“Οι διανοούμενοι και η «ηχηρή» σιωπή τους” / γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος
«Θα σου πω τι θα κάνω και τι δεν θα κάνω. Δεν θα υπηρετήσω οτιδήποτε δεν πιστεύω πλέον, είτε αυτό λέγεται σπίτι μου, είτε πατρίδα μου, είτε Εκκλησία μου. θα προσπαθήσω να εκφραστώ με έναν τρόπο ζωής ή με μία τέχνη όσο πιο ελεύθερα και ολοκληρωμένα μπορώ, χρησιμοποιώντας ως άμυνα τα μόνα όπλα που επιτρέπω στον εαυτό μου να χρησιμοποιεί: σιωπή, εξορία, πονηρία»
(Τζέιμς Τζόϊς, «Το πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία»)
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση δεν ανέδειξαν μόνον την ρευστότητα του παγκόσμιου τοπίου αλλά και την ανεπάρκεια ή αδυναμία κάποιων παραδοσιακών θεσμών ή οργανισμών στην επίλυση ή υπέρβαση των προβλημάτων που καθημερινά γιγαντώνονται. Έτσι διαμορφώνεται ένα νοσηρό κλίμα σε διαπλανητικό επίπεδο που συνοδεύεται από τα συνήθη αισθήματα καταστροφολογίας, μηδενισμού και πλήρους αβεβαιότητας. Το διάχυτο αίσθημα ανασφάλειας και παρακμής που διαποτίζει την κοινή γνώμη καθιστά αναγκαία την παρουσία και δημόσια παρέμβαση των διανοουμένων.
Πολλοί τους κατηγορούν για την αδράνεια και την σιωπή τους σε μια εποχή που έχει ανάγκη από την διαφορετική «φωνή» κι από την ανατρεπτική σκέψη. Κάποιοι άλλοι τους κατηγορούν για ενσωμάτωση στο σύστημα και για μία sui generis διακονία προς την εξουσία σε όλες τις εκφάνσεις της. Δεν λείπουν, βέβαια, κι εκείνοι που στο πρόσωπό τους βλέπουν έναν ιδιότυπο «μεσσία» για την επίλυση όλων των προβλημάτων τους. Υπάρχει, όμως, και μία ομάδα ανθρώπων που μέμφεται τους διανοούμενους για εργαλειοποίηση της γνώσης και για μία άλλη εξουσία δίπλα στις τόσες άλλες.
Εμφανής, επίσης, είναι και η τάση κάποιων να ειρωνεύονται τους διανοούμενους και το πλήθος των ανθρώπων που μπορούν να φέρουν τον «τίτλο» διανοούμενος. Ο όρος από μόνος του έχει πολλά προβλήματα σαφούς προσδιορισμού, αφού πολλές φορές συγχέεται με τον «συγγενή» όρο «πνευματικός άνθρωπος». Διανοούμενος είναι αυτός που κατέχει την γνώση, ενώ πνευματικός άνθρωπος είναι αυτός που κατέχεται – πλημμυρίζεται από τη γνώση.
Ανεξάρτητα, όμως, από τη θέση μας απέναντι στον όρο διανοούμενος και τη θέση αυτών στην κοινωνία – αυτοεξόριστοι και μοναχικοί ή παιδαγωγοί της κοινωνίας και σύμμαχοι της εξουσίας – όλοι αναγνωρίζουμε πως οι αντιρρήσεις, οι αμφιβολίες, οι ενστάσεις και το κριτικό τους πνεύμα μπορούν να βοηθήσουν στην επισήμανση και υπέρβαση των σύγχρονων προβλημάτων. Άλλοτε «ειρηνοποιοί» και «θεμελιωτές» του νέου κι άλλοτε οι ανατροπείς του παλιού και των στερεοτύπων μπορούν να αντιλέγουν, να ενοχλούν και να δυσαρεστούν στην προοπτική ενός άλλου κόσμο. Κι αυτό γιατί οι διανοούμενοι είναι οι φορείς της κίνησης, της αλλαγής και της προόδου και αντιμάχονται στην αδράνεια και τον εφησυχασμό.
