Απόψεις Άρθρα Κόσμος

“Τα ελληνοτουρκικά στο «ράφι» των ΗΠΑ” / γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας

Πίσω από την πράγματι εξαιρετικά θερμή υποδοχή του πρωθυπουργού κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, οι αμερικανικές θέσεις σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις παρέμειναν αμετακίνητες και ευνοϊκά (προς την Τουρκία) «ουδέτερες».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ανέφερε ούτε μία φορά τη λέξη Τουρκία, έστω κι αν ήταν σαφές ότι μιλούσε για αυτήν

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μέσα στο πλαίσιο στο οποίο ήταν υποχρεωμένος να κινηθεί (είχε συμφωνήσει ότι θα κρατήσει χαμηλούς τόνους για τα ελληνοτουρκικά) το περισσότερο που μπορούσε να πράξει το έκανε κατά την ομιλία του στο Κογκρέσο:

  • Υπενθύμισε την εισβολή και κατοχή στην Κύπρο.

  • Υπογράμμισε την (καθημερινή) πραγματικότητα στο Αιγαίο με τις υπερπτήσεις πάνω από τα ελληνικά (και κατοικημένα) νησιά.

«Ταμπού» η Τουρκία

Στο πλαίσιο της δέσμευσής του να μην φέρει σε δύσκολη θέση τους οικοδεσπότες του ζητώντας τους να υποστηρίξουν τις ελληνικές θέσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ανέφερε ούτε μία φορά τη λέξη Τουρκία, έστω κι αν ήταν σαφές ότι μιλούσε για αυτήν.

Αυτό που εισέπραξε ο Έλληνας πρωθυπουργός (και για αυτήν του τη συνέπεια) ήταν το θερμό χειροκρότημα των Αμερικανών βουλευτών, γεγονός ωστόσο που δεν αλλάζει σε τίποτε τις αμερικανικές θέσεις, οι οποίες τελικά ευνοούν τη συντήρηση εδώ και δεκαετίες των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο.

Οι κυβερνήσεις πέφτουν, οι ΗΠΑ μένουν

Οι Αμερικανοί το μόνο που πρόσφεραν στον Κυριάκο Μητσοτάκη σε σχέση με τα ελληνοτουρκικά είναι μια ώθηση για ακόμη περισσότερα εξοπλιστικά προγράμματα, προσφέροντας στην Ελλάδα το «προνόμιο» να χρυσοπληρώσει την αμερικανική πολεμική βιομηχανία για να αγοράσει (και) αεροσκάφη F-35, έτσι ώστε η ελληνική αεροπορία να διατηρήσει την ισορροπία του τρόμου με την αντίστοιχη της Τουρκίας.

Τώρα που τα φώτα της εξαιρετικής (επικοινωνιακά) επίσκεψης του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ χαμηλώνουν, μπορούμε να δούμε πως η κατάσταση στο Αιγαίο δεν άλλαξε και παρά το γεγονός ότι ολόκληρη η Ελλάδα είναι δυνάμει μια αμερικανική βάση (αναθεωρημένη συμφωνία στρατηγικής ελληνοαμερικανικής συνεργασίας), οι Αμερικανοί όχι μόνο δεν έχουν αναλάβει καμία δέσμευση «προστασίας», αλλά σιγοντάρουν τις τουρκικές απαιτήσεις για αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών.

Από τον Λουνς μέχρι τώρα

Για την ακρίβεια, το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών υπάρχει ως αποκρυσταλλωμένη αντίληψη και πρακτική εντός της συμμαχίας του ΝΑΤΟ τουλάχιστον από τη δεκαετία του ’80.

Ο τότε γ.γ. της Συμμαχίας Γιόζεφ Λουνς, με την επάνοδο της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ (είχε αποχωρήσει σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη μη υποστήριξη της Συμμαχίας κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο), τον Μάιο του 1980, σε έγγραφο προς όλα τα όργανα του ΝΑΤΟ ζήτησε να μην περιλαμβάνονται στην κατανομή συμμαχικών πιστώσεων «αμφισβητούμενες περιοχές… διότι δημιουργούσαν πολιτικά προβλήματα στο ΝΑΤΟ».

