Washington Post: Η έρευνα στο σπίτι του Τραμπ αφορούσε έγγραφα για τα πυρηνικά των ΗΠΑ
Το FBI αναζητούσε έγγραφα που συνδέονται με το πυρηνικό πρόγραμμα των ΗΠΑ στην έρευνα που πραγματοποίησε στη κατοικία του τέως προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντα, αποκαλύπτει η εφημερίδα Washington Post, χωρίς ωστόσο να κατονομάζει τις πηγές της. Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν βρήκε αυτό που έψαχνε.
Καθώς η υπόθεση έχει προκαλέσει μεγάλη αναταραχή στις ΗΠΑ, με την απόπειρα ενός άνδρα, που εκτιμάται ότι ήταν οπαδός του Τραμπ, να εισβάλει στα κεντρικά γραφεία του FBI στο Σινσινάτι του Οχάιο, το υπουργείο Δικαιοσύνης ζήτησε από δικαστή να δημοσιοποιήσει το ένταλμα που εξουσιοδότησε την έρευνα του FBI στο Μαρ-α-Λάγκο. Αιτία, το γεγονός ότι ο τέως πρόεδρος των ΗΠΑ προσπαθεί να το παρουσιάσει ως πολιτικά αντίποινα.
Αυτό σημαίνει ότι σύντομα οι Αμερικανοί πολίτες πιθανώς θα μάθουν περισσότερα στοιχεία για το τι αναζητούσαν οι ερευνητές κατά τη διάρκεια της άνευ προηγουμένου έρευνας στο σπίτι ενός πρώην προέδρου.
Η έρευνα ήταν μέρος μιας ευρύτερης διαδικασίας για να διευκρινιστεί εάν ο Τραμπ αφαίρεσε παράνομα αρχεία από τον Λευκό Οίκο αφήνοντας την εξουσία τον Ιανουάριο του 2021, μερικά από τα οποία το Υπουργείο Δικαιοσύνης πιστεύει ότι είναι απόρρητα. Ο υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, Μέρικ Γκάρλαντ, είπε σε συνέντευξη Τύπου ότι ενέκρινε προσωπικά την έρευνα. Επίσης, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, το Υπουργείο Δικαιοσύνης σκοπεύει να δημοσιοποιήσει μια διορθωμένη απόδειξη των στοιχείων που κατασχέθηκαν.
«Το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν λαμβάνει με επιπολαιότητα τέτοιες αποφάσεις. Όπου αυτό είναι εφικτό, είναι καθιερωμένη πρακτική η αναζήτηση λιγότερο παρεμβατικών μέσων ως εναλλακτική λύση στην αναζήτηση στοιχείων», δήλωσε ο Μέρικ Γκάρλαντ.
Η απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης να επιβεβαιώσει δημόσια την έρευνα ήταν εξαιρετικά ασυνήθιστη, καθώς οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του υπουργείου συνήθως δεν συζητούν τις τρέχουσες έρευνες για την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών. Βέβαια, στην προκειμένη περίπτωση, ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε δήλωση, ανακοινώνοντας την έρευνα στην κατοικία του στις 8 Αυγούστου.
Ακριβώς γι’ αυτό, ο Μέρικ Γκάρλαντ είπε ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης ζήτησε να δημοσιοποιηθεί το ένταλμα «υπό το φως της δημόσιας επιβεβαίωσης της έρευνας από τον πρώην πρόεδρο, των περιστάσεων και του ουσιαστικού δημόσιου ενδιαφέροντος για αυτό το θέμα».
Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν το θέμα, αναφέρει το Reuters, το FBI κατέσχεσε περίπου 10 κουτιά από την ιδιοκτησία του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος το βράδυ της Πέμπτης ζήτησε την άμεση δημοσιοποίηση των εγγράφων που σχετίζονται με την έρευνα.
Μέσω της δικής του πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης, Truth Social, είπε ότι «όχι μόνο δεν θα αντιταχθώ στη δημοσιοποίηση εγγράφων που σχετίζονται με την αντιαμερικανική, αδικαιολόγητη και περιττή επιδρομή και διάρρηξη του σπιτιού μου στο Παλμ Μπιτς, Φλόριντα, Μαρ-α-Λάγκο, αλλά προχωρώ ένα βήμα παραπέρα ΕΝΘΑΡΡΥΝΟΝΤΑΣ την άμεση δημοσίευση αυτών των εγγράφων, παρόλο που έχουν συνταχθεί από ριζοσπάστες αριστερούς Δημοκρατικούς και πιθανούς μελλοντικούς πολιτικούς αντιπάλους, που έχουν ισχυρό και ισχυρό συμφέρον να μου επιτεθούν, όπως έκαναν τα τελευταία 6 χρόνια».
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει προθεσμία μέχρι τις 3 μ.μ. (21.00 ώρα Ελλάδας) σήμερα Παρασκευή 12 Αυγούστου για να ενημερώσει το δικαστήριο εάν οι δικηγόροι του Τραμπ θα αντιταχθούν στην αποσφράγιση του εντάλματος. Την υπόθεση εκδικάζει ο δικαστής Μπρους Ράινχαρτ, ο οποίος κλήθηκε να γνωμοδοτήσει αν το αίτημα του υπουργείου Δικαιοσύνης για δημοσιοποίηση του εντάλματος είναι επαρκώς αιτιολογημένο. Πάντως, το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έχει ζητήσει από τον δικαστή να αποσφραγίσει την ένορκη δήλωση προς υποστήριξη του εντάλματος, το περιεχόμενο του οποίου θα μπορούσε ενδεχομένως να περιλαμβάνει απόρρητες πληροφορίες.
Οι δικηγόροι του Ντόναλντ Τραμπ, Έβαν Κόρκοραν και Τζον Ρόουλι, δεν απάντησαν στα αιτήματα του Reuters να σχολιάσουν την υπόθεση. Πάντως, ο Τραμπ, με δήλωσή του στο Truth Social είπε ότι «οι δικηγόροι και οι εκπρόσωποί μου συνεργάζονταν πλήρως και είχαν δημιουργηθεί πολύ καλές σχέσεις. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε ό,τι ήθελε, αν το είχαμε».