Ειρήνη Δασκιωτάκη «Μπλάκι»
Μέρα παρά μέρα στο κτήμα.
Χρόνια τώρα!
Να ταΐσουμε τα ζωντανά κυρίως που δίνουν υπόσταση στη μοναξιά του…
Πανέμορφο το φυσικό περιβάλλον.
Λίγο πιο εκεί το δάσος με τα πουρνάρια που εγώ τα λέω μνημεία της φύσης.
Τόσα χρόνια κουβαλάνε μες στο ανάστημά τους που αργά και σταθερά ανεβαίνει.
Ένας στενός χωματόδρομος σε βγάζει στο ποτάμι που όταν το αντικρίζεις για πρώτη φορά μοιάζει με παραμυθένια έκπληξη.
Τα γειτονικά κτήματα δεν είναι και τόσο γειτονικά
Είναι μεγάλες οι μεταξύ τους αποστάσεις
Το μοναδικό κοντινό, γύρω στα 150 μέτρα, είναι αυτό από το οποίο εκδιώχθηκαν πριν ενάμιση χρόνο περίπου η Φρίντα μία σκυλίτσα- ημίαιμο ποιμενικό- με τα έξι νεογέννητα κουτάβια της.
Περήφανη, αγέρωχη, με ένα βλέμμα διαπεραστικό και συγχρόνως απελπισμένο….
Φοβική και καχύποπτη ως προς τις προσθέσεις σου.
Η Φρίντα στειρώθηκε.
Τα κουτάβια της υιοθετήθηκαν με τη βοήθεια της Ιζαμπέλας και της Λίζυ .
φίλες, εθελόντριες φιλοζωικού σωματείου.
Αφήσαμε τον Μπλάκι, να έχει παρέα και η Φρίντα.
Όλη μέρα τον ντάντευε. Δεν έτρωγε αν ο γιος της δε χόρταινε.
Κάνω προβολή στον άνθρωπο διαμέσου των ζώων.
Βλέπω μέσα από αυτά τον κατατρεγμένο άνθρωπο, τα εγκαταλελειμμένα παιδιά, τους πεινασμένους της Γης και η ενσυναίσθηση κυριαρχεί.
Φώλιασαν έξω από το φράχτη, εκεί κάτω από τις πυκνές συστάδες των δέντρων.
Μόλις άκουγαν τον ήχο του αυτοκινήτου, έρχονταν τρέχοντας στη στροφή….
Οι χαρούμενες ουρές τους και το γέλιο τους… ναι! γελάνε και οι σκύλοι, ήταν η προϋπάντηση της ευγνωμοσύνης τους, αφού γνώριζαν ότι σε λίγο τα δοχεία τους θα γεμίσουν τροφή και νερό…
Αν πήγαινες κοντά τους, απομακρύνονταν γρήγορα.
Το χάδι που επιθυμούσες να δώσεις, δεν το αποδέχονταν!
Οι μνήμες τους από τη σχέση τους με τον άνθρωπο… αποκαρδιωτικές.
Τέλος Γενάρη. Κρύο πολύ!
Η Φρίντα εκείνο το απόγευμα δεν εμφανίστηκε.
Ο Μπλάκι ήταν ανήσυχος και χωρίς κέφι.
Δεν έτρωγε…
Ίσως πήγε καμιά βόλτα.
Θα έρθει αργότερα, σκέφτηκα.
Τη μεθεπόμενη ημέρα, αισθητή η απουσία της.
Με ζώσανε τα φίδια.
Φόλα, ή τη σκότωσαν οι κυνηγοί. ή κανένα αγροτικό τέρας απ’ αυτά που τρέχουν με ταχύτητα Εγνατίας σε αυτόν τον δρόμο που στενεύει και στρίβει διαρκώς, δρόμο που συχνά βλέπεις αγχωμένες χελωνίτσες που προσπαθούν να περάσουν απέναντι, σκαντζόχοιρους στις πυκνοθαμνωμένες άκρες του, σκιουράκια που έξαφνα εμφανίζονται φοβισμένα!
Αχ, Μπλάκι μου!
Έλα! Πάμε να ψάξουμε.
Τέσσερις μέρες ψάχναμε!
