“Έρουτις αμαρτουλοί! – Καλιέ, δυο… Βαλιντίνους αγαπώ !” / γράφει η γκουστιρίτσα
Ααχ,αρχιτσιέλιγκα παντρέφκα
χηρου, νταβρατσμένου!
Ντούρους ι αρχιτσιέλιγκας
τουν γλιέπου ξιαναμμένου!
Πο ‘χ τα σαράντα πρόβατα
κι τα εξήντα γίδια!
Φουράει φουστανιέλα απού χασιέ
Κι έχ’ σμιχτά τα φρύδια!
Πο ‘ρχιτι αργά τα απουταχύ
κι πάρουρα του γιόμα…
Μα ιγώ άλλουν ‘νειρεύουμι
μέσα στουν αχυρώνα…
Θέλου τουν αρχιτσιέλιγκα
μα… θέλου κι του γιό
απ’ όχ’ δασύ του στήθους
κι ουραίου πισνό!
Ιδώ, στς αψλιές ραχούλις
κι στ Αγά του μαντρί*
μι δάκρυα μαγειρεύου
σ’ μπακράτσα του γιαχνί…
Ι νιός είντους τζιτζί!
Σκέδια φκιάνου πλάνα
σαν πλιένου τ άντρα μ’ του βρακί
μέσα εις την κουπάνα!
Φιγγλώ* σια δω, φιγγλώ σια κει
φιγγλώ κι παραπέρα…
Μι μπαίν ι διάβουλους στου βρακί
μι του Κίτσιου τ’ φλουγέρα…
Πού μι χαντς πού μι βρίισκς
τρέχου στου χειμαδιό.
Μι τρύπσαν τα γκαγκάνια!
Τι μ έφκιασ’ του σκατό!
Ξαπλώνου καταής
κι φκιάνου πως γρατζουνίσκα
σα …γλιέπου τουν Κίτσιου να ‘ρχιτι
σμα απού τν κατσίκα…
Ααχ,αααχ,αααχ ααχ!
Πόσου πουνώ η βουσκουπούλα!
Φκιάνου πως αντραλίζουμι
που κάτ’ απού τα μούρα!
Ιφτύς τν κατσίκα απαρατάει
κι έρχιτι σια πάνου μ’!
Σα ζγώνου στου τριχουτό τ’ του στήθους
πόσου ν’ αντέξου τζιάνου μ’;
Ισείς βουνά μ’, αψλά βουνά μ’
κι απάτητα γιουφύρια…
Κο, όλου κουλουστρίβουμι!
Θα φκιάσου τ’ Κίτσιου τα χατίρια!
Παένου κάτ’ απ τν αγκουρτσιά*
πέφτου κι γουνατίζου.
Γιατί, Θιέ του έρουτα,
και τς δύου να γαμπρίζου;
Καλιέ, θέλου τουν πατέρα
μα θέλου κι του γιό!
Άι, στουν Κρασουπούλ’ σας λιέω
θα πέσου να πνιγώ!
Ισείς πουλιά μ’ πιτούμινα
πάρτι μι τουν καημό!
Απού παπαδουκόρ’
ιγίνκα παρτσακλό!
Π’ τουν Κίτσιου ξιλουιάσκα
του μουσχουαναθριμμένου…
Κουρκλιούμι στα χουρτάρια…
Τριουρνώ σαν του βλαμμένου…
Ουιμέ, φυσάει άνιμους!
Άχου, δεν είνι πρίμους…
Παπαδουκόρ’ αγάπσι
δύου μαζί Βαλιντίνους!
Σαν έρτ’ του δείλι του μαβί
πρέπει ν’αποφασίσου…
Να κάτσου κο, στουν πατέρα
ή στου γιο τ’, τουν Κίτσιου;
Ααχ, μέρα που είνι σήμιρις
θα σκάσου απ’ του κακό μ’!
Κο, ποιον να διαλιέξου;
Άι, θα φκιάσου αμπιμπαμπλόμ!
………….
(* Τ’ Αγά του μαντρί: τοποθεσία στην περιοχή του Ρουμλουκιού)
(*Φιγγλώ* : κοιτάζω)
(*γκαγκάνια: αγκάθια)
(*αγκουρτσιά:αχλαδιά)
…………..
Θκια σας, η αγαπημέν’ σας
Γκουστιρίτσα