φορές στο χρονικό μας, ως διάδοχο του Στεφάνου. Πρόκειται για μια αντίφαση την οποία διαπιστώνουμε στο κείμενο και για ένα επιχείρημα για το πλήθος των συγγραφέων αυτού του χρονικού.

  1. Κατά το έτος 1096 (έτος 6604 από Δημιουργίας), οι Πολόβτσιοι, ήτοι οι Κουμάνοι ρημάζουν, υπό την καθοδήγηση του αρχηγού τους Μπονιάκ [Boniac], την ενδοχώρα του Κιέβου. Με αυτόν τον περίγυρο, «αυτοί ήλθαν στη μονή των Σπηλαίων, όπου εμείς βρισκόμασταν στα κελιά, αναπαυόμενοι μετά τον όρθρο· έσπασαν τις πόρτες και άρχισαν να διαρπάζουν.» Ο συγγραφέας του χρονικού ήταν αυτόπτης μάρτυρας και παρευρέθηκε σε όλες τις αχρειότητες των Πολόβτσιων. Και, με αυτή την ευκαιρία, αυτός μας μιλάει για τους Τουρκομάνους, τους Τούρκους, τους Πετσενέγκους και τους Πολόβτσιους οι οποίοι κατάγονται , όλοι, από τον Ισμαήλ και τους οποίους έστειλε ο Θεός για να τιμωρήσει τους χριστιανούς. Κατ’ αυτό το έτος, ο συγγραφέας του χρονικού μας εμφανίζεται ως ένας απλός καλόγερος της μονής των Σπηλαίων.

 

Ο Χρονικογράφος Νέστορας. Φλοιός σημύδας. V. Churilov. Χάρκοβο.
  1. Κατά το έτος 1097 (έτος 6605 από Δημιουργίας), ο χρονικογράφος μας μιλάει για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ του Σβιατοσλάβ Β’, πρίγκιπα του Κιέβου και του Δαβίδ πρίγκιπα του Βλαντιμίρ. «Ο πρίγκιπας Δαβίδ, λέει ο χρονικογράφος, έστειλε κάποιον σε μένα και μου είπε: “Αποστέλλει εσένα, Βασίλειε, και πήγαινε στον Βασίλκο, που έχει το ίδιο όνομα με εσένα και λέγε του…”» Και μετά ο χρονικογράφος συνεχίζει: «Πήγα στον Βασίλκο και του κοινοποίησα τα λόγια του Δαβίδ…»

     Συνάγεται από αυτό το εδάφιο ότι ο συντάκτης του χρονικού μας ονομάζεται Βασίλειος. Να ήταν άραγε το όνομα Βασίλειος, το βαπτιστικό όνομα του Νέστορος, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι; Ή μήπως ήταν τούτος ο Βασίλειος άνθρωπος της εμπιστοσύνης του πρίγκιπα και ο χρονικο-γράφος αναπαράγει εδώ, κατά άμεσο τρόπο, περασμένα γεγονότα, έξω από την ενεργό δράση του συγγραφέα αυτών των χρονικών. Το ερώτημα παραμένει ακόμα αναπάντητο.

  1. Κατά το έτος 1106 (έτος 6614 από Δημιουργίας), ο χρονικογράφος μας μιλάει για τον θάνατο του Ιωάννη Βισσάτα, σε ηλικία 90 ετών. «Από αυτόν –λέει ο συγγραφέας– έμαθα πολλά πράγματα τα οποία παρέθεσα σε αυτά τα χρονικά… Ο τάφος του βρίσκεται σε έναν ναό της μονής των Σπηλαίων». Εδώ πρόκειται σίγουρα για έναν καλόγερο, καλό αδελφό του χρονικογράφου μας, και για μια πρωταρ-χική πηγή πληροφοριών για την χρονογραφία.
Λαυρεντιανός Κώδικας, 1337.

     8, Το ένα από τα δύο αυθεντικά χειρόγραφα, τα οποία μας έχουν διαφυλάξει αυτά τα ρωσικά χρονογραφήματα, τελειώνει με τα εξής λόγια:

«Εγώ ο Σιλβέστρος, ηγούμενος της μονής του Αγίου Μιχαήλ, έγραψα τούτο το βιβλίο χρονικών, με την ελπίδα της χάρης του Θεού, υπό την ηγεμονία του πρίγκιπα Βλαντιμίρ του Κιέβου, κατά το έτος 6624 (1116 μ.Χ.). Όποιος θα διαβάσει αυτό το βιβλίο να προσευχηθεί για μένα».

     Οπότε, θα μπορούσε ο συγγραφέας της «Ιστορίας των παρελθόντων χρόνων» να είναι ο Σιλβέστρος, και όχι ο Νέστωρ, ο οποίος δεν μνημονεύεται πουθενά σε ολόκληρο το βιβλίο. Παρ’ όλα αυτά, η κριτική απέδειξε ότι δεν είναι ο ηγούμενος Σιλβέστρος ο συγγραφέας της χρονογραφίας και πως –όπως και να έχει το πράγμα– πρωτίστως πρέπει να θεωρηθεί ως συντάκτης αυτού του βιβλίου ο Νέστωρ παρά ο Σιλβέστρος, παρ’ όλες τις ολοφάνερες αντιφάσεις που συναντούμε σε αυτό. Οι παλαιότερες αποδείξεις είναι ομόφωνες ως προς την αναγνώριση της πατρότητας του Νέστορα.

