Γιώργης Έξαρχος: Βλαχολογικοί ίαμβοι και ανάπαιστοι…11 / “Βλαχικήν γλώσσαν, ήτοι γραικολατινικήν”
ΓΙΩΡΓΗΣ Σ. ΕΞΑΡΧΟΣ – ΒΛΑΧΟΛΟΓΙΚΟΙ ΙΑΜΒΟΙ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΙΣΤΟΙ … 11
«Βλαχικήν γλώσσαν,
ήτοι γραικολατινικήν»
«Η ονομασία Βλαχ μεθερμηνεύεται Ιταλός ή Ρωμαίος»
«[Στο Σούλι] The Μπουζμπάται, from the Βλαχοχώρια om Mount Pindus»·
«Vlakhiote Karagunidhes of Mount Pindus»·
«famous Vlakhiote captain of robbers, Katz-Andonio, one of the greatest of the Kleftic heroes»·
«The language of the Vlakhiote towns of Pindus differs very slightly from
that of Wallachia, and contains consequently many Latin words, derived
from the Roman colonists of Dacia.»
«Έτι δε εισι κοινότητες ρουμουνικαί όπου και η γραικική γλώσσα κοινή τοις ρουμούνοις εστίν.»
«Δημοκρατία. η, είναι όταν ο Λαός ήτοι η Κοινότης δίδει την
απόφασιν εις κάθε επιχείρημα διά την Χώραν.»
————-
[ΠΗΓΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ]
-
«…Ημείς είπομεν ότι γενικώς όλοι οι Έλληνες αγαπούσι τας σπουδάς, και την μάθησιν, και πασχίζουσι διά τον φωτισμόν του γένους, και διά την ανέγερσι της Ελλάδος· είναι μερικοί όμως Ζώπυροι, οι οποίοι όχι μόνον δεν αγαπούσι την ανέγερσιν της Ελλάδος, και τον φωτισμόν του λαού, αλλ’ ακόμη πασχίζουσι παντοίω τρόπω να εμποδίζωσί, και να σβύσωσι παντελώς το καλόν της πατρίδος· δεν ηξεύρω, η φυσική των κακία και αμάθεια τους παρακινεί εις το να φθονώσι τα καλά, ή άλλα τινά συμβεβηκότα· φαίνεται όμως ότι οι τοιούτοι φιλόκακοι δεν είναι ειλικρινείς και καθαροί Έλληνες, αλλ’ είναι νόθοι (Μπάσταρδοι) Γραικοί, όμοιοι με τα μουλάρια, δηλαδή μίγματα πολλών και διαφόρων.» (Διονύσιος Πύρρος Θετταλός).
Η ΠΕΛΑΣΓΙΚΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΡΜΑΝΩΝ-ΒΛΑΧΩΝ
ΚΑΙ Η ΨΕΥΔΩΣ ΔΙΑΚΗΡΥΣΣΟΜΕΝΗ «ΛΑΤΙΝΟΦΩΝΙΑ» ΤΟΥΣ
Συνεχίζω με τις «αποκαλύψεις» των όσων οι πρωτογενείς πηγές αναφέρουν, με την επισήμανση ότι οι «βλαχολόγοι» και οι «ιστορικοί» αρκούνται μόνο σε εκείνες τις πηγές πάνω στις οποίες στηρίζουν την… ερμηνεία τους, για την υποστήριξη του ισχυρισμού και του δόγματός τους περί λατινιφωνίας των Βλάχων, παρ’ όλο που η μελέτη όλων των πηγών (εκατοντάδων πηγών) οδηγεί σε άλλα συμπεράσματα…
-
Μαρτυρία των Πηλιορειτών Δανιήλ Φιλιππίδη και Γρηγορίου Κωνσταντά, στη Γεωγραφία Νεωτερική έτους 1791, πλέκοντας το εγκώμιο της Μοσχόπολης και γενικά των Ελλαδικών Βλάχων, και με κρίσιμες παρατηρήσεις τους: α) ότι «Η Ελλάδα το παλαιόν ωνομάζον-ταν Πελασγία και οι Έλληνες, Πελασγοί. Η Πελασγία εκτείνουνταν από ταις όχθαις του Δουνάβεως έως εις την Πελοπόννησο. Οι Πελασγοί ήλθαν εδώ καθώς συμπεραίνουν οι αρχαιολόγοι από την Κελτικήν, ή από το βόρειο μέρος»· β) ότι «Γλώσσαις [εις την Ελλάδα] κοντά εις την εντόπια [τη Ρωμέϊκη] είναι η Τούρκικη. Εις την Μακεδονία οι Αρβανίται έχουν μία ξεχωριστή γλώσσα· ακόμι και εις μερικά της μέρη είναι και η Βλάχικη. Εις τα βόρεια της Μακεδονίας και Θράκης είναι και πολλοί Βούλγαροι»· γ) ότι [η Μακρινίτζα] «έχει και πολύν τόπο αγεώργητο διά ζώα, εις τον οποίον έρχονται από την άνω Θετταλία και Μακεδονία και ξεχειμάζουν τα ζώα τους». (Γεωγραφία Νεωτερική, Ερανισθείσα από διαφόρους συγγραφείς παρά Δανιήλ ιερομονάχου και Γρηγορίου ιεροδιακόνου των Δημητριέων, Νυν πρώτον τύποις εκδοθείσα επιστασία των ιδίων, και φιλοτίμω χρηματική συνδρομή του εντιμοτάτου κυρίου Ίβου Δροσινού Χατζή Ίβου του εξ Αμπελακίων, Τόμος Πρώτος, Περιέχων την ευρωπέϊκη Τουρκία, Ιταλία, Σπάνια, Πορτουγαλλία και Φράντζα, εν Βιέννη, παρά τω ευγενώ κυρίω Θωμά τω Σράττνερν, 1791).
-
Μαρτυρία του Ρήγα Βελεστινλή (1762/3-1798), ότι η άνωθεν του Ίστρου χώρα «Βλαχομπογδανία» εντάσσεται στις ελληνικές χώρες, γι’ αυτό και την περιέχει στο έργο του «ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ», της Ελληνικής Δημοκρατίας, την οποία οραματιζόταν ο βάρδος της ελευθερίας και της βαλκανικής ιδέας. (Ρήγα του Φιλοπάτριδος . . . Παρθενών, Έτος Α΄ [1871], Δεκέμβριος, Φυλλάδιον Ι, Αθήνα, σ. 545-555).
-
Μαρτυρία του John Sibthorp (1758-1790) έτους 1794, για «tribe of Nomads drive their flocks from the mountains of Thessaly into the plains of Attica and Boeotia», τους οποίους οι περιηγητές εκλαμβάνουν για Αλβανούς, αλλά όπως ρητά λέγεται από τον George Wheler, ήδη το 1682: «Ulachi; which is the Name the Albaneses call themselves by, in their own Language»· ότι λεγόταν η «Δρυς, Κουπάκι», όπως βλαχιστί ως και σήμερα οι βαλανιδιές ονομάζονται κουπάτσhι· ότι γινόταν καλλιέργεια των χωραφιών με «Vlaccostari» – «Βλαχοστάρι», ενώ τώρα στην Γραικία αρκούνται μόνο στο… «γάλα Βλάχας»! (Memoirs relating to European and Asiatic Turkey, edited from manuscript journals, by Robert Walpole, M. A. London 1817).
-
Μαρτυρία του Αλέξανδρου Καλφόγλου (1725-1797) έτους 1797, για τη ζωή στις άνωθεν του Ίστρου χώρες «Βλαχιά» και «Μόλντοβα», ο οποίος κάνει για τους εκεί Γραικούς καυστικές αναφορές για τις συμπεριφορές τους, και δείχνει ότι μάλλον δεν τους υπολείπτεται. (Ηθική στιχουργία του περιωνύμου στιχουργού Αλεξάνδρου Καλφόγλου Βυζαντίου προς τον εν Βουκουρεστίω ανεψιόν αυτού, ευρεθείσα εν Κωνσταντινουπόλει επί έτους 1797, εκδίδοται εις κοινήν ωφέλειαν).
-
Μαρτυρία του Κωνσταντίνου Ουκούτα Μοσχοπολίτη έτους 1797, που εξέδωσε το έργο: «Νέα Παιδαγωγία ήτοι Αλφαβητάριον εύκολον του μαθείν τα νέα παιδία τα ρωμανοβλάχικα γράμματα εις κοινήν χρήσιν των Ρωμανο-Βλάχων, νυν πρώτον συνετέθη και εδιορθώθη παρά του αιδεσιμοτάτου εν ιερεύσιν κ. κ. Κωνσταντίνου του Ουκούτα, Μοσχοπολίτου, Χαρτοφύλακος και πρωτοπαπά εν τη Ποσνάνια της μεσημβρινής Προυσίας, και δι’ αυτού χάριν εδόθη εις τύπον διά καύχημα του Γένους, Βιέννη 1797», γραμμένο με το ελληνικό αλφάβητο εξ ολοκλήρου στην αρμάνικη – βλάχικη γλώσσα. – Το έργο είναι έτοιμο προς επανέκδοση σε δική μου επιμέλεια.
-
Μαρτυρία του Josepho Carolo Eder (1760-1780) έτους 1800: α) ότι από το όνομα Flacco προέκυψε η λ. Flaccia, που κατόπιν έγινε Valachia, και μετά η λ. Valachos για χώρα και πληθυσμό άνωθεν του Δουνάβεως που έκανε χρήση της λατινικής γλώσσας· β) ότι οι Βλάχοι κατοικούσαν δίπλα στον ποταμό Volga (Βόλγα), από τον οποίο προέκυψε ο όρος Valachus, που με τροπές εξελίχτηκε: Volgae à Valachis και Wolojaskie à Woloschskie· γ) ότι οι Σλάβοι έκαναν το Valachus όνομα το οποίο συναντιέται και ως Valassi, Valachi, Vlachowitz, Blacis, και πρόκειται για πληθυσμό Sclavino–Rumunnensem. Και εδώ επισημαίνεται η στενή σχέση Σκλαβήνων/Σκλαβηνών/Σκλαβίνων και Βλάχων! (Scriptores Rerum Transilvanarum, Cura et Opera Societatis Philohistorum Transsilv., Editi et Illustrati, Tomi II, Volumen I, Complexum Ambrosii Simigiani, Historiam Rerum Ungaricar. Et Transsilvanic., Adcurante Josepho Carolo Eder. Cibinii MDCCC [1800]).
-
Μαρτυρία του Edward Daniel Clarke (1769-1821) έτους 1801, σε πολύτομο ταξιδιωτικό έργο, στο οποίο κάνει αναφορά σε «Αλβανούς ποιμένες» των ελληνικών χωρών, μα πρόκειται για «Αρβανιτόβλαχους» ποιμένες τους οποίους οι περιηγητές εκλάμβαναν για Αλβανούς, όπως ρητά το επισήμανε ο George Wheler το 1682: «Ulachi; which is the Name the Albaneses call themselves by, in their own Language»! (Travels in Various Countries of Europe, Asia, and Africa, by Edward Daniel Clarke, L.L.D. . . Greece, Egypt, and the Holy Land. . . London 1817 & 1818 & 1819 [τόμοι 6, 7, 8]).
-
Μαρτυρία του Joseph Dacre Carlyle (1759-1804) έτους 1801, σε ταξιδιωτικό έργο του, όπου γράφει για «Wallachian Greeks», που θα ’πεί «Βλαχο–Γραικοί», ήτοι Γραικοβλάχοι της εν Ελλάδι Βλάχίας! (Memoirs relating to European and Asiatic Turkey, and other Countries of the East . . . by Robert Walpole, M.A., The Second Edition, London 1818 – Letters from the late Professor Carlyle to the Lord Bishop of Lincoln).
————————
*Γιώργης Σ. Έξαρχος / Συγγραφέας – Ερευνητής / Βιογραφικό – Κάνετε κλικ
Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα κείμενα / εργασίες του Γιώργη Έξαρχου μπορείτε να τα διαβάζετε κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο ΕΔΩ
———————-
-
Μαρτυρία του Δανιήλ Μοσχοπολίτη (1754-1825) του 1802, στη β’ έκδοση του γνωστού Τετράγλωσσου Λεξικού του (απλής Ρωμαϊκής, εν Μοισία Βλαχικής, Βουλγαρικής και Αλβανιτικής): «Εισαγωγική Διδασκαλία περιέχουσα Λεξικόν Τετράγλωσσον των τεσσάρων κοινών διαλέ-κτων, ήτοι της απλής Ρωμαϊκής, της εν Μοισία Βλαχικής, της Βουλγα-ρικής και της Αλβανιτικής, συντεθείσα μεν εν αρχή χάριν ευμαθείας των φιλολόγων αλλογλώσσων νέων παρά του Αιδεσιμωτάτου και Λογιωτάτου Διδασκάλου, Οικονόμου, και Ιεροκήρυκος Κυρίου Δανιήλ του εκ Μοσχοπό-λεως, καλλυνθείσα δε και επαυξηνθείσα τη προσθήκη τινων χρειωδών και περιεργείας αξίων, και ευλαβώς αφιερωθείσα τω Πανιερωτάτω και Λογιωτάτω Μητροπολίτη Πελαγωνείας, Υπερτίμω και Εξάρχω πάσης Βουλγαρικής Μακεδονίας, Κυρίω Κυρίω Νεκταρίω τω εκ Μουντανίων, Ου και τοις αναλώμασι τύποις εκδέδοται δι’ ωφέλειαν των Επαρχιωτών αυ-τού ευλαβών Χριστιανών, Εν έτει σωτηρίω ,αωβ΄. 1802». Διευκρινίζει ότι «το παρόν τετράγλωσσον Λεξικόν συνετέθη μόνον και μόνον διά να συνηθίσουν οι των Μοισιοδάκων παίδες την Ρωμαίων γλώσσαν, αφ’ ου γυμνασθούν δι’ αυτού διακεκριμένως την κάθε λέξιν». Η α’ έκδοση έγινε μάλλον το 1772. – Το έργο επανεκδόθηκε το 2021 με δική μου επιμέλεια, από τις εκδόσεις Αντώνη Σταμούλη, στη Θεσσαλονίκη. – Για λόγους «ιστορικούς» και μόνο, αναπαράγω εδώ το φημισμένο στίχούργημά του, κατά την άποψή μου παρερμηνευμένο από τους πιο πολλούς μελετητές, πράγμα που αποδεικνύω στην έκδοση του 2021.
ΣΤΙΧΟΙ ΑΠΛΟΙ ΚΑΤΑ ΑΛΦΑΒΗΤΟΝ ΑΝΕΠΙΓΡΑΦΟΙ
Αλβανοί, Βλάχοι, Βούλγαροι, Αλλόγλωσσοι χαρήτε
Κ’ ετοιμασθήτε όλοι σας Ρωμαίοι να γενήτε,
Βαρβαρικήν αφήνοντες, γλώσσαν φωνήν και ήθη,
Οπού στους Απογόνους σας να φαίνονται σαν μύθοι.
Γένη σας να τιμήσετε, ομού και τας Πατρίδας,
Τας Αλβανοβουλγαρικάς κάμνοντες Ελληνίδας.
Δεν είναι πλέον δύσκολον να μάθετε Ρωμαίϊκα
Και να μη βαρβαρίζετε με λέξεις πέντε δέκα.
Έχετε εις τα χέρια σας συχνά και μελετάτε,
Το νεοτύπωτον αυτό βιβλίον οπού πάτε.
Ζητήματα να εύρετε, όσα επιθυμείτε,
Την γλώσσαν την Ρωμαίϊκην καλά να γυμνασθήτε.
Ήτον αναγκαιότατον να εκδοθή εις τύπον,
Τα γένη σας να τιμηθούν με τούτο καθώς είπον.
Θερμώς λοιπόν προσέχετε, εις την ανάγνωσίν σας,
Μη ακριβολογούμενοι για την απάντησίν σας.
Ιδέας ν’ αποκτήσετε πραγμάτων διαφόρων,
Τον νουν σας καταστήνοντες, γόνιμον καρποφόρον.
Κλέος να προξενήσετε όλοι στον εαυτόν σας,
Εν μέσω των λοιπών εθνών και των ομογενών σας.
Λαοί οι πριν αλλόγλωσσοι, αλλ’ ευσεβείς τα θεία,
Ρωμαίων ν’ αποκτήσετε γλώσσαν και ομιλίαν.
Μεγάλως ωφελούμενοι, εις το επάγγελμά σας
Κ’ εις όλα τα εμπορικά επιχειρήματά σας.
Νέοι Βουλγάρων χαίρετε, Αλβανιτών, και Βλάχων,
Διάκονοι, Πρεσβύτεροι, μεθ’ Ιερομονάχων.
Ξυπνίσατε απ’ τον βαθύν ύπνον της αμαθείας,
Ρωμαίκια γλώσσα μάθετε, Μητέρα της σοφίας.
Ο μοισιόδαξ Δανιήλ έντιμος Οικονόμος,
Την βίβλον εξεπόνησεν, ων Ιερεύς εννόμως.
Πελαγωνείας δ’ ο καλός ποιμήν και Ιεράρχης,
Τύποις αυτήν εξέδωκεν, ως θείος ποιμενάρχης.
Ρωμαίκια γλώσσα θέλωντας τους πάντας να διδάξη.
Και τα Βουλγαραλβανικά ήθη να μεταλλάξη.
Στολίζωντας τους τόπους σας, και συνιστών Σχολεία,
Και με Ρωμαίκα γράμματα γυμνάζων τα παιδία.
Τούτον λοιπόν τον ζηλωτήν καλόν Αρχιερέα,
Νεκτάριον τον Βιθυνόν μ’ ευγνωμοσύνης χρέα,
Υμείς π’ απολαμβάνετ διηνεκώς τα δώρα,
Πρέπει ναυχαριστήσετε προθύμως πάση ώρα.
Φυλάττοντες υποταγήν ει; τα προστάγματά του,
Και σέβας και ευλάβειαν εις τα εντάλματά του.
Χάριτας να γνωρίζετε εις την ποιμαντορίαν,
Που σας ηξίωσ’ ο Θεός, την όντως σεβασμίαν.
Τυχών την σωτηρίαν σας, θεόθεν εξαιτούντες,
Και τα ευάρεστα αυτού, τω νεύματι ποιούντες.
Ωφέλειαν βιωτικήν να εύρητε μεγάλην,
Και αγαθά αιώνια εις την ζωήν την άλλην.
-
Μαρτυρία του Γεωργίου Κωνσταντίνου Ρόζια (1786-1847) του 1808, με την έκδοση του έργου «Εξετάσεις περί των Ρωμαίων ή των ονομαζομένων Βλάχων, όσοι κατοικούν αντιπέραν του Δουνάβεως, επί πα-λαιών μαρτυριών τεθεμελιωμέναι, παρά Γεωργίου Κωνσταντίου Ρόζια, ακροατού της Φυσιολογίας, και Μαμμικής εν τω της Ιατρικής Σχολείω, μέρει του εν τη κατ’ Ουγγαρίαν ελευθερουπόλει Πέστη κειμένου Πανδιδακτηρίου, Pesth, Matthias Trattner 1808», στο οποίο υποστηρίζει, μετάξύ άλλων, και τα εξής: α) ότι «οι Νομάδες εις την κοινήν διάλεκτον ονομάζονται Βλάχοι»· β) ότι «Βλάχος, ή Βαλλάχος σημαίνει ποιμένας κατά την Σλαβωνικήν διάλεκτον»· γ) ότι «το όνομα των Πακινακίτων, Σλαβωνικώς Πετζενέγγαι, σημαίνει μόνον πως, αυτοί το εψητόν κρέας έτρωγον με μεγάλην συνήθειαν»· δ) ότι «Δύω θαυμάσιαι δόξαι είναι, αι οποίαι το θεμέλιον του ονόματος Βλάχοι σαφηνίζουσιν· διϊσχυρίζεται τινάς πρώτον πως, αυτή η ονομασία πιθανώς εδόθη εις αυτό το Γένος από τους Γερμανούς, οι οποίοι και αυτό το Γένος, καθώς έτι και άλλα, όσα έχουσι την προαγωγήν τους από τους Λατίνους ωνόμαζον Βέλχους (Ιταλούς) και εντεύθεν ημπόρουν να ωνομάσθησαν πρώτον Βαλλάχοι, και έπειτα Βλάχοι»· ε) ότι «οι Ποιμένες κατά την Δαλματικοσλαβικήν διάλεκτον ονομάζονται Βλάχ. Διά τούτο αυτό το όνομα έδωκαν οι Σλάβοι ομοίως και εις όλους τους κατοίκους των Χορβατικών βουνών, οι οποίοι δεν έχουσι καμμίαν ομοιότητα με το εδικόν μου Γένος. Από τους Σλάβους μετέβη αυτό το όνομα εις τους Γραίκους, και εντεύθεν έπειτα εις όλα τα λοιπά της Ευρώπης Γένη»· στ) ότι «Οι της Βυζαντίδος Ιστοριογράφοι ονομάζουσιν έτι ημάς Μοισούς, ή Μυσινίους»· ζ) ότι «Τινές των σημερινών απλών Γραικών τολμώσιν να κάμωσι μίαν διαφοράν μεταξύ του εδικού μου Γένους, και των εντεύθεν του Δουνάβεως κατοίκων ως από της αρχικής προαγωγής αυτού του Γένους, και διά τούτο ονομάζουσιν ημάς περιχαρώς Κουτζοβλάχους, και το άλλο Γένος ή Τουρκιστί Καρά Βλάχους, ή Γραικιστί Μαυροβλάχους. Το όνομα Καράβλαχοι φαίνεται πως επιστηρίζεται εις το μαύρον Σιτάρι, το οποίον η Γη της Βλαχίας πολυπληθές αυξάνει. Όμως μ’ όλον τούτο το να καταβάψη τι με το μέλαν χρώμα όλον το Γένος, αποβλέπει να κάμη εκείνο αγνώριστον. Και μάλιστα δίδοται ομοίως με αυτήν την ονομασίαν αιτία εννοίας συνακολουθούσης, ωσάν να είναι όλον το γένος αληθώς μαύρον. Ήδη λοιπόν ερωτώ, διά ποίαν αιτίαν ημείς ονομαζόμεθα Κουτζο-Βλάχοι;»· η) ότι «Μερικοί διδόασιν εις το Γένος μου το όνομα Τζιντζάροι. Παράγουσιν από το λατινικόν επίθετον Σιντζέρους, ο εστίν ειλικρινής. Άλλοι λέγουσι πως, οι εδικοί μας προπάτορες πρότερον επλήρωνον εις τους ηγεμόνας των Κίνσους. Επειδή τούτοι ωνομάσθησαν Βελχιστί Σενζάροι, Δασμοφόροι, ούτω συμπεραίνουσι πως, το όνομα Τζιντζάροι από του Σενζάρω. Είναι και άλλοι, οι οποίοι το όνομα Τζιντζάροι νομίζουσι λέξιν τινά Σλαβωνικήν, δήλ: Σιντζάρεβ, ο εστιν όνομα υιός βασιλέως. Τελευταίον τινές αποδεικνύουσι περί τούτου ούτως: Αυτό το Γένος ήτον πρότερον εις μίαν ανθηράν κατάστασιν, και εβασίλευσαν πέντε βασιλείς εις αυτό. Όμως αυτό το αριθμητικόν όνομα, πέντε, προφέρει αυτό το Γένος Τζίντζι από του λατινικού, κβίνκβε, και τον βασιλέα ονομάζει Τζάρ, και ούτω συντίθεται η λέξις Τζιντζάροι, και έμεινεν αυτή η ονομασία εις αυτό το Γένος Τζιντζάροι»· θ) ότι «Το Γένος μου κατά την μητρικήν του διάλεκτον μεταχειρίζεται εις ιδίαν του ονομασίαν την λέξιν, ρaμấνοι, ρομάνοι, δηλ. ρωμαίοι διαφέρουσαν τι κατά τας Συλλαβάς, και φυλάττει μέχρι της σήμερον»· ι) ότι «ο Καίσαρ Καρακάλλας κατά το 212 έδωκε δικαίωμα πολιτικόν των Ρωμάνων εις κάθε υπήκοον ελεύθερον εις όλον το βασίλειον των Ρωμάνων, ωνομάσθησαν και οι Θράκες Ρωμάνοι ή Ρωμαίοι. Άλλοι άλλως δοξάζουσι, δήλ: λέγουσι πως ηνώθημεν κατά συγγένειαν με τους Ρωμάνους, και διά τούτο ωνομάσθημεν Ρωμαίοι»· ια) ότι «Το όνομα Ρωμαίοι είναι την σήμερον ίδιον του εδικού μου Γένους, και των εις την Τρανσιλβανίαν, Βλαχίαν, και Μπανάτι ευρισκομένων συναδελφών μας, και διακρίνει αυτό τελείως από άλλους, κατά τι μεν, επειδή αυτοί ούτως ωνομάζοντο, κατά τι δε, επειδή βεβαιούται διά της εδικής μας αρχής της προαγωγής ομοίως από τους Ρωμάνους, και διά της πολλά συμφώνου διαλέκτου των Λατίνων»· ιβ) ότι «Αφ’ ου ο Καρακάλλας έδωκεν εις όλην την επικράτειαν της ρωμαϊκής εξουσίας το πολιτικόν δικαίωμα εις κάθε υπήκοον, άρχισαν και οι Θράκες να ονομάζονται ρωμάνοι. Φαίνεται σαφώς από αυτήν την μαρτυρίαν, εις κάθε υπήκοον, εις όλην την επικράτειαν, ομοίως ότι τότε δεν επλήρου έν μόνον Γένος όλην την ρωμαϊκήν επικράτειαν, αμή και πολλά άλλα Γένη έτι, τα οποία αφ’ ου παρέλαβον το πολιτικόν δικαίωμα των ρωμάνων, ωνομάσθησαν ομοίως Ρωμάνοι. Μάλιστα και αυτοί οι την σήμερον κοινοί Γραικοί έκτοτε παρέλαβον το όνομα Ρωμαίοι»· ιγ) ότι «το όνομα ρωμαίοι χαρακτηρίζει ημάς όλως». – Το έργο αυτό του Γ. Κ. Ρόζια, αποτελεί την πρώτη διδακτορική διατριβή για τους Βλάχους, έχει 141 σελίδες, σχήματος 17 x 21 cm, γραμμένες στην παλαιογερμανική (ζυγές σελίδες) και στη νεοελληνική (μονές σελίδες), αποτελεί δε την πρώτη επιστημονική μελέτη σχετικά με τους Αρμάνους-Βλάχους, κατά τον συγγραφέα Ρωμαίους. Πρέπει να τον θεωρήσουμε ως τον πρώτο παγκοσμίως ρωμανιστή, βλαχολόγο και βαλκανολόγο, και ως τον πατέρα της κοινωνικής ανθρωπολογίας, αφού με επιστημονικά επιχειρήματα, γραπτές ιστορικές μαρτυρίες και πηγές, προσπαθεί να αποδείξει τους ισχυρισμούς, βλέποντας τα πράγματα με οπτική γωνία πολύπλευρη, τέτοια που σπανίως συναντάει κάποιος ακόμα και στη σύγχρονη επιστημονική βιβλιογραφία.
