Ψάχνουν και στον Παναμά για εμβάσματα 20 εκατ. στο όνομα της Καϊλή και του Τζιόρτζι
Τα ίχνη του χρήματος, που ενδεχομένως φτάνουν μέχρι τον Παναμά και μπορεί να έχουν σχέση με το Qatargate, αναζητά ο Έλληνας επικεφαλής της Αρχής για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος, επίτιμος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπος Βουρλιώτης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, με επείγον έγγραφό του ο πρόεδρος της Αρχής ζητά να ενημερωθεί από τον ομόλογό του στον Παναμά εάν έχουν μεταφερθεί εμβάσματα ύψους 20 εκατομμυρίων ευρώ από το Κατάρ σε λογαριασμούς, που ενδεχομένως έχουν ανοιχθεί στο όνομα του ζεύγους Εύας Καιλή – Φραντσέσκο Τζιόρτζι.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, το εν λόγω έγγραφο απεστάλη από τον επίτιμο αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου πριν από δύο ημέρες στις Αρχές του Παναμά, στο πλαίσιο των συντονισμένων ερευνών που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, για τη διερεύνηση κάθε πληροφορίας που αφορά σε οικονομικά δεδομένα και μπορεί να έχουν σχέση με την υπόθεση η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο των ερευνών, όχι μόνο για τις βελγικές, αλλά και τις ελληνικές αρχές.
Πιο συγκεκριμένα, είχαν δημοσιευτεί σε ιστοσελίδα και σε λογαριασμό κοινωνικού δικτύου αντίγραφα κινήσεων λογαριασμών που έδειχναν καταθέσεις σε τράπεζα του Παναμά ύψους 30 εκατομμύρια ευρώ (20 εκατ. ευρώ για την Εύα Καϊλή και 10 εκατ. ευρώ σε συγγενικά της πρόσωπα) στις αρχές του 2019 από συγκεκριμένα πρόσωπα και αρχές του Κατάρ, μαζί με μία έκθεση για την επικύρωση και επιβεβαίωση των ποσών.
Την ίδια στιγμή, παρόμοια έρευνα φέρεται να πραγματοποιούν και οι Εισαγγελικές Αρχές του Βελγίου αλλά και οι ιταλικές αρχές -σε σχέση με τον Τζόρτζι και Παντσέρι- τόσο για τον Παναμά όσο και για άλλες άλλες «εμπλεκόμενες χώρες» (Μαρόκο, Κατάρ, Μαυριτανία, Ομάν) για την πιθανή ύπαρξη καταθέσεων.
Υπόθεση επιπέδου…οργανωμένου εγκλήματος!
Είναι χαρακτηριστικό πως χθες το βράδυ ο Υπουργός Δικαιοσύνης του Βελγίου Βίνσεντ Βαν Κουίκενμπορν τόνισε με δηλώσεις ότι η υπόθεση του Qatargate έχει κλονίσει τα θεμέλια των Βρυξελλών, η έρευνα «έχει μέγεθος που δεν έχει ξαναδεί το Βέλγιο» και τόνισε πως το μέγεθος της διερεύνησης των καταγγελιών για το Qatargate είναι μοναδικό για τα ευρωπαϊκά δεδομένα και παρατηρείται συνήθως «σε μεγάλες έρευνες για το οργανωμένο έγκλημα»!
«Για εμάς, η διαφύλαξη του κράτους δικαίου είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Πρόκειται για μια πολύ συγκεκριμένη περίπτωση παρέμβασης μέσω δωροδοκίας και είναι κάτι εντελώς καινούργιο για τη χώρα μας. Έχουμε προσφέρει όλα τα δυνατά μέσα και το προσωπικό για την υπόθεση. Θα χυθεί άπλετο φως παντού και τίποτα δεν θα μείνει άθικτο» δήλωσε μεταξύ άλλων και προσέθεσε ότι «η έρευνα πρέπει και θα συνεχιστεί χωρίς καμία παρέμβαση».
Το Βέλγιο, που φιλοξενεί την έδρα του ΝΑΤΟ και πολλά θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είχε μέχρι πρόσφατα συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Κυρίως σε θέματα οργάνωσης, νομικής υποστήριξης, υποδομών αλλά και ασφάλεια. Αλλά όπως υπογράμμισε ο Βαν Κουίκενμπορν «τώρα, όμως, θα πρέπει να ασφαλιστούμε έναντι του οργανωμένου εγκλήματος και των παρεμβάσεων μέσω δωροδοκίας».
