“Κεντροαριστερά: Κούρσα για δύο, αλλά… χωρίς κοινό” / γράφει ο Σταύρος Χριστακόπουλος
Όλα τριγύρω αλλάζουνε και, σε αντίθεση με τους στίχους του τραγουδιού του Νίκου Παπάζογλου, σχεδόν τίποτε δεν μένει ίδιο, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις – τετελεσμένες και αναμενόμενες – στην Κεντροαριστερά
Η κούρσα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για τη δεύτερη θέση στις επερχόμενες εκλογές του φετινού Ιουνίου είναι το κυρίαρχο στοιχείο, αυτό που θα μας απασχολήσει το πρώτο εξάμηνο περισσότερο από κάθε άλλο – σε όσα αφορούν όχι μόνο την Κεντροαριστερά και την «κυβερνώσα» Αριστερά, αλλά και τις ισορροπίες του πολιτικού συστήματος.
Τα δύο κόμματα εμφανίζουν ήδη εδώ και αρκετά χρόνια αντίστροφες πορείες, καθώς, σε ό,τι αφορά τα εκλογικά τους σώματα, πρόκειται για σχηματισμούς με μεγάλο εύρος ψηφοφόρων, οι οποίοι, μετακινούμενοι από τον έναν στον άλλο, αναδιαμορφώνουν συνεχώς τις ισορροπίες μεταξύ τους – χωρίς πάντως να έχουμε ένα «κλειστό» σύστημα μετακινήσεων μεταξύ τους:
● Τον Μάιο του 2012, για να εκτιναχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ από το 4,60% του 2009 στο 16,78% (άνοδος 12,18%), χρειάστηκε μια γενναία μετακίνηση από το ΠΑΣΟΚ, το οποίο γκρεμίστηκε από το 43,92% στο 13,18%, χάνοντας γύρω στο 70% των ψήφων του – απώλεια 30,74% του εκλογικού σώματος.
● Τον επόμενο μήνα εκείνης της χρονιάς ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε ένα ακόμη άλμα στο 26,89% (άνοδος 10,11%), παρότι το ΠΑΣΟΚ συρρικνώθηκε περαιτέρω μόνο κατά 0,9%, φτάνοντας στο 12,28%.
● Χρειάστηκαν δυόμισι χρόνια ακόμη ώστε τον Ιανουάριο του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ να φτάσει το 36,34% (άνοδος 9,45%) και το ΠΑΣΟΚ να φτάσει στο 4,68% (μείωση 7,6%).
● Μερικούς μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2015, το ΠΑΣΟΚ πήρε μια μικρή ανάσα ανεβαίνοντας στο 6,29% (άνοδος 1,61%) και ο ΣΥΡΙΖΑ υποχώρησε ελάχιστα στο 35,46% (πτώση 0,88%).
● Από εκεί και πέρα αρχίζει μια αντίστροφη πορεία, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ – ύστερα από διακυβέρνηση 4,5 ετών – το 2019 πέφτει στο 31,53% (μείωση 3,93%) και το ΠΑΣΟΚ, ως Κίνημα Αλλαγής, ανεβαίνει στο 8,10%, αυξάνοντας το ποσοστό του μόνο κατά 1,81%.
● Και φτάνουμε στον Μάιο του 2023, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ γκρεμίζεται κυριολεκτικά στο 20,07% με απώλεια 11,46% και το ΠΑΣΟΚ ανεβαίνει στο 11,46% κερδίζοντας 3,36%.
● Έναν μήνα αργότερα, τον Ιούνιο του 2023, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει περαιτέρω απώλεια 2,24% φτάνοντας στο 17,83%, αλλά το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται σχεδόν στάσιμο φτάνοντας στο 11,84% με άνοδο μόλις 0,38%.
Από τότε και ύστερα υπάρχουν, προφανώς, μόνο δημοσκοπικά ευρήματα, τα οποία δείχνουν ότι, σε απόσταση μόλις έξι μηνών από τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να συρρικνώνεται, ενώ την ίδια ώρα το ΠΑΣΟΚ εμφανίζει κέρδη σαφώς μικρότερα των απωλειών του ΣΥΡΙΖΑ.
Για παράδειγμα στη δημοσκόπηση Δεκεμβρίου της Pulse RC για τον ΣΚΑΪ, στην εκτίμηση ψήφου με κατανομή των αναποφάσιστων το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται στο 15% και ο ΣΥΡΙΖΑ (τρίτος στις περισσότερες από τις έρευνες των τελευταίων μηνών) στο 14%.
Οι δεξαμενές
Ένα συμπέρασμα από τα παραπάνω στοιχεία είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ επωφελούνται ο καθένας από την πτώση του άλλου, αλλά προφανώς όχι ισόποσα.
