Άρθρα Κόσμος Πολιτισμός

“Ένα άλογο μάς κατηγορεί” / γράφει η Μίκα Αγραφιώτου

Ο διορατικός Μπέρτολτ Μπρεχτ έγραψε το 1919, λίγο μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ένα ποίημα για την αδυσώπητη φτώχεια και την ολοκληρωτική εξαθλίωση ενός λαού, πράγματα που θα βίωνε όντως λίγα χρόνια αργότερα η γερμανική κοινωνία μετά την οικονομική κρίση του 1929.

Στο σπαραχτικό ποίημα του, εμπνευσμένο από τη γερμανική λαϊκή παράδοση και τα παραμύθια των Αδελφών Γκριμ, μονολογεί ένα άλογο που μόλις έχει καταρρεύσει στο δρόμο από την αδυναμία και την πείνα. Τότε, αλαφιασμένοι άνθρωποι βγαίνουν από τα σπίτια τους και τα μαγαζιά τους, κρατώντας μαχαίρια και μπαλτάδες για να τεμαχίσουν τα ισχνά κομμάτια της σάρκας του ζώου πριν καν ακόμα αυτό ξεψυχήσει, μήπως και καταφέρουν να καταπνίξουν, έστω και για λίγο, τη δική τους πείνα.

Με τη μουσική του Χανς Άισλερ το ποίημα μετατρέπεται σε μια διαχρονική ελεγεία για την κοινοτοπία του κακού, για τον οδυνηρό κατακερματισμό της κοινωνικής συνοχής που λαμβάνει χώρα όταν το μεγαλύτερο μέρος μιας κοινωνίας κατασπαράζεται από εξοντωτική ανέχεια.

Το αποτέλεσμα είναι ένα άλογο που μας κατηγορεί την ώρα που το πετσοκόβουν ζωντανό, που μας κατηγορεί λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, για την απανθρωπιά μας, ένα άλογο που αναρωτιέται: Πώς τόση παγωνιά σκέπασε τους ανθρώπους!

Κέρκυρα: Άλογο έπεσε νεκρό σέρνοντας άμαξα στο λιοπύρι

Βλέποντας την εικόνα του αλόγου να καταρρέει πεθαίνει σε δρόμο της Κέρκυρας λόγω της ζέστης και της κακοποίησης -το ζώο μαστιγωνόταν έως και λίγα λεπτά πριν πεθάνει, όχι το 1919 ή το 1929, αλλά το 2023, δεν μπορώ παρά να μην αναρωτηθώ το ίδιο.

Πώς τόση παγωνιά σκέπασε τόσους ανθρώπους;

«Ένα άλογο κατηγορεί»

Έσερνα το κάρο μου παρά την εξάντλησή μου
Έφθασα στην λεωφόρο Φρανκφούρτης.

Σταμάτησα και σκέφτηκα: Ωιμέ!
Αυτή η αδυναμία! Αν συνεχίσω
Μπορεί να καταρρεύσω.

Δέκα λεπτά αργότερα υπήρχαν μόνο τα κόκκαλά μου στο δρόμο.
Μόλις σωριάστηκα καταγής
(Ο αμαξάς έτρεξε στο τηλέφωνο)
Αμέσως ξεχύθηκαν από τα σπίτια
Πεινασμένοι άνθρωποι, να πάρουν ένα κομμάτι κρέας
Ξέσχιζαν με μαχαίρια τις σάρκες μου
Κι εγώ ζούσα και δεν είχα ξεψυχήσει ακόμα.

Κι όμως τον ξέρω από παλιά αυτόν τον κόσμο!
Έριχναν στην πλάτη μου λινάτσες να φυλάγομαι από τις μύγες.
Με φίλευαν απ’ το ψωμί τους και συμβούλευαν
Τον αμαξά, να είναι καλός μαζί μου.

Άλλοτε τόσο φιλικοί και τώρα όλοι τους θηρία!
Ξαφνικά σαν ν’ άλλαξαν και γίναν άλλοι! Τι έχουν πάθει;
Και τότε αναρωτήθηκα: Πώς τόση παγωνιά σκέπασε τους ανθρώπους!

Ποιος τους χτυπά με τέτοιο μένος
Και πάγωσαν τόσο οι καρδιές τους;
Εμπρός, βοηθήστε τους! Και κάντε το σύντομα!

Διαφορετικά θα σας συμβεί κάτι, που μοιάζει αδιανόητο!

Η Μίκα Αγραφιώτου είναι πτυχιούχος αρχαιολογίας και ιστορίας της τέχνη του ΑΠΘ. Μετά από μια σύντομη καριέρα στην αρχαιολογία, στράφηκε στη δημοσιογραφία και στην ερμηνευτική διερεύνηση τη τέχνης. Προς το παρόν, είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια της Σχολής Καλών Τεχνών στο ΑΠΘ και αρθρογραφεί σε διάφορα ειδησεογραφικά sites.
kosmodromio.gr
banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