Οι «παράπλευρες απώλειες» των βάσεων εισαγωγής και άλλα παράδοξα! / γράφει ο Χρήστος Κάτσικας
«Μία συναρπαστική αρχή! Αυτό μας έρχεται στο μυαλό με την ανακοίνωση των βάσεων» δήλωσε η υφυπουργός Παιδείας κ. Δόμνα Μιχαηλίδου, σε μια γραπτή της τοποθέτηση που έμοιαζε με ανοιξιάτικη συναυλία καλώς προθέσεων.
Και μοίρασε απλόχερα στους επιτυχόντες προσδοκίες για «φιλίες με συμφοιτητές και συμφοιτήτριες, ταξίδια, γεύσεις, εικόνες , ολονύχτιες συζητήσεις, συμφωνίες αλλά και διαφωνίες, μουσική και ιδέες»
Ωστόσο, τίποτε δεν μπορεί να φωτίσει το μαύρο φόντο των μαζικών απορρίψεων και των στρεβλώσεων που επιφύλαξε και φέτος το υπουργείο Παιδείας καθώς και των χιλιάδων κενών θέσεων στα Πανεπιστήμια της χώρας, που αποτελούν τον προπομπό των συγχωνεύσεων και των καταργήσεων Τμημάτων.
Καμιά δήλωση του υπουργού Παιδείας δεν μπορεί να καλύψει ότι και φέτος, στις βάσεις εισαγωγής, ένα από τα στοιχεία που έμεινε στο περιθώριο του επιλεκτικού «φακού» των ΜΜΕ είναι ότι έχουμε 30 τμήματα ΑΕΙ με λιγότερο από 10 εισακτέους και δεκάδες τμήματα με πολλά πολλά κενά.
Και θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς το προηγούμενο, βεβαίως, αλλά και το νυν επιτελείο του υπουργείου Παιδείας: Τελικά αν αθροίσουμε τα τμήματα που τα τελευταία τρία χρόνια έμειναν χωρίς εισακτέους ή είχαν εισακτέους μετρημένους στα δάκτυλα των δυο χεριών είναι περισσότερα ή λιγότερα από τους εισακτέους που έμπαιναν στα Πανεπιστήμια με 1,2 ή 3 πριν να έρθει η σωτήρια Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής;
Για παράδειγμα το νέο τμήμα του πανεπιστημίου Πατρών Αειφορικής Γεωργίας στο Αγρίνιο δεν θα δει φέτος ούτε έναν πρωτοετή φοιτητή από τα ΓΕΛ (αναρωτιέται κανείς αν θα μπορέσει τελικά να λειτουργήσει), ενώ η Νοσηλευτική Σχολή του Διδυμότειχου που κάθε χρόνο πρωτοστατεί στο ιδιότυπο «ράλι» των πανεπιστημιακών προγραμμάτων με τους λιγότερους εισακτέους, φέτος θα έχει μόνο 1 πρωτοετή φοιτητή, όπως και το τμήμα Πολιτικών Μηχανικών της ΑΣΠΑΙΤΕ.
Για τρίτη χρονιά η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής αφήνει χιλιάδες θέσεις κενές στα ΑΕΙ (περίπου 10.000 θέσεις εισακτέων κενές φέτος). Στο βάθος περιμένει η «αρχή μιας νέας «χρυσής εποχής» για τα κολέγια, τα φροντιστήρια και τα ιδιωτικά σχολεία.
Το ξαναλέμε: Για τρίτη χρονιά φέτος όταν το υπουργείο ανακοινώνει θέσεις εισακτέων ουσιαστικά πρόκειται για μια «προσφορά» σε ανεπιθύμητους καλεσμένους.
Και καμιά δήλωση των επιτελών του υπουργείου Παιδείας δεν μπορεί να εξαφανίσει την σαλάτα αποτελεσμάτων που οδηγεί υποψηφίους με υψηλές βαθμολογίες να μην μπορούν να πιάσουν τη σχολή της προτίμησής τους και άλλους να κόβονται από την είσοδο των Πανεπιστημίων από τις παράδοξες τεχνικές της ΕΒΕ.
Καμιά επικοινωνιακή ευλυγισία του λόγου δεν μπορεί να κρύψει ότι η εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής ως μοναδικό σκοπό της έχει την εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων στον χώρο της εκπαίδευσης, καθώς χιλιάδες από τους «κομμένους» μπορούν να στρατολογηθούν ως πελατεία στα ιδιωτικά ΙΕΚ και Κολέγια που εποφθαλμιούν τμήμα της πίτας από τη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση.
Να το πούμε ξεκάθαρα παραμερίζοντας την επικοινωνιακή χρυσόσκονη που εξαπέλυσε το υπουργικό επιτελείο κατά την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής:
Οι παραλήπτες του «μηνύματος» δεν θα περιοριστούν, βεβαίως, στους φετινούς «αποτυχόντες». Στήνεται ήδη ένας ολοκληρωμένος και «θωρακισμένος μηχανισμός αναχαίτισης» όσων ετοιμάζονται στο μέλλον να χτυπήσουν τις πόρτες των Πανεπιστημίων.
Παράλληλα, με τον σταδιακό μετασχηματισμό των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων σε επιχειρήσεις παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών, τη μετάλλαξη της γνώσης από κοινωνικό αγαθό σε εμπορικό προϊόν και τη μετατροπή της μόρφωσης από συλλογικό δικαίωμα σε ατομική επιλογή. Ας μην αμφιβάλλει κανείς. Με το σκιάχτρο της ίδρυσης των ιδιωτικών Πανεπιστημίων θα σπρωχθούν τα δημόσια να λειτουργήσουν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, να μειώσουν τα χρόνια σπουδών και να στραφούν στην αγορά σε αναζήτηση νέων πηγών εσόδων (ίδρυση σχολών στην αγγλική γλώσσα με δίδακτρα, τέλη εγγραφής, σύνδεση με επιχειρήσεις, μετατροπή σε επιχειρήσεις πώλησης υπηρεσιών).
Την ίδια ώρα, αν κανείς ανιχνεύσει το «σώμα» του νέου Γενικού Λυκείου που οικοδομεί το ΥΠΑΙΘ, θα διαπιστώσει ότι το «παιδαγωγικό ευαγγέλιό» του καθορίζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να πριμοδοτεί, χωρίς να το δηλώνει, την «παλινόρθωση» μιας εξεταστικοκεντρικής οργάνωσης.
Χέρι χέρι, ο πάλαι ποτέ «Μέγας Εξισωτής», όχι μόνο δεν θα ελαφρώνει αλλά θα επικυρώνει και θα νομιμοποιεί με τον πιο «αντικειμενικό» τρόπο το στένεμα των διόδων!