Όποιες κι αν είναι οι ιστορίες των Χριστουγέννων και οι ρίζες τους, συνεχίζουν να είναι μία από της αγαπημένες γιορτές μικρών και μεγάλων σε όλο τον κόσμο.
Σήμερα τα Χριστούγεννα γιορτάζονται στις 25 Δεκεμβρίου αλλά για τα πρώτα 300 χρόνια του Χριστιανισμού, δεν ήταν έτσι.Η πρώτη επίσημη αναφορά της 25ης Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού της γέννησης του Ιησού εμφανίζεται σε Ρωμαϊκό ημερολόγιο του 336 μ.Χ. και ο λόγος θέσπισης τους ήταν ότι έπρεπε να αντικατασταθεί μια σημαντική γιορτή των Ελλήνων και των Ρωμαίων.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι τα πρώτα τριακόσια χρόνια της ύπαρξης της εκκλησίας δεν δόθηκε μεγάλη έμφαση στα γενέθλια, ούτε καν στην γέννηση του Χριστού. Η ημέρα της βάφτισης του, δηλαδή η γιορτή των Θεοφανίων της 6ης Ιανουαρίου και η ημέρα του θανάτου του θεωρήθηκαν πιο σημαντικές, καθώς η δεύτερη τον έφερε στο βασίλειο των ουρανών.
Γεννήθηκε ο Χριστός στις 25 Δεκεμβρίου; Η αλήθεια είναι ότι σε κανένα κείμενο δεν αναφέρεται η ακριβής ημερομηνία γέννησης του Χριστού. Η παράδοση θεωρεί ότι η αρχαιότερη ομιλία για τη γιορτή των Χριστουγέννων εκφωνήθηκε από τον Μέγα Βασίλειο στην Καισάρεια της Καππαδοκίας το έτος 376 μ.Χ. Ωστόσο, επί Πάπα Ιουλίου Α’ (337-352) τα Χριστούγεννα σταμάτησαν να γιορτάζονται μαζί με τα Θεοφάνεια και θεσπίσθηκε ως επέτειος η 25 Δεκεμβρίου κατόπιν έρευνας των αρχείων της Ρώμης.
Η ημέρα ήταν καθιερωμένη από τους Ρωμαίους σαν ημέρα γέννησης του Περσικού θεού Μίθρα. Οι Ρωμαίοι επιστρέφοντας από πολέμους της Ανατολής έφεραν μαζί τους την λατρεία πολλών θεών. Ένας από τους πιο δημοφιλείς ήταν ο Μίθρας γιατί ήταν ο θεός του φωτός, του Ήλιου που μάχεται και διώχνει το σκοτάδι.
Σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, στις 25 Δεκεμβρίου τοποθετείται το χειμερινό ηλιοστάσιο. Στα προχριστιανικά χρόνια ήταν μία από τις σημαντικότερες εορτές. Ήταν η «γέννηση του Ηλίου», η στιγμή της μικρότερης ημέρας του χρόνου που αρχίζει σταδιακά να μεγαλώνει. Ο Ήλιος σταματάει να χαμηλώνει και ξεκινάει την πορεία του για το πιο ψηλό σημείο του ουρανού, νικώντας το σκοτάδι, ώστε να προσφέρει απλόχερα ξανά τον κόσμο ζεστασιά.
Συνεπώς αυτή ήταν μια ημέρα χαράς για τους Ρωμαίους διότι έφευγε το σκοτάδι και ερχόταν το φως. Ήταν μάλιστα τόσο αγαπητή και γιορτινή μέρα που οι πατέρες της εκκλησίας έπρεπε να την αντικαταστήσουν για την εξάπλωση του χριστιανισμού. Μέσω αυτή της τακτικής, που ακολουθείται σχεδόν σε όλες τις θρησκευτικές εορτές, η εκκλησία επιδίωκε την εξάπλωση του Χριστιανισμού ως επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας. Σε μια ημερομηνία παγανιστικής εορτής, τοποθετείται μια σημαντική χριστιανική εορτή. Όρισαν δηλαδή την 25η Δεκεμβρίου σαν ημέρα γέννησης του Χριστού, δηλαδή του νέου Ήλιου που έδιωξε τα σκοτάδια της ειδωλολατρίας, από τις ψυχές των ανθρώπων και τις πλημμύρισε με χριστιανικό φως. Έτσι ο ένας Ήλιος υποκατέστησε τον άλλο με αποτέλεσμα η ημερομηνία να οριστεί ως η επίσημη ημερομηνία γέννησης του Χριστού.
Συνεπώς, όταν ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, προσπάθησε να απορροφήσει και να δώσει νέα διάσταση και νέα σημασία σε πανάρχαια λατρευτικά έθιμα και λατρευτικές συνήθειες αιώνων.
