Απόψεις Ιστορία

Γιώργης Έξαρχος: Διαδρομές… αυτογνωσίας…4 / Η αναπόδεικτη “πρώιμη κάθοδος Σλάβων” εν Ελλάδι…

Η Θεσσαλονίκη «στα χρόνια των Σκλαβηνών ή Σκλαβίνων», του γένους των Γετών…

ΓΙΩΡΓΗΣ Σ. ΕΞΑΡΧΟΣ – ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ… ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ… 4

Ο ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ (~500-565), ΕΙΝΑΙ ΣΑΦΗΣ ΣΤΙΣ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΕΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΤΗ ΛΕΞΗ ΣΛΑΒΟΣ/ΣΛΑΒΟΙ, ΔΙΟΤΙ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΜΟΝΟΝ ΤΟΥΣ ΣΚΛΑΒΗΝΟΥΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΓΕΤΕΣ

«…Γοτθικά έθνη πολλά μεν και άλλα πρότερόν τε ην και τανύν εστι, τα δε δη πάντων μέγιστά τε και αξιολογώτατα Γότθοί τε εισί Βανδίλοι και Ουσίγοτθοι και Γήπαιδες. Πάλαι μέντοι Σαυρομάται και Μελάγχλαινοι ωνομάζοντο. Εισί δε οι και Γετικά έθνη ταύτ’ εκάλουν» – «…Σκλαβηνών στράτευμα διαβάντες ποταμόν Ίστρον Ιλλυριούς άπαντας άχρι Επιδαμνίων έδρασαν ανήκεστα έργα, κτείνοντες και ανδραποδίζοντες τους εν ποσίν ηβηδόν άπαντας και τα χρήματα ληϊζόμενοι»

Η ΑΝΑΠΟΔΕΙΚΤΗ «ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΘΟΔΟΣ ΣΛΑΒΩΝ» ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ…

——————————–

Γιώργης Σ. Έξαρχος*

Συνεχίζοντας, λοιπόν, τούτη τη σειρά, μου ήρθε στον νου η άποψη του σοφού αείμνηστου καθηγητή Κ. Θ. Δημαρά, για τον ρόλο και το έργο του ιστοριογράφου – ιστορικού: «Το έργο του ιστοριογράφου σε ένα οπωσδήποτε συγκροτημένο συλλογικό σώμα, είναι πρώτα – πρώτα να διορθώνει τα παραδεδομένα, δηλαδή να πηγαίνει αντίθετα προς την αδράνεια του νου η οποία χαρακτηρίζει τον άνθρωπο, τον φυσικό άνθρωπο. Έχει όμως κι ένα δεύτερο έργο, εξίσου οχληρό, έχει να δίνει καινούριες τοποθετήσεις σςε φαινόμενα που εφαίνονταν να είναι, σαν οριστικά τοποθετημένα.» (Κ. Θ. Δημαράς, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, έκδοση γ’, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1983, σ. 391). – Με αυτά, κατά νου, συνέχεια στις πρωτογενείς πηγές που μαρτυρούν και αποδεικνύουν το γιατί οι Σκλαβήνοι –σε όλες τις αποχρώσεις τους– δεν ήταν Σκλάβοι, αλλά Γέτες. Θα αρκεστούμε στον Προκόπιο, τον πολλάκις κατακρεουργημένο, του οποίου ενδιαφέρουσες είναι και οι πληροφορίες που δίνει για τους Γραικούς…

Πηγή πρώτη: ΠΡΟΚΟΠΙΟΣCorpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B. G. Niebuhrii C. F., Instituta Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borusicae Continuata, Pars II, Procopius, Volumen I, Bonnae MDCCCXXXIII – Procopius, Ex Recognitione Guilielmi Dindorfii, Vol. I,, Bonnae MDCCCXXXIII [1833] – Προκοπίου Και-σαρέως Ιστορίαι.

1ο: «τας τε Ούννων επιδρομάς, ως δη εν τω τότε τον Ίστρον ποταμόν περαιωθέντες μέγιστα οία την Ρωμαίων αρχήν ελυμήναντο, Ιλλυριούς τε και Θετταλούς και τα πλείστα της Ευρώπης ληϊσάμενοι, μέρος δε τι και της Ασίας, τον Ελλήσποντον διαβάντες.» (Ό.π., σ. 4).

2ο: «[Το Εφθαλιτών έθνος] Ου γαρ νομάδες εισίν ώσπερ τα άλλα Ουννικά έθνη […] Μόνοι δε Ούννων ούτοι λευκοί τε τα σώματα και ουκ άμορφοι τας όψεις εισίν. […] Ρωμαίων τε και πάντων ουδέν τι ήσσον.» (Ό.π., σ. 15-16).

3ο: «Ου δη τα Ούννων έθνη σχεδόν τι άπαντα ίδρυται άχρι εις την Μια-ώτιν διήκοντα λίμνην.» (Ό.π., σ. 48).

4ο: «Ούννοι τε αυτοίς οι Σάβειροι καλούμενοι τρισχίλιοι γυνήσαν, μαχιμώτατον έθνος.» (Ό.π., σ. 74).

5ο: «Οι τε Ούννοι ου πολλώ ύστερον εσβαλόντες ες γην των Ρωμαίων …» (Ό.π., σ. 111).

6ο: «Στράτα γαρ η εστρωμένη οδός Λατίνων καλείται φωνή.» (Ό.π., σ. 154).

7ο: «Μέγα μεν ευθύς στράτευμα Ουννικόν, διαβάντες ποταμόν Ίστρον, ξυμπάση Ευρώπη επέσκηψαν, γεγονός μεν πολλάκις ήδη, τοσαύτα δε το πλήθος κακά ή τοιαύτα το μέγεθος ουκ ενεγκόν πώποτε τοις ταύτη ανθρώποις. Εκ κόλπου γαρ του Ιονίου οι βάρβαροι ούτοι άπαντα εφεξής εληΐσαντο μέχρι ες τα Βυζαντίου προάστεια. Και φρούρια μεν δύο και τριάκοντα εν Ιλλυριοίς είλον, πόλιν δε την Κασσάνδρειαν κατεστρέψαντο βία (ην οι παλαιοί Ποτίδαιαν εκάλουν, όσα γε ημάς ειδέναι) ου τειχομαχήσαντες πρότερον. Και τα τε χρήματα έχοτες αιχμαλώτων τε μυρι-άδας δύο και δέκα απαγόμενοι επ’ οίκου άπαντες ανεχώρησαν, ουδενός σφίσιν εναντιώματος απαντήσαντος. Χρόνω δε τω υστέρω πολλάκις ενταύθα γενόμενοι ανήκεστα εις Ρωμαίους δεινά έδρασαν.» (Ό.π., σ. 167-168).

