Ποιος είναι τελικά ο Δημήτρης Λιγνάδης; Δυο συνεντεύξεις, δυο πρόσωπα…
Μέσα στον εκκωφαντικό θόρυβο που προκάλεσε η πτώση του Δημήτρη Λιγνάδη – αν και αναμενόμενη μετά τις αποκαλύψεις – πτώση που απηχούσε όσο καμιά τους όρους της Αρχαίας Τραγωδίας “ύβρη” και “νέμεση”, δυο συνεντεύξεις καταγράφουν το προφίλ του καλλιτέχνη αλλά και του ανθρώπου.
Η μία δόθηκε το 2017 στη Φανή Πλατσατούρα για το DownTown στο Θέατρο “Κατερίνα Βασιλάκου” και εκεί εξομολογείται ανατρεπτικά τη σχέση του με τον έρωτα και την αξιοπρέπεια. Σχέσεις αντιστρόφως ανάλογες γι’ αυτόν και χωρίς περιθώρια επιλογής.
Η άλλη δίνεται στην Μυρτώ Λοβέρδου για το Bovary, δύο χρόνια αργότερα, ένα μήνα πριν αναλάβει τη διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου, καλοκαίρι του 2019. Προσεκτικός, σεμνός, συναισθηματικός, και προπαντός “πνευματικός” ανθρωπος, όπως οφείλει, λέει να είναι ένας ηθοποιός.
Ποιος είναι ο Δημήτρης Λιγνάδης; Δυο συνεντεύξεις, δυο πρόσωπα…
far
……………………………
Η σοκαριστική εξομολόγηση του Δημήτρη Λιγνάδη: “Κυνηγάς να πιάσεις τη σάρκα στο σεξ και μ’ αρέσει” – Συνέντευξη στη Φανή Πλατσατούρα
Ό,τι νομίζεις εσύ καλύτερο. Πολλές φορές είναι αφροδισιακός ο πληθυντικός.
Στον πληθυντικό λοιπόν. Εθισμένος στο θέατρο;
Δεν ξέρω αν έχω εθισμό ή αγάπη στο θέατρο. Και το πρεζάκι έχει τρομερή ανάγκη την πρέζα και δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν δεν σημαίνει όμως, ότι την αγαπάει κιόλας. Το αντίθετο. Η αλήθεια είναι ότι το θέατρο μου ΄χει δώσει ωραίες στιγμές. Σου φτιάχνει ένα status, το κεφαλοποιείς και το εξαργυρώνεις. Αισθάνεσαι βασιλιάς. Αν εξαιρέσεις το κεφάλαιο του έρωτα που για μένα είναι πολύ σημαντικό, πάντα σκέφτομαι το θέατρο.
Γιατί είναι τόσο σημαντικός ο έρωτας;
Ο έρωτας είναι κίνητρο, καύσιμο, τα πάντα. Ένα εύφλεκτο υλικό είναι ο έρωτας που κρατάς στα χέρια σου. Μπορεί με αυτό να κινήσεις ένα ολόκληρο αυτοκίνητο ή να πάθεις μια εύφλεξη και να καείς.
Έχετε καεί πολλές φορές;
Ο έρωτας με έχει κάνει πολλές φορές ρόμπα. Χωρίς έρωτα είμαι σε μαρασμό. Δεν μπορώ να δημιουργήσω. Δεν μπορώ καν να καταστρέψω γιατί και αυτό μια δημιουργία είναι. Στη δική μου ζωή, ο έρωτας παίζει σχεδόν καταστρεπτικά σημαντικό ρόλο.
Έχετε καταστραφεί στο όνομα ενός έρωτα;
Έχω καταστρέψει ολόκληρη παράσταση για χάρη ενός έρωτα. Έπαιζα χωρίς να δώσω καμιά σημασία στον ρόλο μου, μου ΄χε πάρει ο έρωτας τα μυαλά. Έχω κάνει και το άλλο βέβαια: ανέβασα ολόκληρη παράσταση μόνο και μόνο εξαιτίας ενός μεγάλου έρωτα.
