Ηλίας Τσέχος “Ανθολογία Ποντιακής Ποίησης – Η Δίγλωσσος” Β’ τόμος Ανάλεκτο 2023 / γράφει ο Γεώργιος Ορδουλίδης
Υπάρχει ακόμα καιρός. Και θα υπάρχει όσο θα δίνουν τη μάχη οι τελευταίοι Έλληνες, όπως ο Ηλίας Τσέχος, ασυμβίβαστοι και υπερήφανοι, με ακράδαντη την πίστη ότι: ” Η Ρωμανία κι αν επέρασεν / Ανθεί και φέρει κι άλλα ”
Γράφει ο Γεώργιος Ορδουλίδης
Καθηγητής Βυζαντινής Μουσικής, Άρχων Μαΐστωρ Μ.τ.Χ.Ε.
Την πρώτη θέση ανάμεσα στις διάφορες τέχνες, κατέχει πάντα η τέχνη του λόγου, το κατεξοχήν εκφραστικό μέσο του ανθρώπου και η ποίηση είναι μία από τις δύο βασικές κατηγορίες του λόγου μαζί με τον πεζό. Η ποίηση είναι και η πλέον συναισθηματική, πιο μουσική, συνεπώς και πιο ψυχική από τον πεζό λόγο και τον σκηνικό διάλογο. Η ποίηση διαφέρει σε πολλά σημεία από τον πεζό λόγο. Πρώτα – πρώτα τα ποιήματα είναι γραμμένα σε στίχους, σε σειρές λέξεων που έχουν ρυθμό και μέτρο, δηλαδή οι συλλαβές τους κυλούν με έναν ορισμένο τρόπο, ώστε να παρουσιάζουν στο αυτί ένα ευχάριστο αποτέλεσμα.
Στο πρόσωπο του Ηλία Τσέχου, όλοι όσοι τον ξέρουν, αναγνωρίζουν τον άνθρωπο αγωνιστή, με την μεγάλη προσφορά στην κοινωνία, που με απέραντη αγάπη και ασυνήθιστη ανιδιοτέλεια, προσφέρει τα πάντα στους συνανθρώπους του μικρούς και μεγάλους. Η ζωή του όλη έχει να επιδείξει υψηλά παραδείγματα ανθρωπισμού, πατριωτισμού, αγώνων για τη δημοκρατία, για την ελευθερία, και την εθνική ανεξαρτησία. Συνδυάζει το απλό με το ουσιαστικό, το αγαθό με το ωφέλιμο. Ότι υψηλότερο πιστεύει, το πιστεύει αληθινά έξω από την πρόφαση και την προσποίηση. Πάντοτε βάζει την ψυχή και το πνεύμα, πάνω από τον υλικό ευδαιμονισμό. Είναι ένας άνθρωπος καθαρός που αγωνίζεται για την δικαιοσύνη και για τις πολιτιστικές καταβολές και παραδόσεις.
Ο ψυχικός δεσμός με το σπίτι του, τους γονείς του πολύ μεγάλος, δημιουργώντας σε αυτό σεβασμό και λατρεία. Γι΄ αυτά τα αγαπημένα του πρόσωπα εγκαταλείπει την Αθήνα, όπου η όλη του ποιητική και καλλιτεχνική αξία έμελλε να εξελιχθεί στον υψηλότερο βαθμό, για να έρθει στο Γιαννακοχώρι και να αφιερωθεί στο καθήκον.
Ο Ηλίας είναι κορυφαίος ποιητής, φλογερός ακατάβλητος αγωνιστής, ενεργός πολίτης. Η κατάκτηση κάθε θέσης, στην πυραμίδα της τέχνης, της επιστήμης, δεν είναι μια εύκολη δουλειά. Κανείς δεν την αγγίζει, αν δεν αναλωθεί αυτός ο ίδιος. Παρά το μέγεθος της προσφοράς του, τις τιμητικές διακρίσεις και την αίγλη, ο Ηλίας παρέμεινε απλός και προσηνής, χωρίς κομπασμούς και υπεροψίες. Ασίγαστος νοσταλγός του Πόντου και της Ποντιακής παράδοσης, εκφράζει τα ευγενικά του συναισθήματα που νιώθει για τη γη των πατέρων μας, τον ευλογημένο Πόντο, μέσα από στίχους και ποιήματα.
