Τα διδάγματα από την 28η Οκτωβρίου του 1940 και την κατοπινή ηρωική πάλη του ελληνικού λαού, μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, εμπνέουν τους αγώνες σήμερα ενάντια στο σύστημα που γεννά το φασισμό, τις κρίσεις, τους πολέμους. Σηματοδοτούν την αναγκαία ενότητα των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών δυνάμεων απέναντι στην ψευδεπίγραφη “εθνική ομοψυχία”, πίσω από την οποία κρύβεται η εξαπάτηση του λαού και ο εγκλωβισμός του στους κάθε φορά “εθνικούς στόχους” του κεφαλαίου. Άλλωστε, η εξέλιξη του λαϊκού αγώνα καθ’ όλη τη δεκαετία του ‘40 σφραγίστηκε από την ασυμφιλίωτη αντίθεση, που αντικειμενικά υπάρχει ανάμεσα στη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία από τη μία και την εκμεταλλεύτρια αστική τάξη από την άλλη.
Από τη μια μεριά υπήρχε η πλειοψηφία του λαού, που αγωνίστηκε μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ, που φέτος συμπληρώνονται 80 χρόνια από την ίδρυσή του, υπήρχε το ΚΚΕ, που ήταν ο βασικός εμπνευστής, καθοδηγητής και αιμοδότης της ΕΑΜικής Αντίστασης κι έδωσε σε αυτόν τον αγώνα τα καλύτερα παιδιά του. Από την άλλη μεριά υπήρχε η αστική τάξη και οι πολιτικές της δυνάμεις, οι οποίες άλλες συνεργάστηκαν ανοιχτά με τον κατακτητή, άλλες διέφυγαν στο εξωτερικό κι άλλες -λιγοστές- οργάνωσαν αντιστασιακές ομάδες, με την καθοδήγηση των Βρετανών και με τα μάτια στραμμένα στις μεταπολεμικές εξελίξεις για την επανασταθεροποίηση της εγχώριας αστικής εξουσίας και την υπονόμευση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.
Σήμερα, η αστική τάξη και τα κόμματά της προβάλλουν ως “εθνικούς στόχους” την επιστροφή στην καπιταλιστική ανάπτυξη και τη γεωστρατηγική αναβάθμιση της χώρας, στο πλαίσιο των επιθετικών σχεδίων του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ, της ΕΕ στην περιοχή και σ’ όλο τον κόσμο. Κοροϊδεύουν τους εργαζόμενους ότι η προώθηση των παραπάνω στόχων θα ωφελήσει και τους ίδιους, απαιτώντας τελικά τη συναίνεσή του στην επίθεση σε βάρος των εργατικών-λαϊκών αναγκών.
Τα διαχρονικά συμπεράσματα της δεκαετίας του ‘40, αλλά και της περιόδου που προηγήθηκε του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία, καθώς οι σημερινές αντιθέσεις και τα αδιέξοδα στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα εγκυμονούν μεγάλους κινδύνους για τους λαούς. Και τότε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, όπως και ο Πρώτος, ήταν προϊόν των μεγάλων αντιθέσεων που συγκλόνιζαν το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, ήταν πόλεμος ιμπεριαλιστικός. Αποτέλεσμα των ανακατατάξεων που επέφερε η καπιταλιστική ανισομετρία και η μεγάλη οικονομική καπιταλιστική κρίση, η ανάγκη για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής. Κοινός στόχος και των δύο αντιμαχόμενων ιμπεριαλιστικών μπλοκ, τόσο του Άξονα (Γερμανίας – Ιταλίας – Ιαπωνίας), όσο και των ΗΠΑ – Μ. Βρετανίας και των συμμάχων τους -παρότι αυτό συσκοτιζόταν για ένα μεγάλο διάστημα, στο πλαίσιο της “αντιχιτλερικής” συνεργασίας- ήταν η συντριβή της Σοβιετικής Ένωσης, του πρώτου εργατικού-σοσιαλιστικού κράτους στην ιστορία, που ενέπνεε τους λαούς σε όλες τις χώρες και είχε την καθοριστική συμβολή στη συντριβή του ναζισμού.
