—
Το πιο πρόσφατο, τέταρτο κύμα εξάπλωσης της παραλλαγής «Ομικρον» του κορονοϊού είναι λιγότερο επιθετικό και οι πιο απειλητικές επιπτώσεις της νόσου Covid-19 φαίνεται πως εξασθενούν καθημερινά. Το τέλος της διετούς πανδημικής απειλής εξαρτάται μόνο από το πότε ο κορονοϊός θα γίνει ενδημικός;
Εχουν περάσει ακριβώς δύο χρόνια απ’ όταν, στις 11 Μαρτίου 2020, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε ότι η διάδοση του νέου κορονοϊού στους ανθρώπους δεν ήταν μια συνήθης και γεωγραφικά περιορισμένη επιδημία, αλλά μια νέα πλανητική πανδημία. Από τότε, ο κορονοϊός SARS-CoV-2 δεν σταμάτησε να εξαπλώνεται και να προσαρμόζεται στους νέους ξενιστές του, στο ανθρώπινο είδος.
Ετσι, από το αρχικό στέλεχος του ιού διαφοροποιήθηκαν σταδιακά κάποιες κυρίαρχες παραλλαγές, που προκάλεσαν τα τέσσερα επάλληλα κύματα πλανητικών λοιμώξεων. Ωστόσο, από ό,τι φαίνεται, το τρέχον τέταρτο κύμα εξάπλωσης της νόσου Covid-19 είναι λιγότερο επιθετικό και τείνει σταδιακά να εξασθενεί, γεγονός που αποδίδεται στη σχεδόν καθολική επικράτηση της τελευταίας, πολύ πιο ήπιας παραλλαγής «Ομικρον» του κορονοϊού. Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο κορονοϊός έχει γίνει ήδη ενδημικός και άρα πολύ σύντομα η πανδημία θα τελειώσει;
Τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότερες κυβερνήσεις δείχνουν αποφασισμένες να προχωρήσουν –παρά τις αντιρρήσεις αρκετών κορυφαίων ειδικών– στην επίσημη άρση του καθεστώτος «έκτακτης ανάγκης» και των περισσότερων μέτρων, που επί δυο χρόνια είχαν επιβάλει λόγω της πανδημίας. Η επανεκτίμηση, ωστόσο, των υγειονομικών κινδύνων είναι μια οικονομικά και κοινωνικά επιβεβλημένη πολιτική επιλογή που δεν συνεπάγεται αυτομάτως και την ανάκληση όλων των έκτακτων μέτρων υγειονομικής προστασίας.
Ετσι, για παράδειγμα, θα παραμείνουν ενεργά τα μέτρα της υποχρεωτικής χρήσης μάσκας σε κλειστούς χώρους, καθώς και της υποχρεωτικής καραντίνας όσων ανθρώπων (είτε εμβολιασμένων είτε ανεμβολίαστων) είναι θετικοί στα τεστ ανίχνευσης του κορονοϊού, επειδή μόνο αυτά τα στοιχειώδη μέτρα προστασίας μπορούν να εγγυηθούν τη λιγότερο επισφαλή επανεκκίνηση της κοινωνικής ζωής μας.
Ανεξάρτητα, λοιπόν, από τις ιδιοτελείς σκοπιμότητες και την επιστημονική αξιοπιστία της επικείμενης εξαγγελίας «εξόδου από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης», θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι ο νέος πανδημικός κορονοϊός δεν πρόκειται να εξαφανιστεί ως διά μαγείας και ακόμη λιγότερο μέσω πολιτικών αποφάσεων. Αντίθετα, λόγω των μεγάλων υγειονομικών και εμβολιαστικών ανισοτήτων που υπάρχουν μεταξύ των χωρών, ο κορονοϊός μοιραία θα εξακολουθήσει να κυκλοφορεί, να αναπαράγεται και να εξελίσσεται για ακόμη πολύ χρόνο και με μη προβλέψιμους τρόπους.
Τρία σενάρια για το τέλος της πανδημίας
Οι πιο πρόσφατες, ιδιαίτερα μεταδοτικές παραλλαγές «Δέλτα» και «Όμικρον» αποτελούν σαφή εξελικτική προσαρμογή (αρμοστικότητα) του κορονοϊού στους ανθρώπινους πληθυσμούς: η αυξημένη μεταδοτικότητά τους δεν συνοδεύεται από αύξηση της θνητότητάς τους, διότι προφανώς οι ιοί δεν έχουν κανένα συμφέρον να σκοτώνουν τους ξενιστές τους. Σε κάθε περίπτωση, όταν η αύξηση της αναπαραγωγικής ικανότητας μιας νέας παραλλαγής συνοδεύεται από σαφή μείωση της θνητότητά της, τότε αυτή η παραλλαγή τείνει να γίνει ενδημική.