Η Υλική επιβίωση
«Άνευ των αναγκαίων αδύνατον και ζην και ευ ζην»
(Αριστοτέλης)
Στον τομέα της υλικής επιβίωσης η συνδρομή – παρέμβαση των διανοουμένων θεωρείται αναγκαία στο βαθμό που ο άνθρωπος διαχρονικά αγωνιά και αγωνίζεται για την εξασφάλιση των απαραίτητων όρων – αγαθών για μια ζωή στοιχειωδώς ανεκτή. Μπορεί οι οικονομολόγοι, οι πολιτικοί και οι τεχνοκράτες να είναι πιο «αρμόδιοι» για την επίλυση αυτού του προβλήματος, ωστόσο η άνιση κατανομή του πλούτου, οι οξύτατες αντιθέσεις (πλούσιοι – πένητες) και ο χυδαίος καταναλωτισμός σε συνδυασμό με τους λιμοκτονούντες και τους άστεγους συνθέτουν ένα σκηνικό ντροπής για τον πολιτισμό μας. Οι διανοούμενοι μπορούν με τον κριτικό τους λόγο να επισημάνουν και να αναδείξουν αυτές τις αντινομίες της κοινωνίας μας και να σχεδιάσουν – προτείνουν ένα άλλο πλαίσιο οικονομικής πολιτικής που θα αποτρέπει τις υπερβολές του προκλητικού πλούτου και της υλικής εξαθλίωσης. Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος εξακολουθεί να είναι πρωτίστως ένα βιολογικό ον και όταν κινδυνεύει η υλική του επιβίωση, τότε ξυπνά το μέσα του θηρίο με ανεξέλεγκτες συνέπειες. Οι Λατίνοι το είδαν και το διατύπωσαν καθαρά «primum vivere» (πρώτα να ζήσουμε).
Το κοινωνικό πρόταγμα
Σε ένα δεύτερο επίπεδο απαραίτητη κρίνεται η παρέμβαση των διανοουμένων στον τομέα της κοινωνικής συνύπαρξης. Οι παραδοσιακοί θεσμοί, τα φθαρμένα πρότυπα, οι αναχρονιστικές αξίες, τα ατελέσφορα ιδεώδη και η συντηρητική ηθική αδυνατούν να εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο όριο ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ ανθρώπων με ετερόκλητες καταβολές και φιλοδοξίες. Οι σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες χρειάζονται νέες σταθερές για την οικοδόμηση νέων διαπροσωπικών και κοινωνικών σχέσεων πάνω στη βάση του σεβασμού της διαφορετικότητας και της ανεκτικότητας. Ο διεισδυτικός λόγος των διανοουμένων μπορεί να βοηθήσει στην ύφανση ενός άλλου κοινωνικού προτάγματος που θα δίνει διέξοδο στις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας και θα μετατρέπει την οργή σε δημιουργία και το μίσος σε ευκαιρία ανοχής και γόνιμης συνεργασίας με τον «εχθρό».
Ο φόβος του Homo digitalis…
Εξίσου αναγκαία κρίνεται και η δυναμική παρουσία των διανοουμένων στη διαμόρφωση του νέου τύπου ανθρώπου που πλάθεται από τις εφευρέσεις της τεχνητής νοημοσύνης και του meta–verse. Πολλοί είναι εκείνοι που προβλέπουν το εφιαλτικό σενάριο ενός νέου τύπου ανθρώπου, του Homo digitalis. Θα είναι ο άνθρωπος της υψηλής νοημοσύνης, των απεριόριστων πνευματικών δυνατοτήτων, αλλά με χαμηλό δείκτη ελεύθερης βούλησης και ηθικής προαίρεσης. Κάποιοι άλλοι στον νέο τύπο ανθρώπου διαβλέπουν τον νιτσεϊκό Υπεράνθρωπο με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην δυνατότητά του να ελέγχει τη δύναμή του και να την κατευθύνει σε ηθικούς και θεμιτούς (κοινωνικά επωφελείς) στόχους. Οι διανοούμενοι με τον καταγγελτικό τους λόγο μπορούν και πρέπει να επισημάνουν πως ό,τι μπορεί να πετύχει η επιστήμη, δεν είναι υποχρεωτικό και ηθικά αποδεκτό. Πρέπει ως κοινωνία να κυριαρχήσουμε πάνω στα δημιουργήματά μας, πριν γίνουμε άβουλα όργανά τους.