Σήμερα, δυναμώνουν οι ανταγωνισμοί για τα μερίδια των πλουτοπαραγωγικών πηγών, των αγορών και των δρόμων μεταφοράς. Οξύνεται η αντιπαράθεση ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, ενώ είναι σε εξέλιξη τάσεις αναδιάταξης διεθνών οικονομικών – πολιτικών – στρατιωτικών συμμαχιών. Η ιστορία διδάσκει ότι αυτές οι αντιθέσεις δεν ξεπερνιούνται με προσωρινούς κι εύθραυστους συμβιβασμούς, αλλά περικλείουν τον κίνδυνο γενικευμένων πολεμικών συγκρούσεων.
Μέρος αυτών των ανταγωνισμών είναι και οι αντιθέσεις των αστικών τάξεων Ελλάδας – Τουρκίας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, τόσο η σημερινή της ΝΔ, όσο κι οι προηγούμενες, εμπλέκουν τη χώρα ακόμη πιο βαθιά στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ και τα σχέδια περικύκλωσης Ρωσίας και Κίνας, μετατρέπουν την Ελλάδα σε ιμπεριαλιστικό ορμητήριο γεμάτο από αμερικανοΝΑΤΟϊκές βάσεις. Αυτό το χαρακτήρα έχουν και οι πρόσφατες συμφωνίες με Γαλλία και ΗΠΑ, υπηρετώντας τη συμμετοχή του ελληνικού κεφαλαίου στη “ληστεία” σε βάρος των λαών. Το επιχείρημα των κυβερνήσεων, ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θωρακίζεται η άμυνα και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας είναι σαθρό κι ανιστόρητο. Όλα τα παραπάνω δεν αποκλείουν, αλλά αντίθετα συνυπάρχουν με επικίνδυνες διευθετήσεις για τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, με όχημα την συνεκμετάλλευση και με στόχο την διατήρηση της ΝΑΤΟϊκής συνοχής.
Σε τέτοιες περιόδους, όξυνσης των ανταγωνισμών και έντασης της εκμετάλλευσης, που πάνε χέρι χέρι με την υπονόμευση και το χτύπημα του εργατικού – λαϊκού κινήματος, επιστρατεύεται και ο φασισμός-ναζισμός, που αποτελεί παιδί του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος. Η φασιστική διακυβέρνηση στηρίχτηκε από τους μονοπωλιακούς ομίλους, όχι μόνο της Γερμανίας, στήριξε την αστική εξουσία και την καπιταλιστική ιδιοκτησία. Απογείωσε την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Απολάμβανε την ανοχή από όλες τις άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις, από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της περιόδου που έστρωσαν το έδαφος στη ναζιστική Γερμανία με την πολιτική τους (π.χ. Συμφωνία του Μονάχου, 1938) για να επιτεθεί στην Σοβιετική Ένωση. Τελικά χάρη στην Σοβιετική Ένωση και τον Κόκκινο Στρατό, χάρη στα απελευθερωτικά κινήματα των χωρών της Ευρώπης, που ψυχή τους είχαν τα Κομμουνιστικά Κόμματα, γράφτηκε το έπος της μεγάλης Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών. Αυτή την ιστορική αλήθεια δεν θα καταφέρουν να τη διαγράψουν από τη συλλογική μνήμη των λαών, όσο βρώμικο μελάνι κι αν χυθεί, όσα εκατομμύρια κι αν δαπανήσει η ΕΕ, που είναι ένας βασικός παραχαράκτης της ιστορίας.