-
Μαρτυρία του Μιχαήλ Γ. Μποϊατζή του 1813, στο έργο του «Γραμματική Ρωμανική ήτοι Μακεδονοβλαχική, σχεδιασθείσα και πρώτον είς το φως αχθείσα υπό Μιχαήλ Γ Μποϊατζή, διδασκάλου της ενταύθα απλοελληνικής σχολής. Βιέννη 1813. Romanische oder Macedono–wlachische Sprachlehre, Viena, 1813», και πρόκειται για έκδοση της πρώτης Γραμμα-τικής στην αρμάνικη – βλάχικη γλώσσα, κατά τον ίδιο Ρωμανική ήτοι Μακεδονοβλαχική, στα γερμανικά και στα ελληνικά. Απευθύνεται όχι στους Βλάχους των ελληνικών χωρών, μα στους Βλάχους που ζούσαν στο εξωτερικό και σε εκείνους που ζούσαν σε άλλες χώρες των Βαλκανίων. Χρησιμοποίησε το λατινικό αλφάβητο, ως πιο δόκιμο και ακριβές στην απόδοση των φωνημάτων, σε αντίθεση με τους Καβαλλιώτη, Δανιήλ και Ουκούτα, και η γραμματική του αποτελεί την πρώτη απόπει-ρα εκπόνησης «βλαχικής γραμματικής», με σοβαρές επιστημονικές αξιώσεις, διότι θέτει ζητήματα φωνολογίας, ετυμολογίας, συντακτικού. Το λεξιλόγιο των όμορφων κειμένων του έχει πάμπολλα δάνεια και νεολογισμούς από την τότε «δακοβλαχική» και πολλές λατινικές λέξεις αντικαθιστούν συστηματικά τις ελληνικές του αρμάνικου – βλάχικου λεξιλογίου. Λ.χ. «tu» αντί «tini», «rogu» αντί «pâlâcârsescu», «eu me bucuru» αντί «io mi hârsescu multu», «bucaci» αντί «cumâci», «invecitoru» αντί «dhascalu», «conversacione» αντί «muabetsi» ή «mâslâtsi» και πολλές άλλες, καθώς και πολλές δάνειες λέξεις για αφηρημένες έννοιες. Ο Μ. Γ. Μπογιατζής εισάγει για κάθε ρήμα και έναν απαρεμφατικό τύπο, ο οποίος δεν υπήρχε και δεν υπάρχει στα βλάχικα και τον δανείζεται είτε από τα λατινικά είτε από τα «δακοβλαχικά». Η ελληνική μετάφραση που παραθέτει δεν συμβάλλει πολύ στο να κατανοήσουν οι Βλάχοι σήμερα τα όσα τους είναι άγνωστα στην ομιλούμενη βλάχικη. Παρ’ όλα αυτά, η Γραμματική του, πέρα από το ότι αποτελεί την πρώτη επιστημονική γραμματική της βλάχικης γλώσσας, δεν μπορεί να είναι χρηστική από το κοινό των Βλάχων, τόσο γιατί το λεξιλόγιο πολλάκις είναι τεχνητό και δεν αντιπροσωπεύει την ομιλουμένη βλάχικη γλώσσα, οπότε ήταν και είναι ακατανόητο σε πολλά σημεία από τους Βλάχους των ελληνικών χωρών, όσο και γιατί οι «συντακτικοί νεοτερισμοί» που εισάγονται από τον συγγραφέα είναι τα μάλα ακατανόητοι και δύσχρηστοι για εκείνους που έχουν την αρμάνικη ως μητρική γλώσσα. Δεν παύει το έργο να έχει σημαντική επιστημονική σημασία και συνάμα να αποτελεί σταθμό στην πορεία εγγραμμάτισης της αρμάνικης.
-
Μαρτυρία του Πατριάρχη Κύριλλου ΣΤ’ (1813-1818) του 1814, σε Ωδή του Μιχαήλ Γεωργίου Σχινά (εις τον παναγιώτατον και σοφώτα-τον Δεσπότην και οικουμενικόν Πατριάρχην), που αναφέρει ότι «Από τα πέρατα της Δακίας / Με επροσκάλεσεν η Ελλάς, / Πήγα ’ς τα μέρη της Θεσσαλίας, / Με κάμνει έξαρχον μιας πρεσβείας / Για του Ευξείνου τας εκβολάς»· Τούτη η διατύπωση «Από τα πέρατα της Δακίας», και όχι «Από τα πέρατα της Βλαχίας», στις αρχές του 19ου αιώνα, πολλά χρόνια αργότερα, το 1860, θα γίνει Ρουμανία! (Ελληνικός Τηλέγραφος ή πολιτική, φιλολογική και εμπορική εφημερίς, Σαββάτω, τη 9 Ιουλίου 1814, Αδεία και προνομίω καισαροβασιλικώ).
-
Μαρτυρίες του William Martin Leake (1771-1860), σχεδόν από όλα τα εκδοθέντα έργα του από το 1814 έως το 1841, στα οποία υπάρχουν αποσπάσματα που αφορούν στους Βλάχους, τις ορεινές κοιτίδες τους και τις χειμερινές πεδινές εγκαταστάσεις τους κ.λπ. Κάποια από αυτά τα εδάφια, χωρία και αποσπάσματα περιέχονται σε μετάφραση στο έργο μου: Ξένοι περιηγητές για τους Βλάχους – Αγγλόφωνοι (1160-2000), Ερωδιός, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 57-166. Μακάρι να βρεθεί εκδότης να εκδώσει το συνολικό έργο του Ληκ μεταφρασμένο στη νεοελληνική μας γλώσσα, για να γίνει γνωστό στις σημερινές γενιές το πώς είχε τούτος ο τόπος στον καιρό που τον επισκέφτηκε, αλλά και στην αρχαιότητα, αφού ο περιηγητής δίνει παράλληλα όλες τις πληροφορίες των αρχαίων πηγών για κάθε περιοχή που επισκέφτηκε. Κάποια ενδιαφέροντα δείγματα: α) ότι ο «Neophytus Duka, a Vlakhiote, of Epirus»· β) ότι «…vocabulary of Latin, Wallachian, and Albanian, designed for the use of the Greecs, composed by Theodore Kavalioti, of Moskho-poli, and printed at Venice in 1770»· γ) ότι «Vlakhi or Vlakhiotes / Wlakh or Wallachians / Βλάχοι or Βλαχιώταις»· δ) ότι «Lexikon Tetraglosson (Λεξικόν Τετράγλωσσον), Μοσχόπολη 1770 ή 1772»· ε) ότι «The Morlachs are from the Sclavonian word Mόra, black»· στ) ότι «The language of the Vlakhiote towns of Pindus differs very slightly from that of Wallachia, and contains consequently many Latin words, derived from the Roman colonists of Dacia»· ζ) ότι υπάρχουν «Vlakhi Beratori», ήτοι Μετακινούμενοι – σκηνίτες· η) ότι «[Στο Σούλι] The Μπουζμπάται, from the Βλαχοχώρια om Mount Pindus»· θ) ότι «Vlakhiote Karagunidhes of Mount Pindus»· ι) ότι «famous Vlakhiote captain of robbers, Katz-Andonio, one of the greatest of the Kleftic heroes»· ια) ότι πέριξ του Μετσόβου υπάρ-χουν «Vlakhiote sheepheeder»· ιβ) ότι «Thessaly, which was known about that time to the Greeks by the name of Megali Vlakhia», και πολλά άλλα. Υπολογίζει τους οικισμούς των Βλάχων των ελληνικών χωρών (χωριά, κωμοπόλεις, πόλεις) σε περισσότερους από 500. (Researches in Greece, by William Martin Leake, London 1814. Και The Topography of Athens, with some remarks on its Antiquities, by Lieut. – Col. W. M. Leake R.A., LL.D. F.R.S., Member of the Royal Academy of Sciences at Berlin, John Murray, London MDCCCXXI [1821]. Και An Historical Outline of the Greek Revolution, with a few remarks on the present state of affairs in that country, by William Martin Leake . . . [second edition], London MDCCCXXVI [1826]. Και Travels in the Morea with a map and plans, by William Martin Leake, F.R.S. etc., in three volumes, Vol. I, London MDCCCXXX [1830]. Και Travels in the Morea with a map and plans, by William Martin Leake, F.R.S. etc., in three volumes, Vol. III, London MDCCCXXX [1830]. Και Peloponnesiaca: a supplement to Travels in the Morea, by William Martin Leake . . . London 1846. Και Travels in Northern Greece, by William Martin Leake . . . In four Volumes, Vol. I, London 1835. Και Travels in Northern Greece, by William Martin Leake, … In four Volumes, Vol. II, London 1835. Και Travels in Northern Greece, by William Martin Leake . . . In four Volumes, Vol. IV, London 1835. Και The Topography of Athens and the Demi, Vol. I, The Topography of Athens, With some remarks on its antiquities, Second Edition, by William Martin Leake . . . London 1841).
-
Μαρτυρίες του F. C. H. L. Pouqueville (1770-1838), σχεδόν από όλα τα εκδοθέντα έργα του από το 1805 και μετά, στην πρώτη τους έκδοση, από τα οποία δίνονται αποσπάσματα, που αφορούν στους Βλάχους, τις ορεινές κοιτίδες τους και τις χειμερινές πεδινές εγκαταστάσεις τους κ.λπ. Κάποια από αυτά τα εδάφια, χωρία, αποσπάσματα και μερικά κεφάλαια περιέχονται σε μετάφραση στο έργο μου: Ξένοι Περιηγητές για τους Βλάχους. 1. Γαλλόφωνοι (1550-1980), Ερωδιός, Θεσσαλονίκη 2004. Μακάρι να βρεθεί εκδότης και να εκδώσει το συνολικό έργο του Πουκεβίλ μεταφρασμένο στη νεοελληνική μας γλώσσα, για να γίνει γνωστό στις σημερινές γενιές το πώς είχε τούτος ο τόπος στον καιρό που τον επισκέφτηκε, αλλά και στην αρχαιότητα, αφού ο περιηγητής δίνει παράλληλα όλες τις πληροφορίες των αρχαίων πηγών για κάθε περιοχή που επισκέφτηκε. Κάποια ενδιαφέροντα δείγματα: α) ότι «la Valachie grecque, dont Tricala et Larisse font partie, et se rendit enfin maitre de Janina et de la Grece ou Hellada»· β) ότι «Valaques, qui habitant dans les meteors du Pinde»· γ) ότι «San-Marina, Loubisco, colonie valaque, originaire de Moschopolis»· δ) ότι «Les Morlaques s’appellent dans leur langue Ulak ou Vlack (qui signific Valaque ou pasteur) et de More qu’on y a ajoute s’est forme celui de More-Ulak, don’t on a fait le mot Morlaque»· ε) ότι «1. La Valachie grecque est le pays que Nicetas appelle Megalovlachie ou Ano-vlachie, qui ne n’est jamais etendue, a ce que je presume, jusqu’a Larisse. – 2. Les Grecs du Bas-Empire et ceux de nos jours appellant specialement Hellada, la partie de la Grece comprise entre le Penee, L’Achelous et les Thermopyles»· στ) ότι «les Megalovlachites ou grands Valaques»· ζ) ότι «[En 1699] Ces marchands, qui avaient des maisons de commerce dans les colonies valaques du Pinde, a Scutari, Elbassan, Voscopolis, Chatista, Janina et Salonique, chargeaient annuel-lement pour Venise»· η) ότι «dans la Thessalie, pour les remplacer par une tribu de valaques Caragoulis, tires des bords du golfe Pagasetique», και πολλά άλλα. Υπολογίζει τους οικισμούς των Βλάχων των ελληνικών χωρών (χωριά, κωμοπόλεις, πόλεις) σε περισσότερους από 900. (Voyage en Moree, a Constantinople, en Albanie, et dan plusieurs autres Parties de l’Empire Othoman, pendant les annees 1798, 1799, 1800 et 1801 . . . par F.C.H.L. Pouqueville, docteur en medecine, membre de la Commission de Sciences et des Arts d’Egypte, etc . . . Dedie A.S.M. L’Empereur, [Tome Premier], A Paris . . . MDCCCV [1805]. Και Voyage en Moree, a Constantinople, en Albanie, et dan plusieurs autres Parties de l’Empire Othoman, pendant les annees 1798, 1799, 1800 et 1801 . . . par F.C.H.L. Pouqueville, docteur en medecine, membre de la Commission de Sciences et des Arts d’Egypte, etc . . . Dedi;e A.S.M. L’Empereur, [Tome Second], A Paris . . . MDCCCV [1805]. Και Voyage dans la Grece . . . par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome Premier, A Paris MDCCCXX [1820]. Και Voyage dans la Grece . . . par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome Premier, Paris MDCCCXXVI [1826]. Και Voyage dans la Grece . . . par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome Second, Paris MDCCCXX VI [1826]. Και Voyage dans la Grece . . . par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome Troisieme, Paris MDCCCXXVI [1826]. Και Voyage dans la Grece . . . par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome Quatrieme, Paris MDCCCXXVI [1826]. Και Voyage dans la Grece . . . par F. C. H. L. Pouqueville . . .Tome Cinquieme, Paris MDCCCXXVII [1827]. Και Voyage dans la Grece . . . par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome Sixieme, Paris MDCCCXXVII [1827]. Και Histoire de la Regeneration de la Grece comprenant le prcis des evenements depuis 1740 jousqu’eu 1824, par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome I, Paris MDCCCXXV [1825]. Και Histoire de la Regeneration de la Grece comprenant le prcis des evenements depuis 1740 jousqu’eu 1824, par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome II, Paris MDCCCXXIV [1824]. Και Histoire de la Regeneration de la Grece comprenant le prcis des evenements depuis 1740 jousqu’eu 1824, par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome III, Paris MDCCCXXIV [1824]. Και Histoire de la Regeneration de la Grece comprenant le prcis des evenements depuis 1740 jousqu’eu 1824, par F. C. H. L. Pouqueville . . . Tome IV, Paris MDCCCXXV [1825]. Και Memoire sur la vie et la puissance d’Ali-Pacha, visir de Janina, A Paris, Aout 1820).
-
Μαρτυρία του Μιχαήλ Καντακουζηνού (1723 – ;!) του 1806, στο έργο του «Ιστορία της Βλαχίας, Πολιτική και Γεωγραφική, από της αρχαιοτάτης αυτής καταστάσεως έως του 1774 έτους. Νυν πρώτον φιλοτίμω δαπάνη εκδοθείσα των τιμιωτάτων και φιλογενών αυταδέλφων Τουνουσλή. Εν Βιέννη της Αουστρίας, Παρά Γεωργίω Βενδότη 1806». Στη μελέτη τούτη λέγονται μεταξύ άλλων και τα εξής: α) ότι «οι Γότθοι μόνοι κατέλαβον τον τόπον παρά Τραϊανού· ήσαν δε οι Γότθοι έν και ταυτό μετά των Δακών και Γέτθων, σκύθαι άπαντες· έχουσι δε το γε νυν κατά το Κρίμι χριστιανεύοντες και Γότθον μητροπολίτην. Όσον δε διά την διάλεκτον αυτών εκ των Ρωμαϊκών αποικιών φαίνεται, ότι είναι σύγκραμα μετά των Δακών, και εκ της αμοιβαίας αυτών συγγενείας, και κατάχρησις της Ρωμαϊκής διεφθαρμένης, σμίγουσα και φωνάς Ρωσσικάς τε και Σλαβονικάς»· β) ότι «οι Ρωμάνοι προσέμιξαν την γλώτταν αυτών με την δεσπόζουσαν την Σλαβωνικήν, εξ ης παρέλαβον και των γραμμάτων τα στοιχεία· αμέλειται τα εκκλησιαστικά πάντα ήσαν Σλαβωνικά»· γ) ότι «το Βλαχ εξέρχεται ίσως παρά του Φλακ, του χρηματίσαντος ηγεμόνος αυτών. Και πρώτον μεν ήσαν λεγόμενοι Φλάκοι, έπειτα δε εναλλαγή Βλάκοι, ή Βαλάκοι. […] τους Ρωμάνους Βλαχ καλείσθαι παρά Φλακ του βοεβόδα αυτών. Άλλοι των ιστορούντων το όνομα τούτο είναι παρά Μπλαχ βεβαιούσι. Και επί βασιλείας Αλεξίου Κομνηνού εκλήθησαν Βλάχοι, και έμειναν ούτω λεγόμενοι. Οι Γραικοί και Λατίνοι Βλάχους και Βαλάχους προσαγορεύουσιν. […] εάν τις των Βλαχών ερωτήση, συ τις ει, αποκριθείη αν Ρουμούνος, ήτοι Ρωμάνος. Αποκριθείς τις Βαλάχος λεγόμενος Ρωμάνος, δήλον γίνεται ότι Ρωμαίος εστί. […] οι Βλάχοι ή Ρουμάνοι εκπηγάζουσι παρά των Ρωμαϊκών εκείνων αποικιών, καταγόμενοι εκ του περιλελειμμένου των εν ταύτη τη τζάρα συνεισαχθέντων υπό Ουλβίου Τραϊανού αυτοκράτορος· παρηλλάχθη δε η φωνή Βαλάχ, ήτοι παρά του βοεβόδα Φλαχ, ή κατά την Γαλλικήν διάλεκτον, καθ’ ην προσαγορεύονται οι Ιταλοί Βαλάχοι»· δ) ότι «εν έτει 1738 ο Μαρτίνος Μαϊντζούλος λέγει ότι υπ’ ονόματι των Βουλγάρων συμπεριλαμβάνονται οί τε Βλάχοι, και οι Μολδοβάνοι. Ομολογείται παρά πάντων ότι το τε όνομα και ο λαός είναι εκ του ποταμού Βόλγα, ως εκείθεν καταγόμενοι, και παρά Βουλγάρων παρελέχθησαν Σλάβοι, ήτοι Σέρβοι (όπερ κατά το δοκούν τω Ιστορικώ λέγεται). Το δε αληθέστερον λέγεται είναι, καθ’ ο καλούνται παρά των άλλων γλωσσών Μπλαχ, Μπλοχ, Βλαχ, Βλοχ, γερμανιστί Βέλσεν, όπερ μεθερμηνεύεται Ιταλός. Εκ τούτου του ονόματος λέγεται προέρχεσθαι και το των Βουλγάρων, ήτοι από Βλαχ, ή Μπλοχ, Βούλγαρις. Και διά την ταυτότητα του γένους των εγκατοίκων Ρουμάνων εκαλέσθησαν και οι Ρωμάνοι Βλάχοι. Οι συγγραφείς της Βυζαντίδος ονομάζουσι τα τρία αυτά γένη, τους Ρουμάνους, Βουλγάρους, και Μολδοβάνους Βλάχους. Συμφωνούντες άπαντες εις την ονομασίαν Βλαχ, Βλοχ, Μπλαχ, Μπλοχ, και Βέλσεν, την σημαίνουσαν Ιταλόν, ήτοι Ρωμάνον, καθώς ονομάζονται παρά πάσι τοις άλλοις. Διαμαρτυρείται δε και παρά της Ρουμάνας φωνής, καθ’ ην λέγονται Ρουμού-νοι, ή Ρωμάνοι· ή τε γλώσσα αυτών φέρει φανεράν απόδειξιν διά την χρήσιν της Λατινίδος φωνής, και τοι διεφθαρμένης, και βεβαρβαρω-μένης. Ει και εν αρχή του από Χριστού 600 αιώνος επέρασαν τον Δούναβιν τινές εξ αυτών υπ’ ονόματι Βουλγάρων, όμως αεί Βλάχους, ήτοι Ιταλούς, οι Γραικοί καλούσιν αυτούς, και τους περιλειπομένους κατοίκους μεταξύ Αρδελίου, Λεχίας, και Μαύρης θαλάσσης, οι οποίοι καθιστάντες εν πάση τη της Βλαχίας χώρα, και Μολδαυίας, ωνομάσθησαν διά του Βλαχ, Βλοχ, Μπλαχ, Μπλοχ, τουτέστι δι’ Ιταλοί. Μετά δε χρόνον ου μικρόν οι κατοικούντες επί τον ποταμόν Μολδόβας εις την γειτονίαν των Λέχων, εκλήθησαν Μολδοβάνοι, και η χώρα αυτών Μολδαυία»· ε) ότι κατά τον Γερμανό Μπύσσιγγ, «Υπό του ονόματος της Βλαχίας γενικώς εκλαμβανομένης περιλαμβάνεται το μέρος της παλαιάς Δακίας και Κουμανίας, ήτοι το μέρος της γης, το οποίον περιέχεται από την Βουλγαρίαν, Σερβίαν, Ουγγαρίαν, Τρανσιλβανίαν (Αρδέλι), μικράν Ρωσσίαν, και από την Ταταρίαν, εν ω συλλαμβάνεται και η Μολδαυία· παρωνομάσθη δε Βλαχία παρά των εγκατοίκων Βλάχων, οίτινες Ρουμούνους εαυτούς προσαγορεύουσιν, Εφλάκ ή Ιφλάκ παρά των Τούρκων καλούμενοι. Οι Βλάχοι είναι αδελφοί των πέραν του Δουνάβεως κατοικούντων, ήτοι απόγονοι των παλαιών Θρακών, οι οποίοι υπό το όνομα Γέται και Δάκες, και υπό τους ηγεμόνας αυτών Δρομιχαίτην, Βαιρεβίσταν, Κοτισώντα, και Δεκέβαλον έκαμον μεγάλα και ένδοξα κατορθώματα. Ότε δε υπετάχθησαν τοις Ρωμαίοις, έλαβον την γλώσσαν, και τα ήθη αυτών, και πολιτογραφέντες υπό του Καρακάλλα, ωνομάσθησαν Ρωμαίοι, νυν δε Ρουμούνοι. Βεβαίωσις δε της προτέρας αυτών ενώσεως μετά των Ρωμαίων, και απόδειξις εστί τα καθ’ ομοίωσιν των Ρωμαίων συνειθισμένα αυτοίς έθη εν τω τρώγειν, και ενδύεσθαι, και μεγάλη κλίσις προς τε την διάλεκτον, και προς τα εργόχειρα τα παρά των Ιταλών. Ασυμφωνούντες εισίν οι Ιστορικοί περί της των Βλάχων, και Μολδοβάνων γλώττης. Οι λέγοντες μεν παρά της Λατινικής αυτήν προαχθήναι, φέρουσι προς μαρτυρίαν τας εν Δακία κατοικούσας αποικίας των Ρωμαίων, και το καλείσθαι τους Βλάχους και Μολδοβάνους αεί Ρωμάνους, ουδέποτε δε Ιταλούς, και τας Λατινικάς πολυλεξίας παρομοιαζούσας ταις Βλαχικαίς, και διαφερούσας ταις Ιταλικαίς.»· στ) ότι «Περί την λέξιν Βαλάχ ή Βλαχ ουδ’ όλως συμφωνούσιν οι Ιστορικοί, πόθεν πηγάζει. Οι πλείστοι τούτων αυτήν Σλαβωνικήν θέλουσι φωνήν· ωνόμαζον γαρ τα Σλαβωνικά έθνη, ήτοι οι Βούλγαροι, Σέρβοι, Κροάται, κτ. τους Ρωμαίους, Λατίνους, και Ιταλούς Βλάχους. Εντεύθεν προήλθε μετά ταύτα valachos λατινιστί, και Wallach Βαλάχ γερμανιστί καλείσθαι, ον τρόπον και οι γειτνιάζοντες Ούγγροι και έως της σήμερον Φλαχ καλούσι ταύτας τας τρεις γενεάς»· ζ) ότι «Οι Ιστοριογράφοι της Βυζαντίδος διαφωνούσι περί των Βλάχων, ους Μπλάχους ονομάζουσιν, ων ο μεν Ιωάν-νης ο Κίνναμος Ρωμαϊκήν αυτούς αποικίαν θέλει, ο δε Νικηφόρος ο Γρηγοράς διακρίνει αυτούς των Βουλγάρων, ο δε Νικήτας ο Χωνιάτης θέλει αυτούς απογόνους των Βουλγάρων, ο δε Άννας ο Κομνηνάς [sic] θέλει τους Βουλγάρους κοινώς Μπλάχους ονομάζεσθαι. Ταύτα δε τα ονόματα Βούλγαροι και Μπλάχοι εδίδοντο απλώς πάσι τοις εγκατοίκοις της Μυσίας, ήτοι τοις μεταξύ Αίμου και Δουνάβεως, άνευ της των γενών διακρίσεως. Πάντα ταύτα δεν εξηγούσι μεν το όνομα Μπλαχ ή Βλαχ, αποδεικνύουσι δε ότι οι Βλάχοι και Βούλγαροι ήσαν οι αυτοί. Επί των ημερών της βασιλείας Αλεξίου του Κομνηνού, αυτοκράτορος Κωνσταντινουπόλεως, και επί της καθόδου των Βουλγάρων, και εις καιρόν των δυνάμεων των Χούννων, ιστορούσιν οι Βυζαντιστοριογράφοι, ότι εξήλθεν ούτος ο λαός υπό τω ονόματι Βλάχοι, ο λεχθείς ποτέ μεν Μπλάχοι, ποτέ δε Βούλγαροι. Μετέπειτα ωνομάσθησαν Μοίσιοι ή Μύσιοι. Τέλος πάντων διωχθέντες παρά των Τουρκών εκ του νοτίου μέρους του Δουνάβεως, φαίνονται προς το βόρειον υπό το όνομα Μπλάχοι, και Δάκες. Έτι γίνεται ανάμνησις και άλλου έθνους μεμιγμένου εκ Βλάχων και Ούγγρων, το οποίον προσαγορεύεται Παννόδακες, και Ουγγροβλάχοι»· η) ότι «Εις δύο αρχάς διαιρεί ο Χαλκοκόνδυλος την χώραν των Μπλάχων προς το βόρειον μέρος του Δουνάβεως, δηλαδή εις την Μαυροβλαχίαν, ήγουν Μολδαυίαν, και Ιστρίαν γην, ήτοι Βλαχίαν, αποκαλών τούτους τους Μπλάχους, και τους προς το νότιον μέρος του Δουνάβεως κατοικούντας Βουλγάρους έν και το αυτό έθνος. Και πάλιν αλλαχού λέγειν, ότι η διάλεκτος τούτων και η πολιτεία παρομοιάζει τη Ιταλική, όπερ δυνατόν αυτό προελθείν εκ της προσμίξεως των Ρωμαϊκών αποικιών μετά των Μπλάχων. Ο τε οι Βούλγαροι πιστεύσαντες περί τον έννατον αιώνα εβαπτίσθησαν, τότε εδέχθησαν και οι Βλάχοι το ανατολικόν βάπτισμα. Περί την αρχήν του δωδεκάτου αιώνος μεταναστάσα μία δυνατή αποικία Βλάχων υπό την διοίκησιν του Νέγρου, ή Νεγροβόδα εκ της Βουρτζίας, και άλλων εν Τρανσυλβανία τόπων υπέρ πίστεως αγώνος, και εκτάσεως γης, και διαπεράσασα τα όρη, οπού περιέχουσι την Βουρτζίαν κατά μεσημβρίαν, κατώκησεν εν τη τωρινή Βλαχία, και έκτισε τας πόλεις Τιργόβιστον, Βουκουρέστιον, Κήμπου λούγγου Πιτέστι, και άγιον Γεώργιον, και εξελέξατο εαυτή ηγεμόνα, ονομαζόμενον Βοεβόδαν. Παραθέτει περί της πέρα του Ώλτου Βλαχίας κληθήναι Μπανάτον, ή Κομητάτον Σεβερήνου, όπου ανήκουσιν η από του Σευήρου ονομασθείσα Σεβερίνι ή Στζερένι· Τζερνιγράδ ήτοι μαυρόκαστρον […]· το πλησίον ευρισκόμενον Τζερνέτζι, και το Τζιλέϊ ή Σελέγιουλ, όπου ορώνται ερείπια μιας γεφύρας, τα οποία νομίζονται παρά τινων η του Τραϊανού γέφυρα, παρά τη οποία άρχεται δρόμος τις πέτρινος, όστις εκτείνεται διά του χείλους του Ώλτου έως εις Ρίμνικον· η Όρσοβα, νυν δε Ρουσάβα, χαντάκι τι των Ρωμαίων, το οποίον ο πρίγγιψ Ευγένιος ασφαλώς ωχυρώσατο»· θ) ότι «Κλαύδιος καίσαρ μετά την των Γότθων νίκην, ήτοι Δακών, εις συμπλήρωσιν των εν ταύτη τη γη αποικισμών συνεισήγαγε και άλλους Ρωμαίους. Αυρηλιανός ο αυτοκράτωρ Ρώμης εάσας την Δακίαν, μετεκίνησε την αποικίαν εις Μυσίαν. Οι δε εν Αρδελίω Βλάχοι κατάγονται εκ του περιλελειμμένου της αποικίας. Ούννοι, ήτοι Ούγγροι, ήλθον εκ της Ασίας εις την Ευρώπην· εν έτει 376 κατέφυγον εκ Δακίας εις Θράκην, νικηθέντες υπό Τουρκών»· ι) ότι «η ονομασία Βλαχ μεθερμηνεύεται Ιταλός ή Ρωμαίος». (Ιστορία της Βλαχίας, Πολιτική και Γεωγραφική, από της αρχαιοτάτης αυτής καταστάσεως έως του 1774 έτους. Νυν πρώτον φιλοτίμω δαπάνη εκδοθείσα των τιμιωτάτων και φιλογενών αυταδέλφων Τουνουσλή. Εν Βιέννη της Αουστρίας, Παρά Γεωργίω Βενδότη 1806.).
