Βιβλίο Γράμματα & Τέχνες Πολιτισμός

Βιβλίο: Μαριάνθη Αλειφεροπούλου – Χαλβατζή “Ποιήματα της νιότης και της ωριμότητας” / Η ποίηση του “εμείς”

Η Μαριάνθη Αλειφεροπούλου – Χαλβατζή με το τελευταίο της βιβλίο, “Ποιήματα της νιότης και της ωριμότητας”, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή τον περασμένο Μάϊο,  ολοκληρώνει έναν συγγραφικό κύκλο, όπου η πεζογραφία εναλλάσσεται με την ποίηση κατά εποχές.

Μετά το συγκλονιστική συλλογή διηγημάτων “Μάνα…”, που κυκλοφόρησε το 2003,  το ποιητικό της αφήγημα σε δύο μέρη με τίτλο “Προμηθέων τόποι”, πέντε χρόνια αργότερα, το 2008, και το “Σπιναλόγκα ( Βωμός και Ακληπιείο)”, το 2019, το οποίο  έχει και πάλι τη μορφή ποιητικού αφηγήματος, η συγγραφέας συγκεντρώνει σε ένα βιβλίο ποιήματά της που γράφτηκαν από τα νεανικά της χρόνια μέχρι την τωρινή εποχή, την εποχή της ωριμότητάς της. Η έκδοση, πρέπει να σημειωθεί, είναι ιδιαίτερα επιμελημένη.

Η Αλειφεροπούλου είναι πέρα από επιστήμονας, γιατρός, μια γυναίκα με έντονη συνδικαλιστική δράση και ενεργό συμμετοχή στους κοινωνικούς λαϊκούς αγώνες. Όλα της τα βιβλία είναι επηρεασμένα ή καλύτερα μπολιασμένα από την οπτική  με την οποία αντιλαμβάνεται την κοινωνική δικαιοσύνη στη χώρα αλλά και παγκόσμια.

Στο τελευταίο της  βιβλίο ο αναγνώστης, (αυτός που τη γνωρίζει και εκτιμά τον ανήσυχο και αγωνιστικό χαρακτήρα της, αλλά και αυτός που δεν γνωρίζει την ίδια), μπορεί να διακρίνει την ποιητική μετάβαση από την νέα γυναίκα που  ψάχνει το δρόμο της, έχοντας όμως μία σκευή στοχασμών που πηγάζουν ως παρακαταθήκη από το σπίτι της και την ευαισθησία της, μέχρι την συνειδητοποιημένη γυναίκα που είναι σίγουρη για το δρόμο που επέλεξε, καλώντας και άλλους να τον ακολουθήσουν.

Η συλλογή χωρίζεται σε μέρη με ποιήματα που εντάσσονται στα: Στοχαστικά, της Δικτατορίας 1967-1974, του Αγώνα, Ιατρικά, Ερωτικά και κείνα που είναι αφιερωμένα στη γυναίκα.

Εκείνο που χαρακτηρίζει τα περισσότερα ποιήματα είναι η ικανότητα της Αλειφεροπούλου να δίνει εικόνες, άλλοτε τρυφερές,  άλλοτε δυναμικές ή σκληρά ρεαλιστικές, ανάλογα με το θέμα της κάθε φορά.

Άλλο χαρακτηριστικό ο ιδεολογικός προσανατολισμός, που μπορεί να μην είναι έντονος στα πρώτα ποιήματα, αλλά γίνεται σχεδόν μόνιμη επίκλησή του στα περισσότερα, σαν μια κραυγή που ζητά κι από τον υπόλοιπο κόσμο να συνειδητοποιήσει το σωστό και το δίκιο.

Τρίτο και σημαντικότατο είναι η ικανότητά της να χρησιμοποιεί, όταν τον χρησιμοποιεί, τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, που προσδίδει στα ποιήματά της μια  αφηγηματικότητα συναρπαστική, που θυμίζει Δημοτικό Τραγούδι.

Όταν επιδίδεται σε  σύγχρονες ποιητικές φόρμες, πολλές φορές πλατειάζει και χάνει το ρυθμό της, αδικώντας τα κείμενά της, και φορτώνοντάς τα όχι μόνο με λεπτομέρειες που τους στερούν την αμεσότητα, αλλά και με απώλεια της μουσικότητάς τους.