Η κατάθεση που εμπλέκει την Καϊλή παρά τους ισχυρισμούς περί άγνοιας
Όπως ανέφεραν δημοσιεύματα από την Ιταλία (La Repubblica, La Stampa, Corriera Della Sera) και το Βέλγιο (Le Soir) ο Φραντσέσκο Τζόρτζι στις καταθέσεις πέφτει σε αντιφάσεις και στην πρόσπάθειά του να προβάλλει την άγνοια της δράσης της εγκληματικής οργάνωσης στην οποία οποία συμμετείχε ο ίδιος από την πλευρά της Εύας Καϊλή ουσιαστικά την εμπλέκει στην υπόθεση.
Η ίδια φέρεται να έχει παραδεχτεί ότι ο Τζόρτζι «είχε αφήσει μια βαλίτσα (με μετρητά) στο σπίτι» αλλά εκείνη δεν είδε τι περιείχε, ούτε για ποιο σκοπό ήταν λέγοντας: «Δεν είδα το περιεχόμενο, αλλά ήξερα τι ήταν, τι περιείχε…», επί της ουσίας επιβεβαιώνει στους Βέλγους ανακριτές πως γνώριζε τι συνέβαινε (διακίνηση χρημάτων, ξέπλυμα, χρηματισμός, δωροδοκίες, κτλ).
Σύμφωνα με τις επισημάνσεις της εφημερίδας La Repubblica, κατά την διάρκεια της ανάκρισής του (όπου προσπάθησε να αθωώσει την Εύα Καϊλή) ο Φραντσέσκο Τζόρτζι είπε χαρακτηριστικά: «Η Εύα προφανώς γνώριζε για την ύπαρξη των χρημάτων και την πηγή τους, αφού ζούσαμε μαζί, αλλά δεν ήταν μέρος του δικτύου».
Επιπλέον, ο Τζόρτζι με την φράση του «Μου είχε ζητήσει πολλές φορές να σταματήσω γιατί την έβαζα σε κίνδυνο σε σχέση με τα καθήκοντά της» αποκαλύπτει άθελά του πως υπήρξε διακίνηση ποσών για μεγάλο χρονικό διάστημα για την υποστήριξη παράνομων και ποινικά κολάσιμων πράξεων, οι οποίες όχι απλά δημιουργούσαν ηθικά ζητήματα ή διλήμματα στην ίδια αλλά «έθεταν σε κίνδυνο» την θέση και τον ρόλο της στο Ευρωκοινοβούλιο.
Κι όμως δεν προχώρησε ούτε στις πιο απλές και συνηθισμένες πρακτικές για την προάσπιση της θέσης της, την ασφάλειας του παιδιού της και την λήξη της παράνομης δραστηριότητας του συντρόφου της, όπως επισημαίνει από την πλευρά της η εφημερίδα Le Soir. Για παράδειγμα δεν έθεσε ένα τελεσίγραφο προκειμένου να σταματήσει η εμπλοκή του: «ή σταματάς ή χωρίζουν οι δρόμοι μας και αναλαμβάνεις τις ευθύνες σου».
Γεγονός εξαιρετικά σπάνιο ως…ύποπτο για πολιτικό πρόσωπο πρώτης γραμμής με διεθνείς εμπειρίες και οργανωμένο επιτελείο, το οποίο είχε μεταξύ άλλων και νομικές αρμοδιότητες έστω και σε συμβουλευτικό επίπεδο και όχι απλά επικοινωνιακές ή τεχνοκρατικές ευθύνες.
Το κύκλωμα άρχισε τη δράση του τουλάχιστον από το 2018
Με ένα νέο αποκαλυπτικό ρεπορτάζ η βελγική εφημερίδα Le Soir ανέτρεψε χθες πλήρως την εικόνα για την δράση του «κυκλώματος» από το 2021, που ξεκίνησαν οι εντατικές παρακολουθήσεις από τις μυστικές υπηρεσίας και την αστυνομία των εμπλεκομένων στο σκάνδαλο διαφθοράς QatarGate, όπως και τους βασικούς ισχυρισμούς των Τζόρτζι και Παντσέρι περί επαφών μετά το 2019 με εκπροσώπους του Κατάρ και άλλων αραβικών χωρών (π.χ. Μαρόκο, Μαυριτανία).
