Από το «τα δάνεια δούλους τους ελευθέρους ποιεί» (Μένανδρος) μέχρι το «οι άνθρωποι ζουν πια περισσότερα χρόνια, εξέλιξη που κρίθηκε απαραίτητη προκειμένου να γίνει δυνατή η αποπληρωμή των τριακονταετών στεγαστικών δανείων» (Doug Larson, Αμερικανός αρθρογράφος), οι άνθρωποι έχουν πολλές ευκαιρίες στη ζωή τους να συνειδητοποιήσουν ότι η ύπαρξή τους συνδέεται άρρηκτα με τους διαχειριστές / εμπόρους του χρήματος.
Για την ακρίβεια, αυτός ο άρρηκτος δεσμός δεν είναι τίποτε λιγότερο από την αλυσίδα που τους κρατά δεμένους ως υποζύγια στην (τραπεζική) λιμουζίνα του συστήματος.
Όπως αποδείχτηκε για μία ακόμη φορά με την κατάρρευση των δύο (μεσαίων) αμερικανικών τραπεζών, την ακαριαία διάχυση της κρίσης στη Μέκκα των τραπεζών (Ελβετία) και το ξεπούλημα της Credit Suisse, το κόστος της χρεοκοπίας καταβάλλεται από την κοινωνία.
Εμείς εδώ στην Ελλάδα δεν έχει περάσει πολύς χρόνος για να το έχουμε ξεχάσει, πληρώσαμε την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μας και τις ξανακάναμε εύρωστες. Πληρώσαμε αυτήν την ανακεφαλαιοποίηση άμεσα με τη φορολογία μας και έμμεσα με τη συμπίεση των εισοδημάτων μας.
Ταυτόχρονα, η ανισότιμη (σε βάρος μας) σχέση περιγράφεται από την τεράστια διαφορά των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων, από την ετσιθελική αύξηση των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, από το ξεπούλημα των «κόκκινων» δανείων σε κλάσμα της αξίας τους σε «κοράκια» που επιστρέφουν για να τα ζητήσουν στο ακέραιο και έντοκα…
Και την ίδια στιγμή που οι απλοί ανώνυμοι μικροκαταθέτες πασχίζουν να τα φέρουν βόλτα αντιμετωπίζοντας «νόμους» (γιατί όλα γίνονται νομότυπα) που ανατρέπουν προγραμματισμούς μιας ζωής, οι τραπεζίτες που χρεοκοπούν τα ευαγή ιδρύματα προσγειώνονται με χρυσά αλεξίπτωτα (αποζημιώσεις – μαμούθ) σε εξωτικούς παραδείσους πίνοντας τα μοχίτο τους στην υγεία των κορόιδων…