Με το βιβλίο του αυτό: ” Ανθολογία ποντιακής ποίησης -Η δίγλωσσος, Β΄ τόμος ”, ο Ηλίας μας δίνει την ευκαιρία να επανασυνδεθούμε με τα τραγούδια της αλησμόνητης πατρίδας. Σαν να επέστρεψαν από την κρύπτη του χρόνου και να μας ε π α ν α σ υ σ τ ή θ η κ α ν. Επέστρεψαν στα χείλη μας σαν καινούρια και σαν μηνύματα που έστειλαν οι πρόγονοι στους απογόνους. Τα ποντιακά τραγούδια είναι το ξυπνητήρι της εθνικής συνείδησης, περιέχουν υψηλές ιδέες και βαθιά νοήματα. Υποκρύπτουν φιλοσοφικούς στοχασμούς για τη ζωή και τα προβλήματα της. Φορέας και δημιουργός αυτών των τραγουδιών είναι ο Ποντιακός λαός. Το ποντιακό τραγούδι είναι τρισυπόστατο: Κείμενο, μουσική και χορός. Η τριπλή αυτή έκφραση αποκαλύπτει πλούτο συναισθημάτων. Ο στίχος στο ποντιακό τραγούδι είναι δεκαπεντασύλλαβος, έχουμε όμως κι εξαιρέσεις. Η επιλογή είναι προφανής και εξαιρετικά πρωτότυπη και έξυπνη… Μπορεί ο τραγουδιστής να το προσαρμόσει σε οποιαδήποτε μελωδία. Ακούστε ένα μικρό παράδειγμα:
Ανάθεμα και τα μακρά / Και οθέν κι πάει λαλία
Το μάτε μ΄ εσκοτίνεψαν / Και ας σην αρωθυμία
Αυτή είναι και η βασική φιλοσοφία αυτού του βιβλίου: ότι γράφτηκε αυθόρμητα και χωρίς άγχος, χωρίς ηχηρές στοχεύσεις και μεγαλεπήβολες φιλοδοξίες, απλά και μόνο γιατί έτσι το ένιωσε, απλά και μόνον γιατί είχε ο Ηλίας ακόμη να πει πράγματα. Ακούγεται παράξενο αλλά έτσι είναι. Το βιβλίο του αυτό δεν καλύπτει όλα τα τραγούδια του ποντιακού λαού. Περιλαμβάνει τα πιο αντιπροσωπευτικά και χαρακτηριστικά. Η μελέτη αυτή του Ηλία επιχειρεί τρόπο συνθετικό. Από τη μία περιγράφεται το τραγούδι στην ποντιακή διάλεκτο κι από την άλλη αποδίδεται στη νεοελληνική γλώσσα, κρατώντας σταθερά τη μορφή και το μέτρο του στίχου. Μετά από τόσα χρόνια παρουσίας, μετά από τόσα βιβλία, ένιωσε την ανάγκη να πει πράγματα για την γλυκιά, αλησμόνητη και αλύτρωτη πατρίδα. Στίχοι και μελωδίες, εικόνες και αναμνήσεις, χαρές απ’ τα παλιά και λύπες για αγαπημένα πρόσωπα που έφυγαν. Γιατί ο ποιητής και συγγραφέας τελειώνει μόνον όταν πάψει να αισθάνεται και αλήθεια, μέσα στα κείμενα του ο Ηλίας αφήνει διάπλατα να εκφραστούν αυτά τα αισθήματα και συμπυκνώνει όλα εκείνα τα στοιχεία της καθαρότητας της ψυχής, του ήθους, τους χρέους, του καθήκοντος, της πίστης στα ιδανικά, της αγάπης στον συνάνθρωπο και της χαράς για τη ζωή.
