«Τελειωτικό χτύπημα ο Πτωχευτικός – Άνθρακες η “δεύτερη ευκαιρία” που διατυμπανίζει η κυβέρνηση» γράφει ο Γιώργος Καλούμενος
Μόνο «δεύτερη ευκαιρία», όπως διατυμπανίζουν εδώ και καιρό κυβερνητικοί και άλλοι κύκλοι, δεν αποτελεί για τους πολίτες ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας που έφερε πρόσφατα προς ψήφιση στη Βουλή η κυβέρνηση.
Αντίθετα, αν τον μελετήσει κάποιος προσεκτικά, θα διαπιστώσει ότι μάλλον θα αποτελέσει το τελειωτικό χτύπημα σε όσους οφειλέτες επιλέξουν τελικά να ενταχθούν στις διατάξεις του.
Στην πραγματικότητα όχι μόνο τους αφήνει κυριολεκτικά στον δρόμο, ακάλυπτους, χωρίς κανένα περιουσιακό στοιχείο (ούτε καν την πρώτη κατοικία), αλλά δεσμεύει και το σύνολο των καταθέσεών τους αφήνοντας ως «ασφάλεια» το «γενναιόδωρο» ποσό των… 1.250 ευρώ. Τώρα πώς κάποιος θα έχει δεύτερη ευκαιρία στη ζωή του με αφετηρία τα 1.250 ευρώ και μηδενική περιουσία μόνο οι εισηγητές του συγκεκριμένου νόμου μπορούν να το εξηγήσουν.
Όμως ακόμα και η (δήθεν) πρόβλεψη για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά αποδεικνύεται κενή περιεχομένου καθώς τελικά, για να κρατήσουν το σπίτι τους, θα πρέπει να πληρώνουν δόση – ως «ενοίκιο» στον ειδικό φορέα που θα δημιουργηθεί για τον σκοπό αυτόν – ένα ποσό που θα καλύπτει από το 50% έως και το 100% του πενιχρού εισοδήματός τους.
Δώδεκα χρόνια… σκλάβοι
Για να δοθεί ένα παράδειγμα, βάσει των προϋποθέσεων που έχουν τεθεί, ένας άγαμος οφειλέτης με εισόδημα 7.000 ευρώ ετησίως, δηλαδή 580 ευρώ μηνιαίως, για τη χρήση της κατοικίας του αξίας π.χ. 100.000 ευρώ θα κληθεί να καταβάλλει μίσθωμα 580 ευρώ. Αντίστοιχα, αν η κατοικία του είναι αξίας 50.000 ευρώ, το μίσθωμα θα πέσει στα 280 ευρώ.
Δηλαδή, ακόμα και αν θέλει κάποιος να κάνει χρήση της δυνατότητας που του παρέχει ο νόμος, στην πράξη αυτό είναι αδύνατον, διότι θα πρέπει να πληρώνει στην καλύτερη των περιπτώσεων τα 280 ευρώ από τα 580 ευρώ του μισθού του μόνο για το σπίτι και να καλύψει όλα τα υπόλοιπα έξοδά του με 300 ευρώ τον μήνα.
Και δεν αρκεί αυτό. Αφού θα έχει καταβάλει επί 12 χρόνια αυτό το «ενοίκιο», μετά θα κληθεί, αν επιθυμεί να κρατήσει το σπίτι του, να πληρώσει ξανά τη (μελλοντική) εμπορική αξία του ακινήτου. Έτσι τα χρήματα που θα έχει πληρώσει για 12 συναπτά έτη ως ενοίκιο θα πεταχτούν κυριολεκτικά στα σκουπίδια.
Για να γίνει πιο κατανοητή η κατάφωρη αδικία, που θα συντελείται στην περίπτωση αυτή εις βάρος του ευάλωτου οφειλέτη, είναι ότι, καταβάλλοντας π.χ. το χρηματικό ποσό των 580 ευρώ μηνιαίως για 12 έτη, το συνολικό καταβληθέν ποσό θα ανερχόταν σε 83.520 ευρώ, δηλαδή ποσό που δεν υπολείπεται σημαντικά των 100.000 ευρώ.