     Στο Πατερικόν της μονής των Σπηλαίων του Κιέβου, μία συλλογή περιγραφής της ζωής των καλογέρων σε αυτό το μοναστήρι, διεφύλαξε και δύο επιστολές, μεταξύ των οποίων η μία του μοναχού Πολύκαρπου, απευθυνόμενη προς τον ηγούμενο Ακιντίν, αναφέρει τον Νέστορα όχι μόνο ως συγγραφέα κάποιων χρονικών, αλλά και ως συγγραφέα των περιγραφών της ζωής των μοναχών Δαμιανού, Ισαάκ και άλλων, περιγραφών οι οποίες βρίσκονται και στο χρονικό μας, κατά το έτος 1074, δίπλα στην περιγραφή της ζωής του Αγίου Θεοδοσίου.

     Η σύγχρονη κριτική έχει επιβεβαιώσει ότι για παράδειγμα ο Νέστωρ είναι ο συγγραφέας ενός Lectio για τη ζωή και τον θάνατο των ευτυχισμένων μαρτύρων Μπόρις και Γκλεμπ και μιας Vita του αγίου Θεοδοσίου.

     Είναι φυσικό να απαντώνται και ορισμένες ασυμφωνίες μεταξύ αυτών που μας λέγονται για τη ζωή του αγίου Θεοδοσίου και εκείνων που συναντούμε στο χρονικό. Αυτές οι ασυμφωνίες αφορούν τόσο στις πληροφορίες τις σχετικές με τη θεμελίωση και την κατοπινή ανάπτυξη της μονής, όσο και με εκείνες που σχετίζονται με την προσωπικότητα και τον θάνατο του Θεοδοσίου. Εις τον νάρθηκα, σύμφωνα με τον Βίο του Θεοδοσίου, ο Νέστωρ έφτασε στη μονή των Σπηλαίων κατά την ηγουμενία του Στεφάνου, με βάση δε το χρονικό έφτασε κατά την ηγουμενία του Θεοδοσίου.

     Ορισμένοι κριτικοί ιστορικοί, εκκινώντας από αυτές τις διαφορές των πληροφοριών, εξέφρασαν την άποψη ότι ο συντάκτης του χρονικού θα χρησιμοποίησε στ’ αλήθεια ένα χρονικό γραμμένο από τον Νέστορα, αλλά αυτό το αυθε-ντικό χρονικό θα χάθηκε.

Ο Χρονικογράφος Νέστορας. Έργο του γλύπτη Μ.Μ. Αντοκόλσκι (1871).

     Έγιναν κατ’ επανάληψιν προσπάθειες να καταδειχτεί ως ο αληθινός συγγραφέας του χρονικού ότι ήταν ο Σιλβέστρος, για τον οποίο μιλήσαμε πιο πριν. Αλλά, έξω από την ένδειξη του τέλους του Λαυρεντιανού χειρογράφου στο οποίο αναφερθήκαμε, δεν βρίσκουμε κανένα άλλο επιχεί-ρημα που να υποστηρίζει αυτή την υπόθεση. Πρώτα από όλα, ο Σιλβέστρος δεν ήταν μοναχός στη μονή των Σπηλαίων, όπου γράφτηκε το χρονικό και κατά δεύτερο λόγο, ούτε μια φορά δεν πέρασε στη ρώσικη ιστορία ο Σιλβέστρος, ως ένας εκπρόσωπος της γραφής, όσο καιρό ο Νέστωρ θεωρούνταν συνεχώς από τους διαδόχους του, ως ένας μεγάλος συγγραφέας τους. Στην παλαιά ρώσικη λογοτεχνία συναντούμε συχνά τον Νέστορα, αλλά όχι τον Σιλβέστρο, δηλαδή, από άποψη χρονογραφική, και που θα μπορούσε να είναι και αυτός μαθητής του Θεοδοσίου. Όμως, κανείς και καμιά φορά, δεν υπέδειξε τον Σιλβέστρο, ότι ήταν καλό-γερος-μοναχός στη μονή των Σπηλαίων.

     Εκτός τούτου, υπάρχει ακόμα και το επιχείρημα το οποίο συνηγορεί εναντίον της πατρότητας του Σιλβέστρου. Αυτό εμφανίζεται μόνο στο Λαυρεντιανό χειρόγραφο και, ακρι-βώς και εδώ, μόνο κατά το έτος 1116, κατά τη στιγμή που το χρονικό τερματίζεται με το έτος 1113.

     Ενόσω το δεύτερο αυθεντικό χειρόγραφο, το Υπατιανό, είναι πιο ολοκληρωμένο από το Λαυρεντιανό, μας δείχνει με ακρίβεια ότι αυτά τα δύο ρωσικά χρονικά γράφτηκαν στη μονή των Σπηλαίων, όπου ο Σιλβέστρος δεν διετέλεσε μοναχός, αποτελεί υπόθεση πια το ότι ο Σιλβέστρος έκανε πιο πολύ ένα αντίγραφο, όπως έχουν γίνει πολλά τέτοια αντίγραφα από τότε και δώθε. Και, είναι περισσότερο δυνατόν ο Σιλβέστρος να έχει πάρει ένα μεγαλύτερο τμήμα από την αυθεντική επεξεργασία του έργου. Με άλλα λόγια είναι γνωστό ότι τα παλιά χρονικά, και στη δυτική Ευρώπη, συμπληρώνονταν πολλάκις από λογής λογής παρεμβολές και ήταν επαυξημένες με τις λεγόμενες Continuationes.» (Από την Εισαγωγή του G. POPA LISSEANU).

