Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζητά από ΕΕ και ΝΑΤΟ αντίδραση «αντίστοιχη της πρωτοφανούς ρωσικής προκλητικότητας»
«Ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ συντονιζόμαστε με τους εταίρους μας ώστε η αντίδρασή μας να μην είναι απλά κοινή, αλλά να είναι και αντίστοιχη της πρωτοφανούς ρωσικής προκλητικότητας», δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ μετά την ρωσική επίθεση στην Ουκρανία.
Με τον παραπάνω τρόπο η κυβέρνηση επιλέγει την ενεργή συμμετοχή της χώρας στους πολεμικούς ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, με απρόβλεπτες κι επικίνδυνες συνέπειες. Έτσι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίζεται σαν λαγός και ζητά πολεμική απάντηση από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τι άλλο, άλλωστε, μπορεί να σημαίνει η φράση για αντίδραση «αντίστοιχη της πρωτοφανούς προκλητικότητας»;
Ο πρωθυπουργός υποστήριξε, μεταξύ άλλων: «Από θέση αρχής η Ελλάδα σέβεται την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία όλων των χωρών. Καταδικάζει, συνεπώς, ανεπιφύλακτα αναθεωρητικές ενέργειες που αντιβαίνουν σε αυτές τις αξίες. Και πολύ περισσότερο καταδικάζει την ωμή βία από την οποία, δυστυχώς, πολλοί αθώοι θα χάσουν τη ζωή τους (…) Η παγκόσμια κοινότητα έχει την ευκαιρία να αντισταθεί στην ισχύ των όπλων και στην αμφισβήτηση των συνόρων και των διεθνών συνθηκών. Ο πολιτισμός και οι κατακτήσεις του 21ου αιώνα δεν πρέπει να επιτρέψουν την επιστροφή του κόσμου στις συνθήκες βίας άλλων εποχών και στις ένοπλες λύσεις των διακρατικών διαφορών».
Η «θέση αρχής» την οποία επικαλείται ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ισχύει πάντα. Πρόκειται για προκλητική υποκρισία. Όταν είχαμε τις δυνάμεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ να πλήττουν εδαφική ακεραιότητα, εντός κι εκτός Ευρώπης (Γιουγκοσλαβία, Κόσοβο, Ιράκ, Αφγανιστάν) δεν υπήρχε ανάλογη ευαισθησία. Αντίθετα, η χώρα ακολουθούσε το ευρωΝΑΤΟϊκό άρμα, συμμετέχοντας στις πολεμικές επιχειρήσεις, με τη χρήση και των βάσεων.
Κατά τα άλλα ο πρωθυπουργός είπε ότι «η κυβέρνηση προσαρμόζει τις πολιτικές της στα νέα δεδομένα, όπως αυτά διαμορφώνονται. Σε εθνικό επίπεδο έχει, ήδη, εξασφαλιστεί η ενεργειακή επάρκεια και επεξεργαζόμαστε σενάρια που θα αφορούν την, όσο το δυνατόν, μεγαλύτερη απορρόφηση των διακυμάνσεων των τιμών της ενέργειας. Είναι ένα πρόβλημα, όμως, το οποίο είναι πανευρωπαϊκό και γι’ αυτό και απαιτεί μία πανευρωπαϊκή λύση. Και αυτό μπορεί να σημαίνει μέχρι και ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία για την αντιμετώπιση των ενεργειακών ανατιμήσεων, όσο αυτές διαρκούν».