Γιώργης Έξαρχος: Το ψεύδος, λόγω «δωροδοκίας του Ευριπίδη», για τη… «φόνισσα Μήδεια»!
«ἐπικρατῆσαι τοῦ ἀληθοῦς τὸ ψεῦδος
Το όνομα ΜΗΔΕΙΑ συνδέεται ετυμολογικά με το ρήμα μήδομαι, που δηλώνει τη νόηση και λαμβάνει ποικίλες σημασίες, όπως: σκέφτομαι, βουλεύομαι, σχεδιάζω, μελετώ, παρασκευάζω, μηχανεύομαι, δρω ευφυώς ή επιδέξια, επινοώ, εφευρίσκω, εξετάζω, φρονώ, συλλογίζομαι, στοχάζομαι, προνοώ, ενθυμούμαι, φροντίζω, μεριμνώ, ενδιαφέρομαι.
Θα αποπειραθώ να αποκαλύψω το πώς ένα «ιστορικό ψεύδος» επιβλήθηκε και κυριαρχεί σαν «επιστημονική αλήθεια», όταν τα ιστορικά τεκμήρια κάνουν λόγο για «δωροδοκία» και για «εξαγορά του ψευδολόγου», και όταν ο δωροδοκηθείς ψευδολόγος είναι ο εκ των μεγίστων των τραγωδών μας Ευριπίδης, στον οποίο με δέος και σεβασμό και αγάπη υποκλίνομαι, για τα αθάνατα έργα που μας κληροδότησε. Θα πω δυο λόγια για τον ποιητή και το έργο του ΜΗΔΕΙΑ, και κατόπιν θα θέσω στη διάθεση του αναγνώστη τα τεκμήρια που πιστοποιούν ότι η Μήδεια δεν υπήρξε φόνισσα των παιδιών της… Καλή ανάγνωση…
Ιάσων και Μήδεια ενώνουν τα δεξιά χέρια (dextrarum junctio), χειρονομία που συμβολίζει τον γάμο. Ρωμαϊκή σαρκοφάγος του ύστερου 2ου αι.
Ο Ευριπίδης (485-406 π.Χ.) υπήρξε τραγικός ποιητής και ένας από τους τρεις μεγάλους δάσκαλους του αττικού δράματος. Με καταγωγή από τη Φλύα, δήμο της Κεκρωπίας (νυν Χαλάνδρι), λέγεται ότι γεννήθηκε στη Σαλαμίνα τη μέρα της ναυμαχίας, όταν ο Αισχύλος (525 ή 524-456 π.Χ.) αγωνιζόταν ως πρόμαχος άνδρας, και ο Σοφοκλής (496-406 π.Χ.) ως έφηβος έσερνε τον χορό τους για το επινίκιο τρόπαιο.
Ο ποιητής δεν ήταν επιφανούς γενιάς, όπως οι άλλοι τραγικοί. Γονείς του φέρονται να ήταν ο Μνήσαρχος και η Κλειτώ, που ο Αριστοφάνης (~445-386 π.Χ.) σκώπτει ως λαχανοπώλη (Αχαρν. 480, Ιππ. 19). Ο Ευριπίδης έζησε τα νιάτα κατά τον χρυσό αιώνα του Περικλή (~495-429 π.Χ.), και ήταν γέρος στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.Χ.), στον οποίο έχασε έναν από τους γιους του. Στα έργα του συνυπάρχουν στοιχεία από το έργο των σοφιστών, καθώς και οι νέες ιδέες, τα νέα προβλήματα, τα οποία αντικατοπτρίζουν την αμφισβήτηση και τις πνευματικές έριδες της εποχής του. Κατά τον Φιλόχορο (3ος αι. π.Χ., ιστορικός), ο ποιητής έτυχε επιμελημένης αγωγής και σε συμμετοχή του σε εορτές του δήμου του έγινε πυρφόρος του λατρευομένου Ζωστηρίου Απόλλωνα, και έλαβε μέρος σε αγώνες όπως το παγκράτιο και η πυγμή στους οποίους νίκησε, και στους γυμνικούς αγώνες στα Παναθήναια. Γρήγορα απαρνήθηκε τον αθλητισμό και μίσησε τους αθλητές, διότι κατά τον ίδιο:
«κακών γαρ μυρίων όντων καθ΄ Ελλάδα,
ουδέν κάκιον έστιν αθλητών γένος»
(Απόσπ. 284)
(«το κακό είναι τεράστιο στην Ελλάδα,
τίποτα πιο κακό όμως δεν υπάρχει από το γένος των αθλητών»).
Ο ιδιωτικός βίος του δεν ήταν ευτυχής. Η πρώτη γυναίκα του, η Χοιρίνη, αποπέμφθηκε για ακολασία. Η δεύτερη γυναίκα του, η Μελιτώ, υπήρξε ακόλαστη –πιο πολύ από την πρώτη– και τον εγκατέλειψε. Με την πρώτη γυναίκα του απόχτησε τρεις γιους: τον Μνησαρχίδη (έμπορος), τον Μνησίλοχο (υποκριτής) και τον Ευριπίδη τον νεότερο, που δίδαξε (ανέβασε) δράματα του πατέρα του μετά τον θάνατο εκείνου. Αναφέρεται και τέταρτος γιος, ο Ξενοφών, που σκοτώθηκε το 428 π.Χ., έτος που ο Ευριπίδης διακρίθηκε για τον Ιππόλυτο.
Ιάσων και Μήδεια (Πίνακας Θεόφιλου Χατζημιχαήλ ή Κεφαλά: 1870-1934).
Ο Ευριπίδης, εκτός ενός επινίκιου προς τιμή του Αλκιβιάδη (450-404 π. Χ.), που νίκησε στο άρμα, και μιας ελεγείας προς τιμή των πεσόντων Αθηναίων στις Συρακούσες, εποίησε 92 δράματα ή 23 τετραλογίες. Όμως, στα χρόνια των βιογράφων του σώζονταν μόνο τα 78 δράματα εκ των οποίων τα 8 ήταν σατυρικά. Σήμερα είναι γνωστοί 81 τίτλοι έργων του, εκ των οποίων έχουν διασωθεί «πλήρη» 19, εκ των οποίων ένα (1) σατυρικό. Αν και είχε έντονη συγγραφική δράση, εντούτοις, επειδή προξένησε πολύ θόρυβο για την εποχή του, δεν τον επιδοκίμαζε ιδιαίτερα το κοινό, γεγονός που φαίνεται και από το ότι ο Ευριπίδης αν και συμμετείχε πενήντα χρόνια στους δραματικούς αγώνες, βγήκε πρώτος σε αυτούς μόλις τέσσερις φορές. Για πρώτη φορά συμμετείχε σε ποιητικό αγώνα το 455 π.Χ., τρία χρόνια μετά την «Ορέστεια» του Αισχύλου (358 π.Χ.), και βγήκε τρίτος (ο Ευριπίδης) με το έργο «Πελιάδας» με το οποίο πήρε τις «τριτείες», και εφεξής δίδασκε μέχρι το τέλος του βίου του. Κατά το Πάριο μάρμαρο το 441 π.Χ., σε αγώνα αξιώθηκε πρωτείων σε ηλικία μόλις 39 ετών.
Ένα επίγραμμά στην Παλατινή Ανθολογία (Χ 107) γράφει:
«σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης,
ανδρών δ΄ απάντων Σωκράτης σοφότατος»
Τα διασωθέντα 19 πλήρη έργα από τους 81 γνωστούς τίτλους, με αλφαβητική σειρά και το έτος παρουσίασής τους, έχουν ως ακολούθως: Άλκηστις (438 π.Χ.), Ανδρομάχη (420 π.Χ.), Βάκχαι (άγνωστο έτος), Εκάβη (425 π.Χ.), Ελένη (412 π.Χ.), Ηλέκτρα (413 π.Χ.), Ηρακλείδαι (417 π.Χ.), Ηρακλής μαινόμενος (424 π.Χ.), Ικέτιδες (429 π.Χ.), Ιππόλυτος (428 π.Χ.), Ιφιγένεια η εν Αυλίδι (άγνωστο έτος), Ιφιγένεια η εν Ταύροις (άγνωστο έτος), Ίων (412 π.Χ.), Κύκλωψ (σατυρικό, άγνωστο έτος), Μήδεια (431 π.Χ.), Ορέστης (408 π.Χ.), Ρήσος (453 π.Χ.), Τρωάδες (415 π.Χ.), Φοίνισσαι (408 π.Χ.).
«ΥΠΟΘΕΣΙΣ ΜΗΔΕΙΑΣ
Ιάσων εις Κόρινθον ελθών, επαγόμενος και Μήδειαν, εγγυάται την Κτέοντος, του Κορινθίων βασιλέως, θυγατέρα Γλαύκην, προς γάμον. μέλλουσα δε η Μήδεια φυγαδεύσθαι υπό Κρέοντος εκ της Κορίνθου, παραιτησαμένη μίαν ημέραν μείναι, και τυχούσα, μισθόν της χάριτος δώρα διά των παίδων πέμπει τη Γλαύκη, εσθήτα, και χρυσούν στέφανον, οις εκείνη χρησαμένη διαφθείρεται· και ο Κρέων δε, περιπλακείς τη θυγατρί, απόλλυται. Μήδεια δε, τους εαυτής παίδας αποκτείνασα, εφ’ άρματος δρακόντων πτερωτών, ο παρ’ Ηλίου έλαβεν, έποχος γενομένη, αποδιδράσκει εις Αθήνας, κακείσε Αιγεί τω Πανδίονος γαμείται. Φερεκύδης δε και Σιμωνίδης φασίν, ως η Μήδεια εψήσασα τον Ιάσονα νέον ποήσειε· περί δε του πατρός αυτού, Αίσονος, ο τους Νόστους ποιήσας φησίν ούτως·
Αυτίκα δ’ Αίσονα θήκε φίλον κόρον ηβώοντα,
Γήρας αποξύσασ’ ειδυίησι πραπίδεσσι,
Φάρμακα πολλ’ έψουσ’ επί χρυσείοισι λέβησιν.»