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα το 2018 ο Παντσέρι ήταν πρόεδρος της επιτροπής ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δέχτηκε πρόταση για lobbying υπέρ του Κατάρ από τον νυν υπουργό Εργασίας της χώρας, Αλί Μπεν Σαμίκχ αλ Μάρι, την οποία και αποδέχτηκε. Μάλιστα, το 2019 έστεισε και την ΜΚΟ «Fight Impunity» για τα ανθρώπινα δικαιώματα για να καλύπτονται οι εισροές χρημάτων και οι δωροδοκίες πίσω από τις δραστηριότητες για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Με βάση αποσπάσματα από τις καταθέσεις Τζόρτζι το πρώην αφεντικό του άρχισε να εργάζεται προς όφελος του Κατάρ όταν ήταν ακόμη ευρωβουλευτής: «Η συνεργασία ξεκίνησε στις αρχές του 2019. Εμείς είχαμε καθορίσει τις αμοιβές, τις οποίες δυσκολεύομαι να θυμηθώ, για τις παρεμβάσεις μας. Ήταν σε μετρητά».
Σύμφωνα με τη Le Soir παραδέχτηκε ακόμη ότι το «σύστημα έγινε πιο επαγγελματικό με την ίδρυση της ΜΚΟ στις Βρυξέλλες, επειδή […] έπρεπε να βρούμε ένα καθαρό σύστημα, που δεν θα σήμαινε συναγερμό (στις αρχές και την Κομισιόν)».
Υπόνοιες και αιχμές για τον Φραντσέσκο
Χθες η ιταλική εφημερίδα La Repubblica έπληξε υπερασπιστική γραμμή της πρώην αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου με νέες πληροφορίες και στοιχεία, υποστηρίζοντας πως η Ελληνίδα ευρωβουλευτής προσπάθησε να εξαφανίσει στοιχεία μετά τη σύλληψη του συντρόφου της Φραντσέσκο Τζόρτζι.
Επίσης, αποκάλυψε ότι σε κατάθεσή της η Εύα Καϊλή επιβεβαίωσε πως προσπάθησε να τηλεφωνήσει στον πρώην ευρωβουλευτή και συνδικαλιστή Παντσέρι και δυο νυν ευρωβουλευτές τους οποίος χαρακτήρισε «φίλους» του φερόμενου ως εγκέφαλου της εγκληματικής συμμορίας.
«Πρώτα προσπάθησα να τηλεφωνήσω στον Παντσέρι (που μιλάει μόνο ιταλικά) αλλά δεν τον βρήκα, οπότε προσπάθησα να επικοινωνήσω με τον Μαρκ Ταραμπελά και τη Μαρία Αρενά. Δεν γνώριζαν γιατί δεν απάντησε στο τηλέφωνο ο Παντσέρι» ανέφερε στους Βέλγους ανακριτές.
Τέλος, για πρώτη φορά άφησε υπόνοιες για την συμπεριφορά του συντρόφου της Φραντσέσκο Τζόρτζι, τις ιδιαίτερες σχέσεις του με τον Παντσέρι και την ανάμιξή του με οικονομικές συναλλαγές και την μετακίνηση ποσών σε μετρητά: «Δεν εμπιστευόμουν πάντα τις “σχέσεις (του Τζόρτζι) με τον Παντσέρι και τον Κοτσολίνο. Ξέρω ότι κατά καιρούς δανείζεται από τους γονείς του, ίσως και από τον Αντόνιο (Παντσέρι), αλλά αυτό δεν το γνωρίζω […]. Υπάρχουν πράγματα που ήθελε, αλλά δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά».
Όμως, σύμφωνα με το νέο δημοσίευμα της ιταλικής εφημερίδας επέμεινε -τουλάχιστον στην ανάκριση πριν την έκδοση απόφασης για την επικύρωση της προφυλάκισής της- ότι «δεν είχε σκεφτεί ποτέ την προέλευση αυτών των χρημάτων» αλλά μετά την σύλληψη της και αξιολογώντας την παρουσία των μετρητών, «τότε κατάλαβε» ότι «αυτό δεν ήταν… κάτι φυσιολογικό».