Μήνυμα αποφασιστικότητας και ισχύος φαίνεται ότι θέλει να στείλει η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με την απόφαση να καταθέσει στη Βουλή για συζήτηση και ψήφιση το επίμαχο νομοσχέδιο για τα εργασιακά, το οποίο ήδη προκαλεί μεγάλες αντιδράσεις τόσο από την αντιπολίτευση όσο και από τα συνδικάτα και τα σωματεία.
Εξαιρώντας την πιθανότητα κάποιας μεγάλης στροφής, η οποία προς το παρόν φαίνεται μηδαμινή, καθώς ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο κάποιων αλλαγών, αλλά όχι σε διατάξεις και ρυθμίσεις που θα θίγουν την κεντρική φιλοσοφία του νομοθετήματος, η κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη να καταστήσει νόμο του κράτους το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ως έχει.
Στέλνοντας έτσι μήνυμα, από τη μία πλευρά, ότι δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να αποκλίνει από τις προεκλογικές εξαγγελίες της αλλά και, ταυτόχρονα από την άλλη πλευρά, να πείσει τους Ευρωπαίους για τη μεταρρυθμιστική αποφασιστικότητά της. «Πρόκειται για μια σημαντική μεταρρύθμιση, που – όπως είχε επισημάνει ο πρωθυπουργός – δίνει δύναμη στους εργαζόμενους» δήλωσε η κυβερνητική εκπρόσωπος Αριστοτελία Πελώνη, τονίζοντας την ιδιαίτερη σημασία που δίνει ο πρωθυπουργός στην ψήφιση του εργασιακού νομοθετήματος.
«Το νέο εργασιακό νομοσχέδιο προστατεύει τους εργαζόμενους. Ενισχύει τα δικαιώματά τους. Αναβαθμίζει την Επιθεώρηση Εργασίας. Προωθεί την ισορροπία μεταξύ οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής. Διορθώνει αδικίες του παρελθόντος. Με λίγα λόγια: Δίνει δύναμη στον εργαζόμενο» σημείωσε πριν από λίγες μέρες με ανάρτησή του στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ο πρωθυπουργός.
Βέβαια το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι δεδομένο ότι θα προκαλέσει τεράστιο κύμα αντιδράσεων – ήδη σήμερα, Πέμπτη, ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ προχωρούν σε μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση –, ενώ ακόμα και εντός της Ν.Δ. καταγράφονται φωνές που, αν όχι συνολικά, τουλάχιστον εν μέρει εκφράζουν σοβαρές αντιρρήσεις για επιμέρους, αλλά πολύ βασικές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για τα εργασιακά.
«Φίλια πυρά»
«Αν ένα νομοσχέδιο αποτελεί μεταρρύθμιση, αυτό δεν κρίνεται εκ των προθέσεων, αλλά κρίνεται εκ του αποτελέσματος, δηλαδή από το πόσο κατά το δυνατόν μεγαλύτερη κοινωνική αποδοχή θα έχει, όπως, παραδείγματος χάρη, έγινε με το πρόγραμμα των εμβολιασμών. Το είδαμε στην πράξη, δοκιμάστηκε και έτσι έχει τη δυνατή μεγαλύτερη κοινωνική αποδοχή» ήταν το «καρφί» προς την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας της «γαλάζιας» Άννας Ευθυμίου στην πρώτη συζήτηση του νομοσχεδίου στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής.
Αναφερόμενη σε συγκεκριμένα ζητήματα του νομοσχεδίου, τα οποία χρίζουν αλλαγών κατά την άποψή της, η βουλευτής Θεσσαλονίκης της Ν.Δ. σημείωσε πως «το ένα είναι η διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Γνωρίζουμε όλοι εμείς, που ασχολούμαστε εμπράκτως με το εργατικό δίκαιο, ότι δεν υπάρχει σχέση ισοτιμίας μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου. Υπάρχει σχέση εξάρτησης. Άρα, σε τυχόν κακόβουλες προθέσεις εργοδοτών, εμείς θα πρέπει να βάλουμε εκείνα τα εχέγγυα που να πούμε ότι ναι η διάταξη αυτή πρέπει να λειτουργήσει υπέρ των εργαζομένων».
