Το ότι ζούμε σ’ έναν απαθή και τυποποιημένο κόσμο που ενέταξε ακόμα και την ”Καλημέρα” του σε αυτόν, δεν νομίζω ότι το αμφισβητεί κανείς. Έχει επιβεβαιωθεί, άλλωστε, μέσα από πολλά δραματικά περιστατικά εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων. Γεγονός που διαψεύδει πανηγυρικά τον ιστορικό οπτιμισμό* εκείνων οι οποίοι, στην αυγή του 21ου αι, είχαν εκφράσει την προσδοκία τους για ένα καλύτερο αύριο
Γράφει η
Κρινιώ Καλογερίδου
Τραγική ειρωνεία! Πανομοιότυπη αισιοδοξία είχε εκφράσει για τον νεοαφιχθέντα αιώνα της εποχής του και ένας νέος επαναστάτης σπουδαστής στο πολύκροτο έργο του Βίκτορα Ουγκώ ”Άθλιοι” (ιστορική και κοινωνική τοιχογραφία του 19ου αι.) λέγοντας: ”Πολίτες, ο 19ος αιώνας είναι μεγάλος, αλλά ο 20ος θα είναι ευτυχισμένος”.
Οποία διάψευση προσδοκιών! Ο τελευταίος αποδείχθηκε ο πιο αιματηρός όλων λόγω των Παγκοσμίων Πολέμων που έλαβαν χώρα στη διάρκειά του. Επιπλέον — ενώ αγωνίστηκε για τον ανθρωπισμό (κατάργηση δουλείας, νομική κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ισότητα των δύο φύλων και προστασία παιδιών) — δεν κατάφερε να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών, με αποτέλεσμα η Δύση να ευημερεί και ο Τρίτος Κόσμος να πεθαίνει (15 εκατομμύρια παιδιά χάνονται κάθε χρόνο από ασιτία).
Έκτοτε, βέβαια — στον 21ο αιώνα που διανύουμε — οι κοινωνικά και ηθικά απαξιωμένοι ”άθλιοι” αυξάνονται και πληθύνονται κατακλύζοντας την παγκόσμια σκηνή από πεινασμένους ”φτωχούληδες του Θεού” (κοντά δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι φυτοζωούν με ένα δολάριο την ημέρα), οι περισσότεροι από τους οποίους δεν γνωρίζουν ανάγνωση και γραφή και κάνουν αγεφύρωτο το χάσμα τους με τους πλούσιους, αφού το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού απολαμβάνει εισόδημα 150 φορές μεγαλύτερο από το 80%.
Την τραγική επιβίωση των φτωχών ανά τον κόσμο επιτείνουν δραματικά οι ανταγωνισμοί των πλούσιων κρατών τα οποία στηρίζουν τις οικονομίες τους στην παραγωγή πολεμικού υλικού, για να έχουν κυριαρχία στις παγκόσμιες αγορές. Κυριαρχία με παρενέργειες μιλιταριστικές, αφού το πολεμικό υλικό λειτουργεί ως προσάναμμα διεύρυνσης των εστιών του πολέμου.
Προσάναμμα που αναδεικνύει την αποκτήνωση του ανθρώπου στις πολεμικές επιχειρήσεις, με εκατόμβες θυμάτων μεταξύ του άμαχου πληθυσμού και των μαχόμενων επί του πεδίου. Κι αυτό αποτελεί τραγική διάψευση όσων είχαν πιστέψει ότι η ανθρωπότητα έμαθε από τα λάθη της μετά την οδυνηρή εμπειρία των Μεγάλων Πολέμων. Λάθη τα οποία μας άφησαν ”προίκα” την έλλειψη ανθρωπιάς, την ηθική αναλγησία και την κυνική συμπεριφορά.
Φευ! Το μεγαλεπήβολο οικοδόμημα του Δυτικού πολιτισμού έφτασε να συμβολίζει στις μέρες μας την επιβολή της ύλης πάνω στα ανθρωπιστικά ιδεώδη, αφού προκρίνει στη θέση της ισότητας και της δικαιοσύνης τη λογική της φιλανθρωπίας, απ’ την οποία διολισθήσαμε τελικά στην αδιαφορία για τους απόκληρους της ζωής.
Αδιαφορία συνώνυμη της απανθρωπιάς, που πάει, πέταξε, χάθηκε. Και σίγουρα την ψάχνει ακόμα με το φανάρι ο Διογένης. Έτσι το ”Άνθρωπο ζητώ” (μέσα στο πλήθος των ανθρώπων) έγινε βασικό ζητούμενο της εποχής μας. Κι αυτό μας κάνει να αναζητούμε τον πραγματικό εαυτό μας, την ψυχή μας, σε μια εποχή που ο ανθρωπισμός διολίσθησε στον ατομικισμό.
”Όλοι στον αιώνα μας χώρισαν και γίνανε μονάδες. Ο καθένας αποτραβιέται στη μοναξιά του. Ο καθένας απομακρύνεται απ’ τον άλλον. Κρύβεται, κρύβει το έχει του** και καταλήγει να απωθεί τους ομοίους του και να απωθείται από αυτούς”, έγραφε για την κοινωνία του 19ου αι. ο Ρώσος μυθιστοριογράφος Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι.”
