–
Πριν από μερικές μέρες ψηφίστηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση. Λίγες μόνο ώρες πριν από την ψήφισή του η κυβέρνηση έφερε υπουργική τροπολογία, με την οποία ρυθμίζει ένα θέμα που είναι στις ελληνικές καλένδες όλων των τελευταίων κυβερνήσεων εδώ και χρόνια. Συγκεκριμένα, κάνοντας ένα βήμα παραπέρα στην αναγνώριση των κολεγίων, επιτρέπει στους αποφοίτους τους, καταρχάς στις ειδικότητες των αρχιτεκτόνων μηχανικών και των οικονομολόγων και φοροτεχνικών λογιστών, να εγγράφονται στις αντίστοιχες επαγγελματικές ενώσεις, ΤΕΕ και Οικονομικό Επιμελητήριο
–
Ένας ακόμα δικομματικός καβγάς ταύτισης…
Στο έδαφος αυτής της αρνητικής εξέλιξης, παρακολουθούμε εδώ και λίγες μέρες να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας άλλο ένα θέατρο του παραλόγου. Η κυβέρνηση της ΝΔ, αντιγράφοντας την προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και την αντίστοιχη τακτική του τότε υπουργού Παιδείας, Γαβρόγλου, εμφανίζεται λίγο έως πολύ ως απατημένη σύζυγος, που «αναγκάστηκε» από την ΕΕ να φέρει τη συγκεκριμένη τροπολογία, λόγω των δεσμεύσεων προς τις κοινοτικές Οδηγίες.
Να θυμίσουμε εδώ ότι το ίδιο ακριβώς είχε επικαλεστεί και ο κ. Γαβρόγλου, όταν επί θητείας του, το 2017, προχώρησε με σχετική τροπολογία τελευταίας στιγμής(!) την απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών για την αναγνώριση των πτυχίων των κολεγίων. Τότε μάλιστα δόθηκε η δυνατότητα σε αποφοίτους κολεγίων με αναγνωρισμένη επαγγελματική ισοτιμία να μπορούν να συμμετέχουν στις εξετάσεις του ΑΣΕΠ για εισαγωγή στο Δημόσιο.
Οι συμπτώσεις έτσι, που δεν είναι καθόλου συμπτώσεις, παρά συμφωνία των δύο κομμάτων στους άξονες της αστικής στρατηγικής στην Εκπαίδευση, είναι εύγλωττες και αποστομωτικές. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ, διά στόματος κ. Φίλη, εμφανίζεται σήμερα να βγαίνει στα κεραμίδια, φωνάζοντας υποκριτικά που η συγκεκριμένη εξέλιξη κατατέθηκε με τροπολογία, (ξεχνώντας τα δικά του έργα, όπως προαναφέρθηκε) και που αναγνωρίζονται τα κολέγια και «κουρελιάζεται το Σύνταγμα». Να θυμίσουμε βέβαια στον κ. Φίλη και στην κυβέρνησή του ότι επί δικής του θητείας ξεκίνησε εκ νέου η λειτουργία του ΣΑΕΠ (Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων) που αντικατέστησε το ΔΙΚΑΤΣΑ, με σκοπό να αναγνωρίζει σε απόφοιτους κολεγίων του εξωτερικού επαγγελματικά προσόντα, ακόμα και εάν δεν αντιστοιχίζονται ακαδημαϊκά οι τίτλοι σπουδών με αντίστοιχους των ελληνικών Πανεπιστημίων.
Επιτέλους, κουραστήκαμε να βλέπουμε σε όλα τα επίπεδα έναν δικομματικό καβγά που πάει να κρύψει την απόλυτη (ειδικά στο συγκεκριμένο) ταύτισή τους, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, στο βάθεμα και προχώρημα της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής. Να θυμίσουμε επίσης ότι το επιχείρημα του «εξαναγκασμού» της συμμόρφωσης με τη σχετική κοινοτική Οδηγία είναι πάλι Αίολο, αφού και τα δύο αστικά κόμματα καταψήφισαν την πρόταση του ΚΚΕ το 2018 για την αναθεώρηση του Συντάγματος και την κατάργηση της υποχρεωτικής ενσωμάτωσης του Διεθνούς Δικαίου στο εσωτερικό ελληνικό Δίκαιο.
