Άρθρα Πολιτική

Αποχαιρετώντας και την “Απλή Αναλογική” / γράφει ο Δημήτρης Μάρτος

Η καθιέρωση της Απλής Αναλογικής ήταν μεταπολιτευτικά μια θεμελιώδης έγνοια του κόσμου της Αριστεράς. Σ’ αυτήν την έγνοια συμβολικοποιούνταν η όποια δημοκρατική της υπεροχή. Οι λεγόμενες συντηρητικές ή Δεξιές κυβερνήσεις κάλυπταν το έλλειμμα πλειοψηφικής εκλογικής δύναμης (αυτοδυναμίας)  πίσω από αντιδημοκρατικά  εκλογικά συστήματα, τα  λεγόμενα ‘’πλειοψηφικά’’ ή της ‘’ενισχυμένης αναλογικής’’. Προσήπταν, μάλιστα,  αναποτελεσματικότητα στους δημοκρατικούς θεσμούς, προβάλλοντας  μεταξύ των άλλων και το επιχείρημα της ‘’ασυνεννοησίας’’ μεταξύ των κομμάτων που επικαλούνταν την Απλή Αναλογική, εξίσωναν την αποτελεσματικότητα με την κυβερνητική αυτοδυναμία και πρόκριναν την αρχή της κυβερνησιμότητας εις βάρος της αρχής της  δημοκρατίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, με γνώμονα τις ψευδαισθήσεις ότι θα είναι πρώτο κόμμα, αποποιήθηκε το καθήκον του να υπερασπιστεί, με λογική και σθένος,  το μόνο ορθό  νομοθέτημα που εισήγαγε ως κυβέρνηση, αυτό της Απλής Αναλογικής. Το εκφύλισε, όπως ακριβώς έκανε το 2015 και με έναν άλλο θεσμό της Δημοκρατίας, το Δημοψήφισμα. Δημοψήφισμα και  Απλή Αναλογική, είναι δύο θεσμοί που διευρύνουν και καταξιώνουν την πολιτική Δημοκρατία. Αν, όμως, αξιολογήσουμε την Απλή Αναλογική υπό το φως της έννοιας της ‘’αποτελεσματικότητας’’ τότε οδηγούμαστε σε μια συνεχώς αυταρχική νοηματοδότηση του εκλογικού συστήματος. Και στο τέλος μιας τέτοιας διαδικασίας βρίσκεται η πολιτική δικτατορία, η οποία φαντάζει πιο αποτελεσματική από μια δημοκρατική διαδικασία.

Η εργαλειοποίηση του εκλογικού συστήματος στο όνομα της  ‘’αποτελεσματικότητας’’ καταστρατηγεί ένα καίριο δικαίωμα του πολίτη, αυτό της ισοτιμίας της ψήφου.  Αν, για παράδειγμα, 20 χιλ ψηφοφόροι δικαιούνται με βάσει την Απλή Αναλογική να εκλέγουν έναν αντιπρόσωπο στη βουλή (6 εκατ ψήφ. /300 έδρες=20χιλ), αυτό το δικαίωμα το χάνουν, όταν  το  σύστημα εκπίπτει σε ενισχυμένη αναλογική, γιατί επιτρέπει την κλοπή εδρών από τους μικρούς κομματικούς σχηματισμούς.

Βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το ΠΑΣΟΚ παλαιότερα (1989-90),  δεν χρησιμοποίησε την Απλή Αναλογική υπό το πρίσμα της ιδεολογικοπολιτικής αρχής, αλλά σαν εμπόδιο στην κατάληψη της κυβερνητικής αυτοδυναμίας από τη Νέα Δημοκρατία, αντιπαραθέτοντας το δικό του  ‘’ηθικό’’  καιροσκοπισμό στον ‘’ανήθικο’’ του αντιπάλου, που αντιπαρέθετε στην ‘’αναποτελεσματικότητα’’ μιας δημοκρατικής εκλογικής κουλτούρας την ‘’αποτελεσματικότητα’’ μιας αντιδημοκρατικής.  Όμως, σε κάθε περίπτωση, ο λαός τιμωρεί την εργαλειοποίηση του εκλογικού συστήματος για να αναχαιτισθεί η δυναμική του αντιπάλου. Έτσι, στις εκλογές του Απριλίου του 1990 έδωσε στη Νέα Δημοκρατία ποσοστό 47% και στις εκλογές του Μαΐου του 2023, 41%, συντρίβοντας τον καιροσκοπισμό του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί, εκτός των άλλων,  μετέτρεψε μια αριστερή πολιτική θέση-έγνοια από δημοκρατικό δικαίωμα  σε πολιτικό τακτικισμό.