Αισχύλος δ’ εν ταις Διονύσου Τροφοίς ιστορεί, ότι και τας Διονύσου τροφούς μετά των ανδρών αυτών ανεψήσασα, ενεοποίησε. Στάφυλος δε φησι, τον Ιάσονα τρόπον τινά υπό της Μηδείας αναιρεθήναι· εγκελεύσασθαι γαρ αυτήν υπό τη πρύμνη της Αργούς αυτόν κατακοιμηθήναι, μελλούσης της νεώς διαλύεσθαι υπό του χρόνου· επιπεσούσης γουν της πρύμνης τω Ιάσονι, τελευτήσαι αυτόν.
ΜΗΔΕΙΑ
[Το δράμα δοκεί υποβαλέσθαι, γενναιφρόνως διασκευάσας, ως Δικαίαρχός τε περί του Ελλάδος βίου και Αριστοτέλης εν υπομνήμασι· μέμφονται δε αυτώ το μη πεφυλακέναι την υπόκρισιν τη Μηδεία, αλλά πεσείν εις δάκρυα, ότε επεβούλευσε τω Ιάσονι και τη γυναικί. επαινείται δε η εισβολή διά το παθητικώς άγαν έχειν και η επεξεργασία, μήδ’ εν νάπαισι, και τα εξής· όπερ αγνοήσας Τιμαχίδας τω υστέρω φησί πρώτω κεχρήσθαι, ως και ο Όμηρος (Οδυσσ. Ε 265)· είματά τ’ αμφίεσασα θυώδεα και λούσασα.]
Αριστοφάνους Γραμματικού. Μήδεια διά την προς Ιάσονα έχθραν, τω εκείνον γεγαμηκέναι την Κρέοντος θυγατέρα Γλαύκην, απέκτεινε μεν Γλαύκην, Κρέοντα, και τους ιδίους υιούς, εχωρίσθη δ’ Ιάσονος, Αιγεί συνοικήσασα. παρ’ ουδετέρω κείται η μυθοποιΐα.
Η μεν σκηνή του δράματος υπόκειται εν Κορίνθω· ο δε χορός συνέστηκεν εκ γυναικών πολιτίδων· προλογίζει δε τροφός Μηδείας. Εδιδάχθη επί Πυθοδώρου άρχοντος κατά την ογδοηκοστήν εβδόμην Ολυμπιάδα· πρώτος Ευφορίων, δεύτερος Σοφοκλής, τρίτος Ευριπίδης. Μήδεια, Φιλοκτήτης, Δίκτυς, Θερισταί Σάτυροι· ου σώζεται.
Τα του δράματος πρόσωπα· τροφός, παιδαγωγός, Μήδεια, χορός γυναικών, Κρέων, Ιάσων, Αιγεύς, άγγελος, παίδες Μη-δείας.» (Ricardus Porson, Ευριπίδου Μήδεια, 1821, σ. 4-5).
———————— *Γιώργης Σ. Έξαρχος / Συγγραφέας – Ερευνητής / Βιογραφικό – Κάνετε κλικ
Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα κείμενα / εργασίες του Γιώργη Έξαρχου μπορείτε να τα διαβάζετε κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο ΕΔΩ
———————-
Αυτά, λοιπόν, για το ευριπίδειο δράμα. Τι λένε όμως οι αρχαίοι συγγραφείς για τα βιογραφικά της Μήδειας, αυτού του τόσο πολύ συζητημένου προσώπου – «παιδοκτόνου»;
Ο Όμηρος, που γνωρίζει για την Αργοναυτική εκστρατεία («… παρέπλω ποντοπόρος νηύς / Αργώ πάσι μέλουσα, παρ’ Αιήταο πλέουσα» [Οδ. Μ, 69-70]), δεν κάνει καμιά αναφορά στη Μήδεια. Ο Ησίοδος όμως, δίνει αναλυτικά τη γενεαλογία της: «Ηελίω δ’ ακάμαντι τέκε κλυτός Ωκεανίνη / Περσηίς Κίρκην τε και Αιήτην βασιλήα. / Αιήτης δ’ υιός φεασιμβρότου Ηελίοιο / κούρην Ωκεανοίο τελήεντος ποταμοίο / γήμε θεών βουλήσιν, Ιδυίαν καλλιπάρηον· / η δη οι Μήδειαν εύσφυρον εν φιλότητι / γείναθ’ υποδμηθείσα διά χρυσήν Αφροδίτην.» (Θεογονία, 956-962). Με απλά λόγια: πατέρας της Μήδειας είναι ο Αιήτης, γιος του Ήλιου και της Ωκεανίδας Περσηίδας, και αδελφή του είναι η Κίρκη (οπότε αυτή είναι θεία της Μήδειας), ενώ μητέρα της Μήδειας είναι η Ωκεανίδα Ιδυία· πατρίδα της Μήδειας είν’ η Αία, στη χώρα της Κολχίδας, όπου βασιλιάς είναι ο Αιήτης.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει την Εκάτη, ως μητέρα της Μήδειας: «[4,45] Ἐπιζητούσης δὲ τῆς ἱστορίας τὰς τῆς ξενοκτονίας αἰτίας, ἀναγκαῖον βραχέα διελθεῖν, ἄλλως τε καὶ τῆς παρεκβάσεως οἰκείας ἐσομένης ταῖς τῶν Ἀργοναυτῶν πράξεσι. φασὶ γὰρ Ἡλίου δύο γενέσθαι παῖδας, Αἰήτην τε καὶ Πέρσην· τούτων δὲ τὸν μὲν Αἰήτην βασιλεῦσαι τῆς Κολχίδος, τὸν δ´ ἕτερον τῆς Ταυρικῆς, ἀμφοτέρους δὲ διενεγκεῖν ὠμότητι. καὶ Πέρσου μὲν Ἑκάτην γενέσθαι θυγατέρα, τόλμῃ καὶ παρανομίᾳ προέχουσαν τοῦ πατρός· φιλοκύνηγον δ´ οὖσαν ἐν ταῖς ἀποτυχίαις ἀνθρώπους ἀντὶ τῶν θηρίων κατατοξεύειν. φιλότεχνον δ´ εἰς φαρμάκων θανασίμων συνθέσεις γενομένην τὸ καλούμενον ἀκόνιτον ἐξευρεῖν, καὶ τῆς ἑκάστου δυνάμεως πεῖραν λαμβάνειν μίσγουσαν ταῖς διδομέναις τοῖς ξένοις τροφαῖς. ἐμπειρίαν δὲ μεγάλην ἐν τούτοις ἔχουσαν πρῶτον μὲν τὸν πατέρα φαρμάκῳ διαφθεῖραι καὶ διαδέξασθαι τὴν βασιλείαν, ἔπειτ´ Ἀρτέμιδος ἱερὸν ἱδρυσαμένην καὶ τοὺς καταπλέοντας ξένους θύεσθαι τῇ θεῷ καταδείξασαν ἐπ´ ὠμότητι διονομασθῆναι. μετὰ δὲ ταῦτα συνοικήσασαν Αἰήτῃ γεννῆσαι δύο θυγατέρας, Κίρκην τε καὶ Μήδειαν, ἔτι δ´ υἱὸν Αἰγιαλέα. καὶ τὴν μὲν Κίρκην εἰς φαρμάκων παντοδαπῶν ἐπίνοιαν ἐκτραπεῖσαν ἐξευρεῖν ῥιζῶν παντοίας φύσεις καὶ δυνάμεις ἀπιστουμένας· οὐκ ὀλίγα μὲν γὰρ ὑπὸ τῆς μητρὸς Ἑκάτης διδαχθῆναι, πολὺ δὲ πλείω διὰ τῆς ἰδίας ἐπιμελείας ἐξευροῦσαν μηδεμίαν ὑπερβολὴν ἀπολιπεῖν ἑτέρᾳ πρὸς ἐπίνοιαν φαρμακείας. δοθῆναι δ´ αὐτὴν εἰς γάμον τῷ βασιλεῖ τῶν Σαρματῶν, οὓς ἔνιοι Σκύθας προσαγορεύουσι. καὶ τὸ μὲν πρῶτον τὸν ἄνδρα φαρμάκοις ἀνελεῖν, μετὰ δὲ ταῦτα τὴν βασιλείαν διαδεξαμένην πολλὰ κατὰ τῶν ἀρχομένων ὠμὰ πρᾶξαι καὶ βίαια. διόπερ ἐκπεσοῦσαν τῆς βασιλείας κατὰ μέν τινας