Σήμερα, αναζωπυρώνεται η φασιστική βία, οι επιθέσεις σε κομμουνιστές κι άλλους αγωνιστές, επιστρατεύεται ξανά το ανιστόρητο κατασκεύασμα των «δύο άκρων», της εξίσωσης φασισμού – κομμουνισμού, της ταύτισης των μορφών πάλης του εργατικού-λαϊκού κινήματος με τη φασιστική εγκληματική βία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, από τη μια εκτρέφεται ο φασισμός και από την άλλη χρησιμοποιείται ως μέσο ωραιοποίησης των λεγόμενων δημοκρατικών αστικών πολιτικών δυνάμεων, που είτε από θέση κυβέρνησης, είτε αντιπολίτευσης, στηρίζουν την αντιλαϊκή πολιτική υπέρ του κεφαλαίου.
Η ιστορία και της δεκαετίας του 1940 διδάσκει ότι ο αντικομμουνισμός αποτελεί κοινό δομικό χαρακτηριστικό του συνόλου του αστικού πολιτικού κόσμου, που δε διστάζει να συνεργαστεί ανοιχτά ή συγκαλυμμένα με φασιστικές δυνάμεις όταν η όξυνση της ταξικής πάλης οδηγήσει σε αμφισβήτηση της καπιταλιστικής εξουσίας.
Γι’ αυτό επιβεβαιώνεται ότι η δικαστική απόφαση καταδίκης της εγκληματικής Χρυσής Αυγής πριν ένα χρόνο, παρ’ ότι αναγκαία, δεν αρκεί για να ηττηθεί ο φασισμός. Το σύστημα που τον θρέφει είναι εδώ, όπως είναι εδώ και οι πολύμορφες διασυνδέσεις του με τμήματα του κρατικού μηχανισμού και της εργοδοσίας, αλλά και η ανοχή από δυνάμεις του αστικού πολιτικού συστήματος. Ανοχή τόσο από εκείνες τις δυνάμεις που προβάλουν το αστικό ιδεολόγημα των δύο άκρων, όσο και από αυτές που συσκοτίζουν την ταξική ουσία του φασισμού, αποκόπτοντας τον από την καπιταλιστική μήτρα που τον γεννά.
Οι εξελίξεις καθιστούν εξαιρετικά επίκαιρο το ιστορικό δίδαγμα από την πάλη της δεκαετίας του 1940, ότι η μαζική εργατική-λαϊκή πάλη μπορεί να ανατρέψει και τον αρνητικότερο συσχετισμό δυνάμεων, ότι ο αγώνας ενάντια στην ξένη κατοχή και το φασισμό, μπορεί να είναι αποφασιστικός και νικηφόρος, μόνο όταν συνδέεται με την πάλη για την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας.
Σήμερα η υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων, της εδαφικής ακεραιότητας, των συνόρων, από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων αποκτά πραγματικό νόημα, μόνο όταν συμβαδίζει με την πάλη:
–Για την απεμπλοκή της χώρας μας από τα επικίνδυνα σχέδια του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ, της ΕΕ.
–Για να κλείσουν οι ξένες στρατιωτικές βάσεις στην Ελλάδα.
–Για την αποδέσμευση από αυτούς τους οργανισμούς, με το λαό στην εξουσία, ιδιοκτήτη του πλούτου που παράγει.
Στηριγμένος στην ιστορική πείρα ο λαός χρειάζεται να αποκτήσει εμπιστοσύνη και δύναμη στην πάλη του για το δίκιο και τη νίκη, να εμπιστευτεί το ΚΚΕ. Για να χαράξει το δικό του δρόμο για τη δική του εξουσία. Σε κάθε ιστορική στιγμή “μόνο ο λαός μπορεί να σώσει το λαό”, βαδίζοντας το δρόμο της σύγκρουσης και της ανατροπής να γίνει ο ίδιος αφέντης του πλούτου που παράγει, σε μια κοινωνία με πραγματική λαϊκή ευημερία: Το σοσιαλισμό – κομμουνισμό.