Απόψεις Ιστορία Νάουσα

“Η μάχη στη Μονή Έξω Προδρόμου Νάουσας / Ομάδα κρούσης του ΕΛΑΣ και Γερμανοϊταλοί” γράφει ο Στέργιος Αποστόλου

Η Μονή Έξω Προδρόμου Νάουσας όπως είναι σήμερα

Η ΜΑΧΗ ΣΤΗ ΜΟΝΗ ΕΞΩ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΝΑΟΥΣΑΣ

(23 ΜΑΪΟΥ 1944) ΜΕΤΑΞΥ ΟΜΑΔΑΣ ΚΡΟΥΣΗΣ ΤΟΥ Ε.Λ.Α.Σ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΟΪΤΑΛΩΝ

 Μια ηρωική, μέχρις αυτοθυσίας, αντίσταση

(Με μικρή ενημερωτική προεισαγωγή)

   ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Απόσπασμα από το βιβλίο μου: « ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ»

 Τόμος Γ΄. Σελ. 361 – 370.  Νάουσα 2018

Στέργιος Σπυρ. Αποστόλου*

Η μονή Έξω Προδρόμου Νάουσας (όπως είναι σήμερα, ανακαινισμένη) στην οποία την 23η Μαΐου 1944 ομάδα κρούσης του Ε.Λ.Α.Σ με επικεφαλής τον Ανθυπολοχαγό Κωνσταντίνο Αθανασίου, κατόπιν καταδοτικής ενέργειας, έδωσε μάχη με υπέρτερες δυνάμεις Γερμανοϊταλών, με αποτέλεσμα το θάνατο 13 από αυτούς. Διασώθηκαν μόνο 3. Επίσης, στην ίδια μάχη έχασαν τη ζωή τους και 6 ένοικοι των κελιών της μονής, οι οποίοι είχαν καταφύγει σ’ αυτήν ως πρόσφυγες από τις Βουλγαροκρατούμενες περιοχές της Μακεδονίας.

Την  21η Μαΐου 1944, πενταμελής ομάδα Ναουσαίων ΕΛΑΣιτών που βρίσκονταν στην τοποθεσία  «Της Χώρας το Nερό», 2 χιλιόμετρα περίπου δυτικά της Νάουσας, κατόπιν καταδοτικής ενέργειας, κυκλώθηκε και υπέστη αιφνιδιαστική επίθεση από Ιταλικό απόσπασμα. Οι αντάρτες, παρ’ όλο που αιφνιδιάστηκαν, προέβαλαν σθεναρή αντίσταση και δεν παραδόθηκαν στους Ιταλούς. Τελικά, οι τέσσερις από αυτούς κατέπεσαν νεκροί από τα πυρά του εχθρού, ενώ ο πέμπτος διέφυγε. Τα ονόματα των φονευθέντων ανταρτών είναι Δημοσθένης Λακινάνος, Στέργιος Τσακίρης του Δημητρίου, Τσιούκας Γεώργιος και Μανουσαρίδης. Αυτός που κατόρθωσε να διαφύγει ήταν ο Θεόδωρος Τριφτανίδης του Κωνσταντίνου …

Την 22η Μαΐου 1944, οι ΠΑΟτζήδες του Μιχάλαγα, οι οποίοι ήταν στρατωνισμένοι στα εργοστάσια της εταιρείας ΛΑΝΑΡΑΣ-ΚΥΡΤΣΗΣ & ΣΙΑ Α.Ε, αφού προηγουμένως υπέβαλαν επί δύο συνεχώς ημέρες σε φρικτά βασανιστήρια τον κρατούμενο γραμματέα του ΕΑΜ Νάουσας Παντελή Βασιλειάδη (Αντώνη) για να προβεί σε αποκαλύψεις, τον κατακρεούργησαν τελικά, πετώντας το πτώμα του σε μια σπηλιά, σε μικρή απόσταση από τα εργοστάσια.

Δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια σχετικό δημοσίευμα, ότι οι Γερμανοί ήταν αυτοί οι οποίοι κατακρεούργησαν τον Βασιλειάδη. Επί του θέματος αυτού υπήρξαν μαρτυρίες Ναουσαίων, τα σπίτια των οποίων ήταν απέναντι από τα εργοστάσια Λαναρά, οι οποίοι είδαν τους ΠΑΟτζήδες του Μιχάλαγα να μεταφέρουν στη γειτονική σπηλιά το κατακρεουργημένο πτώμα του, τυλιγμένο με καταματωμένες λινάτσες.

Οι Ναουσαίοι αυτοί ενημέρωσαν σχετικά τους υπευθύνους των οργανώσεων του ΕΑΜ και του ΚΚΕ της πόλης. Οι τελευταίοι κινήθηκαν ταχύτατα και συγκέντρωσαν περί τα 400 άτομα τα οποία συγκρότησαν επιτροπή, η οποία επισκέφτηκε τις τοπικές Γερμανικές αρχές και ζήτησε την άδεια να κηδεύσουν πάνδημα τον Παντελή Βασιλειάδη.