Το χρονικό της αναγνώρισης των κολεγίων
Το χρονικό της αναγνώρισης των κολεγίων είναι σύνθετο και πάει αρκετά πίσω. Στην ουσία, η πρώτη σφραγίδα τίθεται το 2005, με την περίφημη κοινοτική Οδηγία 36/2005, περί αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, που ενσωματώθηκε στην εθνική νομοθεσία με το ΠΔ 38/2010 για τα αποκαλούμενα «νομοθετικά ρυθμιζόμενα επαγγέλματα», όπως είναι οι αρχιτέκτονες και οι λογιστές.
Έκτοτε, μεσολάβησαν πολλές νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες ενέτασσαν πλευρές της αναγνώρισης των κολεγίων στην εθνική νομοθεσία, σφραγίζοντας και νομοθετικά αυτό που στην πράξη και στα δεδομένα της αγοράς λυνόταν ήδη. Δηλαδή τη διαμόρφωση μιας μεγάλης γκάμας πτυχίων και αποφοίτων στο ίδιο επιστημονικό αντικείμενο, με διαβαθμισμένη πρόσβαση στο κάθε επάγγελμα και διαβαθμισμένα επαγγελματικά δικαιώματα.
Η διαβάθμιση και η πανσπερμία πτυχίων σε ένα αντικείμενο, με αναγνώριση πλέον όχι πτυχίου, αλλά πληθώρας πιστοποιητικών και επαγγελματικών προσόντων, είναι βασικό ζητούμενο της αστικής στρατηγικής στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται ένα πλήθος διαφοροποιημένων ως προς τα προσόντα εργαζομένων, με ατομικές διαδρομές σπουδών και εργασιακής εμπειρίας ο καθένας, από τους οποίους ο εργοδότης μπορεί να επιλέγει αυτόν που κάθε φορά χρειάζεται, εκμεταλλευόμενος τον κατακερματισμό και την ανυπαρξία, τελικά, εργασιακών και επαγγελματικών δικαιωμάτων. Επομένως, πίσω από τον υποκριτικό τίτλο της επαγγελματικής «ισοτιμίας» κολεγίων και ΑΕΙ δεν βρίσκεται καν μια ισοτιμία, αλλά μια περαιτέρω διαβάθμιση και κάθετη κατηγοριοποίηση, η οποία έχει πλέον εισχωρήσει ντε φάκτο και στις ίδιες τις σπουδές των ΑΕΙ.
Παραπέρα βήμα στην πολυκατηγοριοποίηση των πτυχίων
Η ίδια η αστική στρατηγική είναι βέβαια προσεκτική στους όρους που χρησιμοποιεί για να περιγράψει την ουσία. Έτσι, οι κοινοτικές Οδηγίες δεν μιλούν για «εξίσωση» πτυχίων και επαγγελματικών προσόντων, αλλά για αναγνώριση, αντιστοίχιση, ισοδυναμία. Δεν θέλουν έναν τύπο πτυχίου αλλά πολλούς και διαβαθμισμένους τύπους, από το 5ετές πτυχίο του μηχανικού, για παράδειγμα, μέχρι 3ετή, 2ετή, ακόμα και μονοετή πιστοποιητικά στο ίδιο αντικείμενο. Άλλωστε, τα 2ετή και 3ετή προγράμματα είναι ήδη μια πραγματικότητα εντός των Ανώτατων Ιδρυμάτων, έχουν θεσμοθετηθεί χρόνια τώρα και προχωρούν με σφοδρότητα ειδικά το τελευταίο διάστημα.
Μάλιστα, με ιδιαίτερη προσοχή και επιμέλεια, έχουν φροντίσει να διαχωρίσουν την επαγγελματική από την ακαδημαϊκή αναγνώριση πτυχίων, διαμορφώνοντας ήδη διαφορετικές δομές (πρώην ΣΑΕΠ, νυν ΑΤΕΕΝ και ΔΙΚΑΤΣΑ) για την κάθε αντίστοιχη περίπτωση. Αυτό στην πράξη έγινε προκειμένου να ξεπεραστούν εμπόδια που έμπαιναν στην ελεύθερη διακίνηση των εργαζομένων από χώρα σε χώρα (βασική αρχή της δομής του καπιταλιστικού συστήματος) και που αφορούσαν τις δυσκολίες ακαδημαϊκής αντιστοίχισης τίτλων σπουδών. Έτσι, με αυτό το «τέχνασμα» του διαχωρισμού ακαδημαϊκών και επαγγελματικών προσόντων, ξεπερνιέται αυτός ο σκόπελος, ενώ ταυτόχρονα επιβάλλεται μια νέα ολέθρια εξέλιξη στην αποσύνδεση του πτυχίου από το επάγγελμα.