Το δυστύχημα είναι ότι δυο αιώνες μετά αναγνωρίζουμε στην εποχή μας τα ίδια χαρακτηριστικά. Απομονωθήκαμε και εκθρέψαμε το ”εγώ” μας σε τέτοιο βαθμό που λησμονήσαμε ότι συνυπάρχουμε μαζί με τον άλλον, τον συνάνθρωπο.
Στην περίπτωση ειδικότερα της Ελλάδας, τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά, αλλά δε φτάσαμε σε ακραίες καταστάσεις. Το DNA της ευαισθησίας των Ελλήνων σε θέματα ανθρωπισμού αντιστέκεται ακόμα.
Με άλλα λόγια υπάρχουν και σήμερα νησίδες ατόμων και κοινωνικών ομάδων που διαπνέονται από συναισθήματα προσφοράς στον εξαθλιωμένο πλησίον (κάτι που αναδείχθηκε στα χρόνια της οικονομικής κρίσης), αλλά είναι λίγες έναντι των πολλών οι οποίες επιλέγουν τη λιμνοθάλασσα της απάθειας.
Έτσι από τη συμπόνια διολισθαίνουμε στην αδιαφορία και τον αποκλεισμό των φτωχών, κάτι για το οποίο ευθύνονται η κοινωνία, η τοπική αυτοδιοίκηση και η πολιτεία. Για τις τοπικές κοινωνίες που επιλέγουν τον μιθριδατισμό ως μέθοδο επιβίωσης, η ζητιανιά των φτωχών στους δρόμους και τα πεζοδρόμια είναι κάτι το ενοχλητικό, γιατί χαλάει την εικόνα του… πολιτισμού της καθημερινότητάς τους.
Για την τοπική αυτοδιοίκηση, πάλι, η ύπαρξή τους είναι ένα πρόβλημα που λύνεται πάντα κατά την προεκλογική περίοδο. Για την πολιτεία, τέλος, οι φτωχοί (ψηφοφόροι ή μη) — επειδή δεν έχουν εξουσία και δύναμη για να απαιτήσουν τα δικαιώματά τους — είναι σαν να μην υπάρχουν.
Με τα δεδομένα αυτά, άρχοντες και αρχόμενοι ακρωτηριάζουμε την ευαισθησία και την ανθρώπινη υπόστασή μας. Κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας ουσιαστικά προβαίνοντας περιοδικά σε πράξεις ελεημοσύνης για να καθησυχάσουμε τη συνείδησή μας, χωρίς να τολμάμε να κοιτάξουμε κατάματα τη δυστυχία στα μάτια των πεινασμένων συνανθρώπων μας.
Ένας από αυτούς, μόλις πρόσφατα, στη Θεσσαλονίκη — όντας κοινωνικά αποκλεισμένος ως φυλακισμένος εξοδούχος με αναστολή — επειδή δεν είχε να φάει και δεν έβρισκε τον ιερέα που του έδινε τροφή και τον βοηθούσε, αναγκάστηκε να διαρρήξει την εκκλησία όπου λειτουργούσε σπάζοντας με πέτρα τη τζαμαρία της, για να κλέψει λαχανικά, αντίδωρα, αλλαντικά και ψωμί.
Ο άντρας, γνωστός στις Αστυνομικές Αρχές της συμπρωτεύουσας, συνελήφθη την ίδια στιγμή και μετά το Αυτόφωρο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης όπου οδηγήθηκε, καταδικάστηκε για την πράξη του και κατέληξε σε κατάστημα κράτησης.
— Τουλάχιστον θα ‘χει να φάει εκεί που τον πήγαν, είπαν οι περισσότεροι στο άκουσμα της είδησης και γύρισαν στις δουλειές τους ανακουφισμένοι.
”Καλό Σαμαρείτη στις μέρες μας δύσκολα να βρεις…”, σκέφτομαι θλιβερά. Κι αυτή η έλλειψη ευαισθησίας, αυτός ο απανθρωπισμός, έχει περάσει δυστυχώς και στα παιδιά μας, στους μαθητές των σχολείων μας που σε κάθε επαφή τους με τέτοιες εικόνες σκύβουν μηχανικά να αφήσουν τον οβολό τους στα ανθρώπινα συντρίμμια του δρόμου και βιάζονται να απομακρυνθούν.
Ο βαθμός αντίδρασης της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στους ”φτωχούληδες του Θεού” τείνει στο μηδέν. Τείνει στο μηδέν και η κουλτούρα αλληλεγγύης της. Εθίστηκαν προφανώς οι Έλληνες στις εικόνες της φτώχειας και της δυστυχίας των μνημονιακών χρόνων και έμαθαν να τις προσπερνούν. Να προσπερνούν τους ”κολασμένους της γης” που, ενώ ζουν ανάμεσά τους, δεν τους βλέπουν. Η φτώχεια και οι φτωχοί είναι, δυστυχώς, για όλους αόρατοι…
ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ
*οπτιμισμός: αισιοδοξία [ιστορικός οπτιμισμός: η άποψη ότι η ιστορία εξελίσσεται σύμφωνα με νόμους προς όλο και ανώτερα στάδια],
**το έχει του: αυτό που διαθέτει