Αμαν, αμάν, καλιέ!
Αριστιρή ήμαν κι γω κάπουτις!
Πάλι καλά που μ’ άνξι
τα μάτια, κο, ι Άδουνις!
Ου, ου, να μου χαθείτι
σας πήρα χαμπάρ’ κι γω
Άκσα, καλιέ, τουν Άδουνι
που διάβασιν του λιξικό.
Δε θα πιστέψου, ρε, τουν Άδουνι
δε θα πιστέψου του Λιντελ Σκοτ;
Ι Άδουνις, ρε, μι δείχν’ του δρόμου
Λιες κι τουν έχου βηματουδότ’!
Μ’ ινημέρουσιν, καλιέ
αυτούνους ι ιξαίσιους Υπουργός!
Ιγώ, κο, τώρα κατάλαβα
τι σημαίν’ διξιός κι αριστιρός!
Ιγώ, καλιέ,θαρούσα
ότ’ όλ οι ανθρώπ’ είνι ένα κι του αυτό.
Μα… μι φαίνιτι ι Άδουνις
τα ξέρ’ καλύτιρα κι απ’ του Χριστό!
Χουρνιούντι, κο, σι λιέει οι ανθρώπ’
δεν είντις πλιέουν αδερφουμέν’.
Που δω οι διξιοί, που κει, οι αριστιροί
που δω, οι κατακαημέν’, που κει οι διαβουλιμέν’!
Φτου, φτου, φτου, φτου!
Ξιουτ! Μακριά ι αριστιρός!
Θου, κύριι, φυλακήν του στόματί μου!
Ούι, ούι, ούι, Πναγία κι Χριστός!
Τιμπιλχανάδις, αριστιροί
κουντέβου ντιπ να ζουρλαθώ!
Μας έφαγάτι τα σκώτια!
Κο, δίκιου έχ’ του λιξικό!
Ανιπρόκουπ’ αριστιροί!
Βρε, ουστ απού δω!
Να χαθείτι γρουσούζηδις
που αμπουδάτι τουν καπιταλισμό!
Ούι, ούι, ούι, τι έπαθά μι
μ’ αφνούς τς άχρηστ’ αριστιρούς
απού νι κόκκιαν’, καλιέ
ουσάν τουν κώλου τς μαιμούς!
Μάνα μ’, μάνα μ’, μάνα μ!
Αλλάζου πουρεία! Τι καλά!
Τέλους ι Κουτσιούμπας!
Α, πα, πα, πα, πα! Θα γίνου διξιά!
Κο, ι Άδουνις μι είπιν
οι διξιοί είν’ ιδιουφυείς, ιργατικοί!
Γιατί, κο, να μην αλλάξου ιδιουληψία;
Σάμπους είμι μουναδική;
Κο, λιες τώρα π’ θα γίνου διξιά
να γένου κι ιδιουφυία;
Πω, πω, πω, πω, ρε Άδουνι
νιώθου υπιρουψία!
Καλιε,ήδη νιώθου ιξυπνότιρ’
τώρα που γίνκα διξιά!
Α, ρε, απού τ’ χαρά μ’
κατούρσα τα βρακιά….!
…………………………..
Θκια σας, μ’ αγάπ’
η
Γκουστιρίτσα σας
*Σημείουσ’ γκουστιρίτσας: 1. Του κείμενου μ’ ιρμηνέβ’ θιατρικά, μι μπρίου κι τσαχπνιά, η φιλινάδα μ’ η Ειρήν’ η Δασκιουτάκ’! Ιδώ:
2.Ακούστι, κο, κι τουν ‘Αδουνι τι είπιν! Να, πώς μ’ άλλαξιν! Καλιέ, τι ρήτουρας!