Τι πρέπει να έχει ένας άνθρωπος για να τον ερωτευθείτε;
Έχω ερωτευθεί μόλις, τρεις φορές στη ζωή μου. Ο έρωτας τον οποίο περιγράφω εγώ θυμίζει αρκετά τον έρωτα των Αρχαίων Ελλήνων, των οποίων είμαι οπαδός. Εννοώ ότι δεν αρκεί μια εικόνα για να ερωτευθείς, πρέπει να υπάρχει και κάτι άλλο που σε φτιάχνει. Μόνο έτσι έχει διάρκεια. Αλλιώς είναι ένας ενθουσιασμός, ένα πυροτέχνημα.
Άρα ο πραγματικός έρωτας είναι σπάνιος;
Για ΄μενα ο έρωτας είναι μια μάχη, μια πορεία προς τη φωτιά. Όταν υπάρχει πραγματικός έρωτας, είναι πραγματική και η φωτιά. Σε καίει, σε ζεσταίνει, σε τραβάει, ζεις μ΄ αυτό αλλά πας προς τον ήλιο. Ξέρεις ότι ο ήλιος καίει -θα σε κάψει και ΄σενα- αλλά πας. Το ίδιο συμβαίνει και στον έρωτα. Ξέρεις ότι μάλλον θα καταστραφείς, δεν το θέλεις, δεν το επιδιώκεις αλλά λες «παιδιά συγγνώμη εγώ θα πάω. Με τραβάει τόσο πολύ το φως». Αυτός που πάει προς το φως του έρωτα και ας ξέρει ότι θα καεί- αυτός είναι ο αληθινός Τσε Γκεβάρα. Αν με ρωτάς, θα ήθελα να είμαι ένας Τσε Γκεβάρα του έρωτα.
Γνωρίσατε ποτέ κάποιον τέτοιον;
Ο πατέρας μου (σ.σ. Τάσος Λιγνάδης). Γάμαγε τη ζωή και την υγεία του για τον έρωτα. Αυτά τα λίγα λεπτά χαράς όταν συναντιούνται δύο σώματα ή δύο βλέμματα μπορούν να σου γαμήσουν χρόνια ζωής. Κατα τη γνώμη μου βέβαια, δεν στα γαμάνε. Στα γονιμοποιούν. Είναι η ίδια πράξη αλλά αν υπάρξει γονιμοποίηση, κάτι βγήκε.
Τελικά στον έρωτα την χάνεις την αξιοπρέπειά σου;
Aς μου τύχει η καψούρα και ας πάει στον διάολο η αξιοπρέπεια. Αν πρέπει να την διατηρήσεις είναι γιατί λειτουργεί αφροδισιακά. Είναι αφροδισιακό δηλαδή, να κάνεις τον δυνατό. Για ποια αξιοπρέπεια μιλάμε όμως, όταν ο Σοφοκλής έχει γράψει στην «Αντιγόνη» ότι «αυτός που παθαίνει έρωτα, τρελαίνεται». Καψουρεύτηκα και θα κοιτάξω την αξιοπρέπεια; Τι λέτε ρε; Δεν με ενδιαφέρει η αξιοπρέπεια. Με ενδιαφέρει να είμαι ερωτευμένος.
Για ποιον λόγο πιστεύετε εσείς;
Γιατί ο έρωτας -πέρα από την κουτσομπολίστικη διάθεση- είναι κάτι το σημαντικό για όλους. Επίσης νομίζω ότι ο έρωτας είναι ακόμη, ταμπού. Όπως ταμπού θεωρείται και το σεξ και ας είμαστε στο 2017 και ας το παίζουμε άνετοι.
Είχατε δηλώσει παλαιότερα, εθισμένος στο σεξ. Μετανιώσατε γι΄ αυτήν την δήλωση;
Νομίζω ότι είπα το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο: «ναι μ΄αρέσει το σεξ». Τώρα αν εθισμός σημαίνει «χτυπάω ενέσεις» δεν είμαι εθισμένος. Μ΄αρέσει το σεξ αλλά όχι ως φαστφουντάδικο. Θα έλεγα καλύτερα ως καλή κουζίνα. Σε ποιον δεν αρέσει το σεξ; Μόνο το cyber sex θεωρώ θλιβερό. Λυπάμαι τη νέα γενιά γι΄ αυτήν την εικονική πραγματικότητα. Χάνεται η καύλα. Γνωρίζεις τη σάρκα μέσα από εικόνες αντί να πας να την κυνηγήσεις, να την πιάσεις. Είναι σαν να έχεις δει θάλασσα με πολλές λεπτομέρειες αλλά μόνο μέσω ίντερνετ, σαν να έχεις κολυμπήσει εικονικά. Μην πεις στον άλλον «έλα να μιλήσουμε για έρωτα». Πες του «έλα να κάνουμε έρωτα».