τῶν μυθογράφων φυγεῖν ἐπὶ τὸν ὠκεανόν, καὶ νῆσον ἔρημον καταλαβομένην ἐνταῦθα μετὰ τῶν συμφυγουσῶν γυναι-κῶν καθιδρυθῆναι, κατὰ δέ τινας τῶν ἱστορικῶν ἐκλιποῦσαν τὸν Πόντον κατοικῆσαι τῆς Ἰταλίας ἀκρωτήριον τὸ μέχρι τοῦ νῦν ἀπ´ ἐκείνης Κίρκαιον ὀνομαζόμενον. [4,46] τὴν δὲ Μήδειαν ἱστοροῦσι μαθεῖν παρά τε τῆς μητρὸς καὶ τῆς ἀδελφῆς ἁπάσας τὰς τῶν φαρμάκων δυνάμεις, προαιρέσει δ´ ἐναντιωτάτῃ χρῆσθαι· διατελεῖν γὰρ τοὺς καταπλέοντας τῶν ξένων ἐξαιρουμένην ἐκ τῶν κινδύνων, καὶ ποτὲ μὲν παρὰ τοῦ πατρὸς αἰτεῖσθαι δεήσει καὶ χάριτι τὴν τῶν μελλόντων ἀπόλλυσθαι σωτηρίαν, ποτὲ δ´ αὐτὴν ἐκ τῆς φυλακῆς ἀφιεῖσαν προνοεῖσθαι τῆς τῶν ἀτυχούντων ἀσφαλείας· τὸν γὰρ Αἰήτην τὰ μὲν διὰ τὴν ἰδίαν ὠμότητα, τὰ δ´ ὑπὸ τῆς γυναικὸς Ἑκάτης πεισθέντα, προσδέξα-σθαι τὸ τῆς ξενοκτονίας νόμιμον. ἀντιπραττούσης δὲ τῆς Μηδείας ἀεὶ μᾶλλον τῇ προαιρέσει τῶν γονέων, φασὶ τὸν Αἰήτην ὑποπτεύσαντα τὴν ἐκ τῆς θυγατρὸς ἐπιβουλὴν εἰς ἐλευθέραν αὐτὴν ἀποθέσθαι φυλακήν· τὴν δὲ Μήδειαν διαδρᾶσαν καταφυγεῖν εἴς τι τέμενος Ἡλίου κείμενον παρὰ θάλατταν. καθ´ ὃν δὴ χρόνον τοὺς Ἀργοναύτας ἀπὸ τῆς Ταυρικῆς κομισθέντας νυκτὸς καταπλεῦσαι τῆς Κολχίδος εἰς τὸ προειρημένον τέμενος. ἔνθα δὴ περιτυχόντας τῇ Μηδείᾳ πλανωμένῃ παρὰ τὸν αἰγιαλόν, καὶ μαθόντας παρ´ αὐτῆς τὸ τῆς ξενοκτονίας νόμιμον, ἀποδέξασθαι μὲν τὴν ἡμερότητα τῆς παρθένου, δηλώσαντας δ´ αὐτῇ τὴν ἑαυτῶν ἐπιβολὴν πάλιν παρ´ ἐκείνης μαθεῖν τὸν ὑπάρχοντα αὐτῇ κίνδυνον ἀπὸ τοῦ πατρὸς διὰ τὴν πρὸς τοὺς ξένους εὐσέβειαν. κοινοῦ δὲ τοῦ συμφέροντος φανέντος, τὴν μὲν Μήδειαν ἐπαγγείλασθαι συνεργήσειν αὐτοῖς μέχρι ἂν συντελέσωσι τὸν προκείμενον ἆθλον, τὸν δ´ Ἰάσονα διὰ τῶν ὅρκων δοῦναι πίστεις ὅτι γήμας αὐτὴν ἕξει σύμβιον ἅπαντα τὸν τοῦ ζῆν χρόνον. μετὰ δὲ ταῦτα τοὺς Ἀργοναύτας ἀπολιπόντας φυλακὰς τῆς νεώς, νυκτὸς ὁρμῆσαι μετὰ τῆς Μηδείας ἐπὶ τὸ χρυσόμαλλον δέρος· περὶ οὗ τὰ κατὰ μέρος οἰκεῖον ἂν εἴη διελθεῖν, ἵνα μηδὲν τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν ὑποκειμένην ἱστορίαν ἀγνοῆται.» (Βιβλ. 4. 45 και 4.46). Με απλά λόγια: η Εκάτη, κόρη του Πέρση και εγγονή του Ήλιου, είναι έμπειρη γνώστρια της φαρμακευτικής και της μαγείας, σκοτώνει τον πατέρα της και παντρεύεται τον θείο της Αιήτη, με τον οποίο γεννά δύο κόρες, Κίρκη και Μήδεια, στις οποίες μεταδίδει τις γνώσεις της πάνω στη φαρμακευτική και στη μαγεία.
Συνάγεται ότι η Μήδεια –είτε είναι κόρη της Ειδυίας είτε της Εκάτης, θεάς της μαγείας, είτε και ως ιέρεια στον ναό της Εκάτης– έχει διδαχθεί την τέχνη της μαγείας, και ότι διαθέτει υπερφυσικές ικανότητες και περίσσια γνώση και σοφία. Επί πλέον, το γεγονός ότι συνδέεται με τον Ήλιο και τη μυθική Αία, την τοποθετούν στον μυστηριακό κόσμο της μαγείας.
Τον γάμο της Μήδειας με τον Ιάσονα τον αναφέρει πάλι ο Ησίοδος, στο πλαίσιο ενός καταλόγου αθάνατων γυναικών που έσμιξαν με θνητούς άντρες και γέννησαν θεϊκά τέκνα, κάτι που σημαίνει ότι η Μήδεια είναι θεά:
«Κούρην δ’ Αιήταο διοτρεφέος βασιλήος / Αισονίδης βουλήσι θεών αιειγενετάων / ήγε παρ’ Αιήτεω, τελέσας στονόεντας αέθλους, / τους πολλούς επέτελλε μέγας βασιλεύς υπερήνωρ, / υβριστής Πελίης και ατάσθαλος, ομβριμοεργός. / Τους τελέσας ες Ιωλκόν αφίκετο, πολλά μογήσας, / ωκείης επί νηός άγων ελικώπιδα κούρην / Αισονίδης, και μεν θαλερήν ποιήσατ’ άκοιτιν. / Και ρ’ ήγε δμηθείσ’ υπ’ Ιήσονι ποιμένι λαών / Μήδειον τέκε παίδα, τον ούρεσιν έτρεφε Χείρων / Φιλυρίδης· μεγάλου δε Διός νόος εξετελείτο.» (Θεογονία, 992-1002).
Οι αθάνατες αυτές γυναίκες («όσσαι δη θνητοίσι παρ’ ανδράσιν ευνηθείσαι / αθάναται γείναντο θεοίς επιείκελα τέκνα» [Θεογονία, 967-968]), που έσμιξαν με θνητούς είναι: Αρμονίη, Αφροδίτη, Δήμητρα, Ηώς, Θέτις, Καλλιρόη, Καλυψώ, Κίρκη, Μήδεια, Ψαμάθη. «Αύται μεν θνητοίσι παρ’ ανδράσιν ευνηθείσαι / αθάναται γείναντο θεοίς επιείκελα τέκνα.» (Θεογονία, 1019-1020).
Ώστε η Μήδεια και η Κίρκη (θεία ή αδελφή της) είναι δύο θεές, μάγισσες, με υπερφυσικές και ανεξήγητες ιδιότητες.
Ο Πίνδαρος λέει πως η Μήδεια ήταν μάντισσα και προφήτευε τα μελλούμενα: «Και το Μηδείας έπος αγκομίσαι / θ’ εβδόμα και συν δεκάτα γενεά / Θήραιον, Αιήτα το ποτε ζαμενής / Παις απέπνευσ’ αθανάτου στόματος, / Δέσποινα Κόλχων. είπε δ’ ούτως / Ημιθέοισιν Ιά/σονος αιχματάο ναύταις· / Κέκλυτε, παίδες υπερ/θύμων τε φωτών και θεών· / Φαμί γαρ τας δ’ εξ αλιπλάγ/κτου ποτέ γας Επάφοιο κόραν / Αστέων ρίζαν φυτεύ/σεσθαι μελησίμβροτον / Διός εν Άμμωνος θεμέθλοις.» (Pindari Carmina. Ad optimorum librorum fidem accurate edita. Editio stereotypa. Lipsiae, 1829. – Πινδάρου Γένος Διορθωθέν παρά Θωμά του Μαγίστρου. – Πύθια Είδος Δ. Αρκεσιλάω Κυρηναίω Άρματι, 9-28, σ. 105-106).