Το αίτημα τούτο της επιτροπής, παρά τις αντίθετες προβλέψεις, έγινε δεκτό από τον Γερμανό Διοικητή. Κατόπιν τούτου, την ίδια ημέρα, πραγματοποιήθηκε η κηδεία του θύματος στην οποία παρέστη σύσσωμος ο πληθυσμός της Νάουσας και περίπου άλλα 4000 άτομα τα οποία προσήλθαν από τα χωριά της επαρχίας της. Η ίδια επιτροπή ζήτησε τον περιορισμό, αποκλειστικά στα εργοστάσια Λαναρά, των ΠΑΟτζήδων του Μιχάλαγα και την παύση της ασκούμενης από αυτούς τρομοκρατικής και εγκληματικής δραστηριότητας.

ΠΑΟτζήδες του Μιχάλαγα ποζάρουν στο φωτογραφικό φακό

Την επομένη, σε αντίποινα για την κατακρεούργηση του Παντελή Βασιλειάδη από τους ΠΑΟτζήδες του Μιχάλαγα, για την προηγηθείσα κατακρεούργηση τον Αύγουστο του 1943 στο Βέρμιο του γραμματέα του ΕΑΜ Κολυνδρού Αγαμέμνονα Λιόλιου από το τμήμα της ΠΑΟ του Σαρρή, και για την πρόσφατη του  Ναουσαίου ΕΛΑΣίτη Στέργιου Τσιουτσιουνάρα, πάλι από τους ΠΑΟτζήδες του Μιχάλαγα, οι εντός της Νάουσας άνδρες της ΟΠΛΑ αποφάσισαν να δράσουν.

Από Ναουσαίους, κατοίκους της γύρω από τον ναό της Υπαπαντής περιοχής, η ΟΠΛΑ είχε από πριν την πληροφορία ότι σε ένα από τα σπίτια κοντά στην εκκλησία σύχναζε τακτικά κάποιος σημαίνων ΠΑΟτζής της περιοχής, που έφερε το ψευδώνυμο Τίγρης. Πρόκειται για τον Κωνσταντίνο Τσεχελίδη από το χωριό Επισκοπή Νάουσας, ο οποίος ήταν επικεφαλής μικρής ομάδας ΠΑΟτζήδων του στενού συνεργάτη του Μιχάλαγα Αχιλλέα Τριανταφυλλίδη.

Τρεις άνδρες της ΟΠΛΑ, αφού προηγουμένως τον παρακολούθησαν και μελέτησαν όλες τις κινήσεις του, πραγματοποίησαν έφοδο στο συγκεκριμένο σπίτι την ώρα που αυτός βρίσκονταν μέσα, τον αιφνιδίασαν και ένας από αυτούς τον πυροβόλησε με το περίστροφό του. Ο Τίγρης έπεσε κάτω αιμόφυρτος, σφαδάζοντας. Οι άνδρες της ΟΠΛΑ, απέφυγαν να τον πυροβολήσουν για δεύτερη φορά από το φόβο μήπως ακουστούν οι πυροβολισμοί και καταφθάσουν εκεί ΠΑΟτζήδες από τα εργοστάσια του Λαναρά που βρίσκονταν σε απόσταση 150 μέτρων. Έτσι, τον αποτελείωσαν αθόρυβα με μαχαίρι. Ακολούθως, κατέφυγαν σε γνωστό γειτονικό σπίτι, έβγαλαν τα ματωμένα ρούχα τους, τα έκρυψαν στον φούρνο του σπιτιού και, αφού φόρεσαν άλλα ρούχα, εξαφανίστηκαν.

Σε χρόνο ρεκόρ καταφθάνουν Γερμανοί και ΠΑΟτζήδες στον τόπο του συμβάντος, οι οποίοι στήνουν μπλόκα στην ευρύτερη περιοχή. Άρχισαν επίμονες κατ’ οίκον έρευνες. Τους άνδρες που συνελάμβαναν, κατά κανόνα, τους μετέφεραν στα εργοστάσια Λαναρά, όπου υπήρχαν και άλλοι κρατούμενοι, ενώ τα γυναικόπαιδα τα συγκέντρωναν στο Τζαμί, στο χώρο όπου σήμερα βρίσκεται το κτίριο του Εργατικού Κέντρου Νάουσας.

