Απόψεις Πολιτική
“Κυβέρνηση σε σύγχυση – Λάθος και οι χειρισμοί με την Εκκλησία στα Θεοφάνια” γράφει ο Μιχάλης Χαριάτης
Το παιχνίδι εντυπώσεων με τον ανασχηματισμό χάθηκε στον βάλτο της πανδημίας
Με τον ανασχηματισμό να χαρακτηρίζεται περισσότερο τρικυμία στο ποτήρι, τη μεγαλύτερη φουρτούνα των ημερών η κυβέρνηση την είδε από την Εκκλησία της Ελλάδος, και μάλιστα σε μια εποχή που οι αριθμοί των νεκρών από την πανδημία ημερησίως και των διασωληνωμένων δείχνουν ότι κάτι δεν πάει καλά με το lockdown.
Το «αντάρτικο» της Ιεράς Συνόδου για τα Θεοφάνια, τα σύντομο τετ α τετ Μητσοτάκη – Ιερώνυμου κατά την ορκωμοσία των νέων υπουργών και υφυπουργών και η ελάχιστη (επίσημη) υποχώρηση της Εκκλησίας μάλλον δείχνουν ότι το κυβερνητικό «τα μέτρα πρέπει να τηρούνται απ’ όλους» πήγε στον βρόντο.
Σε αντίθεση με την επέτειο του Πολυτεχνείου, για τα Θεοφάνια η γραμμή από το αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. ήταν «ήπια αστυνόμευση» έξω από τους ναούς. Και κάπως έτσι ακόμα και όσοι δεν έχουν σχέση με την επικοινωνία δυσκολεύονται να δουν πώς το Μαξίμου «νίκησε» την ιεραρχία σε αυτή τη φάση. «Κάθε γιορτή είναι μια μαχαιριά» είχε δηλώσει σε δραματικούς τόνους ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, που παραμένει επικεφαλής του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
Το πρόβλημα, ωστόσο, για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του – που αν κρίνει κανείς από τις περιορισμένες αλλαγές, θεωρείται επιτυχημένη – είναι μεγαλύτερο σε σχέση με το αν η Ιερά Σύνοδος θεωρεί ότι υπόκειται σε κανόνες, όπως π.χ. ο ιδιοκτήτης κομμωτηρίου που το Σάββατο άκουσε ξαφνικά ότι τη Δευτέρα δεν θα ανοίξει το μαγαζί του. Το πρόβλημα έγκειται στο ίδιο το κυβερνητικό σχήμα και στην εικόνα του… αλαλούμ που δίνει.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος «πέρασε» το τεστ του ανασχηματισμού. Μέσα σε λίγες ημέρες, και αφού έχει κάνει διαδοχικές εμφανίσεις στα τηλεοπτικά παράθυρα, κατάφερε να διαψευστεί από τον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο για το άνοιγμα των καταστημάτων (αργότερα ισχυρίστηκε ότι γνώριζε για το νέο κλείσιμό τους, αλλά δεν το είπε), ενώ το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι ότι «κάρφωσε» την κυβέρνηση για τον εορτασμό του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη, το καθοριστικό σημείο μετά το οποίο η πόλη «κοκκίνισε» στους δείκτες κρουσμάτων και θανάτων.
«Τότε κάποιοι λοιμωξιολόγοι μάς έλεγαν ότι θα έπρεπε να γίνει καραντίνα στη Θεσσαλονίκη πριν από τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου. Εμείς από σεβασμό στην παράδοση, στην ορθοδοξία και στην πίστη, δεν βάλαμε καραντίνα πριν από τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου» είπε στον ΣΚΑΪ ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, «αδειάζοντας» ουσιαστικά τον πρωθυπουργό που πριν από έναν μήνα δήλωσε στη συνέντευξή του στον Alpha ότι ουδέποτε υπήρξε εισήγηση για κλείσιμο της πόλης.
Έτσι, ενώ όλα τα κυβερνητικά στελέχη σκίζουν τα ιμάτιά τους ότι αυτή η κυβέρνηση πορεύεται πάντα με γνώμονα τις εισηγήσεις των ειδικών, οι πολίτες μαθαίνουν από την τηλεόραση ότι η γνώμη της επιτροπής των λοιμωξιολόγων για τη Θεσσαλονίκη δεν μέτρησε. Και αυτό ήρθε σε λιγότερες από τρεις ημέρες, μετά τη σαφή παράκαμψή της για το θέμα των σχολείων.
Ο τέως κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας ανακοίνωσε το Σάββατο ότι στις 11 Ιανουαρίου ανοίγουν όλες οι βαθμίδες εκπαίδευσης, ενώ η προγραμματισμένη τηλεδιάσκεψη των ειδικών ήταν να γίνει τη Δευτέρα, αποτέλεσμα της οποίας ήταν εισήγηση για άνοιγμα μόνο των δημοτικών και των νηπιαγωγείων, που έγινε δεκτή από τη Νίκη Κεραμέως. Και όλα αυτά ενώ η χώρα εξακολουθεί να βιώνει με σφοδρότητα το κύμα της πανδημίας, χωρίς να είναι σαφές πότε θα βγει από το lockdown, μιας και ακόμα και να ανακοινωθεί κάτι δεν είναι σίγουρο ότι θα ισχύσει τελικά.