-
Μαρτυρία του Λάμπρου Αντωνιάδη, έτους 1808, για το σκλαβωνικό έθνος των Βενέδων, που την περίοδο 926-936 κατοικούσε στο Βρανδεβούργο, για τον Αριμάνη που εκπροσωπούσε το πνεύμα του σκότους, για τα σκυθικά έθνη των Αβάρων και Βουλγάρων του 10ου αιώνα. (Επιτομή Χρονολογική της Γενικής Ιστορίας, Εκ της Γαλλικής εις την ημετέραν μετενεχθείσα Διαλέκτου, και μετά πλείστων σημειωμάτων επαυξηθείσα, υπό του φιλογενούς Λάμπρου Αντωνιάδου εκ Μοισίας, προς χρήσιν των φιλομαθών νέων Ελλήνων, Σπουδή και επιμελεία του λογιωτάτου Κυρ Παναγιωτάκη Κωνσταντινίδου . . . Αδεία και προτροπή του Παναγιωτάτου ημών Δεσπότου Κυρίου Κυρίου Γρηγορίου, του Οικουμενικού Πατριάρχου. Εν τω του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως Συπογραφείω, Έτει 1808).
-
Μαρτυρία του Μιχαήλ Γεωργίου, έτους 1809, Αμπελακιώτη εκ Τρικάλων, που στο έργο του «Αποθήκη των Παίδων εις μεταχείρισιν των Μανθανόντων την Κοινήν Γραικικήν Γλώσσαν εκ διαφόρων Βιβλίων άλλων Γλωσσών το πλείστον συλλεχθείσα…», ονομάζει και θεωρεί τους Βλάχους των ελληνικών χωρών (Συράκω, Καλλαρρύτη, Βλαχολείβαδο, Μέτζοβο, Ζαγόρια, και αλλού) Γραικούς, ήτοι Βλάχους και Γραικούς της Ελλάδας τους ταυτίζει «εθνοτικά». Πλέκει εγκώμιο των Βλάχων. (Αποθήκη των Παίδων εις μεταχείρισιν των Μανθανόντων την Κοινήν Γραικικήν Γλώσσαν εκ διαφόρων Βιβλίων άλλων Γλωσσών το πλείστον συλλεχθείσα, και προσετέθη εις το τέλος και Κατ’ Αλφάβητον Εξήγησις περί των τοις Νέοις δυσκόλων Λέξεων και αγνώστων Ονομάτων υπό Μιχαήλ Γεωργίου του Εξ Αμπελακίων. Τύποις δ’ εκδοθείσα δαπάνη ιδία. Εν Βιέννη της Αουστρίας Εν τη Τυπογραφία Γεωργίου Βενδότη, 1809).
-
Μαρτυρία του Charles Robert Cockerell (1788-1863), του 1813, για τους Βλάχους [Vlaki or Wallachian] στον κάμπο της Κωπαΐδας, στο Μέτσοβο, στο Μαλακάσι, και αναφορά στην εργατικότητά τους. (Travels in Southern Europe and the Levant, 1810-1817. The Journal of C. R. Cockerell, R. A., Edited by His Son, Samuel Pepys Cockerell, Longmans, Green, And Co, New York and Bombay 1903).
-
Μαρτυρία του John Cam Hobhouse (1786-1869), του 1813: α) ότι οι Βλάχοι αναγράφονται με λατινική γραφή ως: Vlachi, Wallachians, Valachi, Vlaki, Vlakes· β) ότι οι Βλάχοι των ελληνικών χωρών [«Wallachian Greeks»] είναι Αλβανοί που μιλούν λατινογενή γλώσσα {«The language of these peasants is a dialect of that spoken by the Albanians of Epirus; and as I was not aware, during my stay in Attica, of the fact men-tioned by Wheler, that they call themselves Vlachi»}· γ) ότι οι Βλάχοι είναι σε διασπορά σε Αττική, Ρούμελη, Θεσσαλία, Ήπειρο, Μακεδονία· δ) ότι οι Μορλάκοι [Morlachi] ή Μαυρόβλαχοι [Mauro-Vlachi], των Δαλματικών ακτών ειναι διαφορετικοί από τους άνωθεν του Δουνάβεως Βλάχους· δ) ότι οι Βλάχοι ονομάζονται από τους Γραικούς Κουτζόβλαχοι [the Greeks named Cuzzo Vlachi]· ε) ότι οι Βλάχοι στα Μογλενά [Mogloena] είναι Πατζινακίτες [Patzinaces or Patzinacites], ή Πευκίνοι [Peucini]· στ) ότι οι Μεγαλόβλαχοι [Megalo-Vlachi] ζούνε στη Βλαχία που εκτείνεται σε Μακεδονία – Θεσσαλία – Ήπειρο και στις πόλεις Έδεσσα, Καστοριά, Λάρισα, Φάρσαλα, Δημητριάδα κι άλλες, και σε ολόκληρη την Πίνδο {«The country inhabited by the southern Valachi, properly so called, is composed of the contines of Macedonia, Thessaly, and Epirus; compre-hending Edessa, Castoria, as well as Larissa, Pharsalia, Demetrias, in the low grounds of Thessaly, and the eastern declivities of Pindus, where the people are by the Greeks named Cuzzo Vlachi, or Lame Vlachi»}· ζ) ότι το αίμα των Βλάχων είναι ρωμαϊκό {«in the language of Vlakia, “noi sentem de sangue Rumena”»}· η) ότι «There is a country, to the north of the Caspian Sea in Tartary, called by the Tartars Ilak, which is the same as Blac (for that people cannot pronounce the letter B), and is named by Roger Bacon, Great Blacia. Both Wallachia and Moldavia, as well as part of Transylvania, are inhabited by the same people. Moldavia is know to the Turks by the appellation of Kara Iflak, and to the Greeks as Mavra-Vlachia; signifying in both tongues Black Vlachia. Mr D’Anville has thonght that he can discover something like the name of the Scythian Patzinaces, or Pyeczinigi, as they are called by Lieutprand, in Έξαρχος Πλαγηνών, the present title of the Metropolitan of Wallachia». – Κι άλλα ενδιαφέροντα είναι καταχωρισμένα, για τη Μοσχόπολη και τον Ρήγα Βελεστινλή κ.λπ. (A Journey Through Albania, and Other Provinces of Turkey in Europe and Asia, To Constantinople, During the Years 1809 and 1810. By J. C. Hobhouse. London: Printed for James Cawthorn, Cockspur Street; And Sold by Sharpe and Hailes, Piccadilly; Bell and Beadfute, Edinburgh; and N. Mahon, Dublin. 1813).
-
Μαρτυρία του Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού (1773/74/77-1853), σε έργα προ του 1821 και μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, και είναι ο πρώτος που θέτει το «εθνικόν ζήτημα» των Ελλήνων (αυτός ο… Βλάχος!), το γιατί είμαστε και το γιατί πρέπει να ονομαζόμαστε Έλληνες. Στους Έλληνες εντάσει τους Βλάχους και τους Γραικούς, και άλλους, μη θεωρώντας γνήσιους Έλληνες τους Γραικούς, καθότι φιλόκακοι και ανειλικρινείς, «αλλ’ είναι νόθοι Γραικοί, δηλαδή μίγματα πολλών και διαφόρων γενών». Είναι ο πρώτος που μιλάει για «Νεοελληνική γλώσσα», που ονομάζει την αρμάνικη – βλάχικη γλώσσα «Γραικολατινι-κή», ισχυρίζεται ότι κάποιοι Βλάχοι διατείνονται ότι κατάγονται από το Αβρούτιον της Ιταλίας, και ο ίδιος ταυτίζει τους Βλάχους με τους Πελασγούς. Δίνει σημαντικές πληροφορίες για τον Ρήγα Βελεστινλή, τους Βλάχους του Κολοκοτρώνη, το Βλαχοχώρι/Βραχώρι που έγινε Αγρίνιο, και καταχωρίζει σπουδαίες στατιστικές και στοιχεία για τους πληθυσμούς πολλών οικισμών, πόλεων κ.λπ. «Ημείς είπομεν ότι γενικώς όλοι οι Έλληνες αγαπούσι τας σπουδάς, και την μάθησιν, και πασχί-ζουσι διά τον φωτισμόν του γένους, και διά την ανέγερσι της Ελλάδος· είναι μερικοί όμως Ζώπυροι, οι οποίοι όχι μόνον δεν αγαπούσι την ανέ-γερσιν της Ελλάδος, και τον φωτισμόν του λαού, αλλ’ ακόμη πασχίζουσι παντοίω τρόπω να εμποδίζωσί, και να σβύσωσι παντελώς το καλόν της πατρίδος· δεν ηξεύρω, η φυσική των κακία και αμάθεια τους παρακινεί εις το να φθονώσι τα καλά, ή άλλα τινά συμβεβηκότα· φαίνεται όμως ότι οι τοιούτοι φιλόκακοι δεν είναι ειλικρινείς και καθαροί Έλληνες, αλλ’ είναι νόθοι (Μπάσταρδοι) Γραικοί, όμοιοι με τα μουλάρια, δηλαδή μίγματα πολλών και διαφόρων.» – «Ποτέ να μη θελήσητε να ονομάζεσθε Ρωμαίοι, αλλά Έλληνες, διότι οι Ρωμαίοι, ήγουν οι Ρωμάνοι, εβαρβάρωσαν και ηφάνισαν την Ελλάδα την γλυκητάτην μας πατρίδα· και αν τινάς νέος έχη όνομα ή Ρωμαϊκόν, ή Εβραϊκόν, ή Ρωσσικόν, ή Αραβικόν, πρέπει ευθύς να το αλλάξη, και να ονομάζηται με όνομα Ελληνικόν, τουτέστιν ή Μιλτιάδης, ή Θεμιστοκλής, ή Αχιλλεύς, ή Θησεύς, ή Αλέξανδρος, ή Πλάτων, ή Δημοσθένης, κ.τ.λ. και τότε ένας νέος αλλάζων το όνομά του, θέλει εντρέπεται να μην έχη και τα έργα των προγόνων του.» (Χειραγωγία των παίδων, ήτοι Πραγματεία Στοιχειώδης περί χρεών του Ανθρώπου, ([με] Παράρτημα περιέχον τινάς αναγκαίας ειδήσεις κατ’ ερωταπόκρισιν προς χειραγωγίαν των μαθητών), Venise 1810. Και Γεωγραφία Μεθοδική και καταγραφή απάσης της οικουμένης εκ παλαιών τε και νεωτέρων σοφών συγγραφέων συνερανισθείσα και συνταχθείσα παρά του αρχιμανδρίτου και ιατροδιδασκάλου Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού, νεωστί δε διορθωθείσα και επαυξηθείσα με τα διατρέξαντα του νέου Βασιλείου της Ελλάδος και λοιπών Βασιλείων. Εκδίδεται το δεύτερον προς όφελος των αυτού φίλων Μαθητών και του Ελληνικού Γένους. Εν Ναυπλίω, εκ της τυπογραφίας των αδελφών Α. και Ν. Αγγελιδών, 1834. Και Περιήγησις Ιστορική και Βιογραφία Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού, Ιατροδιδασκάλου και πατριαρχικού αρχιμανδρίτου και ιππότου του βασιλικού τάγματος του Σωτήρος, εν αις προσετέθη και η καταγραφή της πόλεως των Αθηνών, και της ευρεθείσης αγίας εικόνος της Ευαγγελιστρίας και των θαυμάτων αυτής. Ήδη το πρώτον ετυπώθη, Εν Αθήναις, εκ του τυπογραφείου Α. Γκαρπολά, 1848. Και Γεωγραφία Μεθοδική Απάσης της Οικουμένης, Εκ παλαιών τε και Νεωτέρων Σοφών Συγγραφέων συνερανισθείσα και συντεθείσα παρά Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού, Ιατροφιλοσόφου και Διδασκάλου των Επιστημών και της Ιατρικής εις το εν Αθήναις κοινόν Σχολείον, Χάριν των αυτού φίλων Μαθητών και του Ελληνικού Γένους, Νυν πρώτον τύποις εκδίδεται φιλοτίμω δαπάνη, του ελλογιμωτάτου αρχιδιακόνου του Αγίου Αθηνών Κυρίου Νεκταρίου του Λεσβίου, Ενετίησιν, Παρά Νικολάω Γλυκεί τω εξ Ιωαννίνων, 1818..).
-
Μαρτυρία για τον Νεόφυτο Δούκα (1760-1845), του 1810, που εναντιώνεται στο να μιλιέται η «βλάχικη γλώσσα», αν και ο ίδιος Βλάχος, και που ταυτίζει Γραικούς και Βλάχους, και βλέπει διασπορά των Βλάχων από τον Δούναβη μέχρι την Πελοπόννησο, ενώ επαινεί τη φιλομάθεια και την εξυπνάδα των Βλάχων. (Μαξίμου Τυρίου Λόγοι Τεσσαράκοντα και εις. Επεξεργασθέντες και εκδοθέντες παρά Νέοφύτου Δούκα, Εν Βιέννη της Αουστρίας, Εκ της Τυπογραφίας Γεωργίου Βενδώτου, 1810).
-
Μαρτυρία του Μητροπολίτη Ιγνάτιου Ουγγροβλαχίας (1765-1828), του 1815, που διαφοροποιεί τους άνωθεν του Δουνάβεως Βλάχους και Μολδαβούς από τους Βλάχους των ελληνικών χωρών: Ηπείρου, Μακεδονίας, Θεσσαλίας, μέσης Ελλάδας, τους θεωρεί μετοίκους από τις άνωθεν του Ίστρου χώρες, πλέκει δε το εγκώμιό τους, αναφερόμενος στη Βοσκόπολη/Μοσχόπολη. «Οι Βλάχοι της Ηπείρου είναι μέτοικοι εκ Βλάχίας. Το μερος, όπου κατ’ αρχάς εκατοίκισαν της Θεσσαλίας ωνομάσθη παρομοίως Βλαχία, ως φαίνεται εις τους Βυζαντινούς ιστορικούς. Μετά την πτώσιν του Ρωμαϊκού Βασιλείου διεσκορπίσθησαν εις διάφορα μέρη. Είναι λαός ποιμενικός, και το ήμισυ του χρόνου, τον χειμώ-να δηλαδή και την άνοιξιν, διατρίβει εις τας πεδιάδας με τα ζώα του, το δε θέρος και το φθινόπωρον εις τα βουνά, όπου έχει και τας καθ’ αυτό κατοι-κίας του. Εις τας κωμοπόλεις των Βλάχων τούτων ευρίσκονται και πολλοί έμποροι εξ αυτών· η οικιακή των γλώσσα είναι η βλαχική διεφθαρμένη, ομιλούσιν όμως όλοι και την γραικικήν· αλλ’ η λειτουργία και τα εκκλησιαστικά βιβλία είναι όλα εις το ελληνικόν. Εις κάποιας κώμας των έχουσι και σχολεία ελληνικά. Η πρωτεύουσα πόλις του λαού τούτου ήτον η Βοσκόπολις…» (Απόλογία Ιστορική και Κριτική υπέρ του Ιερού Κλήρου της Ανατολικής Εκκλησίας κατά των Συκοφαντιών του Νεοφύτου Δούκα, Συγγραφείσα παρά Κυρίλλου Κ. [Ιγνατίου Ουγγροβλαχίας], κατ’ επίμονον ζήτησιν των ομογενών, [Πίζα] 1815).
-
Μαρτυρία του Χριστόφορου Περραιβού (1773-1863), ετών 1803 και 1815, για το ότι οι Σουλιώτες ήταν Βλάχοι, για το ότι στα Ζαγόρια οι κάτοικοι εγκατέλειψαν και έπαυσαν να μιλούν την αρμάνικη – βλάχικη γλώσσα (λόγω Κοσμά Αιτωλού), για το ότι οι Καραγκούνηδες κατοικούσαν στα χωριά το Κάτω Ολύμπου και στα στη ΝΔ Όσσα (Κίσσαβο). «Μανθάνω δε παρά του φίλου μου Κ. Ασωπίου ότι και άλλον καλόν χρεωστείται εις τον άγιον τούτον άνδρα [Κοσμά τον Αιτωλόν]· ουκ ολίγα δηλ. του Ζαγορίου χωρία, τούτου προτροπή και διδασκαλία, αφήσαντα την μέχρι τότε λαλουμένην βλαχικήν γλώσσαν, έλαβον κα-τά μικρόν την ελληνικήν, την οποίαν μέχρι της σήμερον έχουσι. Τούτο είναι γενική εν Ηπείρω παράδοσις» (Ιστορία Σουλίου και Πάργας περιέχουσα την χρονολογίαν, και τους ηρωικούς αυτών Πολέμους, εξαιρέτως τους των Σουλιωτών μετά του Αλή Πασιά, Ηγεμόνος της Ελλάδος, Συγγραφείσα παρά ΒΤΚ ΧΟ ΧΞΗ ΛΑ, ΑΨΚΑ. Τόμος Πρώτος. Εν Βενετία, Παρά Νικολάω Γλυκεί των εξ Ιωαννίνων 1815. Και Ιστορία Σουλίου και Πάργας περιέχουσα την χρονολογίαν, και τους ηρωικούς αυτών Πολέμους, εξαιρέτως τους των Σουλιωτών μετά του Αλή Πασιά, Ηγεμόνος της Ελλάδος, Συγγραφείσα παρά ΒΤΚ ΧΟ ΧΞΗ ΛΑ, ΑΨΚΑ. Τόμος Δεύτερος. Εν Βενετία, Παρά Νικολάω Γλυκεί των εξ Ιωαννίνων 1815. Και Σύντομος Βιογραφία του αοιδήμου Ρήγα Φεραίου, του Θετταλού, Εν Αθήναις, Εκ της τυπογραφίας Ιω. Αγγελοπούλου, 1860).
-
Μαρτυρία του Henry Holland (1788-1873), του 1815, για τους Βλάχους («Wallachians, or Vlaki») στα Ζαγόρια, για τον Ρήγα Βελεστινλή και τον σύντροφό του Κορωνιό πριν θανατωθεί στο Βελιγράδι, για τους βλάχικους οικισμούς Μέτζοβο (Metzovo), Σαμαρίνα (Samarina) και άλλα. (Travels in The Ionian Isles, Albania, Thessaly, Macedonia, etc., During the Years 1812 and 1813, by Henry Holland, M.D. F.R.S. &c. &c., London: Printed for Longman, Hurst, Rees, Orme, and Brown, Paternoster-Row, 1815).
-
Μαρτυρία του Thomas Smart Huges (1786-1847), του 1820, για τους Βλάχους (Vlakhi or Valachian) Ηπείρου (The Vlakhi of Epirus are called Κούτζο–Βλάχοι), Μακεδονίας, Θεσσαλίας, ότι έλκουν καταγωγή από τους άνωθεν του Ίστρου Μαυρόβλαχους (Danube named Μαύρο–Βλάχοι), για τους Βλάχους βοσκούς (Vlakiote shepherds), για Βλαχίες (Grecian Vlakia/Vlachia of Aetolia and Acarnania/Valachia of Thesprotia) στις ελληνικές χώρες και για τα Δεσποτάτα Άρτας και Ιωαννίνων («Ιωαννίνων γαρ ήρχε και Άρτης και μέχρι Ναυπάκτου» και «Ήτον αυθέντης της Βλαχίας και όλης της Ελλάδος, / Της Άρτης και των Ιωαννίνων και όλου του Δεσποτάτου»), και άλλα ενδιαφέροντα. (Travels in Sicily Greece and Albania by the Rev. Thos. Smart Hughes, Late Fellow of Saint John’s and Now Fellow of Emmanuel College Cambridge, Illustrated With Engravings of Maps Scenery Plans &c., In Two Volumes, Vol. II, London 1820).
-
Μαρτυρία του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ (1746-1821), του 1819, που σε πατριαρχικό έγγραφο του αναφέρεται στις άνωθεν του Ίστρου χώρες, Μολδαβία και Μολδοβλαχία· η καταγωγή του πατριάρχη ήταν από τη Βλαχοράφτη Αρκαδίας, και ανιψιός ήταν ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός. Βυζαντινά Χρονικά, Παράρτημα του ΙΒ΄ τόμου, Νο 1, Actes de l’ Athos, III Actes d’Esphigmenou, publies par le R. P. Louis Petit et W. Regel, 1906.).
-
Μαρτυρία «Ρουμανικών» Εγγράφων ετών 1821 και 1822, που είναι σε ελληνική και σε «ρουμανική γλώσσα», και κάνουν αναφορά σε Δάκες, σε «χώρες» με ονόματα Βλαχία, Ουγγροβλαχία, Μολδαβία, όχι όμως Ρουμανία, αφού ονομάστηκε έτσι αυτή η χώρα μετά την ένωση των πριγκιπάτων και μετά την ίδρυση του κράτους το 1860. (1821, Date și Fapte
Noi de Emil Vîrtosu. «Cartea Rom}nească», București 1932).
-
Μαρτυρία του General Guillaume de Vaudoncourt (1772-1845), του 1816, με πολλαπλές αναφορές σε τόπους και ελληνικές χώρες που κατοικούνταν από Βλάχους, στα χρόνια του Αλή-πασά, χρήσιμες για την κατανόηση της διασποράς και δράσης τους: Metzovo, Zagoria, Δασσαρήτες, Πρώτη Ιουστινιανή, Οχρίδα, Μοσχόπολη, Πελαγονία, Παιονία, Roumeli Valachi, Bitolia, Magarovo, Lychnidus, Edessa, Moschopoli, «The mountains situated by mixed colonies of Servians and Valachians», «Grevena to Monastir to prefer the route by Siatista and Kailar», «Samarina; Nicea, at present Gramosta», «Velstin, or Velestin», Malakassi, «Eleusina were Thria, Oenoe, and the castles of Panactum and Phyloe; at present the three first places are called Kocha, Vlachochori, and Yegna, and the ruins of Phyloe exist to the N. of Kocha. Above Athens, on the Cyphisus, at the foot of Mount Penteli, or Pentelicus, is the small town of Kephisia, or Kephsa, the capital or a jurisdiction», «Anaboli, or Napoli di Romania», «στην Κεφαλληνία είναι το χωριό Vlakato, νυν Βλαχάτα», και άλλα ενδιαφέροντα. (Memoirs on the Ionian Islands, considered in a Commercial, Political, and Military, Point of View . . . includino The Life and Character of Ali Pacha, the present ruler of Grece . . . by Gen. Guillaume De Vaudoncourt . . . by William Walton, Esq., London 1816).
-
Μαρτυρία για τον Αθανάσιο Διάκο (1788-1821), ο οποίος καταγόταν από το βλαχοχώρι Αρτoτίνα Παρνασσίδος, και (από τον Ιταλό ιστορικό Ermanno Giuseppe Schmitt ή Hermanno Joseph Schmitt: 1796-1869) ότι πολέμησε και πέθανε στην Αλαμάνα το 1821, «στο όνομα του σταυρού και του Λεωνίδα» κι όχι της διαδεδομένης σαχλαμάρας «Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός και θα πεθάνω», που αποτελεί μία εκ των υστέρων «εθνικοφρονική» επινόηση! (Istoria Critica della Chiesa Greco – Moderna e della Chiesa Russa, Accompagnata da Speciali Considerazioni Sopra la Loro Costituzione nella Forma di un Sinodo Permanente, di Ermanno Giuseppe Schmitt, parroco catolico a grossw allstadt fresso di Asciaffenburgo, Versione dall’ Originale Tedesco di A. Bianchi – Giovini, Tomo Primo [Tomo I.], Milano 1842).
-
Μαρτυρία του Δημητρίου ή Δανιήλ Φιλιππίδη (1750/55-1832), του 1816, που είναι ο… νονός του ονόματος της νυν Ρουμανίας, με ορθή προσέγγιση της καταγωγής των νυν Ρουμάνων, και με άποψη ότι οι Βλάχοι των ελληνικών χωρών είναι με ανωδουναβική καταγωγή, και βρέθηκαν σε Μακεδονία, Θεσσαλία, Ήπειρο και νοτιότερη Ελλάδα, μετά τις διώξεις που υπέστησαν από τις ορδές του Αττίλα. Πλέκει το εγκώμιο των εν Ελλάδι Βλάχων, αναφέρει πολλά Βλαχοχώρια και Βλαχοκωμοπόλεις, και μεταξύ αυτών το Λιτόχωρο. Επίσης: «Κάγγαροι, λαός που κατοικούσε σε εδάφη της νυν Ρουμουνίας», για να γνωρίζουν οι παλαιοί και γνήσιο Αθηναίοι γιατί ονομάζονται Κάγκαρου ή Γκάγκαροι! (Βλ. και Δανιήλ Φιλιππίδης και Γρηγόριος Κωνσταντάς 1791). (Ιστορία της Ρουμουνίας ή Έκθεσις των αξιολογωτέρων μνημονευομένων συμβάντων εν τοις αριστεροίς κάτω παριστρίοις, από της εισβολής των αιγυπτίων μέχρι της καταστάσεως των ρουμουνικών αρχηγεμονιών του Ρουμουνικού αγρού και της Μολδόβης, Νυν πρώτον συντεθείσα και τύποις εκδοθείσα εν Λειψία της Σαξονίας, εν τη τυπογραφία Ταουχνίτζ, Τόμος α’, Μέρος α’. 1816. Και Ιστορία της Ρουμουνίας ή Έκθεσις των αξιολογωτέρων μνημονευομένων συμβάντων εν τοις αριστεροίς κάτω παριστρίοις, από της εισβολής των αιγυπτίων μέχρι της καταστάσεως των ρουμουνικών αρχηγεμονιών του Ρουμουνικού αγρού και της Μολδόβης, Νυν πρώτον συντεθείσα και τύποις εκδοθείσα εν Λειψία της Σαξονίας, εν τη τυπογραφία Ταουχνίτζ, Τόμος α’, Μέρος β΄, 1816.). – Καταθέτω και το εδάφιο για το Λιτόχωρο ότι ήταν βλαχοχώρι: «Έτι δε προς χειμερινάς δυσμάς του Μεσόβου, κώμαι ρουμουνικαί εισιν, ων αι πρωτεύουσαι Καλάρρειτα και Σιρακώ κικλήσκονται. Τούτων οι πλείους κάτοικοι, καππουτάδες κοινώς λεγόμενοι, ράπται δηλονότι καππών, χειμερινών εσθήτων εκ μελάνων μαλλωτών εριοϋφασμάτων, εν ταις βορείαις του Πηλίου κώμαις των κρειττόνων και πολυτελεστέρων, και εν τη υπό τον Όλυμπον προς έω κωμοπόλει Λιτοχώρω (το) των δευτέρων και ευωνοτέρων, πεποιημένων. Τας χειμερινάς ταύτας μαλλωτάς εριοεσθήτας εμπορεύονται εν ταις παραθαλασσίαις πόλεσι της Ιταλίας, απαίροντες, διαίροντες και καταίροντες εκείσε καθ’ έκαστον ενιαυτόν, και χειμερίζοντες πέραν της αδριατικής θαλάσσης τας κάππας ράπτοντες και πιτεράσκοντες, αλέαν ούτω τοις ριγώδεσιν ιταλοίς, τοις θαλασσοπόροις μάλιστα, τεχνώμενοι. || Προς χειμερινάς ανατολάς πάλιν της Πίνδου, περί τας πηγάς του Αχελώου ποταμού, έτεραι ρουμουνικαί συνοικίαι τυγχάνουσιν, ων αι ου πόρρω του Μεσόβου ούσαι, Χαλίκιον, Λεπενίτζα, Κρανία, Νεβόδιον, Βοροβίκον, Κοκλέοι, Καστανία, Κλινοβόν, Πετρούλιον και Βετρινίκον ονομάζονται. …» (Β, σ. 23-36).