8ο: «Εν ετέρα τε εισβολή [οι Ούννοι] τους τε Ιλλυριούς και Θεσσαλούς ληϊσάμενοι τειχομαχείν μεν ενεχείρησαν εν Θερμοπύλαις, των δε εν τοις τείχεσι φρουρών καρτερώτατα αμυνομένων διερευνώμενοι τας περιόδους παρά δόξαν την ατραπόν εύρον η φέρει εις το όρος ο ταύτη ανέχει. Ούτω τε σχεδόν άπαντας Έλληνας, πλην Πελοποννησίων, διεργασάμενοι απεχώρησαν. […] Όπως δε ο Περσών στρατός ες γην την Ρωμαίων εσέβαλεν, ερών έρχομαι.» (Ό.π., σ. 168).

9ο: «Ούννοι πολέμιοι εξ όρους του Καυκάσου, ομόρου σφίσιν όντος, διά Λαζικής πορευόμενοι εσβάλλωσιν ες γην την Ρωμαίων.» (Ό.π., σ. 216).

10ο: «ραιφερενδάριον τη Λατίνων φωνή την τιμήν ταύτην καλούσι Ρωμαίοι.» (Ό.π., σ. 256).

11ο: «Προκαλύμματα εκ τραγείων τριχών, α δη καλούσι Κιλίκια, πάχους τε και μήκους διαρκώς έχοντα, αρτήσαντες εκ ξύλων μακρών επίπροσθεν αεί των την αγέσταν εργαζομένων ετίθεντο (ούτω γαρ το ποιούμενον τη Λατίνων φωνή εκάλουν Ρωμαίοι).» (Ό.π., σ. 271).

12ο: «Γοτθικά έθνη πολλά μεν και άλλα πρότερόν τε ην και τανύν εστι, τα δε δη πάντων μέγιστά τε και αξιολογώτατα Γότθοί τε εισί Βανδίλοι και Ουσίγοτθοι και Γήπαιδες. Πάλαι μέντοι Σαυρομάται και Μελάγχλαινοι ωνομάζοντο. Εισί δε οι και Γετικά έθνη ταύτ’ εκάλουν. Ούτοι άπαντες ονόμασι μεν αλλήλων διαφέρουσιν, ώσπερ είρηται, άλλω δε των πάντων ουδενί διαλλάσσουσι. Λευκοί γαρ άπαντες τα σώματά τε εισι και τας κόμας ξανθοί, ευμήκεις τε και αγαθοί τας όψεις, και νόμοις μεν τοις αυτοίς χρώνται, ομοίως δε τας ες τον θεόν αυτοίς ήσκηνται. Της γαρ Αρείου δόξης εισίν άπαντες, φωνή τε αυτοίς εστι μία, Γοτθική λεγομένη, και μοι δοκούν εξ ενός μεν είναι άπαντες το παλαιόν έθνους, ονόμασι δε ύστε-ρον των εκάστοις ηγησαμένων διακεκρίσθαι. Ούτος ο λεώς υπέρ ποταμόν Ίστρον εκ παλαιού ώκουν. Έπειτα Γήπαιδες μεν τα αμφί Σιγγηδόνα [νυν Βελιγράδι] τε και Σίρμιον [νυν Sremska Mitrovica, Σερβία] χωρία έσχον, εντός τε και εκτός ποταμού Ίστρου, ένθα δη και ες εμέ ίδρυνται.» (Ό.π., σ. 313).

13ο: «Γότθοι δε την επί του Ίστρου διάβασιν ποιησάμενοι Παννονίαν μεν τα πρώτα έσχον, έπειτα δε βασιλέως δόντος ώκησαν τα επί της Θράκης χωρία.» (Ό.π., σ. 319).

14ο: «…Μασσαγετών τε και των άλλων Σκυθών ες την Ρωμαίων αρχήν εσβαλόντων…» (Ό.π., σ. 329).

15ο: «Ιλλυριούς ουν εληΐζετο και της τε Πελοποννήσου της τε άλλης Ελλάδος τα πλείστα και όσαι αυτή νήσοι επίκεινται.» (Ό.π., σ. 335).

16ο: «Ώρμητο δε ο Βελισάριος εκ Γερμανίας, η Θρακών τε και Ιλλυριών μεταξύ κείται.» (Ό.π., σ. 361).

17ο: «και τριβώνιόν τι λευκόν, ες χρυσήν περόνην κατά τον δεξιόν ώμον εν χλαμύδος σχήματι Θετταλοίς ξυνιόν, χιτών τε λευκός, ποικίλματα έχων, και αρβύλη επίχρυσος.» (Ό.π., σ. 407).

Δίπτυχο που αναπαριστά τον Ιουστινιανό ή τον Αναστάσιο. Μουσείο του Λούβρου, συλλογή Μπαρμπερίνι.

Πηγή δεύτερη: ΠΡΟΚΟΠΙΟΣCorpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B. G. Niebuhrii C. F., Instituta Auctoritate Academiae Littera-rum Regiae Borusicae Continuata, Pars II, Procopius, Volumen II, Bonnae MDCCCXXXIII – Procopius, Ex Recognitione Guilielmi Dindorfii, Vol. II,, Bon-nae MDCCCXXXIII [1833] – Προκοπίου Καισαρέως Ιστορίαι.

18ο: «Ετύγχανον δε Ρωμαίοι χρόνω τινί πρότερον Σκίρρους τε και Αλανούς και άλλα άττα Γοτθικά έθνη ες ξυμμαχίαν επαγόμενοι·» (Ό.π., σ. 6).

19ο: «Γότθοι δε Γήπαισι τοις αμφί Σίρμιον πολεμούντες, πόλει Γρατιανή [νυν Γρατινή Ξάνθης;], εν τη Ιλλυριών εσχατιά κειμένη, ως πολεμία εχρήσαντο.» (Ό.π., σ. 19).

20ό: «ο βασιλεύς Πέτρον, Ιλλυριόν γένος, εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενον, ες Ιταλίαν ευθύς έστελλεν…» (Ό.π., σ. 21).