Τα εδάφη των Ρως του Κιέβου στα μέσα του 10ου αιώνα.
  • Από το έξοχο έργο του Louis Leger, του 1884, μεταφέρω εδώ στοιχεία από την εκτενέστατη εισαγωγή του, που ολοκληρώνουν την εικόνα για τον Νέστορα και την Χρονογραφία του:

     «Το 1872 μου ανατέθηκε μια πρώτη αποστολή στη Ρωσία για να μελετήσω τη σημερινή κατάσταση της σλαβικής φιλολογίας, της ιστορίας και της αρχαιολογίας σε αυτήν τη χώρα. Ο κ. Bestuzhev Rioumine είχε μόλις δημοσιεύσει τον πρώτο τόμο της πανεπιστημιακής του ιστορίας στην Αρχαιολογική Επιτροπή, στην οποία παραιτήθηκε από το σύστημα που ακολούθησε στις πρώτες δημοσιεύσεις της, κι έδωσε το 1871 και το 1872 δύο εξαιρετικά κείμενα του Χρονικού. Το ζήτημα της νορμανδικής καταγωγής της Ρωσίας, ήτοι το Varangomachy, όπως το λένε εκεί, χωρίζει σε δύο στρατόπεδα τον κόσμο των ιστορικών. Ο Νέστωρ συνήθως είναι αυτός που πληρώνει όλα τα έξοδα αυτής της διαμάχης. Συγκέντρωσα πολλή ύλη για τα σχόλια που σκέφτηκα να συνοδεύουν τη μετάφρασή μου και στα οποία θα επανέλθω αργότερα. Λίγο μετά τη δεύτερη μου αποστολή στη Ρωσία (αρχαιολογικό συνέδριο του Κιέβου, 1874), είχα την ευθύνη της μελέτης και διδασκαλίας της ρωσικής στη σχολή των ανατολικών γλωσσών. Πρόσθεσα την σλαβονική, γιατί χωρίς αυτήν ο Ρώσος στερείται γλωσσικής βάσης. Είχα την ευκαιρία να εξηγήσω στους μαθητές μου μερικά αποσπάσματα από το Χρονικό. Η παιδευτική διαδικασία μου έδωσε την τιμή ώστε να τεθεί η μετάφρασή μου ανάμεσα στα έργα που θα εξέδιδε η βιβλιοθήκη της σχολής. Η εκτύπωση αυτού του όγκου διήρκεσε σχεδόν τέσσερα χρόνια. Όλες οι θέσεις έχουν επανεξεταστεί προσεκτικά στο αρχικό κείμενο. Ελπίζω ότι αυτός ο τόμος δεν θα έχει κακό όνομα στην αξιόλογη συλλογή που συνθέτει ο κ. Schefer. Το Χρονικό δεν ενδιαφέρει μόνο την ιστορία της Ρωσίας, αλλά υπογραμμίζει περισσότερες από μία πλευρές της Ανατολικής Ευρώπης, και ολοκληρώνει τα βυζαντινά χρονικά και τις ιστορίες των Αράβων γεωγράφων, ενώ προσθέτει πληροφορίες που μάταια αναζητούνται αλλού και οι οποίες είναι μέχρι τώρα, λόγω έλλειψης σοβαρής μετάφρασης, σχεδόν απρόσιτες για τους μελετητές της Δύσης.

     Το Χρονικό ονομάζεται του Νέστορα και περιέχει την ιστορία της Ρωσίας και των γειτονικών χωρών από το δεύτερο εξάμηνο του 9ου αιώνα έως τα πρώτα χρόνια του 12ου. Δεν είναι, όπως πιστεύεται εύκολα, το πρώτο ιστορικό μνημείο της ρωσικής σλαβικής λογοτεχνίας. Η βιβλιογραφία προσφέρει και κάποια προηγούμενα γραπτά, μάλλον δευτερεύουσας σημασίας. Αυτά είναι, για παράδειγμα, ο απολογισμός του μοναχού Ιακώβ για τις απαρχές της Ρωσικής Εκκλησίας στις μέρες της Όλγας και του Βλαντιμίρ και για τους πρώτους μάρτυρες Μπόρις και Γκλεμπ. Αυτές οι δύο ιστορίες είναι μάλλον αόριστες και πνίγηκαν στον θόρυβο μιας ευσεβούς ρητορικής. Ο πρώτος στόχος του συγγραφέα τους ήταν να μυήσει τον αναγνώστη. Είναι γραμμένα με έναν αφελή και παιδαγωγικό τρόπο. Στην ιστορία του θανάτου του Μπόρις και του Γκλεμπ, ο συναξαριστής αυτός προσδίδει μακρές και απίθανες ομιλίες και στους δύο μάρτυρες. Τα έργα γράφτηκαν στο β’ μισό του 11ου αιώνα.

     Μετά από τον μοναχό Ιακώβ εμφανίζεται ο μοναχός Νέστορας, ο ίδιος που έχει εδώ και καιρό την τιμή, χωρίς να το γνωρίζει, να δώσει το όνομά του στο Χρονικό μας. Συνέθεσε πριν το 1091 –δεδομένου ότι υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία καθορισμού αυτής της χρονολογίας– μια ιστορία  για τον Μπόρις και τον Γκλεμπ, τον βίο του Θεοδόσιου των Σπηλαίων, του ηγουμένου. Ο Ιακώβ έχει καταγράψει μόνο τη δολοφονία των δύο πριγκίπων. Ο Νέστωρ εκ-θέτει ολόκληρο τον βίο τους. Αυτό είναι το πρώτο βιογραφικό δοκίμιο στη ρωσική σλαβική λογοτεχνία. Αυτές οι βιογραφίες, εξάλλου, έχουν τον αόριστο χαρακτήρα που χαρακτηρίζει τα πρωτόλεια έργα, τα οποία κομίζουν λίγα στην ίδια την ιστορία. Κάποιος αισθάνεται τη μίμηση των βιογραφιών των αγίων, όπως αυτές γράφτηκαν από τους Έλληνες. Η ζωή του Αγίου Θεοδόσιου είναι ένα καθαρά μοναστικό γραπτό.

