“Δεν μπορώ να βγάλω το γκρίζο…” γράφει η Ειρήνη Δασκιωτάκη
Πέθανε ηλικιωμένη από κορωνοϊό στη Βέροια, 87 ετών.
Η άτυχη γυναίκα νοσηλεύονταν στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ από τις 30 Αυγούστου…
Ειρήνη Δασκιωτάκη
Πόσο μα πόσο εξοργιστικό και λυπηρό είναι, βλέποντας αναρτήσεις στο διαδίκτυο σχετικές με το παραπάνω γεγονός, να βλέπεις στους σχολιασμούς ,emojis, που χάσκουν γελώντας. Αξιοπερίεργο είναι ότι σχεδόν όλες οι περιπτώσεις που εκφράζουν την παραπάνω … «εικονική» άποψη, είναι νέοι άνθρωποι … Έτσι είναι τα νιάτα…Απέχουν πολύ από το γήρας…
Όταν βλέπω, όμως, τέτοιους σχολιασμούς, είμαι σίγουρη για το τι θα περιέχουν: «87 χρονών!! Χαχαχα! Σιγά μην πέθανε από κορωνοϊό! Ό,τι θέλουν λένε! Είχε υποκείμενα νοσήματα και τώρα τα ονομάζουν κορωνοϊό.»…
Εξοργιστικό είναι που δε θέλουν να αναγνωρίσουν αυτό που οι επιστήμονες διαρκώς επισημαίνουν, ότι σε έναν ηλικιωμένο που προσβάλλεται από κορωνοϊό, μειώνονται οι αντιστάσεις σε όλα του τα οργανικά συστήματα με αποτέλεσμα να αποβιώσει πριν της ώρας του και πολλές φορές, αν τύχει και διασωληνωθεί, με φριχτούς πόνους.
Είναι τουλάχιστον ύβρις αυτή η αντιμετώπιση απέναντι σε έναν συνάνθρωπό μας, που περπάτησε στους ίδιους δρόμους με εμάς.
Ποιος ξέρει αυτή η γυναίκα που γεννήθηκε, το πιθανότερο το 1933, πόσο δύσκολη ζωή μπορεί να είχε και τι δύναμη βρήκε να ανταπεξέλθει σε όλα αυτά που πιθανόν βίωσε.
Ας μην ξεχνάμε ότι οι περισσότεροι συνομήλικοί της, έζησαν έναν παγκόσμιο πόλεμο, έναν εμφύλιο, φτώχεια, πείνα, και όλα αυτά στην πιο τρυφερή τους ηλικία. Κι έπειτα, με δύναμη και αισιοδοξία κάτω από αντίξοες συνθήκες κατάφεραν να ανταπεξέλθουν στην καθημερινότητά τους, μεγαλώνοντας παιδιά, σπουδάζοντάς τα, μεγαλώνοντας τα εγγόνια τους, πάντα με αυταπάρνηση.
Οφείλουμε σεβασμό σε αυτές τις γενιές και να σκεφτόμαστε περισσότερο πώς αντιμετωπίζουμε το θάνατό τους, ιδιαίτερα τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο που μπορεί να νοσήσουν ή να πεθάνουν ηλικιωμένοι συνάνθρωποί μας άδικα.
Θυμάμαι πάντα τα λόγια της μαμάς μου (84 χρονών σήμερα)
” Χρόνια δεν μπορούσα να κοιμηθώ, παιδί μου…
Έβλεπα σκοτωμένους και τρόμαζα…
Ήμουν πολύ καλή μαθήτρια!
Όμως δεν τέλειωσα το σχολείο.
Μεράκι το είχα!
Στον εμφύλιο πάλι, άλλο κακό μας βρήκε…
Φεύγαμε από το ένα χωριό στο άλλο…
Καίγονταν τα σπίτια μας…
Τον παππού σου τον πιάσανε
Από θαύμα γλίτωσε…”
Ν. Κανάκης, «Το νανούρισμα της γιαγιάς»
Τι να κάνω δεν κατέχω
να σου τραγουδήσω θέλω
και καλή φωνή δεν έχω
Τρέχω στο ποτάμι, τρέχω
τ’ αηδονάκι να σου φέρω
κι αν δεν το βρω κι αν μου φύγει
τρέχω για να παραγγείλω
στο τζιτζίκι και στο γρύλο
Τρέχω στο λιβάδι πέρα
στην αυλή μας να σου φέρω
το βοσκό με τη φλογέρα
Τι να κάνω δεν κατέχω
θέλω να σε νανουρίσω
και γλυκά να σε κοιμίσω
και καλή φωνή δεν έχω.
Καλή εβδομάδα
με υγεία
Ει. Δα.