“Ιράν, Σαουδική Αραβία και στη μέση Κίνα: Οι ΗΠΑ και το Ισραήλ σε σοκ” / γράφει ο Θέμης Τζήμας
Πρώτα, ήρθε η κοινή ανακοίνωση Κίνας και Ρωσίας για ένα νέο πολυκεντρικό κόσμο, παραμονές της έναρξης της ρωσικής «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης». Έπειτα, πριν από λίγες εβδομάδες, η κινεζική πρόταση ειρήνευσης για το Ουκρανικό. Κατόπιν, η επανεκλογή του Σι Τζινπίνγκ, στην ηγεσία της αχανούς χώρας του. Και το πλέον πρόσφατο: Η συμφωνία εξομάλυνσης των σχέσεων Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, κατόπιν κινεζικής διαμεσολάβησης. Πρόκειται για ένα πραγματικό σοκ στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ.
Ο πρώτος λόγος αυτού του σοκ είναι ότι μέσα σε ένα χρόνο, συντελείται η ταχύτατη ανάδειξη της Κίνας στο κέντρο των εξελίξεων της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και σταδιακώς του πλανήτη. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι εν μέσω δύσκολων σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας, η Κίνα έσπευσε να καλύψει το κενό ήδη από πέρυσι, εισάγοντας το πετρο-γιουάν από κοινού με το Ριάντ. Οι συναλλαγές της διψασμένης για ενέργεια Κίνας και της διψασμένης για προστασία (χωρίς πολλές και ενοχλητικές ερωτήσεις) Σαουδικής Αραβίας μπορούν πια να διεξάγονται χωρίς τη μεσολάβηση του δολαρίου. Η υπόθεση είναι εν δυνάμει συγκλονιστικών συνεπειών. Δίπλα στην ανάγκη της για ενέργεια, η Κίνα χρειάζεται πολύ σταθερά σύνορα εκεί που φτάνει το τέλος του «νέου δρόμου του μεταξιού». Η Σαουδική Αραβία, από την άλλη, έχοντας αντιληφθεί ότι οι πόλεμοί της στη Μέση Ανατολή αποδείχτηκαν φιάσκο, με χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις της Συρίας και της Υεμένης, πληρώνοντας πολύ ακριβά την αμερικανική προστασία και κυρίως με δεδομένο ότι η ισχύς των ΗΠΑ υποχωρεί έχει κάθε λόγο να ψάξει για συμμαχίες και αλλού, πέραν της Ουάσιγκτον.
Ο δεύτερος λόγος του σοκ για τις ΗΠΑ και το Ισραήλ συνίσταται στο αποτέλεσμα: στο ότι με κινεζική διαμεσολάβηση, η πορεία των σχέσεων Ιράν και Σαουδικής Αραβίας εξομαλύνεται. Ο πρώην πρωθυπουργός του Ισραήλ, Ναφτάλι Μπένετ, ήδη εξέφρασε την αγωνία του. Θα δούμε αν και κατά πόσο, η πορεία αυτή θα μείνει αδιατάρακτη. Δεν είναι απίθανο να δούμε ξαφνικά απόπειρες αλλαγής καθεστώτος στη Σαουδική Αραβία και βεβαίως ένταση των ίδιων προσπαθειών στο Ιράν. Όλοι προετοιμάζονται για τέτοια ενδεχόμενα. Δεν είναι τυχαίες οι πρόσφατες δηλώσεις του Αζέρου υπουργού Εξωτερικών περί του ότι η χώρα του δεν θα μετατραπεί σε βάση εξόρμησης εναντίον άλλων κρατών, φωτογραφίζοντας το Ιράν. Το ίδιο και οι μονότονα επαναλαμβανόμενες (αν και με διαφορετική ένταση) δηλώσεις από τις ΗΠΑ και από το Ισραήλ, σχετικά με το πόσο γρήγορα (εντός 12 ημερών) το