Αν δούμε τις παραπάνω εξελίξεις και στη χώρα μας υπ’ αυτό το πρίσμα, τότε καμιά έκπληξη δεν αποτελούν και τα τελευταία νομοθετικά μέτρα, απόλυτα συνυφασμένα με τους προαναφερόμενους στρατηγικούς στόχους. Οι πρόσφατες δήθεν «ανωτατοποιήσεις» των ΤΕΙ, με αποτέλεσμα τη συγκρότηση, π.χ. Σχολών Μηχανικών, 5ετών πλέον σπουδών, που θεραπεύουν τα ίδια επιστημονικά αντικείμενα, ωστόσο διαφοροποιούνται ως προς τα επαγγελματικά δικαιώματα και την αναγνώριση από τα Πολυτεχνεία, είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα. Πρόσφατα δε, με Προεδρικό Διάταγμα, αναγνωρίστηκαν τα 5ετή πτυχία των Σχολών Μηχανικών των πρώην ΤΕΙ ως «integrated master», ενώ τα Πολυτεχνεία είχαν φροντίσει αρκετό καιρό πριν να βαφτίσουν έτσι τους τίτλους τους, με το επιχείρημα μάλιστα τότε (που στηρίχθηκε με ενθουσιασμό και από τις δυνάμεις του οπορτουνισμού) ότι έτσι -με βαφτίσια- θωρακίζεται δήθεν το πτυχίο.
Τα πρώην ΤΕΙ (Σχολή Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής) έγιναν «Πανεπιστήμια», έγιναν 5ετή, έγιναν ακόμα και integrated master, αναγνωρίστηκαν δηλαδή ακαδημαϊκά, αλλά η επαγγελματική τους αναγνώριση δεν προχώρησε ποτέ, δεν απόκτησαν επαγγελματικά δικαιώματα, δεν εγγράφονται οι απόφοιτοί τους στις αντίστοιχες επαγγελματικές ενώσεις. Μα γιατί άραγε; Γιατί απλούστατα στην πράξη δεν πρόκειται να εξισωθούν, καθώς αυτή η διαβάθμιση των επαγγελματικών προσόντων και δικαιωμάτων εξυπηρετεί την πίεση όλων των επαγγελματικών δικαιωμάτων προς τα κάτω, δίνοντας ένα ισχυρό όπλο στα χέρια των εργοδοτών να συμπιέζουν μισθούς, ωράρια, δικαιώματα.
Νόμος τους η ελεύθερη κίνηση εργατικού δυναμικού
Σε αυτήν την εξέλιξη έρχεται σήμερα να προστεθεί και η επίμαχη τροπολογία για τα κολέγια. Άλλωστε, σε αυτό που περιγράφεται ως «απελευθέρωση των επαγγελμάτων», δηλαδή στην άρση όποιων παρωχημένων -για τον καπιταλισμό- εμποδίων μπαίνουν στην ελεύθερη διακίνηση του εργατικού δυναμικού, τίποτα σήμερα, κανένα κεκτημένο, (συμπαρασύροντας και τα παλιά κεκτημένα διαφόρων ειδικοτήτων), δεν μπορεί πλέον να παρεμβάλλεται.
Τα κολέγια έχουν αναγνωριστεί χρόνια τώρα ντε φάκτο. Αρκεί μια αίτηση στο πρώην Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων και ενδεχόμενες κάποιες εξετάσεις για να τους αναγνωριστούν περιορισμένα επαγγελματικά δικαιώματα, αντίστοιχα του χρόνου και του τίτλου σπουδών. Εδώ, ωστόσο, υπήρχε για χρόνια μια καθυστέρηση στη ροή της αναγνώρισής τους. Ενώ τους αναγνωρίζονταν θεσμικά τα επαγγελματικά προσόντα, στην πράξη οι απόφοιτοι κολεγίων σε αντικείμενα μηχανικών δεν εγγράφονταν στο ΤΕΕ, με αποτέλεσμα να μην μπορούν τελικά να έχουν πρόσβαση σε αναγνωρισμένα επαγγελματικά προσόντα και σε πλευρές του αντίστοιχου επαγγέλματος.