Παιχνίδια με τη φωτιά
Με σαφή τρόπο είναι πλέον κατανοητό ότι η κυβέρνηση εισέρχεται σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο πριν καλά – καλά μπει το νέο έτος. Ήδη το παιχνίδι των εντυπώσεων με τον ανασχηματισμό χάθηκε, τα νέα πρόσωπα που μπήκαν στην κυβέρνηση αναζωπύρωσαν τη συζήτηση περί πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, ενώ στο μπρα-ντε-φερ με την Εκκλησία της Ελλάδος η κυβέρνηση υπέστη σαφή ήττα.
Την ίδια στιγμή οι αμήχανες ανακοινώσεις του Άδωνι Γεωργιάδη και του νέου κυβερνητικού εκπροσώπου Χρήστου Ταραντίλη δεν στάθηκε δυνατόν να κρύψουν το πραγματικό μέγεθος της ομολογίας του υπουργού Ανάπτυξης ότι η κυβέρνηση αγνόησε προειδοποίησεις των ειδικών αλλά και αυτοδιοικητικών και δεν επέβαλε lockdown στη Θεσσαλονίκη πριν από τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου, με τα τραγικά αποτελέσματα που είχε η απόφαση αυτή.
Η παραδοχή Γεωργιάδη θέτει ανοιχτά υπό αμφισβήτηση συνολικά τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης ότι η πολιτική της σχετικά με τη διαχείριση της πανδημίας καθορίζεται εν πολλοίς από τις εισηγήσεις της επιτροπής των ειδικών. Ενώ οι αμήχανες απόπειρες ανασκευής ότι ο Άδωνις Γεωργιάδης αναφερόταν σε κάποιους λοιμωξιολόγους δεν μπορούν να κρύψουν το ρήγμα που οι δηλώσεις δημιουργούν και δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η κυβέρνηση προσπάθησε να εξαφανίσει το θέμα από την επικαιρότητα όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Ήττα
Όσον αφορά στο αντάρτικο της Εκκλησίας σχετικά με το lockdown την ημέρα των Θεοφανίων η κυβέρνηση υπέστη πολιτική και στρατηγική ήττα καθώς κάποιος θα πρέπει να διαγράψει τις δηλώσεις του Στέλιου Πέτσα σχετικά με τη νέα αυστηρή καραντίνα μιας εβδομάδας. Ανακοινώσεις στις οποίες ο τέως κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωνε ξεκάθαρα πως «οι εκκλησίες θα παραμείνουν κλειστές για τους πιστούς και δεν θα γίνει την ημέρα των Θεοφανίων αγιασμός των υδάτων σε ανοιχτούς χώρους. Η λειτουργία των Θεοφανίων θα πραγματοποιηθεί εσωτερικά από τους ιερείς αλλά χωρίς πιστούς».
Αντ’ αυτού η Εκκλησία επέβαλε λειτουργία των ναών όπως τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά με μοναδική παραχώρηση να μην τελεστεί ο αγιασμός των υδάτων. Και όλα αυτά παρά τις αντιδράσεις της κυβέρνησης.
«Η ανάγκη να μην διακυβευθεί η σταθερή πορεία για την καταπολέμηση του ιού, εν όψει ιδίως και της επαναλειτουργίας των σχολείων, επέβαλε για την τρέχουσα εβδομάδα την επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς περιορισμών στην αγορά και την κοινωνία, μεταξύ των οποίων και η πρόβλεψη να γίνει η λειτουργία των Θεοφανίων χωρίς την παρουσία πιστών», ανέφερε αρχικά το Μέγαρο Μαξίμου, τονίζοντας πως σε όλα τα στάδια της πανδημίας βρισκόταν σε διαρκή διαβούλευση με την Εκκλησία για τα θέματα των λειτουργιών, με σεβασμό στη δημόσια υγεία αλλά και την πίστη των ανθρώπων.
«Ο νόμος δεν μπορεί να εφαρμόζεται κατά το δοκούν ώστε να τον αγνοεί όποιος διαφωνεί. Ευελπιστούμε ότι η Εκκλησία θα αντιληφθεί την κρισιμότητα των στιγμών για την κοινωνία, όπως έως σήμερα με υπευθυνότητα έπραξε» δήλωσε, μεταξύ άλλων, το Μαξίμου. Έχοντας, ωστόσο, ήδη βρεθεί σε αμήχανη θέση μπροστά στην απόφαση της Ιεράς Συνόδου, που διεμήνυσε στην κυβέρνηση πως «δεν συναινεί στα νέα κυβερνητικά μέτρα ως προς τη λειτουργία των ιερών ναών» και «εμμένει σε όσα συμφωνήθηκαν αρχικώς με την πολιτεία».