Ενώ για το ζήτημα των απολύσεων η Άννα Ευθυμίου τόνισε χαρακτηριστικά πως «ως προς το δικαίωμα της επιλογής μεταξύ απόλυσης, καταγγελίας και ακυρότητας της σύμβασης εργασίας ή το δικαίωμα να επιλέξω πρόσθετη αποζημίωση, απλώς θέλω να πω ότι είναι θεμελιώδες εργασιακό δικαίωμα και θεμελιώδης λίθος του εργασιακού δικαίου η επαναπρόσληψη».
Και συνέχισε λέγοντας ότι «τι θέλουμε δηλαδή σε έναν εργαζόμενο; Να του δώσουμε τη δυνατότητα να επαναπροσληφθεί. Άρα, εκεί θα πρέπει να προσέξουμε πραγματικά, έναντι κάποιας πρόσθετης αποζημίωσης, να μην καταστρατηγηθεί αυτό το δικαίωμα, να το προσέξουμε με κάποιες ασφαλιστικές δικλείδες. Ποιες θα είναι αυτές; Η δικιά μου πρόταση είναι να γίνεται με αίτημα μόνο του εργαζόμενου και όχι του εργοδότη».
Κοινοβουλευτική απομόνωση
Στις παραπάνω αντιδράσεις και αντιρρήσεις ο υπουργός Εργασίας απαντά χωρίς, πρώτον, να αναφέρεται καθόλου στην ουσιαστικά πλήρη απορρύθμιση του ωραρίου εργασίας, δεύτερον, στη συνέχιση της αποψίλωσης εξουσιών και αρμοδιοτήτων από το ΣΕΠΕ και, τρίτον, στη συζήτηση που ανοίγει σιγά σιγά στο εξωτερικό για τετραήμερη εβδομάδα εργασίας χωρίς αύξηση του ωραρίου και μείωση των αποδοχών.
Στην ουσία ο Κωστής Χατζηδάκης, πλήρως απομονωμένος κοινοβουλευτικά, καθώς απέναντί του βρίσκεται το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων, επαναλαμβάνει την πάγια ρητορική της Ν.Δ. περί ανάγκης εκσυγχρονισμού των εργασιακών στη χώρα. Υπερασπιζόμενος τις διατάξεις του νομοσχεδίου κατηγόρησε μάλιστα σύσσωμη την αντιπολίτευση ως αναξιόπιστη.
«Προσπαθείτε να δημιουργήσετε σύγχυση γύρω από το 8ωρο» είπε ο υπουργός Εργασίας, τονίζοντας πως «στην περίμετρο του 8ώρου υπάρχουν δύο θεσμοί, οι υπερωρίες και η διευθέτηση», ενώ αναφερόμενος στις ρυθμίσεις για το απεργιακό δικαίωμα ο Χατζηδάκης τόνισε πως «η απεργία είναι ιερό δικαίωμα, αλλά είναι ιερό δικαίωμα και η εργασία».
Σε κάθε περίπτωση, ο υπουργός Εργασίας υπερτονίζει τις όποιες θετικές ρυθμίσεις περιλαμβάνει το νομοσχέδιο, όπως το δικαίωμα στην αποσύνδεση για τους τηλεργαζόμενους ή την προστασία των εργαζόμενων από κάθε είδους παρενόχληση στον χώρο εργασίας, ρυθμίσεις που είναι μεν θετικές, αλλά μοιάζουν με σταγόνα στον ωκεανό της απορρύθμισης της αγοράς εργασίας, σύμφωνα με όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, που το νομοσχέδιο επιφέρει.
