Απόψεις Περιβάλλον

“Το Νερό ως κοινωνικό αγαθό” γράφει ο Βασίλης Νιτσιάκος

Βουργαρέλι Άρτας.  Τζουμέρκα «Κρυστάλλω» φωτ. Στάθης Κουτσιαύτης

Βασίλης Νιτσιάκος

Η χρήση κάθε στοιχείου της φύσης, κάθε φυσικού πόρου, κάθε «πλουτοπαραγωγικού» πόρου, γίνεται με τρόπους που προσδιο­ρίζονται από και εκφράζουν την εκάστοτε επικρατούσα «κοινω­νική λογική», για να μιλήσουμε έτσι γενικά, αν και θα μπορούσα­με να μιλήσουμε για «τρόπο παραγωγής».

Η «κοινωνική λογική» δεν είναι τίποτα άλλο από τον γενικό αξιακό προσανατολισμό, με βάση τον οποίο οργανώνεται, παρά­γει και αναπαράγεται ένας κοινωνικός σχηματισμός. Φυσικά, στον ίδιο κοινωνικό σχηματισμό μπορεί να συνυπάρχουν περισσότε­ρες της μιας και διαφορετικές μεταξύ τους «λογικές», αλλά συνή­θως υπάρχει μία ηγεμονική, που καθορίζει και τον γενικό προσα­νατολισμό. Αυτή συνιστά το μηχανισμό διαμεσολάβησης ανάμεσα στην ανθρώπινη κοινωνία και τη φύση, δηλαδή υπαγορεύει τους όρους οικειοποίησής της.

Έτσι, στη δική μας σύγχρονη κοινωνία, όπου βασικό χαρα­κτηριστικό του προσανατολισμού της είναι η εμπορευματοποίηση, είναι πρόδηλο ότι αυτό το χαρακτηριστικό προεκτείνεται και εκφράζεται εξίσου κυρίαρχα και στη σχέση μας με το φυσικό μας περιβάλλον. Η επικράτηση των ανταλλακτικών αξιών  σε βάρος των αξιών χρήσης, τόσο σε επίπεδο αγοράς όσο και σ’ αυτό της συλ­λογικής συνείδησης, καθορίζει πια τη συλλογική μας στάση και συμπεριφορά σε όλες τις εκφράσεις της και διαμορφώνει μια σχέση με το περιβάλλον, που όλοι την κρίνουμε προβληματική, καθώς η οικειοποίηση έχει γίνει ληστρική εκμετάλλευση και η «παραδο­σιακή» ενότητα αντικαθίσταται από την αλλοτρίωση.

Ανάμεσα στα στοιχεία της φύσης, στους φυσικούς πόρους, κάποια είναι απαραίτητα για την επιβίωση του ανθρώπου, τη βιολο­γική του συνέχεια. Στη διαδικασία οικειοποίησης ακόμα και αυ­τών των βασικών φυσικών πόρων παρατηρείται ιστορικά μια εξέ­λιξη από συλλογικές σε ιδιωτικές μορφές χρήσης, με διαφορο­ποιήσεις βέβαια ανάλογα με το είδος του πόρου. Η γη, παραδείγ­ματος χάριν, βασικό μέσο παραγωγής, τουλάχιστον στην καλλιερ­γήσιμη μορφή της, έχει περάσει σχεδόν ολοκληρωτικά στη σφαί­ρα της ατομικής ιδιοκτησίας. Οι θάλασσες, οι λίμνες, τα ποτάμια παραμένουν ακόμα στη συλλογική κυριαρχία των εθνών-κρατών.

Βαρβάρα Χαλκιδικής. Πέντε Βρύσες

Όσον αφορά το νερό, πρόκειται για μια περίπτωση ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Οι δυο βασικές για την ανθρώπινη ζωή χρήσεις του, δηλαδή η χρήση του από τους ανθρώπους και τα ζώα και η χρήση του για το πότισμα της γης γενικά, υπήρξαν καθοριστικές για την «κοινωνικοποίησή» του.

