Διονύσιος Σολωμός: “Μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;”
Σαν σήμερα, 9 Φεβρουαρίου του 1857, πεθαίνει ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός. “Ελευθερία και γλώσσα” ήταν η έγνοια του, που οραματιζόταν και τις δυο να τις κερδίσει το έθνος του. Το έθνος πολεμούσε για την ελευθερία του με το σπαθί και το τουφέκι και ο ίδιος από τη μια κατέγραφε τους αγώνες στην ποίησή του κι από την άλλη αγωνιζόταν ο ίδιος για τη γλώσσα, τη γλώσσα του λαού του, πέρα από τις παραχαράξεις του λογιοτατισμού. Άλλωστε το γλώσσα και λαός το έδωσε μέσα από την περίφημη φράση του
“Η γλώσσα δεν είναι σπουδή λέξεων αλλά μελέτη ανθρώπων”
far
Την πνευματική ελευθερία η μεγαλοφυία του Σολωμού την άγγιξε και την διαλάλησε στο «Διάλογό» του με το φίλο του σοφολογιότατο, πάνω στο συσχετισμό ελευθερίας και γλώσσας:
«Μήγαρις έχω άλλο στο νού μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα; Εκείνη άρχισε να πατεί τα κεφάλια τα τούρκικα, τούτη (η γλώσσα) θέλει πατήσει ογλήγορα τα σοφολογιοτατίστικα».
«… Και έπειτα αγκαλιασμένες και οι δυό εις τον δρόμον της δόξας, χωρίς ποτέ να γυρίσουν οπίσω αν κανένας σοφολογιότατος κρώζει η κανένας Τούρκος βαδίζει, διατί διά με είναι όμοιοι και οι δύο».
Στο θέμα της γλώσσας ο Σολωμός δεν είναι απλά ο τολμηρός πρόδρομος του Ψυχάρη. Είναι ο φωτερός οδηγός όλου του κινήματος του δημοτικισμού, ως κινήματος ελευθερίας:
«Εσύ μιλείς διά ελευθερία; – λέγει ο ποιητής στον σοφολογιότατο – εσύ όπου έχεις αλυσωμένον το νού σου από όσες περισπωμένες εγράφησαν από την εφεύρεσιν της τυπογραφίας έως τώρα, εσύ ομιλείς διά ελευθερία;».
Ο ποιητής συνδέει την έννοια της ελευθερίας, όχι με την τυπική έννοια της γλώσσας, αλλά με την ευρύτερη έννοια της, ως μέσου διαφωτισμού του λαού, ως μέσου δηλαδή γιά την απολύτρωση του από το σκοτάδι της αμάθειας. Ετσι, και μόνος ο «Διάλογος» του Σολωμού θά αρκούσε γιά ν’ αναγνωριστεί ο ποιητής ως πολύ μεγάλος Ελληνας. Ο «Διάλογος» του είναι ένας φιλιππικός, γεμάτος αλήθεια, ζωντάνια, αγανάκτηση, ορμή και άπλετο φως:
Ποιητής:…«Σοφολογιότατε, αυτά είναι τα μαθήματα που τους δίνετε και θέλετε να τους φωτίσετε! Τότε κάνει να τους φωτίσετε και με μιά φούχτα στάχτη στα μάτια. Σας δίνω όμως την είδησιν οτι ετελείωσε το βασίλειόν σας εις την Ελλάδα, με των Τούρκων το βασίλειον. Ετελείωσε και ίσως αναθεματίσετε την ώρα της Επαναστάσεως…».
Και ο ποιητής συνεχίζει τον φιλιττπικό του κατά των σκοταδιστών:
«… Αλλη έγνοια δεν έχετε παρά να διακονεύετε λέξες με τα κεφάλια σας, και τα κεφάλια σας είναι άλαλα και ξερά, ωσάν τα κρανία που κοιμούνται στα χώματα».
Και συνεχίζει με μιά κεραυνωτική οργή:
«… Κοράκοι όλοι κοράκοι αληθινοί και χειρότεροι από τον κόρακα, οπού βγήκε από την κιβωτό και εθρεφόταν από τα λείψανα, όπου είχε αφήσει ο κατακλυσμός του κόσμου…».
Με αυτή την ορμή και αγανάκτηση πολεμούσε ο Σολωμός τους σοφολογιότατους, οι οποίοι προσπαθούσαν να τυφλώσουν το Γένος με την καθαρεύουσα τους, τους τόνους και τα πνεύματα της. Αγωνιζόμενος γιά τη γλώσσα καθαγίαζε ταυτόχρονα ενα μέρος της πνευματικής ελευθερίας. Η βαθύτερη ιδέα που κρύβει ο «Διάλογος» βρίσκεται στην περίφημη φράση του ποιητή:
«Υποτάξου πρώτα στη γλώσσα του λαού κι αν είσαι αρκετός (άξιος), κυρίεψε την».
ΠΟΙΗΤΗΣ: Σοφολογιότατε, τες λέξες ο συγγραφέας δεν τες διδάσκει, μάλιστα τες μαθαίνει από του λαού το στόμα· αυτό το ξέρουν και τα παιδιά.
ΣΟΦΟΛΟΓΙΟΤΑΤΟΣ: Γνωρίζεις τα [αρχαία] Ελληνικά, Κύριε; τα γνωρίζεις, τα εσπούδαξες από μικρός;
ΠΟΙΗΤΗΣ: Γνωρίζεις τους Έλληνας, Κύριε; τους γνωρίζεις, τους εσπούδαξες από μικρός;
ΠΟΙΗΤ. Κάθε γλώσσα πρέπει εξ ἀνάγκης να έχη λέξεις απὸ άλλες γλώσσες· Και η ευγένεια των γλωσσών είναι ωσάν την ευγένεια των ανθρώπων· ευγενής εσύ, ευγενής ο πατέρας σου, ο πάππος σου ευγενής, αλλά πηγαίνοντας εμπρός βρίσκεις βέβαια τον άνθρωπον οπού έπαιζε τη φλογέρα του βόσκοντας πρόβατα.