To ζεστό πρωινό της 10ης Ιουνίου του 1944, μαζί με τον ήλιο ξεπρόβαλε και η ελπίδα στις καρδιές των Ελλήνων που περίμεναν να ελευθερωθούν από μέρα σε μέρα. Λίγο νωρίτερα, στις 6 Ιουνίου, οι σύμμαχοι είχαν αποβιβαστεί στη Νορμανδία. Οι κατοχικές δυνάμεις προσπαθούσαν πλέον να κρατηθούν με νύχια και με δόντια. Στη Βοιωτία, οι Γερμανοί επικεντρώθηκαν στους αντάρτες οι οποίοι δρούσαν στην περιοχή και ενισχύονταν από άλλες πόλεις και χωριά της Ελλάδας.
Μια φάλαγγα επτά αυτοκινήτων με Γερμανούς στρατιώτες, ξεκίνησε από τη Λιβαδειά με κατεύθυνση προς το Δίστομο, εκφοβίζοντας τους χωρικούς, οι οποίοι αποκάλυψαν ότι κάποιοι αντάρτες δρούσαν στο Στείρι. Αφού ενώθηκε με άλλη γερμανική ομάδα που είχε ξεκινήσει από την Άμφισσα, προχώρησαν προς το Στείρι .
Οι κάτοικοι του Διστόμου έλαβαν εντολή να μην απομακρυνθούν από το χωριό, μέχρι την επιστροφή των γερμανικών δυνάμεων. Ακούω μια γυναικεία φωνή να σκούζει, να οδύρεται, να θρηνολογεί. Ήταν η μάνα μου. Φτάνω τρέχοντας και τι να δω! Την αδερφή μου κομματιασμένη, βιασμένη, κατακρεουργημένη. Κατασκισμένα ρούχα και σάρκες είχαν γίνει ένα. Το αίμα έτρεχε από τα σκέλια της. Τα βυζιά της κατασφαγμένα, φέτες.
Στη θέση Καταβόθρα, τα αυτοκίνητα με τους Γερμανούς στρατιώτες δέχθηκαν επίθεση από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Μετά από μια σφοδρή μάχη, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 15 νεκρούς και άλλους τόσους τραυματίες. Οι γερμανικές απώλειες ανήλθαν σε 6 νεκρούς και 15 τραυματίες.
Θεωρώντας υπεύθυνους για την “ενέδρα” του ΕΛΑΣ τους κατοίκους του Διστόμου, οι Γερμανοί επέστρεψαν στο χωριό με διαταγή του διοικητή τους, υπολοχαγού Χανς Τσάμπελ. Η εντολή από τη γερμανική πλευρά ήταν σαφής: Να μην μείνει κανείς ζωντανός. Όσοι κάτοικοι δεν κατάφεραν να διαφύγουν νωρίτερα από το Διάσκελο, τη μόνη αφύλακτη διάβαση, έτρεξαν να κρυφτούν έντρομοι στα σπίτια τους.
Η τραγωδία μόλις ξεκινούσε. Οι Γερμανοί σκότωναν ό,τι έβρισκαν στο πέρασμά τους. Γυναίκες που φούρνιζαν ψωμί, παιδιά που είχαν ξεχαστεί στο δρόμο παίζοντας. Άνοιγαν τους δρόμους των σπιτιών και και έσφαζαν τις οικογένειες. Αποκεφάλισαν τον ιερέα και σκότωσαν ένα μωρό χαράσσοντάς του τον αγκυλωτό σταυρό στο μέτωπο.
Η συγκλονιστική μαρτυρία του Sture Linner (Μέλους του Ερυθρού Σταυρού).
Αυτόπτης μάρτυς η Νίτσα Σφουντούρη αφηγείται
Ο πατέρας μου σηκώνει τα χέρια φιλικά και φωνάζει για να καταπραΰνει τον Γερμανό: «γκουτ μπόϋ» – εννοώντας το τραυματισμένο παιδί. Ο Γερμανός όμως άγριος έκαμε νόημα να μπούμε στο κατώι, γρύλισε ένα «καπούτ» και αρνήθηκε τις προσφορές μας. Εμείς υπακούσαμε.