-
Μαρτυρία του Δημητρίου Ν. Δάρβαρι (1757-1823), του 1817, για την καταγωγή των Ιταλών από τους Έλληνες, για την καταγωγή των Βλάχων των ελληνικών χωρών από κατερχόμενους Δάκες και από Ρωμαίους οι οποίοι «άφησαν την Ιταλίαν και ήλθον εις την Ελλάδα» στα χρόνια της Δημοκρατίας (προ του 85 π.Χ.) και στα χρόνια των Εμφυλίων πολέμων στη Ρώμη (85-30 π.Χ.). Άποψη ενδιαφέρουσα και αποσιωπημένη. (Σύντομος Γενική Ιστορία εις δύω τόμους διηρημένη συλλεχθείσα εκ παλαιών τε και νεωτέρων Συγγραφέων προς χρήσιν των σπουδαζόντων νέων υπό Δημητρίου Νικολάου Δαρβάρεως και εκδοθείσα δαπάνη Αυταδέλφων Δαρβάρεων Ιωάννου και Μάρκου, τόμος Α΄, περιέχων την Ιστορίαν των παλαιών ενδόξων εθνών, εν Βιέννη της Αουστρίας, Παρά τω τυπογράφω κυρίω Αυκούλω, 1817).
-
Μαρτυρία του Διονυσίου Φωτεινού (1777-1821), του 1818, στην Ιστορία της πάλαι Δακίας: α) ότι το έτος 1228 με την κάθοδο των βαρβάρων Σκυθών έφυγαν κάτοικοι από τις άνωθεν του Ίστρου χώρες και κατήλθαν «εις τε Μακεδονίαν και Βουλγαρίαν»· β) ότι οι Δακορωμάνοι κάτοικοι (της κυρίως Δακίας) ονομάστηκαν από τους Ρωμαίους πρώτα –γενικά– Σκύθες, και πιο ειδικά Δάκες, Πατζινάκοι και Βλάχοι· γ) ότι οι Δακορωμάνοι των Μοισιών ονομάστηκαν Μεγαλοβλάχοι, Μογλενίτες, Μαυροβλάχοι και Κουτζοβλάχοι· δ) ότι από το έτος 683 μ.Χ. η Τρανσυλβανία, η Βλαχία και η Μολδαβία είχαν ίδιον ηγεμόνα και δεν τελούσαν υπό τον ζυγό κανενός· ε) ότι τη Δακία απάρτιζαν οι ονομαζόμενες το 1818 Μολδαβία, Βλαχία και Τρανσυλβανία, και μέρος της Ουγγαρίας· στ) ότι οι Δάκες ήταν Σαρμάτες, δηλαδή Σλάβοι, που ονομάζονταν Ενέται ή Ουνέδαι του έθνους των Παφλαγόνων· ζ) ότι ο Τραϊανός έφερε στη Δακία αποικίες «εξ Ιταλίας και μεγάλης Ελλάδος, εις κατοίκισιν αυτών, κτίσας πολλάς πόλεις και φρούρια εν τη Δακία»· η) ότι η Δακική ήταν Σλοβανική διάλεκτος· θ) ότι το 253 μ.Χ. οι Αλανοί, που ήταν Λιθουανοί, εξόρμησαν κατά της Ιταλίας, οι δε Γότθοι που επόρθησαν την Ελλάδα, την Μακεδονία και τον Πόντο, ως Δακορωμάνοι αποκατέστησαν ισχυρή εξουσία η οποία επεκτάθηκε μέχρι τη Μακεδονία και την Ήπειρο· ι) ότι ένα μέρος των κατοίκων της Ηπείρου είναι μέτοικοι εκ Βλαχίας· ια) ότι μετά την πτώση του Ρωμαϊκού βασιλείου οι Βλάχοι των ελληνικών χωρών έγιναν ποιμενικός λαός και διεσκορπίσθη-καν σε διάφορα μέρη· «τα νυν είναι λαός ποιμενικός, και το ήμισυ του χρόνου, τον χειμώνα δηλαδή και την άνοιξιν, διατρίβει εις τας πεδιάδας με τα ζώα του, το δε θέρος και το φθινόπωρον εις τα βουνά, όπου έχει και τας καθ’ αυτό κατοικίας του· εις τας κωμοπόλεις των Βλάχων τού-των ευρίσκονται και πολλοί έμποροι εξ αυτών· η οικιακή των γλώσσα είναι η Βλαχική διεφθαρμένη, ομιλούσιν όμως όλοι και όλα εις το Ελληνικόν· εις κάποιας κώμας των έχουσι και σχολεία Ελληνικά· η πρωτεύουσα πόλις του λαού τούτου ήτον η Βοσκόπολις, πόλις πλουσία και πολυάνθρωπος· ο φθόνος την κατέστρεψε, και έκτοτε πολλοί εξ αυτών κατέφυγον εις την επικράτειαν του αυτοκράτορος της Αουστρίας, όπου φιλοφρόνως τους υπεδέχθησαν· προ ολίγου εις την Πέσταν εισήγαγον εις την εκκλησίαν και την γλώσσαν των, πλην επροξένησε μεταξύ των άλλων Γραικών σκάνδαλον η τοιαύτη καινοτομία· εις δε την Γραικίαν ονομάζουσι τούτους Μοισιόδακας, και κοινώς Μυσοβλάχους, και Κουτζοβλάχους»· ιβ) ότι οι Βλάχοι των ελληνικών χωρών ονομάζουν τους «αουράριους» (χρυσοθήρες) Μπαγιάσηδες ή Μπαγιάτηδες (έτσι όπως ονομάζουν ως τα σήμερα οι Θεσσαλονικείς τους παλαιότερους των κατοίκων της!)· ιγ) ότι το έτος 375 μ.Χ. οι Γότθοι κατέλαβαν τις περιοχές: Μοισία, Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλία, Αχαΐα, «πάσαν την Ελλάδα», και «ωσαύτως και οι αναχωρήσαντες διά τον φόβον των Ούννων Δακορωμάνοι, διεσπάρησαν εις τας ρηθείσας επαρχίας, και άλλοι μεν ηκολούθησαν αυτούς, άλλοι δε επλανώντο ένθεν κακείθεν, ζητούντες καταφύγιον, διά τας του καιρού περιστάσεις, πάντοτε όμως, κατεγένοντο εις την ποιμαντικήν ζωήν, ως αρμοδιωτέραν εις ένα περιπλανώμενον βίον»· ιδ) ότι υπήρξε ηγεμόνας των Βρούσκων ονόματι «Αρμίνιος»· ιε) ότι το 626 μ.Χ. Σλαβίνοι Σέρβοι σμίγουν με Δακορωμάνους της Μοισίας και η χώρα τους ονομάστηκε «Σλαβ-ρουμουνένσις», και τότε τούτοι οι Δακο-ρωμάνοι ή Δακο-λατίνοι ονομάστηκαν Βλάχοι από τους Σλάβους, «θέλοντες εντ’ αυτώ να δείξουν, τούτο μεν την αρχήν τους, ότι ήταν Ρωμάνοι, Λατίνοι ή Ιταλοί· τούτο δε την κατάστασίν των, ότι εισί ποιμένες, επειδή κατά μεν την Πολωνικήν διάλεκτον ο ποιμήν και μη στάσιν έχων, λέγεται Βλακάτζ, τους ωνόμασαν, άλλοι μεν Ολάχ, άλλοι δε Βαλχ, και άλλοι Βαλόχ, ομοί-ως και οι Γραικοί εννοούσαν ταύτην την λέξιν διά ποιμένα· επειδή Άννα η Κομνηνή λέγει ουτωσί· “Αλλά κατά μέρος νεολέκτους καταλέγων, οπόσοι εκ Βουλγάρων τον νομάδα βίον είλοντο (Βλάχους τούτους καλείν οίδεν η κοινή διάλεκτος”, εξ ου συνάγεται, ότι κοινώς ωνομάζοντο Βλάχοι· εκαλούντο δε και Δάκες, καθώς ο Χαλκοκονδύλης τους ονομάζει, και άλλοι ιστορικοί, αλλ’ η πιθανωτέρα δόξα της κλήσεως κατωτέρω μαθήσεται»· ιστ) ότι «περί τας αρχάς του ζ΄ αιώνος έγινεν η επάνοδος των Δακο-ρωμαϊκών αποικιών εκ του νοτείου μέρους προς το βόρειον, όστις ιστορεί λέγων, ότι μετά τον έκτον αιώνα διέβη πλήθος λαού τον Δούναβιν υπ’ ονόματι των Βουλγάρων, ως περιεκάλουν οι Γραικοί τους Βλάχους»· ιζ) ότι η λ. σλαβ σημαίνει δόξα, και τα της Ασιατικής Σαρματίας έθνη ονομάστηκαν Σκλάβοι ή Σκλαβίνοι ή Σλοβάνοι· ιη) ότι κατά τον Μπύσσιγγ «όλα τα Σλαβονικά έθνη, ήτοι Βούλγαροι, Σέρβοι, Κροάται, Δαλμάται, Ρώσσοι, και λοιποί, ωνόμαζαν τους Ρωμαίους, Λατίνους και Ιταλούς, Βλάχους, λατινιστί Βαλάκ, και γερμανιστί Βαλάχ· καθώς και έως την σήμερον, οι μεν Ούγγροι καλούσιν αυτούς Φλαχ, οι δε Οθωμανοί Εφλάκ»· ιθ) ότι «το πάλαι Δάκες εκλήθησαν μετά ταύτα Φλάκοι ή Βλάχοι, παρά του Φλάκ ηγεμόνος αυτών, όστις φαίνεται να ήτον σύγχρονος του Ουϊδίου, διότι ομιλεί κατ’ ενεστώτα χρόνον “Και είναι ο ανώτερος τούτων των τόπων Φλακ”. Την κλήσιν λοιπόν ταύτην έπεται να την έλαβον οι Δάκες αμέσως μετά Χριστόν κατά τον α΄ αιώνα»· κ) ότι την περίοδο 812-1014 μ.Χ. Βούλγαροι και Βλάχοι (Δακο-ρωμάνοι) έχουν έναν ηγεμόνα και συγκρούονται με την ΚΠολη· κα) ότι επί Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου (905-959, βασιλ. 913-959) και έως το 1027 μ.Χ., γύρω από τον Δούναβη κατοικούσαν Βούλγαροι, Σέρβοι και «Βλαχο-Ρωμάνοι»· κβ) ότι οι Πατζινακίται ονομάζονταν οι αρχηγοί των Δακών αλλά και ότι «οι Πατζινάκαι ή Πατζινακίται ύστερον εκλήθησαν Βλάχοι»· κγ) ότι επί Αλέξιου Κομνηνού (1056-1118, βασιλ. 1081-1118) οι Γραικοί ονόμαζαν Σκύθες τους «Δακο-ρωμάνους»· κδ) ότι «οι πέραν του Δουνάβεως Βλάχοι πολλαχώς εκλήθησαν παρά των Ρωμαίων, και γενικώς μεν ωνομάζοντο Σκύθαι, ειδικώς δε Δάκες, ή Πατζινάκοι και Πατζινακίται, οπόταν ήσαν ενωμένοι με τους Βλάχους της κυρίως Δακίας, ύστερον δε εκλήθησαν Μαυροβλαχίται εκ της επαρχίας αυτών, ήτις εκ-λήθη μεγάλη Βλαχία, διότι περιείχε την Θετταλίαν, και Μακεδονίαν, όπου Δημητριάς, Φέρσαλα και Λάρισα μέχρι Πίνδου όρους»· κε) ότι επί Αλεξίου Κομνηνού νικημένοι Βλάχοι «μετοικίσθησαν εις Μογλέναν, της οποίας το ορεινόν μέρος είχεν ερημωθή παρά Ροβέρτου Γουϊσκάρου (επαρχίαν κειμένην παρά την Καστορίαν της Μακεδονίας), ωνομάσθησαν Μογλενίται Πατζινακίται· ύστερον όμως από τους Γραικούς, Μαυροβλάχοι, ως πολλά δεινά παθόντες· και τελευταίον Κουτζοβλάχοι, τουτέστι χωλοί Βλάχοι, ως καταγόμενοι από εκείνους, όπου νικηθέντες εις τους πολέμους, αδυνάτησαν κατά τα μέλη, η οποία ονομασία μετέπειτα διεδόθη και εις τους λοιπούς Βλάχους, κατοικούντας εις Μακεδονίαν, Θετταλίαν, Θράκην και Ήπειρον (όρ. και μέρ. Β΄ κεφ. Ιζ΄ υποσημ. εις την Ήπειρον), ωσαύτως και εις τους διεσπαρμένους εις τα παράλια της Μαύρης θαλάσσης, από Βιζύης έως υποκάτω της Κωνσταντινουπόλεως, τους οποίους οι βασιλείς των Ρωμαίων εμεταχειρίσθησαν εις πολλάς περιστάσεις εις εκστρατείας κατά των Κουμάνων, και Ούγγρων, κατά των Ιταλών και άλλων εχθρών, επειδή και ήσαν πολλοί και πολεμικοί, αν-δρείοι και φερέπονοι, των οποίων ο πληθυσμός ήυξησεν, εξ ων εμετοικίσθησαν υπό Αυρηλιανού, και εξ ων απέρασαν μετά ταύτα πολλάκις από της κυρίως Δακίας εις την Θράκην, ενωμένοι με τους Σκύθας, ως ανωτέρω ερρέθη· ούτοι δε πάντες είχον την αυτήν διάλεκτον με τους παρά τον Δούναβιν οικούντας Δάκας»· κστ) ότι «κατ’ αυτούς τους χρόνους [1201 και έπειτα] οι Βλάχοι της κυρίως Δακίας ωνομάζοντο έτι Σκύθαι, προς διαφοράν των Βλάχων της Θετταλίας, και Μακεδονίας, επειδή ήσαν μεμιγμένοι με Κουμάνους και Δακο-Ρωμάνους»· κζ) ότι «φαίνεται η νυν Βλαχομολδαυϊκή διάλεκτος να είναι περισσότερο θυγάτηρ Ιταλικής παρά Λατινικής, μ’ όλον οπού εις τούτο διαφωνούσιν οι ιστορικοί, και οι μεν παρά Λατινικής αυτήν παραχθήναι λέγοντες φέρουσι προς μαρτυρίαν τας εν Δακία κατοικούσας Ρωμαϊκάς αποικίας, και το καλείσθαι τους Βλάχους και Μολδαυούς αεί Ρωμάνους, ουδέποτε δε Ιταλούς, και τας λατινικάς πολυλεξίας παρομοιαζούσας ταις Βλαχικαίς, και διαφερούσας ταις Ιταλικαίς»· κη) ότι Μάλου: στη Σλαβονική φωνή σημαίνει μέρος ανωφερές και Δαύοι σημαίνει κατά Στράβωνα το κατοικούν έθνος· «όθεν από του Μάλου και Δαύοι, ελέγετο Μολδαύϊα, και κατά παραφθοράν έγινε Μολδόβα και Μολδαυΐα. […] Ωσαύτως και το βάλια, σλαβονιστί σημαίνει κατωφερές μέρος, το δε ύδωρ λέγεται άπα, και λατινιστί άκουα, όθεν από του Βάλια άπι, ή Βάλια άκουα, εκλήθη Βαλάπια, ή Βαλάκουα, και κατά παραφθοράν Βαλάκια και Βαλάσια, ή Βαλάχια και Βλαχία· και η μεν Μολδαυΐα είναι μέρος ανωφερές, η δε Βλαχία κατωφερές…». (Ιστορία της πάλαι Δακίας, τα νυν Τρανσιλβανίας, Βλαχίας, και Μολδαυΐας. Εκ δια φόρων παλαιών και νεωτέρων συγγραφέων συνερανισθείσα, παρά Διονυσίου Φωτεινού, τόμος Α΄, εν Βιέννη της Αούστριας, εκ του τυπογραφείου Ιω. Βαρθολ. Σβεκίου, 1818. Και Ιστορία της πάλαι Δακίας, τα νυν Τρανσιλβανίας, Βλαχίας, και Μολδαυΐας. Εκ διαφόρων παλαιών και νεωτέρων συγγραφέων συνερανισθείσα, παρά Διονυσίου Φωτεινού, τόμος Β΄, εν Βιέννη της Αούστριας,
εκ του τυπογραφείου Ιω. Βαρθολ. Σβεκίου, 1918. Και Ιστορία της πάλαι Δακίας, τα νυν Τρανσιλβανίας, Βλαχίας, και Μολδαυΐας. Εκ διαφόρων παλαιών και νεωτέρων συγγραφέων συνερανισθείσα, παρά Διονυσίου Φωτεινού, τόμος Γ΄, εν Βιέννη της Αούστριας, εκ του τυπογραφείου Ιω. Βαρθολ. Σβεκίου, 1919. Και Εφημερίς Επίσημος του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων, Αρ. 7, Κέρκυρα, 3 Φευρουαρίου 1845 ε.π., Δημοσιεύεται κατά Σάββατον [δίστηλη/δίγλωσση: ελληνικά, ιταλικά]).
-
Μαρτυρία του Αθανάσιου Σταγειρίτη (1780-1840), του 1819: α) ότι το έτος 1250 μ.Χ. υπήρχε «έν Έθνος ανεξάρτητον, Βλάχοι ονομαζόμενοι, προς τα όρη της Μακεδονίας και Θεσσαλίας»· β) ότι οι Βλάχοι κατάγονται από τη Δακία, «Δακία δε ωνομάζετο το μέρος εκείνο, όπερ περιέχει την Μολδαβίαν, Βλαχίαν, Τρανσιλβανίαν και μέρος της Ουγγαρίας. Οι Αρχαίοι εγκάτοικοι του τόπου τούτου ήσαν Γέται ή Γότθοι, έθνος σκυθικόν»· γ) ότι κατά τον 12ον αιώνα δεν ονομάζονταν Δάκες, αλλά Βλάχοι, ήτοι το γένος που βρισκόταν στη μετέπειτα Βλαχία, Μολδαβία, Βουκοβίνα, Τρανσυλβανία και σε μέρος της κάτω Ουγγαρίας· δ) ότι το όνομα Βλάχοι προήλθε από το λατινικό flaccis, ενώ κάποιοι λένε πως είναι Γοτθικό, και άλλοι άλλως· ε) ότι το 1284 οι Βλάχοι ζήτησαν να κατοικήσουν πλησίον της ΚΠολης· στ) ότι ο Ανδρόνικος Παλαιολό-γος (1259-1332, βασιλ. 1282-1328) μετοίκισε πολλούς Βλάχους με τη βία στη Μικρασία, στο Οψίκιον (στη Βιθυνία)· ζ) ότι το 1284 «εφάνησαν και οι άλλοι [Βλάχοι] εις τον Πίνδον μεταξύ Ηπείρου και Θεσσαλίας, ως είρηται. Πλην είναι άδηλον πόθεν και πότε ήλθον εκεί. Όθεν απορεί και Λαόνικος ο Χαλκοκονδύλης [~1430-1490] λέγων ότι ωνομάζονται Βλάχοι και ούτοι της Πίνδου, και εκείνοι της Δακίας, ώστε αγνοώ, λέγει, αν ούτοι ήλθον εκ της Δακίας, ή εκείνοι εκ του Πίνδου ανέβησαν εις την Δακίαν. Αλλ’ οι πρότεροι Ιστορικοί δεν αναφέρουσι τοιούτον έθνος εις τον Πίνδον. Δακίαν δε εννοεί την εν τη Μοισία, ως νομίζουσι και άλλοι, ότι εκ των Τριβαλλών κατάγονται ούτοι οι Βλάχοι. Τους δε άλλους της μεγάλης Δακίας ονομάζει Δάκας ο Λαόνικος και ουχί Βλάχους. Τοιαύτη άρα αναφέρεται η αρχή των εθνών τούτων»· η) ότι οι Ηπειρώτες διακρίνονται σε Βλαχοχωρίτες, Ζαγορίτες, Κατζανοχωρίτες, Μεσσοβίτες, Σουλιώτες κ.λπ.· θ) ότι οι Βλαχοχωρίτες και οι Μεσσοβίτες κατοικούσαν στη χώρα των Παραυαίων· ι) ότι μεγάλες κωμοπόλεις στα Βλαχοχώρια ήταν η Καλαρίτη και η Σαράκω· ια) ότι οι Βλάχοι διοικούνταν δημοκρατικά· ιβ) ότι Βλάχοι υπήρχαν και στη Φθία της Θεσσαλίας, η οποία ονομαζόταν μεγάλη Βλαχία, και όπως έχει γράψει ο Παχυμέρης ονόμαζαν Μεγαλοβλαχίτας «τους Έλληνας, τους οποίους εξουσίαζε το πάλαι ο Αχιλλεύς»· ιγ) ότι και στο Μέσσοβον οι κάτοικοι ήταν Βλάχοι «Χριστιανούς οίτινες ομιλούσι την Ελληνικήν και Βλάχικην γλώσσαν, και καταγίνονται επιμελώς εις το εμπόριον, ώστε είναι πεπολιτισμένοι και χρηστοήθεις, ως δεικνύουσιν οι πανταχού εις τας εμπορικάς πόλεις της Ευρώπης διατρίβοντες. Διοικούνται δε και ούτοι δημοκρατικώς»· ιδ) ότι δίπλα στο Μέτσοβο βρίσκεται το Μαλακάσι κατοικούμενο από Βλάχους· ιε) ότι το Σούλι το ίδρυσαν Ποιμένες «εκ της εκεί πλη-σίον Κώμης Γαρδίκιον καλουμένη», η οποία είναι άλλη από εκείνη των Τούρκων, δίπλα στο Τεπελένι. (Ηπειρωτικά, ήτοι Ιστορία και Γεωγραφία της Ηπείρου παλαιά τε και νέα, και Βίος του Πύρρου. Συλλεχθέντα εκ πολλών Συγγραφέων και παραφρασθέντα εις την απλουστέραν Ελληνικήν γλώσσαν υπό Αθανασίου του Σταγειρίτου, Καθηγητού της Ελληνικής Γλώσσης εν τη εν Βιέννη της Αουστρίας Καισαροβασιλική Ακαδημία των Ανατολικών Γλωσσών. Εν Βιέννη της Αουστρίας, Εν τη Τυπογραφία του Ιωάν, Βαρθ. Σσβεκίου, 1819).
-
Μαρτυρία στο Πολεμιστήριον Σάλπισμα, του 1821, κείμενο του Αδαμάντιου Κοραή (1748-1833), ότι «Αυτοί [οι Ρωμαίοι] μετακομίσαντες έπειτα τον αυτοκρατορικόν θρόνον εις το Βυζάντιον, έδωκαν και εις εσάς, ω τέκνα μου, τους Γραικούς, των παλαιών Ελλήνων τους απογόνους, το όνομα των Ρωμαίων, όνομα το οποίον ούτε εις αυτούς πλέον δεν ήρμοζεν, επειδή τα στρατεύματα, αντί γνησίων Ρωμαίων ύψωναν πολλάκις εις τον αυτοκρατορικόν θρόνον Θράκας, Βουλγάρους, Ιλλυριούς, Τριβαλλούς, Αρμενίους, και άλλους τοιούτους, τρισβαρβάρους δεσπότας· των οποίων ο ζυγός έγινε τόσον βαρύτερος, όσον τα φώτα της Ελλάδος ηφανίζοντο έν μετά το άλλο, και οι ταλαίπωροι Έλληνες έχασαν έως και το προγονικόν αυτών όνομα, αντί Γραικών ονομασθέντες Ρωμαίοι» (Σάλπισμα Πολεμιστήριον. Δευτέρα Έκδοσις, Διωρθωμένη, και Ηυξημένη με προσθήκην εις το τέλος. Εν Πελοποννήσω, Εκ της ελληνικής τυπογραφίας Ατρομήτου του Μαραθωνίου, 1821.).
-
Μαρτυρίες για συγκεκριμένους αγωνιστές (πριν, κατά και μετά το 1821) ότι ήταν Βλάχοι, όπως οι: Θεόδωρος Μπούας Γρίβας (1583-1585), Μαλάμος (1585), Πούλιος Δράκος (1585), Μόσχος και Χρήστος Βαλαώρας (1687), Γεώργιος Παπάζογλου ή Παπάζωλης (1725-1775), Οδυσσέας Ανδρούτσος (1790-1825), Πανουργιάς Νάκος (1759 ή 1767-1834), Γιάννης Γκούρας (1791-1826), Γεώργιος Καραϊσκάκης (1780-1827), και άλλοι πολλοί. Οι παλαιές πρωτογενείς πηγές και όλα τα πρόσωπα των Αρμάνων-Βλαχων κλεφτοκαπεταναίων και αρματολών υπάρχουν στη μελέτη μου: Κλέφτες και αρματολοί κατά της Οθωμανοκρατίας (1495-1878). Η διαχρονική παρουσία ελληνόβλαχων επαναστατών. Εκδ. Σταμούλης Αντ., Θεσσαλονίκη 2020.
-
Μαρτυρία για το ότι το 1821 ο Grigore Brâncoveanu (1767-1832) και ο Alexandru Filipescu (1775-1856), δυο ιστορικές προσωπικότητες στα Πριγκιπάτα, αλληλογραφούσαν στα ελληνικά, στην περίοδο που ξεκίνησε η Επανάσταση των Ελλήνων το 1821, και στην οποία πρωταγωνίστησαν οι Αρμάνοι Βλάχοι Γιωργάκης Ολύμπιος (1772-1821) από το Βλαχολείβαδο του Ολύμπου και Γιάννης Φαρμάκης (1772-1821) από το Μπλάτσι της Μακεδονίας (με προγονική ρίζα από τη Σαμαρίνα), για να ξεσηκώσουν τους «τσαράνους» (χωρικούς) σε Μολδαβία και Βλαχία, κατά των Οθωμανών. (Asezamantul Cultural Ion C. Bratianu, 1821 Date si Fapte Noi, de Emil Virtosu, Bucuresti 1932).
-
Μαρτυρία του Esprit Marie Cousinery (1747-1833), του 1831, για τους Αρμάνους-Βλάχους της Πελοποννήσου και της Μακεδονίας –ιδίως των Σερρών– πρωταγωνιστών στο εμπόριο. «Valaques, anciens colons romains sortis de la Macedoine, et qui, refoules dans les montagnes les plus voisines, y rentrent en assez grant nombre, lorsque les vexations d’un cote et le commerce de l’autre les y attierent; des Juifs». «Les Valaques sont en tres-grand nombre dans la Macedoine; […] ils respondent avec fierte Rouman. […] Les Valaques de la Macedoine different beaucoup de ceux qui habitant les bords du Danube, quoiqu’ils parlent les uns et les autres un latin tres-corrompu. Ceux de Macedoine ont conserve non-seulement leur caractere national, ainsi que le nom dres Romains, mais encore la fierte et le courage de leurs ancetres. On les place toujours a la tete des caravans qui se transportent dans les foires de la Romelie, lorsqu’il s’agit de quelque passage suspect. Ils portent tous dans ces marches le meme costume, les memes armes, et un bonnet couvert de laine noire fort eleve, qui leur donne ane attitudine tres-martiale. On voit des Valaques non-seulement dans la Valachie, la Moldavie et la Macedoine, mais jousqu’aux environs d’Argos, ou ils exercent generalement la profession de marchands et de bergers. Je puis parler de ces derniers avec une pleine connaissance. Un jour que je me trouvais au marche d’Argos, on me fit remarquer un grand nombre d’hommes et de femmes don’t l’habillement etais different de celui des Grecs; on m’assura qu’ils habitaient sur des montagnes voisines, qu’ils etaient presque tous pasteurs, qu’ils parlaient a-peu-pres le langage des Valaques de la Macedoine et en meme temps la langue grecque. Je jugaie facilement que c’etaient d’anciens Ro-mains, tells que ceux de la Macedoine et des descendans des anciens colons qu’Auguste avait etablis a Corinthe et a Patras.» Οι απόγονοι αυτών αυτοπροσδιορίζονται… όπως αυτοί θέλουν ή νομίζουν!… (Voyage dans la Macedoin, Contenant des Recherches sur l’Hstoire, la Geographie et les Antiquites de ce pays, par M. E. M. Cousinery. . . Tome I & II, Paris MDCCCXXXI [1831]).