Ιράν μπορεί να παραγάγει πυρηνική βόμβα. Και φυσικά, δεν μπορεί να παραγνωρίσει κανείς ότι η στρατιωτική συμμαχία Ρωσίας-Ιράν έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα, με αποτέλεσμα για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, το Ιράν να έχει τη δυνατότητα ανάπτυξης ισχυρών αντιαεροπορικών συστημάτων αλλά και (προοπτικώς) πολεμικής αεροπορίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, το ρήγμα στο μουσουλμανικό κόσμο της ευρύτερης Μέσης Ανατολής (ή δυτικής Ασίας) είναι απολύτως απαραίτητο για τη στρατηγική του Ισραήλ και των ΗΠΑ περί αλλαγής καθεστώτος στο Ιράν, διάλυση του «Άξονα της Αντίστασης», ενίσχυσης του Ισραήλ και ανοίγματος δευτέρου μετώπου εναντίον της Ρωσίας. Η εν λόγω αμερικανο-ισραηλινή πολιτική χρειάζεται τη συνεργασία με αραβικές χώρες και μάλιστα με χώρες πέραν της Αιγύπτου. Οι «Συμφωνίες του Αβραάμ», το σχέδιο περί ενός «αραβικού ΝΑΤΟ», αυτόν ακριβώς το στόχο υπηρετούσε.
Η Σαουδική Αραβία διατηρούσε μια επαμφοτερίζουσα στάση (και διατηρεί ακόμα). Είναι προφανές από τη μια ότι είναι απαραίτητη και κομβική στην εξασφάλιση των συμφερόντων των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Όσο μάλιστα θέριευε η αντιπαράθεσή της με το Ιράν, τόσο πορευόταν προς αυτήν την κατεύθυνση. Από την άλλη δεν ήθελε, ούτε και θέλει να αποδεικνύεται διαρκώς δεδομένη για τις ΗΠΑ και ευεπίφορη στις πιέσεις της Ουάσιγκτον. Η εξομάλυνση και πολύ περισσότερο μια πιθανή εταιρική σχέση με την Κίνα και αργότερα με το Ιράν δεν θα στερήσει (σε πρώτη φάση τουλάχιστον) από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, έναν από τους πλέον σημαντικούς περιφερειακούς συμμάχους τους, αλλά μπορεί σίγουρα να τους στερήσει ένα χρηματοδότη των επιχειρήσεων αλλαγής καθεστώτων στην περιοχή και να καταστήσει το Ριάντ λιγότερο ελεγχόμενο. Πολύ περισσότερο που η βελτίωση των σχέσεων της Σαουδικής Αραβίας με το Ιράν υπό κινεζική αιγίδα είναι ό,τι καλύτερο για τη Ρωσία.
Υπάρχει δε και μια διεθνής οικονομική διάσταση. Η ταυτόχρονη ένταξη Ιράν και Σαουδικής Αραβίας στους BRICS ή σε άλλες περιφερειακές ολοκληρώσεις που ηγεμονεύονται από τον «αναδυόμενο κόσμο» μπορεί να προωθήσει τάχιστα ένα εναλλακτικό, διεθνές συναλλακτικό και αποθεματικό καλάθι νομισμάτων, έναντι του δολαρίου, ακόμα ταχύτερα. Πρόκειται για εφιάλτη για την Ουάσιγκτον.
Στο φόντο όλων αυτών δεν πρέπει να ξεχνούμε και κάτι άλλο: η απώλεια εταίρων για το Ισραήλ, σε συνδυασμό μάλιστα με μια πιθανή ήττα Ερντογάν στις επερχόμενες εκλογές αναδεικνύει ξανά τον ρόλο της Τουρκίας ως συμμάχου των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Αυτήν την εξέλιξη, η ελληνική πολιτική θα τη βρει μπροστά της, με πολύ άσχημο τρόπο, δεδομένου του μονοδιάστατου χαρακτήρα της.