Δεν νοείται ν’ ανέβει κανείς στο Οροπέδιο των Μουσών και να μη φροντίσει, πέρα από την ανάβαση στις κορυφές, να μην αντικρίσει τη μαγεία του ηλιοβασιλέματος.
Αργήσαμε, μου λέει ο παπά Βασίλης -που πριν από λίγο είχα γνωρίσει- η ώρα είναι επτά, να κάνουμε γρήγορα για να προλάβουμε. ‘Ένα τέταρτο μάς χώριζε από τη Μικρή Τούμπα, υψόμετρο 2800 μέτρα περίπου, στο βορειοδυτικό άκρο του Οροπεδίου.
Μπροστά ο λαρισαίος παπάς, με το ράσο, αέρινος, και απ’ ότι αποδείχτηκε στη συνέχεια δεινός ορειβάτης, βάδιζε με βήμα γρήγορο. Πίσω του ακολουθούσαν δυο αθηναίοι ορειβάτες, ο Θωμάς με τον Σωκράτη και ο γράφων. Εκεί συναντήσαμε και δυο φοιτήτριες του ΑΠΘ, που μόλις μας είχαν προλάβει.
Στη Μικρή Τούμπα το τοπίο ήταν ονειρικό. Τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος πιο λαμπερά απ’ αυτά που αντικρίζουμε στην πεδιάδα αλλά και οι εναλλαγές των χρωμάτων στις γύρω κορυφές, Στεφάνη, Σκολιό, Αη Λιά ήταν εντυπωσιακές.
Η όποια περιγραφή αδυνατεί να περιγράψει τη μαγεία αυτών των στιγμών. Ο φωτογραφικός φακός, ως ένα βαθμό, αδιάψευστος μάρτυρας.
Ήδη άρχισε να σκοτεινιάζει, ο δρόμος της επιστροφής στο Καταφύγιο του «Γιόσου» που μας φιλοξενούσε ήταν επιβεβλημένος. Και πάλι μπροστά ο παπά Βασίλης με γρήγορο βήμα, εμείς ακολουθούσαμε.
Έξω από το καταφύγιο μάς περίμενε μια μικρή αγέλη από αγριοκάτσικα, από τα εκατοντάδες που βόσκουν αμέριμνα στο Οροπέδιο. Από τη συμπεριφορά τους φαίνεται ότι θεωρούν τους ορειβάτες φίλους τους!
Εκεί επάνω βρεθήκαμε σ’ έναν άλλο κόσμο, ονειρικό!