Δεν θα μπορούσε άλλωστε να ισχύει κάτι τέτοιο λόγω της περιπλοκότητας του πολιτικού σκηνικού των τελευταίων 15 ετών, της συνεχούς εμφάνισης και εξαφάνισης κομμάτων στην ευρύτερη γειτονιά της Κεντροαριστεράς / Αριστεράς, αλλά και της ικανότητας της Ν.Δ. να διεισδύει – και πλέον να κυριαρχεί – στον χώρο του Κέντρου, ο οποίος αποτελεί τον κύριο τροφοδότη των κομμάτων εξουσίας.
Αυτή ακριβώς η κυριαρχία της Ν.Δ., αλλά και η ισχυρή μετατόπιση δυνάμεων προς τον άξονα Κεντροδεξιάς / Δεξιάς στις εκλογές του 2023, έχει σαφώς μειώσει την αριστερή / κεντροαριστερή εκλογική πίτα, με κύριο θύμα το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ / ΠΑΣΟΚ, το οποίο από 39,63% το 2019 έφτασε στο 29,67%, μειωμένο κατά 9,96%. Στην προαναφερθείσα δημοσκόπηση της Pulse το ίδιο άθροισμα παραμένει στο 19%, αλλά με αλλαγή στη σειρά κατάταξης των δύο κομμάτων.
Επομένως τα δύο αυτά κόμματα θα πρέπει – πέρα από τον αυτονόητο μεταξύ τους ανταγωνισμό – να εστιάσουν στην προσέλκυση ψηφοφόρων από άλλους χώρους. Οι δεξαμενές είναι δύο: η ευρύτερη Αριστερά και η Κεντροδεξιά. Ας τις δούμε λεπτομερώς.
1. Η Κεντροδεξιά μέχρι στιγμής καλύπτεται απολύτως από τη Ν.Δ., συνεπώς η προσέλκυση ψηφοφόρων από την εν λόγω δεξαμενή του νεοδημοκρατικού 41% απαιτεί πριν απ’ όλα την έκφραση έντονης δυσαρέσκειας προς το κυβερνών κόμμα. Απαιτεί όμως και τη διατύπωση σαφών προτάσεων από τους αριστερούς και κεντροαριστερούς μνηστήρες, οι οποίες θα κριθούν από το συγκεκριμένο εκλογικό κοινό όχι μόνο αν είναι προτιμότερες αυτών της Ν.Δ., αλλά και εφαρμόσιμες. Η εποχή των εύκολων υποσχέσεων έχει περάσει για όλους.
2. Η αριστερή δεξαμενή πιθανής άντλησης ψήφων έχει τεράστιο ενδιαφέρον, αλλά είναι εξαιρετικά δυσπρόσιτη για διάφορους λόγους. Είναι προφανώς ελκυστικό το (δημοσκοπικό – Pulse) 18%, το οποίο συντίθεται από το 10% του ΚΚΕ, το 3% της Πλεύσης Ελευθερίας και το 2,5% που φαίνεται να έχουν κατοχυρώσει τόσο το ΜέΡΑ25 όσο και η Νέα Αριστερά.
Ωστόσο αυτό το 18% είναι κατά μόλις 4,64% μεγαλύτερο από το 13,36% που είχαν συγκεντρώσει αθροιστικά τον Ιούνιο του 2023 το ΚΚΕ (7,69%), η Πλεύση Ελευθερίας (3,17%) και το ΜέΡΑ25 (2,50%). Μικρή πίτα για να τη μοιραστούν δύο κόμματα που φιλοδοξούν – ρητορικά τουλάχιστον – όχι μόνο να κατοχυρώσουν τη δεύτερη θέση, αλλά και να προβάλουν το επόμενο διάστημα ως το αντίπαλο δέος για τη Ν.Δ.
Με μια κάπως επιφανειακή προσέγγιση θα λέγαμε ότι, εάν το ένα από τα δύο κόμματα της κυβερνώσας Κεντροαριστεράς / Αριστεράς δεν υποβάλλει το άλλο σε αφαίμαξη, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2012 και το 2015, ή δεν προκύψει μια ισχυρή μετατόπιση ψηφοφόρων της Ν.Δ. προς τα αριστερά της, οι μεγαλεπήβολοι στόχοι ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα παραμείνουν ανεκπλήρωτοι το επόμενο διάστημα.