-
Μαρτυρία του Christopher Wordsworth (1807-1885), έτους 1832-1833, σε ταξιδιωτικό κείμενό του, στο οποίο μιλάει για το Μέτσοβο και τον φημισμένο Ρήγα (Βελεστινλή). (Greece: Pictorial, Descriptive, and Historical by Christopher, D.D. . . . With Upwards of Three Hundred and Fifty Engravings on Wood and Twenty-Eight on Steel, Illustrative of the Scenery, Architecture, and Costume of that Country. By Copley Fielding, F. Creswick, D. Cox, Jun., Harvey, Paul Huet, Meissonier, Sargent, Daubigny, Jaques, and Other Artists. London: William S. Orr and Co., Paternoster Row, MDCCCXL [1840]).
-
Μαρτυρίες για τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη (1770-1843), αυτόν τον «βασιλέα των Βλάχων» ή «Βλαχοβασιλιά» αρχηγέτη της Επανάστασης του 1821, τον οποίο οι μάρτυρες κατηγορίας στη… δίκη του, τον ανέφεραν ως «Βλαχοκούταβο» –ο Κανέλλος Δελληγιάννης τον έλεγε «Σκατόβλαχο»–, γιατί ήταν Βλάχος (όχι Αρβανίτης ή Γκρέκος), όπως αποδεικνύεται από πλήθος κομιζόμενα γραπτά ντοκουμέντα. (Η δίκη του αοιδίμου Θ. Κωλοκοτρώνη και Δ. Πλαπούτα. Σκηνή πολιτική του 1833 έτους. Πρόθεσις κατά του Ελληνικού Εθνισμού. Υπό Β. (Αναστασίου Πολυζωΐδη). Τοις Ηρωϊκοίς Προμάχοις της Πατρίδος, ο γράψας την Α’ ανατίθησιν. Ανατύπωσις, Εν Αθήναις, Εκ της Τυπογραφίας Κ. Αντωνιάδου, Οδός Ερμού άνω Καπνικαρέας, 1843. Εκδόσεις Όμηρος. Και Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, παρά Ιωάννου Φιλήμονος. Τόμος Τρίτος. Αθήναι, Τύποις Π. Σού τσα και Α. Κτενά [Κατά την οδόν Αδριανού], 1860. Και Επιτομή της Ιστορίας της Αναγεννηθείσης Ελλάδος, Αρχομένη από του έτους 1715, και λήγουσα το 1837. Διηρημένη εις Τόμους Τέσσαρας. Συγγραφείσα παρά Αμβροσίου Φραντζή, Πρωτοσυγκέλλου της πρώην Χριστιανουπόλεως επαρχίας [Αρκαδίας], και εκδοθείσα παρ’ αυτού προς χρήσιν των Ελλήνων. Προσφωνηθείσα δε τω Μεγαλειωτάτω Βασιλεί της Ελλάδος Όθωνι τω Α’. Τόμος Τέταρτος. Εν Αθήναις, Εκ της Τυπογραφίας Κ. Ράλλη, 1841).
-
Μαρτυρία Νικόλαου Κ. Κασομούλη (1795-1872), του 1833, στα Στρατιωτικά Ενθυμήματά του, με πλήθος λεπτομερειών που δίνει για τους κλεφταρματολούς (πριν, κατά, ή μετά την Επανάσταση) του 1821, και πρόκειται για πανόραμα ηρωικών μορφών της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας των Ελλήνων. Οι πυγοσείστες γασμούλοι της Γραικίας, και οι πάσης μορφής γραικύλοι, αγνοώντας, ή αποσιωπώντας ή αποκρύβοντας τις αλήθειες του «καλού και τίμιου αγωνιστή» (όπως όλοι οι ιστορικοί τον χαρακτηρίζουν), δεν μιλούν για τα όσα γράφει ο Ν. Κ. Κ. στον α’ τόμο, στην Ιστορία του Κλεφταρματολισμού, δηλαδή ότι όλοι οι κλεφταρματωλοί προέρχονται εκ «της τάξεως των Βλαχοποιμένων, ήτις συντελούσα τα μέγιστα εις το φιλελεύθερον πνεύμα των Αρματωλών και ληστών, εξήγαγεν από τους κόλπους της και τους άνωθεν και τόσους άλλους περιφανείς άνδρας». Τους Βλαχοποιμένες τους διακρίνει σε Γραικοβλάχους και Αλβανιτοβλάχους: «Ποιμένες ή Βλαχοποιμένες. Μεταξύ των κατοίκων Μακεδονίας, Ηπείρου, Θεσσαλίας η κυριωτέρα από τας τάξεις των πολιτών […] διά να εννοήσωμεν διακεκριμένως αυτούς, εστοχάσθημεν να διαστείλωμεν αυτούς μεταξύ των με την περιγραφήν, εν μέρει, των εθίμων των, της γλώσσης των, τας σχέσεις των και [από] τον τρόπον του ζην και του μετέρχεσθαι το επάγγελμα και το σύστημα των ποιμένων – το οποίον ακολουθούντες εκ διαδοχής ανέκαθεν και μέχρι την σήμερον, φαίνεται ότι εσχημάτιζον μίαν χωριστήν κοινωνίαν. Ούτως εχόντων, και διαιρούντες αυτούς εις χωρικούς ποιμένας και <εις> σκηνίτας, παρουσιάζονται ότι δύο φυλαί ομάδων Σκηνιτών ήσαν εκείναι εις τους οποίους δυνάμεθα να δώσωμεν κυρίως το όνομα, <ως> ποιμένες εκ συστήματος και επαγγέλματος· οι Αλβανιτοβλάχοι και Γραικοβλάχοι. Διαιρούντες αυτούς [πάλιν διακεκριμένως] εις δύο φυλάς, και κατά τα ήθη και κατά τα έθιμα και κατά την γλώσσαν και κατά το ζην κανονικώς, φαίνεται ότι η καθεμία εξ αυτών είχεν ιδιαίτερον χαρακτήρα σύμφωνον με [εκείνων] τας έξεις των γειτνιαζόντων μερών και ανδρών, παρά των οποίων επεριστοιχίζοντο. Παραδείγμα-τος χάριν· οι Αλβανιτοβλάχοι, διότι κατάγοντο από τα πέριξ της Μοσχοπόλεως χωρία Γράμοσταν, Νικολίτζαν κ.τλ., γειτνιάζοντες με τους Αλβανούς (Κολωνιάτας) και αναθρεφόμενοι μεταξύ τούτων και ομιλούντες μόνον την Βλαχικήν διάλεκτον και την Αλβανικήν, χωρίς να μανθάνουν την Ελληνικήν παρ’ εν παρόδω, αγράμματοι οι περισσότεροι, αποκτήσαντες ιδιαίτερα τινά έθιμα και έξεις· αν και χριστιανοί ορθόδοξοι και έχοντες και ιερείς μεταξύ των, χωρίς όμως να συνέρχωνται ούτε εις γάμον με Γραικούς, φαίνονται ότι ήσαν επιρρεπέστεροι εις την δουλείαν. Οι Γραικοβλάχοι εκ τουναντίον καταγόμενοι από χωριά της Ηπείρου, Μακεδονίας και Θεσσαλίας, επειδή όμως εγειτνιάζοντο και περιστοιχούντο από Ελληνικάς χώρας και Αρματωλούς Έλληνας, ως π.χ. το Βασταβέτσι, το Συράκον, Αβδέλλα, Σαμαρίνα, αν και απλοί και αμαθείς οι περισσότεροι, σύμφωνοι όμως, ως προς τας έξεις, με τους Έλληνας, επιρρεπέστεροι εξ ανατροφής ως προς την ανεξαρτησίαν <των>, πονητικοί συγγενείς μεταξύ των, πιστοί εις την φιλίαν, επα-ρατηρήθη ότι εάν και είχον και ούτοι ιδιαίτερα τινά έθιμα ως προς το ζην και πολιτεύεσθαι από τους κατοίκους, διαφέροντες <όμως> καθόλου από τους Αλβανιτοβλάχους, ωθούντο όμως από έν αίσθημα φιλελεύθερον, το οποίον κεντούσεν και τους Έλληνας κατοίκους. Δεν εύρισκες ούτε ληστρικήν συμμορίαν, εντός της οποίας να μην υπάρχουν και εξ αυτών άνδρες, ούτε περίστασιν καταδρομής των Αρματωλών ή ληστών, <κατά την οποίαν> ως έχοντες γνώσιν των κινημάτων των να μη έπαθον· και ακόμη ούτε παράδειγμα προδοσίας ηκούσθη από την μερίδα των ποτέ διά κανέναν από τους ληστάς, μ’ όλους τους απηνείς και σκληρούς θανάτους και βασανιστήρια, τα οποία υπόφερον κατά καιρούς από τους δερβεναγάδες Τουρκαλβανούς. Υποχρεωμέναι αι ομάδαι αύται, ως εκ της διανομής και χωρητικότητος των λιβαδιών και των ποιμνίων, να σχηματίζωνται εις τόσα κόμματα και τόσας κοινότητας σκηνιτών, και έχουσαι η κάθε μία εξ αυτών ανά ένα αρχιποιμένα (τζέλνικα), όστις διευθύνων τα πάντα και αντιπροσωπεύων το κοινόν των, επροστάτευεν τα συμφέροντά των· υπό την διεύθυνσιν τούτου, οπλοφορούντες αείποτε, εις τα ορεινά μέρη και πεδιάδας, η φυλή των Γραικοβλάχων, όταν εν καιρώ ανοίξεως ή χινοπώρου συναθροίζετο να αλλάξη θέσεις –εσχημάτιζεν κάθε μία τόσους οπλοφόρους, όσους επροξενούσαν εις την διάβασίν των πολλάκις φόβον. Γνωστός ο χαρακτήρ των δύο φυλών τούτων και αι διαθέσεις <των> προς τους Οθωμανούς, εάν και εξ αυτών πολλοί αρχιποιμένες, διά να λάβουν προστασίαν τινά, εσκέπαζον τα ποίμνιά των με τα ονόματα των τυράννων των <διά> να προφυλαχθούν, μη υποφέροντες όμως μέχρι τέλους οι περισσότεροι να τους ακούγουν και βλέπουν ούτε ως προστάτας των ότι δεν απέβλεπεν παρά <εις> την αέναον δυστυχίαν των– πολλάκις πολλοί ανεξάρτητοι άνδρες αφήσαντες και τα ποίμνια και τους συγγενείς των και τα συμφέροντά των εις την διάκρισιν των καταδρομητών, και λαβόντες τα όπλα έκαμαν τους εχθρούς να τους τρομάξουν εις τας φωλεάς των. || Ούτως εχόντων, γενικώς και ιδιαιτέρως, τα περί της φυλής των σκηνιτών Βλαχοποιμένων και ποιμένων χωρικών, αφού είδομεν ότι εις καμμίαν περίστασιν εκ της φυλής των Αλβανιτοβλάχων ληστής ή Αρματωλός δεν εφάνη εξ επαγγέλματος, και παρατηρήσαμεν ότι από τας ομάδας των Γραικοβλάχων ανεφάνησαν και αρχιλησταί και Αρματωλοί». Να μη μηρυκάζουν οι αδαείς ότι με τη λ. «Γραικόβλαχοι» ο Ν. Κ. Κ. εννοεί… «Σαρακατσιάνοι», και άλλες τέτοιες ανοησίες. Να μελετήσει ο αναγνώστης το συγκεκριμένο έργο, για να ιδεί τους ανθρώπους και τους τόπους που δημιούργησαν τον σύγχρονο ελληνισμό. (Αρχεία της Νεωτέρας Ελληνικής Ιστορίας, Δ΄, Νικολάου Κ. Κασομούλη, Αγωνιστού του Εικοσιένα, Μακεδόνος, Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων, 1821-1833, Προτάσσεται Ιστορία του Αρματωλισμού, Εισαγωγή και Σημειώσεις υπό Γιάννη Βλαχογιάννη, Τόμος Πρώτος, Αθήναι 1939/1940).
-
Μαρτυρία Σκαρλάτου Δ. Βυζαντίου (1797/98-1878),του 1835, στο Λεξικό του, στο οποίο ονομάζει τα ελληνικά της καθημερινής χρήσης των (νέων) Ελλήνων με τη λ. Βλάχικα (Λεξικόν της καθ’ ημάς Ελληνικής Διαλέκτου, μεθηρμηνευμένης εις το Αρχαίον Ελληνικόν και το Γαλλικόν, μετά προσθήκης γεωγραφικού πίνακος των νεωτέρων και παλαιών ονομάτων υπό Σκαρλάτου Δ. του Βυζαντίου, Εν Αθήναις, Εκ του επί των ιδιωτ. έργων τμήματος της Βασιλ. Τυπογραφίας, 1835).
-
Μαρτυρία Κωνσταντίνου Σακελλαρόπουλου (1789-1856), του 1837, στο πολύ σπουδαίο Εγχειρίδιον Ελληνικής Παλαιογραφίας, στο οποίο σημειώνει: «Η Πελασγική γλώσσα (η παλαιά αρχέτυπος Ελληνική), τραχεία και ανεπεξέργαστος, είναι έν των στοιχείων εκ των οποίων διεμορφώθη η Λατινική· κατά δε την Ελλάδα διεφυλάχθη επί πολύ μετά τινων μεταβολών εις την ύστερον ονομασθείσαν Αιολικήν διάλεκτον.» Έργο που πρέπει να επανεκδοθεί και πληροφορεί ορθά για τα θέματα της ελληνικής γλώσσας, όπως λ.χ. ότι «τα παλαιά Ελληνικά γράμματα ήσαν εν χρήσει όχι μόνον προ του Κάδμου, αλλά και προ του κατακλυσμού του Δευκαλίωνος, μετά τον οποίον μόνοι των Ελλήνων οι Πελασγοί τα εφύλαξαν, και διά τούτω ωνομάσθησαν διά πολλού χρόνου Πελασγικά». Και ότι «Η μέθοδος του βουστροφηδόν γράφειν ήρχισε να αμελήται περί τα 437 π.Χ. έτη». (Εγχειρίδιον Ελληνικής Παλαιογραφίας. Συνταχθέν υπό Κ. Σακελλαροπούλου, χάριν τηε Ελληνικής νεολαίας. Εν Μελίτη 1837).
-
Μαρτυρία Αναστασίου Γεωργιάδη Λευκία (1773-1853), του 1843, ο οποίος στην προσπάθειά του να αντικρούσει τα «ψεύδη» του Φαλμεράυερ, χρησιμοποιεί άλλα… ψεύδη, χωρίς ωστόσο να μπορέσει να αποκρύψει την αλήθεια για τους Βλάχους των ελληνικών χωρών, και όταν ακόμα γράφει; «ουδείς των νυν την ελευθέραν Ελλάδα οικούντων ούτε την βουλγαρικήν, ούτε την βλάχικήν, ή άλλην τινά φωνήν των προτέρων εις την Ελλάδα ελθόντων φθέγγεται λαών, των Βλάχων ποιμένων εξαιρουμένων. Αλλ’ ούτοι ουδεμίαν κώμην ή χωρίον εν τη Ελλάδι έχουσιν, αλλ’ εκ της Θεσσαλίας και Μακεδονίας ερχόμενοι, πεπλανημένως συν τοις σφων των προβάτων και αιγών ζώσι ποιμνίοις, τη Βλαχική διαλέκτω χρώμενοι» (Ανατροπή των δοξασάντων, γραψάντων και τύποις κοινωσάντων, ότι ουδείς των νυν την Ελλάδα οικούντων απόγονος των αρχαίων Ελλήνων εστίν, υπό Αναστασίου Γεωργιάδου Λευκίου Φιλιππουπολίτου, της ιατρικής και χειρουργικής διδάκτορος κ.τ.λ., υφ’ ου και εις την λατινίδα φωνήν μεθερμηνεύεται, Εν Αθήναις, εκ της τυπογραφίας Χ. Νικολάου Φιλαδελφέως, παρά τω Α. Πουλή Βιβλιοπώλη, 1843).
-
Μαρτυρία Ιωάννη Κωλέττη (1773-1847), με ομιλία στη Βουλή, στις 15.01.1844, Περί αυτοχθόνων και ετεροχθόνων, στην οποία ανέπτυξε το όραμα της Μεγάλης Ιδέας του Ελληνικού Έθνους, και αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά πολιτικά κείμενα του Ελληνισμού. Υπάρχει και η μαρτυρία έτους 1835 στο Παρίσι, στο σπίτι της αδελφής του φιλέλληνα Φαβιέρου, όταν ως πρέσβης της Ελλάδας συνάντησε εκεί τον εκ Βλαχίας προερχόμενο για σπουδές στο Παρίσι, Ίον Γκίκα, με τον οποίο συζήτησε βλαχιστί για τους άνωθεν και τους κάτωθεν του Δουνάβεως Βλάχους, και του δήλωσε: «—Și eu sboresc arămănește, dar sunt grecos … —Parintsili a mei sboresc mași arămănește și mi pare ghine că tini la miletea a noastră; him simpatrioti.» – «—Και εγώ μιλάω αρμάνικα, αλλά είμαι γκρέκος … —Οι γονείς μου μιλάνε μόνο αρμάνικα, και χαίρομαι που κι εσύ ανήκεις στο δικό μας μιλέτι· είμαστε συμπατριώτες.». Περιέχει ο διάλογος και άλλα ενδιαφέροντα. (Επ. Κυριακίδης, Ιστορία του σύγχρονου ελληνισμού 1832-1892, Aθήνα, εκδ. Ιγγλέση, 1892, τ. Α’, σ. 494-500. Και Ion Ghica, Scrisori către V. Alecsandri, Humanitas, Memorialistic & Diaristic. . . Humanitas, Bucureşti 2004, p. 119-124).
-
Μαρτυρία Ιωάννη-Γενναίου Θ. Κολοκοτρώνη (1806-1868), του 1848, για τους Βλάχους της Πελοποννήσου –τους γράφει Βλαχαΐτες–, για τα Βλαχοχώρια της Πελοποννήσου και τον σημαντικό ρόλο των Βλάχων στα χρόνια του Αγώνα, ιδίως όταν εισήλθε στον Μοριά ο στρατός του Δράμαλη. «Κατ’ εξοχήν οι Βλαχαΐτες να κάμουν ενέδρας διά ζώα [της στρατιάς του Δράμαλη], πιάνοντες και ιπποκόμους λεγόμενους Βουλγάρους». Και τα ονόματα από όλα τα Βλαχοχώρια της Πελοποννήσου, όπως τα έχει καταγράψει ο Πελοποννήσιος συγγραφέας Νίκος Πασαγιώτης, σε μελέτη το 1987. (Απομνημονεύματα Αγωνιστών του ’21, αρ. 1, επιμ. Εμμανουήλ Γ. Πρωτοψάλτης, Δ/ντής των ΓΑΚ, Βιβλιοθήκη Γ. Τσουκαλά και Υιού, Αθήναι 1959. Και Νίκος Πασαγιώτης, Ανεβοκατεβάτες – Οι παραχειμάζοντες βοσκοί της Αρκαδίας στη Μεσσηνία, Αθήνα 1987).
-
Μαρτυρία του Iταλικού Nuovo Dizionario, του 1833, για τους άνωθεν του Ίστρου Βλάχους, και για τους Βλάχους στη Μακεδονία και στην (ελληνική) Μεγάλη Βλαχία, με κατάθεση απόψεων για την καταγωγή των Βλάχων, για τη Βοσκόπολη και την καταστροφή της, για τη διασπορά των Βοσκοπολιτών, για τη Μικρή και Μεγάλη Βλαχία, για τη βλάχικη γλώσσα, τη Βλαχία του Μοράβα, τους Βλαχο-Ιλλυριούς, τη Βλαχοκλεισούρα στη Μακεδονία και άλλα ενδιαφέροντα. (Nuovo dizionario geografico universale statistico-storico-commerciale / compilato sulle gradi opere di Arrowsmith, Büsching, Balbi, Cannabich, D’Anville, Forster… e di altri autori d’ogni et| e d’ogni nazione; Conforme alle ultime politiche transazioni e alle più recenti scoperte; ridotto a maggior estensione di qualunque altro dizionario italiano; e preceduto da preliminari discorsi, dagli elementi della scienza geografica; e corredato, oltre alle generali carte, da una esattissima tabella dei pesi, delle misure e delle monete di ogni nazione, incise in sei tavole; Opera originale italiana di una societ| di dotti, Venezia: Dai tipi di Giuseppe Antonelli ed…., 1827-1833. Vol. 4:2:2).
-
Μαρτυρία του David Urquhart (1805-1877), του 1839: α) για τη βλαχογλωσσία των Γιώργου Τσιόγκα και Κατσιαντώνη, ότι δηλαδή ήταν Βλάχοι: «Zongas, the chief of the Vlachi, – a population which has contributed to the revolution, at various times, as many as ten thousand men: Zongas has mustered as many as two thousand at once. The Vlachi, though not Armatoles, more readily become soldies than the Greek Rayah. […] Their celebrated chief, Cach Antoni, who was one of the Klephti heroes of Ali Pasha’s reign, had been a wealyhy proprietor of sheep and goats, of horses and mules. A party of Albanians once alighted at his encampment: sheep were killed, and skins of wine untied. When they had feasted themselves, they proceeded to the most shamelul outrages; and fell victims, during their sleep, to the violated chastity of the Vlachi establishment. Cach Antoni, exasperated by the dishonor of his family, and now irrevocably excluded from all hope of pardon, set fire, on the spot, to his tents and weightier movables, mingled the blood of two thousand slaughtered sheep with that of the Albanians, and, as they emphatically express it, “took to the mountain” (επήρε το βουνό). A man of daring, not to say of a lofty mind, and of an iron frame, he now became the hero of the Vlachi name, recruiting his band from these handy mountaineer, no where fixed, but always to be found where the wolves have dens and the eagles nests. […]»· β) για Βλάχους αρματολούς· γ) για βλάχικους οικισμούς, όπως λ.χ. το Μέτσοβο· δ) για Βλάχους των ελληνικών χωρών ότι «Vlachi are originally from Wallachia;», και άλλα ενδιαφέροντα. (Spirit of the East, Illustrated in a Journal of Travels, Through Roumeli, During An Eventful Period, by D. Urquhart, Esq., Author of ‚Turkey and its Resources‛, ‚England, France, Russia, and Turkey‛ &c< In Two Volumes, Vol. I, London 1838 & Vol. II, London 1839).
-
Μαρτυρία του Ami Bue (1794-1881), του 1840, στο τετράτομο έργο του «La Tourquie d’Europe», με ειδήσεις για τις 600.000 Βλάχους και Τσιντσάρους των ελληνικών χωρών και γενικότερα της Βαλκανικής, με υιοθέτηση απόψεων του Φρ. Πουκεβίλ σχετικά με την προέλευση και την καταγωγή των Βλάχων των ελληνικών χωρών, με αναφορές στο ότι ήταν Τσίντσαροι – Βλάχοι οι Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Κατσιαντώνης, Γιώργος Τσιόγκας, και με εκτενείς αναφορές στους Βλάχους πολεοδόμους και αρχιτέκτονες στη ΝΑ και στην Κεντρική Ερώπη, στους κατεξοχήν κατασκευαστές των σπουδαίων αρχιτεκτονημάτων κτηρίων κ.λπ., και ιδίως στους μοναδικούς κατασκευαστές τοξοτών γεφυριών. Αναφέρει και τα τόξα σε κάθε γεφύρι: Με 52 τόξα στη Σηλυβρία, με 19 τόξα, του Μουσταφά-Πασά, στον ποταμό Μαρίτσα (Έβρος), με 14 τόξα στον ποταμό Ναρέντα, με 12 τόξα στον Σκούμπι, στο Ελμπασάν, με 12 τόξα στη Σαλαμπριά (Πηνειός) στη Λάρισα, με 12 τόξα στη Μαρίτσα στην Αδριανούπολη, με 9 τόξα στη Σινίτσα, με 9 τόξα στη Σαλαμπριά δίπλα στα Φάρσαλα, με 6 τόξα στη Ναρέντα, με 7 τόξα στον Ερτζιέντ στο Βεράτι, με 7 τόξα στο ποτάμι της Άρτας, με 8 τόξα στον Στρυμόνα, με 7 τόξα στον Βαρδάρη, με 7 τόξα στον Αώο στην Πρεμετή, με 3 τόξα στην Οσλανίτσα, με 4 και με 7 τόξα στον ποταμό της Γκάμπροβας, με 7 τόξα στη Σαλαμπριά στα Τέμπη, με 5 τόξα στον ποταμό Τόντζια στο Κεζανλίκ, κ.ο.κ., πλήθος γεφυριών στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία, και στις ελληνικές χώρες σε Γιάννινα, Τρίκαλα, Λάρισα, Καστοριά, Θρά-κη κ.λπ., με αναφορές σε συγκεκριμένα ποτάμια και γεωγραφικούς τό-πους. (La Tourquie d’Europe . . . par Ami Boue . . . Tome I, II, III, IV, Paris 1840).
-
Μαρτυρία του Jean Alexandre Buchon (1791-1849), του 1843, που σε ταξιδιωτικό έργο του κάνει εκτενείς αναφορές στους Βλάχους των ελληνικών χωρών και δίνει χρήσιμα πληθυσμιακά στοιχεία για πολλούς οικισμούς της Ελλάδας. (La Grèce continentale et la Morée, voyage, séjour et études historiques en 1840 et 1841, par J.-A. Buchon, Paris MDCCCXLIII [1843]).
-
Μαρτυρία του Jean–Henri–Adbolonyme Ubicini (1818-1884), του 1853, μα και σε κατοπινά έργα του, για άνωθεν και κάτωθεν του Δουνάβεως Βλάχους, για Βλάχους των ελληνκών χωρών (Κουτζοβλάχους κ.λπ.), με στατιστικά πληθυσμιακά στοιχεία για τους Βλάχικους οικισμούς της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Αλβανίας και της Βοσνίας, με αναφορά στην προσωπικότητα του Τσίντσαρου Ρήγα Βελεστινλή, και με τεράστιο πλήθος βλαχολογικών πληροφοριών. (Lettres sur la Tourquie ou Tableau Statistique, religieux, politique, administrative, militaire, commercial, etc., de l’Empire Ottoman, Depuis le Khatti-Cherif de Gulkhane (1839), par M. A. Ubicini – Premiere Partie – Les Ottomans, deurieme edition, Paris 1853. Και La Tourquie Actuelle, par A. Ubicini, Paris 1855. Και A. Ubicini, La Grande Carte de la Grece par Rhigas, «Revue de Geographie», dirigee par M. Ludovic Drapeyron, Quatrieme Annee, Tome VIII, Janvier-Juin, Paris, Avril 1881, p. 241-243/-253).