Όπως έγινε γνωστό μάλιστα στο ενδιάμεσο της ορκωμοσίας των νέων μελών της κυβέρνησης ο πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Μεγάρου Μαξίμου ο πρωθυπουργός εξέφρασε στον αρχιεπίσκοπο τον προβληματισμό του για την απόφαση της Ιεράς Συνόδου.
Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, ο πρωθυπουργός κάλεσε την Εκκλησία να αναλάβει τις δικές της ευθύνες και να συνδράμει στη μεγάλη προσπάθεια να περιοριστούν οι επιπτώσεις της πανδημίας, ώστε να επιστρέψουν τα παιδιά μας, το συντομότερο δυνατόν, στα σχολεία. Μάλιστα τόνισε την ανάγκη αυστηρής τήρησης των μέτρων και των υγειονομικών κανόνων από όλους και επισήμανε ότι η Εκκλησία οφείλει, όπως έκανε μέχρι σήμερα, να δίνει το θετικό παράδειγμα και να είναι αρωγός στον κοινό αγώνα.
Νέα κατάσταση, παλιά καθήκοντα
Αυτή λοιπόν την κατάσταση τη διαχειρίζεται το ίδιο κυβερνητικό σχήμα, μιας και ο δεύτερος ανασχηματισμός που έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ήταν ούτε σαρωτικός ούτε δομικός. Τάκης Θεοδωρικάκος και Γιάννης Βρούτσης είναι τα πρόσωπα που κρίθηκαν ότι δεν τα κατάφεραν, τα βασικά υπουργεία παραμένουν στα ίδια χέρια, παρά τις γκάφες, τις παραλείψεις ή και την έλλειψη ανοιχτής γραμμής με το Μαξίμου για κρίσιμα θέματα, ενώ παράλληλα είναι σαφής μια στροφή προς τα δεξιά, ενδεχομένως και με το βλέμμα στις επόμενες εκλογές.
Αν και η βασική είδηση μεταξύ των όποιων αλλαγών στο κυβερνητικό σχήμα ήταν η απομάκρυνση του Τάκη Θεοδωρικάκου, εκ των στενότερων συνεργατών του πρωθυπουργού πριν ακόμα αυτός αναλάβει την ηγεσία της Ν.Δ., από το υπουργείο Εσωτερικών, το οποίο αναλαμβάνει ο Μάκης Βορίδης, η πιο σημαντική αλλαγή στο κυβερνητικό σχήμα ήταν η τοποθέτηση του Κωστή Χατζηδάκη στο υπουργείο Εργασίας, από το οποίο έφυγε, για να αναλάβει καθήκοντα κοινοβουλευτικού εκπροσώπου, ο Γιάννης Βρούτσης.
Δεδομένου ότι η κυβέρνηση επιδιώκει μέσα στο επόμενο διάστημα να φέρει προς ψήφιση νομοσχέδιο για τα εργασιακά και τα συνδικαλιστικά (το οποίο θα περιλαμβάνει το δεκάωρο, την αύξηση των υπερωριών και παρεμβάσεις στις ρυθμίσεις περί απεργίας) αλλά και η εκπεφρασμένη πρόθεση για ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης κάνουν την τοποθέτηση Χατζηδάκη, ενός πολιτικού με σαφές νεοφιλελεύθερο στίγμα, στη θέση αυτή ιδιαίτερα σημαντική, καθώς είναι δεδομένο ότι τα ζητήματα αυτά θα προκαλέσουν εντάσεις και τριβές τόσο με την αντιπολίτευση όσο και με την κοινωνία.
Στον κυβερνητικό κορμό, παρ’ όλο που διευρύνθηκε, άλλες ουσιώδεις αλλαγές δεν καταγράφονται, πέρα από το ότι στο ρόστερ μπήκαν αρκετοί «γαλάζιοι» βουλευτές σε θέσεις υφυπουργών σε αντίθεση με τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης Μητσοτάκη που είχε έντονο άρωμα… εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ.
Και αυτό γιατί στα κομβικά παραγωγικά υπουργεία, όπως το υπουργείο Οικονομικών και το υπουργείο Ανάπτυξης, ο πρωθυπουργός επέλεξε να μην κάνει καμία αλλαγή. Με τους ίδιους πολιτικούς προϊσταμένους συνεχίζουν και τα… «ευαίσθητα», λόγω της κρισιμότητας των ευθυνών τους, υπουργεία όπως Εξωτερικών, Άμυνας, Προστασίας του Πολίτη, Δικαιοσύνης αλλά και Παιδείας. Καταγράφεται επίσης ότι δεν σημειώθηκε καμία αλλαγή στο κομβικότερο, λόγω της πανδημίας, υπουργείο Υγείας.