Στις τελευταίες εκλογές ένα εντυπωσιακό σύνθημα, «Δικαιοσύνη παντού», φάνηκε κενό περιεχομένου, από τη στιγμή που οι εμπνευστές του θεώρησαν ότι  η Απλή Αναλογική, που προτάθηκε το 2016, ως ζήτημα κοινωνικής  δικαιοσύνης, από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ήταν «λαθεμένη επιλογή». Η ευθύνη γι’ αυτό,  βέβαια, αποδόθηκε στη μη ανταπόκριση  των άλλων  ‘’θεματοφυλάκων’’ της Απλής Αναλογικής (ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ,  ΜΕΡΑ25),  σε μια ‘’συμμαχία των προοδευτικών δυνάμεων’’ με τους ηγεμονικούς όρους του ΣΥΡΙΖΑ. Λίγο πολύ όλοι περιέφεραν σαν ερμηνεία την βολική για τη ΝΔ και την ανόητη για τους ίδιους παραδοχή:  «δεν υπάρχει κουλτούρα συνεργασίας». Αντί  να είναι βασική έγνοια η εμπέδωση επί του πρακτέου της Απλής Αναλογικής, πίστεψαν αφελώς οι ηγεσίες της Κεντροαριστεράς ότι τον Μητσοτάκη τον ‘’έχουν’’. Ιδιαίτερα, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αντί να εμβαθύνει στο πεδίο της υπεράσπισης των δημοκρατικών κληρονομιών-θεσμών, σήκωσε το γάντι  που της πέταξε ο Μητσοτάκης, με το «Μητσοτάκης ή Τσίπρας», και παρασύρθηκε σε ένα πεδίο προσωποκεντρικό, παλαιοκομματικό και προνομιακό για την ΝΔ.  Και, τελικά, αν για τη ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ προτιμήθηκε ο θάνατος του θεσμού από τη μη πρωθυπουργοποίηση του αρχηγού, για τις άλλες προτιμήθηκε ο θάνατος του θεσμού  από το να εγκαταλείψουν την ψευδαίσθηση ότι στις εκλογές θα αναδιανεμόταν η εκλογική πίττα της κεντροαριστεράς υπέρ τους, και χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι η πίττα μίκραινε δραματικά.

Ανάλογη αντιμετώπιση είχαμε, τηρουμένων των αναλογιών, το 2015 και ενός άλλου δημοκρατικού θεσμού: του Δημοψηφίσματος. Και τότε η ίδια παρέα εξουσίας καταρράκωσε το κύρος του θεσμού  για να  διασώσει  την εξουσία της.  Και, τότε, κανένας πολιτικός φορέας του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου δεν σεβάστηκε την απόφαση του ελληνικού λαού.  Είδαμε  το ΝΑΙ (38,7%) να βαφτίζεται νόμιμο, συνετό και νικηφόρο, ενώ το ΟΧΙ (61,3%) παράνομο, αλλοπρόσαλλο και ηττημένο.  Πολλοί θεώρησαν το Δημοψήφισμα λαϊκίστικο θεσμό και πρόκριναν, μάλιστα, την κατάργηση του άρθρου 44 του Συντάγματος που τον προέβλεπε. Οι  δυνάμεις του ΝΑΙ, παρά την ήττα τους, είδαμε να καθίστανται κυρίαρχες, να καθορίζουν αυτές την πολιτική ατζέντα και να μοιράζουν πιστοποιητικά ορθοφροσύνης. Τότε, όπως και σήμερα με την Απλή Αναλογική, απεφάνθησαν οι εισηγητές  του Δημοψηφίσματος ότι επρόκειτο για «λάθος», στέλνοντας το θεσμό στα άχρηστα της ιστορίας. Και τότε, όπως και σήμερα, η  Δημοκρατία συρρικνώθηκε.

Η κατάρρευση, βέβαια, της κυβερνώσας Αριστεράς, δεν οφείλεται μόνο στη διαχειριστική κακοποίηση της Απλής Αναλογικής. Ήταν, πρωτίστως, η σαθρή οραματική και προγραμματική ατζέντα της. Ήταν η απουσία λόγου  για τις περιφερειακές  ανισότητες και  το ζήτημα του αθηναϊκού συγκεντρωτισμού, η μουγκαμάρα για το δημογραφικό  και την  εθνική αναπαραγωγή-βιωσιμότητα, για  το ζήτημα  του κακότροπου  κράτους κ.λπ. Η αντιπολιτευτική της ατζέντα  ήταν γενικά εκτός θέματος, αφού περιστρεφόταν γύρω από μια θεματολογία που επέβαλλαν οι ‘’κυνηγοί σκανδάλων’’ και όχι τα μεγάλα εθνικά και κοινωνικά ζητήματα. Σε συνδυασμό με το χάσιμο της ηγεμονίας  στα εθνικά θέματα,  που  η  Αριστερά, ιδίως στην πασοκική της εκδοχή, είχε  στο μεταπολιτευτικό κύκλο  και στα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ  συνέχισε να είναι προκλητικά απών και να συγκαλύπτει τους εθνομηδενιστικούς θύλακές του, όπως και η αποστασιοποίηση  από ζητήματα διεθνιστικής αλληλεγγύης,  όπως φάνηκε στην περίπτωση  της ιμπεριαλιστικής εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και της απαξίωσης της εθνικής αντίστασης των Ουκρανών, οδήγησαν στον εκλογικό αχταρμά και κατά συνέπεια στην ήττα όλων των εκδοχών του αυτοβαυκαλιζόμενου ως ‘’Προοδευτικού Χώρου’’.

Και τελικά, η φαρέτρα της Αριστεράς, που ήταν κάποτε γεμάτη δημοκρατικές αρχές και αξίες, φαίνεται να  αδειάζει χωρίς να επιτυγχάνεται κανένας στόχος, γιατί αυτοί που εκτοξεύουν τα βέλη δεν στοχεύουν στην κατίσχυση αρχών και αξιών αλλά στη δική τους συντήρηση.  Ή να το πούμε αλλιώς. Η Αριστερά έχασε γιατί από ένα σημείο και μετά έβλεπε την εξουσία σαν αυτοσκοπό και όχι σαν μέσο.  Ίσως, να επιβάλλεται τώρα ένας αναστοχασμός με βάση τη ρήση του Ρουμάνου συγγραφέα Παναϊτ Ιστράτι. «Σύντροφοι, χάσαμε, γιατί από κάποιο σημείο και μετά παλεύαμε για τη νίκη και όχι για το δίκαιο».

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