Οι ηγεσίες στο Τεχνικό και στο Οικονομικό Επιμελητήριο, που σήμερα καταδικάζουν την ψήφιση της συγκεκριμένης τροπολογίας, έχουν βάλει ωστόσο τη σφραγίδα τους στις εξελίξεις, με τον αναβαθμισμένο μάλιστα ρόλο τους ως συμβούλων του κράτους και με τη διακαή τους επιθυμία να γίνουν οι φορείς της πιστοποίησης προσόντων. Άλλωστε, είναι κατατεθειμένη η πρόταση του ΤΕΕ να εγγράφονται οι μη διπλωματούχοι (απόφοιτοι Σχολών μηχανικών πρώην ΤΕΙ, απόφοιτοι κολεγίων, 3ετών σπουδών κλπ.) σε ξεχωριστές λίστες και μητρώα, με στόχο το ΤΕΕ να παίξει πιο ρυθμιστικό και επιτελικό ρόλο στο μοίρασμα της «πίτας» της τεχνικής και κατασκευαστικής δραστηριότητας. Μάλιστα το ΤΕΕ έχει προτείνει τη διαβάθμιση των επαγγελματικών προσόντων και στους ίδιους τους αποφοίτους των Πολυτεχνείων, διακρίνοντας επίπεδα τεχνικής ευθύνης και επαγγελματικής προϋπηρεσίας, που διαβαθμίζουν αντίστοιχα την πρόσβαση στο επάγγελμα.
Τα κολέγια είναι κρίκος μιας ενιαίας αλυσίδας
Η αναγνώριση των κολεγίων, σε όλα της τα στάδια, πάει χέρι χέρι με την παγίωση των πιστωτικών μονάδων και την πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών με τους όρους της αγοράς, με τη διεύρυνση της Διά Βίου Μάθησης – περιπλάνησης, με τις ατομικές διαδρομές στις σπουδές. Αποτελεί πλευρά των βασικών κατευθύνσεων της ευρωενωσιακής στρατηγικής που επιδιώκει να εξασφαλίσει, να διευκολύνει και να επιταχύνει την κινητικότητα και του υψηλά ειδικευμένου εργατικού δυναμικού, ιδιαίτερα μάλιστα σε συνθήκες μιας νέας σφοδρότερης οικονομικής κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε σήμερα.
Έτσι εξηγείται και η πίεση να φέρει η κυβέρνηση της ΝΔ, εν μέσω πανδημίας και με τα Πανεπιστήμια να μη λειτουργούν κυριολεκτικά επί ένα χρόνο, τη συγκεκριμένη τροπολογία, δίνοντας μάλιστα προτεραιότητα σε σχέση με άλλους σχεδιασμούς που θα ακολουθήσουν.
Έχουμε πείρα από τη στάση των άλλων δυνάμεων
Το σκηνικό το έχουμε ωστόσο ξαναδεί, είναι χιλιοπαιγμένο. Οι δυνάμεις της ΝΔ θα υπερθεματίσουν στα Πανεπιστήμια για τις κινητοποιήσεις του ΤΕΕ, όπου πάλι πλειοψηφία είναι… οι δυνάμεις της ΝΔ, ενάντια δήθεν σε ένα νόμο της κυβέρνησης της ΝΔ. Και όλα αυτά για να κρύψουν στην πράξη ότι το κόμμα τους, οι παρατάξεις τους συμφωνούν με τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια, την πληθώρα πτυχίων και πιστοποιητικών, την πλήρη αποσύνδεση πτυχίου – επαγγέλματος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, θα το παίξει «αθώα περιστερά» (ήδη οι πρώτες δηλώσεις των πρώην υπουργών Παιδείας, ως διά μαγείας, ξεχνούν όλες τις πράξεις που προηγήθηκαν της σημερινής κυβέρνησης), θα στοιχηθεί και θα χειροκροτήσει τις επαγγελματικές ενώσεις, χωρίς κουβέντα για την ταμπακιέρα, με πλήρη συμφωνία στην πεμπτουσία της αστικής στρατηγικής.
