{ Χρονικό, Απρίλης, 2020 } – Δωμάτιο 34
Του φιλιού
Εμένα – που τόσα και τόσα έχουν γραφτεί, από αρχαιοτάτων χρόνων ως σήμερα – εμένα, που λέτε, με χτύπησε κατάστηθα, αυτός ο κορωνάτος ιός.
Από τις πρώτες μέρες φοβήθηκαν, με κλείδωσαν ερμητικά, ανάσα να μην παίρνω, σε ένα δωμάτιο – φυλακή.
Μόνο, παντέρμο, άνθρωπο να μη ζυγώνω. Μα ζει το φιλί χωρίς ανάσα;
Και δε θυμάμαι – γιατί να ξέρετε, λένε πως η μνήμη του φιλιού ποτέ δε σβήνει- δε θυμάμαι ποτέ τόση μοναξιά, τόση τιμωρία, τέτοιον εγκλεισμό.
Και να πεις πως φταίω εγώ;
Μου απαγορεύτηκε, ευθύς αρχής, να πλησιάζω τα μάγουλα της μητέρας , και του πατέρα, κι έμεινε το παιδί αφίλητο, παραξενεμένο, φοβισμένο.
« Μα δε μ’ αγαπάνε πια;» σκεφτόταν ακουμπώντας με το χέρι του το άδειο μάγουλο.Και πέρασαν μέρες για να καταλάβει πως, από την πολλή αγάπη, του στέρησαν εμένα από την καληνύχτα.
Μετά, μου απαγορεύτηκε, αυστηρά, να αγγίζω τα άλικα, εφηβικά χείλη, εμένα, λες και ήμουν ο μεγαλύτερος εχθρός για τα ερωτευμένα νέα παιδιά.
Που περίμεναν με τη λαχτάρα του πρώτου πρώτου φιλιού την άνοιξη του 2020!
Κι όταν πλησίαζα τους ηλικιωμένους, εκεί να δεις!
” Μη, όχι φιλιά στη γιαγιά και τον παππού! ”
Και στεκόμουν ένα μετέωρο, παραπονεμένο φιλί ανάμεσα στο παιδί και σ’ αυτούς που έπαιρναν ζωή από εμένα.
Κι αφού είδαν πως ήμουν ατίθασο – πάντα έτσι ήμουν- μου έβαλαν διπλή κλειδαριά, στο δωμάτιο του φιλιού, απότιστο, να μαραίνομαι, και οι άνθρωποι με αντικατέστησαν με τους αγκώνες, με φιλιά γυάλινα στις οθόνες, μα όλοι το ξέρουν πως καμιά νοστιμάδα καμιά ζωή δεν υπάρχει εκεί.
Κι όταν έπρεπε να βγω, για τον ”τελευταίο ασπασμό”, με αλυσόδεσαν, και έκλαψα πικρά, ξέρετε τι είναι το τέλος χωρίς φιλί;
Και σαν ήρθε στον κόσμο μια νέα ζωή, ” αγόρι, αγόρι! ” , ”κορίτσι, κορίτσι! ” εγώ χτυπιόμουν πίσω από τους τοίχους, ξέρετε τι είναι η αρχή ζωής χωρίς φιλί;
Και ένα παράξενο πράμα, με την απουσία μου, πάλι ο Ιούδας πρόδωσε τον Κύριο και με την απουσία μου, πρόδωσα τους ψεύτικους έρωτες.
Έτσι, ο βάτραχος, δεν μεταμορφώθηκε σε πρίγκιπα τούτη την άνοιξη του 2020.
Και ο πρίγκιπας της Χιονάτης, κράτησε το φιλί του, για αργότερα και η Χιονάτη ακόμα κοιμάται, ύπνο της μοναξιάς.
Αλλά δεν φταίω εγώ, πιστέψτε με.
Και είμαι σίγουρο, ξέρω εγώ, μετράω ζωή , από γενέσεως κόσμου.
Σε λίγο καιρό, θα ελευθερωθώ, και οι άνθρωποι θα ξαναφιληθούν, σαν να έχουν ξυπνήσει από ένα κακό όνειρο.