Αυτό το ποσό «εξανεμίζεται» διότι ο ευάλωτος οφειλέτης στη λήξη της δωδεκαετίας θα κληθεί να επαναγοράσει την οικία του καταβάλλοντας την εμπορική αξία του ακινήτου του. Επίσης «στον βρόντο» πάνε και τα χρηματικά ποσά που κατέβαλε ο οφειλέτης για την αποπληρωμή του χρέους του μέχρι την αίτηση για πτώχευση.
Κόντρα και σε Οδηγία
Αυτό που προβληματίζει νομικούς κύκλους είναι πως, παρότι σε άρθρο σχετικής ευρωπαϊκής Οδηγίας υπήρχε κατευθυντήρια γραμμή, βάσει της οποίας δινόταν η δυνατότητα να προστατευτεί η κατοικία του οφειλέτη με την προϋπόθεση το διάστημα απαλλαγής του οφειλέτη από τα χρέη του μετά την κήρυξη της πτώχευσης να είναι διευρυμένο χρονικά, μια τέτοια επιλογή δεν προκρίθηκε.
Το γεγονός αυτό δημιουργεί εύλογα ερωτήματα για τη σκοπιμότητα αυτής της επιλογής, με δεδομένο ότι οι μαζικές πτωχεύσεις οφειλετών θα επιφέρουν την εκποίηση των κατοικιών τους και την έξωσή τους με σοβαρό κίνδυνο διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής.
Ιδιαίτερο προβληματισμό δημιουργούν οι διατάξεις που προβλέπουν τη δυνατότητα των ευάλωτων ομάδων να μεταβιβάσουν στον υπό δημιουργία φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης την κατοικία τους και να παραμείνουν στη χρήση αυτής. Καταρχάς τα επιλεγόμενα κριτήρια περιορίζουν την εφαρμογή των διατάξεων σε έναν πολύ μικρό αριθμό οφειλετών. Το κυριότερο όμως είναι ότι η δομή των προϋποθέσεων καθιστά την εν λόγω δυνατότητα ανεφάρμοστη στην πράξη.
Πτώχευση και των εγγυητών
Σε χειρότερη ακόμα θέση θα βρεθούν και οι πιθανοί εγγυητές για να μπορέσει κάποιος να ενταχθεί στον πτωχευτικό. Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις, με την κήρυξη της πτώχευσης του οφειλέτη ο πιστωτής μπορεί να απαιτήσει από τον εγγυητή την ικανοποίηση της απαίτησής του κατά την πραγματική λήξη της.
Έτσι ο εγγυητής συνεχίζει να ευθύνεται ανεξάρτητα από την τυχόν απαλλαγή του οφειλέτη. Εάν δε συντρέχουν και για τον εγγυητή οι προϋποθέσεις της πτωχευτικής διαδικασίας, τότε οδηγείται και ο ίδιος σε πτώχευση.
Στα θετικά σημεία του νομοσχεδίου θα βρούμε την απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του μετά την πάροδο τριών ετών από την κήρυξη της πτώχευσης ή τη συντομότερη προθεσμία του ενός έτους, όταν εκποιείται η πρώτη κατοικία, η αξία της οποίας υπερβαίνει το 10% των συνολικών του υποχρεώσεων και δεν υπολείπεται των 100.000 ευρώ.
Θετική και η δυνατότητα εξωδικαστικής ρύθμισης χρηματικών οφειλών προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και φορείς κοινωνικής ασφάλισης, βάσει των οποίων κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα δύναται να υποβάλει αίτηση προς ρύθμιση των οφειλών του μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
Εδώ όμως πρέπει να τονιστεί ότι επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των χρηματοδοτικών φορέων να αρνηθούν την αίτηση ρύθμισης. Παραδείγματα από το παρελθόν έχουν δείξει ότι, σε όσα νομοθετήματα δεν θεσμοθετήθηκε η υποχρεωτικότητα των χρηματοδοτικών φορέων να προβούν σε ρύθμιση των οφειλών, οποιαδήποτε νομοθετική απόπειρα λύσης του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους ναυάγησε.
Στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, λόγου χάρη, είχαν λάβει χώρα πανηγυρικές εξαγγελίες περί προστασίας 400.000 οφειλετών, οι οποίες διαψεύστηκαν παταγωδώς, αφού στις ρυθμίσεις του εντάχθηκαν 7.000 οφειλέτες και η διαδικασία ολοκληρώθηκε για περίπου 2.500.