«Πολύ ρύζι!» / γράφει η Ειρήνη Δασκιωτάκη
6:30 το πρωί;
Γιατί ρε παιδί μου, τόσο πρωί;
Άι στην ευχή!
Η αντλία θερμότητας είχε πάρει φόρα και νόμιζε ότι βρέχει.
Τώρα! Πάει… ξύπνησε
Ακόμη σκοτάδι
και η νύχτα καρτερεί να τελειώσει.
Τι ησυχία είναι αυτή!
Ψυχή δεν περνάει
Έσφιξε το κρύο και το πάπλωμα βαρύ.
Ο Γενάρης στα τελειώματα του, θύμισε σε όλους ότι είναι μήνας του χειμώνα, επιτέλους…
Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο , ήταν αφιερωμένο στην Αλκυόνη…
Κατά τις 7:20 ακούστηκε η πρώτη καμπάνα για την λειτουργία της Κυριακής.
Καθαρά έφτανε στα αυτιά της σαν να ήταν δίπλα σε αυτήν.
33 φορές…
Πολλή ησυχία!
Κυριακάτικη,
της πρωινής ραστώνης…
Ούτε τα σκυλιά της γειτονιάς δεν γαυγίζουν σήμερα.
Κάθε πρωί κατά τις 7:45 αρχίζει ένας αγώνας ιεραρχίας.
Έτσι και περάσει κανένα αδέσποτο άγνωστο για αυτά… δεν κατάλαβε καθόλου καλά!
Αρχίζει ο εκτοπισμός και η φοβέρα.
Σήμερα, τίποτα!
Άνοιξε το ντουλάπι για να βρει τον καφέ που προτιμά να πίνει. Το προηγούμενο μεταλλικό κουτί άδειασε.
Πού στο καλό έχει χωθεί;
Και αυτός ο χριστιανός βάζει συνέχεια μπροστά σοκολάτες κουβερτούρα!
Τι μανία με αυτές τις σοκολάτες!
Κι άλλα είναι στριμωγμένα… χαρτοπετσέτες, corn flakes για τη μικρή..
Ε! Δεν το είδε… δυστυχώς δεν το είδε!
Ήταν και στη λάθος θέση!
Ένας θόρυβος δυνατός και μία εκτόξευση άσπρη την ενημέρωσε για το συμβάν.
Το βάζο με το ρύζι έπεσε σε ανύποπτο χρόνο…
Αυτός φταίει… Αυτόοος! που τα στριμώχνει όλα μαζί…
Ανάσα δεν παίρνουν!
Το σούπερ μάρκετ είναι καλός κράχτης!
Πο πο! τι γίνεται;
Σπασμένα γυαλιά ανακατωμένα με το δημητριακό.
Ρύζι, ρύζι παντού.
Έχει φτάσει μέχρι το χολ, έχει διασκορπιστεί κάτω από το ψυγείο, κάτω από το τραπέζι.
Ο διάδρομος- χαλί έχει ασπρίσει για τα καλά σε κάποια σημεία…
Παίρνει βαθιά ανάσα, μαζεύει ότι μπορεί να μαζευτεί από τα γυαλιά, στη συνέχεια και το περισσότερο ρύζι από χάμω το οποίο… ένα περίεργο πράγμα, εκτοξεύεται διαρκώς. Δεν μπορεί να το συμμαζέψει αυτοί οι κόκκοι που μοιάζουν με άσπρα δοντάκια παιδιού, δεν είναι καθόλου υπάκουοι…
Ρολάρει το χαλί και κατευθύνεται προς το πίσω μπαλκόνι για να το τινάξει
Σκοντάφτει πάνω στο γάτο, ένα μέρος του ρυζιού πέφτει στο χολ.
Παίρνει ανάσα ξανά, σηκώνει το διάδρομο, πηγαίνει στην πίσω αυλή και …
Μα πώς έγινε αυτό;
Ρύζι και στο μπαλκόνι;
Λιγότερο, αλλά τι μπελάς και αυτό!
Παρατηρεί από το απέναντι ανοιχτό παράθυρο του ξενοδοχείου, έναν νέο άντρα να γελά κάτω από τα μουστάκια του!
Κάνει ότι δεν τον βλέπει.
Ε, έριξε προηγουμένως και ένα: « Άι…»
Το παρακάτω εγώ που το άκουσα δε θα το γράψω …Είναι διαβολικό!
Πολύ ρύζι! Άντε να ριζώσει το καλό στο σπίτι, σκέφτηκε και γέλασε.
Καμιά ώρα δουλειά χρειάστηκε για να συμμαζευτεί ο ορυζώνας.
Κάποια στιγμή, κατά τη μία σκέφτεται το μαγείρεμα.
Τι συνοδευτικό να κάνει;
Ρύζι!
Καλά έγινε πολύ νόστιμο!
Έβαλε και λίγο θρούμπι και λίγο κουρκουμά…
Τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο!
Η Κυριακή δεν σταμάτησε εκεί.
Συνέχισε για να συναντήσει την τριακοστή ημέρα του Γενάρη, την τσαγκαροδευτέρα των τριών όμως μεγίστων φωστήρων της Τρισηλίου θεότητος και θυμήθηκε πως κάποια μέρα που δεν ήταν Κυριακή, αλλά Πέμπτη, με την κοιλιά στο στόμα, πήγε μόνη της, στην κλινική για να γεννήσει δεύτερη φορά, μιαν όμορφη κόρη!
Πόσο ήσυχη μπορεί να είναι μια Κυριακή;
Οι μνήμες την ταράζουν!
καλή εβδομάδα με υγεία!
Ει. Δα.