Από τη Δύση ο εορτασμός της Γεννήσεως στις 25 Δεκεμβρίου πέρασε και στην Ανατολή γύρω στο 376. Μάλιστα το 386 ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρότρυνε την εκκλησία της Αντιόχειας να συμφωνήσει στην 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού της Γέννησης.
Με τον χρόνο επικράτησε σε όλο τον χριστιανικό κόσμο εκτός της Αρμενικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που συνεχίζει τον συνεορτασμό με τα Θεοφάνεια.
Αργότερα, το 529 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός απαγόρευσε την εργασία και τα δημόσια έργα κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων και τα ανακήρυξε δημόσια αργία. Ως το 1100, καθώς είχε επεκταθεί η δράση των ιεραποστολών στις παγανιστικές ευρωπαϊκές φυλές, όλα τα έθνη της Ευρώπης γιόρταζαν τα Χριστούγεννα. Στη συνέχεια, εξαιτίας της Μεταρρύθμισης απαγορεύτηκε ή περιορίστηκε κατά περιόδους η τήρησή του εορτασμού τους σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική, καθώς θεωρούνταν ότι περιλάμβανε σε μεγάλο βαθμό ειδωλολατρικά στοιχεία.
Η σύγχρονη μορφή εορτασμού των Χριστουγέννων ξεκίνησε τον 19ο αιώνα, ωστόσο οι ρίζες του εορτασμού είναι προχριστιανικές. Πολλοί επιστήμονες και μελετητές συμφωνούν ότι η Εκκλησία προσπάθησε και τα κατάφερε να εκχριστιανίσει μια προϋπάρχουσα παγανιστική γιορτή.
Καταγωγή των χριστουγεννιάτικων παραδόσεων
Πολλά από τα ειδωλολατρικά έθιμα συνδέθηκαν με τα Χριστούγεννα. Οι χριστιανικές ιστορίες αντικατέστησαν τις ιστορίες των παγανιστών, αλλά πολλά στοιχεία έμειναν ίδια. Τα κεριά για παράδειγμα συνέχισαν να ανάβουν, ενώ το φιλί κάτω από το γκι παρέμεινε κάτι σύνηθες στις σκανδιναβικές χώρες. Αλλά με τα χρόνια, οι ανταλλαγές δώρων συνδέθηκαν με τον Άγιο Νικόλαο, μια πραγματική αλλά θρυλική μορφή της Λυκίας του 4ου αιώνα (επαρχία της Ασίας), ένα φιλάνθρωπο που βοηθούσε τον κόσμο και έδινε δώρα στους φτωχούς.
Γύρω στο δέκατο τρίτο αιώνα, οι Χριστιανοί προσέθεσαν μία από τις πιο ευχάριστες πινελιές όλων των εορτασμών των Χριστουγέννων όταν άρχισαν να τραγουδούν τα κάλαντα.
Κανείς δεν είναι σίγουρος πότε ακριβώς εμφανίστηκε το χριστουγεννιάτικο δέντρο, αλλά προέρχεται από τη Γερμανία. Ο ιεραπόστολος του 8ου αιώνα, Άγιος Βονιφάτιος, που δίδασκε τον χριστιανισμό στη Γερμανία το καθιέρωσε, αφού τους έμαθε να λατρεύουν το έλατο σαν σύμβολο του Χριστού. Μέχρι το τέλος του δέκατου έκτου αιώνα, τα χριστουγεννιάτικα δέντρα ήταν κοινά στη Γερμανία. Κάποιοι λένε ότι ο Λούθηρος έκοψε το πρώτο, τον πήρε στο σπίτι και το γέμισε με κεριά για να μοιάζουν με αστέρια. Οι παραδόσεις άρχισαν να ταξιδεύουν σιγά σιγά και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Υπήρχαν ωστόσο και κάποιοι που απαγόρευσαν τα Χριστούγεννα, θεωρώντας ότι ήταν παγανιστικά, όπως οι Πουριτανοί της αγγλικής αποικίας «New England» στη νέα αμερικανική γη. Μάλιστα ο κυβερνήτης Μπράντφορντ θεώρησε τα Χριστούγεννα ως «βρετανικό κατάλοιπο» και απειλούσε όσους ήθελαν να τα γιορτάσουν με δουλειά, φυλακή ή πρόστιμα.
Όποιες κι αν είναι οι ιστορίες των Χριστουγέννων και οι ρίζες τους, συνεχίζουν να είναι μία από της αγαπημένες γιορτές μικρών και μεγάλων σε όλο τον κόσμο.