Περί των γεγονότων τούτων έχω προσωπική γνώση. Ευρισκόμενος την ώρα εκείνη σε συγγενικό μου σπίτι στην περιοχή όπου έλαβε χώρα η εκτέλεση του καπετάν Τίγρη, οδηγήθηκα μαζί με τα άλλα γυναικόπαιδα στον προαναφερόμενο τόπο συγκέντρωσής τους. Οι ΠΑΟτζήδες είχαν στήσει δύο οπλοπολυβόλα με τις κάννες τους στραμμένες προς το συγκεντρωμένο πλήθος και με το χέρι στη σκανδάλη αδημονούσαν να πάρουν πίσω το αίμα του καπετάν Τίγρη.

Ευτυχώς, ο αξιωματικός της παριστάμενης Γερμανικής δύναμης, μέσω του γερμανοντυμένου Έλληνα διερμηνέα ονόματι Μίμη, αγνώστων λοιπών στοιχείων, διέταξε να μην υπάρξουν αντίποινα κατά των γυναικοπαίδων.

Πρέπει να σημειωθεί, ότι κατά τη διάρκεια των κατ’ οίκον ερευνών, οι ΠΑΟτζήδες προέβαιναν, παράλληλα, και στη συστηματική λεηλασία των σπιτιών, με ιδιαίτερη προτίμηση στα χρυσαφικά και άλλα τιμαλφή. Αργά, προς το βράδυ, τα γυναικόπαιδα αφέθηκαν ελεύθερα, ενώ συνέχισε η κράτηση των ανδρών στα εργοστάσια Λαναρά.

Σημειώνω, επίσης, ότι την ίδια ημέρα, ΠΑΟτζήδες του Μιχάλαγα που κινούνταν στην οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου, δυτικά του δημοτικού Πάρκου, συνέλαβαν έναν γέροντα και μία γερόντισσα που διέρχονταν τυχαία από εκεί, άγνωστης ταυτότητας. Τους συλληφθέντες τους οδήγησαν σε πλάτανο του πάρκου (Κιόσκι) όπου υπήρχε η επιτύμβια στήλη του Τσάμη Καρατάσιου (Πρώην Ηρώο) και αφού τους έστησαν όρθιους στον κορμό του πλάτανου, άδειασαν κατ’ επανάληψη τα όπλα επάνω τους από πολύ κοντινή απόσταση. Τα διάτρητα από τις σφαίρες των ΠΑΟτζήδων κορμιά του άτυχου ζεύγους, φορτώθηκαν σε κάρο του Δήμου και μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο. Ποτέ δεν έγιναν γνωστοί οι λόγοι αυτής της πρωτοφανούς σε αγριότητα εκτέλεσης.

Οι Γερμανοί, εκτιμώντας τα υπέρ και τα κατά από την παρουσία του Μιχάλαγα και των τμημάτων του στη Νάουσα, έλαβαν την απόφαση να διατάξουν την άμεση αποχώρησή τους από αυτήν. Κατόπιν τούτου, οι τελευταίοι απεχώρησαν από την Νάουσα επιστρέφοντας στη βάση τους. Καθ’ οδόν, η οπισθοφυλακή τους δέχτηκε αιφνιδιαστική επίθεση από μικρό τμήμα του εφεδρικού ΕΛΑΣ Νάουσας, το οποίο είχε στήσει ενέδρα στο Κρατικό Φυτώριο της πόλης, επί της οδού Νάουσας – Σιδηροδρομικού σταθμού. Οι απώλειες των ΠΑΟτζήδων ανήλθαν σε 15 νεκρούς.

Οι 150 περίπου άνδρες (κατ’ άλλους, δύο Λόχοι) του 2/16 Τάγματος του Κολοκοτρώνη, που δεν είχαν κατορθώσει να διαφύγουν στο Σινιάτσικο (κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις 22-27/4/1944 των Γερμανών και των ΠΑΟτζήδων στο Βέρμιο), οι οποίοι, με επικεφαλής τους Δημήτριο Μωραϊτόπουλο (Παγώνας), Καπετάνιο του Τάγματος και Αλέξανδρο Χωνό, Διοικητή του 7ου Λόχου, είχαν καταφύγει στον κάμπο και σε περιοχή έξω από τη Νάουσα, έλαβαν την απόφαση να επανέλθουν στο Βέρμιο, πριν ακόμα επιστρέψει σ’ αυτό ο κύριος όγκος των δυνάμεων του 16ου Συντάγματος, που βρίσκονταν ακόμη στην Ελεύθερη Ελλάδα.

Μαζί με τους Παγώνα και Χωνό, βρίσκονταν και ο Ναουσαίος Διοικητής του 3ου Λόχου του 1/16 Τάγματος του Μαύρου  Θωμάς Μπιγκάνος. Στα τμήματα αυτά περιλαμβάνονταν και η ανεξάρτητη ομάδα κρούσης του Ανθυπολοχαγού της Σχολής Αξιωματικών του ΕΛΑΣ στη Ρεντίνα Κωνσταντίνου Αθανασίου, η οποία δρούσε μόνιμα έξω από τη Νάουσα.

