Οι τεράστιες αυξήσεις στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και οι ανατιμήσεις στα βασικά είδη διαβίωσης γονατίζουν στην κυριολεξία τα λαϊκά νοικοκυριά και διαλύουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Ο κίνδυνος χιλιάδες λαϊκά νοικοκυριά να βρεθούν μες στην καρδιά του χειμώνα χωρίς θέρμανση χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα είναι άμεσος.
Την στιγμή που η κυβέρνηση μπουκώνει με δισεκατομμύρια από το περίφημο Ταμείο Ανάκαμψης τους μονοπωλιακούς ομίλους ,που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας, οι ακοινώσεις της περί δήθεν «στήριξης» των νοικοκυριών ενόψει των μεγάλων αυξήσεων στο ρεύμα φαντάζουν αστείες και προκλητικές. Τη στιγμή που το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας μοιράζει πενταροδεκάρες στα λαϊκά νοικοκυριά, οι «επενδυτές» στο Χρηματιστήριο Ενέργειας έχουν στήσει «πάρτι» κερδών.
Πρόκειται βεβαίως για μια ακόμη προσπάθεια εμπαιγμού των λαϊκών νοικοκυριών, τα οποία καταβάλλουν βαρύτατο τίμημα στο όνομα της «απελευθέρωσης» της αγοράς ηλεκτρισμού και της «πράσινης πολιτικής» της ΕΕ και που το επόμενο διάστημα θα βυθίζονται σωρηδόν στο σκοτάδι. Αυτό περιλαμβάνει άλλωστε το «πράσινο New Deal», που προωθείται σε όλη την ΕΕ και που μαζί με τα χοντρά πακέτα στους επιχειρηματικούς ομίλους περιλαμβάνει και κάποια μέτρα «διατήρησης της κοινωνικής συνοχής» από τις τραγικές για τον λαό συνέπειες της πολιτικής τους, αλλά και διασφάλισης της «εισπραξιμότητας» για τους ενεργειακούς ομίλους.
Η εφαρμογή της πολιτικής της ΕΕ για την απολιγνιτοποίηση και την προώθηση των ΑΠΕ, επιβάλλει «πράσινους φόρους» στην εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα, αυξάνοντας έτσι, τεχνητά, το κόστος της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη, ο οποίος είναι το φθηνό εγχώριο καύσιμο. Μ’ αυτό τον τρόπο οι λιγνιτικές μονάδες γίνονται «αντιοικονομικές» και τις οδηγούν σε κλείσιμο.
Κάτω από το παραμύθι ότι τάχα ο ανταγωνισμός θα έριχνε τις τιμές, όλες οι κυβερνήσεις, από τη δεκαετία του ‘90 και μετά, συνέβαλαν ποικιλόμορφα και αποφασιστικά στην «απελευθέρωση» της αγοράς ηλεκτρισμού, δηλαδή στη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών κερδοφορίας του κεφαλαίου στην παραγωγή, μεταφορά, διανομή και το εμπόριο της ηλεκτρικής ενέργειας.
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια 1 στα 4 νοικοκυριά αδυνατεί να θερμάνει το σπίτι του το χειμώνα και να το δροσίσει το καλοκαίρι, ενώ 1 στα 3 νοικοκυριά αντιμετωπίζει δυσκολίες με την αποπληρωμή λογαριασμών. Είναι χιλιάδες οι περιπτώσεις που οι λαϊκές οικογένειες έρχονται αντιμέτωπες με το κόψιμο του ρεύματος αφού οι πάροχοι με μηδενική ανοχή στα χρωστούμενα προχωράνε σε διακοπές. Ταυτόχρονα οι όροι και τα τέλη επανασύνδεσης είναι αφόρητα.
Σ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες, πρέπει πιο μαζικά να εκδηλωθεί η αλληλεγγύη προς όσους το έχουν ανάγκη και η διεκδίκηση του λαϊκού κινήματος για ουσιαστικά μέτρα στήριξης των εργαζομένων, των ανέργων, των βιοπαλαιστών αγροτών και μικρών επιχειρηματιών, για να μείνει όρθιος ο λαός στις συνθήκες της κρίσης και της πανδημίας.
Καλούμε κάθε εργαζόμενο, κάθε βιοπαλαιστή αγρότη και κάθε μικροεπαγγελματία της περιοχής μας να κάνει δική του υπόθεση τον αγώνα ενάντια στην ενεργειακή φτώχεια, όπως και κάθε σωματείο, κάθε σύλλογο και κάθε μαζικό φορέα να συντονίσει τη δράση του με όλους όσοι πλήττονται από την πολιτική της εμπορευματοποίησης της Ενέργειας, να οργανώσει την κοινή πάλη για :
– Καμία αύξηση στα τιμολόγια του ρεύματος και της θέρμανσης.
– Ρεύμα και θέρμανση φθηνά για τον λαό. Οχι στην ενεργειακή φτώχεια.
– Πραγματική μείωση της τιμής του ρεύματος και κατάργηση των χαρατσιών για τα εργατικά – λαϊκά νοικοκυριά.
– Καμία διακοπή ρεύματος σε ανέργους ,λαϊκές κατοικίες και σε μικρές επιχειρήσεις.
– Να μην πληρώσει ο λαός τις συνέπειες της «απολιγνιτοποίησης». Οχι στο κλείσιμο λιγνιτικών μονάδων και ορυχείων. Μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος.
– Να διασφαλιστούν τα δικαιώματα των εργαζομένων στον κλάδο της Ενέργειας. Καμία μείωση μισθού, καμία απόλυση. Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους.
– Φθηνό ρεύμα για τους βιοπαλαιστές αγρότες και τους μικρούς επαγγελματίες.