“Τέμπη: Οι 5 πυλώνες της επικοινωνιακής διαχείρισης που θα επιχειρήσει η κυβέρνηση” / γράφει ο Γεράσιμος Λιβιτσάνος
«Ανθρώπινο λάθος», ελεγχόμενη έρευνα, ανάσχεση της οργής των νέων, λύσεις με απευθείας ανάθεση και συμψηφισμοί με το Μάτι οι βασικοί στόχοι
Όσο περνούν οι μέρες ολοένα και περισσότερο αποκαλύπτεται το μέγεθος της πολύνεκρης τραγωδίας στα Τέμπη. Ταυτόχρονα όμως αναδεικνύεται στην ολότητά του και το κυβερνητικό σχέδιο για την πολιτική και επικοινωνιακή διαχείριση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπο το Μέγαρο Μαξίμου.
Μέχρι στιγμής μπορεί να διακρίνει κανείς 5 σημεία – κλειδιά στα οποία η κυβέρνηση έχει εστιάσει την προσοχή. Δείχνει να τα αντιλαμβάνεται ως μέτωπα παρέμβασης στα οποία επιδιώκει την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων.
Ο πρώτος στόχος έχει καθορισθεί από τις πρώτες ώρες που έγινε φανερό το φρικιαστικό μέγεθος της τραγωδίας. Συνίσταται – όπως άπαντες έχουν αντιληφθεί- στην υπερπροβολή του στοιχείου του «ανθρώπινου λάθους» και στην εστίαση στο πρόσωπο του σταθμάρχη. Προφανώς δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι αυτή ήταν η κατάληξη του διαγγέλματος του πρωθυπουργού που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη στις 19.45, δηλαδή περίπου 15 ώρες μετά την αποκάλυψη του εύρους της τραγωδίας. Η φράση του Κυριάκου Μητσοτάκη «όλα δείχνουν πως το δράμα οφείλεται, δυστυχώς, κυρίως σε τραγικό ανθρώπινο λάθος» έδωσε με σαφήνεια την «γραμμή» που αναπαράχθηκε άμεσα από το σύνολο του επικοινωνιακού μηχανισμού της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να επιμείνει σε αυτή την οπτική των πραγμάτων, ώστε σε συνδυασμό την παραίτηση του Κώστα Καραμανλή από την θέση του υπουργού να οικοδομήσει ένα πλήρες αφήγημα όπου θα «ισορροπεί» την αυτονόητη πολιτική ευθύνη, με τον προσδιορισμό των αιτίων του πολύνεκρου δυστυχήματος.
Ο δεύτερος στόχος αφορά την δρομολογημένη διαδικασία διερεύνησης της υπόθεσης. Όπως όλα δείχνουν η διαδικασία αυτή θα είναι πλήρως ελεγχόμενη. Έχει επιλεγεί από τον Γιώργο Γεραπετρίτη (δηλαδή το στενό περιβάλλον του Κυριάκου Μητσοτάκη) μία τριμελής επιτροπή εμπειρογνωμόνων η οποία δεν υπολείπεται σε ακαδημαϊκά πιστοποιητικά. Ταυτοχρόνως όμως διαθέτει τα «πολιτικά πιστοποιητικά» που δείχνουν πως θα αναλωθεί σε μία στενά τεχνοκρατική ανάλυση δίχως να εστιάσει στα στοιχεία εκείνα που συνιστούν τα «συστατικά» της κυβερνητικής πολιτικής για τον σιδηρόδρομο. Αυτό τεκμαίρεται από την παρουσία του Αθανάσιου Ζηλιασκόπουλου, του προσώπου που υλοποίησε την πολιτική της κυβέρνησης Σαμαρά υπό πλήρη «μνημονιακή» εποπτεία. Μια πολιτική, δηλαδή, που βασίστηκε στις μεγάλες περικοπές των σιδηροδρομικών δομών της χώρας με στόχο να καταστεί «βιώσιμος» ο ΟΣΕ, προκειμένου στην συνέχεια να επιτευχθεί η ιδιωτικοποίηση του κερδοφόρου τμήματός του, των μεταφορών, με το δίκτυο να αφήνεται στο κράτος ως υποστηρικτικό στοιχείο των επιχειρηματικών επενδύσεων που θα γίνονταν στην συνέχεια. Η εργασίες της επιτροπής δεν έχουν συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και είναι σαφές ότι μέχρι να βγει το πόρισμά της η κυβέρνηση θα έχει την δυνατότητα να παραπέμπει σε αυτήν. Θα χρησιμοποιηθεί δηλαδή ένα μοντέλο αντίστοιχο της υπόθεσης του σκανδάλου των Υποκλοπών όπου η κυβέρνηση παραπέμπει συνεχώς στην υπό εξέλιξη εισαγγελική έρευνα.