Τα ανωτέρω τμήματα του ΕΛΑΣ κινήθηκαν με κατεύθυνση προς το Βέρμιο, μέσω διαβάσεων μεταξύ της Μονής Έξω Προδρόμου Νάουσας και Γιαννακοχωρίου. Οι Παγώνας, Χωνός και Μπιγκάνος, στρατοπέδευσαν αρκετά μακριά από τη μονή, σε ύψωμα, κοντά στη Βίγλα, ενώ ο Αθανασίου με την υπ’ αυτόν ομάδα κρούσης, που αποτελούσε την οπισθοφυλακή των τμημάτων του ΕΛΑΣ, κρίνοντας ότι δεν υπήρχε κίνδυνος, δεν τους ακολούθησε και στρατοπέδευσε στα κελιά της μονής.

Στη μονή αυτή είχαν καταφύγει και εργάζονταν πρόσφυγες από την Ανατολική Μακεδονία. Ο Παγώνας ανησύχησε από την απόφαση αυτή του Αθανασίου, η οποία, κατ’ αυτόν, ενείχε πολλούς κινδύνους και έστειλε τον Χωνό στη μονή για να διαβιβάσει προς αυτόν την εντολή να μετακινηθεί  προς την τοποθεσία στην οποία είχαν στρατοπεδεύσει οι ίδιοι. Παραθέτω τα όσα ο ίδιος ο Χωνός, υπέργηρος πλέον, μου αφηγήθηκε με λεπτομέρειες σε συνάντησή μας  το έτος 2005:

Τμήμα του ΕΛΑΣ παρελαύνει μετά την απελευθέρωση

«Αργά το απόγευμα της 22ας Μαΐου 1944, εκτελώντας σχετική εντολή του Παγώνα και έχοντας μαζί μου μικρή ομάδα ΕΛΑΣιτών, κατευθύνθηκα προς τη μονή που δεν ήταν μακριά. Πλησιάζοντας, διαπίστωσα ότι δεν υπήρχαν σκοπιές πουθενά. Πέρασα την κεντρική πύλη του μαντρότοιχου της μονής και κατευθύνθηκα στα κελιά όπου βρίσκονταν οι άνδρες της ομάδας κρούσης του Αθανασίου. Πριν φθάσω σ’ αυτά, είδα την πόρτα της εκκλησίας ανοιχτή και μπήκα μέσα να ρίξω μια ματιά. Αντίκρισα δύο γυναίκες οι οποίες άναβαν τις καντήλες. Τις γνώρισα αμέσως και προβληματίστηκα με την παρουσία τους, γιατί αυτές οι γυναίκες ήταν σύζυγοι δύο χωροφυλάκων που  υπηρετούσαν στη Νάουσα αρκετό καιρό.  Μαζί τους είχαν και δύο παιδιά 12 έως 14 χρονών.

Βγήκα από την εκκλησία χωρίς να πω τίποτα και προχώρησα προς τα κελιά. Οι άνδρες της ομάδας κρούσης του Αθανασίου και μερικά μέλη της ΟΠΛΑ που ήταν ανάμεσά τους, όπως οι Γεώργιος Μπαρμπαγιάννης, Στέργιος Τσουκαλάς κ.α., ύστερα από τόσες κακουχίες και στερήσεις που πέρασαν, βρέθηκαν ξαφνικά μέσα στη θαλπωρή και την περιποίηση που τους πρόσφεραν οι εργαζόμενοι στη μονή. Ως εκ τούτου είχαν χαλαρώσει, δεν είχαν λάβει τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης και το είχαν ρίξει στο γλέντι και στο τραγούδι. Σε τούτο, ενδεχομένως, να συνετέλεσε, και κάποια κατανάλωση κρασιού από το κελάρι της μονής.

Διαβίβασα στον Αθανασίου την εντολή του Παγώνα να πάρει την ομάδα του και τους άνδρες της ΟΠΛΑ και να μετακινηθεί αμέσως προς στο σημείο που είχαμε στρατοπεδεύσει εμείς. Με διαβεβαίωσε ότι θα εκτελέσει την εντολή. Μου ζήτησε μόνο κάποια μικρή πίστωση χρόνου έως ότου ετοιμασθούν οι άνδρες του.

Κατόπιν τούτου και αφού τον ενημέρωσα για την παρουσία στην εκκλησία των γυναικών των δύο χωροφυλάκων, έδωσα εντολή στη συνοδεία μου να ξεκινήσουμε. Φεύγοντας, παρατήρησα ότι οι δύο γυναίκες με τα παιδιά τους είχαν ήδη φύγει από τη μονή.