Με το πρώτο ποίημα της συλλογής όχι μόνο κερδίζει τον αναγνώστη, αλλά κάνει και μια αθέλητη αυτοπροσωπογραφία της:

Η καρδιά μου

Μια διάπυρη μάζα
καλπάζει στους απέραντους πάγους
σκορπώντας πίσω της
πιτσιλιές από φως.
Τούτη η καρδιά μου,
που τον πάγο τον λιώνει
νερό και το πίνει,
τη λευκή μοναξιά διασχίζει,
τον άνθρωπο ψάχνει, πασχίζει,
με λάβα στον πάγο
το χνάρι αφήνει.

Ήδη στα ποιήματα της νιότης η αγωνία για το αύριο του λαού, η σήψη που κυριαρχεί, την προβληματίζουν:

Ρύπανση

Βρομίσανε, λένε, οι πολιτείες μας
απ’ τα σκουπίδια και τις χωματερές,
οι ακτές και τα ποτάμια
από τις βιομηχανίες και τα λύμματα,
τα χωριά μας απ’ τ’ απόνερα και το βούρκο.

Υπάρχουν όμως
και τα ξεβρασμένα όνειρα
τόσων ανθρώπων που βουλιάζουν,
οι ρύποι απ’ τη χαμένη αξιοπρέπεια,
τ’ απόβλητα του φόβου και της άγνοιας
οι σαπισμένες ελπίδες τόσων παιδιών
και συλλογιέμαι:
“Γι’ αυτήν τη ρύπανση
ποιος θα φροντίσει;”

Η συνειδητοποίηση έρχεται αργότερα  με συγκεκριμένη πια ιδεολογία:

Στα παιδιά του Πολυτεχνείου

[…]
Με το αίμα σας σήμερα
βάψαμε κόκκινες τις σημαίες μας
στο κατακόκκινο χρώμα της ζωής.
Κι Εσείς ολόρθοι, οι σκοτωμένοι μας,
δεν είσαστε χλομοί, ούτε νεκροί,
είστε λευκοί, κατάλευκοι
είσαστε εδώ, μαζί μας, ολοζώντανοι
οι σκοτωμένοι μας.

Η ιατρική της ιδιότητα την κάνει να συσσωρεύει πλήθος αρνητικών εμπειριών από την ανισότητα που κυριαρχεί στο χώρο:

Στην πύλη του Νοσοκομείου Παίδων (1977)

Η πύλη του νοσοκομείου φρουρημένη.
Μόνο κομψές κυρίες περνάνε
για την “πρώτη θέση”.
Οι γύφτοι, οι φτωχοί και οι χωριάτες,
φαμίλιες ολόκληρες οι “τρισκατάρατοι”
ξημεροβραδιάζουν στο πεζοδρόμιο,
στον ίσκιο του ψηλού μαντρότοιχου
έξω από την πύλη,
καθώς απαγορεύεται να την περάσουν
για την “τρίτη θέση”.

[…]

ΙΚΑ

Πρωί, πολύ πρωί,
ουρά οι μεροκαματιάρηδες
και οι συνταξιούχοι
στους βρομισμένους διαδρόμους
με τις ταμπέλες”μην πτύετε”
και τις γωνιές γεμάτες αποτσίγαρα.
Πρωί, χαράματα,
να πάρουνε σειρά
έξω από τις κλεισμένες πόρτες
με το “βιβλιάριο ασθενείας”
ευλαβικά τυλιγμένο
σ’ ένα άσπρο μαντίλι.
Χρόνια μαζεύανε ένσημα
για μια θέση στη μεγάλη ουρά της αναμονής.
Χρόνια, πολλά χρόνια δουλειάς,
για να μάθουν να περιμένουν με δέος
ώρες πολλές τη “σειρά” τους
για ένα φτηνό φάρμακο
ή για μια άδεια που δικαιούνται.
Για να γεράσουν…

[…]

Τα ερωτικά της ποιήματα είναι άπειρης τρυφερότητα και διαύγειας:

Αγρυπνώ

[…]

Απέραντο το κορμί σου
πώς να το περπατήσω;
Το μετερίζι της λεύτερης καρδιάς σου
λαχταράω να αγγίξω
στης αγκαλιάς σου το απάγκιο
να ονειρευτώ, να αγκυροβολήσω.
Μαζί σου στις αετοφωλιές
εκεί, τ’ αψήλου, πάρε με να ζήσω.