21ο: «Ρήνος δε ες τον ωκεανόν τας εκβολάς ποιείται. Λίμναι τε ενταύθα, ου δη Γερμανοί το παλαιόν ώκηντο, βάρβαρον έθνος, ου πολλού λόγου το κατ’ αρχάς άξιον, οι νυν Φράγγοι καλούνται.» (Ό.π., σ. 63).

22ο: «βέντος γαρ άνεμον Λατίνων φωνή δύναται» (Ό.π., σ. 77). [Βλαχιστί, βίντου = άνεμος, αέρας].

23ο: «Του δε κόλπου εκτός πρώτοι μεν Έλληνες εισιν, Ηπειρώται καλούμενοι, άχρι Επιδάμνου πόλεως, ήπερ επιθαλασσία οικείται.» (Ό.π., σ. 80).

24ο: «Ύπερθε δε αυτών [των Βενετίων] Σίσκιοί τε και Σουάβοι (ουχ οι Φράγγων κατήκοοι, αλλά παρά τούτους έτεροι) χώραν την μεσόγειον έχουσι. Και υπέρ τούτους Κάρνιοί τε και Νουρικοί ίδρυνται. Τούτων δε Δάκαι τε και Πάννονες εν δεξιά οικούσιν, οι άλλα τε χωρία και Σιγγηδόνα και Σίρμιον έχουσιν, άχρι ες ποταμόν Ίστρον διήκοντες. Τούτων μεν δη των εθνών Γότθοι κόλπου του Ιονίου εκτός κατ’ αρχάς τούδε του πολέμου ήρχον…» (Ό.π., σ. 80).

25ο: «Ο δε Βέσσας ούτος Γότθος μεν ην γένος των εκ παλαιού εν Θράκη ωκημένων…» (Ό. π., σ. 81).

26ο: «Έτυχε δε ίππω τηνικαύτα οχούμενος, πολέμων τε λίαν εμπείρω και διασώσασθαι τον επιβάτην επισταμένω, ος δη όλον μεν το σώμα φαιός ην, το μέτωπον δε άπαν εκ κεφαλής άχρι ες ρίνας λευκός μάλιστα. Τούτον Έλληνες μεν Φαλιόν, βάρβαροι δε Βάλαν καλούσι.» (Ό.π., σ. 87). [Βλαχιστί, μπάλjιου = μαύρο ζώο {άλογο, γίδα} με λευκό κούτελο].

27ο: «Ος ενταύθα ελθών και Ρωμαίους της ες Γότθους απιστίας κακί-σας την προδοσίαν ωνείδιζεν, ην αυτούς επί τε τη πατρίδι πεποιήσθαι και σφίσιν αυτοίς έλεγεν, οι της Γότθων δυνάμεως Γραικούς τους σφίσιν ουχ οίους τε αμύνειν όντας ηλλάξαντο, εξ ων τα πρότερα ουδένα ες Ιταλίαν ήκοντα είδον, ότι μη τραγωδούς και μίμους και ναύτας λωποδύτας.» (Ό.π., σ. 92-93).

28ο: «ολίγους τε όντας και Γραικούς ή ίσους, κολάσετε δε αυτούς αυτίκα δη μάλα της τε αδικίας και ύβρεως ης ες εμάς ήρξαν.» (Ό.π., σ. 136).

29ο: «Ηνίκα Έρουλοι Λαγγοβαρδών ησσηθέντες τη μάχη εξ ηθών των πατρίων έστησαν, οι μεν αυτών, ώσπερ μοι έμπροσθεν δεδιήγηται, ωκήσαντο ες τα εν Ιλλυρίοις χωρία, οι δε δη άλλο Ίστρον ποταμόν διαβαίνειν ουδαμή έγνωσαν, αλλ’ ες αυτάς που τας εσχατιάς της οικουμένης ιδρύσαντο· ούτω γουν πολλών εκ του βασιλείου αίματος ηγουμένων σφίσιν ήμειψαν μεν τα Σκλαβηνών έθνη εφεξής άπαντα, έρημον δε χώρα δια-βάντες ενθένδε πολλήν εις τους Ουάρνους καλουμένους εχώρησαν. Μεθ’ ους δη Δανών τα έθνη παρέδραμον ου βιαζομένων σφας των τήδε βαρβάρων.» (Ό.π., σ. 205).

30ό: «Ρωμαίοι δε ουδέν τι ήσσον αχθόμενοι […] Είναι γαρ τινας των οι επομένων εκ του Σκλαβηνών έθνους, οι κρύπτεσθαι τε υπό λίθω βραχεί, ή φυτών άλλω τω παρατυχόντι, ειώθασι και αναρπάζειν άνδρα πολέμιον. Τούτο τε αεί παρά ποταμόν Ίστρον, ένθα δη ιδρύονται, ες τε Ρωμαίους και τους άλλους βαρβάρους ενδείκνυνται. […] Βαλεριανός ουν απολέξας των Σκλαβηνών ένα σώματός τε μεγέθους περί ευ ήκοντα και διαφερόντως δραστήριον, άνδρα ελείν πολέμιον ζώντα απέστελλε, χρήματα οι μεγάλα προς Βελισσαρίου ισχυρισάμενος έσεσθαι. […] Ο μεν ουν Σκλαβηνός όρθρου βαθέος άγχιστα του περιβόλου γενόμενος, εν θάμνω τινί εγκαλυψάμενός τε και το σώμα ες ολίγον ξυναγαγών αμφί την πόαν εκρύπτετο. […] Και οι επιπεσών όπισθεν ο Σκλαβηνός εκ του αιφνιδίου ανάρπαστον εποιήσατο, σφίγγων τε μέσον καρτερώς χερσίν αμφοτέραις τον άνθρωπον, ες τε το στρατόπεδον ήνεγκε φέρων και Βαλεριανώ ενεχείρισεν.» (Ό.π., σ. 254-255).

31ο: «[Στις Άλπεις] Κουτίας καλούσι Ρωμαίοι, φρούρια συχνά ξυμβαίνει είναι.» (Ό.π., σ. 264).

32ο: «Οι δε Ρογοί ούτοι έθνος μεν εισι Γοτθικόν, αυτόνομοί τε το παλαιόν εβίων.» (Ό.π., σ. 287).