-
Μαρτυρία του Robert Curzon (1810-1873), του 1849, για επισκέψεις του, το 1834, σε Ήπειρο, Μακεδονία και Θεσσαλία, και πού συνάντησε σε αυτές Αλβανούς οι οποίοι μιλούσαν τη βλάχικη γλώσσα! «Albanians: they speak the Wallachian language»! Ασφαλώς και πρόκειται για τους νυν λεγόμενους «Αρβανιτόβλαχους»! (Visits to Monasteries in The Levant. By the Honble Robert Curzon, Jun. With Numerous Woodcuts. London: John Murray, Albemarle Street, 1849).
-
Μαρτυρία του Edward Lear (1812-1888), του 1851, σε ταξιδιωτικό έργο του για ταξίδια του 1849 σε Αλβανία και ελληνικές χώρες, στις οποίες βρήκε Βλάχους. «Metzovo is inhabited by Vlakhi or Vlakhiotes – a people of Wallachian descent, already spoken of in these journals as occupying portons of Albania.» (Journals of a Landscape Painter in Albania, &c., by Edward Lear. London: Richard Bentley MDCCCLI [1851]).
-
Μαρτυρία Σταύρου Σταθόπουλου, του 1850, στην πολύτιμη Γεωγραφία του, για τους Μικροβλάχους της Ελλάδας, που ανέρχονταν στον καιρό του σε 600.000! «Ομιλούν δε οι Μικρόβλαχοι ιδιαιτέραν γλώσσαν την Βλαχικήν, γνωρίζουν όμως όλοι σχεδόν την Ελληνικήν» – «η δε Ελληνική το τέταρτον, και συμπεριλαμβάνουσα τους εξελληνισθέντας εκ των Αλβανών και Μικροβλάχων» – «Εκ δε των κατοίκων της Δαλματίας περί τας 65.000 είναι Ιταλοί και Μικρόβλαχοι» – «Προς δε τούτοις ευρίσκεται εις την Ελλάδα και μία άλλη φυλή ολιγάριθμος, οι Βλάχοι, οίτινες κατοικούν εις τα βόρεια μέρη της Στερεάς Ελλάδος περί τον Τυμφρηστόν κτλ. και έχουν ιδίαν γλώσσαν». (Στοιχειώδης σειρά γεωγραφικών μαθημάτων εις τρεις περιόδους, προς χρήσιν των ελληνικών σχολείων, κατ’ έγκρισιν της επί των διδακτικών βιβλίων επιτροπής [έκδοσις δεκάτη βελτιωθείσα και ανακαθαρθείσα], εκ του τυπογραφείου «Ο Κοραής» Ανέστη Κωνσταντινίδου, εν Αθήναις 1880).
-
Μαρτυρία Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή (1809-1892), του 1852, στο περιοδικό Πανδώρα, για τους Βλάχους της Αττικής, αλλά και γενικά για τους Βλάχους των ελληνικών χωρών, ότι ανέρχονται σε 600.000! «Οι εν Ελλάδι, εν Θεσσαλία, εν Ηπείρω και εν Μακεδονία οικούντες σήμερον Βλάχοι συμποσούνται, ως λέγεται, εις 600.000 ψυχών». Ο πληθυ-σμός της Ελλάδας ήταν το 1854: 1.041.472! («Βλάχοι – Βλάχισσαι», Πανδώρα, τχ. 60, Σεπτέμβριος 1852, σ. 282-283).
-
Μαρτυρία του George Ferguson Bowen (1821-1899), του 1852, για ταξίδι του το 1849 στις ελληνικές χώρες, όπου συνάντησε Βλάχους, και εκφράζει την άποψή του για την καταγωγή τους: «The Wallachians settled in Greece and Turkey are descended from migrations which left the banks of the Danube during the middle ages. Like their countrymen in Wallachia, they belong to the Greek Curch; and have preserved their own language, a debased Latin strongly resembling Italian, but mixed with many Slavonic words. Wallachia is a part of ancient Dacia, which was covered with Ro-man colonies. Its inhabitants, as well as the Moldavians and the numerous other Daco-Romans who are now Austrian subjects in Hungary and Tran-sylvania, or have migrated to the southward, are called Romouni, Romans (in German Romaner), in their own language. In the Slavonian langue Vlak, or Wallach, signifies a Roman or Italian; being akin to the epithet of Velsh or Welsh, given by the Anglo-Saxons to the Italian-ized provincials of Britain. The national dress still worn in Wal-lachia and Moldavia by the peasants, is precisely that of the Dacian warriors, as represented on Trajan’s pillara at Rome.» (Mount Athos, Thessaly, and Epirus: A Diarp Journep From Constanti-nople to Corfu. By George Ferguson Bowen, Esq., M.A., Fellow of Brasenose College, Oxford, London: Francis & John Rivington, 1852).
-
Μαρτυρία του Edmond Spencer του 1851, σε ταξιδιωτικό έργο του, στο οποίο δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τους Βλάχους ή Τσιντσάρους, «tribe of Wallachians, or Zinzars,», τους οποίους συνάντησε στις ελληνικές χώρες. (Travels in European Turkey in 1850, Through Bosnia, Servia, Bulgaria, Macedonia, Thrace, Albania, and Epirus; With a visit to Greece and the Ionian Isles, and a Homeward tour Through Hungary and the Slavonian Provinces of Austria on the Lower Danube, by Edmund Spencer, Esq., Author of ‚Travels in Circassia‛, ‚Travels in the Western Caucaus‛, etc. In Two Volumes, Vol. II, LondonQ Colburn and Co., Publishers, 1851).
-
Μαρτυρία Ιάκωβου Ρίζου Ραγκαβή (1779-1855), του 1853, ο οποίος σε τρίτομο έργο του καταχωρίζει σημαντικές πληροφορίες για τους Βλάχους της μέσης Ελλάδας, φερέοικους νομάδες και εδραίους, και μέχρι την Πελοπόννησο και την Κρήτη. (Τα Ελληνικά, ήτοι Περιγραφή γεωγραφική, ιστορική, αρχαιολογική, και στατιστική της αρχαίας και νέας Ελλάδος. Συνταχθείσα υπό Ιακώβου Ρ. Ραγκαβή, εις τρεις τόμους. Ων ο Α΄ διαλαμβάνει την Στερεάν, Ανατολικήν και Δυτικήν Ελλάδα· ο Β’ την Πελοπόννησον και ο Γ΄ τας Νήσους τας τε ελευθέρας και μη, και τον Πίνακα, και εκδοθείσα υπό Κωνσταντίνου Αντωνιάδου. Τόμος Α΄, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου Κ. Αντωνιάδου, 1853. Τόμος Β΄, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου Κ. Αντωνιάδου, 1853. Τόμος Γ΄, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου Κ. Αντωνιάδου, 1855).
-
Μαρτυρία Νικολάου Γεωργίου Νικοκλή του 1855, σε διδακτορική διατριβή του, στην οποία απομυθοποιεί τη συγγένεια της αλβανικής γλώσσας με την πελασγική, ενώ αποδεικνύει τη συγγένεια που υπάρχει μεταξύ της αρμάνικης – βλάχικης γλώσσας και της πελασγικής. Πρόκειται για έρευνα που ξέφυγε της προσοχής των «ειδικών» και πρέπει ο καλός αναγνώστης να το μελετήσει οπωσδήποτε. (Περί της αυτοχθονίας των Αλβανών ήτοι Σκιπιτάρ. Πραγματεία Ιστορικοφιλολογική ην επ’ αισίοις οιωνοίς ψήφω και δοκιμασία της των φιλοσόφων υπερτίμου τάξεως, προς έννομον επίτευξιν των υψίστων εν φιλοσοφίοις τιμών, παρά της Βασιλικής εν Γοττίγγη Ακαδημίας Γεωργίας Αυγούστης, έγραφε Νικόλαος Γεωργίου Νικοκλής, Έλλην εκ Κοζάνης της Μακεδονίας, Εν Γοττίγγη έτει σωτηρίω 1855. Παρά τη Ακαδημαϊκή Τυπογραφία Διτερίχου. [Γκουλ. Φρ. Καϊστνερ.]).
-
Μαρτυρία του Edmond About (1828-1885), του 1854, σε έργο του για την Ελλάδα εκείνης της περιόδου, στην οποία ζουν και Βλάχοι. «Les Valaques parlent une sorte de latin corrompu et meconnaissable». (La Grece Contemporaine, par Edmond About, Troisieme Edition, Paris 1858).
-
Μαρτυρία του Leon Alexandre Heuzey (1831-1922), του 1858, σε ταξιδιωτικό έργο του για τη Θεσσαλία, και του 1860 σε έργο του για τον Όλυμπο και την Ακαρνανία, στα οποία δίνει πλήθος πληροφοριών για τους Βλάχους, τα Βλαχοχώρια, τα έθιμά τους, τον τρόπο ζωής τους κ.λπ. (Excursion dans la Thessalie turque en 1858, par Léon Heuzey, Paris 1927. – Το έργο κυκλοφορεί σε ελληνική μετάφραση: Leon Heuzey, Οδοιπορικό στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλία το 1858 [μτφρ.: Χρίστος Ι. Δημητρουλόπουλος, επιμ.: Θεόδωρος Α. Νημάς, εκδ. Αφοί Κυριακίδη – Φιλολογικός Ιστορικός Λογοτεχνικός Σύνδεσμος (Φ.Ι.ΛΟ.Σ.) Τρικάλων, Θεσσαλονίκη 1991]. Και Le mont Olympe et L’Acarnanie, Explo-ration de ces deux regions . . . par L. Hezey . . . Paris 1860).
-
Μαρτυρία του Eugene Poujarde (1813-1885), του 1859, που σε έργο του αναφέρει τους Βλάχους των ελληνικών χωρών και της Αλβανίας, και σημειώνει ότι ανέρχονται σε 800.000 σε Μακεεδόνία – Ήπειρο – Βουλγαρία. (Chretiens et Turcs, scenes et souvenirs de la vie politique, militaire et religieuse en Orient par M. Eugene Poujade . . . Paris 1859 [Tous droits reserves]).
-
Μαρτυρία του Marinus P. Vreto (1828-1871), του 1856, που σε έργο του αφιερώνει ολόκληρο κεφάλαιο «Les Valaques ou Vlaques du Pinde et les Albanais», στους Βλάχους και Αλβανούς της Ελλάδας. Πρόκειται για απόπειρα Έλληνα συγγραφέα να δώσει επιστημονική εξήγηση στο θέμα «Βλάχοι». Αναφέρει τις κυρίαρχες απόψεις ότι οι Βλάχοι της Πίνδου ή είναι απόγονοι κατελθόντων από την άνωθεν του Δουνάβεως Βλαχία ή είναι απόγονοι των Ρωμαϊκών φρουρών της «Βασιλικής Στράτας», το δε όνομά τους το οφείλουν στη σλάβικη λ. Volock, που σημαίνει ποιμένας, βοσκός, και που εξελίχθηκε στη νεοελληνική σε Βλάχος. (Marino P. Vreto, Melanges Neohelleniques, Le Nehollenique – Tentative d’insurrection dans le Magne au XVIIme siècle. – Les Valaques ou Vlaques du Pinde et les Albanais. –
Ceremonies funebres chez les grecs moderns. – Le Charon des grecs moderns. Superstitions et usages superstitieux, serments, imprecations et adieux. – Proverbes de la Grece modern. – Colonie greque en Corse, etc., Athens Imprimerie Royale 1856).
-
Μαρτυρία Πέτρου Βακάλογλου, έτους 1858, διώκτη των ληστών, σε υπηρεσιακή Έκθεσή του, στην οποία αναφέρει τη «βλάχικη καταγωγή» των Σαρακατσιάνων, ως καταγομένων από το βλάχικο χωριό της Ηπείρου Συρράκο: «Η νομαδική αύτη φυλή των Σαρακατζάνων καλούμενη, καθ’ ο καταγόμενη εκ του χωρίου Συρράκου (υπήρχε και ετέρα βλαχοποιμένων νομαδική φυλή εν τη Στερεά των Αλβανιτοβλάχων καλούμενη, καθ’ ο καταγόμενη εξ Αλβανίας, ουδένα συνάπτουσα συγγενικόν δεσμόν μετά της φυλής των Σαρακατσάνων και διατελούσα εις έχθραν αέναον μετ’ αυτής) μεστή ούσα ληστρικών έξεων δεν είναι δυνατόν ν’ απομάθη ταύτας καθότι με όσας και αν υπέστη καταθλίψεις κατά το παρελθόν δεν έπαυσε του να υποστηρίζη διά παντός μέσου την ληστείαν… ο ενδοξότερος δε ομόφυλός των είναι δι’ αυτούς ο τρομερώτερος αρχιληστής». Καταχωρίζει και έγγραφο υπογεγραμμένο από τσελιγκάδες «Εν Κοβέλη Οξιάς τη 18 Ιουνίου 1874», στο οποίο αναφέρεται «…εάν φανεί νέος λιστής εκ των πεντακοσίων και είκοσι οικογενειών οπού κατοικούμεν εις την Θεσσαλίαν Σαρακατσιάνων το Έθνος, τον τοιούτον υποσχόμεθα ημείς να τον παραδίδομεν εις χείρας της Α. Οθωμανικής Κυβερνήσεως…»! Αυτά, προς άρσιν των παρανοήσεων! (ΓΑΚ – Έκθεση, γραμμένη στη Θήβα στις 18 Μαρτίου 1858. Και Πολλά έγγραφα των ΓΑΚ).
-
Μαρτυρία Γ. Γ. Παπαδόπουλου, του 1859, στο περιοδικό Πανδώρα: α) ότι «Έλληνες και Ρωμαίοι, θέλομεν ευκόλως εννοήσει, ότι τα γετικά έθνη, κατά τον λόγον τούτον, σύμφυλα όντα του Ελληνικού, δεν διαφέρουσιν αυτού πλέον των εις το μακεδονικόν έθνος»· β) ότι «Εκ ταύτης δε οι Αυρηλιανοί Δακορρωμαίοι το μεν δι’ εποικίσεων, τι δε διά βιαίων μετακινήσεων, διεσπάρησαν προς μεσημβρίαν και κατώκησαν εν μέρει την Μακεδονίαν, την Ήπειρον και την Θεσσαλίαν»· γ) ότι «Τούτους οι χυδαίοι ονομάζουσι Κουτσοβλάχους· είναι δε και εκ καταγωγής, ως ελέχθη, Έλληνες και μάλιστα διά την προς αυτούς έτι μείζονα επιμιξίαν των Ελλήνων, ων ούτε διακρίνονται, ούτε διακριθήσονται αυτών»· δ) ότι «οι την ελληνικήν χερσόνησον οικούντες Βλάχοι είναι οι εν τω λαώ τούτω ακραιφνέστεροι Έλληνες»· ε) ότι «Οι δύο λοιπόν λαοί Έλληνες και Βλάχοι απετέλουν εν Βλαχία έν μόνον έθνος, των Βλάχων θεωρούντων την Ελλάδα ως ιδίαν εαυτών πατρίδα». (Γ. Γ. Παπαδοπούλου, Περί του εν Βλάχοις Ελληνισμού, «Πανδώρα», 15 Ιουλίου 1859, τμ. Ι, φυλλάδιον 224, σ. 169-176. Και Γ. Γ. Π., «Πανδώρα», 1 Αυγούστου 1859, τμ. Ι, φυλλάδιον 225, σ. 193-204).
-
Μαρτυρία Παναγιώτη Αραβαντινού (1811-1870), του 1854, και σε μετέπειτα ποικίλα έργα του, κάνει πάμπολλες εκτενέστατες αναφορές στους Βλάχους. (Χρονογραφία της Ηπείρου: των τε ομόρων ελληνικών και ιλλυρικών χωρών διατρέχουσα κατά σειράν τα εν αυταίς συμβάντα από του σωτηρίου έτους μέχρι του 1854. Περιέχουσα και τοπογραφικόν πίνακα αναπτύσσοντα την πολιτειογραφικήν, ιστορικήν και γεωγραφικήν κατάστασιν των εν τω κειμένω ενδιαλαμβανομένων επαρχιών, πόλεων, κωμών, και θέσεων, προς δε τούτοις και ακριβή στατιστικήν έκθεσιν πάσης της Ηπείρου, Διηρημένη εις τόμους δύο, Συντεταγμένη υπό Π[αναγιώτου] Α[ραβαντινού] Π[αργείου], Τόμος Πρώτος, Εν Αθήναις Εκ του τυπογραφείου Σ. Κ. Βλαστού, 1856. Και Χρονογραφία της Ηπείρου: των τε ομόρων ελληνικών και ιλλυρικών χωρών διατρέχουσα κατά σειράν τα εν αυταίς συμβάντα από του σωτηρίου έτους μέχρι του 1831. Περιέχουσα και τοπογραφικόν πίνακα αναπτύσσοντα την πολιτειογραφικήν, ιστορικήν και γεωγραφικήν κατάστασιν των εν τω κειμένω ενδιαλαμβανομένων επαρχιών, πόλεων, κωμών, και θέσεων, προς δε τούτοις και ακριβή στατιστικήν έκθεσιν πάσης της Ηπείρου, Διηρημένη εις τόμους δύο, Συντεταγμένη υπό Π. Α. Π., Τόμος Δεύτερος, Εν Αθήναις Εκ του τυπογραφείου Σ. Κ. Βλαστού, 1857. Και Μονογραφία περί Βλάχων ή Κουτσοβλάχων. (Πανδώρα: α) Τόμος ΙΘ΄, φυλλάδιον 455, 1 Μαρτίου 1869, σ. 441-445, β) φυλλάδιον 457, σ. 11-15, γ) Τόμος Κ΄, φυλλάδιον 459, 1 Μαΐου 1869, σ. 41-45, 94-96, 110-112), με υπογραφή Π.Θ. Και Συλλογή Δημωδών Ασμάτων της Ηπείρου, υπό Π. Αραβαντινού, Εκδιδομένη υπό των υιών αυτού, Εν Αθήναις 1880. Και α.). – Αντιγράφω μια ενδιαφέρουσα επισήμανσή του: «Εκ του Συρράκου κατά την παρελθούσαν εκατονταετηρίδα ποιμένες τινές αναχωρήσαντες εγένοντο οι σχηματισταί και πρόγονοι της νυν νομαδικής φυλής (ιδέ Σαρακατσάνοι)»
-
Μαρτυρία του Guillaume Lejan (1828-1871), του 1861, που σε άρθρο του δίνει πολύτιμα στοιχεία για τους Βλάχους των ελληνικών χωρών και τις «κατηγοριοποιήσεις» τους (Zinzares: Vlakhes, Macedo–Valaques, Rumuni, Koutzo–Vlakhes, Maurovlakhi – Μαυρόβλαχοι, Morlaques, Valaquies de Dacie, Moldo–Valaques, Vlakhi, Bovi ou Valaques de la Grece), για τους νομάδες (Kambisi, Karagounis, Tchobans), καθώς και για τα Βλαχοχώρια (Dans l’empire ottoman ils ne forment un massif compact que le long de l’Aspropotamo, sur le deux versants du Pinde, au midi et a l’est du lac de Janina. Voici leurs divisions principales:| Brutzi: Cantons de Klinovo–Koli (Chaliki, Dogliani, Dragovitza, Kastania, Klinovo, Kotori, Krania, Lepenitza, Novoous, Skliniassa, Sklinioro) et de Porta–Koli (Desi, Gardiki, Klamyge, Motschinora, Pertouli, Pyrra, Tifloseli, Vetour-niko). Massaraki: Canton de Grivano-Koli [S. Marina, Perivoli, Avdelia, Krania], environs de Castoria et du Devol, villages de Musache. […] Ce depart a lieu avec le plus de solennite dans les villages d’Avdelia, San-Marina, Perivoli, don’t les habitants descedent sur Kastoria, le Penee et la Thessalie). (Mittheilungen aus Justus Perthes’ Geographischer Anstalt uber Wichtige Neue Erforschungen auf Dem Gesammtgebiete der Geographie von Dr A. Petermann, Erganzungsheft Nr 4, Ethnographie de la Tourquie d’Europe par G. Lejan,< Gotha: Justus Perthes 1861).
-
Μαρτυρία του Hermann Jgnatz Bidermann (1831-1892), του 1877, ότι οι Βλάχοι είναι εκρωμαϊσμένοι ή εκλατινισμένοι γλωσσικά Κέλτες και Λιγούριοι. (Die Romane und Ihre Verbreitung in Osterreich. Ein Beitrag Zur NationalitatenStatistik, Mit Einleitenden Bemerkungen Uber Deren Verhaltniss Zu Den Rechts–und Staatswissensschaften von H. J. Bidermann. . . Festscrift der K. K. Universitat Graz, Aus Anlass der Jahresfeier am XV November MDCCCLXXVI, Graz 1877, Verlag Von Leuschner & Lubensky, K. K. Universitars Buchhaandlung).
-
Μαρτυρία του Julius Jung (1851-1910), του 1877, που σε έργο του καταπιάνεται με την «εθνογένεση των Βλάχων» της ΝΑ Ευρώπης, και επεκτείνεται στους Κεντροευρωπαίους και Αλπικούς Βλάχους, γνωστούς με το όνομα «Λαντίνι», που μιλούν παραπλήσια γλώσσα με την αρμάνικη των Ελληνόβλαχων, και οι οποίοι εκτείνονται με μεγάλη διασπορά στη βόρεια Ιταλία, στην Αυστρία, στην Ελβετία, στη Σλοβενία, στην Κροατία και αλλού. Ένα θέμα μάλλον άγνωστο για τους Έλληνες αναγνώστες, και μακάρι να μεταφράσει κάποιος στα νεοελληνικά μας το έργο του Julius Jung, ο οποίος στο κεφ. 8, αναπτύσσει το σχετικό θέ-μα: «VIII. “Ladiner” oder “Walchen”, “Rumunen” oder “Walachen” und deren Schicjsale im Mittelalter». (Roemer und Romanen in den Donaulaendern. Historisch-Ethnographishe Studien von Dr Julius Jung, Privatdocenten der Geschichte an der K. K. Universitaet zu Innsbeuck, Innsbruck, Verlag der Wagner’schen Universitaets Buchhandlung, 1877).
-
Μαρτυρία Τριαντάφυλλου Μπάρτα, του 1861, για Βλάχους αγωνιστές: Ρήγα Φεραίο, Γεωργάκη Ολύμπιο, Βασίλειο Ηπειρώτη, Καρατάση, Οδυσσέα Ανδρίτζου, Καραϊσκάκη, Κατζαντώνη, και τον Καποδίστρια, με ειδική αναφορά στους εκ Μετζόβου ευεργέτες και κλεφταρματολούς. (Αναμνήσεις Φιλοπάτριδος, ήτοι Ποίησις εις Άσματα Τρία – Μετά Διαφόρων άλλων ποιημάτων και Συλλογής τινος Δημοτικών Ασμάτων υπό Τριανταφύλλου Μπάρτα, εν Παρισίοις, εκ της Τυπογραφίας Ad. Laine et J. Havard, 1861..
-
Μαρτυρία Δ. Ν. Κουκούλη, του 1862, στην Πανδώρα, για τους ποιμένες της Μολδοβλαχίας, γνωστούς ως Μοκάνους, και περιγραφή κάποιων εθίμων του γάμου τους, και για το ότι στις αρχές του 19ου αιώνα στη Μολδοβλαχία μόνο κάποιες χιλιάδες επαρχιωτών – χωρικών μιλούσαν τα «μολδοβλάχικα»! (Αι παραδουνάβιοι Ηγεμονίαι, «Πανδώρα», τόμ. ΙΓ΄. Φυλλάδιον 298, 15 Αυγούστου 1862. Και Δ. Ν. Κουκούλη, Αι παραδουνάβιοι Ηγεμονίαι, «Πανδώρα», τόμ. ΙΓ΄. Φυλλάδιον 299, 1 Σεπτεμβρίου 1862).
-
Μαρτυρία Ιωάννη Λαμπρίδη (1839-1891), του 1870, και άλλων ετών, σε ποικίλα έργα του, στα οποία αναφέρεται διθυραμβικά στους Βλάχους, μα αρκούμαι σε αναφορές στα Βλαχοχώρια του Ζαγοριού. (Υπό Ιωάννου Λαμπρίδου, Διδάκτορος της Ιατρικής κ.τ.λ. κ.τ.λ. Ζαγοριακά Οις προστέθησαν και τινα περί Ηπείρου, Δαπάνη Ιω. Κασσανδρέως, Εν Αθήναις Εκ του Τυπογραφείου της Αυγής, 1870.).
-
Μαρτυρία Δωρόθεου Σχολάριου (1812-1888), του 1877, και φαίνεται ότι ο Βλάχος – Αρμάνος Ασπροποταμίτης ιεράρχης, υπήρξε πολέμιος της αρμάνικης – βλάχικης γλώσσας. (Δωροθέου Σχολαρίου, Μητροπολίτου π. Λαρίσσης, Έργα και Ημέραι, ήτοι Εκλογή αλληλογραφίας περί την υπ’ αυτού συστάντων και προικισθέντων Σχολείων και δωρεών μετ’ ενεστώσης συντόμου στατιστικής και περιγραφής των επαρχιών Σωζουαγαθουπόλεως και Δημητριάδος, ων προτάσσεται πρόλογος μετά και αναλέκτων· κατά προτροπήν αξιοτίμων φίλων και εντίμου αίτησιν πεφιλημένην πατριωτών, προς γνώσιν των αγνοούντων, και υπόμνησιν τοις το κλέος της Εκκλησίας και του Έθνους επιζητούσι, εν Αθήναις, εκ του Τυπογραφείου Γ. Καρυοφύλλη, 1877). – Αναδημοσιεύω ένα απόσπασμα: «Κατοικείται δε ήδη η κώμη Βεντίστα υπό περίπου 170 οικογενειών όλως Ελληνικών, λαλουσών την έκφυλον και άχρηστον βλαχικήν γλώσσαν. Πάλαι δε είχε και Οθωμανούς κατοίκους περί τας 50 οικογενείας. [Τους γνωστούς ως Βλαχότουρκους].»
-
Μαρτυρία Αντώνιου Μηλιαράκη (1841-1905), του 1878, σε Οδοιπορικό του, μιλάει για βλάχικους οικισμούς των ελληνικών χωρών και τον πληθυσμό τους. (Οδοιπορικά Μακεδονίας, Ηπείρου και Θεσσαλίας κατά τον Emile Isambert, υπό Αντωνίου Μηλιαράκη, Τυπογραφείον «Ελληνικής Ανεξαρτησίας», εν Αθήναις 1878. [Έργο του 1873]).
-
Μαρτυρία Μιλτιάδη Δ. Σεϊζάνη του 1878/79, για το Βλαχολείβαδο, για τους βλαχοποιμένες της Βέρροιας, για τον Νεβεσκιώτη πρωταγωνιστή στην Επανάσταση του 1878 στην Μακεδονία Β. Ζούρκο, για τον ηρωισμό των γυναικών βλαχοποιμένων που «ερρίφθησαν από των βράχων» για να μην πέσουν στα χέρια των εχθρών, και για το ότι τότε η Ελλάδα είχει πληθυσμό 1.480.000! (Η πολιτική της Ελλάδος και η Επανάστασις του 1878 εν Μακεδονία, Ηπείρω και Θεσσαλία, μετά εικονογραφιών, υπό Μιλτιάδου Δ. Σεϊζάνη, εκ του τυπογραφείου της Αθηναΐδος, εν Αθήναις 1879 [στον ψευδότιτλο: εν Αθήναις 1878]).
-
Μαρτυρία Ι. Κοκίδη (1833-1922), του 1880, σε Οδοιπορικό του, στο οποίο δίνει πληθυσμιακά στοιχεία για τα Βλαχοχώρια της Θεσσαλίας και άλλων περιοχών. (Οδοιπορικά Ηπείρου και Θεσσαλίας υπό του παρά τω Υπουργείω των Στρατιωτικών Επιτελικού Γραφείου, εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, εν Αθήναις 1880. [Πρόλογος: Ι. Κοκίδης, Ταγματάρχης των Γενικών Επιτελών, Διευθυντού Επιτελικού Γραφείου, 25 Ιουλίου 1880]).