Εντυπωσιάζομαι που μιλάτε τόσο ανοιχτά για κάποια θέματα – ταμπού, όπως λέτε και εσείς.
Αν δεν ήμουν ηθοποιός και αν δεν ήμουν σ΄ αυτήν την ηλικία, δεν θα στα έλεγα. Θα σου απαντούσα «με ενδιαφέρει η Τέχνη μου». Δεν θέλω να πουλάω τσάμπα μαγκιά σίγουρα δεν θα μιλούσα έτσι, αν δεν είχα φτιάξει το στάτους που έχω σήμερα. Έχω φτάσει όμως, σε μια ηλικία που ακόμη και να κατουρήσω πάνω στη σκηνή θα πουν «μμμ τι τόλμη ο Λιγνάδης».
Μου δίνετε την εντύπωση ενός ανθρώπου που καταφέρνει εύκολα ό,τι βάλει στο μυαλό του και το ίδιο εύκολα τα καταστρέφει όλα.
Ακριβώς. Μόλις με περιέγραψες.
Το 2002 δεχτήκατε μια επίθεση με μαχαίρι και κινδύνευσε η ζωή σας. Δεν έχετε μιλήσει ποτέ, δημόσια γι΄ αυτήν την περιπέτεια που είχατε. Θέλω απλά, να ρωτήσω τι σας έμαθε αυτή η ιστορία.
Θα σου μιλήσω γι΄ αυτό για έναν λόγο, η παράστασή μας αρχίζει ακριβώς με αυτήν την ιστορία. Βγαίνω στη σκηνή και λέω «κάποτε κινδύνευσα να χάσω τη ζωή μου». Τότε λοιπόν, πράγματι κινδύνευσε η ζωή μου. Ήμουν χύμα στο πάτωμα του σπιτιού μου. Ετοιμοθάνατος. Ξαφνικά κατάλαβα ότι άνθρωποι της γειτονιάς που δεν τους έδινα καμιά σημασία μέχρι τότε είχαν μαζευτεί γύρω μου και τότε μου φάνηκαν πολύ όμορφοι. Βυθιζόμουν στον θάνατο και τους έβλεπα: ήταν ωραίοι, παντού γύρω μου υπήρχαν ωραία χρώματα. Τελικά γλίτωσα γιατί είχα τεράστια θέληση να ζήσω. Δεν ξέρω άλλες λεπτομέρειες γι΄ αυτήν την ιστορία, δεν ξέρω τις λεπτομέρειες που ίσως κάποιος θα ήθελε να ακούσει ξέρω όμως, ότι κινδύνευσε χοντρά η ζωή μου. Με το που βγήκα από την Εντατική πήγα σε έναν θάλαμο του νοσοκομείου «Σωτηρία». Έξω από το παράθυρο είδα ένα δέντρο και είπα «τι ωραίο χρώμα που είναι το πράσινο», «τι ωραία που είναι η ζωή».
Φοβηθήκατε; Είχατε για πολύ καιρό εφιάλτες;
Δεν είδα κανέναν εφιάλτη. Απλώς εκτίμησα τη ζωή αλλιώς. Μου κόστισαν πολύ περισσότερο θάνατοι κοντινών μου προσώπων παρά το γεγονός ότι κόντεψα εγώ να πεθάνω. Έμαθα πάντως, ότι η ζωή όπως και να ΄ναι είναι πολύ ωραία.