33ο: «Ούννοι και Άνται και Σκλαβηνοί πεποιημένοι ανήκεστα Ρωμαίους έργα ειργάσαντο. […] διαβήναι τον Ίστρον επί τους Ρωμαίους ουδείς ίσχυσεν […] Μάχης τε καρτεράς γενομένης Ρωμαίων τε πολλοί έπεσον και Χιλβούδιος ο στρατηγός. […] || Χρόνω δε ύστερον Άνται και Σκλαβηνοί διάφοροι αλλήλοις γενόμενοι ες χείρας ήλθον, ένθα δη τοις Άνταις ησσηθήναι των εναντίων τετύχηκεν. […] Υπό δε τον χρόνον τούτον Άνται επισκήψαντες εις τα επί Θράκης χωρία πολλούς εληΐσαντο και ηνδραπόδισαν των εκείνη Ρωμαίων.» (Ό.π., σ. 331-333).

34ο: «Τα γαρ έθνη ταύτα, Σκλαβηνοί τε και Άνται, ουκ έρχονται προς ανδρός ενός, αλλ’ εν δημοκρατία εκ παλαιού βιοτεύουσι, και διά τούτο αυτοίς των πραγμάτων αεί τα τε ξύμφορα και τα δύσκολα ες κοινόν άγεται.» (Ό.π., σ. 334).

35ο: «Και μην και όνομα Σκλαβηνοίς τε και Άνταις εν τω ανέκαθεν ην. Σπόρους γαρ το παλαιόν αμφοτέρους εκάλουν, ότι δη σποράδην, οίμαι, διεσκηνημένοι την χώραν οικούσι. Διό δη και γην πολλήν τινα έχουσι· το γαρ πλείστον της ετέρας του Ίστρου όχθης αυτοί νέμονται. Τα μεν ουν αμφί τον λεών τούτον ταύτη πη έχει.» (Ό.π., σ. 336).

36ο: «Άνται δε τότε αγειρόμενοι, ώσπερ ερρήθη, τον άνδρα τούτον ηνάγκαζον ομολογείν σφίσιν ότι Χιλβούδιος αυτός ο Ρωμαίων στρατηγός είη. Αρνηθέντα τε κολάζειν ηπείλουν. Εν ω δε ταύτα επράσσετο τήδε, εν τούτω βασιλεύς Ιουστινιανός πρέσβεις τινάς παρά τούτους δη τους βαρβάρους στείλας ηξίου ξυνοικίζεσθαι άπαντας εις πόλιν αρχαίαν, Τούρριν όνομα [νυν Turnu Măgurele Ρουμανίας], η κείται μεν υπέρ ποταμόν Ίστρον, Τραϊανού του Ρωμαίων αυτοκράτορος εν τοις άνω χρόνοις αυτήν δειμαμένου, έρημος δε ετύγχανεν εκ παλαιού ούσα, ληϊσαμένων αυτήν των ταύτη βαρβάρων. Ταύτη γαρ αυτούς και τη άμφ’ αυτή χώρα Ιουστινιανός βασιλεύς, άτε προσηκούση το εξ αρχής Ρωμαίοις, ωμολόγει δεδωρήσεσθαι και σφίσι ξυνοικιείν μεν δυνάμει τη πάση, χρήματα δε μεγάλα σφίσι προΐεσθαι, εφ’ ω οι ένσπονδοι το λοιπόν όντες Ούννοις εμπόδιοι ες αεί γένωνται, καταθείν βουλομένοις την Ρωμαίων αρχήν. Ταύτα επεί οι βάρβαροι ήκουσαν, επήνεσάν τε και πράξειν άπαντα υπέσχοντο, είπερ αυτοίς τον Χιλβούδιον στρατηγόν Ρωμαίων αύθις καταστησάμενος ξυνοικιστήν δοίη, αυτόν εκείνον ισχυριζόμενοι, ήπερ εβούλοντο, Χιλβούδιον είναι. Ταύταις δε ο άνθρωπος επαρθείς ταις ελπίσιν ήδη και αυτός ήθελέ τε και έφασκε Χιλβούδιος ο Ρωμαίων στρατηγός είναι. Εφ’ οις δη αυτόν στελλόμενον ες Βυζάντιον Ναρσής εν ταύτη τη πορεία καταλαμβάνει. Και ξυγγενόμενος, επεί φενακίζοντα τον άνθρωπον εύρε (καίπερ την τε Λατίνων αφιέντα φωνήν και των Χιλβουδίου γνωρισμάτων πολλά εκμαθόντα τε ήδη και προσποιείσθαι ικανώς έχοντα) εν τε δεσμωτηρίω καθείρξε και τον πάντα εξειπέιν λόγον ηνάγκασεν, ούτω τε ες Βυζάντιον ξυν αυτώ ήγαγεν.» (Ό. π., σ. 336-337).

37ο: «προς ανδρών επτακισχιλίων Γραικών ησσηθέντες…» (΄Ο.π., σ. 366).

38ο: «είτα ες τους Γότθους τους ευεργέτας πολλή αγνωμοσύνη εχόμενοι, ες απόστασιν τε ου δέον επί τω σφετέρω πονηρώ ίδοιεν και τους Γραικούς επί τη πατρίδι επαγάγοιντο, προδόται σφων αυτών εκ του αιφνιδίου γεγενημένοι.» (Ό.π., σ. 367).

39ο: «Υπό τούτον τον χρόνον Σκλαβηνών στράτευμα διαβάντες ποταμόν Ίστρον Ιλλυριούς άπαντας άχρι Επιδαμνίων έδρασαν ανήκεστα έργα, κτείνοντες και ανδραποδίζοντες τους εν ποσίν ηβηδόν άπαντας και τα χρήματα ληϊζόμενοι. Ήδη δε και φρούρια ενταύθα πολλά τε και δοκούντα εχυρά τα πρότερα είναι ουδενός αμυνομένου εξελείν ίσχυσαν, περίιόντες ξύμπαντα κατ’ εξουσίαν και διερευνώμενοι.» (Ό.π., σ. 397-398).

40ό: «Γότθοι μεν την Δακών χώραν ες φόρου απαγωγήν τα πρότερα είχον, Γήπαιδες δε του Ίστρου επί θάτερα το εξ αρχής ώκηντο άπαντες, Γότθων μεν ούτω κατεπτηχότες την δύναμιν ώστε τον ποταμόν διαπορθμεύεσθαι ουδέ όσον αποπειράσθαι πώποτε ίσχυσαν, ένσπονδοι δε και φίλοι Ρωμαίοις τα μάλιστα όντες και δώρα πολλά τω της φιλίας ονόματι κομιζόμενοι ανά παν έτος προς των έμπροσθεν βεβασιλευκότων, και παρά σου μέντοι ουδέν τι ήσσον.» (Ό.π., σ. 421).