     Από καιρό έχει θεωρηθεί ότι το Χρονικό ανήκει στον μοναχό Νέστορα, και εγώ ο ίδιος έχω υποστηρίξει αυτή την άποψη, ενώ υπάρχει εδώ και δεκαπέντε χρόνια στη λατινική γλώσσα δοκίμιο, που ονομάζεται Paterik (Πατερικόν), στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι βίοι των αγίων της Μο-νής των Σπηλαίων. Είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι αυτή η συλλογή, της οποίας τα πρώτα στοιχεία της περιλαμβάνονται στο Χρονικό, δεν είναι συνταγμένα πριν τον 13ο αιώνα. Είναι μάλλον ψεύτικη η ερμηνεία της παράδοσης που θέλει για συντάκτη και για το Πατερικόν τον συγγραφέα του Χρονικού μας.

Φύλλο αντίγραφου του Χρονικού του Νέστορος, Códice de Radziwiłł. 15ος αι.

Ι

Το Χρονικό είναι, προφανώς, γραμμένο προς το τέλος του 11ου αιώνα και στις αρχές του 12ου, από μοναχό της Μονής των Σπηλαίων. Είναι ανώνυμο, όπως σχεδόν όλα αυτά τα κείμενα που μας κληροδοτήθηκαν από ρωσικές μονές, και τίποτα δεν δείχνει ότι ο συγγραφέας ονομαζόταν Νέστωρ. Από πού γενικά προέρχεται τούτη η παράδοση; Ο μοναχός Νέστωρ είχε γράψει, όπως είδαμε παραπάνω, τον βίο των Αγίων Μπόρις και Γκλεμπ και του Αγίου Θεοδόσιου του Ηγουμένου. Το Χρονικό περιέχει μεγάλες λεπτομέρειες γι’ αυτούς τους τρεις χαρακτήρες, και στα στοιχεία του Πατερικού ο Νέστωρ, του 13ου αιώνα, με το επίθετο (liétopisets), αναφέρεται στον χρονογράφο. Για μεγάλο χρονικό διάστημα το Πατερικό αποτέλεσε αντικείμενο πεποιθήσεων τόσο υποτιμητικών για τους Ορθόδοξους Ρώσους, όπως αυτό ότι δανείζουν… στην αγία Γραφή. Κανείς, χωρίς να κατηγορηθεί για δυσπιστία, δεν θα τολμούσε να αμφισβητήσει αυτόν τον ισχυρισμό. Σήμερα τολμάμε κάτι τέτοιο, ακόμη και για βιβλία που είναι γραμμένα από κληρικούς, και αυτό αποτελεί ένα από τα πιο αξιοσημείωτα αποδεικτικά στοιχεία της προόδου της κριτικής σκέψης στη Ρωσία.

     Ανάμεσα στις ιστορίες του μοναχού Νέστορα για τον βίο του Θεοδόσιου και των Μπόρις και Γκλεμπ και με τις παράλληλες αφηγήσεις στο Χρονικό μας, διαπιστώνει κανείς ότι υπάρχουν καταφανείς αντιφάσεις. Ο συγγραφέας του Βίου του Θεοδόσιου λέει σαφώς ότι ήρθε στη μονή των Σπηλαίων μετά τον θάνατο του Θεοδόσιου, στα χρόνια του διαδόχου του Στέφανου. Ο συγγραφέας του Χρονικού λέει όχι λιγότερο ξεκάθαρα ότι ήρθε να βρει τον Θεοδόσιο ακόμα ζωντανό (κεφ. LVII). Αυτά αποτελούν δύο απολύτως ασυμβίβαστους ισχυρισμούς και οι μεταγενέστερες εφευρέσεις του Πατερικού δεν αποδεικνύουν τίποτα ενάντια σε αυτό το αναμφισβήτητο γεγονός.

     Έχουμε στον βίο του ανώνυμου χρονικογράφου μας μόνο τις πληροφορίες που μας παρέχει ο ίδιος, ότι ήρθε στον Θεοδόσιο σε ηλικία δεκαεπτά ετών, το 1091, ότι του ανατέθηκε να ανακαλύψει τα λείψανά του, και ότι το 1090 έγινε μάρτυρας εισβολής των Πολόβτσιων, οι οποίοι έθεσαν τη μονή σε πολύ μεγάλο κίνδυνο. Ο κ. Golubinsky, βασιζόμενος σε ένα απόσπασμα του Χρονικού, προσπάθησε να προσδιορίσει με κάποια ακρίβεια την ώρα που εισήλθε ο συντάκτης του Χρονικού στο μοναστήρι. Διαβάζουμε ότι το έτος 1065 (κεφ. LX): “Σχετικά με αυτό το χρονικό διάστημα ένα παιδί ρίχτηκε στον Sitoml. Οι αμαρτωλοί το απομάκρυναν από το νερό με ένα δίχτυ. Το κοιτάζαμε μέχρι το βράδυ, και μετά το έριξαν πίσω στο νερό. Είχε τα ντροπιαστικά μέρη του στο πρόσωπό του. Η ταπεινότητά μου δεν μπορεί να πει περισσότερα. Ο ποταμός Sitoml, παρατηρεί ο Golubinsky, βρισκόταν μακριά από το μοναστήρι. Από την άλλη πλευρά, μπορούμε να παραδεχτούμε ότι οι μοναχοί πέρασαν όλη την ημέρα με το να σκεφτούν αυτό το αντικανονικό πλάσμα. Έτσι ο χρονικογράφος αναφέρει εδώ ένα γεγονός πριν την είσοδο του συγγραφέα στη μονή. Έτσι, πρέπει να πήγε εκεί μετά το έτος 1065. Ήταν δεκαεπτά ετών, οπότε μπορεί κανείς να υποθέσει τη γέννησή του προς το 1030. Θα ήταν εξήντα έως εβδομήντα ετών όταν τελείωσε τα χρονογραφήματά του.