-
Μαρτυρία Σ. Κρητικού, του 1884, για ιστορικά στοιχεία που αφορούν στους λαούς της Μολδαβίας, της Βλαχίας κ.λπ., κατά την αρχαιότητα, και ήταν Γότθοι και Βαστάρναι (= Πεύκαι του Ζώσιμου), για τους Βλάχους της Ελλάδας που τους θεωρεί απογόνους των Δακο-ρωμάνων, ενώ τους Δακορωμάνους που τους θεωρεί μίγμα πολλών λαών. «Αλλ’ οι πέραν του Δουνάβεως Δακορουμούνοι ή Βλάχοι, ους οι Βυζαντινοί συγγραφείς καλούσι Δάκας και Πατζινάκας και Μαυροβλαχίτας κατά τον Πορφυρογέννητον, νικηθέντες υπό Αλεξίου του Κομνη-νού, ως Ζωναράς αναφέρει, κατά το 1118, μετωκίσθησαν εις Μογλέναν παρά την Καστορίαν της Μακεδονίας και ωνομάσθησαν Μογλενίται Πατζινακίται, και παρά των Ελλήνων μετά ταύτα επεκλήθησαν Μαυροβλάχοι, δι’ άπερ κακά και λεηλασίας αυτοίς επράξαντο και τελευταίον Κουτζοβλάχοι ήτοι χωλοί Βλάχοι, ως καταγόμενοι εκ των νικηθέντων και ων τα μέλη θεωρούνται ελλιπή. Το δ’ όνομα τούτο διεδόθη και επεκράτησε περί όλων των διεσπαρμένων εν τε Μακεδονία, Ηπείρω και Θεσσαλία Δακορωμούνων συγχωνευθέντων εν τω ιθαγενεί ελληνικώ στοιχείω, όπερ συνέβη και τοις παρά τας ακτάς του Ευξείνου οικούσιν, ους πολλάκις οι Βυζαντινοί μετεχειρίσθησαν εις εκστρατείας κατά των Κουμάνων, Ούγγρων και Ιταλών και άλλων εθνών. […] εν τω Δακορωμουνικώ στοιχείω συνεχωνεύθησαν Δάκες, Γέται, Σκύθαι, Λατίνοι, Έλληνες, Κιμμέριοι, Γότθοι, Βαστήρναι, Γήπεδες Σλάβοι, Ούννοι, Βανδήλοι, Βούλγαροι, Χάζαροι, Άβαρες, Μπόγδανοι, Κουμάνοι και Νογάϊδες. Το κράμα νυν ετελέσθη και ιδού λαός νέος παρουσιάζεται εις την σκηνήν από του 14ου αιώνος. Σ. Κρητικός, εν Ιασίω, μηνί Μαΐω 1884» (Σχέσις του Βυζαντινού Κράτους προς τας Δακορωμουνικάς ιδία φυλάς και επίδρασις του Ελληνισμού επ’ αυτώ [Ιστορική Μελέτη], «Έσπερος», έτος Δ΄, αρ. 77, εν Λειψία τη 1/13 Ιουλίου 1884, σ. 66-68. Και Σ. Κρητικού, Σχέσις του Βυζαντινού Κράτους προς τας Δακορωμουνικάς ιδία φυλάς και επίδρασις του Ελληνισμού επ’ αυτώ [Ιστορική Μελέτη], «Έσπερος», έτος Δ΄, αρ. 78, εν Λειψία τη 15/27 Ιουλίου 1884, σ. 82-84).
-
Μαρτυρία Γ. Γώγου, του 1877, ότι «Μελέτη της ενταύθα Ελληνικής κοινότητος εγένετο κατά καιρούς και αδελφοί Μακεδόνες, λαλούντες και το ιδίωμα της βλαχικής γλώσσης το λεγόμενον κουτσοβλαχικόν· όθεν χάριν αυτών και της εκ βλάχων ορθοδόξων στρατιωτικής φρουράς της πόλεως, προ πεντήκοντα ήδη ενιαυτών αυτοκρατορικώ διατάγματι, εφημερεύει εν τη Εκκλησία πάντοτε και Βλάχος ιερεύς, ιερουργών βλαχιστί καθ’ ωρισμένας ημέρας του ενιαυτού. Η δε κοινότης λέγεται έκτοτε “Κοινότης Ορθόδοξος Γραικών τε και Μακεδονοβλάχων”. Η ενταύθα Ελληνική κοινότης και Εκκλησία έσχε κατά διαφόρους εποχάς μεγάλους και αοιδίμους ευεργέτας, εν οις Αλέξανδρος Λέπωρας εκληροδότησεν υπέρ αυτής 400.000 φρ.· Σοφία Λύκα 50.000 δραχμ.· αμφότεροι εκ Βοσκοπόλεως της Μακεδονίας ορμώμενοι· Κωνσταντίνος Τακετσής 15.000 φρ., Θεόδωρος Στούρζας 20.000 φρ., Βασιλική Τριανταφύλλου εκ Σερρών 5.000 δραχμ. …». (Γ. Γώγου [Αρχιμανδρίτου], Η εν Πέστη της Ουγγαρίας Ελληνική των Ορθοδόξων Εκκλησία, «Έσπερος», 1884, έτος Δ΄, αρ. 83, εν Λειψία τη 1/13 Οκτωβρ. 1884, σ. 132-134, 146-147, 162-163).
-
Μαρτυρία για Αφορισμό Περιβολιωτών, έτους 1879, από τον Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών, επειδή στο σχολείο τους «παράλληλα με την ελληνική διδάσκονταν και η βλάχικη αλλά και η γαλλική γλώσσα», μα ο εκ Κρουσόβου καταγόμενος Πατριάρχης Ιωακείμ Γ’ (1834-1912) αντέδρασε «υπέρ των κατοίκων του Περιβολιού»! (Εθνικό Ίδρυμα
Ερευνών, Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών 60, Θεσμοί και Ιδεολογία στη νεοελληνική κοινωνία, Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης, Αφορισμός, Η προσαρμογή μιας ποινής στις αναγκαιότητες της Τουρκοκρατίας, Αθήνα 2004).
-
Μαρτυρία Σπυρίδωνα Π. Λάμπρου (1851-1919), ετών 1881 και 1897: α) ότι «Οι κάτοικοι των δύο χωρίων [Καλαρρυτών και Συρράκου], ως και της περιχώρου, ήσαν μεν βλαχικής καταγωγής, αλλ’ εξελληνίσθησαν επί τοσούτον, ώστε ουδείς βεβαίως σκέπτεται να μη θεωρήση Έλληνας εκ των γνησιωτέρων τον Κωλέττην και τόσους άλλους πολιτικούς, λογίους, ευεργέτας της κοινής πατρίδος». β) ότι «…τους επί της οροσειράς της Πίνδου κατά την Μακεδονίαν Θεσσαλικής Ηπείρου κατοικούντας Βλαχικούς ή Κουτσοβλαχικούς πληθυσμούς. Ως γνωστόν μέχρι σήμερον επικρατεί παρά τοις ημετέροις και παρά τοις Ευρωπαίοις εθνολόγοις ιδία η γνώμη, ότι οι Βλαχικοί αυτοί λαοί είναι αποσπάσματα και συγγενείς των πέριξ του Δουνάβεως εκτεταμένων Σλαυορρουμουνικών φυλών, αποικήσαντες κατά διαφόρους αμνημονεύτους εποχάς εκείθεν επί της ημετέρας ποιητικής Πίνδου». (Λόγοι και άρθρα 1878-1902, υπό Σπυρ. Π. Λάμπρου, Εν Αθήναις 1902. Και Οι Βλάχοι της Πίνδου [Σπυρίδωνος Λάμπρου, Αγγελία στην
«Εθνική», 16/8/1897, για προσεχή έκδοση του έργου Οι Βλάχοι της Πίνδου, του Κώστα Κρυστάλλη]. Και α.).
-
Μαρτυρία Κωνσταντίνου Ν. Σάθα (1842-1914), του 1885, για το πώς πρέπει να τεκμηριωθεί η αλήθεια για τους Βλάχους, και καταρρίπτει τους κυρίαρχους ανιστόρητους ισχυρισμούς σχετικά με αυτό το θέμα, επισημαίνει ότι οι παλαιοί Αθηναίοι λέγονται «Γκάγκαροι» (και «Γγάγγαροι» ή «Γάγγαροι») και ότι η ονομασία αυτή σχετίζεται με τους σκηνίτες Βλάχους, που ονομάζονται Γκόγγα (= Βλάχος) από τους Αλβανούς και τους Ηπειρώτες. (Έλληνες Στρατιώται εν τη Δύσει και Αναγέννησις της Ελληνικής Τακτικής, υπό Κωνσταντίνου Ν. Σάθα, Εν Αθήναις, Ανέστη Κωνσταντινίδου 1885. Και Μεσαιωνικής Βιβλιοθήκης Τόμος Έβδομος. Bibliotheca Graeca Medii Aevi. Vol. VIII. – Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη ή Συλλογή Ανεκδότων Μνημείων της Ελληνικής Ιστορίας, Επιστασία Κ. Ν. Σάθα. Τόμος Ζ’. Εν Βενετία, Τύποις του Φοίνικος, 1894. – Ανωνύμου Σύνοψις Χρονική. Εν Παρισίοις Jean Maisonneuve, Libraire-Editeur, Quai Voltaire 25, 1894.). – Και δύο ενδιαφέρουσες φράσεις του: «ο μεν Χαλκοκονδύλης αποκαλεί τους Ζυγιώτας του Ταϋγέτου ομοφύλους προς τους εν Πίνδω Βλάχους, τούτους δε ο Καντακουζηνός ονομάζει Αλβανούς· ουδείς δε ηρνήθη ότι Αρβανιτόβλαχοι κατώκησαν εν Πελοποννήσω, ουχί όμως και οι προς τούτους όλως διάφοροι Σλάβοι.» – «Και άλλοτε έγραψα ότι διά των Σκλαβίνων οι Βυζαντινοί εννοούσι τους Βλάχους, ή ως ρητώς γράφει ο Σιμοκάττης τους Θράκας Γέτας.»
-
Μαρτυρία Ιωάννη Καλοστύτη (1851-1918), του 1886, για τις προπαγάνδες που ασκούνται στους αλλόγλωσσους της Μακεδονίας, μεταξύ των οποίων και οι Ελληνόβλαχοι, στις βλάχικες κοινότητες της Μακεδονίας (Μεγάροβον, Κρούσοβον, Μέτσοβον, Κλεισούρα, Σαμαρίνα, Βλάτσιον, Βιτώλια, κ.ά.), και σε έναν λαό («βλαχόφωνοι») που έδωσε αγωνιστες («ο Σταθάς, ο Νίκο-Τσάρας, ο Βλαχάβας, ο Μπουκουβάλας, ο Δίπλας, ο Ολύμπιος, ο Καρατάσσος») στην Ελλάδα. (Ιωάννου Ν. Καλοστύπη, Μακεδονία ήτοι Μελέτη Οικονομολογική, Γεωγραφική, Ιστορική και Εθνολογική της Μακεδονίας. Δημοσιευθείσα εν τη «Εφημερίδι» κατά τον παρελθόντα Δεκέμβριον. Εκδότης Βίλμπεργ. Εν Αθήναις Σπυρίδωνος Κουτσουλίνου Τυπογραφείον και Βιβλιοπωλείον [Όπισθεν των Αγίων Θεοδώρων] 1866).
-
Μαρτυρία Παύλου Καρολίδη (1849 – 1930), του 1887, ότι ο Μανιάτης «περιφρονεί εν μέρει τους λοιπούς Λάκωνας και καταφρονεί άκρως τους Βλάχους, ως καλεί τους Πελοποννησίους.» (Μάνη και Μανιάται, «Εβδομάς», Επιθεώρησις Κοινωνική και Φιλολογική [εκδίδεται κατά Σάββατον], Έτος Δ΄, Περίοδος Δευτέρα, αρ. 24, Αθήναι 11 Ιουλίου 1887). – Να προσθέσω εδώ στίχους από ένα Μανιάτικο τραγουδάκι, που σχετίζονται με τα βλάχικα: «Στο διάολο και στην οργή / να πάει η γλώσσα η βλάχικη / κι όσοι την αναμπαίζουσι / τη γλώσσα τη μανιάτικη / οπόνια η γλώσσα του Θεού.» Το ότι όμως οι του Ταϋγέτου είναι Βλάχοι και βλαχόγλωσσοι οι κάτοικοι, το μαρτυρούν ο Χαλκοκονδύλης και ο Μελέτιος Μήτρου, ενώ ο Ληκ αναφέρει βλαχοχώρια στον Μυστρά. «Στο διάολο και στην οργή / να πάει η γλώσσα η βλάχικη», αλλά τους προδίδουν την «παλαιά βλαχογλωσσία» τα τοπωνύμια και τα επώνυμα στη Μάνη, και το τροχαϊκό οκτάμετρο των μοιρολογιών τους.
-
Μαρτυρία του «Revue de Geographie», του 1889, με συντάκτη τον «Un Hellene», χωρίς να γνωρίζουμε ποιος κρύβεται πίσω από αυτό το ψευδώνυμο, με κατάθεση απόψεων και θέσεων για τους «Γραικο-Βλάχους», ήτοι τους Αρμάνους Βλάχους των ελληνικών χωρών. «Ces pauvres Greco-Valaques, qui sont de 65 a 70.000 en Macedoine (dans la Chalcidique, sur l’Haliacmon et le long du littoral) et a peu pres autant en Albanie et dans les valles meridionales de la “noire Epire” ou domine l’element grec, plus ou moins mele d’Albanais et de Koutzo-Vlaques en voie d’hellenisation». «Ce mot de Vlaque doit etre sans doute d’origine latine et signifie campagnard, paysan; encore aujourd’hui dans le Peloponese, on donne le nom de Vlaques aux paysans et aux bergers, et celui de Triobeli (civils) aux bourgeois des villes, par antithese et pour differencier leur position sociale. Ils furent nommes Vlaques ou Blatri dans les siecles passes; probablement du meme mot latin don’t sont derives villano, villaggio et village; pendant la domination romaine on trouvait partout des Vlaques, en Valachie, en Moldavie, dans les vallees du mont Rhodope, ou, selon Hammer, les Tourcs trouverent et detruisirent deux principautes valaques; il y avait des Vlaques au Peloponese et dans la Grece continentale, en Epire, en Thessalie, et cette dernier forma pour quelque temps l’Etat de la grande ou haute Valachie, dans le pays de Galles (Iles-Britanniques) et dans l’Istrie, ou ils se sont encore conserves.| Le nom de Fellah, usite en Egypte et significant paysan, est synonyme de Vlaque, et nous pensons qu’il est d’origine roumaine et non arabe. Il est done probable que ce nom de Vlague a ete appliqué par les Romains a une classe de paysans esclaves, de basse origine et dedaignes, et pour cette raison il acquit avec le temps un sens d’abaissement et de mepris qu’il a garde jousqu’a la fin. En consequence, le mot vlaque, comme denomination nationale, n’etablit nullement la prevue d’une parente d’origine et encore moins le droit des Roumains actuels de se dire du meme sang que les populations Greco-valaques de la Macedoine et du Pinde et ne les autorise point a avoir des pretentions politiques sur elles.» «Dans le courant du VIIIe siècle, des Valaques, et non des Slaves s’etablirent au Peloponese depeuple par la peste, venant de l’Epire et de la Thessalie, ce qui est suffisamment demontre par les noms donnes dans les vallees et les montagnes du Peloponese a des bourgades, des villages, des sites et des monts, lesquels provenant de la langue Koutzo-Vlaque, se retrouvent exactement appliqués a des vallees et a des montagnes de l’Epire et de la Thessalie. . .» (Revue de Geographie dirigee par M. Ludovic Drapeyron, Treizieme Annee, Tome XXV, Juillet – Decembre 1889, Paris, Octobre 1889 – ‚Un Hellene‛, Les Koutzo-Vlaques, p. 241-245).
-
Μαρτυρία Λεόντιου Κ. Λεόντιου, του 1897, που φαίνεται να θεωρεί τους Ελληνόβλαχους Αρμάνους… Αλβανούς! (Το Αλβανικόν Ζήτημα – Μελέτη, Λεοντίου Κ. Λεοντίου, εν Αθήναις 1897).
-
Μαρτυρία Αντώνιου Τούμα Φον Βαλδκάμπφ (1842-1912), του 1897, στο έργο του «Ελλάς, Μακεδονία και Νότιος Αλβανία», για τους Βλάχους ή Κουτσόβλαχους των ελληνικών χωρών («Ρουμάνοι ή Κουτσόβλαχοι»), που τους θεωρεί… Ρουμάνους, αν και τονίζει ότι η γλώσσα τους δεν έχει μεγάλη σχέση με τη ρουμάνικη («Η εν χρήσει μεταξύ αυτών γλώσσα διαφέρει εν πολλοίς του Βασιλείου της Ρουμανίας»), και ότι οι ίδιοι οι Βλάχοι ή Κουτσόβλαχοι («Βλάχοι, καλούμενοι Κουτσόβλαχοι ή Ζινζάροι») θεωρούν ότι είναι απόγονοι Ρωμαίων αποίκων εξ Ιταλίας («Οι ίδιοι ισχυρίζονται ότι οι πρόγονοι αυτών μετηνάστευσαν εξ Ιταλίας»). Περιγράφει τους Θεσσαλούς και λέει πως είναι ίδιοι με αυτούς της αρχαιότητας. Πρόκειται για Αυστριακό αξιωματικό με καταγωγή από την Μοσχόπολη! (Τπουργείον Στρατιωτικών. Διεύθυνσις Επιτελικής Υπηρεσίας: Ελλάς, Μακεδονία και Νότιος Αλβανία, ήτοι Η μεσημβρινή ελληνική χερσόνησος περιγραφομένη υπό στρατιωτικήν, γεωγραφικήν, στατιστικήν και πολεμικοϊστορικήν έποψιν. Υπό Αντωνίου Τούμα Φον Βαλδκάμπφ, Εφέδρου Αντιστρατήγου του Αυστριακού Στρατού, Ιππότου του Τάγματος του Φραγκίσκου Ιωσήφ κτλ. – Μετεφράσθη εκ του Γερμανικού υπό Ευγενίου Ρίζου
Ραγκαβή [Ιλάρχου], εν Αθήναις, τυπογραφείον του Υπουργείου των Στρατιωτικών, 1901 [έκδοση στα γερμανικά, το 1897]).
-
Μαρτυρία Παναγιώτη Κ. Κουγιτέα, του 1905, για την Άνω Αλβανία και την Ήπειρο, με χρήσιμα ιστορικά και στατιστικά στοιχεία για τους Βλάχους και τα Βλαχοχώρια, με τις… διακρίσεις σε Κουτσό-βλαχους, Μεγαλοβλαχίτες, Καραγκούνηδες κ.λπ. (Πραγματεία Τοπογραφική, Ιστορική και Εθνολογική της Άνω Αλβανίας ή Ιλλυρίας και Ηπείρου υπό Παναγιώτου Κ. Κουγιτέα [υπολοχαγού του πυροβολικού], Τυπογραφείον «Εστία», εν Αθήναις 1905). – Ένα χωρίο του ως δείγμα γραφής: «Μεταξύ των κατοίκων των προμνησθέντων διαμερισμάτων Μαλακασίου (Δολοπίας), Τσουμέρκων (Αθαμανίας), Αχελώου, Ζαγόρι (Περραιβίας), συγκαταλέγονται και οι Βλάχοι ή Καραγκούνηδες· αυτοί θεωρούνται ως αυτόχθονοι αρχαίοι Δόλοπες, εις ους ανεμίχθησαν κατά τας μεταναστεύσεις των βαρβάρων και τινα βαρβαρικά γένη, προς δε και τινες Αλβανοί, καταφυγόντες εις τα όρη ταύτα, όπως εύρωσι σχετικήν ελευθερίαν. Τινές παραδέχονται ότι ούτοι κατάγονται εκ των συντριμμάτων του στρατού του Πομπηΐου. Το βέβαιον είναι ότι οι Βλάχοι ούτοι τόσον οι κατοικούντες το εν τη Ελευθέρα Ελλάδι διαμέρισμα του Αχελώου, οίτινες είναι μάλλον νομάδες, όσον και οι κατοικούντες τα ορεινά διαμερίσματα, τα εν τοις συνόροις της Ηπείρου, Θεσσαλίας και Μακεδονίας, άτινα προ της πτώσεως της Κωνσταντινουπόλεως απετέλουν την Μεγαλοβλαχίαν, πάντες ούτοι, λέγομεν, συνεταύτισαν την τύχην των μετά των Ελλήνων Ηπειρωτών, εν μέσω των οποίων ζώσιν. Ο πληθυσμός όλων τούτων των Μεγαλοβλάχων, ήτοι των Ζαγοριτών, Καλαρρυτινών, Μετσοβιτών, Ασπροποταμιτών, ανέρχεται εις 20.000 περίπου. […]»
-
Μαρτυρία Αντώνιου Θ. Σπηλιωτόπουλου, του 1905, στη μελέτη του «Οι Βλαχόφωνοι Έλληνες και η Ρωμουνική Προπαγάνδα»: α) ότι «Οι Κουτσόβλαχοι ή Ελληνόβλαχοι, ως χαρακτηριστικώτερον καλούνται οι Βλαχόφωνοι ούτοι Έλληνες παρ’ ημίν, εισί λαός εγκατεσπαρμένος από των νοτίων υπωρειών του Σκάρδου μέχρι των κλιτύων της Πίνδου των κατερχομένων προς την Θεσσαλίαν και Ήπειρον. Κατοικούσι δε κυρίως τα μεσημβρινά διαμερίσματα της Μακεδονίας και τα μεσημβρινοδυτικά εν ορεινοίς συνήθως και αποκέντροις τόποις ως εν Νεβέσκη, Μεγαρόβω, Κλεισούρα, Κρουσόβω, ή εν ταις υψηλαίς πεδιάσι, ταις σχηματιζομέναις υπό των διαφόρων κλιτύων της Πίνδου, πέριξ του Μετσόβου, του Συρράκου, των Καλαρρυτών. Η Κορυτζά, η Σίσανη, η Κοζάνη, τα Βιτώλια, η Μοσχόπολις, το Κρούσοβον, το Μεγάροβον, η Κλεισούρα, ο Μακεδονικός Τύρναβος, η Σαμαρίνα, το Βλάτσιον, τα Γρεβενά, η Νάουσα, το Περιβόλιον, η Πρίλαπος, η Βέρροια, η Χρούπιστα, το Γκόπεσι, η Μιλοβίστα, η Νεβέσκη, το Μουρίχωβον, αποτελούσι τους κυριωτέρους βλαχικούς συνοικισμούς εν Μακεδονία. Εν Ηπείρω δε οι Βλάχοι κατοικούσι περί τα δέκα περίπου χωρία και οι κυριώτεροι αυτών συνοικισμοί εισί το παραμεθόριον Μέτσοβον, η πατρίς του μεγάλου εθνικού ευεργέτου Αβέρωφ, οι Καλαρρύται, το Συρράκον και τα Ιωάννινα, ένθα εισίν εγκατεστημένοι πλείστοι σημαίνοντες Βλάχοι, έμποροι, επιστήμονες και τραπεζίται. Οι εν Βουκουρεστίω θερμοκέφαλοι πατριώται, οι διεκδικούντες τους Βλάχους ως ομοεθνείς και διαφλεγόμενοι υπό του πόθου της δημιουργίας ιδίας εθνικότητος εν Μακεδονία και Ηπείρω, δι’ ους σκοπούς θέλομεν είπη προϊούσης της μελέτης ταύτης, αναβιβάζουσι τον βλαχικόν πληθυσμόν εις οκτακοσίας περίπου χιλιάδας. …]»· β) ότι «Κατά την γνώμην πάντων των ασχοληθέντων επί του Μακεδονικού προβλήματος και παρεχόντων σοβαρούς αριθμούς περί της διασποράς των φύλων εν τη Χερσονήσω του Αίμου, οι Βλάχοι εν τω συνόλω αυτών δεν υπερβαίνουσι τας 200.000. Εκ τούτων οι ολιγαριθμότεροι κατοικούσι την Μακεδονίαν και Ήπειρον. Εν Ηπείρω, εν τη μεταξύ του Αράχθου και Αώου χώρα, Βλάχοι και Αρβανιτόβλαχοι, ήτοι νομάδες Βλάχοι, εξ ων πολλοί το έαρ κατέρχονται εις την νοτιοδυτικήν Μακεδονίαν, υπολογίζονται εις 12.000. Εν δε τη Μακεδονία η στατιστική των Βουλγάρων αναβιβάζει τους Κουτσοβλάχους εις 90.000. Άλλοι υπολογίζουσιν αυτούς εις 50.000 (εις τόσους προ τινων ετών υπελόγιζεν αυτούς και ο Φίνλεϋ), ο δε υπό του δόκτορος Καρόλου Peuker τελευταίως εκδοθείς εν Βιέννη εθνογραφικός, ιστορικός και στατιστικός χάρτης αναβιβάζει αυτούς εις 93.000. Ήτοι εν τω βιλαετίω Θεσσαλονίκης 27.000, εν τη υποδιοικήσει των Σερβίων 20.000, εν τω βιλαετίω Μοναστηρίου 45.000 και εν τω βιλαετίω Κοσσόβου 1.000. Προς τον αριθμόν τούτον συμφωνεί και η επίσημος αγγλική στατιστική, ούτως ώστε δέον να θεωρήσωμεν τους εν Μακεδονία Βλάχους ουχί κατωτέρους των 90.000 μετά δε των εν Ηπείρω ανερχομένων εις 102-103.000. Αι λοιπαί χιλιάδες των Κουτσοβλάχων εισίν εγκατεσπαρμένοι καθ’ όλην την χερσόνησον του Αίμου, ιδία όμως εν Ελλάδι από της Πίνδου μέχρι της Πελοποννήσου. Οι Βλάχοι της Θεσσαλίας κατά την επίσημον στατιστικήν του Βασιλείου υπολογίζονται εις 27.000. Βλάχοι όμως υπάρχουσιν εν Αιτωλία και Ακαρνανία, καθ’ όλην την δυτικήν Στερεάν Ελλάδα, την Αττικήν και άλλα μέρη του ελληνικού Βασιλείου, πλανώμενοι και σήμερον, ως επί Πουκεβίλ, από Αχρίδος μέχρι Πελοποννήσου, ως έν εκ των πολλών στοιχείων της ελληνικής εθνότητος, εις την αδιάσπαστον ενότητα της οποίας ουδέν ισχύει η διαφορά του γλωσσικού ιδιώματος. Οι Βλάχοι ή μάλλον οι Ελληνόβλαχοι, ως αυτοί ούτοι αποκαλούσιν εαυτούς, διαδηλούντες ούτω την αδιάσπαστον ενότητα αυτών μετά του ελληνικού έθνους, διαιρούνται εις τρεις κυρίως κλάδους ή τάξεις. Τον πρώτον εξ αυτών αποτελούσιν οι κυρίως Ελληνόβλαχοι ή Μικρόβλαχοι καλούμενοι. Ούτοι κυρίως κατοικούσι τας πόλεις και τας κωμοπόλεις, ως τα Βιτώλια, το Κρούσοβον, το Μεγάροβον, την Κλεισούραν, τας Σέρρας, τα Ιωάννινα, το Μέτσοβον, το Συρράκον· εισί εμπεποτισμένοι ελληνικής παιδείας και αγωγής, αποτελούσι την αριστοκρατίαν, ούτως ειπείν, των Βλάχων, μετέρχονται το εμπόριον, αποβαίνουσι πολλάκις επιστήμονες, διακρίνονται επί πνευματική αναπτύξει και ευγενεία και ουκ ολίγοι εξ αυτών, έχοντες εν εαυτοίς το δαιμόνιον του επιχειρηματικού πνεύματος, ως οι λοιποί Έλληνες, αποδημούσιν εν τη ξένη, ως εις Βιέννην, Πέστην, Βουκουρέστιον, Αλεξάνδρειαν, Κάϊρον και αλλαχού και κατορθούσιν εκεί, εντίμως εργαζόμενοι, να σχηματίσωσι κολοσσιαίας περιουσίας, δι’ ων αποβαίνουσιν ευεργέται της τε ιδιαιτέρας πατρίδος και του έθνους αυτών.»· γ) ότι «Τας άλλας δύο τάξεις των Βλάχων αποτελούσι την μεν οι Κατσαουναίοι ή Κατσαούνιδες, την δε οι Σαρακατσαναίοι ή Σαρακατσάνιδες. Αμφότεραι αι τάξεις αύται διάγουσιν εν τοις όρεσι, ζώσι βίον ποιμενικόν, εισί κατά το πλείστον νομάδες και σκηνίται και διακρί-νονται απ’ αλλήλων εκ της ιδιαιτέρας ενδυμασίας. Οι νομάδες ούτοι εν Ηπείρω, καλούνται και Αρβανιτόβλαχοι, καθό λαλούντες συν τη ελληνική και βλαχική και την αλβανικήν. Ούτοι παραχειμάζουσι μετά των οικογενειών αυτών εις τα πέριξ της Πρεβέζης, της Παραμυθίας, της Πάργας, του Δελβίνου και του Αυλώνος, έαρος δ’ επιγενομένου μεταβαίνουσιν εις τα ορεινά μέρη του Ζαγορίου και της μεσημβρινο-δυτικής Μακεδονίας. Ως εκ του βίου δε, τον οποίον διάγουσιν εν γένει, αι δύο τελευταίαι τάξεις των Βλάχων εισίν άγευστοι παιδείας και ελάχιστα ανεπτυγμέναι πνευματικώς μεταξύ δε αυτών ως επί το πλείστον αριθμούνται τα θύματα της Ρωμουνικής προπαγάνδας, και εξ αυτών στρατολογούνται οι τρόφιμοι των εν Μακεδονία και Ηπείρω Ρωμουνικών σχολείων εν είδει παιδομαζώματος, εξ οικογενειών δηλονότι πενομένων και δελεαζομέ-νων υπό του Ρωμουνικού χρυσίου και παιδίων ορφανών ή εν γένει αποκλήρων.»· δ) ότι «Οι Σλαύοι ονομάζουσι τους Βλάχους, Ζιγγάρους ή Τσιντσάρους, ήτοι Αθιγγάνους, ίσως ένεκεν του νομαδικού αυτών βίου, τινές δε και την λέξιν Βλάχος (Wallach ή Vlak) θεωρούσιν έχουσαν σλαβονικήν την αρχήν και αναλογούσαν προς τας λέξεις Welch ή Velch, δι’ ων οι Αγγλοσάξωνες καλούσι τους εκρωμαϊσθέντας κατοίκους της Βρετανίας. Πότε όμως και πώς προέκυψε το παρεφθαρμένον Βλαχικόν γλωσσικόν ιδίωμα, το παρασχόν αφορμήν εις πλείστας όσας διαμφισβητήσεις και εικασίας περί της καταγωγής των ελληνικωτάτων Βλάχων, βάσιν δε στηρίξεως των Ρωμουνικών επ’ αυτών βλέψεων και αξιώσεων, η ιστορία αγνοεί.»· ε) ότι «Οι Βλάχοι ως οικογενειακήν αυτών γλώσσαν μεταχειρίζονται ιδίωμα εκ πρώτης όψεως ελληνολατινικόν, αποτελούμενον εκ λέξεων δηλονότι εκ της λατινικής και της ελληνικής.»· στ) ότι «…δίγλωσσοι δε κατά το πλείστον εισί και αι γυναίκες αυτών των ορεσιβίων Κατσαούνηδων και Σαρακατσαναίων.»· ζ) ότι «ο Άγγλος ιστορικός Φίνελεϋ (Ιστορία της Ελλάδος) υπεστήριξαν την γνώμην ότι οι Κουτσόβλαχοι εισίν ανάμιξις Αλβανών και Ελλήνων, οίτινες φεύγοντες τον ζυγόν των κατακτητών απεσύρθησαν εις τα όρη […] από της Αχρίδος μέχρι Πελοποννήσου πλανωμένων»· η) ότι «οι σημερινοί Κουτσόβλαχοι ήσαν λαός ανέκαθεν ποιμενικός γνωστός και κατά την αρχαιότητα»· θ) ότι «πολλούς αιώνας π.Χ. από των χρόνων της αρχαίας Ελλάδος ίσως, εγκατεστάθη εξ Απουλίας και λοιπής Ιταλίας εις τας Ελληνικάς χώρας και ανεμίγη μετά του Ελληνικού στοιχείου»· ι) ότι «Οι δε ελληνικώτατοι Σαρακατσαναίοι είνε τόσον ελληνόγλωσσοι, ώστε πολλοί δεν θεωρούσιν αυτούς Βλάχους, διότι πράγματι εντελώς εξελληνίσθησαν, σχεδόν αποβαλόντες και απόμαθόντες το βλαχόφωνον ιδίωμα». Υπάρχουν και άλλα σημαντικά για την πνευματική και οικονομική συμβολή των Ελ-ληνοβλάχων στη δημιουργία του νέου Ελληνισμού. (Αντωνίου Θ. Σπηλιωτοπούλου, Οι Βλαχόφωνοι Έλληνες και η Ρωμουνική Προπαγάνδα, Εν Αθήναις, Εκ του τυπογραφείου της εφημερίδος «Το Κράτος», 1905). – Πρόκειται για ενδιαφέρουσα πραγματεία, με πλήθος πληροφοριών για τους Αρμάνους-Βλάχους, αγνώστων στο μέγα πλήθος. Επειδή τα ανωτέρω ανθολογημένα ίσως φανούν παράξενα στους αναγνώστες, σπεύδω να πω ό τι ο συγγραφέας ήταν γνωστός πολιτικός στον καιρό του, και δη αντιβενιζελικός. Λίγα βιογραφικά του: Ο Αντώνιος Σπηλιωτόπουλος ήταν νομάρχης επί κυβερνήσεως Στέ-
φανου Σκουλούδη (1838-1928, πρωθυπ. 1915-1916), στους νομούς Δράμας – Καβάλας από τις 7.11.1915 (Φ.Ε.Κ. τεύχος Β’, 259/1915), θέση στην οποία υπηρέτησε έως την 1.4.1916 (Φ.Ε.Κ. τεύχος Γ΄, 73/1916). Η καταγωγή της οικογένειας Σπηλιωτόπουλου είναι από την Δημητσάνα, και υποστηρίζεται ότι γενάρχης της ήταν ο Σπηλιώτης Γαβράς, γόνος βυζαντινού οίκου.