Εμβολιασμένοι και μη
Το βασικό ερώτημα είναι, πάντως, γιατί την ώρα που δημιουργείται ένα συγκρουσιακό σκηνικό με σύσσωμη την αντιπολίτευση και ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας για το εργασιακό νομοσχέδιο, επιλέγεται να ανοίξει η συζήτηση για τους εμβολιασμένους και τους μη. Ενώ είναι πλέον σαφές ότι ακόμα και τα λίγα περιοριστικά μέτρα που έχουν απομείνει δεν τηρούνται, είναι να απορεί κανείς πώς θα… δημιουργήσουν κίνημα τα (λεγόμενα) προνόμια.
Φτου, (ξ)ελευθερία, λοιπόν, αλλά δεδομένα με σαφώς μικρότερους ρυθμούς από αυτούς που είχε σχεδιάσει το κυβερνητικό επιτελείο. Το μεν σχέδιο είναι φιλόδοξο, αλλά οι δε πολίτες σκεπτικοί. Το πολυδιαφημισμένο όπλο για την επιστροφή στην καθημερινότητα και το άνοιγμα του τουρισμού μοιάζει να έχει μόνο άσφαιρα.
Σε κάθε περίπτωση, τα σύνορα άνοιξαν για μια τουριστική σεζόν που έχει ήδη δείξει ότι έχει χάσει τη δυναμική της (ο Μάιος ήταν… νεκρός, υποτονικά αναμένεται να κλείσει ο Ιούνιος), με τα κρούσματα να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, τους διασωληνωμένους να μην έχουν πέσει ακόμα κάτω από τριψήφιο αριθμό και τους θανάτους να συνεχίζονται.
Και κάπως έτσι, βγήκαν μπροστά ξανά οι ειδικοί που προειδοποιούν για τέταρτο κύμα, καθώς και ο πρωθυπουργός, που έδωσε τον τόνο από το βήμα της Βουλής. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε για ένα σενάριο που φουντώνει τη συζήτηση για τα προνόμια των εμβολιασμένων. «Ουδείς, να δώσω ένα ενδεικτικό παράδειγμα, το φθινόπωρο θα μπορεί να απαγορεύσει σε έναν επιχειρηματία της εστίασης να πει ότι δέχεται μόνο εμβολιασμένους στο μαγαζί τους» υπογράμμισε.
«Δοκιμάζει τα νερά»
Αναφορικά με τα ενδεχόμενα προνόμια που μπορεί να έχουν οι εμβολιασμένοι, σημείωσε ότι η συζήτηση θα ξεκινήσει σύντομα και η επίσημη αφετηρία της θα είναι η χρονική στιγμή που όλοι οι πολίτες θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στο εμβόλιο που επιθυμούν. «Μέρος αυτής της συζήτησης έχει να κάνει και με τις διευκολύνσεις που μπορεί να έχουν οι εμβολιασμένοι συμπολίτες μας. Η συζήτηση θα ανοίξει σύντομα» είπε προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο πρωθυπουργός στη συνάντηση που είχαν το πρωί της Τρίτης.
Για το δε ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού υγειονομικών και εργαζόμενων σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων, ο πρωθυπουργός ανέφερε πως πολύ σύντομα θα γνωμοδοτήσει δημόσια η Επιτροπή Βιοηθικής. Και τότε, όπως είπε, η κυβέρνηση θα αποφασίσει «με ευαισθησία αλλά και με σαφή προτεραιότητα στη δημόσια υγεία».
Πάντως, η υπερπληροφόρηση που υπάρχει για τα εμβόλια σε συνδυασμό με τις αντικρουόμενες και αντιφατικές απόψεις των ειδικών έχουν καλλιεργήσει μια δυσπιστία και έχουν οδηγήσει μεγάλη μερίδα του κόσμου μακριά από τα… εμβολιαστικά κέντρα. Η συζήτηση, πάντως, που άνοιξε δημιουργεί έναν κίνδυνο διχαστικών φαινομένων, ενώ πιθανό είναι και τα προνόμια, οι διευκολύνσεις αλλιώς, να αντιμετωπιστούν με σκεπτικισμό.