Αναφορικά με το αν η Μήδεια είναι η φόνισσα των παιδιών της, πρέπει να τονιστεί ότι αυτό αποτελεί την ευριπίδεια μόνον εκδοχή, διότι άλλοι συγγραφείς της αρχαιότητας, όπως λ.χ. ο Παυσανίας, γράφουν ότι αυτό το στυγερό έγκλημα το διέπραξαν οι Κορίνθιοι. Διότι, η Μήδεια υπήρξε βασίλισσα της Κορίνθου, όπως ρητά αναφέρουν οι παλαιοί συγγραφείς, το δε έγκλημα της παιδοκτονίας της το… φόρτωσε ο Ευριπίδης, δωροδοκηθείς! «133. (η εις Κόρινθον μετοίκησις) | Schol. (B) Eur. Med. 9 (2.142.10 Schwartz) “ουδ’ αν κτανείν πείσασα (sc. Μήδεια) Πελιάδας κόρας / πατέρα κατώκει τήνδε γην Κορινθίαν / ξυν ανδρί και τέκνοισίν”· πολυάϊκός τις λόγος φέρεται των φιλοσόφων, ον και Παρμενίσκος (fr. 12 Breithaupt, De Parmenisco grammatico [1915]) εκτίθησιν, ως άρα πέντε τάλαντα λαβών παρά Κορινθίων Ευριπίδης μεταγάγοι την σφαγήν των παίδων επί την Μήδειαν. αποσφαγήναι γαρ τους παίδας Μηδείας υπό Κορινθίων παροξυνθέντων επί τω βασιλεύειν αυτήν θέλειν, διά το την Κόρινθον πατρώαν αυτών κτήσιν είναι· ον μετήγαγεν επί Μήδειαν. περί δε της εις Κόρινθον μετοικήσεως Ιππεύς (FGrHist 554 F 8) εκτίθεται και Ελλάνικος. ότι δε βεβασίλευκε της Κορίνθου η Μήδεια, Εύμηλος (cf. fr. 3) ιστορεί και Σιμωνίδης (PMG 545)· ότι δε και αθάνατος ην η Μήδεια, Μουσαίος εν τω περί Ισθμίων (FGrHist 455 F 2) ιστορεί, άμα και περί των της Ακραίας Ήρας εορτών εκτεθείς.» (Early Greek Mythography, Volume 1: Text and Introduction, Robert L. Fowler, Oxford Uni-versity Press, 2000, σ. 203-204).
Η ιδέα για την «φόνισσα Μήδεια» αποδίδεται στον ποιητή Νεόφρονα. Ο Νεόφρων είναι τραγικός ποιητής από τη Σικυώνα και έζησε στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα, συνέγραψε πάνω από 100 τραγωδίες από τις οποίες σώζονται μόνο τρία αποσπάσματα της Μήδειας, η οποία ήταν μάλλον και η σπουδαιότερή του, και θεωρείται ο εισηγητής στο θέατρο των παιδαγωγών, που ο Ευριπίδης αργότερα χρησιμοποίησε σε μεγάλη κλίμακα. Ο Σχολιαστής του Ευριπίδη είναι σαφής: «ώστε πταίουσιν οι λέγοντες μηδέν αυτόν ανεγνωκέναι πλην της Μηδείας της Ευριπίδου, ην εν τοις (ένιοι Νεόφρ. Menag.) Νεόφρονος είναι του Σικυωνίου φασί. Suid. Νεόφρων, ή Νεοφών, Σικυώνιος, τραγικός· ου φασίν είναι την Ευριπίδου Μήδειαν· ος πρώτος εισήγαγε παιδαγωγούς και οικετών βάσανον.» (Euripidis Tragoediae et Fragmenta. Recensuit Interpretationem Latinam Correxit, Scholia Graeca e Codicibus Manuscriptis, Partim Supplevit Partim Emendavit, Augustus Matthiae, Tomus Sextus, Lipsiae MDCCC XXI [1821], σ. 420). Επίσης: «Το δράμα δοκεί υποβαλέσθαι παρά Νεόφρονος διασκευάσας, ως Δικαίαρχός τε περί του Ελλάδος βίου και Αριστοτέλης εν υπομνήμασι. μέμφονται δε αυτώ το μη πεφυλακέναι την υπόκρισιν τη Μηδεία, αλλά πεσείν εις δάκρυα, ότε επεβούλευσεν Ιάσονι και τη γυναικί. Επαινείται δε η εισβολή διά το παθητικώς άγαν έχειν, και η επεξεργασία μηδ’ εν νάπαισι, και τα εξής.όπερ αγνοήσας Τιμαχίδας τω υστέρω φησί πρώτω κεχρήσθαι, ως και Όμηρος.» (Euripidis Tragoediae. Recensuit et Commentariis in Usum Scholarum Instruxit. Aug. Jul. Edm. Pflugk, Gymnasii Gedanensis Professor. Vol. I, Sect.I, Continens Medeam. Gothae et Erfordiae Sumptibus Guil. Hennings, MD CCCXXIX [1829], σ. 4-5).
Αν ο Ευριπίδης δανείστηκε την ιδέα για την «παιδοκτόνο» Μήδεια από τον Νεόφρονα, τότε πού εδράζονται οι πληροφορίες για χρηματισμό του και «προώθηση» αυτής της ιδέας;
«V.10. ΚΟΡΙΝΘΙΑΝ. πολυάϊκός τις λόγος φέρεται των φιλοσόφων, ον και Παρμενίσκος εκτίθησιν, ως άρα πέντε τάλαντα λαβών παρά Κορινθίων Ευριπίδης μεταγάγοι την σφαγήν των παίδων επί την Μήδειαν. αποσφαγήναι γαρ τους παίδας Μηδείας υπό Κορινθίων παροξυνθέντων επί τω βασιλεύειν αυτήν θέλειν, διά το την Κόρινθον πατρώαν αυτών κτήσιν είναι· ον μετήγαγεν επί Μήδειαν. περί δε της εις Κόρινθον μετοικήσεως Ίππεύς εκτίθεται και Ελλάνικος. ότι δε βεβασίλευκε της Κορίνθου η Μήδεια, Εύμηλος ιστορεί και Σιμωνίδης· ότι δε και αθάνατος ην η Μήδεια, Μουσαίος εν τω περί Ισθμίων ιστορεί, άμα και περί των της Ακραίας Ήρας εορτών εκτεθείς.» (Augustus Matthiae, Euripidis Tragoediae et Fragmenta, 1818, σ. 541). Τελικά, με ή χωρίς χρηματισμό, ο Ευριπίδης στιγματίζει άπαξ διά παντός την Μήδεια, και την εικονογραφεί ως μια δαιμόνια βάρβαρη γυναικεία μορφή, και την κάνει παγκοσμίως διάσημη ως την κατεξοχήν παιδοκτόνο μάνα! Παρ’ όλο που και άλλες μάνες έχουν σκοτώσει με τα χέρια τους τα παιδιά τους, π.χ. Αλθαία, Ινώ, Πρόκνη, ο όρος «παιδοκτόνος» ταυτίστηκε με την Μήδεια.
Ο Αιλιανός λέει ότι είναι ψεύδη τα μυθογούμενα από τον Ευριπίδη, και ότι ο ποιητής υιοθέτησε αυτή τη «θέση» μετά από παράκληση των Κορινθίων: «21 Λέγει τις λόγος τὴν φήμην τὴν κατὰ τῆς Μηδείας ψευδῆ εἶναι· μὴ γὰρ αὐτὴν ἀποκτεῖναι τὰ τέκνα ἀλλὰ Κορινθίους. τὸ δὲ μυθολόγημα τοῦτο ὑπὲρ τῆς Κολχίδος καὶ τὸ δρᾶμα Εὐριπίδην φασὶ διαπλάσαι δεηθέντων Κορινθίων, καὶ ἐπικρατῆσαι τοῦ ἀληθοῦς τὸ ψεῦδος διὰ τὴν τοῦ ποιητοῦ ἀρετήν. ὑπὲρ δὲ τοῦ τολμήματός φασι τῶν παίδων μέχρι τοῦ νῦν ἐναγίζουσι τοῖς παισὶ Κορίνθιοι, οἱονεὶ δασμὸν τούτοις ἀποδιδόντες.» (Claudii Aeliani Vol 2. Aelian. Rudolf Hercher. In Aedibus B.G. Teubneri. Lipsiae, 1866. Ποικίλη Ιστορία, Βιβλίον Ε, 21)
Τοιχογραφία της Μήδειας στη Villa Arianna στο Stabiae, 1ος αι. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Νάπολης.