Το μέγεθος της δυσκολίας τού εν λόγω εγχειρήματος τονίζουν ακόμη περισσότερο η πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες, οι μεταρρυθμιστικές επιλογές της κυβέρνησης για τους επόμενους μήνες και η διαπιστωμένη αδυναμία των δύο αυτών κομμάτων να επωφεληθούν από τα ζόρια της νεοδημοκρατικής κυβέρνησης. Ας τα δούμε λίγο πιο αναλυτικά.
Ένα στοίχημα που ήδη χάθηκε
Τα σημαντικότερα προβλήματα των πολιτών (Pulse, Δεκέμβριος) είναι οικονομικά και αφορούν την ακρίβεια (88%) και ειδικότερα τα τρόφιμα (50%), το ηλεκτρικό ρεύμα (28%) και τη θέρμανση (12%). Εάν η κατάσταση επιδεινωθεί σοβαρά ή αρχίσουν να εξαντλούνται μαζικά οι αντοχές ήδη δοκιμαζόμενων νοικοκυριών, θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει ότι η κυβέρνηση θα πληγεί δημοσκοπικά το επόμενο διάστημα και πιθανότατα εκλογικά στην ευρωκάλπη του Ιουνίου.
Βεβαίως θα πρέπει να θυμηθούμε ότι τον Απρίλιο του 2023, έναν μήνα πριν από τις πρώτες εκλογές της χρονιάς, σε ερώτηση της Pulse για τα κριτήρια ψήφου των πολιτών, το 88% απαντούσε «η κοινωνική πολιτική: Υγεία, Παιδεία κ.λπ.» και το 86% «η ακρίβεια και η οικονομία». Έναν μήνα αργότερα η Ν.Δ. θριάμβευσε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 13 μονάδες και το ΠΑΣΟΚ πήρε μόλις 4 συγκριτικά με το 2019 – το δε άθροισμά τους, όπως προείπαμε, μειώθηκε κατά 10%. Πόσο εύκολο είναι, λοιπόν, τώρα η ακρίβεια και η οικονομία να αποτελέσουν ισχυρό τροφοδότη των δύο αυτών κομμάτων και μάλιστα εις βάρος της Ν.Δ.;
Κατά πολλούς αυτό το στοίχημα παίχτηκε πέρυσι και χάθηκε. Μαζί με αυτό – την αντιμετώπιση της ακρίβειας – χάθηκε και η ευκαιρία τους να ισχυροποιηθούν αντλώντας κέρδη από ζητήματα όπως το κράτος δικαίου (υποκλοπές), η διαχείριση του δημόσιου χρήματος (απευθείας αναθέσεις), η εγκατάλειψη των δημόσιων υποδομών (δυστύχημα Τεμπών), η κακή διαχείριση φυσικών φαινομένων (πυρκαγιές, πλημμύρες), η κατάσταση των δομών Υγείας (κορωνοϊός και όχι μόνο).
Η κοινωνική ατζέντα
Ένα άλλο θέμα από το οποίο θεωρητικά θα μπορούσε να χάσει η Ν.Δ. το επόμενο διάστημα είναι αυτό της θέσπισης μη κρατικών / μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων. Δύσκολα τα πράγματα κι εδώ για την αντιπολίτευση, αφού, σύμφωνα με την Pulse, το 54% (ποσοστό πολύ ευρύτερο από το εκλογικό 41% της Ν.Δ.) συμφωνεί με αυτή τη μεταρρύθμιση. Η δε αντίθεση σε αυτήν φτάνει μόλις το 30%, ποσοστό σημαντικά μικρότερο του συνολικού εκλογικού ποσοστού του ΠΑΣΟΚ και της όλης Αριστεράς. Συνεπώς μάλλον προβλήματα μπορεί να έχουν
παίζοντας σκληρά σε αυτό το πεδίο παρά όφελος.
Ένα άλλο μεγάλο θέμα της κοινωνικής ατζέντας είναι η Υγεία. Εδώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει υποσχεθεί μια αναδιαμόρφωση του χάρτη των υπηρεσιών υγείας χάρη και στα κεφάλαια του Μηχανισμού Ανάκαμψης, οπότε μένει να δούμε τι θα ανακοινωθεί το επόμενο διάστημα.
Για την ώρα βλέπουμε τον αρμόδιο υπουργό Μιχάλη Χρυσοχοΐδη να αυξάνει κατακόρυφα την αυστηρότητά του έναντι των διοικήσεων των νοσοκομείων σε περιπτώσεις πλημμελούς παροχής υπηρεσιών, αλλά αυτό είναι προφανώς σταγόνα στον ωκεανό των προβλημάτων του ΕΣΥ. Επιπλέον παραμένει άγνωστο ποιος θα μπορούσε να ωφεληθεί από τυχόν απώλειες της Ν.Δ. εξαιτίας της κατάστασης στην Υγεία.