41ο: «Γήπαιδες, ω βασιλεύ, Σίρμιον έχουσι και Ρωμαίοις ανδραποδίζουσιν, όλην τε προσποιείσθαι Δακίαν αυχούσι.» (Ό.π., σ. 422).

42ο: «Πάντως δε οι κλώπες ούτοι το τε Σίρμιον και άλλα επί Δακίας άττα χωρία υπόθεσιν ημίν του πολέμου προΐσχονται είναι.» (Ό.π., σ. 425).

43ο: «Ιλδίγης ευθύς Λαγγοβαρδών τους οι επισπομένους και Σκλαβηνών πολλούς επαγόμενος ες Γήπαιδας ήλθε, και αυτόν Γήπαιδες κατάξειν επί την αρχήν ελπίδα είχον.» (Ό.π., σ. 430).

44ο: «Ου μέντοι Γότθοις ξυνέμιξεν, αλλ’ Ίστρον ποταμόν διαβάς αύθις ες Σκλαβηνούς απεχώρησεν.» (Ό.π., σ. 430).

45ο: «Σκλαβηνών όμιλος όσος ούπω πρότερον αφίκετο ες Ρωμαίων την γην. Ίστρον δε ποταμόν διαβάντες αμφί Ναϊσόν ήλθον. […] ο των Σκλαβηνών στρατός και ό τι κατεργασόμενοι διέβησαν ποταμόν Ίστρον. Οι δε ισχυρίσαντο ως Θεσσαλονίκην τε αυτήν και πόλεις τας αμφ’ αυτήν πολιορκία εξαιρήσοντες ήκοιεν. Άπερ επεί βασιλεύς ήκουσεν, άγαν τε ξυνετα-ράχθη και προς Γερμανόν ευθύς έγραψεν, οδόν μεν εν τω παραυτίκα την επί Ιταλίαν αναβαλέσθαι, Θεσσαλονίκη δε και πόλεσι ταις άλλαις αμύναι, και την Σκλαβηνών έφοδον όση δύναμις αποκρούσασθαι. Και Γερμανός μεν αμφί ταύτα διατριβήν είχε. Σκλαβηνοί δε γνόντες διαρρήδην προς των αιχμαλώτων Γερμανόν εν Σαρδική είναι ες δέος ήλθον. […] Άνται, οι Σκλαβηνών άγχιστα ώκηνται, Ίστρον ποταμόν διαβάντες στρατώ μεγάλω εσέβαλλον ες Ρωμαίων την γην. […] Σκλαβηνοί, άμα δε και δύναμιν αξιολογώτατον αυτόν επάγεσθαι οιόμενοι, άτε προς βασιλέως στελλόμενον επί Τωτίλαν τε και Γότθους, οδού μεν ευθύς της επί Θεσσαλονίκην απέσχοντο, ες δε το πεδίον καταβήναι ουκέτι ετόλμων, αλλά ξύμπαντα όρη τα Ιλλυριών διαμείψαντες εν Δαλματία εγένοντο.» (Ό.π., σ. 449-450).

46ο: «φοίδερα γαρ Λατίνοι τας εν πολέμω καλούσι ξυνθήκας» (Ό.π., σ. 478).

47ο: «Τούτων δε δη των Ρωμαίων ηγούντο Φιλήγαγός τε, Γήπαις γένος, δραστήριος ανήρ …» (Ό.π., σ. 493).

48ο: «Τύχη δε τινι ξυνεκύρησεν εν τούτω τω Ρωμαίω στρατώ είναι βαρβάρων των Σαβείρων ολίγους τινάς εξ αιτίας τοιάσδε. Οι Σάβειροι, έθνος μεν εστιν Ουννικόν, ώκησαν δε αμφί τα Καυκάσια όρη, πάμπολυ πλήθος μεν ες άγαν όντες, ες αρχάς δε πολλάς επιεικώς διηρημένοι. Τούτων δε των αρχόντων οι μεν τινες εισι τω Ρωμαίων αυτοκράτορι, οι δε των Περσών βασιλεί εκ παλαιού γνώριμοι. […] Τότε ουν Ιουστινιανός βασιλεύς των Σαβείρων τους οι επιτηδείους εις την ομαιχμίαν παρακαλών έστειλέν τινα τον τα χρήματα παρ’ αυτούς κομιούντα. […] Κριόν γαρ αυτοσχεδιάζουσιν οι Σάβειροι ούτοι…» (Ό.π., σ. 409-411).

49ο: «Κοτυάειον δε τότε το φρούριον ωνομάζετο την Ελλήνων φωνή, νυν μέντοι Κουτατίσιον αυτό καλούσι Λαζοί τη της φωνής αγνοία του ονόματος διαφθείροντες αρμονίαν.» (Ό.π., σ. 535).

50ό: «Επιμελές γαρ εγεγόνει τοις πάλαι Ρωμαίοις της Ελλάδος τα κάλλιστα πάντα εγκαλλωπίσματα Ρώμης ποιήσασθαι.» (Ό.π., σ. 571).

51ο: «Δείξατε τοίνυν αυτοίς ότι τάχιστα ως Γραικοί τε εισι και άνανδροι φύσει και ησσήμενοι θρασύνονται, μηδέ ξυγχωρήσητε την διάπειραν αυτοίς πρόσω ιέναι.» (Ό.π., σ. 581).

52ο: «Ου πολλώ δε ύστερον Λαγγοβάρδαις κατά τον ξυμμαχικόν δεομένοις στρατιάν εις ξυμμαχίαν επί Γήπαιδες Ιουστινιανός βασιλεύς έπεμψεν, επενεγκών Γήπαισι Σκλαβηνών τινάς επί πονηρώ Ρωμαίων μετά τας ξυνθήκας διαβιβάσαι ποταμόν Ίστρον.» (Ό.π., σ. 593).

53ο: «ες χωρίον αφίκοντο Κάπρας όνομα…» (Ό.π., σ 625). [Βλαχιστί κάπρα = αίγα, γίδα, κατσίκα].

54ο: «Ηγούντο δε των εν Περυσία φρουρών αυτόμολοι γεγονότες Ρωμαίοι δύο, Μελιγήδιός τε και Ούλιφος…» (Ό.π., σ. 629).