Ο (Ψευδο)Απολλόδωρος αναφέρει ότι ο φόνος των παιδιών έγινε είτε από την Μήδεια είτε από τους Κορίνθιους, και δίνει τις δύο εκδοχές: «[Α 9,28] οἱ δὲ ἧκον εἰς Κόρινθον, καὶ δέκα μὲν ἔτη διετέλουν εὐτυχοῦντες, αὖθις δὲ τοῦ τῆς Κορίνθου βασιλέως Κρέοντος τὴν θυγατέρα Γλαύκην Ἰάσονι ἐγγυῶντος, παραπεμψάμενος Ἰάσων Μήδειαν ἐγάμει. ἡ δέ, οὕς τε ὤμοσεν Ἰάσων θεοὺς ἐπικαλεσαμένη καὶ τὴν Ἰάσονος ἀχαριστίαν μεμψαμένη πολλάκις, τῇ μὲν γαμουμένῃ πέπλον μεμαγμένον φαρμάκοις ἔπεμψεν, ὃν ἀμφιεσαμένη μετὰ τοῦ βοηθοῦντος πατρὸς πυρὶ λάβρῳ κατεφλέχθη, τοὺς δὲ παῖδας οὓς εἶχεν ἐξ Ἰάσονος, Μέρμερον καὶ Φέρητα, ἀπέκτεινε, καὶ λαβοῦσα παρὰ Ἡλίου ἅρμα πτηνῶν δρακόντων ἐπὶ τούτου φεύγουσα ἦλθεν εἰς Ἀθήνας. λέγεται δὲ <καὶ> ὅτι φεύγουσα τοὺς παῖδας ἔτι νηπίους ὄντας κατέλιπεν, ἱκέτας καθίσασα ἐπὶ τὸν βωμὸν τῆς Ἥρας τῆς ἀκραίας· Κορίνθιοι δὲ αὐτοὺς ἀναστήσαντες κατετραυμάτισαν. Μήδεια δὲ ἧκεν εἰς Ἀθήνας, κἀκεῖ γαμηθεῖσα Αἰγεῖ παῖδα γεννᾷ Μῆδον. ἐπιβουλεύουσα δὲ ὕστερον Θησεῖ φυγὰς ἐξ Ἀθηνῶν μετὰ τοῦ παιδὸς ἐκβάλλεται. ἀλλ᾽ οὗτος μὲν πολλῶν κρατήσας βαρβάρων τὴν ὑφ᾽ ἑαυτὸν χώραν ἅπασαν Μηδίαν ἐκάλεσε, καὶ στρατευόμενος ἐπὶ Ἰνδοὺς ἀπέθανε· Μήδεια δὲ εἰς Κόλχους ἦλθεν ἄγνωστος, καὶ καταλαβοῦσα Αἰήτην ὑπὸ τοῦ ἀδελφοῦ Πέρσου τῆς βασιλείας ἐστερημένον, κτείνασα τοῦτον τῷ πατρὶ τὴν βασιλείαν ἀποκατέστησεν.» (Βιβλιοθήκη Α’).
Ο Παυσανίας γράφει ότι οι Κορίνθιοι λιθοβόλησαν τα παιδιά της Μήδειας και τα σκότωσαν: «[6] ἑτέραν δὲ ἐκ τῆς ἀγορᾶς τὴν ἐπὶ Σικυῶνα ἐρχομένοις ἔστιν ἰδεῖν ἐν δεξιᾷ τῆς ὁδοῦ ναὸς καὶ ἄγαλμα χαλκοῦν Ἀπόλλωνος καὶ ὀλίγον ἀπωτέρω κρήνη καλουμένη Γλαύκης: ἐς γὰρ ταύτην ἔρριψεν αὑτήν, ὡς λέγουσι, τῶν Μηδείας ἔσεσθαι φαρμάκων τὸ ὕδωρ νομίζουσα ἴαμα. ὑπὲρ ταύτην πεποίηται τὴν κρήνην καὶ τὸ καλούμενον Ὠιδεῖον, παρὰ δὲ αὐτὸ μνῆμά ἐστι τοῖς Μηδείας παισίν: [ὧν] ὀνόματα μέν σφισι Μέρμερος καὶ Φέρης, καταλιθωθῆναι δὲ ὑπὸ Κορινθίων λέγονται τῶν δώρων ἕνεκα ὧν τῇ Γλαύκῃ κομίσαι φασὶν αὐτούς: [7] ἅτε δὲ τοῦ θανάτου βιαίου καὶ οὐ σὺν τῷ δικαίῳ γενομένου, τὰ τέκνα Κορινθίων τὰ νήπια ὑπ‘ αὐτῶν ἐφθείρετο, πρὶν ἢ χρήσαντος τοῦ θεοῦ θυσίαι τε αὐτοῖς ἐπέτειοι κατέστησαν καὶ Δεῖμα ἐπεστάθη. τοῦτο μὲν δὴ καὶ ἐς ἡμᾶς ἔτι λείπεται, γυναικὸς ἐς τὸ φοβερώτερον εἰκὼν πεποιημένη: Κορίνθου δὲ ἀναστάτου γενομένης ὑπὸ Ῥωμαίων καὶ Κορινθίων τῶν ἀρχαίων ἀπολομένων, οὐκέτι ἐκεῖναι καθεστήκασιν αὐτοῖς αἱ θυσίαι παρὰ τῶν ἐποίκων οὐδὲ ἀποκείρονταί σφισιν οἱ παῖδες οὐδὲ μέλαιναν φοροῦσιν ἐσθῆτα. [8] Μήδεια δὲ τότε μὲν ἐλθοῦσα ἐς Ἀθήνας συνῴκησεν Αἰγεῖ, χρόνῳ δὲ ὕστερον φωραθεῖσα ἐπιβουλεύειν Θησεῖ καὶ ἐξ Ἀθηνῶν ἔφυγε, παραγενομένη δὲ ἐς τὴν λεγομένην τότε Ἀρίαν τοῖς ἀνθρώποις ἔδωκε τὸ ὄνομα καλεῖσθαι Μήδους ἀπ‘ αὐτῆς: τὸν δὲ παῖδα, ὃν ἐπήγετο φεύ–γουσα ἐς τοὺς Ἀρίους, γενέσθαι λέγουσιν ἐξ Αἰγέως, ὄνομα δέ οἱ Μῆδον εἶναι: Ἑλλάνικος δὲ αὐτὸν Πολύξενον καλεῖ καὶ πατρὸς Ἰάσονός φησιν εἶναι.» (Παυσανίου, Ελλάδος Περιήγησις. 2. Κορινθιακά, Ed. F. Spiro, Leipzig, Teubner 1903, ΙΙΙ, 6-8).
Οι προ Ευριπίδη συγγραφείς μνημονεύουν την Μήδεια και τον Σίσυφο ως δυο σπουδαία για την μήτιν τους (σοφία, σύνεση κ.τ.ό.) μυθικά πρόσωπα της Κορίνθου. Για παράδειγμα ο Πίνδαρος, στον 13ο Ολυμπιόνικο γράφει: «Εγώ δε ίδιος εν κοινώ σταλείς / Μήτιν τε γαρύων παλαιγόνων / Πόλεμον τ’ εν ηρωΐαις αρεταίσιν / Ου ψεύσομ’ αμφί Κορίνθω. Σίσυφον μεν / Πυκνό-τατον παλάμαις, / Ως θεόν· και ταν πατρός αν-/τία Μήδειαν θεμέναν / Τον γάμον αυτά, ναΐ σώ-/τειραν Αργοί και προπόλοι.» (Pindari Carmina Cvm Lectionis Varietate et Adnotationibvs. Itervm Cvravit Chr. Gottl. Heyne, Volumen I, Lipsiae MDCCC XVII [1817], στ. 69-77, σ. 164). Η σοφή μήτις της Μήδειας φαίνεται από το ότι αυτή διασώζει την Αργώ και το πλήρωμά της.
Δεν επεκτείνομαι στα άλλα πρόσωπα του δράματος (της ΜΗΔΕΙΑΣ του Ευριπίδη), και είναι χρήσιμο να πω ότι η βασιλοπούλα της Κορίνθου, που νυμφεύεται ο Ιάσων, είναι γνωστή ως Γλαύκη ή Κρέουσα.
«περί δε της Κρέοντος θυγατρός ουχ ομοφωνούσι τω Ευριπίδι οι συγγραφείς. Κλειτόδημος μεν γαρ Κρέουσαν φησί καλείσθαι, γήμασθαι δε Ξούθω, Αναξικράτης δε Γλαύκην.» (Augustus Matthiae, Euripidis Tragoediae et Fragmenta, 1818, σ. 542).
Να πω και δυο λόγια για το τι σημαίνει το όνομα Μήδεια: Με βάση τα λεξικά της αρχαιοελληνικής και τις αντιλήψεις σύγχρονων γλωσσολόγων, το όνομα Μήδεια –και άλλα παραπλήσια ονόματα– προέρχονται «από το θέμα μεδ- ή μη(δ)-, όπως μέδω, μέδομαι, μήδομαι, μήδος, μήτις. Οι τύποι αυτοί ανάγονται από τους γλωσσολόγους σε μια κοινή ινδοευρωπαϊκή ρίζα *mēd-/*med-/*mehi– ή *mē-/*me-/*mə1-, στην οποία αποδίδεται ο σχηματισμός ποικίλων λέξεων σε διάφορες συγγενικές γλώσσες. Η κοινή ΙΕ ρίζα κατέχει αρχικά την έννοια “μετράω”, ενώ παράγωγες λέξεις αποκτούν σταδιακά νέες και πιο εξειδικευμένες σημασίες, όπως “σκέφτομαι, στοχάζομαι”, και διαμορφώνουν μια ευρεία τεχνική ορολογία, με έννοιες όπως “υπολογίζω, ζυγίζω, δικάζω” ή “φροντίζω, θεραπεύω” και “κυβερνώ”. Ειδικότερα στην αρχαία ελληνική γλώσσα, το όνομα Μήδεια συνδέεται ετυμολογικά με το ρήμα μήδομαι, που δηλώνει τη νόηση και λαμβάνει ποικίλες σημασίες, όπως “σκέφτομαι, βουλεύομαι, σχεδιάζω, μελετώ, παρασκευάζω, μηχανεύομαι, δρω ευφυώς ή επιδέξια, επινοώ, εφευρίσκω, εξετάζω, φρονώ, συλλογίζομαι, στοχάζομαι, προνοώ, ενθυμούμαι, φροντίζω, μεριμνώ, ενδιαφέρομαι”.