—————————————————
Δημήτρης Λιγνάδης: “Πρέπει να καταλαβαίνεις την μικρότητά σου, το πεπερασμένο σου” – Συνέντευξη στη Μυρτώ Λοβέρδου
Ο Δημήτρης Λιγνάδης μεγάλωσε με βιβλία και παραστάσεις. Παίζει, σκηνοθετεί, τον απασχολεί το εκπαιδευτικό κομμάτι της τέχνης του. Αγαπάει το θέατρο, αλλά δεν θέλει να αποκόβεται από την ζωή. Μένει στο κέντρο της Αθήνας. Είναι 55 χρόνων.
………………………………………….
«Η ζωή μου όταν ήμουν παιδί φαινόταν τότε δύσκολη. Δεν ανήκα σε μια τυπική οικογένεια, μπαμπάς, μαμά, που βγαίνουν μαζί. Είχαμε καταλάβει από νωρίς ότι υπήρχαν σύννεφα στη σχέση του πατέρα μας με την μάνα μας. Ευτυχώς είχα τον αδελφό της μάνας μου που μας πήγαινε πολλές εκδρομές και κρατάω ότι γύρισα όλη την Ελλάδα.
Πάντοτε θυμάμαι με τον αδελφό μου ότι είχαμε τον φόβο, επειδή ο πατέρας μου έμενε κοντά μας, αλλά αλλού από την μάνα μου, μην φύγει και η μάνα μας. Τον θυμάμαι αυτόν τον φόβο.
Όταν ήμουν δέκα τριών ετών ο πατέρας μου έφυγε από το σπίτι και πήγε να μείνει στο ισόγειο. Ηταν μια νεφελώδης σχέση των γονιών μου, μια δύσκολη σχέση αρσενικού και θηλυκού, με πολλή αγάπη. Η μάνα μου τον κατανοούσε. Θυμάμαι ταξίδια και εκδρομές με το αυτοκίνητο, μέχρι και σε νησιά που δεν είχε έρθει ακόμα ηλεκτρικό, όπως η Σκύρος.
“Στο θέατρο έχασα το κέντρο της καριέρας
αλλά βρήκα το κέντρο του εαυτού μου”
Έζησα κανονικά σαν παιδί γειτονιάς. Μεγάλωσα στην πλατεία Αμερικής και την Φωκίωνος Νέγρη, μια αστική περιοχή της εποχής. Ο πατέρας μου έφευγε από σπίτι, πήγαινε στου Φλόκα και εκεί έγραφε, διάβαζε, δεχόταν τους μαθητές του. Εκεί εγώ έμαθα αρχαία. Δεν υπάρχει πια αυτός ο Φλόκα με τα ηλικιωμένα γκαρσόνια που φορούσαν κόκκινο σακάκι. Τότε στις καφετέριες δεν υπήρχε μουσική. Κρατάω, επίσης, την αίσθηση ευθύνης που είχα στο σχολείο. Πήγαινα σε ένα καλό, ακριβό σχολείο, του Μωραϊτη.
Ο πατέρας μου δίδασκε όσο εγώ πήγαινα δημοτικό και μετά στο γυμνάσιο δούλευε η μάνα μου –γι΄αυρό και δεν πληρώναμε δίδακτρα. Ο πατέρας μου είχε μια μόρφωση και μια καλλιέργεια απίστευτη, μια ηθική, την οποία δεν κράτησε μόνον για τα γραπτά του, την επέδειξε και στην ζωή του. Ήταν ένας σωκρατικός χαρακτήρας, με τα θετικά και αρνητικά αποτελέσματα που μπορεί να έχει αυτό. Κι εγώ κληρονόμησα και τα δύσκολα και τα ευεργετικά, αλλά τον ευγνωμονώ γι΄αυτό και μέσα μου λογοδοτώ πάντοτε στους γονείς μου.
Ναι, με επηρέασε η σχέση των γονιών μου αλλά δεν το κάνω και σημαία, όπως άλλοι επικαλούνται δύσκολα παιδικά χρόνια. Άλλοι έχουν περάσει πολύ πιο δύσκολα από μένα. Γιατί εγώ είχα την μεγάλη τύχη να εισπράξω πολλή αγάπη από τους γονείς μου πέραν της πνευματικής και ηθικής καλλιέργειας. Άλλα παιδιά δεν έχουν εισπράξει αγάπη –κι άλλα δεν έχουν ούτε γονείς.
