Ακόμα κι αν αρχίσει άμεσα η απρόσκοπτη και μαζική αποστολή πυρομαχικών και οπλικών συστημάτων από τη Δύση στο Κίεβο, η Ουκρανία έχει ένα μείζον πρόβλημα: την έλλειψη στρατιωτών
Η επιχείρηση «Σταματήστε τον Vlad» (από το Βλαδίμηρος) δείχνει να οδηγείται στα βράχια, οι Ουκρανοί και οι υποστηρικτές τους δείχνουν να μην έχουν σενάριο εξόδου και η Ευρωπαϊκή Ένωση οδεύει προς τις εκλογές με άλλο ένα βαρίδι – το αδιέξοδο στο Ουκρανικό.
Οι τελευταίες προωθήσεις των ρωσικών θέσεων αμφισβητούν ευθέως τη γραμμή άμυνας του Κιέβου μετά την οπισθοχώρηση από την Αβντίιβκα και η αμηχανία του επιτελείου του Βολοντίμιρ Ζελένσκι φαίνεται στον ισχυρισμό ότι ουδέποτε είχε την πρόθεση να υπερασπιστεί τα τρία χωριά που κατέλαβαν τις τελευταίες μέρες οι Ρώσοι.
Οι πιέσεις του Κιέβου
Η έλλειψη πυρομαχικών που επικαλείται ο ουκρανικός στρατός για να δικαιολογήσει την οπισθοχώρηση έχει δύο αναγνώσεις: δραματοποιεί την κατάσταση για να επιταχυνθεί η διαδικασία αποστολής δυτικών ενισχύσεων στο Κίεβο, αλλά καταδεικνύει και τη συντριπτική υπεροπλία των Ρώσων. Αυτό που δεν ομολογεί η ουκρανική ηγεσία είναι πως, εκτός από πυρομαχικά, αρχίζουν να λείπουν και οι πρόθυμοι για στράτευση στην πρώτη γραμμή – σε αντίθεση με τη Ρωσία, που διαθέτει ακόμη αρκετές εφεδρείες.
Οι δυστοκίες στην πρώτη γραμμή προκαλούν γκρίνια στο επιτελείο και ο νέος αρχηγός του ουκρανικού στρατεύματος Ολεξάντρ Σίρσκι επιπλήττει τους αξιωματικούς του για «αστοχίες» και «κακές εκτιμήσεις» των διοικητών στο μέτωπο της Αβντίιβκα, «που επηρέασαν ευθέως τη βιωσιμότητα της αμυντικής γραμμής σε συγκεκριμένες περιοχές». Δήλωση που ουσιαστικά επιβεβαιώνει τις πληροφορίες για άτακτη υποχώρηση από την Αβντίιβκα και τα γύρω χωριά. Ο Σίρσκι προχώρησε σε αλλαγές στη διοίκηση των μονάδων, απομακρύνοντας αξιωματικούς «που δεν γνώριζαν την κατάσταση… και έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή των υφισταμένων τους».
Ο Ζελένσκι αποκεφάλισε τον Βαλέρι Ζαλούζνι τον περασμένο μήνα, όταν ο στρατηγός επισήμανε την ανάγκη επιστράτευσης 500.000 στρατιωτών για να επιτευχθούν οι στόχοι του Κιέβου. Η πρόταση ήταν οικονομικά και πολιτικά μη βιώσιμη και ο Ουκρανός Πρόεδρος, αντί να αναλάβει την ευθύνη, καρατόμησε τον στρατηγό.
Ρεπόρτερ του CNN που μίλησε με Ουκρανούς στρατιώτες στην πρώτη γραμμή έγραψε πως επικρατεί απαισιοδοξία. «Δεν είναι τόσο το momentum που έχουν οι Ρώσοι, αλλά το ότι εμείς δεν είμαστε προετοιμασμένοι να τους σταματήσουμε. Όσο δεν έχουμε καλές αμυντικές θέσεις αναδιπλωνόμαστε και υποχωρούμε» είπε ένας στρατιώτης που υπηρετεί σε ειδική μονάδα.
Το πραγματικό πρόβλημα
Με τον πόλεμο στον τρίτο χρόνο και την Ελβετία να ετοιμάζεται να φιλοξενήσει μια ειρηνευτική διάσκεψη το καλοκαίρι, από την οποία όμως θα απουσιάζει η Μόσχα, το ερώτημα είναι τι νόημα έχουν οι διακηρύξεις του Ζελένσκι ότι η χώρα του θα πολεμήσει μέχρι την τελική νίκη. Με βάση τα σημερινά δεδομένα ο διακηρυγμένος στόχος του, η ανακατάληψη της Κριμαίας και όλων των εδαφών στην ανατολική γραμμή, είναι μη ρεαλιστικός.
Ακόμα κι αν αρχίσει άμεσα η απρόσκοπτη και μαζική αποστολή πυρομαχικών και οπλικών συστημάτων από τη Δύση στο Κίεβο, η Ουκρανία έχει ένα μείζον πρόβλημα: την έλλειψη στρατιωτών. Μπορεί ο Εμανουέλ Μακρόν να πρότεινε την ανάπτυξη δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, αλλά καμία από τις χώρες της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας δεν συζητά σοβαρά αυτό το ενδεχόμενο, που θα οδηγούσε σε ανεξέλεγκτη κλιμάκωση.
Η ρωσική στρατηγική εξόδου
Η κατάσταση στο πεδίο της μάχης είναι απογοητευτική για τους Ουκρανούς και ο Πούτιν από θέση ισχύος επιμένει ότι «θα γίνει ειρήνη όταν θα επιτύχουμε τους στόχους μας, δηλαδή την αποναζιστικοποίηση και αποστρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας». Αυτό πρακτικά σημαίνει πολλά και τίποτα.