Αυτοκρατειρα Θεοδώρα, σύζυγος του Ιουστινιανού.

Πηγή τρίτη: ΠΡΟΚΟΠΙΟΣCorpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B. G. Niebuhrii C. F., Instituta Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borusicae Continuata, Pars II, Procopius, Volumen III, Bonnae MDCCCXXXIII – Procopius, Ex Recognitione Guilielmi Dindorfii, Vol. III,, Bon-nae MDCCCXXXIII: [1833].

(a) Προκοπίου Καισαρέως Ανέκδοτα:

     55ο: «Κατέτεινε δε η Γότθων αρχή προ τούδε του πολέμου εκ Γάλλων της γης άχρι των Δακίας ορίων. Ου δη πόλις Σίρμιόν εστι. Γαλλίας μεν ουν και Βενετίων γην την πολλήν Γερμανοί έσχον, επειδή αφίκετο ες Ιταλίαν ο Ρωμαίων στρατός. Σίρμιον δε και τα εκείνα πεδία Γήπαιδες κατέχουσιν, άπαντα μέντοι συλλήβδην ειπείν ανθρώπων παντελώς έρημα. […] Ιλλυρίους δε και Θράκην όλην, είη δ’ αν εκ κόλπου του Ιονίου μέχρι ες τα Βυζαντίων προάστεια, εν τοις Ελλάς τε και Χερρονησιτών η χώρα εστίν, Ούννοί τε και Σκλαβηνοί και Άνται σχεδόν τι ανά παν καταθέον-τες έτος, εξ ου Ιουστινιανός παρέλαβε την Ρωμαίων αρχήν, ανήκεστα έργα ειργάσαντο τους ταύτη ανθρώπους. Πλέον γαρ εν εκάστη εμβολή οίμαι ή κατά μυριάδας είκοσιν είναι των τε ανηρημένων και ηνδραποδισμένων ενταύθα Ρωμαίων, ώστε την Σκυθών ερημίαν αμέλει ταύτης πανταχούσε της γης ξυμβαίνειν.» (Ό.π., σ. 108).

56ο: «των δε δη Ούννων και Σκλαβηνών ξύμπασαν Ευρώπην ληϊσαμένων…» (Ό.π., σ. 129). [Ευρώπη = (στα χρόνια του Ιουστινιανού) η Ελληνική ή Ιλλυρική Χερσόνησος].

57ο: «Έτι μέντοι και άλλαις ζημιών ιδέαις πολλαίς τους στρατιώτας απέκναιον, ώσπερ αμειβόμενοι των εν τοις πολέμοις κινδύνων, επικαλούν-τες τοις μεν ως Γραίκοι είεν, ώσπερ ουκ εξόν των από της το παράπαν τινί γενναίω γενέσθαι, καίπερ αμφί τούτω γράμματα βασιλέως ενδεικνυμέ-νοις, άπερ οι λογοθέται διαβάλλειν ουδεμιά οκνήσει ετόλμων·» (Ό.π., σ. 134).

(b) Προκοπίου Καισαρέως Περί των του Δεσπότου Ιουστινιανού Κτισμάτων Λόγοι Έξ:

58ο: «Τον μεν ουν ένα της θεοτόκου νεών ωκοδομήσατο προ του περιβόλου εν χώρω καλουμένω Βλαχέρναις…» (Ό.π., σ. 184).

59ο: «καστέλλους γαρ τα φρούρια τη Λατίνων καλούσι φωνή.» (Ό.π., σ. 225).

60ό: Έθνη βαρβάρων «γειτονήματι ποταμού Ίστρου»: Ουννικά, Γοτθικά, οι εν Ταύροις, τα εν Σκύθαις, Σκλαβηνοί, Σαυρομάται και άλλα. (Ό.π., σ. 264-265).

61ο: «Ιουστινιανή ωνόμασε πρίμαν (πρώτη δε τούτο τη Λατίνων φωνή δύναται) ταύτα τη θρεψαμένη τροφεία εκτίνων.» (Ό.π., σ. 266).

62ο: «Σεκούνδον γαρ την δευτέραν Λατίνοι λέγουσι.» (Ό.π., σ. 267).

63ο: «Κόρινθος και τα άλλα της Ελλάδος χωρία…» (Ό.π., σ. 269).

64ο: «Πόλις δε ην τις επί Θεσσαλίας, Διοκλητιανούπολις [πέριξ της νυν κωμοπόλεως Άργους Ορεστικού] όνομα, ευδαίμων μεν το παλαιόν γεγενημένη, προϊόντος δε του χρόνου βαρβάρων οι επιπεσόντων καταλυθείσα και οικητόρων έρημος γεγονυία επί μακρότατον· λίμνη δε τις αυτή εν γειτόνων τυγχάνει ούσα, η Καστορία ωνόμασται· Και νήσος κατά μέσον της λίμνης τοις ύδασι περιβέβληται.» (Ό.π., σ. 273).

Ο σημερινός ποταμός Ρύχιος ή Ρύγχιος ή Ρήχιος των Μακεδονικών Τεμπών. Είναι άραγε ο ίδιος με τον ομώνυμο αναφερόμενο ποταμό των πηγών της λεγόμενης «Βυζαντινής περιόδου» (Ρωμανίας);

65ο: «Ρει δε τις ποταμός Θεσσαλονίκης ουκ άποθεν, Ρήχιος όνομα· ος δη χώραν αγαθήν τε και γεώδη περιερχόμενος τας εκβολάς εις θάλασσαν την εκείνην ποιείται.» (Ό.π., σ. 276). [Δηλ. ο Ρήχιος ποταμός είναι πλησίον της Θεσσαλονίκης, και σε αυτόν –κατά τα Θαύματα του Αγίου Δημητρίου– ζούσαν οι Σκλαβηνοί Ρηχίνοι ή Βλαχορρηχίνοι ή και Ρυγχίνοι. (Η ορθογραφία της λέξης δεν αλλάζει το ουσιώδες του περιεχομένου της). Οπότε εδώ τίθεται ένα ζήτημα, αν ο Ρήχιος/Ρύχιος (που είναι κοντά στη Θεσσαλονίκη) είναι ο νυν Ρύχιος ή Ρήχιος των Μακεδονικών Τεμπών, μετά τις λίμνες του Λαγκαδά, ή αν είναι κάποιος άλλος ποταμός, ενδεχομένως ο νυν Γαλλικός ποταμός, στον οποίο οι Βλάχοι «χρυσοθήρες», γνωστοί με τον όρο Μπαγιάτσοι (βλχ. = χρυσοθήρας), από όπου και το όνομα των παλαιών γηγενών Θεσσαλονικέων «Μπαγιάτηδες» (ή και γραικιστί Βαγιάτηδες), οι οποίοι συνέλεγαν τα ψήγματα χρυσού από τον Γαλλικό με προβιές αρνιών, από όπου προφανώς και ο μύθος του «χρυσού δέρατος», με τον Φρίξο και την Έλλη… Ενδιαφέρον θέμα προς ιστορική διερεύνηση… Περισσότερα προσεχώς…].