Άγνωστο παραμένει γιατί ο Αθανασίου, παρά την εντολή που πήρε,  δεν μετακίνησε την ομάδα του από τη μονή στο χώρο στρατοπέδευσής μας. Έτσι, το κακό δεν άργησε να συμβεί. Όπως έγινε γνωστό από μεταγενέστερη έρευνα που κάναμε, οι γυναίκες των χωροφυλάκων, που ανήκαν στον κύκλο των Κατηχητικών της Νάουσας, ειδοποίησαν τον διορισμένο  από τους Γερμανούς δήμαρχο της πόλης και συνεργάτη τους, ιερέα της εκκλησίας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Παναγίας) Γρηγόριο Μιχαλόπουλο (παπα-Γρηγόρης) για την παρουσία των ανταρτών στη Μονή του Προδρόμου. Ο Παπα-Γρηγόρης μετέφερε αμέσως την πληροφορία αυτή στις τοπικές Γερμανικές αρχές.

Τα μεσάνυχτα της 22ας προς 23η Μαΐου 1944, ισχυρή Γερμανική δύναμη (κατά τον Φιλώτα Αδαμίδη (Κατσώνη), 1 Διλοχία), περικύκλωσε αθόρυβα από όλες τις πλευρές τη μονή και τα ξημερώματα πραγματοποίησε ολόπλευρη επίθεση εναντίον των ευρισκόμενων σ’ αυτήν ανταρτών. Παραμένει ακόμη μυστήριο, γιατί τελικά ο Αθανασίου, ο οποίος είχε διακριθεί για τα στρατιωτικά του προτερήματα,  δεν είχε βάλει σκοπιές στα γύρω από τη μονή υψώματα»  

Παραθέτω, στη συνέχεια, τα όσα διαδραματίστηκαν κατά την επίθεση των Γερμανών και Ιταλών εναντίον των ευρισκόμενων στη μονή ανταρτών, σύμφωνα με όσα μου αφηγήθηκε, πριν από αρκετά χρόνια, ο Ναουσαίος ΕΛΑΣίτης Γεώργιος Δαούτης του Ιωάννου, σύνδεσμος στο 1/16 Τάγμα του Μαύρου, ο οποίος ήταν μαζί με την ομάδα κρούσης του Αθανασίου και υπήρξε ένας από τους  τρεις διασωθέντες στη  μάχη αυτή :

«Εντελώς ξαφνικά, τα ξημερώματα της 23ης Μαϊου 1944, δεχθήκαμε καταιγιστικά πυρά πολυβόλων, οπλοπολυβόλων και ατομικών όλμων από εχθρική δύναμη που είχε περικυκλώσει τη μονή και έβαλλε από μικρή απόσταση. Τιναχθήκαμε όλοι επάνω σαν ελατήρια κι αρπάξαμε ο καθένας το όπλο του.

Ο Ανθυπολοχαγός Αθανασίου διέταξε να βγούμε ακροβολισμένοι από τα κελιά και να πιάσουμε θέσεις μάχης σε κατάλληλα σημεία στο εσωτερικό του αυλόγυρου της μονής. Εκτός από τα ατομικά όπλα και τα αυτόματα, είχαμε στη διάθεσή μας ένα οπλοπολυβόλο Μπρεν και αρκετές χειροβομβίδες. Μέσα στο πανδαιμόνιο των ασταμάτητων ριπών των πολυβόλων, των αυτομάτων και των εκκωφαντικών εκρήξεων των όλμων και των χειροβομβίδων, έπιασα κάποια θέση βολής στον μαντρότοιχο της μονής. Πίσω απ’ αυτό το πέτρινο οχυρό μου, προσπάθησα να διακρίνω από ποια σημεία γύρω από τη μονή μας χτυπούσαν τα εχθρικά πυρά. Το ίδιο έκαναν και οι άλλοι σύντροφοί μου.

              Αντιληφθήκαμε ότι οι Γερμανοί βρίσκονταν σε απόσταση 30 – 40 περίπου μέτρων από το περιτοίχισμα της μονής, σε κυκλική διάταξη. Ο Αθανασίου μας συνέστησε να κάνουμε όσο ήταν δυνατόν οικονομία στα πυρομαχικά και να βάλλουμε, ως επί το πλείστον, σε κινητούς στόχους.

Αρχίσαμε κι εμείς να ανταποδίδουμε τα πυρά. Οι Γερμανοί βρίσκονταν σε πλεονεκτική θέση, γιατί κατείχαν τα υψώματα, είχαν άριστη οπτική προσπέλαση στο εσωτερικό της μονής και μπορούσαν να κατοπτεύουν άνετα όλες τις κινήσεις μας. Καθώς περνούσε η ώρα, τους βλέπαμε να πλησιάζουν ολοένα και περισσότερο στον μαντρότοιχο της μονής. Ο Αθανασίου, πραγματικό παλικάρι,  αψηφώντας τα εχθρικά πυρά έτρεχε πίσω από τον καθένα μας προσπαθώντας να μας εμψυχώσει. 