Για την ώρα, πάντως, όσον αφορά τη συζήτηση που με πρωτοβουλία της κυβέρνησης ανοίγει σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό κάποιων τμημάτων του πληθυσμού αλλά και σχετικά με την παροχή προνομίων σε όσους πολίτες εμβολιάζονται, φαίνεται ότι ουσιαστικά η κυβέρνηση «δοκιμάζει τα νερά» για ένα ζήτημα το οποίο έχει πολλές και δύσκολες πτυχές. Ενώ ξεκίνησε να καταγράφεται και μια σχετική συζήτηση με το αν οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί συνάδουν με τις προβλέψεις του Συντάγματος.
«Ανάβει» η συζήτηση για την υποχρεωτικότητα
Για το ζήτημα της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού ο Άδωνις Γεωργιάδης, μιλώντας στην ΕΡΤ, σημείωσε πως «όποιος δεν θέλει να εμβολιαστεί, θα πρέπει να αναλάβει και τις συνέπειες της αποφάσεώς του. Δεν μπορεί μια επιχείρηση να κινδυνεύει να κλείσει επειδή ένας υπάλληλος θέλει να ασκήσει το, δήθεν, δικαίωμά του να μην εμβολιαστεί».
Σύμφωνα μάλιστα με τον υπουργό Ανάπτυξης, «στην υπάρχουσα εργασιακή νομοθεσία μια επιχείρηση μπορεί να απολύσει έναν υπάλληλο εάν ο εργαζόμενος θέτει σε κίνδυνο την επιχείρηση». Όπως είπε ο Γεωργιάδης, «αν ένας εργαζόμενος θέλει να θέσει σε κίνδυνο τους υπόλοιπους συμπολίτες και συναδέλφους, δεν μπορεί να έχει απαιτήσεις». Αναφέρθηκε μάλιστα και σε όσα είπε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας στη συνάντηση με τον πρωθυπουργό, λέγοντας πως «όπως είπε και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας με έναν πάρα πολύ ωραίο τρόπο, πουθενά το Σύνταγμα δεν κατοχυρώνει αυτόν που θέλει, με τη συμπεριφορά του, να θέσει σε κίνδυνο τους άλλους».
Για το ίδιο ζήτημα πάντως ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και πρώην υπουργός Αντώνης Μανιτάκης, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα, δήλωσε την αντίθεσή του στο ενδεχόμενο απόλυσης μη εμβολιασμένων εργαζομένων. «Ακραίο μέτρο η απόλυση. Δεν είναι ούτε αναγκαίο ούτε νόμιμο» τόνισε ο Μανιτάκης, σημειώνοντας πως μπορούν να επιβληθούν άλλα μέτρα, όπως η μετάθεση των ανεμβολίαστων σε θέσεις όπου δεν έρχονται σε επαφή με το κοινό ή να τεθούν σε αργία και να τους επιβληθεί στέρηση μισθού, ωστόσο, όπως είπε, η υποχρέωση εμβολιασμού μπορεί να τεθεί ως όρος για την πρόσληψη ενός εργαζόμενου.
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου πάντως εκτίμησε ότι θα είναι συνταγματική και νόμιμη μια ενδεχόμενη απαγόρευση από εργοδότες σε μη εμβολιασμένους εργαζόμενους να εισέλθουν στον χώρο εργασίας τους. «Είναι θεμιτό οποιοδήποτε μέτρο απαιτείται για την προστασία της δημόσιας Υγείας και το οποίο βρίσκει έρεισμα και στις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής των Ειδικών» είπε χαρακτηριστικά ο Μανιτάκης. Πρόσθεσε μάλιστα πως θα είναι νόμιμη και μια ενδεχόμενη απόφαση επιχειρηματιών και ιδιοκτητών καταστημάτων να απαγορεύσουν την είσοδο σε πελάτες που δεν έχουν εμβολιαστεί.