Με το εν λόγω έγγραφο ο Λουνς θεμελίωσε την «ουδετερότητα» της Συμμαχίας, αναγνωρίζοντας εμμέσως, αλλά σαφέστατα, τις τουρκικές θέσεις περί των παράνομων εξοπλισμών των ελληνικών νησιών.

Αυτή η θέση (Λουνς) διαμορφώνει έκτοτε τις επιλογές ΗΠΑ/ΝΑΤΟ και επέτρεψε στην Τουρκία να προωθεί βήμα – βήμα τις θέσεις της:

  • Με την κρίση του 1987.

  • Με την κρίση των Ιμίων το 1996.

  • Με την πρόσφατη κρίση του «Ορούτς Ρέις», που με συνοδεία στόλου πολεμικών «ερεύνησε» μέχρι και 6,5 μίλια από τις ακτές της Ρόδου, του Καστελλόριζου κ.λπ.

Οι αμερικανικές «διαιτητικές» παρεμβάσεις σε κάθε ελληνοτουρκική κρίση έρχονταν εκ των υστέρων να επιβραβεύσουν τις τουρκικές διεκδικήσεις, τις οποίες αναγνώριζαν ως βάσιμες και αντικείμενο ελληνοτουρκικών συνομιλιών.

Κάπως έτσι, όλα αυτά τα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή και κατοχή της Κύπρου μέχρι και σήμερα, οι ΗΠΑ υποβοήθησαν την εδραίωση της τουρκικής επιχειρηματολογίας στους κόλπους του ΝΑΤΟ, το οποίο στο όνομα στης ουδετερότητας απέκλειε από τις ασκήσεις του «στρατιωτικοποιημένα» ελληνικά νησιά και περιοχές, κρατώντας στάση «ουδετερότητας» ανάμεσα στον επιτιθέμενο και τον αμυνόμενο…

Διακομματικά… φιλοαμερικανικά

Όλα αυτά τα χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των δύο τελευταίων (της προηγούμενης του ΣΥΡΙΖΑ και της σημερινής της Ν.Δ.), όχι μόνο ανέχθηκαν τις μεροληπτικές σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων αμερικανοΝΑΤΟϊκές επιλογές, αλλά υπήρξαν μακράν οι συνεπέστερες στην καταβολή των ελληνικών συνδρομών (2% – 4% του ΑΕΠ) για εξοπλισμούς ενταγμένους στις ανάγκες της Συμμαχίας.

Οι δύο τελευταίες κυβερνήσεις της χώρας, σε μια ενδεχομένως πρωτόγνωρη για τα δεδομένα του ελληνικού πολιτικού συστήματος («άτυπη») συμφωνία, θεμελίωσαν και το τρέχον πλαίσιο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων με τη συμφωνία για τις βάσεις (που διαπραγματεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και υπέγραψε η Ν.Δ. μόλις ανέλαβε την εξουσία). Πρόκειται για τη συμφωνία η οποία προβλέπει τη δημιουργία αμερικανικών βάσεων σε οποιοδήποτε σημείο της χώρας το επιβάλλουν οι αμερικανικές ανάγκες…

Με αυτό το μέγιστο γεωπολιτικό δώρο προς τις ΗΠΑ έσπευσε στην Ουάσιγκτον ο Κυριάκος Μητσοτάκης, έχοντας μόλις κυρώσει στην ελληνική Βουλή την επ’ αόριστον παραμονή οπουδήποτε στη χώρα αμερικανικών βάσεων. Η υποδοχή που του επιφυλάχτηκε, προφανώς, ανταποκρίνεται στο μέγεθος της εκχώρησης που έκανε χωρίς, ωστόσο, να εξασφαλίσει το παραμικρό αντάλλαγμα ή δέσμευση προστασίας.

Τα ελληνοτουρκικά, λοιπόν, και η επόμενη μέρα της επίσκεψης του πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον παραμένουν στην ίδια επικίνδυνη θέση με πριν, καθώς η Τουρκία, ειδικά με το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, είναι απόλυτα απαραίτητη για το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ κάνουν τα πάντα για να την κρατήσουν στη σφαίρα επιρροής τους, ζητώντας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη «υπομονή», «ψυχραιμία» και μερικά δισεκατομμύρια δολάρια για εξοπλισμούς…

banner-article

Ροη ειδήσεων