Με ανάλογο τρόπο, από την ίδια ΙΕ ρίζα, φαίνεται να σχηματίζονται στη λατινική γλώσσα ορισμένα παράγωγα ρήματα, όπως medeor, meditor, mētior. Συγκεκριμένα, το λατινικό ρήμα medeor σχετίζεται με την ίαση και μπορεί να σημαίνει “φροντίζω, θεραπεύω, γιατρεύω, ανακουφίζω, βελτιώνω, βοηθώ, επικουρώ”. Επιπλέον, παράγωγο του medeor είναι και το ρήμα medico, που έχει τις σημασίες “φτιάχνω – παρασκευάζω φάρμακα” και “θεραπεύω με φάρμακα”, όμως, λαμβάνει και την έννοια “θεραπεύω μέσω της μαγείας” και άλλοτε καταλήγει να σημαίνει ακόμα και “δηλητηριάζω”.
Μολονότι οι αρχαίοι λαοί αγνοούσαν την ύπαρξη των κοινών ΙΕ ριζών και γενικότερα της ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, στη συγκεκριμένη περίπτωση οι Λατίνοι φαίνεται ότι διέθεταν επίγνωση της ετυμολογικής συγγένειας μεταξύ του αρχαίου ελληνικού ρήματος μήδομαι και του λατινικού medeor. Αν και το όνομα Μήδεια αποτελεί ένα δημιούργημα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, μεταπηδά αυτούσιο ως δάνεια λέξη από την ελληνική γλώσσα στο λατινικό λεξιλόγιο και τροποποιείται στον αντίστοιχο τύπο Medea, που ετυμολογείται εφεξής όχι από το αρχαίο ελληνικό ρήμα μήδομαι αλλά από το λατινικό medeor. Ο εκλατινισμός αυτός συνδέει πλέον το όνομα Medea και με τις επιπρόσθετες εξειδικευμένες σημασίες του ρήματος medeor.
Συνεπώς, αν και η σημασιακή εξέλιξη του ρήματος μήδομαι δε φαίνεται να συμπεριλαμβάνει τη θεραπευτική χροιά που αποκτά σταδιακά το ρήμα medeor, η Μήδεια εμφανίζει μεν εξ ορισμού μια ετυμολογική συγγένεια με τις έννοιες της νόησης και της σκέψης, αλλά θα μπορούσαμε να πούμε ότι διαθέτει και μια ετυμολογική “προδιάθεση” προς τις έννοιες της θεραπείας και της ιατρικής, η οποία υποκρύπτει στην απώτερη ΙΕ ρίζα του ονόματός της. Βέβαια, εάν δεχθούμε μια τέτοια ετυμολογική σύνδεση, τότε ίσως δεν είναι τυχαίο τελικά και το όνομα του ήρωα που κατεξοχήν συνδέεται με τη Μήδεια, και αυτός δεν είναι άλλος από τον Ιάσονα.» (Φλόκα Ευτέρπη, Μήδεια και Ιάσων: Μύθος και Ετυμολογία στην Αρχαία Ελληνική Ποίηση, ΑΠΘ, Διπλωματική Εργασία, Θεσσαλονίκη, Σεπτέμβριος 2011, σ. 13-15).
Προσθέτω εδώ ότι στην ελληνοβλάχικη αρμάνικη γλώσσα υπάρχουν οι εξής λέξεις, που έχουν άμεση σχέση με την πιο πάνω γλωσσολογική προσέγγιση: μίντι: μυαλό, σκέψη, λογική, σύνεση, μνήμη, σοφία, στοχασμός· μιντούâ: μυελός εγκεφάλου, σκέψη, σύνεση, περισσυλογή· μιντουέσκου: σκέφτομαι, είμαι σε περισυλλογή, στοχάζομαι, υπολογίζω, ζυγίζω, σχεδιάζω, μελετώ, μηχανεύομαι, δρω ευφυώς ή επιδέξια, επινοώ, εφευρίσκω, εξετάζω, φρονώ, συλλογίζομαι, στοχάζομαι, προνοώ, ενθυμούμαι, φροντίζω, μεριμνώ, ενδιαφέρομαι· μιντουΐρι: περισυλλογή, σχεδιασμός, ζύγισμα πράξεων, μελέτη, επινόηση, επιδεξιότητα, εφευρητικότητα, φρόνηση, συλλογισμός, στοχασμός, φροντίδα, μέριμνα, ενδιαφέρον· μιντουλάρου: μυελός οστών, λογική διεργασία. Η δε λέξη μαντούκα: χοντροκέφαλος, ανεπίδεκτος μαθήσεως, άμυαλος, ανόητος.
***
Είναι τελικά η Μήδεια «μια μάγισσα που σκόρπιζε το κακό και το μίσος, μια άσπλαχνη μητέρα που σκότωσε τα ίδια τα παιδιά της από ζήλια για τον άπιστο πατέρα τους;» Ή, μήπως, «η αλήθεια ήταν εντελώς διαφορετική;» (Μαρί Γκουντό, Η Μήδεια από την Κολχίδα, 2005).
Ιάσων και Μήδεια σε πίνακα του Gustave Moreau, 1865.
Είναι αλήθεια ότι διαχρονικά και οικουμενικά επιβλήθηκε και κυριάρχησε η ευριπίδεια «ιδέα» για τη Μήδεια –μέσω της ομώνυμης τραγωδίας–, η οποία εκμηδένισε τις μυθικές απεικονίσεις των άλλων συγγραφέων, και μετέτρεψε την ηρωίδα σε αιώνιο σύμβολο φόνισσας και παιδοκτόνου μάνας. Όμως, μήπως, τελικά, η Μήδεια, ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό από την «ιδέα» του Ευριπίδη, δηλαδή ήταν μια γυναίκα που διψούσε για δικαιοσύνη και που έμενε πιστή στις υποσχέσεις της, οπότε εξαναγκάστηκε να πάρει τον νόμο στα χέρια της διά της αυτοδικίας; Μήπως ήταν θύμα μιας συνωμοσίας και συνάμα αποδιοπομπαίος τράγος, διότι υπήρξε η μόνη αληθινά ερωτευμένη γυναίκα σε επίπεδο ιδεαλιστικό και σαρκικό, «θύμα» του πάθους της για σαρκική «ερωτική συνεύρεση» και «σεξ»;
Θαρρώ πως η ευριπίδεια Μήδεια κάνει εμπράκτως δύο μεγάλες κοινωνικές τομές: α) Εισηγείται την οριστική παύση της θέασης της γυναίκας από τον άντρα και από την κοινωνία ως «αναπαραγωγικής μηχανής» (παιδοποιός μήτρα), μέσω του φόνου των παιδιών της που τον διαπράττει η ίδια, διότι αυτή η ίδια τα γέννησε και τα ανάθρεψε. Τούτο το ηθικό χρέος της αναπαραγωγικής λειτουργίας, το οποίο η κοινωνία έχει καταλογίσει και εναποθέσει στις γυναίκες, θραύεται οριστικά και αμετάκλητα από τον προμελετημένο φόνο. β) Εισηγείται την οριστική κατάργηση του ρόλου της μητρότητας, στον οποίο είναι κοινωνικά εγκλωβισμένες οι γυναίκες, εάν αυτή δεν συνδέεται με την ύπαρξη του έρωτα, και δη στην εκδοχή της ερωτικής – σεξουαλικής συνεύρεσης, γυναίκας και άντρα.
Η Μήδεια σκοτώνει τον γιο της, σε ερυθρόμορφο αμφορέα της Καμπανίας, έργο του 330 π.Χ., Μουσείο Λούβρου.
Τούτα τα δύο καίρια –κατ’ εμέ– σημεία, είναι εμφανή στην ευριπίδεια τραγωδία, και υπερσκελίζουν κατά πολύ τις όποιες θεωρούμενες «φεμινιστικού χαρακτήρα» επαναστατικές ιδέες. Μπορώ ακόμα να ισχυριστώ ότι οι πολλαπλές ερμηνείες για τις προθέσεις του ποιητή και τα «νοούμενα» των τραγωδιών του, από ψυχιατρική ή κοινωνιολογική και ανθρωπολογική σκοπιά, έχουν ενδιαφέρον στο να τις αναγνώσει κάποιος και να τις γνωρίζει, αλλά το πιο σίγουρο είναι πως αυτές απέχουν πολύ από τη σκέψη και τη λογική του, στις οποίες πρυτανεύει ένας και μόνο νόμος: να υπάρξει «…δι᾽ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν. λέγω δὲ ἡδυσμένον μὲν λόγον τὸν ἔχοντα ῥυθμὸν καὶ ἁρμονίαν…», στους θεατές της τραγωδίας, οι οποίοι παρακολουθούν την σκηνική εξέλιξη του δράματος.
Της Μήδειας, λοιπόν, οι «προσωπογράφοι» της, της έχουν φιλοτεχνήσει πορτρέτο με υπερτονισμένα τα εξής τέσσερα (κατ’ αυτούς) χαρακτηριστικά, δηλ. ότι είναι: παιδοκτόνος, μάγισσα, απατημένη σύζυγος, περιθωριακό πρόσωπο εξ ανατολής και βάρβαρο, και είναι και η πρώτη «γυναίκα φεμινίστρια»!