Ανασυγκροτώντας την πορεία και τη δυναμική των επικρατέστερων παραλλαγών του κορονοϊού, οι ιολόγοι και οι επιδημιολόγοι διαπίστωσαν σαφή τάση των πιο πρόσφατων παραλλαγών να αναπαράγονται και να μεταδίδονται πολύ ταχύτερα, ώστε να διαφεύγουν από την επίκτητη ή εμβολιαστική ανοσία των ξενιστών τους. Αν σε αυτό προσθέσουμε και το γεγονός της μικρότερης θνητότητας, τότε είναι σαφές ότι ο κορονοϊός τείνει να γίνει προοδευτικά ενδημικός και η νόσος Covid-19 ηπιότερη και εποχική. Κάτι που κατ’ επανάληψη έχει συμβεί στο παρελθόν και με άλλους ιούς του ανθρώπινου αναπνευστικού συστήματος, όπως π.χ. με τον ιό της γρίπης.
Σύμφωνα με την κορυφαία Γαλλίδα επιδημιολόγο Σιλβί Μπριάν (Sylvie Briand), διευθύντρια του Τμήματος Πανδημίας και Επιδημικών Ασθενειών στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, σήμερα είναι ορατά τρία ισοπίθανα, εναλλακτικά σενάρια σχετικά με τη μελλοντική εξέλιξη-διαχείριση της πανδημίας: δύο αισιόδοξα και ένα πιο καταστροφικό.
Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, όσο η μεταδοτικότητα του κορονοϊού παραμένει εξίσου υψηλή με τη σημερινή και παρά το γεγονός ότι καταγράφονται λιγότερο σοβαρά ιατρικά συμπτώματα, εξακολουθούμε να εφαρμόζουμε παντού τα ίδια πολύ γνωστά μέτρα προστασίας. Το δεύτερο, ακόμα πιο αισιόδοξο σενάριο, σύμφωνα με τη Σιλβί Μπριάν, είναι ότι η νόσος CPVID-19 εμφανίζεται πλέον παντού ως ενδημική ασθένεια, με ετήσιες περιόδους έξαρσης, που με την κατάλληλη επιδημιολογική επιτήρηση μπορούν να αντιμετωπιστούν εμβολιαστικά, όπως κάνουμε κάθε χρόνο με τον ιό της γρίπης.
Το τρίτο πολύ πιο απαισιόδοξο, αλλά εξίσου πιθανό σενάριο εξαρτάται κυρίως από την εμφάνιση νέων, ιδιαίτερα επιθετικών παραλλαγών του κορονοϊού, οι οποίες μπορούν κάλλιστα να εμφανιστούν σε έναν από τους πολυάριθμους πληθυσμούς, όπου οι εμβολιασμοί και η τοπική επιδημιολογική επιτήρηση για τον εντοπισμό επικίνδυνων παραλλαγών αποτελούν άπιαστα όνειρα. Πάντως και για τη Σιλβί Μπριάν θεωρείται βέβαιο ότι «δεν βρισκόμαστε ακόμη στο τέλος του τούνελ. Ολα θα εξαρτηθούν από το πώς θα εξελιχθεί η πανδημική κατάσταση τους επόμενους μήνες».
Συνεπώς, κανένα από τα τρία πιο πιθανά σενάρια για το μέλλον του κορονοϊού δεν προβλέπει την επικείμενη και διά παντός εξάλειψή του. Στην καλύτερη περίπτωση, θα μεταλλαχθεί σε κάτι ανάλογο με τον εποχικό ιό της γρίπης: με περιόδους υψηλής μεταδοτικότητας κάθε χρόνο, που θα αντιμετωπίζονται εγκαίρως με τα κατάλληλα ανανεωμένα εμβόλια.
Το πόσο συχνά θα πρέπει να ανανεώνονται τα εμβόλια αντι-Covid δεν είναι ακόμη σαφές, αλλά θα εξαρτηθεί κυρίως από το πόσο γρήγορα θα εξαναγκαστεί ο ενδημικός κορονοϊός να μεταλλάσσεται ώστε να ξεγελά ή να παρακάμπτει το εμβολιαστικά «εκπαιδευμένο» ανοσιακό μας σύστημα.