Άκουσα κάποιο Γερμανικό τηλεβόα στα Ελληνικά που μας καλούσε να παραδοθούμε. Βρισκόμουν, ακριβώς, στον τοίχο, αριστερά από την κεντρική  πύλη της μονής και έβαλλα με το αυτόματό μου στάγερ, σε κάθε τι που κινούνταν μέσα στους πυκνούς θάμνους. Κάθε τόσο εκσφενδόνιζα και κάποια χειροβομβίδα. Πιστεύω ότι οι Γερμανοί θα πρέπει να είχαν αρκετές απώλειες από τα πυρά μας.

             Κάποια στιγμή, είδα τον Αθανασίου να πέφτει και να μη σηκώνεται. Πρόσεξα, επίσης, ότι και οι άλλοι σύντροφοί μου βρίσκονταν πεσμένοι στο έδαφος, άλλοι ακίνητοι και άλλοι που βογκούσαν και σφάδαζαν ακόμα. Το οπλοπολυβόλο μας είχε σιγήσει κι’ αυτό. Δεν άργησα να καταλάβω ότι όλοι τους είχαν χτυπηθεί από τα πυρά των Γερμανών.

Όλα αυτά συνέβησαν στον εσωτερικό χώρο της μονής. Από τις πέντε χειροβομβίδες που είχα, μου είχε μείνει μόνο μία, και αν θυμάμαι καλά, και δύο δεσμίδες σφαίρες από το στάγερ. Από τα κελιά ακούονταν γοερά κλάματα παιδιών και σπαρακτικές κραυγές γυναικών. Ήταν τα γυναικόπαιδα των προσφύγων από τη Δράμα που είχαν καταφύγει στη μονή. Υπέθεσα ότι θα έπρεπε να είχαν σκοτωθεί αρκετοί από αυτούς. Μερικά από αυτά τα κελιά είχαν πάρει ήδη φωτιά και τα κατάπιναν οι φλόγες. Είχε περάσει, περίπου, μία ώρα από τότε που άρχισε η μάχη. Ακούονταν καθαρά οι δυνατές φωνές των Γερμανών, οι οποίοι είχαν πλησιάσει ήδη στο περιτοίχισμα της μονής. Νόμιζα ότι είχα μείνει μόνος. Κάποια στιγμή, όμως, ένοιωσα κάποιον να γλιστρά δίπλα μου. Ήταν ο Ναουσαίος ΕΛΑΣίτης της ΟΠΛΑ Στέργιος Τσουκαλάς, που εξακολουθούσε να είναι ακόμα ζωντανός, όπως κι’ εγώ.

Με ρώτησε λαχανιασμένος τι πρέπει να κάνουμε. – Μια λύση υπάρχει – του είπα. Να πηδήσουμε τον τοίχο αψηφώντας τα εχθρικά πυρά και να ριχτούμε στο ρέμα που είναι μπροστά μας. Είμαστε που είμαστε ξεγραμμένοι. Ίσως, έτσι, κατορθώσουμε να σωθούμε. Πρότεινα αυτή τη λύση, γιατί είχα προσέξει από πριν ότι οι Γερμανοί απέφευγαν συστηματικά να κατεβούν στο ρέμα, επειδή θα ήταν ορατός στόχος για μας.

Ο Τσουκαλάς συμφώνησε. Η απόφαση είχε παρθεί κι’ ήταν οριστική. Μεμιάς, σκαρφαλώσαμε στον τοίχο της μονής σαν αίλουροι και πηδήσαμε απ’ αυτόν κάτω στο έδαφος, ρίχνοντας ο καθένας την τελευταία χειροβομβίδα του και βάλλοντας συνεχώς ριπές με το αυτόματό του. Είδαμε τους Γερμανούς μπροστά μας στα δέκα μέτρα. Πέσαμε ορμητικά στο ρέμα κατρακυλώντας επάνω στις κοφτερές πέτρες που ήταν φυτρωμένες στο πρανές. Χωθήκαμε στους πυκνούς θάμνους της κοίτης με το λιγοστό νερό κι αρχίσαμε να τρέχουμε προς τον κατήφορο, ανατολικά, ενώ οι ριπές των οπλοπολυβόλων και των αυτομάτων των Γερμανών, που ξαφνιάστηκαν από το  τόλμημά  μας, έπεφταν βροχή πίσω μας, χωρίς, παρ’ όλα αυτά, να μας πετύχουν. Επρόκειτο για πραγματικό θαύμα!