Όπου μπορούσα να έχω πρόσβαση χωρίς να γκρεμοτσακιστώ .
“Φρίνταααα!”
“Φρίντα!”
Γέμισαν τα ξέφωτα, τα χωράφια με τις ροδακινιές, τα χωράφια με τις κερασιές, το δασάκι το ποτάμι, από ήχο και ηχώ.
Στο ποτάμι έλπιζα… ήμουν σίγουρη ότι θα τη βρω εκεί!
Εκεί βρήκαμε και τον πρώτο σκύλο μας, τον Μπόνυ, νεκρό με τα μάτια ορθάνοιχτα!
Μια πληγή από όπλο, κόκκινη, κατακόκκινη, τον ξάπλωσε για πάντα!
Επίτηδες γιατί έκανε χαλάστρα στο κυνήγι, παράπλευρη απώλεια;
Ο Μπλάκι ακολουθούσε… σε απόσταση πάντα.
Άλλοτε έμπαινε μπροστά, σήκωνε το κεφάλι του και μύριζε με αγωνία τον αέρα!
Πήγαμε και προς τα Φυτιώτικα.
Άδικος ο κόπος…
Τέλος, είπα, τέλος!
Πάει η Φρίντα…
Ο καημενούλης πέρασε τον χειμώνα μόνος, χωρίς τη μάνα του.
Ποιος ξέρει τι σκεφτόταν όλον αυτόν τον καιρό το σκυλίσιο μυαλό του!
Κάπου-κάπου φώναζα το όνομά της, μπας και ακούσει.
Μήπως χαμένη στα ρουμάνια, η φωνή μου γίνει η σανίδα σωτηρίας της.
12 Μαΐου
Στο αλωνάκι με τα δένδρα και τους θάμνους, πριν την είσοδο του κτήματος, εκεί όπου ο Μπλάκι έχει ορίσει ως περιοχή του, ανάμεσα στο νεαρό χορτάρι, ύψους τριών εκατοστών περίπου, μία εικόνα μακάβρια!
Ένας σκελετός σκύλου!
Ολόκληρη η ραχοκοκαλιά μαζί με το κεφάλι και τα οστά της λεκάνης.
Σημεία, ιδίως στο κρανίο, «γεμάτα» ακόμη.
Η Φρίντα!
Το μήκος ταιριάζει τέλεια, το σχήμα του κρανίου επίσης.
Είχα πάρει μαζί μου την πεντάχρονη εγγονή μου εκείνη την ημέρα.
Δεν είπα τίποτα κι απομάκρυνα το παιδί, χωρίς να καταλάβει κάτι.
Μπήκα στην αποθήκη να τακτοποιήσω κάτι πράγματα από το σπίτι της πεθεράς μου.
Τον Γενάρη έφυγε και αυτή και τα πράγματά της μοιράστηκαν στις εγγόνες της, σε συγγενείς και φίλους.
Πόσα πράγματα !
Άλλα βολέψαμε στο σπίτι μας και άλλα στην αποθήκη του κτήματος.
Ασφαλίζεις τις μνήμες, κομμάτι του εαυτού σου.
Προσπαθείς να τις περισώσεις, καθώς είσαι και εσύ μέσα σε αυτές .
Η εικόνα όμως που αντίκρισα μ’ έβγαλε από τις σκέψεις μου.
Άρχισα να κλαίω …
Ο Μπλάκι… έψαχνε τόσον καιρό… τη μάνα του!
Θεέ μου! Φοβερό!
Πού τη βρήκε;
Τέσσερις μέρες πριν μου φάνηκε ότι έχασε βάρος, ενώ έτρωγε περισσότερο και σα να είχε μέρες να φάει .
Τέσσερις μέρες μετά πήρα την απάντησή μου
Κοιμάται και ξυπνά δίπλα στη Φρίντα ξανά…
Το Σάββατο τον βρήκαμε ξαπλωμένο δίπλα στο κουφάρι της.
Ένας κάμπος στο λαιμό, άπειρη λύπη, συμπάθεια… ταύτιση.
Ει. Δα.
( Το κείμενο αναδημοσιεύεται με αφορμή την “Παγκόσμια Ημέρα ζώων”)