Ο τρίτος στόχος έχει να κάνει με το νεολαιίστικο ξέσπασμα που καταγράφεται ήδη με πορείες στους δρόμους της Αθήνας και σε άλλες πόλεις της χώρας. Οι κινητοποιήσεις των νέων ανθρώπων παρουσιάζουν απρόσμενη μαζικότητα, αυθόρμητα μη χειραγωγίσιμα χαρακτηριστικά και φαίνεται πως είναι ένας παράγοντας που η κυβέρνηση δεν υπολόγισε στον συνολικό σχεδιασμό της. Αυτό φαίνεται από τις – σπασμωδικές- κινήσεις που καταγράφονται: Όπως για παράδειγμα η οδηγία του προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης Αθανάσιου Κουτρουμάνου που εμμέσως πλήν σαφώς ζητά από τους τηλεοπτικούς σταθμούς να μην προβάλλουν τις κινητοποιήσεις επισείοντας τον κίνδυνου του … «πανικού» στις νεαρές ηλικίες. Επίσης την διαφαινόμενη προσπάθεια του υπουργείου Παιδείας να «δώσει γραμμή» στις διευθύνσεις δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης προκειμένου να φροντίσουν ώστε να μην «μεταδοθεί» το πνεύμα που διαπνέει τους νέους ανθρώπους στα Λύκεια και τα Γυμνάσιας της χώρας.
Ο τέταρτος στόχος αφορά την πρόθεση της κυβέρνησης να παρουσιάσει ένα εμφατικό σχέδιο το οποίο θα επιχειρήσει να πείσει πως αλλάζει άρδην τις συνθήκες λειτουργίας των σιδηροδρόμων. Όπως δείχνουν ήδη τα σημάδια θα πρόκειται για μία γενναία χρηματοδοτούμενη απευθείας ανάθεση σε ιδιώτη για την ανακατασκευή του συστήματος ασφαλείας του δικτύου. Ενδεικτική ως προς αυτό είναι και η φράση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου σύμφωνα με την οποία μετά την τραγωδία «οι απαντήσεις θα δοθούν σύντομα, με τρόπο που δεν θα αμφισβητείται από κανέναν και με κανένα τρόπο, με αποφάσεις και υπογραφές». Όπως επίσης και αναφορές συνδικαλιστικών στελεχών της Ν.Δ στον χώρο του σιδηροδρόμου που μιλούν επίσης για την ανάγκη μίας απευθείας ανάθεσης.
Ο πέμπτος στόχος αφορά την πολιτική αντιπαράθεση που αυτονόητα θα κορυφωθεί τις επόμενες εβδομάδες. Μάλιστα έχει ήδη «ομολογηθεί» σε δημόσιες τοποθετήσεις δημοσιογραφικών στελεχών σε φιλοκυβερνητικά μέσα. Σχετίζεται με την «συγκριτική ανάλυση» που σχεδιάζουν τα κυβερνητικά επιτελεία σχετικά με τις δύο μεγάλες τραγωδίες των τελευταίων ετών: Αυτή που εξελίσσεται στα Τέμπη και σε αυτή που συνέβη στο Μάτι το 2018. Εδώ είναι ξεκάθαρο ότι θα επιδιωχθεί ένας πολιτικός συμψηφισμός με στόχο να αμβλυνθούν κατά το δυνατόν οι εντυπώσεις.