Οδυσσέας Ελύτης – Μίκης θεοδωράκης – “Άξιον εστί”: Μια συνάντηση – ένα μνημειώδες έργο
Τι θα ήταν το “Άξιον εστί” του Οδυσσέα Ελύτη χωρίς τη μελοποίηση του Μίκη Θεοδωράκη; Τι θα ήταν η Μουσική του Μίκη θεοδωράκη χωρίς τη μελοποίηση των στίχων του Οδυσσέα Ελύτη;
Θα ήταν η μεγάλη Ποίηση και η μεγάλη Μουσική, αναμφισβήτητα, αλλά δε θα είχε γεννηθεί το παιδί της μοιραίας αυτής συνάντησης, το “Άξιον εστί”, που χάρισε ένα Νόμπελ στον Ελύτη και ένα λαϊκό ορατόριο – ορόσημο στο Μίκη Θεοδωράκη.
Η ποίηση του Ελύτη στο συγκεκριμένο έργο, που γράφτηκε το 1959, δεν είναι απλή ποίηση, είναι δύσκολη ποίηση. Ο σπουδαίος φιλόλογος Τάσος Λιγνάδης αφιερώνει ένα ολόκληρο βιβλίο του ανατέμνοντάς το έργο.
Η Γένεση, τα Πάθη, το Δοξαστικό. Τοιχογραφία της πορείας της Νεότερης Ελλάδας, όπου το επικό εναλλάσσεται με το λυρικό, πατώντας πάνω στα χνάρια της εκκλησιαστικής υμνογραφίας.
Ο Ελύτης προτείνει στον Θεοδωράκη τη μελοποίηση του έργου κι εκείνος το ρουφά κυριολεκτικά και γράφει αμέσως τα πρώτα κομμάτια, σ’ ένα μικρό δωματιάκι στο Παρίσι.
Οι δυο μεγάλοι της Ποίησης και της Μουσικής επικοινωνούν άμεσα με το νήμα του κοινού πάθους που τους ενώνει, την αγάπη για την πατρίδα και τα πάθη της, που τους πονούν.
Μέσα από την ποίηση του ‘Άξιον εστί” περνούν οι εικόνες της Πίνδου, (“Οι ημιονηγοί”), οι εκτελέσεις με τους κουκουλοφόρους προδότες της Κατοχής, (“Το οικόπεδο με τις τσουκνίδες”), η πτώση και η ελπίδα της αναγέννησης (“Προφητικό”).
Και οι στίχοι ντύνονται, σε κείνη την πρώτη εκτέλεση που μάγεψε, με την επιβλητική φωνή του Μάνου Κατράκη, με τη φωνή του “ψάλτη”, όπως τον αποκαλούσε ο Μίκης, του βαρύτονου Θόδωρου Δημήτριεφ, με την ανεπανάληπτη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Τι ήχος! Τι ρυθμός! Τι μελωδία! Και το εξώφυλλο του δίσκου από βινύλιο φιλοτεχνημένο από τον Γιάννη Τσαρούχη! Οι μεγάλοι μιας εποχής!
“Της δικαιοσύνης ήλιε Νοητέ”, “Ένα το χελιδόνι”, “Της αγάπης αίματα”, “Ανοίγω το στόμα μου”… Πόσες και πόσες φορές δεν ήρθαν τα τραγούδια αυτά στο στόμα του λαού, του απλού λαού, που δε θα ήξερε αλλιώς τον Ελύτη. Που τα τραγουδούσε χωρίς ίσως να καταλαβαίνει τους στίχους, αλλά τους ένιωθε χάρη στη Μουσική.
‘Έτσι ο Ελύτης έγινε ένας απ’ αυτούς, τους απλούς και φτωχούς ανθρώπους, δικός τους, κι ας ήταν ένας αστός. Ήξερε να τραγουδά τους καημούς και τα πάθη της Ελλάδας, και να την υμνεί συνάμα.
Το θαύμα έγινε. Ο “ήλιος της Δικαιοσύνης” τραγουδήθηκε πολλές φορές με πάθος σε στιγμές δύσκολες και με την ίδια συγκίνηση και ανάταση, όπως ο “Ύμνος στην Ελευθερία”.
Γιατί; Γιατί “Εθνικό είναι ό,τι είναι αληθινό” είπε ο Σολωμός. Κι ο Ελύτης με το Θεοδωράκη συναντήθηκαν στην αλήθεια της αγάπης για τη χώρα τους.
Άξια εστί η συνάντηση…
…………………
Οι «Παρενθέσεις» είναι μικρά κείμενα, μικρές πινελιές, σε θέματα πολιτισμού ή ζωής, που φωτίζουν γωνιές από μεγαλύτερα θέματα, λειτουργώντας σαν παρ-εν-θέσεις.
…………………..