Μόλις πατήσαμε μέσα ορθώθηκε μπροστά στην πόρτα, έφερε καταπάνω μας το όπλο και με μια συνεχόμενη ριπή άρχισε να σκορπίζει το θάνατο πυροβολώντας ολόπαντα. Τα πρώτα βλήματα πήραν κατάστηθα τον πατέρα μου που πέφτοντας και ξεψυχώντας σπάραζε : «Ωχ παιδιά μου! Σώστε με!». Άρχισαν να πέφτουν τα σώματα των γυναικών. Άλλες πάσχιζαν να χωθούν πίσω από τα βαρέλια, άλλες σε λαδίκες και γούρνες. Αφού όλα τα σώματα σωριάστηκαν το ένα πάνω στο άλλο, ο Γερμανός κατεβαίνει και κοιτάει και σκουντάει έναν – έναν γρυλίζοντας για να δει αν είναι σκοτωμένοι και ρίχνει χαριστικές βολές. Το κατώι είχε μια κολώνα στη μέση. Πρώτος έπεσε και σωριάστηκε σ’ αυτήν ο πατέρας μου Σπύρος Μαλάμος 67 χρονών. Ύστερα η Μαρία Λάμπρου 50 χρονών. Η Μαριέττα Φιλίππου, γύρω στα 30. Ήταν έγκυος και μαζί της σφάδαζε και το παιδί στην κοιλιά. Ο ανηψιός μου Στάθης Σταθάς, γιος της αδερφής μου Γιαννούλας, 5 χρονών. Οι γάμπες του ήταν σχισμένες, χαραγμένες όπως σχίζουμε τις μπριζόλες και το κρέας του χυνόταν άσπρο στο χώμα. Η Δήμητρα Μαλάμου, 38 χρονών, με το γιο της Γιάννη, 8 χρονών, καθισμένη σε γούρνα όπου βάζαμε βυτίνα λαδιού με κομμένο σαν με λεπίδα το καύκαλό της και τα μυαλά της χυμένα στους ώμους σαν από μια γεμισμένη κούπα, και στον πανέμορφο λαιμό της.
Δεν ξέρω αλλά κρατήσαμε την ανάσα μας τόσο όσο δεν αντέχει ανθρώπινος οργανισμός. Αυτός συνέχιζε να μας κλωτσάει όπως τα σφαχτά γρυλίζοντας «Έϊ, έϊ» για να δει αν έχει μείνει κανένας ζωντανός. Μέσα σ’ αυτή την αβάσταχτη νέκρα πήγε κι έβγαλε τις κάνουλες από τα βαρέλια του κρασιού. Άρχισε με βουή και φουρφουρητό να χύνεται το κρασί. Φυσούσε το κρασί κι ο ήχος του ο φριχτός γέμισε το κατώι. Ενώθηκε το κρασί με το αίμα των σκοτωμένων και έγινε μια θάλασσα αίματος και, κρασιού, μια πηχτή κρέμα που πάνω της έπλεαν πτώματα και σερνόμαστε μωροζώντανοι.
Σε λίγο ακούμε φωνή τρομαγμένη «έρχονται οι Γερμανοί».Πεταχτήκαμε και μέσα από το στενό του Μάριου προς τα Μεσινά ανέβηκα στου Καρσνά το ρέμα, προς τα λακκώματα. Εκεί έμεινα και είχα στραμμένη την προσοχή μου στο χωριό με αγωνία. Είδα [……], ώσπου όταν βασίλεψε ο ήλιος κι έπαιρνε να νυχτώσει οι γερμανικές φάλαγγες τράβηξαν για τη Λιβαδειά.
Την επομένη το πρωί τους θάψαμε όλους σε ομαδικό τάφο μπροστά στην αυλή του σπιτιού τους».
Οι νεκροί του Δίστομου έφτασαν τους 228, εκ των οποίων οι 117 γυναίκες και 111 άντρες, ανάμεσά τους 53 παιδιά κάτω των 16 χρόνων. Η μαρτυρία του απεσταλμένου του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού Eλβετού George Wehrly ο οποίος έφτασε στο Δίστομο μετά λίγες μέρες μιλάει για 600 νεκρούς στην ευρύτερη περιοχή.
Ένας από τους επί κεφαλής που θεωρήθηκε υπεύθυνος για την σφαγή στο Δίστομο Χανς Τσάμπελ (Hans Zampel) μετά το τέλος του πολέμου συνελήφθη στην Γαλλία και εκδόθηκε στην Ελλάδα. Στην πορεία ζητήθηκε η μεταφορά του στην Γερμανία για τις εκεί έρευνες όπου και παρέμεινε. Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες ζει ως σήμερα ελεύθερος.
Ντοκουμέντο της ΕΡΤ για την Σφαγή του Δίστομου από τις αρχές της δεκαετίας του ογδόντα
Πηγές: Καταγραφή αφηγήσεων από το Στάθη Σταθά Distomo.gr wikipedia.gr daa.gov.gr viotikoskosmos.wdfiles.com Πηγή: www.lifo.gr 10/6/2015
Επεξεργασία – Επιμέλεια faretra.info
Σημείωση Φαρέτρας: Ευχαριστούμε την αναγνώστριά μας Σ.Π.