Τότε το διαζύγιο ήταν και λίγο κατακριτέο και σπάνιο. Διάβαζα λογοτεχνία από μικρός, πολλά εξωσχολικά βιβλία. Ο πατέρας μου μου έδωσε αυτή την ώθηση χωρίς ποτέ να μου κουνήσει το δάχτυλο. Διάβασα κλασική λογοτεχνία και ποίηση.
Τηλεόραση αποκτήσαμε πολύ αργότερα.
“Δεν αποφάσισα ποτέ ότι δρόμος μου ήταν το θέατρο.
Πέρασαν δέκα χρόνια για να πω ότι είμαι ηθοποιός και δουλεύω.”
Το σχολείο δεν μου άρεσε. Ημουν πάντα politically correct γιατί φοβόμουν μην εκθέσω τους δικούς μου. Στο γυμνάσιο έγινα λίγο δημοφιλής, με αστεία και ύπουλες σκανταλιές. Δεν ήμουν κακό παιδί και αλήτης αλλά ούτε και καλό παιδί. Δυσφορούσα, ασφυκτιούσα μέσα στο κοστούμι του καλού παιδιού. Από την άλλη, δεν είχα το θάρρος να το σπάσω και να γίνω ένας μποέμ. Ολα αυτά συνέβησαν μετά τα τριάντα πέντε μου και πάντα συνυφασμένα με το θέατρο. Εγώ στο θέατρο έχασα το κέντρο της καριέρας αλλά βρήκα το κέντρο του εαυτού μου.
Δεν αποφάσισα ποτέ ότι δρόμος μου ήταν το θέατρο. Πέρασαν δέκα χρόνια για να πω ότι είμαι ηθοποιός και δουλεύω.
Μπήκα στην Φιλοσοφική θεωρώντας ότι θα γίνω φιλόλογος. Μου άρεσε άλλωστε. Κι ενώ είχα περάσει στο Πανεπιστήμιο, εκείνον τον Σεπτέμβριο, όπως περνούσα έξω από την Δραματική Σχολή του Εθνικού, λέω του πατέρα μου «να δώσω εξετάσεις;».
«Κάνε ό,τι θες», μου είπε αλλά «δεν προλαβαίνεις». Εδωσα έναν μονόλογο που είχα διαβάσει σε μια εκδήλωση στο σχολείο και άλλον έναν του Ντύρενματ, που είχα παίξει στο σχολείο, συμπτωματικά.
Φαντάζομαι ότι ήμουν αξιοπρεπής και ότι θα με περνούσαν λόγω του πατέρα μου –δίδασκε στην σχολή.
Θα έπρεπε να ήμουν πολύ μεγάλο αγγούρι για να μην με περάσουν. Η επωνυμία, για να λέμε την αλήθεια, ανοίγει πιο εύκολα τις πόρτες, αλλά το θέμα είναι πόσο θα παραμείνεις μέσα στο δωμάτιο.
“Δεν είχα ποτέ σκεφτεί να γίνω ηθοποιός.”
Μπαίνοντας στην σχολή το είχα σαν χόμπι. Ως αριστούχο με πήρε μετά το Εθνικό κι έπαιξα εκεί δέκα χρόνια, πολλούς ρόλους κομάρσου, και καλούς.
Η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά ήταν στο «Ημέρωμα της στρίγγλας» με την Ελένη Ράντου και τον Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο. Ελεγα την φράση «Ανασαίνει κυρία μου. Αν δεν τον είχε καλοζεστάνει η μπύρα δεν θα κοιμόταν τόσο βαριά…». Μετά άρχισα να παίζω και στην Επίδαυρο.
“Δεν ξέρω αν είμαι σεμνός, νομίζω ότι είμαι έξυπνος.