               Ως ένα σημείο ο Στέργιος Τσουκαλάς με ακολουθούσε. Κατόπιν, τον έχασα ξαφνικά. Υπέθεσα ότι κάποια σφαίρα η ριπή τον άφησε στον τόπο. Δεν συνέβη, όμως, κάτι τέτοιο. Είχε ξεκοπεί, απλά, από εμένα κι είχε τραπεί προς άλλη κατεύθυνση. Εγώ συνέχισα το τρέξιμο. Πρόσεξα ότι άρχισαν να αραιώνουν σιγά σιγά τα πυρά των Γερμανών που μας είχαν ακολουθήσει ως ένα σημείο. Είχα φτάσει ήδη στην τοποθεσία Κάτω Κουκούλι, αρκετά μακριά από τη μονή. Δεν σταμάτησα όμως. Συνέχισα την πορεία μου χωρίς να βάλλομαι πλέον από τους Γερμανούς και έφθασα στη Στράντζα (Ροδακινέα), απομακρυσμένο συνοικισμό της Νάουσας.

            Εκεί συνάντησα τον Γεώργιο Ιγνατιάδη (Σκούφας), που βρίσκονταν επικεφαλής μικρού τμήματος του εφεδρικού ΕΛΑΣ Νάουσας. Ακολούθως, σύνδεσμος του τμήματος αυτού, με μετέφερε στο χώρο στρατοπέδευσης του Παγώνα. Είχα σωθεί

Δύο από τους Ναουσαίους νεκρούς ΕΛΑΣίτες στη μάχη της μονής Έξω Προδρόμου Νάουσας. Αριστερά: Παναγής Μπαντόλας. Δεξιά: Δημήτριος Κυράνος.

Οι άνδρες του ΕΛΑΣ οι οποίοι κατέπεσαν νεκροί από τα πυρά των Γερμανών στη μάχη αυτή ήταν οι κατωτέρω : Αθανασίου Κωνσταντίνος, Βασιλειάδης Ιωάννης, Γρηγοριάδης Λάζαρος, Ζαχαριάδης Δημήτριος, Ζιούζιας Κωνσταντίνος, Ηλιάδης Ευάγγελος, Κυράνος Δημήτριος, Μπαδόλας Παναγιώτης, Μπαρμπαγιάννης Γεώργιος, Παπαδόπουλος Χαράλαμπος, Πετρόπουλος Θεόδωρος, Πιπίκος Θεόδωρος και Τάνος Ηλίας. Συνολικά 13 νεκροί. Σκοτώθηκαν, επίσης και 6 πολίτες, μέλη των οικογενειών των προσφύγων, εκ των οποίων ο ένας ήταν παιδί εννέα ετών. Έτσι, το σύνολο των νεκρών ανήλθε στους 19.

Οι διασωθέντες ΕΛΑΣίτες είναι οι Δαούτης Γεώργιος του Ιωάννη, Στέργιος Τσουκαλάς και κατά πληροφορία από σχετικό δημοσίευμα και ο Ιωάννης Ψαρογιάννης. Κατ’ άλλη όμως μαρτυρία, υπάρχει και τέταρτος, ένας αντάρτης, που, λίγο πριν από τη μάχη, είχε σταλεί από τον Αθανασίου να φέρει γάλα  για τους αντάρτες από το παρακείμενο βουστάσιο της μονής.

Κατάθεση στεφάνων από την Π.Ε.Α.Ε.Α. – Δ.Σ.Ε. (παράρτημα Νάουσας) στο μνημείο των πεσόντων την 23-5-1944 ΕΛΑΣιτών κατά την μάχη με Γερμανοϊταλούς στην μονή Έξω Προδρόμου Νάουσας.

Το βιβλίο «ΣΤ’ ΑΡΜΑΤΑ! ΣΤ’ ΑΡΜΑΤΑ!», το οποίο είναι καρπός συλλογικής εργασίας ομάδας αγωνιστών, αναφερόμενο στη μάχη του Έξω Προδρόμου Νάουσας, γράφει τα κατωτέρω :

“Την ίδια μέρα (Σ.Σ. 23η Μαΐου 1944), 120 Γερμανοϊταλοί από τη Νάουσα κύκλωσαν, ύστερα από προδοσία, το Μοναστήρι όπου νοσηλεύονταν τραυματίες του ΕΛΑΣ. Τη στιγμή ακριβώς που ολοκλήρωναν τον κλοιό τους χτυπήθηκαν αιφνιδιαστικά από τμήματα του 16ου Συντάγματος. Απώλειες του εχθρού: 15 νεκροί και αρκετοί τραυματίες. Όλοι οι τραυματίες του ΕΛΑΣ διασώθηκαν”

Τα ανωτέρω, βεβαίως, δεν αποδίδουν την πραγματικότητα, καθόσον, ούτε επέμβαση τμημάτων του 16ου Σ/ΕΛΑΣ υπήρξε στη μάχη του Έξω Προδρόμου, ούτε διασώθηκαν όλοι οι ΕΛΑΣίτες, από τους οποίους οι 13 από τους 16 κατέπεσαν νεκροί από τα εχθρικά πυρά, ούτε είναι βέβαιο ότι οι Γερμανοί είχαν 15 νεκρούς και αρκετούς τραυματίες

Μάλιστα, αργότερα θα υπάρξουν πολλά ερωτηματικά σχετικά με την απόφαση την οποία έλαβε ο Παγώνας να μην επέμβει στη μάχη αυτή και πολλοί θα σπεύσουν να του καταλογίσουν ευθύνες. Στο θέμα αυτό θέλω να διατυπώσω και εγώ την άποψή μου.