66ο: «Δακίας δε ως αγχοτάτω γενόμενος, ενταύθα διορίζων φαίνεται πρώτον τους τε βαρβάρους, οι δη αυτού τα επ’ αριστερά έχουσι, την τε Ρωμαίων γην εν δεξιά ούσαν. Διό δη Ριπησία καλούσι Ρωμαίοι την ταύτη Δακίαν· ρίπα γαρ η όχθη τη Λατίνων καλείται φωνή.» (Ό.π., σ. 287). [Βλαχιστί ρίπâ και αρίπâ = φτερούγα πτηνού].

67ο: «πόντην γαρ την γέφυραν Ρωμαίοι τη Λατίνων φωνή καλούσιν.» (Ό.π., σ. 289). [βλαχιστί πούντε = γέφυρα].

68ο: «πάκεν γαρ την ειρήνην τη Λατίνων καλούσι φωνή.» (Ό.π., σ. 335). [Βλαχιστί πάτσια = ειρήνη].

69ο: «Φρούριον δε ωκοδομήσατο εν ταύτη τη χώρα, ο Τούκκα καλούσιν.» (Ό.π., σ. 340). [Βλαχιστί τοάκâ και τούκâ = σήμαντρο, και το οίκημα στο οποίο κρέμεται και φυλάσσεται το σήμαντρο, «είδος φρουρίου»].

Αυτοκράτορας Ιουστινιανός.

Ώστε, ο Προκόπιος: i) πέρα από τα ονόματα των φρουρίων, που έχουν λατινογενή προέλευση, αναφέρει σημαντικό αριθμό λατινικών λέξεων που υπάρχουν στη γλώσσα των Ρωμαίων –της Ρωμανίας– πολλές από τις οποίες διασώζονται έως σήμερα στη γλώσσα των Αρμάνων – Βλάχων, σχεδόν αυτούσιες· ii) αναφέρει τις συνεχείς επιδρομές εναντίον των ελληνικών χωρών που γίνονται από Ουνικά γένη, Σκυθικά φύλα,  Γοτθικά έθνη (που όλα μιλούν την ίδια γοτθική γλώσσα), από Γήπαιδες, Άνταις και Σκλαβηνούς, Δάκες, Παννόνιους και άλλους· iii) σημειώνει ότι η Γερμανία ήταν χώρα μεταξύ Θρακών και Ιλλυριών· iv) ότι οι Βέσσοι ήταν Γοτθικού γένους·  v) αφήνει να νοηθεί ότι Άνται και Σκλαβηνοί ήταν λατινόφωνοι (βλ. εδάφια 33-36)· vi) ότι ο στρατηγός των Ρωμαίων Χιλβούδιος, ήταν λατινόφων (δηλ. ήταν Αρμάνος – Βλάχος), και το πιστοποιεί το όνομά του, από τις λ. χείλη = μπούτζι à χειλημπούτζιος à χιλβούδιος: χειλαράς, χειλάς· vii) ότι δεν υπήρχε ταυτοσημία Γραικών – Ελλήνων, διότι οι Γραικοί ήταν εθνοτικά διαφορετικοί από τους Έλληνες και Ρωμαίους, καθότι «Γραικοί και άνανδροι από τη φύση τους», δηλ. «Γραικοί» σήμαινε «άνανδροι» τέτοιοι δε ήταν οι κάτοικοι της «Ελλάδος», όρος με τον οποίο νοείτο τότε πιο πολύ η Πελοπόννησος· viii) ο όρος Βλαχέρναι υφίστατο στα χρόνια του Ιουστινιανού· ix) ότι τα βαρβαρικά έθνη ήταν πλησιόχωρα του ποταμού Ίστρου· x) ότι η Θεσσαλία ήταν ευρύτατη περιφέρεια και εντός της βρισκόταν η Διοκλητιανούπολη και η Καστοριά· xi) ότι υπήρχε δίπλα στη Θεσσαλονίκη ο ποταμός Ρήχιος, όπου στις όχθες του –κατά Τα Θαύματα του Αγίου Δημητρίου– κατοικούσαν οι Σκλαβηνοί που ονομάζονταν Βλαχορρηχίνοι· xii) ότι δεξιά από τον ρου του Δούναβη υπήρχε η Ριπησία Δακία· xiii)  ότι η Ιλλυρία δεχόταν συχνά τις επιθέσεις των Σκλαβηνών, από άνωθεν του Ίστρου περιοχές, ήτοι «της ετέρας του Ίστρου όχθης αυτοί νέμονται»· xiv) ότι οι Ηπειρώτες ήταν Έλληνες, κατοικούντες εκεί ως την Επίδαμνο (Δυρράχιο)· xv) ότι οι Ιλλυριοί επιτίθεντο κατά της Ελλάδας κι έφταναν έως την Πελοπόννησο, την οποία και εληΐζοντο.