Κατ’ αρχήν, η μεγάλη του αξία, η αναγκαιότητά του για την ανθρώπινη ύπαρξη, οδήγησε στη λατρεία και τη «δαιμονοποίησή» του. Οι παραδόσεις των λαών βρίθουν από μύθους, θρύλους, τραγούδια κ.λπ., που αναφέρονται σε στοιχειά των νερών (δρά­κοντες, λάμιες κ.λπ.), που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κατακρα­τούν το νερό και απαιτούν ακόμα και ανθρώπινη θυσία για να το δώσουν στους ανθρώπους, αλλά στο τέλος κάποιος ήρωας – άγιος τα σκοτώνει και απελευθερώνει το νερό.

Ωστόσο, αυτή η σχέση δεν μπορεί παρά να έχει κοινωνικούς και ιστορικούς προσδιορισμούς. Η σχέση του ανθρώπου με το νερό είναι μια σχέση διαμεσολαβούμενη από την κοινωνία, όχι γενικά αλλά από τα συγκεκριμένα και ιστορικά προσδιορισμένα χαρα­κτηριστικά της. Έτσι, η κοινωνικοποίηση του νερού συνδέεται άμεσα με αυτά τα χαρακτηριστικά. Απ’ αυτή την οπτική γωνία, το νερό αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία ως βιολογικά απαραίτητο για τον άνθρωπο στοιχείο, ανάλογα πάντοτε με τη διαθεσιμότητά του.

Να δούμε κατ’ αρχάς το φαινόμενο του καθαγιασμού του νε­ρού. Στη χριστιανική του έκφραση και εκδοχή, και πιο συγκεκρι­μένα στην ορθόδοξη παράδοση, εκφράζεται με την παρουσία ιε­ρών κτισμάτων πάνω ή δίπλα στην πηγή. Είναι γνωστό ότι στην ελληνική λαϊκή παράδοση τα ιερά κτίσματα είναι συνυφασμένα με την επικινδυνότητα του χώρου (οριακές ζώνες, σύνορα, σταυ­ροδρόμια κ.λπ.) αλλά και με την ανάγκη κοινωνικοποίησης ή δια­σφάλισης της συλλογικής χρήσης τόπων και στοιχείων απαραίτη­των για την επιβίωση μιας ομάδας ή μιας κοινότητας (βακούφικα δάση, πηγές κ.λπ.).

Ροεινό Αρκαδίας. πηγή Αη Γιώργη

Στην περίπτωση του νερού συνδυάζονται και τα δύο, αφού απ’ τη μια, οι πηγές, τα πηγάδια κ.λπ. είναι συνήθως τόποι όπου συχνάζουν δαιμονικά ή τόποι που ελέγχονται από στοι­χειά (επικινδυνότητα) και από την άλλη είναι στοιχείο απαραίτη­το για την επιβίωση, γι’ αυτό και η διασφάλιση της συλλογικής πρόσβασης σ’ αυτό αναγκαία (κοινωνικοποίηση). Η παρουσία λοιπόν ενός ιερού κτίσματος, που συνήθως είναι αφιερωμένο σ’ έναν δρακοντοκτόνο άγιο (Αϊ-Γιώργης, Αγία Παρασκευή κυρίως), δεν καθαγιάζει και εξαγνίζει απλώς το νερό μιας πηγής, αλλά αποτρέπει οποιονδήποτε ιδιωτικό σφετερισμό, αφού οι ιεροί τόποι είναι κατεξοχήν χώροι συλλογικής – δημόσιας χρήσης.

Μια τέτοια διασφάλιση της δημόσιας χρήσης του νερού είναι οπωσδήποτε απαραίτητη σε περιπτώσεις λειψυδρίας. Δεν είναι εξάλλου καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι οι περισσότεροι τόποι όπου βρίσκεται ιερό κτίσμα (εκκλησία, ξωκλήσι, μοναστήρι) έχουν συ­νήθως νερό και μάλιστα πολλές φορές θεωρείται και «αγίασμα».

banner-article

Ροη ειδήσεων