Έχω τη γνώμη, ότι η απόφαση αυτή του Παγώνα υπαγορεύτηκε από τη σωστή εκτίμηση των συνθηκών που επικρατούσαν τη συγκεκριμένη περίοδο στη Νάουσα και την περιοχή της, ύστερα από τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών στο Βέρμιο το 3ο δεκαήμερο του μηνός Απριλίου 1944. Ας μη μας διαφεύγει το γεγονός, ότι, μετά από αυτές, στη Νάουσα εξακολουθούσαν να σταθμεύουν ακόμη ισχυρές Γερμανικές δυνάμεις.

Οι 150 άνδρες, έστω 2 Λόχοι, του Παγώνα, δεν ήταν ακόμη πλήρως συγκροτημένοι, υπήρχε ανεπάρκεια οπλισμού και πυρομαχικών και επί πλέον, να συνεκτιμηθεί και το γεγονός ότι, όλες οι λοιπές δυνάμεις του 16ου Συντ/τος ΕΛΑΣ Βερμίου δεν είχαν επιστρέψει ακόμα από την Ελεύθερη Ελλάδα για να προστρέξουν προς ενίσχυσή του.

Επομένως, εάν επενέβαινε ο Παγώνας, είναι βέβαιο, ότι τα υπό τη διοίκησή του τμήματα του ΕΛΑΣ όχι μόνο θα υφίσταντο πραγματική πανωλεθρία, αλλά και οι άνδρες τους θα εξοντώνονταν όλοι μέχρις ενός. Και εξηγούμαι για ποιούς λόγους. Οι Γερμανοί είχαν τη δυνατότητα να ενισχύουν αφειδώς τα μαχόμενα τμήματά τους με άνδρες και πολεμικό υλικό, σε αντίθεση με τη δύναμη του Παγώνα, για την οποία, όπως προαναφέρθηκε, οποιαδήποτε ενίσχυση από άλλα τμήματα του ΕΛΑΣ αποκλείονταν κατηγορηματικά.

 ΠΗΓΕΣ

(α) Μαρτυρίες των 1) Αλέκου Χωνού, Διοικητή του 7ου Λόχου του 2/16 Τάγματος και 2) Γεωργίου Δαούτη του Ιωάννη, ΕΛΑΣίτη του 16ου Σ/ΕΛΑΣ

(β) Φιλώτας Αδαμίδης (Κατσώνης) «Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΒΕΡΜΙΟΥ (1941-1944)». Αναφορά στη μάχη του Προδρόμου. Περιοδικό ΝΙΑΟΥΣΤΑ. Τεύχος 76 – 77, Β΄ εξάμηνο 1996, σελ. 120 -121

(γ) Συλλογική εργασία ομάδας αγωνιστών  ΣΤ’ ΑΡΜΑΤΑ! ΣΤ’ ΑΡΜΑΤΑ! Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940-1945. Τόμος 1ος, σελ. 375 και 379. Αθήνα 1964

(δ) Σαράντης Πρωτόπαπας – Κικίτσας  «Χη ΜΕΡΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΕΛΑΣ». Σελ. 334-335. Αθήνα 1978

(ε) Όλγα Μάστορα -Ψαρογιάννη  «ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ». Σελ. 32. ΑΘΗΝΑ, 1995

(στ) Α.Σ.Κ.Ι  Φ  23/5/68

* ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΣΠΥΡ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Γεννήθηκε το 1932 στην πόλη Νάουσα της Βόρειας Ελλάδας. Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με ιστορικές, γλωσσικές και λαογραφικές έρευνες με κύριο άξονα αναφοράς τη Νάουσα, την ευρύτερη περιοχή της, τον υπόλοιπο Ελλαδικό χώρο, καθώς και τον όμορο Βαλκανικό. Επίσης, συνέγραψε και δοκίμια πολιτικού, κοινωνικού και πολιτιστικού προβληματισμού. Αρθρογράφησε και συνεχίζει να αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά με θέματα που αφορούν στην Ιστορία, στη Γλωσσολογία και στη Λαογραφία.

Στέργιος  Σπυρ. Αποστόλου Βιογραφικά  στοιχεία – Εργογραφία  (κάνετε κλικ)

banner-article

Ροη ειδήσεων