Πρέπει να είσαι ηλίθιος για να μην είσαι σεμνός”
Αργησα αλλά πήρα το πτυχίο από την Φιλοσοφική. Ο ιός του θεάτρου είχε πια μπει μέσα μου. Εβλεπα θέατρο από μικρός, μας έπαιρνε μαζί του ο πατέρας μας –έγραφε κριτική. Από τα εννέα μου άρχισα να πηγαίνω Επίδαυρο, κάθε χρόνο. Εκεί πρωτομαγεύτηκα. Είδα τον “Οιδίποδα Τύραννο” με τον Μινωτή. Ενα ψυχικό λάκτισμα… Δεν είχα ποτέ φανταστεί ότι θα παίξω. Εμείς στην Επίδαυρο περνούσαμε τα καλοκαίρια μας, ποδήλατο, παρέες. Με τον αδελφό μου έχουμε μια σχέση ιδιαίτερη, όχι τόσο ζεστή, αλλά με βαθειά εκτίμηση και πολλή αγάπη. Είμαστε πολύ δεμένοι. Κι αγαπάμε την δουλειά μας. Τα τελευταία χρόνια που συνεργάζομαι μαζί του δεν το κάνω από αγάπη αλλά από θαυμασμό. Ο Γιάννης είναι υψηλός νους.
Εκείνος είναι η μηχανή, εγώ είμαι ο πλασιέ -το πιστεύω αυτό.
Πρέπει να καταλαβαίνεις την μικρότητά σου, το πεπερασμένο σου. Από την άλλη, έχω και μια ματαιοδοξία παιδικής φύσεως, ότι θα είμαι στο θέατρο και θα με χειροκροτούν. Μόνο του το θέατρο έγινε ο χώρος μου. Κατάλαβα ότι εδώ εκφράζομαι, ζω από αυτό. Περνάω αγρύπνιες, πίκρες, διαψεύσεις, αλλά και πολλές επαληθεύσεις, επιβεβαιώσεις. Υπήρξα τυχερός. Αν υπήρξα ικανός θα το πει η ιστορία και οι άλλοι. Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν πολύ καλύτεροί μου εκεί έξω, που δεν τους δόθηκε η ευκαιρία, ή δεν στάθηκαν τόσο τυχεροί ή δεν την άρπαξαν όταν έπρεπε.
Ενα μεγάλο προσόν του ταλέντου, είναι να μην χάνεται. Το ταλέντο δεν είναι, απλώς, ένα θεϊκό χάρισμα. Είναι να μπορείς να επιβεβαιώνεις ότι έχεις ταλέντο. Δεν αρκεί από μόνο του. Εγώ έχω διαβάσει πάρα πολύ, έχω ταλαιπωρήσει το πνεύμα μου, αλλά ήμουν κι εκεί έξω, έζησα, ζω. Δεν είμαι ανθρωπος γραφείου. Γι΄αυτό κι έκανα τόσο μεγάλα λάθη, επιπολαιότητες, πήρα ρίσκα όταν χρειάστηκε. Είμαι ένας κανονικός άνθρωπος. Τα έχω πληρώσει τα λάθη μου. Αυτό που με πειράζει είναι όταν τα λάθη μου τα πληρώνουν άλλοι. Αν κάνω μια προσπάθεια στην ζωή μου είναι να μην πληρώνουν τα λάθη μου άλλοι. Και νομίζω ότι το πετυχαίνω.
Έχω πολλά σκοτάδια και ευτυχώς το θέατρο μου δίνει την δυνατότητα να φτιάξω φως από τα σκοτάδια μου. Δεν βγαίνει φως από το φως.
Είμαι ένας άνθρωπος που ταλαιπωρούμαι αρκετά με τις σκέψεις. Δεν επιλέγω συνειδητά τον δρόμο του παιδέματος. Διαλέγω αυτόν που μου ταιριάζει και φαίνεται ότι αυτός που μου ταιριάζει έχει αγκάθια… Ισως γιατί έτσι νοιώθω ζωντανός.
Αλλά νομίζω ότι όλοι οι άνθρωποι που στοιχειωδώς σκεφτόμαστε, δεν μπορούμε να ευτυχήσουμε έτσι απλά…
Έχω πολύ λίγους φίλους αλλά αρκετές παρέες. Είμαι μονήρης. Είμαι δύσκολος και με τον εαυτό μου. Και είμαι μοναχικός. Με φοβίζει ότι θέλω να φεύγω από μια παρέα για να πηγαίνω τεράστιες βόλτες, με φοβίζει για το μέλλον. Ακόμα δεν έχω συνθηκολογήσει, δεν έχω βαφτίσει τον φόβο μου αγάπη για να πορευτώ.