Οι διάφορες δυνάμεις του οπορτουνισμού ήδη εναποθέτουν κι αυτές τις ελπίδες τους στους «αγώνες» του ΤΕΕ, κρατώντας βέβαια άλλη στάση (όπως κάνουν και όλες οι άλλες δυνάμεις πλην των κομμουνιστών και των συσπειρώσεών τους) στις Σχολές Μηχανικών των πρώην ΤΕΙ, στα Πολυτεχνεία, απέναντι ακόμα στα αιτήματα των αποφοίτων των κολεγίων.
Κανένας αιφνιδιασμός…
Λέμε όχι στην πολυκατηγοριοποίηση των πτυχίων
Σε όλη την πορεία της αναγνώρισης των κολεγίων, αντίθετα, οι κομμουνιστές, το Μέτωπο Αγώνα Σπουδαστών, οι δυνάμεις μας στο ΤΕΕ, κρατήσαμε, με συνέπεια σταθερή, ενιαία και αταλάντευτη στάση, που πηγάζει από την ίδια την αντίληψή μας για το χαρακτήρα των σπουδών που έχουμε ανάγκη σήμερα. Με βάση αυτήν τη στάση το τρίπτυχο ένα πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου ανά επιστημονικό αντικείμενο – το πτυχίο μοναδική προϋπόθεση για την πρόσβαση στο επάγγελμα – καμιά κατηγοριοποίηση πτυχίων και αποφοίτων είναι η πραγματική απάντηση και στη συγκεκριμένη εξέλιξη, αλλά και στον τρόπο που όλα αυτά τα χρόνια μεθοδεύεται η καταστρατήγηση κάθε έννοιας εργασιακού και επαγγελματικού δικαιώματος. Με βάση τα παραπάνω, πάγια θέση μας είναι να καταργηθούν για όλους οι εξετάσεις για την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, που αποτελεί ένα επιπλέον σκαλοπάτι αποσύνδεσης του πτυχίου από το επάγγελμα.
Η μάχη που πρέπει να δώσουν οι φοιτητές για να αποσυρθεί η συγκεκριμένη τροπολογία πρέπει να συμβάλει ώστε στην πράξη να διαλύονται οι όποιες πλαστές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στους ίδιους τους φοιτητές, στους εργαζόμενους, που όλοι βράζουν στο ίδιο καζάνι της εργασιακής περιπλάνησης, της συνεχούς ανασφάλειας, της ανεργίας.
Οι κομμουνιστές μέσα στα ΑΕΙ θα δώσουμε ξανά τη μάχη για να μην περάσει η περαιτέρω κατηγοριοποίηση των πτυχίων, για πτυχία πανεπιστημιακού επιπέδου – μοναδική προϋπόθεση για την πρόσβαση σε κάθε επάγγελμα. Παλεύουμε για ουσιαστική αναβάθμιση των σπουδών στα Πανεπιστήμια, στα πρώην ΤΕΙ, ούτως ώστε αυτές να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτήσεις της επιστήμης και της κοινωνίας, προς όφελος των εργαζομένων. Οποιαδήποτε προσπάθεια για ντε φάκτο αναγνώριση της ιδιωτικής Εκπαίδευσης θα μας βρει απέναντι, με μοχλό την ανάγκη για αποκλειστικά δημόσια δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση.
Έχουμε επίγνωση ότι τα ζητήματα των επαγγελματικών δικαιωμάτων, που συχνά και δικαίως απασχολούν τους φοιτητές, μιας και είναι συνδεδεμένα με την εργασιακή τους προοπτική σήμερα, αποτελούν ταυτόχρονα πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθούν λογικές στο φοιτητικό κίνημα που στόχο έχουν να το καταστήσουν ουρά των επιλογών των αστικών κομμάτων, να συσκοτίσουν για άλλη μια φορά την πραγματική αιτία των προβλημάτων και κυρίως την κατεύθυνση επίλυσής τους. Να κρύψουν δηλαδή ότι πηγή της ανεργίας, της ετεροαπασχόλησης του κάθε εργαζόμενου δεν είναι ένας άλλος εργαζόμενος, αναδεικνύοντας και με αυτόν τον τρόπο ότι τελικά η ρίζα του προβλήματος είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα και οι εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής.
* Η Κέλλυ Παπαϊωάννου είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της ΚΕ του ΚΚΕ