Ο απόηχος του Δημοτικού Τραγουδιού είναι πιο έντονος στα “Ποιήματα της Ωριμότητας”. Ο Ταΰγετος, το βουνό της πατρίδας της, της Λακωνίας, όλο και πιο συχνά μιλάει τώρα μέσα της με τους πανάρχαιους ρυθμούς του . Γράφει:

Στη θάλασσα

Πάρ΄τη ματιά μου, θάλασσα
και κάνε την φουρτούνα.
Μη μ’ ακουμπάς και υπόσχεσαι
με τα φερσίματά σου,
μη με μαγεύεις και ξεχνώ
μη με καλείς και φεύγω.
Είν΄η καρδιά μου εύπιστη
η όμορφη παιδούλα
μα οι σκοτωμένοι αμέτρητοι
χιλιάδες πεινασμένοι.
Πάρε το ονειροπόλημα
και κάν’ το ανταρσία,
το φλοίσβο και το δάκρυ μου
κάνε τα καταιγίδα
την όμορφη πανσέληνο
στο νου φωτοβολίδα.
Γιατί το δίκιο παίρνεται
και δε μοιρολογιέται
με το μυαλό, με το σπαθί
το λάβαρο του αγώνα.
Αν στέκομαι και σε κοιτώ
μετράω τη δύναμή μου
ίδια με κείνη που και συ
κρύβεις μες στη γαλήνη.

( Το ποίημα μελοποιήθηκε από την Εύα Φάμπα)

Αλλά και οι αγωνιστές του Δημοκρατικού Στρατού ζουν μέσα στην ποίησή της:

Μάχη στο Χάρο της  Κοτύλης ( 1947)

[…]

Πήραν του αγέρα την ορμή
τη λεβεντιά του Γράμμου
και με τα λιανοντούφεκα
ήρθαν ν’ αντιπαλέψουν
τ’ αεροπλάνα, τις ναπάλμ
που λιώναν και τις πέτρες
των πολυβόλων τη φωτιά
του τύραννου τη βία.

Άνιση μάχη κι άδικη
μα εκείνα ορκιστήκαν.
Τούτη την όμορφη κορφή,
του Προμηθέα το βράχο,
να την κρατήσουν άπαρτη
λεύτερο μετερίζι.

[…]

Ένα από τα ωραιότερα ποιήματα της συλλογής είναι το “Κατευόδιο”, αφιερωμένο στον Χαρίλαο Φλωράκη, που έφυγε από τη ζωή τον Ιούνιο του 2005. Η ταφή του έγινε στο χωριό του , το Παλιοζογλώπι. Κανείς επικήδειος, κανένα πολιτικό κείμενο δε θα μπορούσε να έχει τη δύναμη αυτού του τραγουδιού της Αλειφεροπούλου για τον καπετάν Γιώτη, που δεν θα ησυχάσει, σύμφωνα με την ποιητική της σύλληψη, παρά μόνο όταν ο κόσμος, που γι αυτόν πολέμησε, θα γίνει καλύτερος. Τότε θα ξαποστάσει.

Έτσι δίνεται από την ποιήτρια η αρχή και το τέλος αυτού του τραγουδιού. Γιατί τραγούδι είναι:

Κατευόδιο

Τ’ ανταρτοβούνια αχολογούν, τ’  Άγραφα  ανταριαστήκαν
κι ένα μικρό ανταρτόπουλο βγήκε ψηλά στη ράχη
κι έριξε απ’ τη βουνοκορφή μια μπαταριά γεμάτη.
Ο καπετάνιος έρχεται καβάλα στ’  άλογό του
σαν τον αγέρα που ορμάει, η όψη κι αχός του.
Σπίθες πετούν τα πέταλα, περνάει και τρίζει ο τόπος
μηδέ σε μάχη μπροστινός, μη σε γιουρούσι πρώτος.
Τον Χάροντα πολέμησε ο Καπετάν ο Γιώτης

και ροβολάει νικητής για το Παλιοζογλώπι.

[…]

Κι όταν ετούτα όλα δει απ΄το Παλιοζογλώπι
τότενες θα ξαρματωθεί  ο Καπετάν ο Γιώτης
θα κατεβεί απ’ τ’ άλογο, θ΄αφήσει το ντουφέκι
θα πιάσει ίσκιο κι άγναντο, τότε θα ξεπεζέψει
στην αγκαλιά της μάνας γης τον κόσμο ν’ αγναντεύει
με το κλαρίνο, το ζουρνά λεύτερος να χορεύει.

Σε μια εποχή που το “εγώ” είναι κυρίαρχο παντού, (και σ’ ένα μεγάλο μέρος της ποίησης), το “εμείς”, που αναδίδει η ποίηση της Μαριάνθης Αλειφεροπούλου-Χαλβατζή, είναι μια άλλη κατάθεση.

 

banner-article

Ροη ειδήσεων