Ένα άλλο μεγάλο θέμα είναι αυτό της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, στο οποίο η κυβέρνηση έχει κυριολεκτικά χάσει την μπάλα καθ’ όλη τη διάρκεια των 4,5 ετών της διακυβέρνησής της και, μάλιστα, όσο περνάει ο καιρός τόσο μεγαλύτερα είναι τα κενά που αποκαλύπτονται.
Εδώ μια παρατήρηση: Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα που κατ’ εξοχήν θα κρινόταν ανεπαρκέστερο από τη Ν.Δ. σε θέματα δημόσιας τάξης. Το δε ΠΑΣΟΚ βρίσκεται αρκετά χρόνια εκτός εξουσίας, συνεπώς δύσκολα θα μπορούσε να αξιολογηθεί η ικανότητά του να επωφεληθεί από τυχόν δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση σε αυτό το πεδίο. Το ίδιο ακριβώς ισχύει σε θέματα Δικαιοσύνης, στα ελληνοτουρκικά και στο μεταναστευτικό. Το ΠΑΣΟΚ ενδεχομένως θα είχε κάποιες ισχνές ελπίδες να πάρει κάτι, αλλά για τον ΣΥΡΙΖΑ τα πράγματα σε όλα αυτά τα πεδία είναι ιδιαιτέρως δύσκολα.
Στην πραγματικότητα τυχόν διαρροές της Ν.Δ. μάλλον θα κατευθύνονταν προς τα δεξιά παρά προς τα αριστερά της.
Όλα του γάμου δύσκολα
Αυτή ακριβώς η εικόνα επικρατεί και στο μεγάλο θέμα του γάμου ομόφυλων ζευγαριών και στο δικαίωμα νομικής αναγνώρισης τέκνων στο πλαίσιο αυτού του γάμου. Σύμφωνα πάλι με την Pulse Δεκεμβρίου:
Το 52% (ποσοστό πολύ ευρύτερο του 41% της Ν.Δ.) δηλώνει θετική στάση ως προς τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών και μόνο το 33% είναι ξεκάθαρα αρνητικό.
Το 42% (ισόποσο του 41%) δηλώνει θετική στάση στη νομική αναγνώριση παιδιών που μεγαλώνουν με ομόφυλα ζευγάρια. Το αρνητικό ποσοστό εδώ είναι 47%, αλλά αποτελεί μια δεξαμενή κατ’ εξοχήν εχθρική προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ ίσως έχει κάποιες μικρές ελπίδες το ΠΑΣΟΚ, του οποίου οι ψηφοφόροι είναι επίσης επιφυλακτικοί σε έναν βαθμό στο θέμα της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια.
Ωστόσο, αν υποτεθεί ότι η Ν.Δ. θα είχε διαρροές εξαιτίας αυτού του θέματος, και μάλιστα σε κλίμα σύγκρουσης με την Εκκλησία, αυτές πολύ ευκολότερα θα κατευθύνονταν προς τα δεξιά της παρά προς τα αριστερά. Δύο συμπεράσματα λοιπόν:
● Ο ΣΥΡΙΖΑ στα περισσότερα από τα θέματα που μπορούν να προκαλέσουν ζημιά στη Ν.Δ. είτε δεν αποτελεί επιλογή για έκφραση διαμαρτυρίας είτε έχασε το τρένο την προηγούμενη τετραετία είτε, τέλος, ενδέχεται να υποστεί ζημιά αν η κυβέρνηση καλύψει με νομοθετικές πρωτοβουλίες μέρος του κοινού του.
● Το ΠΑΣΟΚ έχει μεγαλύτερη δυνατότητα επικοινωνίας με το κεντρώο κοινό που έχει ψηφίσει Ν.Δ., αλλά και μεγαλύτερη δυσκολία να βγει στο «αντάρτικο» προδίδοντας τον προοδευτικό του χαρακτήρα προκειμένου να επωφεληθεί.
● Η σκληρή και Άκρα Δεξιά έχει περισσότερες πιθανότητες σε μια σειρά θέματα να εισπράξει κάποια δημοσκοπικά ή εκλογικά κέρδη, αλλά τη δυσκολεύει ο κατακερματισμός της.
Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα δώσουν έναν σκληρό αγώνα μεταξύ τους, αλλά χωρίς, προς το παρόν, να ελπίζουν ότι θα υπάρξει μια μαζική μετακίνηση κεντρώων ψηφοφόρων που θα έδινε σε ένα από τα δύο αυτά κόμματα τη δυνατότητα να προβάλει ως μια ισχυρή αντιπολίτευση. Αυτά, μέχρι να έχουμε τα όποια νέα δεδομένα…