-
Μαρτυρία Ευλόγιου Κουρίλα – Λαυριώτη (1880-1961), του 1934, σε μελέτη για τη Μοσχόπολη και την Καταγωγή των Κουτσόβλαχων, με κατάθεση σημαντικών στοιχείων για τους Βλάχους (Κουτζόβλαχους, Σαρακατσαναίους, Αρβανιτόβλαχους, Καραγκούνιδες), και επισήμανση ότι, το 1804, το χωριό Πλανιά [νυν Πλανά] της Χαλκιδικής κατοικούνταν από Αρβανιτόβλαχους. (Η Μοσχόπολις και η Νέα Ακαδημεία Αυτής. Η καταγωγή των Κουτσοβλάχων και η εγγραμμάτισις της γλώσσης αυτών. – Ανατύπωσις εκ της «Θεολογίας», τόμος ΙΒ΄, Τύποις «Φοίνικος», εν Αθήναις 1934).
-
Μαρτυρία Στίλπωνα Π. Κυριακίδη (1887-1964), ετών 1939 και 1946, σε εκδοθέντα έργα του (αυτά τα έτη), για τους Βλάχους των ελληνικών χωρών: «…δεν είναι δυνατόν να υποτεθή ότι η ρωμαϊκή στρατολογία δεν εξετείνετο και εις την Μακεδονίαν και την Θράκην και την Θεσσαλίαν ακόμη, και ιδία εις τους πτωχοτέρους ορεινούς αυτούς πληθυσμούς, οίτινες ανέκαθεν εστρατεύοντο επί μισθώ, ως επίσης δεν είναι δυνατόν να υποτεθή ότι οι Έλληνες δεν εκινούντο ελεύθεροι ως έμποροι και επαγγελματίαι καθ’ άπασαν την χώραν και ιδία εις τας πόλεις, είναι φυσικόν να ευρίσκοντο σποράδην και βορειότερον της χαραχθείσης διαχωριστικής γραμμής Έλληνες, ως επίσης και νοτιώτερον αυτής εκρωμαισμένοι Θράκες και Μακεδόνες και Θεσσαλοί εις τας ορεινάς ιδία περιοχάς. Συνέχεια τούτων πιστεύω ότι είναι οι σημερινοί Ελληνόβλαχοι, τους οποίους διεκδικούν οι Ρουμάνοι ως ιδικάς των αποσπάδας, χωρίς να δύνανται να δείξουν τους χρόνους και τας περιστάσεις, κατά τας οποίας ούτοι κατήλθον εκ Δακίας εις την χώραν μας». «Οι εκρωμανισμένοι ούτοι θρακοϊλλυρικοί ήτο φυσικόν λόγω της κοινότητος της γλώσσης να ταυτισθώσι προς τους εκρωμανισμένους ήδη ορεινούς Μακεδόνας και Θεσσαλούς, ούτω δ’ απετελέσθη η φυλή των Βλάχων ή Κουτσοβλάχων, η οποία κατά τον μεσαίωνα, αλλά και σήμερον, ευρίσκεται εγκατεσπαρμένη εις όλην την Μακεδονίαν και την Θεσσαλίαν κυρίως, αλλά και πέραν αυτών. Ούτως ευρίσκομεν σήμερον Βλάχους όχι μόνον εις τας οροσειράς της Πίνδου και του Βερμίου, αλλά και εις την αρχαίαν Πελαγονίαν, δηλ. την περιοχήν του Μοναστηρίου, και εις τας όχθας του Στρυμόνος, εντεύθεν και εκείθεν των συνόρων, κατά δε τον μέσον αιώνα και εις την περιοχήν του Αίμου. Αι εγκαταστάσεις αύται, πλην ίσως ελαχίστων εξαιρέσων, δεν φαίνεται να είναι νεώτεραι, προελθούσαι εκ της ειρηνικής των πληθυσμών μετακινήσεως κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας, αλλά παλαιαί, πιθανώτατα του ΣΤ΄ και Ζ΄ αιώνος». Γράφει και άλλα ενδιαφέροντα, και επισημαίνει ότι «τα εν Πελοποννήσω και περί την Θεσσαλονίκην και τον Στρυμόνα εγκατασταθέντα φύλα, τα οποία και πράγματι εγραικώθησαν»! (Στ. Π. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκια Μελετήματα: 1) Αι περί τον Στρυμόνα και την Θεσσαλονίκην Σλαβικαί εποικήσεις κατά τον μέσον αιώνα. 2) Διοικητική Ιστορία του Θέματος Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1939. Και Στ. Π. Κυριακίδη, Τα βόρεια Εθνολογικά όρια του Ελληνισμού, ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 1946).
-
Μαρτυρία Κ. Θ. Δημαρά (1904-1992), σε κριτικό σημείωμά του εις «Το Βήμα, 4-3-1940», για το βιβλίο «Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι;», του Αντωνίου Κεραμοπούλλου, και αποφαίνεται ότι «Οι Κουτσόβλαχοι, λοιπόν, δεν είναι επήλυδες, αλλά αυτόχθονες» (Κ. Θ. Δημαρά, Οι Κουτσόβλαχοι – Η επιφυλλίς της Δευτέρας, εφ. Αθηνών Το Βήμα, 4-3-1940. [Βιβλιοκρισία στο βιβλίο: Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι, του Αντ. Κεραμοπούλλου]).
-
Μαρτυρία Αγγελικής Χατζημιχάλη (1895-1965), σε άρθρο της στη «Νέα Εστία» του 1941, για τους Βλάχους (Σαρακατσάνοι, Κουτσόβλαχοι, Αρβανιτόβλαχοι), και τους πλέκει εγκώμιο. (Αγγ. Χατζημιχάλη, Η Ήπειρος [τέχνες εμπόριο], «Νέα Εστία», έτος ΙΕ΄ [1941], τόμ. 29ος, τχ. 337, Αθήναι, 1.1.1941, σ. 14-17).
-
Μαρτυρία Αντωνίου Δ. Κεραμοπούλλου (1870-1960), που μετά την έκδοση του φημισμένου «Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι;» το 1939, εξέδωσε το 1945 μελέτη για τους Έλληνες και τους βόρειους γείτονες στην οποία περιέχονται νέα στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι «δεν πρέπει να λέγωμεν ότι το όνομα των Βλάχων απαντά το πρώτον τω 976, ως ακολουθών άλλους λέγω εν τω βιβλίω μου ε.ά. [Τι είναι οι Κουτσόβλα-χοι;], αλλά τω 325…» (Α. Δ. Κεραμοπούλλου, Οι Έλληνες και οι βόρειοι γείτονες, Αθήναι 1942-1945, 1945). – Και μια φράση του για ένα θέμα πολύ επίκαιρο: τον «γλωσσικό αποβλαχισμό»! Να τι γτάφει: «Το φαινόμενον τούτο [του γλωσσικού αποβλαχισμού] επανελήφθη και έπειτα: π.χ. Βλάχοι του επί του όρους Γράμμου υπ’ Αλβανών κατα στραφέντος Δένσκου εις μεν το Νεστόριον (Νεστράμι) της Καστοριάς έγιναν βουλγαρόφωνοι, εις δε το Ορεστικόν Άργος [Χρούπιστα] ελληνόγλωσσοι. Βλάχοι δε του [Ελ]Ληνοτόπι της Πίνδου και της Μοσχοπόλεως, καταστραφέντων επίσης υπ’ Αλβανών, έγιναν εις την Βλάστην [Μπλάτσι] ελληνόγλωσσοι…» Κι έτσι προέκυψαν οι διάφοροι… Γκρέκοι (!), σε αυτά τα χωριά. – Ενδιαφέρουσα μελέτη, διαφοροποιημένη σε πολλά από το γνωστό του: Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι;
-
Μαρτυρία Σέργιου Α. Γυαλιστρά (1888-1964), του 1945, για τους Βλάχους ή Ελληνόβλαχους, για «ρουμανίζοντες Κουτσόβλαχους», και άλλα συναφή, που είναι καλό να το… φυλλομετρήσουν όσοι ασχολούνται με το λεγόμενο «Κουτσοβλαχικόν ζήτημα». (Σέργιου Α. Γυαλιστρά, Ο Ελληνισμός και οι βαλκάνιοι γείτονές του κατά τους τελευταίους χρόνους, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι.Α. Κολλάρου & Σία ΑΕ, εν Αθήναις 1945).
-
Μαρτυρία Διονυσίου Α. Ζακυθηνού (1905-1993), σε ποικίλα έργα του από το 1945 και εντεύθεν, για τους Βλάχους και τη Βλαχία (και για τους Σλάβους). «Εγραικώθησαν οι έποικοι των Σκλαβηνιών και ούτω ο ελληνισμός απέδειξε διά μίαν εισέτι φοράν την μεγάλην εκπολιτιστικήν του δραστηριότητα». «Ως ορθώς παρετήρησεν ο Gaster, πολλαί σλαβικαί λέξεις μετεδόθησαν εις την νέαν ελληνικήν εμμέσως, διά τρίτων δηλαδή, μη σλαβικών, φορέων, ως οι Αλβανοί και οι Βλάχοι». «Provincia Valachiae. Διά των ονομάτων Βλαχία, Μεγάλη Βλαχία, εδηλούτο κατά τους μέσους αιώνας η Θεσσαλία». «Εν τοις πράγμασι το Βυζαντινόν Κράτος εγραικώθη, αλλ’ αφηλληνίσθη». (Δ. Α. Ζακυθηνού, Οι Σλάβοι εν Ελλάδι. Συμβολαί εις την Ιστορίαν του Μεσαιωνικού Ελληνισμού, «Αετός» ΑΕ, Αθήναι 1945. Και Δ. Α. Ζακυθηνού, Μελέται περί της διοικητικής διαιρέσεως και της επαρχιακής διοικήσεως εν τω Βυζαντινώ Κράτει. Ανατύπωσις εκ του ΙΗ΄ τόμου της Επετηρίδος της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, έκδ. Τυπογραφείον Μυρτίδου, Εν Αθήναις 1948. Και Δ. Α. Ζακυθηνού, Βυζαντινή Ιστορία, 324-1071, Αθήναι 1972). – Αντιγράφω λίγες φράσεις και περί Βλαχιών: «…Εν εγγράφω του βασιλέως της Σικελίας Καρόλου του Β΄ (13 Αυγούστου 1294), παρά το πριγκιπάτον της Αχαΐας, το δουκάτον των Αθηνών και το βασίλειον της Αλβανίας, αναφέρεται η Provincia Wlachiae. Σο Χρονικόν του Μορέως συχνότατα μνημονεύει το όνομα Βλαχία (Blaquie εν τη γαλλική διασκευή). Τα υπό του κειμένου τούτα παρεχόμενα στοιχεία επιτρέπουν να καθορίσομεν τα όρια της επαρχίας, τα οποία συμπίπτουν προς τα σύνορα του μεσαιωνικού κρατιδίου των Νέων Πατρών. Προς δυσμάς, η οροσειρά της Πίνδου εχώριζε την Βλαχίαν από το Δεσποτάτον της Ηπείρου και την περιοχήν των Ιωαννίνων (la contree de la Ganine). Προς νότον, η επαρχία έφθανε μέχρι των Νέων Πατρών (Τπάτης) ‚le bel chastel de la Blaquie‛, και της Λαμίας, η οποία ευρίσκετο εις την ‚είσοδον της Βλαχίας‛, ‚chastel dou Giton (Ζιτούνι) qui est pres de la Patre, a l’ antree de la Blaquie‛. Περί του προς βορράν συνόρου, πληροφορούμεθα ότι τούτο έκειτο παρά την θέσιν Κατακαλού (Catacalo, εκ της βυζαντινής οικογενείας Κατακαλών) || Επέρασαν το σύνορον, όπου χωρίζει ο τόπος || του βασιλέως εκ την Βλαχίαν, Κατακαλού τον λέγουν. (Χρονικόν του Μορέως, στ. 3673-3674)»
-
Μαρτυρία Γ. Παπαγεωργίου Εράλδυ, του 1947, για τους Κουτσόβλαχους και τα Τρίκαλα: α) ότι «οι Βλάχοι της Ελλάδος ήλθον εκ της Ιταλικής Χερσονήσου και εκ των άλλων γειτονικών της Ιταλίας χωρών και ουχί εκ της Ρουμανίας»· β) ότι «ουδεμία πλέον διάκρισις είναι δυνατή μεταξύ Ελλήνων και Κουτσοβλάχων. Ο Ελληνόφωνος Έλλην δεν δύναται να αποδείξη αν δεν είναι Κουτσόβλαχος και ο Βλαχόφωνος Κουτσόβλαχος δεν δύναται να αποδείξει αν δεν είναι Έλλην»· γ) ότι «πατρίς όλων των Βλάχων είναι η Ίστρια ή ειδικώτερον η ΒΔ χώρα της Βαλκανικής, δηλαδή η Βοσνία, η Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιον και τα μεταξύ προς την Β Μακεδονίαν μέρη, ήτοι η STARI VLAH (Παλαιά Βλαχία) των Σέρβων»· δ) ότι «Κατά τον Gustav Meyer η σημερινή Αλβανική γλώσσα μεταξύ των 5.110 ευχρήστων λέξεών της έχει 1.420 βλαχικάς λέξεις, δηλ. σχεδόν το έν τρίτον»· ε) ότι «η Κουτσοβλαχική γλώσσα δεν είναι λατινογενής, δεν έχει δηλαδή μητέρα την Λατινικήν γλώσσαν, αλλ’ ότι είναι αυτοτελής γλώσσα, αδελφή της Λατινικής και Ελληνικής, ένας άλλος κλάδος των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών»· στ) ότι «αποκλείεται η Λατινική να είναι η μήτηρ της Κουτσοβλαχικής. Μήτηρ της Κουτσοβλαχικής καθώς και της Ρουμανικής πρέπει να είναι μία κοινή μορφή και των δύο, την οποίαν ας αποκαλέσωμεν Παλαιοβλαχικήν. Η Παλαιοβλαχική πρέπει να ωμιλείτο επί της εποχής των Ρωμαίων εις την Ιταλικήν Χερσόνησον και τότε θα είχε κάποιο άλλο όνομα, το οποίον δεν γνωρίζομεν. Εκ της Παλαιοβλαχικής διεμορφώθη εις μεν τας Ελληνικάς χώρας η σημερινή Κουτσοβλαχική, εις δε την Δακίαν η Ρουμανική»· ζ) ότι «Η αρχαιοτέρα μαρτυρία του ονόματος [Βλάχος] ευρίσκεται εις το όνομα του επισκόπου Πέλλης της Συρίας, ο οποίος ελέγετο Βαλλάχος και έλαβε μέρος το 325 μ.Χ. εις την εν Νικαία Α΄ Οικουμενικήν Σύνοδον “Βαλλάχος Πέλλης”»· η) ότι στη Σικελία υπήρχε πόλις Τρίκαλα, η οποία «κατεστράφη υπό βαρβάρων τον 6ον μ.Χ. αιώνα, ήτο πόλις ενός λαού, ο οποίος δεν ήτο ούτε ελληνικός ούτε ρωμαϊκός κατά την Εγκυκλοπαιδείαν των Επιστημών της Αρχαιότητος (άρθρον Τρίκαλα)». (Γ. Παπαγεωργίου Εράλδυ, Οι Κουτσόβλαχοι – Συμβολή εις την έρευναν της καταγωγής αυτών. Διάλεξις γενομένη την 30 Απριλίου 1947 εν Τρίκκη της Θεσσαλίας, Τρίκκη 1947, σσ. 23.).
-
Μαρτυρία Γιάννη Βλαχογιάννη (1867-1145), στη βιογραφία του Γ. Καραϊσκάκη, στην οποία επισημαίνει ότι η ελληνική ποιμενική γλώσσα «έχασε την καθαρή ελληνική ποιμενική του γλώσσα κι απόχτησε λεξιλόγιο τεχνικό ή επαγγελματικό ένα κράμα Βλάχικο, Αρβανίτικο, και Σλάβικο». Δεν εξηγεί, ωστόσο, πώς προέκυψε αυτό. (Γ. Βλαχογιάννη, Καραϊσκάκης – Βιογραφία βγαλμένη από ανέκδοτες πηγές, βιβλιογραφία και στοματικές παραδόσεις, Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ιωάννου Δ. Κολλάρου και Σίας ΑΕ, Αθήναι 1948).
-
Μαρτυρία Αντωνίου Δ. Κεραμοπούλλου (1870-1961), του 1953, σε άρθρο του για το αν ο Στράβων γνώριζε ή όχι τους Βλάχους της Πίνδου, και για το αν οι Βλάχοι είναι… οι Περραιβοί του Στράβωνα. «Η λατινογενής γλώσσα, ην έχουν σήμερον οι Βλάχοι, επεδήμησεν εις την Μακεδονικήν ή Ηπειρωτικήν ή Θεσσαλικήν κοινήν ορεινήν ή την πεδινήν χώραν επί της Ρωμαιοκρατίας, ήτοι μετά το 168, και δη και το 146 π.Χ. Τότε υπετάχθησαν πλήρως οι Μακεδόνες. Η ελληνική γλώσσα δε ήτο, ως πιστεύομεν, γλώσσα των αρχαίων Μακεδόνων, ων οι βασιλείς, αι εορταί, οι μήνες έχουσιν από παναρχαίων χρόνων ελληνικά ονόματα. Ούτε θα ήτο η Θεσσαλική διάλεκτος τόσον καθαρώς ελληνική, αν η Μακεδονική ήτο βάρβαρος. Ελληνικήν λοιπόν γλώσσαν έδει να ομιλούν και οι Περραιβοί προ της Ρωμαιοκρατίας. Προσέλαβον έπειτα την λατινικήν ή λατινογενή γλώσσαν και ονομασίαν επί της Ρωμαιοκρατίας, ως περιέγραψα ανωτέρω και αλλαχού». Ενδιαφέρον κείμενο. (Ο Στράβων και οι Βλάχοι της Πίνδου, Εταιρεία Βυζαντινών Σπουδών, Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, Έτος ΚΓ, 1953, σ. 65-73).
-
Μαρτυρία Γεωργίου Ι. Καρβελά (1881-1955) για τους Βλάχους της Πελοποννήσου, με επιβεβαίωση της επί αιώνες παρουσίας τους. «Οι της Στερεάς Ελλάδος Βλάχοι και μάλιστα οι Σαρακατσαναίοι της Φθιώτιδος και της Λοκρίδος και Δωρίδος εν παλαιοτέροις χρόνοις φαίνεται ότι ελάλουν την βλαχικήν, υπάρχουσι δε και μέχρι σήμερον ενιαχού τινες ομιλούντες ταύτην. Οι της Πελοποννήσου όμως Βλάχοι, φαίνεται, ότι εν λίαν περιωρισμένω μέτρω κατά τε έκτασιν και αριθμόν ωμίλησάν ποτε Βλαχικήν γλώσσαν». «Ώστε [εις Πελοπόννησον] το όνομα Βλάχοι φέρουσι και δεν δυσαρεστούνται ούτω καλούμενοι κυρίως Σλαύοι και Αρουμούνοι και ολίγοι από των Αβάρων καταγόμενοι και μετά των Σλαύων όντες ανάμεικτοι. Πάντες οι λοιποί της Πελοποννήσου κάτοικοι είνε διάφοροι των Βλάχων· ούτε οι Τσάκωνες (οι Δωριστί λαλούντες), ούτε οι Μανιάται (της νοτίου μόνον Μάνης, ουχί της παρά τας Καλάμας) καταδέχονται να ονομάση τις αυτούς Βλάχους, ούτε εν τη λοιπή Πελοποννήσω οι κάτοικοι των μη Βλαχικών καλουμένων χωρίων (τσοπελοχωρίων) θέλουσι να θεωρώνται ως ανήκοντες εις την αυτήν προς τους Βλάχους φυλήν». «Αι Πάτραι λ.χ., το Ναύπλιον, αι Καλάμαι είνε πόλεις κατά το μάλλον ή ήττον στερούμεναι Βλάχων· η Τρίπολις όμως και το Άργος δύνανται να θεωρηθώσιν ως πόλεις, εν αις το Βλαχικόν στοιχείον επικρατεί…» – «…της Μεγαλουπόλεως οι κάτοικοι […] είνε κατά το πλείστον Βλάχοι…» – «Αυτός ο Κολοκοτρώνης ωμολόγει τούτο τε και ότι αυτός ην Βλάχος» – «εκ Βλάχων, ως πρέπει πάλιν να ομολογηθή, ότι εν τοις προ της επαναστάσεως χρόνοις οι εν Πελοποννήσω κλέφται και αρματολοί ήσαν κατά κανόνα Βλάχοι (ή και Αλβανοί) και ότι κατ’ αυτήν την επανάστασιν τα υπό των Βλάχων οικούμενα διαμερίσματα ευκολώτερον και ταχύτερον εστρατολογούντο ή τα μη Βλαχικά». (Γεωργίου Ι. Καρβελά, Α΄ Περί Βλάχων – Β΄ Κρήνη Μελάνυδρος – Μέλαν ύδωρ – Μαυρομμάτι – Czina voda, Αθήνα 1997 [εκδότης Γ. Β. Γριτσόπουλος]).
Εδώ τελειώσαμε με τις πηγές-μαρτιρίες και προσεχώς θα ιδούμε τι προκύπτει από αυτές.