     Όλος αυτός ο συλλογισμός είναι πολύ έξυπνος, αλλά δεν είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός. Η ανακάλυψη ενός τερατώδους παιδιού που ρίχτηκε στον Sitoml ήταν προφανώς για τους κατοίκους του Κιέβου ένα θαυμαστό γεγονός, δηλ. μια διαβολική παρουσία. “Τέτοια φαινόμενα δεν φαντάζουν καλά,” λέει το Χρονικό. Είναι απολύτως φυσικό να ειδοποιηθούν αμέσως οι του κοινοβίου της μονής των Σπηλαίων μοναχοί. Πήγαν και είδαν το τερατώδες παιδί, το εξέτασαν όλη τη μέρα και το έριξαν πάλι πίσω στο νερό, αφού το συζήτησαν στα λατινικά τους, ή μάλλον στα σλαβικά τους, το περίεργο αυτό φαινόμενο.

     Αν ο συγγραφέας του Χρονικού δεν είναι ο μοναχός Νέστωρ, τότε ποιος μπορεί να είναι αυτός; Υποβλήθηκαν πολλές υποθέσεις, αλλά καμία δεν είναι απόλυτα ικανοποιητική.

     Υποτίθεται, για παράδειγμα, ότι παρενέβη ο Βασίλειος για τον θάνατο του Βασίλκου (κεφ. LXXXII). Αλλά αυτή η λεπτομερής περιγραφή απλά παρεμβάλλεται στο Χρονικό, όπως και ένας αριθμός άλλων γεγονότων. Δεν γνωρίζουμε τίποτα άλλο γι’ αυτόν τον Βασίλειο.

     Κατά το έτος 1110, το Λαυρεντιανό χειρόγραφο λέει ότι υπάρχει η ακόλουθη δήλωση: «Εγώ ο Συλβέστρος, ηγούμενος του μοναστηριού του Αγίου Μιχαήλ, έγραψα αυτά τα βιβλία σε χρόνο σύντομο, το έτος 6624 (1116), κατά το ένατο έτος της Ινδικτιώνος. Όσοι διαβάσουν αυτά τα βιβλία να προσεύχονται για μένα. Όσο θεωρήθηκε ο Νέστωρ ως ο αδιαφιλονίκητος συγγραφέας του Χρονικού, απλά θεωρήσαμε τον Συλβέστρο ως αντιγραφέα. Σήμερα έχουμε την τάση να υποθέτουμε ότι Νέστωρ θα μπορούσε να είναι ο αντιγραφέας και όχι ο συντάκτης του κειμένου που υπογράφει. Το σχετικό ρωσικό ρήμα σημαίνει “έγραψα”. Επιπλέον, μπορούμε να παραδεχτούμε ότι ένας ηγούμενος ξοδεύει τον χρόνο του αντιγράφοντας χειρόγραφα; Έχει σίγουρα κάτι άλλο να κάνει. Το επιχείρημα έχει προφανώς κάποια αξία. Χάνει όμως μερικές από τις δυνάμεις του εάν κάποιος παραδεχτεί, αυτό που ορισμένοι εκδότες δέχονται, ότι το Χρονικό φτάνει μέχρι το έτος 1113. Σε καμία περίπτωση δεν τελειώνει, διακόπτεται απότομα. Κατά τον Bielowski και τον Erben, το Χρονικό φτάνει μέχρι το έτος 1113. Φαίνεται δύσκολο να δεχτούμε ότι σταματάει το έτος 1110. Για το 1111 το Χρονικό αναφέρει ένα θαύμα που συνέβη το προ-ηγούμενο έτος και προσθέτει: “όπως είπαμε” (κεφ. XC). Από την άλλη πλευρά, στο κεφ. XIII, ο συγγραφέας αναφέρει τη χρονολογία του θανάτου του Σβιατοπόλκ, που είναι το 1113. Τέλος, το έτος 1107, μιλάει γι’ αυτόν τον πρίγκιπα ως έναν άνθρωπο που ακόμα ζούσε: “Ο Σβιατοπόλκ είχε συνηθίσει, όταν έφευγε για τον πόλεμο, να πηγαίνει να προσκυ-νάει στον τάφο του Θεοδόσιου, κ.λπ.” (κεφ. LXXXVI).

     Με λίγα λόγια η πατρότητα του Χρονικού παραμένει αμφίβολη: Κράτησα το όνομα του Νέστορα για να μην υπάρ-ξει σύγχυση στον αναγνώστη σχετικά με αυτό το όνομα. Αλλά σήμερα αντιπροσωπεύει μόνο μια λανθασμένη παράδοση και δεν ανταποκρίνεται στη σοβαρή πραγματικότητα. Οι Ρώσοι ιστορικοί προτιμούν τώρα να το ονομάζουν Το αρχικό ή Θεμελιώδες Χρονικό με λέξη που είναι δύσκολο να μεταφραστεί κυριολεκτικά στη γαλλική γλώσσα.

Ο Ίγκορ του Κιέβου συγκεντρώνει τη Δημογεροντία. Εικόνα στο Códice de Radziwiłł.