Τέλος της πανδημίας αλλά όχι του κορονοϊού
Γιατί, παρά τους μαζικούς εμβολιασμούς και τα πρωτοφανή μέτρα προστασίας, δεν είναι ορατό ένα τέλος της πανδημίας; Ενα μάθημα που θα έπρεπε να έχουμε πάρει από την επώδυνη διετή εμπειρία της τρέχουσας πανδημίας είναι ότι ο νέος κορονοϊός διέψευσε συστηματικά όλες τις προβλέψεις μας σχετικά με τη μελλοντική δυναμική του: οι φαινομενικές ομοιότητες με τον πρώτο, πολύ πιο επιθετικό κορονοϊό SARS-1, που προκάλεσε μια σύντομη τοπική επιδημία το 2002-2003, δημιούργησαν αρχικά την ελπίδα ότι και ο τωρινός κορονοϊός θα εξαφανιστεί εξίσου γρήγορα με τον πρώτο.
Το γεγονός, όμως, ότι ο νέος κορονοϊός μπορεί να μεταδίδεται όχι μόνο από όσους νοσούν, αλλά εξίσου ή και περισσότερο από ασυμπτωματικούς φορείς τού προσέφερε και εξακολουθεί να του προσφέρει ένα σαφές πλεονέκτημα για να γίνει και να παραμείνει πανδημικός. Αυτή η αρχική παραγνώριση του κινδύνου είχε ως συνέπεια μία τοπικά περιορισμένη επιδημία στην Κίνα να μετατραπεί, πολύ σύντομα, σε πανδημία με εκατομμύρια νεκρούς.
Ένας επιπρόσθετος παράγοντας για τη διατήρηση πανδημικής κρίσης ήταν ότι η εντυπωσιακή ταχύτητα δημιουργίας των νέων εμβολίων και οι μαζικοί εμβολιασμοί που ακολούθησαν δημιούργησαν στα περισσότερα άτομα την εντελώς αβάσιμη προσδοκία ότι το κάθε νέο κύμα διάδοσης του κορονοϊού θα είναι και το τελευταίο, κάτι που, μέχρι τώρα, δεν επιβεβαιώθηκε. Πάντως, στις πιο ανεπτυγμένες χώρες, ο συνδυασμός των μαζικών εμβολιασμών με τα μέτρα υγειονομικής προστασίας συνέβαλαν όντως αποφασιστικά στην προστασία των ανθρώπων από τις νέες, πολύ πιο επιθετικές παραλλαγές, όπως ο κυρίαρχος, μέχρι πρόσφατα, κορονοϊός «Δέλτα».
Παρ’ όλα αυτά, για τον ΠΟΥ η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν έχει καθόλου παρέλθει, αφού πριν από έναν μήνα (από τις 31 Ιανουαρίου μέχρι τις 6 Φεβρουαρίου) καταγράφηκε μια πτώση μόλις κατά 17% των νέων κρουσμάτων και περίπου 7% των θανάτων από Covid-19. Σχολιάζοντας τα νέα επιδημιολογικά δεδομένα ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, δήλωσε: «Ανάλογα με το πού ζει κανείς, μπορεί να φαίνεται ότι η πανδημία της νόσου Covid-19 έχει σχεδόν τελειώσει ή, εναλλακτικά, ότι βρίσκεται στη χειρότερη στιγμή της, πάντως όπου και να ζείτε ο κορονοϊός δεν έχει τελειώσει».
Με τη δήλωση αυτή συμφωνούν πολλοί κορυφαίοι επιστήμονες, επειδή αναδεικνύει το αδιαμφισβήτητο πια γεγονός ότι οι ιοί δεν γνωρίζουν πατρίδα, ούτε και σύνορα στις μετακινήσεις τους. Επομένως, το αίσθημα της προσωπικής ή εθνικής ασφάλειας λόγω των μαζικών και επαναλαμβανόμενων εμβολιασμών ίσως αποδειχτεί μόνο ψευδαίσθηση όταν δεν συνοδεύεται από εμβολιαστική ισότητα και από έμπρακτες ενέργειες αλληλεγγύης για τους λαούς που παραμένουν ανεμβολίαστοι. Ένα καυτό ζήτημα που θα εξετάσουμε αναλυτικότερα στο επόμενο άρθρο.