Έχει παραγνωριστεί το γεγονός ότι η Μήδεια είναι η πρώτη γυναίκα που ερωτεύθηκε αληθινά άντρα, τον Ιάσονα! Αποτελεί την ενσάρκωση του έρωτα! Δεν φόνευσε τα τέκνα της (στην ευριπίδεια εκδοχή ή στο ευριπίδειο ψεύδος) όπως οι άλλες παιδοκτόνοι, για λόγους… άνευ σημασίας και ουσίας!
Μια φευγαλέα αναφορά στις άλλες τρεις παιδοκτόνους, τις οποίες νωρίτερα ανάφερα:
Αλθαία· σύζυγος του βασιλιά της Καλυδώνας Οινέως, με τον οποίο απέκτησε τα εξής τέκνα: τον Τοξέα, τον Θυρέα, τον Κλύμενο, τον Μελέαγρο, την Γόργη και την Δηιάνειρα· όταν ο Μελέαγρος σκότωσε σε διαμάχη τους αδελφούς της μάνας του Τοξέα και Πλέξιππο, γιους του Θεστίου, αυτή πήρε το κρυμμένο δαυλό που κρατούσε στη ζωή τον γιο της, και τον έκαψε, με αποτέλεσμα να πεθάνει αμέσως ο γιος της.
Ινώ· κόρη των βασιλέων των Θηβών Κάδμου και Αρμονίας, γνωστή και ως Λευκοθέα, όταν αργότερα έγινε θεότητα. Αδελφές της ήταν η Σεμέλη (μητέρα του θεού Διονύσου), η Αγαύη και η Αυτονόη. Για την Ινώ – Λευκοθέα έγραψαν πολλοί ποιητές, με αποτέλεσμα ο μύθος να εμφανίζει πολλές παραλλαγές. Σε άλλες από αυτές η Ινώ παρουσιάζεται ως κακιά μητριά, σε άλλες ως καταδιωκόμενη και άλλοτε ως συμπαθητική τροφός του μικρού Διονύσου, την οποία τρέλανε η θεά Ήρα. Σύμφωνα με τα πιο κοινά βασικά στοιχεία του μύθου, η Ινώ ήταν σύζυγος του Αθάμαντα, βασιλιά των Μινύων του Ορχομενού, μητρυιά του Φρίξου και της Έλλης, παιδιά του Αθάμαντα και της Νεφέλης. Για να απαλλαγεί από τα ανεπιθύμητα γι’ αυτήν παιδιά, η Ινώ σκέφθηκε την εξής πλεκτάνη: έπεισε τις γυναίκες της χώρας να φρύξουν (καβουρδίσουν) τους σπόρους του σιταριού πριν να τους σπείρουν (Βιβλιοθήκη Απολλοδώρου, Α΄ 9, 1). Οι καβουρδισμένοι σπόροι όμως δεν φύτρωναν και η χώρα πείνασε. Για να απαλλαγεί η Βοιωτία από τον λιμό, το Μαντείο των Δελφών διέταξε να θυσιασθεί στον Δία ο Φρίξος. Στην πραγματικότητα, η Ινώ είχε δωροδοκήσει τους άνδρες που είχαν σταλθεί στο μαντείο, για να πουν αυτό το ψέμα. Ο Αθάμας όμως πληροφορήθηκε την απάτη της Ινούς και την κατεδίωξε για να τη σκοτώσει. Τότε η Ινώ έπεσε μαζί με τον γιο της στη θάλασσα. Σε άλλη παραλλαγή, ο Δίας παρέδωσε στον Αθάμαντα και στην Ινώ τον Διόνυσο ως βρέφος για να το αναθρέψουν «ως κόρην». Η Ήρα, που μισούσε τον Διόνυσο επειδή ήταν εξώγαμο τέκνο του συζύγου της Δία, τους έστειλε τρέλα. Χάνοντας τα λογικά του ο Αθάμας σκότωσε τον πρωτότοκο γιο του, τον Λέαρχο, και η Ινώ μαζί με τον άλλο γιο τους, τον Μελικέρτη, έπεσε στη θάλασσα. Αλλά ο Δίας τους θεοποίησε και από τότε η Ινώ ονομάσθηκε Λευκοθέα και ο Μελικέρτης Παλαίμονας. Ο Παυσανίας γράφει ότι η Ινώ και ο Μελικέρτης έπεσαν στη θάλασσα από τη Μολουρίδα Πέτρα στα Μέγαρα. Στην τρίτη παραλλαγή του μύθου, η Ινώ και ο Αθάμας είχαν μαζί τα δύο παραπάνω παιδιά. Νομίζοντας κάποτε ο Αθάμας ότι η Ινώ πέθανε, νυμφεύτηκε τη Θεμιστώ, με την οποία απόχτησε πολλά ακόμα παιδιά (αυτός ήταν ο τρίτος γάμος για τον Αθάμαντα). Η Ινώ δε μεταμφιέσθηκε σε δούλη και μπήκε στην υπηρεσία της Θεμιστούς. Η Θεμιστώ είχε αποφασίσει να σκοτώσει τα παιδιά της Ινούς, και κάποιο βράδυ τη διέταξε να ντύσει τα παιδιά της με μαύρα φορέματα και τα δικά της με λευκά. Στη συνέχεια η Θεμιστώ σκότωσε τα μαυροντυμένα παιδιά. Αλλά δεν κατάλαβε ότι η Ινώ είχε ντύσει αντίθετα τα παιδιά, και έτσι σκότωσε τα δικά της παιδιά (εκτός από τον Σχοινέα). Ο Νόννος γράφει ότι η Ινώ – Λευκοθέα σώθηκε από τον θεό της θάλασσας Ποσειδώνα και έγινε μια Νηρηίδα. Τα θαλάσσια πουλιά, ιδίως οι αλκυόνες, θεωρούνταν ιερά πτηνά των Νηρηίδων, της Λευκοθέας, του Μελικέρτη και της Αφροδίτης. Η λατρεία της Λευκοθέας ήταν αρκετά διαδεδομένη στην αρχαία Ελλάδα. Το κυριότερο κέντρο ήταν, φυσιολογικά, η Βοιωτία. Στη Θήβα τη λάτρευαν με θυσίες και θρήνους, και τη θεωρούσαν ηρωίδα και θεά. Εξ αιτίας μιας τέταρτης παραλλαγής του μύθου της, στη Ρώμη απαγορευόταν να εισέρχονται δούλες στον ναό της Λευκοθέας, ενώ στο ιερό της στη Χαιρώνεια απαγορευόταν η είσοδος στις δούλες, στους δούλους και στους Αιτωλούς. Στα Μέγαρα πάλι υπήρχε και η αντίθετη παράδοση από αυτή που αναφέρει ο Παυσανίας, δηλ. ότι το πτώμα της Ινούς εκβράσθηκε στις ακτές τους και ότι το έθαψαν η Κλησώ και η Ταυρόπολις, κόρες του Κλήσωνα. Στα Μέγαρα υπήρχε και ιερό της Λευκοθέας και οι Μεγαρείς έλεγαν ότι αυτοί πρώτοι ονόμασαν την Ινώ Λευκοθέα και προς τιμή της τελούσαν κάθε χρόνο θυσία. Στην Κόρινθο, στο ισθμιακό ιερό του Ποσειδώνα, έστεκαν αγάλματα της Λευκοθέας και του Μελικέρτη. Σε κορινθιακά νομίσματα της εποχής του Σεπτιμίου Σεβήρου παριστάνεται η Λευκοθέα με τον μικρό Μελικέρτη στην αγκαλιά. Στην Αθήνα, η επιγραφή «Λευκοθέα Σώτειρα Ελλιμενία» είναι χαραγμένη σε καθίσματα του Θεάτρου του Διονύσου. Στη Λακωνία υπήρχε η τοπική παράδοση ότι η Λευκοθέα μεγάλωσε σε ένα σπήλαιο τον Διόνυσο. Στον θρόνο του Αμυκλαίου Απόλλωνα η Λευκοθέα απεικονιζόταν μαζί με τη Σεμέλη και τον Διόνυσο. Στην Επίδαυρο Λιμηρά υπήρχε «ύδωρ της Ινούς», μέσα στο οποίο κατά την εορτή της θεάς έβαζαν ζυμαρικά από αλεύρι κριθαριού. Αν αυτά βυθίζονταν, ήταν καλός οιωνός, αν όχι, τότε το θεωρούσαν «κακοσημαδιά». Στις Θαλάμες υπήρχε ιερό της Ινούς μαζί με μαντείο. Στην Κρήτη τελούσαν προς τιμή της ομώνυμη εορτή, τα Ινάχια. Λατρεία της μαρτυρείται και στα Λεύκτρα, στη Ρόδο, στη Σύμη, στην Τένεδο, στη Δήλο, στην Κολχίδα, στους Πύργους της Ετρουρίας, και στην Αίγυπτο. Σε κάθε περίπτωση, η Λευκοθέα ήταν προπαντός θαλάσσια θεότητα και τη λάτρευαν μαζί με τον Ποσειδώνα, τη Θάλασσα και τη Γαλήνη. Είχε επίσης και μαντικές ικανότητες.