II

Ο συγγραφέας του Χρονικού σκέφτηκε ελάχιστα για τη λογοτεχνική του δόξα. Το έργο του είναι μια συλλογή κειμένων χωρίς κάποια ιδιαίτερη τέχνη. Δεν είχε μοντέλο στην εθνική του βιβλιογραφία, εκτός ίσως από κάποιες μοναστικές γραφές, σε επίσημες “εφημεριδες” από τις οποίες δεν σώζεται ίχνος, αλλά θα είχε οπωσδήποτε κάποια κείμενα της βυζαντινής λογοτεχνίας, και θα του ήταν προσιτά από σλαβικές μεταφράσεις γραμμένες στη βουλγαρική. Αυτά τα κείμενα θα ήταν τα Χρονικά ή οι Χρονογραφίες όπως του Ιωάννη Μαλάλα και Γεωργίου Αμαρτωλού ή Μοναχού. Υπάρχει μια αρκετά κακή λογοτεχνία σε αυτά τα έργα. Κάποια ιστορική τέχνη, κάποια φροντίδα της σύνθεσης, λείπουν εντελώς από το Χρονικό μας, το οποίο δεν επιδιώκει με κανέναν τρόπο να ομαδοποιήσει τα γεγονότα, αλλά απλά τα παρακολουθεί με χρονολογική σειρά, και δίνει συνάμα και ορισμένα ηθικά γεγονότα ή κάνει θρησκευτικά σχόλια. Ορισμένα από αυτά τα σχόλια μπορεί να έχουν γίνει από μεταγενέστερο συντάκτη. Είναι, ως επί το πλείστον, πολύ βαρετά κείμενα, και νόμιζα, ωστόσο, ότι θα έπρεπε να τα μεταφράσω εξ ολοκλήρου, διότι δίνουν μια ιδέα της θρησκευτικής επιρροής στις ψυχές των ανθρώπων, και διότι ως λογοτεχνία περιέχουν αναφορές σε αποκρυφιστικά κείμενα επιστημονικού ενδιαφέροντος.

     Η ιστορία της Ρωσίας και των γειτονικών λαών καταλαμβάνει στο Χρονικό μια περίοδο περίπου δυόμισι αιώνων (το μισό του 9ου αιώνα έως το 1110 σύμφωνα με ορισμένους, και έως το 1113 σύμφωνα με άλλους). Ο συγγραφέας είναι αυτόπτης μάρτυρας ή άμεσος μάρτυρας γεγονότων που συνέβησαν γύρω από το Κίεβο τα τελευταία σαράντα χρόνια, από τον χρόνο που τα καταγράφει, ενώ για τις προηγούμενες περιόδους μπορεί κάποιος να ξέρει σε ποιο βαθμό και ποια ήταν τα μέσα ενημέρωσης του.

     Έτσι επικαλείται τη μαρτυρία ηλικιωμένων, όπως ο μοναχός Ιερεμίας που πέθανε το 1074 (κεφ. LXVIII), ο οποίος  θυμόταν τη μετατροπή και εξέλιξη της Ρωσίας, επί μπογιάρου του Κιέβου Ιωάννη Βυχάτα, που πέθανε το 1106, σε ηλικία ενενήντα ετών, και από τον οποίο ο χρονογράφος είχε ακούσει “πολλές ιστορίες”, τις οποίες και κατέγραψε στο Χρονικό του. Τρεις γενιές μόλις χωρίζουν αυτούς τους γέροντες από τον χρόνο που “ξεκίνησε η ρωσική γη”. Μερικά σημαντικά γεγονότα είχαν πιθανότατα ως αποτέλεσμα μια πιο αναλυτική περιγραφή και που απλά αντιγράφονται στην όλη ιστορία. Αυτά είναι οι ιστορίες της δολοφονίας των Αγίων Μπόρις και Γκλεμπ (κεφ. XLVII) και η επίθεση από τον Βασίλκο, εκτός πάλι και εάν είναι αυτός ο Βασίλειος που το όνομά του έχει προκαλέσει τόσες πολλές εικασίες. Ο συγγραφέας κατείχε επίσης επίσημα έγγραφα, που πιθανότατα φυλάσσονταν στο μοναστήρι, όπως για παράδειγμα οι συνθήκες οι οποίες συνάφθηκαν με τους Έλληνες, η αυθεντικότητα των οποίων είναι απόλυτα ξεκάθαρη σήμερα. Είχε συμβουλευτεί ελληνικά ή βουλγαρικά χρονικά, τα οποία δεν έχουν εντοπιστεί, π.χ. η έκλειψη του ήλιου που καταγράφηκε το 911 (κεφ. XIV, XVII), επιβεβαιώνεται από αστρονομικούς υπολογισμούς. Μερικά χωρία τα έχει δανειστεί από γνωστά κείμενα, όπως αυτά για τον Κύριλλο και τον Μεθόδιο, που σχετίζονται με τον θρύλο που ονομάζεται Παννονικός. H έκθεση της χριστιανικής πίστης γίνεται με βάση την Παλαιά ή περίληψη της Παλαιάς Διαθήκης. Τέλος, τα λαϊκά ποιήματα και οι θρύλοι, κάποια σλαβικής προέλευσης, άλλα διαφορετικής προέλευσης, πρέπει να έχουν εισαχθεί στη σύνταξη της αφήγησης μας. Βλέπε π.χ. τα κεφάλαια για το άλογο του Όλεγκ (κεφ. XXIII), για την εκδίκηση της Όλγας (κεφ. XXX), και την υπέροχη παράδοση για το Μπιελγκόροντ (κεφ. XLVI).

     Εκτός τούτων, είναι προφανές ότι το Χρονικό δεν φτάνει σε μας με την ίδια μορφή στην οποία γράφτηκε. Το πρωτόγονο κείμενο έχει επαυξηθεί ή παραμορφωθεί με μεταγενέστερες παρεμβολές. Γι’ αυτό υπενθυμίζει ο κ. Goloubinsky ότι η ιστορία της μετατροπής του Βλαντιμίρ έγινε αργότερα από Έλληνες, που επιθυμούσαν να βάλουν τη Ρωσία υπό την πνευματική ηγεμονία της πατρίδας τους.