Η ρωσική στρατιωτική μηχανή είναι σε καλύτερη κατάσταση απ’ ό,τι πριν από έναν χρόνο, αλλά δεν μπορεί να απειλήσει το Κίεβο. Αρκείται το Κρεμλίνο στην κατοχή του Λουχάνσκ, του Ντονιέτσκ, της Ζαπορίζια και της Χερσώνας; Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε πως «η ειδική στρατιωτική επιχείρηση άρχισε ως επιχείρηση εναντίον της Ουκρανίας, αλλά με την πάροδο του χρόνου πήρε τη μορφή του πολέμου εναντίον της συλλογικής Δύσης».
Το Κρεμλίνο είναι λογικό να αντιλαμβάνεται πως αυτός ο πόλεμος «εναντίον της συλλογικής Δύσης» δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ αόριστον. Αλλά με τον Πούτιν σε θέση ισχύος ένα ερώτημα είναι ποιος θα του μιλήσει για στρατηγική εξόδου. Εκτός αν δεχτούμε ότι ο Ρώσος Πρόεδρος θεωρεί πως στρατηγική εξόδου είναι η παγίωση των ρωσικών θέσεων παράλληλα με την κόπωση στη Δύση, που θα του επιτρέψουν να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να διεκδικήσει την αναγνώριση του νέου status quo. Κάτι που πολιτικά θεωρείται απίθανο να το δεχτούν οι Δυτικοί σύμμαχοι, τουλάχιστον στην παρούσα φάση.
Η έλλειψη στόχων στη Δύση
Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε η Δύση με την ασάφεια των προθέσεων έναντι της Ουκρανίας. Τι ακριβώς επιδιώκει; Τη συνέχιση της βοήθειας στην Ουκρανία για να αμυνθεί ή τη χρησιμοποίηση του Κιέβου ως αιχμής του δόρατος σε έναν πόλεμο που έχει στόχο την ήττα της Ρωσίας;
Αν ο στόχος είναι να ηττηθεί συνολικά η Ρωσία, τότε είναι δύσκολο να επιτευχθεί από τη «συλλογική Δύση», η οποία δεν είναι καν σαφές πώς αντιλαμβάνεται την «ήττα του Πούτιν». Επιπλέον, αφήνοντας εκτεθειμένη την Ουκρανία, δείχνει μάλλον αδυναμία να υποστηριχθεί ένας τέτοιος στόχος, άρα αφήνει στον Πούτιν το περιθώριο να διατρανώνει τη στρατηγική υπεροχή του και την Ουκρανία να βαλτώνει.
«Πολλά λόγια, ελάχιστες συγκεκριμένες δεσμεύσεις» είπε ένας από τους πολιτικούς συμβούλους που συμμετείχαν στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου περιγράφοντας το αποτέλεσμα των προσπαθειών των δυτικών συμμάχων να δείξουν ότι υπάρχει αρραγές μέτωπο έναντι των φιλοδοξιών του Κρεμλίνου.
Εξάλλου είναι αδιευκρίνιστο τι ακριβώς σκέφτονται στη Δύση εκείνοι που χαράσσουν πολιτική: θέλουν να εξωθήσουν τους Ρώσους στις γραμμές που είχαν πριν από την αποτυχημένη ουκρανική αντεπίθεση ή να τους υποχρεώσουν να ξεριζώσουν τη διοικητική δομή που έχουν φτιάξει στο Ντονιέτσκ, το Λουχάνσκ και την Κριμαία, την οποία ουσιαστικά ελέγχουν εδώ και μια δεκαετία;
Πρόκειται για μια πραγματικότητα που δημιουργήθηκε με τη Δύση σε θέση παρατηρητή. Και το χειρότερο είναι ότι με τις δεξιές, εθνικιστικές πολιτικές δυνάμεις στις ΗΠΑ και την Ευρώπη να αρνούνται να επωμιστούν το κόστος του πολέμου, επικρατεί ρητορική θριαμβολογίας που δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, οι άνθρωποι του Ντόναλντ Τραμπ στο Κογκρέσο έχουν παγώσει το πακέτο βοήθειας ύψους 60 δισ. που υποσχέθηκε ο Πρόεδρος Μπάιντεν, με τους Δημοκρατικούς να υποστηρίζουν ότι το κονδύλι αυτό εγγυάται «την τύχη του ελεύθερου κόσμου» και τη «σωτηρία της δημοκρατίας όπως τη γνωρίζουμε».
Είναι δύσκολο να ταυτιστεί κάποιος με την άποψη ότι στην Ουκρανία κρίνεται «η τύχη του ελεύθερου κόσμου», όταν αυτός ο κόσμος κυοφορεί πολιτικούς όπως ο Τραμπ και οι Ευρωπαίοι θαυμαστές του. Ο στοιχειώδης σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου επιβάλλει την απελευθέρωση των κατεχόμενων ουκρανικών εδαφών. Αλλά υπάρχει και κάποιος άλλος παράγοντας στην πολιτική: ο πραγματισμός.
Κι αυτός ο παράγοντας πρέπει να συνυπολογιστεί στον προσδιορισμό επιτεύξιμων στόχων της Δύσης στο Ουκρανικό. Ως εκ τούτου η διακήρυξη για την ανάγκη να ηττηθεί ο Πούτιν είναι κενή περιεχομένου. Πολύ περισσότερο όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση συνδιαλέγεται και χρηματοδοτεί μία χώρα, την Τουρκία, που διατηρεί κατοχικές δυνάμεις σε κράτος-μέλος του κλαμπ…
——–