Πρόκνη· θυγατέρα του Πανδίονα Α’, βασιλιά των Αθηνών· είχε αδελφή την Φιλομήλα, και αδελφό τον Ερεχθέα, μετέπειτα βασιλιά των Αθηνών· η Πρόκνη δόθηκε από τον πατέρα της ως σύζυγος στον βασιλιά Τηρέα της Θράκης, επειδή αυτός τον είχε βοηθήσει εναντίον των Θηβαίων· απόχτησαν μαζί έναν γιο, τον Ίτυ, αλλά καθώς δεν υπήρχε κάποια αγάπη ανάμεσά τους, αφού ήταν γάμος επιβληθείς από τον πατέρα της Πρόκνης, ο Τηρέας άρχισε να την απατά με τη Φιλομήλα· τότε η Πρόκνη έσφαξε τον γιο της και έδωσε το κρέας του στον Τηρέα για δείπνο· όταν ο Τηρέας το αντιλήφθηκε, κατεδίωξε και τις δύο αδελφές, μα τότε οι θεοί τις μεταμόρφωσαν, την μεν Πρόκνη σε αηδόνι, την δε Φιλομήλα σε χελιδόνι, τον Τηρέα σε έποπα (τσαλαπετεινό)· και τούτος ο μύθος έγινε θέμα τραγωδιών από τους τραγικούς ποιητές.
Και όμως, φόνισσα και παιδοκτόνος έμεινε μόνο η Μήδεια!
Όταν κάποιος δεν έχει περάσει ερωτευμένος, αδυνατεί να συλλάβει το βαθύτερο νόημα των όσων με τάξη, λογική σειρά, και με υψηλή ποίηση μας εξιστορεί ο ποιητής μας. Η Μήδεια είναι αλλοδαπή και ξενόφερτη, και σε ξένη γη φευγάτη για έναν και μοναδικό λόγο: Γιατί αγάπησε μέχρι το μεδούλι της τον Ιάσονα! Γιατί ερωτεύτηκε έναν άντρα που την ικανοποίησε πλήρως σεξουαλικά! Το λέει και το ξαναλέει πως τέτοιο κρεβάτι… βίωσε για κάποιο διάστημα με τον άντρα της. Και για να αποδείξει τον έρωτά της από την αρχή της γνωριμίας της με τον Ιάσονα, σκότωσε τον αδελφό της Άψυρτο. Πρώτος φόνος! Πρώτη μαθηματική πράξη: Έρως = Θάνατος! Αλλά δεν σταμάτησε εκεί το… κακό του έρωτά της. Πούλησε την οικογένειά της και την πατρίδα της, λέγοντας ουσιαστικά στον Ιάσονα ότι «μαζί σου και στην κόλαση πηγαίνω»! Δεύτερος φόνος αυτός! Φόνος της οικογένειας! Και συνάμα και τρίτος φόνος! Ο φόνος της πατρίδας!
Σαρκοφάγος με σκηνές από τον μύθο της Μήδειας: Τα δώρα προς την Κρέουσα, ο θάνατος της Κρέουσας και η αναχώρηση της Μήδειας με τα σώματα των παιδιών της. Έργο περιόδου 150-170 μ.Χ.
Δηλαδή, πριν αυτός ο σαν σαράκι και σαν δράκος έρωτας της φάει τα σωθικά, πριν ακόμα πάρει τον δρόμο της αλλοδαπής –για την πατρίδα του Ιάσονα– έχει σκοτώσει τα μέγιστα ιδανικά, μέγιστα μέχρι και σήμερα για το μέγα πλήθος των «δυτικών και πολιτισμένων» κοινωνιών: οικογένεια, πατρίς, και η… θρησκεία θα ακολουθήσει όταν φτάσει στην Ελλάδα, αφού η Μήδεια γίνεται ιέρεια στον ναό της Ακραίας Ήρας στην Κόρινθο.
Τούτος ο έρωτας, ηφαίστειο που χύνει καυτή λάβα, για τον άντρα που ήταν το αντικείμενο του πόθου της, τον Ιάσονα, την οδηγούσε από τον ένα φόνο στον άλλο. Έτσι έφτασε στο σημείο να πείσει τις κόρες του Πελία να τεμαχίσουν τον πατέρα τους, και σαν τον βράσουν, αυτός θα ξαναγεννηθεί βρίσκοντας και πάλι τη νιότη του! Πάντα οι ματαιόδοξοι τρέφονται από τις πιο ανόητες δοξασίες και ελπίδες! Αλλά και τούτος ο φόνος, εκδικητικός μεν, μα για χάρη του Ιάσονα δε.
Όταν κλήθηκαν στην Κόρινθο, πήγαν εκεί, γιατί ήταν και δικό της μέρος, δικός της τόπος, και ο αγαπημένος της θα είχε εκεί κύρος, υπόληψη, εξουσία, και μαζί του θα απολάμβανε και αυτή και τα παιδιά της –τα δυο αγόρια της– καλή ζωή και τιμές που ταιριάζουν σε όσους κατέχουν εξουσία. Αλλά εκεί τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Ο Ιάσων σταμάτησε να είναι εραστής της γυναίκας του Μήδειας, και τα έφτιαξε με την κόρη του βασιλιά Κρέοντα –Κρέουσα ή Γλαύκη– και αυτό καλάρεσε στον βασιλιά και είπε να τον κάνει γαμπρό του. Ασφαλώς και δέχτηκε ο εξ Ιωλκού Μάγνης-Θετταλός, και ο νέος του έρωτας τον έκαναν όχι μόνο να εγκαταλείψει τη συζυγική κλίνη, αλλά να απορρίψει παντελώς τη γυναίκα η οποία για τον έρωτά της «σκότωσε» το τότε και τώρα ιδανικό τρίπτυχο: πατρίς, θρησκεία, οικογένεια!
Δεν γίνεται μόνο λέαινα η αληθινά ερωτευμένη και συνάμα εγκαταλειμμένη γυναίκα! Γίνεται όλα τα αγρίμια επί γης, για να κατασπαράξει το αντικείμενο του πόθου της, για να ισορροπήσει τον εσωτερικό της κόσμο που δεν βιώνει το απόγειο του οργασμού, καθότι της λείπουν τα χρώματα και οι μυρωδιές και η εξωσωμάτωση της ψυχής της, από το σμίξιμο και το αγκάλιασμα του άντρα και εραστή της, τότε που δεν γνωρίζει αν ζει ή αν πέθανε!…
Το μόνο που έχει να κάνει με την πληγωμένη γυναίκα, είναι να εξαφανίσει τον καρπό του νεκρού της έρωτα! Και αυτός, για τη Μήδεια, ήταν τα δυο παιδιά της. Προέκυψαν ως καρπός του έρωτά της προς τον Ιάσονα, και δεν ήταν απλά προϊόν κάποιας τυχαίας ή συμπτωματικής συνουσίας, κάποιοι τυχαίοι τοκετοί, και ούτε κάποια προγραμματισμένη τεκνοποίηση διαιώνισης του είδους, ή δικαίωσης της έννοιας της μητρότητας.
Η Μήδεια αποτελεί ενσάρκωση του απόλυτου έρωτα. Ενός έρωτα που ξεκίνησε με φόνο και δεν θα μπορούσε να πάρει αλλιώς τέλος παρά μόνο με φόνο. Κι ο φόνος αυτός αφορά στον καρπό του έρωτα, εν προκειμένω στους δυο γιους της…
Αυτά, ως μια διαφορετική θέαση του ευριπίδειου δράματος.
Μια φίλη από τη Γεωργία (αρχαία Κολχίδα), η φαρμακοποιός Χατούνα Κατσιτάδζε (Khatyna Katsitadze) από την Τιφλίδα, σε κάποια συζήτησή μας μου είπε ότι στη χώρα της το όνομα Μήδεια (Μεντέα) είναι πολύ αγαπημένο και το δίνουν οι γονείς στις κόρες, γιατί προσδοκούν να γίνουν αυτές: σοφές, δυνατές, θαρραλέες, μορφωμένες και έτοιμες να κατακτήσουν γνώσεις και αρετές, σπουδαίες ιδιότητες του ανθρώπινου χαρακτήρα, τις οποίες συνδέουν με το όνομα Μήδεια! – Στην Ελλάδα δεν νομίζω ότι έχει δοθεί το όνομα Μήδεια ως «βαπτιστικό» σε κάποια γυναίκα. Εικάζω πως ούτε σαν «καλλιτεχνικό ψευδώνυμο»!… Στην Ελλάδα, το όνομα Μήδεια σημαίνει μόνο… παιδοκτόνος!
***
ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ: Ευριπίδου Μήδεια – Euripidis Medea, Ad fidem manuscriptorum emendate et Brevibus notis, Emendationum potissimum rationes reddentibus instructa, In usum studiosae Juventutis, Edidit Ricardus Porson A.M., Graecarum literarum apud Cantabrigienses professor, Londini, Impensis G. et W. B. Whittaker, Ave-Maria-Lane, 1821. Και Universita degli Studi di Trieste, Gennaro Tedeschi, Commento alla Medea di Euripide, Trieste 2010. Και Euripidis Tragoediae et Fragmenta. Recensuit Interpretationem Latinum Correxit Scholia Graeca e Codicibus Manuscriptis Partim Supplevit Partim Emandavit. Augustus Matthiae. Tomus Quintus. Lipsiae MDCCCXVIII [1818].
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Ευελπιστώ η μετάφρασή μου της ΜΗΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ (που τελεί υπό έκδοση), να ευτυχήσει να παιχτεί και επί Σκηνής.