     Οι Ρώσοι ιστορικοί, το είπα παραπάνω, δίνουν στο Χρονικό μας τον τίτλο Θεμελιώδες Χρονικό. Δεν εμφανίζεται όμως έτσι, καθότι είναι απομονωμένο, χωρίς συνέχεια σε οποιοδήποτε χειρόγραφο. Από εκατόν εξήντα οκτώ χειρόγραφα που εξετάστηκαν από την Αρχαιολογική Έρευνα της Αγίας Πετρούπολης, πενήντα τρία ξεκινούν με το κείμενο ή την περίληψη του κειμένου που αποδίδεται στον Νέστορα. Από το έτος 1111 οι συντάκτες των κειμένων αρχίζουν να αποκλίνουν. Υπάρχουν δύο μεγάλες οικογένειες κειμένων εμβολιασμένες στα δύο παλαιότερα χειρόγραφα, γνωστά από το Χρονικό. Αυτά τα δύο χειρόγραφα είναι: Ο Λαυρεντιανός Κώδικας, και ονομάστηκε έτσι επειδή γράφτηκε το 1377 στο Suzdal από έναν μοναχό που ονομαζόταν Λαυρέντιος (ms. Laurent), και ο Υπατιανός Κώδικας (ms. Hypatien), και ονομάστηκε έτσι από τη μονή του Αγίου Ύπατίου Κοστρομά (Hypata Kostroma), όπου συντάχθηκε κατά τον 14ο αιώνα. Όσον αφορά το ίδιο το Χρονικό μας, τα κείμενα παρουσιάζουν ορισμένες παραλλαγές τις οποίες αξιοποίησα ή επεσήμανα για το πραγματικό ενδιαφέρον τους για την ιστορία.

ΙΙΙ.

     Η μεγάλη σημασία του Χρονικού μας, από την άποψη της καταγωγής της Ρωσίας, δεν πρέπει πλέον να αμφισβητείται σήμερα. Γερμανοί, Ρώσοι, Σλάβοι και Σκανδιναβοί ιστορικοί το απέδειξαν επαρκώς. Δεν χρειάζεται να εξετάσω και εγώ το πώς θα μπορούσαμε να υπερβούμε τις όποιες αντιφάσεις του κειμένου. Οι παρατηρήσεις που λεπτομερειακά μου φαίνεται χρήσιμο να παρουσιάσω γίνονται στο INDEX, που έχω επισυνάψει στη μετάφρασή μου. Μπορεί, ελπίζω, να παράσχω και κάποιες υπηρεσίες στους ιστορικούς μας, όπως είναι ένα πολύτιμο έγγραφο, όχι μόνο για τη μελέτη των γεγονότων για τα οποία η Ανατολική Ευρώ-πη υπήρξε η σκηνή επί τρεις αιώνες, αλλά πρωτίστως για την εξέταση ενός προβλήματος που έχει γοητεύσει τους διανοούμενους για έναν αιώνα: η περίπτωση της Νορμανδικής προέλευσης της Νοβγκοροδιανής Ρωσίας και της του Κιέβου.

     Ο άγνωστος μοναχός ο οποίος γράφει για τον σκανδιναβό Ρούρικ και τους διαδόχους του, που αντιγράφει τις συνθήκες με το Βυζάντιο, και που καταγράφει τις διαμάχες που γίνονται μέσα σε μία μέρα, με τα στοιχεία που δίνει στο κείμενό του, γίνεται ο εκπρόσωπος της ρωσικής σχολής, ως ιστορικός. Οι σλαβόφιλοι ιστορικοί, από πατριωτισμό θέλουν να αποδείξουν ότι οι Βαράγγοι του Νέστορα ήταν Σλάβοι, όπως και οι Λιθουανοί, κ.λπ. Αυτή η σχολή δυστυχώς θέτει την εθνική υπερηφάνεια πάνω από την κριτική της ιστορικής αλήθειας. Δεν νομίζω ότι είναι σωστό να συζητήσουμε τους ισχυρισμούς της. Χαίρομαι που δίνω στον INDEX τα πλέον πρόσφατα αποτελέσματα της ιστορικής επιστήμης και της γλωσσολογίας.

     Πρέπει να πω εδώ ότι η γλώσσα στην οποία γράφεται το Χρονικό δεν είναι η σημερινή ρώσικη, αλλά η σλαβονική ή η εκκλησιαστική σλαβική. Ή το λεγόμενο ιδίωμα, της βουλγαρικής σύμφωνα με κάποιους, η παλαιοσλοβενική κατά άλλους, που αποτελούσε κλάδο της λογοτεχνικής γλώσσας των Κύριλλου και Μεθόδιου, των αποστόλων των Ορθοδόξων Σλάβων, γλώσσα που έπαιξε ρόλο παρόμοιο με αυτόν της Λατινικής στους Καθολικούς. Η παλαιότερη γραφή που έχουμε είναι του 14ου αιώνα και η γλώσσα του πρωτότυπου πρέπει να έχει υποβληθεί σε περισσότερες από μία μεταλλάξεις, με τη μετάβαση από τη ρωσική του Κιέβου στη ρωσική του Βόλγα. Εξάλλου, τη σλαβονική την χειρίζονται πολύ άσχημα τα άπειρα χέρια του χρονογράφου. Δεν είναι πάντα εύκολο να καταλάβεις τη σκέψη του. Το κείμενο, παρά τις μεγάλες προσπάθειες της κριτικής, δεν φαίνεται να εδραιώθηκε παντού καλά και οι ίδιοι οι Ρώσοι δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι το κατανοούν πλήρως σε όλες τις αποχρώσεις. Την εποχή που ξεκίνησα το μεταφραστικό έργο μου το καλύτερο κείμενο ήταν αυτό του κ. Miklosich. Το πήρα ως βάση. Από τότε έχουν εμφανιστεί οι εκδόσεις ή οι μεταφράσεις των κυρίων Bielowski, Erben, Smith, Basistov και της Επιτροπής Αρχαιογεωγραφίας. Βελτίωσα το έργο εκμεταλλευόμενος όσα νεότερα έφεραν αυτοί οι νέοι εκδότες ή οι μεταφραστές. Έχω κρατήσει τη διαίρεση σε κεφάλαια όπως τα έχει δώσει ο κ. Miklosich. Πρόσθεσα τίτλους και χρονολογίες που θα διευκολύνουν στην ανάγνωση και στην όποια αναζήτηση. Όσον αφορά στο Ευρετήριο (INDEX) που συνοδεύει τη μετάφραση μου, κανείς από τους προκατόχους μου δεν είχε ιδέα γι’ αυτό. Έκανα μεγάλο κόπο. Θα ήμουν ευτυχής αν μπορούσε κάποιος να μου υποδείξει λάθη ή αβλεψίες. Οι ίδιοι οι Ρώσοι δεν θα το δουν, νομίζω, χωρίς ενδιαφέρον. Ίσως υπάρξουν ορισμένα άρθρα που θα έχουν ασφαλώς κάποια μεγαλύτερη ανάπτυξη, ενώ άλλα μπορεί να οδηγήσουν και σε σημαντική μονογραφία. Για μένα το κύριο πλεονέκτημα ενός έργου αυτού του είδους πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα η σαφήνεια, η ακρίβεια και η ευκρίνεια. Σίγουρα θα έχω κάποια λάθη ή παραλείψεις, κι ο αναγνώστης θα συγχωρήσει τον τρόπο της σκέψης μου και την καινοτομία αυτής της εργασίας, καθότι υπάρχει ακόμα δυσκολία στη Γαλλία στο ν’ αποκτήσουν τα προϊόντα της ρωσικής λογοτεχνίας αποδοχή.