Τα προβλήματα και η σιωπή
Στον παραπάνω κατάλογο των προβλημάτων θα μπορούσαν να προστεθούν κι άλλα, όπως: Η βία, η τρομοκρατία, ο ρατσισμός, ο πόλεμος, η οικολογική καταστροφή, η πλύση εγκεφάλου, η εξαχρείωση της πολιτικής, η αποδόμηση κάθε κώδικα ηθικών αξιών… Ωστόσο η απουσία των διανοουμένων διευρύνει τον κύκλο των παρενεργειών από τα παραπάνω προβλήματα και όλοι προβληματίζονται για τα αίτια που οδήγησαν στην «σιωπή» τους.
Οι διανοούμενοι ως συστημικοί
Ως πρώτη αιτία της «σιωπής» των διανοουμένων θα μπορούσε να καταγραφεί η μερική ή ολική ενσωμάτωσή τους στο «σύστημα». Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως η ελευθερία στην πληροφόρηση και η διεύρυνση των πολιτικών ελευθεριών – δικαιωμάτων έδωσαν την δυνατότητα στους πολίτες να έχουν άμεση πρόσβαση σε πολλές γνώσεις και να αρθρώνουν τον αντιπολιτευτικό τους λόγο. Αυτό μεταφράζεται ως μία απαξίωση προς τους διανοουμένους, που πλέον δεν θεωρούνται και ως οι απόλυτες πηγές της γνώσης και του κριτικού λόγου. Ο κάθε πολίτης θεωρεί πως είναι επαρκώς ενημερωμένος και δυσπιστεί στο λόγο των διανοουμένων, αφού οι τελευταίοι αδυνατούν να διατυπώσουν μία εναλλακτική πρόταση ζωής και πολιτικής συμπεριφοράς. Έτσι οι πολίτες εθισμένοι στο λόγο και στις θέσεις των Μ.Μ.Ε. θεωρούν πως και οι διανοούμενοι συνιστούν κομμάτι του συστήματος, αφού κάποιες φορές ο λόγος και οι προτάσεις τους συμφωνούν με αυτές της εξουσίας.
Το τεχνοκρατικό πνεύμα και οι ειδικοί
Η δεύτερη αιτία της «σιωπής» των διανοουμένων σχετίζεται με την απόλυτη κυριαρχία των τεχνοκρατών και των ειδικών σε πολλούς τομείς ζωτικής σημασίας για την ζωή των ανθρώπων. Καθημερινά πληθαίνει ο κύκλος των ειδικών επί παντός επιστητού, στοιχείο που εξοστρακίζει στο χώρο του «αχρείαστου» τους διανοούμενους. Οι οθόνες των τηλεοράσεων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης πλημμυρίζονται από σεισμολόγους, ψυχολόγους, οικονομολόγους, διεθνολόγους, εγκληματολόγους που με περισσή οίηση και μορφή αυθεντίας επαίρονται ότι καλύπτουν με πληρότητα κάθε θέμα. Ωστόσο η αλήθεια, η άλλη άποψη και η εναλλακτική λύση αποκρύπτεται από τον μανδύα του «ειδικού» και ο λόγος του διανοουμένου αν δεν χλευάζεται, θεωρείται περιττός ή εκτός «θέματος». Έτσι οι διανοούμενοι αποσύρονται στο βασίλειό τους και οι λίγοι τολμηροί που «ενίστανται» στην επικρατούσα άποψη λογίζονται ως ύποπτοι ή γραφικοί.
Επιμύθιον
Όσες, όμως, κι αν είναι οι αιτιάσεις κατά των διανοούμενων, δεν παύει να φαίνεται το κενό που δημιουργεί η σιωπή τους. Η εξορία των διανοουμένων – ως επιλογή ή αναγκαστική – δεν μπορεί να αποτελεί τον κανόνα. Η θέση τους είναι δίπλα στην κοινωνία και στον πολίτη. Έχουμε την ανάγκη της έμπνευσης, της φαντασίας και του κριτικού τους λόγου. Η κοινωνία τούς θέλει μάχιμους και αλύγιστους.
«Ένας πνευματικός άνθρωπος σήμερα περισσότερο παρά ποτέ έχει μεγάλη ευθύνη. Έχει χρέος να διαποτιστεί από τη μοίρα της εποχής του, να μη φύγει, να σταθεί στο σταυροδρόμι όπου φυσούν όλες οι ανησυχίες και οι ελπίδες, ρόδο των ανέμων… Χρέος του είναι… να συγκλίνει μέσα του όλους τους αποκλίνοντες σημερινούς αγώνες και να βάλει τάξη στο χάος, να το μετουσιώσει, δηλαδή, μέσα του σε “κόσμο”»..(Καζαντζάκης)
ΙΔΕΟπολις