Δεν θα σας κρύψω τη συγκίνηση και παράλληλα τη χαρά που δοκίμασα όταν είδα τα ποιήματα και τραγούδια που περιέχονται τόσο στο σημερινό βιβλίο που αποτελεί τον Β’ Τόμο, καθώς επίσης και το προηγούμενο. Διαβάζοντας τα, ανασύρθηκαν στην μνήμη μου στιγμές ανεπανάληπτες καθώς αυτά τα τραγούδια δίδαξα στη χορωδία που ιδρύσαμε το 1984 στην Εύξεινο Λέσχη Ναούσης με τη συμμετοχή 60 και πλέον ατόμων, όπου είχαμε την ευκαιρία πρώτα να διαβάζουμε τους στίχους, στη συνέχεια να τους ερμηνεύουμε και μετά να τους τραγουδούμε. Ο Ηλίας κατέβαλλε μεγάλη προσπάθεια για την έκδοση αυτού του βιβλίου το οποίο πληροί όλες τις προϋποθέσεις μιας πλήρους και επιμελημένης ποιητικής συλλογής. Ακόμη διαπιστώνει κανείς την εξαίρετη και αυθεντική χρησιμοποίηση της ποντιακής διαλέκτου που με περισσή φυσικότητα χρησιμοποιεί ο δημιουργός και μας παραπέμπει νοσταλγικά στις αλησμόνητες πατρίδες του Πόντου. Επίσης ο τρόπος της στοίχισης των ποιημάτων, πέρα από την πληρότητα του περιεχομένου τους, που μας αναπέμπουν στις ρίζες των ακατάλυτων αξιών της φυλής μας, έχουν και μια έμμετρη τοποθέτηση που εύκολα οι μουσικοί δημιουργοί μπορούν να τα κάνουν τραγούδια.
Στα συναισθήματα του δημιουργού διαφαίνεται η νοσταλγία για έναν αξιοζήλευτο ελληνικό ποντιακό κόσμο, που για πολλούς αιώνες μάς χάρισαν τις λεγόμενες κοιτίδες του πολιτισμού μας, που αναφέρονται στον ελληνισμό, στην ορθοδοξία, στα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις του λαού μας, καθώς και στα πανανθρώπινα ιδεώδη τής πίστης, της ειρήνης, της αγάπης και της φιλίας. Ο ξεριζωμός των Ποντίων αποτέλεσε το μεγαλύτερο έγκλημα του 20ου αιώνα. Θα ακολουθήσουν τα δύσκολα χρόνια της προσφυγιάς, της παράγκας, του συνοικισμού και των λασπόδρομων. Της φτώχειας, της αρρώστιας και της καταφρόνιας. Όμως οι πρόσφυγες θα ζήσουν, κάνοντας τον πόνο τους χορό και τραγούδι. Οι Έλληνες της Ανατολής θα ριζώσουν, θα ανθίσουν και θα λουλουδίσουν στα χώματα της ελληνικής πατρίδας. Θα ξεχωρίσουν και θα διακριθούν, θα είναι οι νικητές της μάχης με το θάνατο και την ανέχεια. Άλλα δεν θα ξεχάσουν ποτέ…
Η Νάουσα που είναι χτισμένη σε μια ράχη του Βερμίου, μικρή απομονωμένη πόλη αλλά ηρωική, αποτέλεσε για τους Πόντιους της Αργυρούπολης και όχι μόνο, την νέα τους πατρίδα. Οι Πόντιοι ρίζωσαν στις νέες πατρίδες που δημιούργησαν, μα η πατρίδα είναι μία. Εκεί προσανατολίζεται, άθελα της, η καρδιά. Γιατί δεν υπάρχουν χαμένες πατρίδες. Υπάρχουν αλύτρωτες, αξέχαστες πατρίδες, ποτέ όμως χαμένες.
Τις μακρινές πατρίδες δεν τις κλέψαν οι πρόγονοι μας ούτε τις σκλαβώσαμε, εμείς τις χτίσαμε εκεί μας φύτεψε ο Θεός. Σαν λαός δυστυχώς πορευόμαστε α δ ί δ α κ τ ο ι από το παρελθόν και χωρίς στόχους για το μέλλον. Καθήκον των Ποντίων και όλων των προσφύγων, είναι να μιλούν για τα παλιά στα παιδιά και στα εγγόνια. Να το κάνουν τραγούδι, παραμύθι. Να ξέρουν τι είχαμε, τι χάσαμε, τι θα χάσουμε αν δεν προσέξουμε… Με το χορό και τα τραγούδια κάθε λαός, κάθε άνθρωπος εκδηλώνει τους πόθους του, τους στόχους του, τον χαρακτήρα του και το περιεχόμενο της ψυχής του.
Υπάρχει ακόμα καιρός. Και θα υπάρχει όσο θα δίνουν τη μάχη οι τελευταίοι Έλληνες, όπως ο Ηλίας Τσέχος, ασυμβίβαστοι και υπερήφανοι, με ακράδαντη την πίστη ότι: ” Η Ρωμανία κι αν επέρασεν / Ανθεί και φέρει κι άλλα ”