Δεν προκύπτει από πουθενά ότι οι Σκλαβήνοι είναι ταυτόσημος όρος με τους Σλάβους, ή ότι ο Προκόπιος υπονοεί με τον όρο Σκλαβήνοι τους Σλάβους, και αυτήν την επιστημονική απρέπεια διαπράττουν σήμερα σχεδόν το σύνολο των ιστορικών, με αναπόδεικτους ισχυρισμούς!…

Ο Προκόπιος (~500-565), ιστορικός, που ακολούθησε ως γραμματέας τον στρατηγό Βελισάριο στους πολέμους, έγραψε δύο κύρια ιστορικά έργα: ένα σχετικά με τους πολέμους της περιόδου 527-554 (Υπέρ των πολέμων λόγοι) και ένα σχετικά με το οικοδομικό έργο του Ιουστινιανού στην επικράτεια της αυτοκρατορίας (Περί Κτισμάτων), αλλά και ένα πρόσθετο έργο (Απόκρυφη Ιστορία) στο οποίο προσπαθεί να αποδομήσει την εικόνα των πρωταγωνιστών των δύο προηγουμένων έργων του. Γεννήθηκε στην Καισάρεια της Παλαιστίνης γύρω στο 500, ή λίγο νωρίτερα. Φαίνεται ότι ήταν αριστοκρατικής καταγωγής, και σπούδασε ρητορική και νομικά, και άσκησε στην ΚΠολη το επάγγελμα του ρήτορα και του δικηγόρου. Εγκαταστάθηκε μόνιμα εκεί, και από το 527 (έτος που ανέβηκε στον θρόνο ο Ιουστινιανός) διορίστηκε στο επιτελείο του στρατηγού Βελισάριου, με καθήκοντα γραμματέα και συμβούλου. Ακολούθησε τον στρατηγό στην εκστρατεία του στην Ανατολή κατά των Περσών (527-531), ενώ το 532 ο Βελισάριος ανακλήθηκε στην ΚΠολη για να καταστείλει τη στάση του Νίκα. Κατόπιν ο Προκόπιος ακολούθησε τον στρατηγό στη Βόρεια Αφρική κατά των Βανδάλων (533-534), όπου έμεινε μέχρι το 536. Μετά πέρασε στη Σικελία, όπου βρισκόταν ήδη ο Βελισάριος για την εκστρατεία του κατά των Οστρογότθων (535-540). Έζησε από κοντά την πολιορκία της Ρώμης από τους τελευταίους, καθώς και την πολιορκία και κατάληψη της πρωτεύουσάς τους Ραβέννας από τους Βυζαντινούς. Το 540 γύρισαν στην ΚΠολη όπου ο Βελισάριος διορίστηκε, για δεύτερη φορά, στρατηγός στην Ανατολή κατά των Περσών. Ο Προκόπιος ήταν αυτόπτης μάρτυρας του μεγάλου λοιμού (πανώλη) που σκόρπισε τον θάνατο στην ΚΠολη (541-542), τον οποίο περιγράφει πολύ αναλυτικά. Αυτό περίπου το διάστημα ο Βελισάριος πέφτει σε δυσμένεια και απομακρύνεται, πράγμα που έχει τις επιπτώσεις του και στον Προκόπιο. Όταν ο Βελισάριος ανακλήθηκε στην ενεργό δράση, το 544, και τέθηκε επικεφαλής νέας εκστρατείας κατά των Οστρογότθων της Ιταλίας, ο Προκόπιος μπήκε πάλι στην υπηρεσία του. Από το 549 και μετά βρίσκεται σταθερά στην ΚΠολη, αλλά δεν υπάρχει καμιά πληροφορία για τα τελευταία χρόνια της ζωής του (όπως και για τα πρώτα μέχρι το 527). Εικάζεται ότι πέθανε το 554, χρονιά στην οποία σταματάει το ιστοριογραφικό του έργο ή κατ’ άλλους μεταξύ 560-570.

Το έργο του είναι: Υπέρ των πολέμων λόγοι, ιστοριογραφικό έργο σε οκτώ βιβλία, που καλύπτουν την περίοδο 527-553/554. Τα επτά πρώτα βιβλία, που πρέπει να γράφτηκαν μεταξύ 548-550, κυκλοφόρησαν στην ΚΠολη το 551 και αναφέρονται στις νικηφόρες εκστρατείες του Βελισάριου κατά των Περσών (Βιβλία Α’ και Β’), των Βανδάλων (Βιβλία Γ’ και Δ’) και των Γότθων (Βιβλία Ε’ και Ζ’). Στο τελευταίο όγδοο βιβλίο, που είναι συμπληρωματικό των προηγούμενων και γράφτηκε αργότερα (πριν το 555) περιγράφει τα γεγονότα μεταξύ 551-553/554. Περί Κτισμάτων, σε έξι βιβλία, όπου εξυμνεί τα έργα και τα οικοδομήματα που κατασκεύασε ο Ιουστινιανός σε ολόκληρη την αυτοκρατορία, και εικάζεται ότι γράφτηκε κατά παραγγελία της αυτοκρατορικής αυλής. Ανέκδοτα ή Απόκρυφη Ιστορία, ένα τελείως διαφορετικό από τα προηγούμενα βιβλίο, στο οποίο ανατρέπει την εικόνα που είχε δώσει για τον Ιουστινιανό και τον περίγυρό του στα άλλα βιβλία. Ο απίστευτος αυτός λίβελλος θεωρήθηκε παλιότερα ότι δεν μπορεί να έχει γραφτεί από αυτόν. Η συγκριτική μελέτη του κειμένου όμως, απέδειξε ότι είναι δικό του. Δεν υπάρχει συμφωνία των ειδικών ούτε για το πότε γράφτηκε, ούτε για το πότε δημοσιεύτηκε αυτό το βιβλίο. Πάντως είναι αδύνατο να κυκλοφόρησε πριν τον θάνατο του Ιουστινιανού (565), αν και υπάρχει η άποψη ότι κυκλοφόρησε νωρίτερα σε στενό κύκλο δυσαρεστημένων αριστοκρατικών.

——————–

Σε επόμενο δημοσίευμα, στις ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ… ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ…, περισσότερα για το θέμα: ΣΚΛΑΒΟΙ, ΣΚΛΑΒΗΝΟΙ ή ΣΚΛΑΒΙΝΟΙ – Η ΑΝΑΠΟΔΕΙΚΤΗ «ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΘΟΔΟΣ ΣΛΑΒΩΝ» ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ…, με πηγές που κονιορτοποιούν τις επιβληθείσες «δοξασίες» περί πρώιμης καθόδου των Σλάβων αφού οι Σκλαβίνοι/Σκλαβηνοί ή Σκλάβοι (κι οι πολυώνυμες φυλές τους) ήταν Γ έ τ ε ς, οι οποίοι κατά τις παλαιές πηγές ήταν Έλληνες!… Στο σημερινό αρκεστήκαμε στον Προκόπιο.

*Γιώργης Σ. Έξαρχος /  Συγγραφέας – Ερευνητής / Βιογραφικό

———————

Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα κείμενα / εργασίες του Γιώργη Έξαρχου μπορείτε να τα διαβάζετε κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο ΕΔΩ

————————————-

banner-article

Ροη ειδήσεων