     Έλαβα υπ’ όψιν προηγούμενες μεταφράσεις, εννοώ σοβαρές εκδόσεις που έγιναν με επαρκές το κείμενο και από αρμόδιους μελετητές. Είναι μόνο τρεις: (που αναγνωρίζω ως πιο έγκυρες) η πολωνική έκδοση του Bielowski, η τσεχική έκδοση του Erben, και η δανική έκδοση του Smith. Αν και δεν υιοθετώ πάντα την ερμηνεία τους, στο έργο του Δανού συνάδελφου βρήκα για τα σχόλιά μου τις περισσότερες χρήσιμες αναφορές.

     Εκτός από αυτές τις τρεις πολύ σοβαρές εκδοχές, αλλά και αυτές απροσπέλαστες ως προς το αρχικό κείμενο, υπάρχουν και άλλες που εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται λόγω έλλειψης οτιδήποτε καλύτερου, και που σήμερα ίσως πρέπει να απορριφθούν. Αυτές είναι στα γερμανικά των Scherer, Schlözer και Müller, και στα γαλλικά του Louis Paris. Ο αναγνώστης θα είναι σε θέση να πάρει μια ιδέα για την αξία της τελευταίας εάν κάνει κάποια ανάγνωσή της και τη συγκρίνει με τη μετάφρασή μου.

     Δεν θα ξέφυγαν και λάθη από εργασία στην οποία έχω αφιερώσει τόσα χρόνια της ζωής μου; Όμως, όπως γίνεται με κάθε ανθρώπινο έργο, προφανώς και περιέχει ελαττώματα και κενά. Παρ’ όλα αυτά, θα παρέχει υπηρεσίες και ελπίζω να μπορώ στο μέλλον να τη βελτιώσω και να την αυξήσω σε νέα έκδοση. Εν τω μεταξύ, συνιστώ την προσοχή στους μελετητές. Ίσως έχω το δικαίωμα να αποχωρήσω από τον συγγραφέα μου, με τα λόγια που κάποτε ο Δάντης είπε στον Βιργίλιο:

Vagliami ‘l lungo studio e ‘l grande amore

Che m’han fatto cercar lo tuo volume…

***

     “Είμαι ευγνώμων για τη μακρά μελέτη και την αγάπη

       Που με έκαναν να ψάξω για τον τόμο σου…”

Ιανουάριος 1881.»

Kiy, Shek, Khoriv y Lybed.
Olga de Kiev en Constantinopla con Constantino VII y su bautismo.
Olga de Kiev. Quema de Iskorosten, capital de los drevlianos.
Entronización Hilarión de Kiev.

  • Η έκδοση περιέχει εκτενέστατο προλόγισμά μου, που διευκολύνει τον αναγνώστη στην όλη πρόσληψη του Χρονικού του Νέστορος, αλλά και μεγάλο πλήθος υποσημειώσεων που διευκολύνουν προς την ίδια κατεύθυνση. Φρονώ πως είναι καθήκον μέγιστο των «ιστορούντων» να τεκμηριώνουν με «πρωτογενείς και αυθεντικές γραπτές πηγές» τους όποιους ισχυρισμούς τους, αλλιώτικα τα όσα καταθέτουν παραμένουν απλά αναπόδεικτοι ισχυρισμοί, και τις περισσότερες φορές αυτοί οι ισχυρισμοί αποδεικνύονται έωλοι ή αποκαλύπτουν την «γύμνια» του εκφραστή τους.
  • Το γεγονός ότι δεν έχει κλείσει δεκαήμερο η έκδοση και έχει αποτελέσει ήδη πηγή «συγγραφής» σχετικού λήμματος στις Ηλεκτρονικές Εγκυκλοπαίδειες, αποτελεί ένδειξη πως κι εδώ κάτι γίνεται… που ελπίζω να έχει και συνέχεια και για άλλα ιστορικά θέματα, που τα στερεότυπα… μας έχουν αλλάξει τα φώτα!

———–

banner-article

Ροη ειδήσεων