Μου είχε πει κάποτε η μάνα μου, «δεν θες να φτιάξεις την ζωή σου παιδί μου;» «Από φόβο», της είπα… Κι ενώ περίμενα να μου πει, όχι από φόβο, αλλά από αγάπη, μου είπε, «ναι, από φόβο. Επειδή φοβάσαι την μοναξιά».
Δεν κυνηγάω την ανήσυχη ζωή. Μόνο του με πάει από εκεί. Ανήσυχο πνεύμα… Στο θέατρο ήμουν αρκετά correct κι αυτό φαίνεται ότι με στένευε.
Θυμάμαι σε μια παράσταση στο Αμόρε είπα στην σκηνοθέτιδα ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα εκτός από το να κουνήσω τα αφτιά μου. «Tότε βγες και κάνε αυτό», μου είπε. Και βγήκα, κάτι αδιανόητο για μένα. Αλλά από τότε που κούνησα τα αφτιά μου, βγήκαν πολλά πράγματα από μέσα μου. Ένοιωσα τρομερή απελευθέρωση. Πιστεύω ότι η ζωή είναι τσίρκο. Και το τσίρκο είναι δελεαστικό, θεαματικό αλλά έχει κι έναν φόβο, ένα δέος.
Επίσης εκτιμώ πολύ την ζωή, χωρίς να έχω αγιοποιήσει την τέχνη. Φοβάμαι πολύ τον αυτισμό της τέχνης κι ότι από μια φράση μας κρέμεται η τύχη της υφηλίου. Κι ας πετάγομαι από τον ύπνο μου για τον Οιδίποδα. Έχω αίσθηση της μεγάλης εικόνας που είναι η ζωή. Δεν θα κλειστώ στον εαυτό μου.
Τώρα, στον Οιδίποδα, η παράσταση αποθεώνεται κι αυτό είναι μια μεγάλη δικαίωση για τον καλλιτέχνη –κλαμένοι άνθρωποι χειροκροτούν όρθιοι, κάποιοι έρχονται και μου φιλούν τα χέρια.
Νοιώθω τεράστια χαρά. Όταν φεύγω όμως, μετά, λέω στον εαυτό μου, και τώρα κανονικά. Αυτό με κρατάει.
Ονειρεύτηκα, ονειρεύομαι ρόλους. Γιατί οι μεγάλοι ρόλοι δεν ασχολούνται μόνο με το να δώσουν ένα στιγμιότυπο ζωής. Θέτουν βαθειά ζητήματα. Κι όσο μεγαλύτερος είναι ο ρόλος τόσο πιο ποιητικός είναι.
Αυτό που με ελκύει στο θέατρο δεν είναι η μίμηση, αλλά η ποίηση, τα πνευματικά ζητήματα του θεάτρου –που μπορεί να είναι και ένα καθημερινό γεγονός.
Γοητευόμουν πάντα από τις μεγάλες σκηνές, να είμαι μακριά από τον θεατή. Ίσως έχω επηρεαστεί από το θέατρο που έβλεπα μικρός.
Ο Οιδίποδας ήταν ένα όνειρο ζωής, ναι. Και ναι, μια προσωπική δικαίωση. Γιατί χτύπησα μόνος μου την πόρτα του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ, του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου. Έφαγα πόρτα για δύο χρόνια, για διαφορετικούς λόγους. Τελικά μου είπε βρες παραγωγό κι έλα να το κάνεις.
Με τον Κωνσταντίνο (σ.σ. Μαρκουλάκη) ο λόγος που είμαστε φίλοι –δεν κάνουμε πια κολλητή παρέα, κάποτε κάναμε, είναι γιατί μας συνδέει, με πολλές διαφορές, μια πνευματική ταύτιση.
Όταν μου λένε ότι είμαι ένας πνευματικός άνθρωπος του θεάτρου στεναχωριέμαι που το ακούω. Ένας ηθοποιός οφείλει να είναι και πνευματική μονάδα. Δεν γίνεται να υπάρχουν μη καλλιεργημένοι, μη σκεπτόμενοι, μη πνευματικώς και ψυχικώς καταρτισμένοι. Το θέατρο δεν είναι υπόθεση μόνον υποκριτικών μεθόδων ή σωματικής ευελιξίας.
Ο ηθοποιός πρέπει να είναι πνευματική μονάδα και ελπίζω να ξαναγίνει. Σήμερα υπάρχουν ηθοποιοί που δεν ξέρουν να διαβάσουν…Το λέω γιατί με στεναχωρεί. Γιατί εγώ πιστεύω στους νέους ηθοποιούς, έχουν πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες από εμάς. Ίσως το κόστος αυτού του πράγματος είναι η ρηχότητα. Παλαιότερα δεν ήμουν ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος για την μεγάλη εικόνα που λέγεται πολιτική, κοινωνία, πολιτισμός. Ασχολιόμουν πιο πολύ με τον εαυτό μου, εγωκεντρικά. Μεγαλώνοντας και μη έχοντας παιδιά, νομίζω ότι η εγγενής ανάγκη να αφήσω κάτι πίσω σου με οδήγησε στην μεγάλη εικόνα. Κάπου τελείωσα με τον εαυτό μου και το τι θα γίνω. Στο κάτω κάτω εκεί που ήθελα, πάνω-κάτω, έφτασα. Αλλά δεν αράζω. Δεν μπορώ να αράξω. Θέλουν να έρθουν κι άλλοι, να με ξεπεράσουν, να βελτιωθούν τα πράγματα στον τόπο μου, να επανέλθουμε σε μια κανονικότητα, κινούμενη, όχι ακίνητη. Μεγάλωσα αλλά όχι τόσο για να αράξω στον καναπέ μου. Με απασχολεί ότι μεγαλώνω, η φθορά. Το παλεύω –είναι μια μεγάλη πάλη αυτή.
Η συμφιλίωση με την φθορά, η δική σου και των άλλων. Δεν μπορώ να παίξω τον άνετο. Το θέατρο δίνει ένα ελιξήριο, ασχολείσαι με την εικόνα σου. Δεν έκανα πολλή τηλεόραση, πράγματι, αλλά δεν μου έλειψε η δημοσιότητα που δίνει το μέσο. Μου άρεσε βέβαια όταν κάποιος μου έλεγε ότι με είδε. Η πλάκα είναι ότι όταν βγήκα στο επαγγελματικό θέατρο έπαιζα δίπλα σε διάσημους. Γινόταν χαμός. Επαιζα δίπλα στην Ελένη Κούρκουλα όταν πρωτοβγήκα, τότε που ήταν η Σελήνη. Στον Αλκι Κούρκουλο, την εποχή της “Αναστασίας”. Στον Μαρκουλάκη επί «Λόγω Τιμής». Και δεν γύρναγε να με κοιτάξει κανείς…
Το να γίνεις γνωστός από το θέατρο είναι μια δικαίωση, ίσως και μια δικαίωση θεάτρου. Γιατί σημαίνει ότι το θέατρο έχει δύναμη, και μάλιστα διηνεκή, διαρκείας. Γιατί εγώ θέλω να δουλεύω μέχρι πριν πεθάνω. Κι αυτό δεν μπορεί να στο δώσει ούτε η τηλεόραση ούτε το εφήμερο. Το θέατρο όμως μπορεί.
Ο μεγάλος μου στόχος; Ίσως τώρα να είναι λίγο πιο πατρικός. Με ενδιαφέρει η παιδεία. Όλη αυτή την βιωματική διδασκαλία με τον Θουκυδίδη θέλω να την κάνω μέσα σε ένα πιο θεσμικό και εκτεταμένο πλαίσιο. Να βλέπω ευτυχισμένα πρόσωπα που μαθαίνουν. Και θα το κάνω. Είναι μια επιθυμία μου.
Το όνειρό μου πια, είναι να νοιώθω ευτυχία με τα μικρότερα πράγματα. Να γίνω λίγο πιο απλός χωρίς να χάσω το βάθος μου. Γιατί ξέρεις, την ίδια ώρα που οι πληγές και τα σκοτάδια σε ταλαιπωρούν,τρέφουν κάποιους άλλους».