Ηλίας Μόσιαλος: Απευθύνθηκα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για τη Θεία Κοινωνία – Λύσεις σε παγκόσμιο επίπεδο
«Στο θέμα των θρησκευτικών δραστηριοτήτων χρειαζόμαστε λύσεις και σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο» τονίζει ο πρόεδρος του τμήματος πολιτικής υγείας του London School of Economics.
Στο ζήτημα που έχει προκύψει με τη Θεία Κοινωνία λόγω του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2 και τη στάση της Εκκλησίας αναφέρεται ο πρόεδρος του τμήματος πολιτικής υγείας του London School of Economics Ηλίας Μόσιαλος, λίγες ημέρες μετά την απόφασή του να αποχωρήσει από την ενημέρωση για τον ιό.
Σε άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα», ο κ. Μόσιαλος αποκαλύπτει πως απευθύνθηκε ακόμα και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για το ζήτημα της Θείας Κοινωνίας και επαναλαμβάνει πως «οι ευπαθείς ομάδες των πιστών, που είναι και η πλειοψηφία όσων πηγαίνουν στην εκκλησία, θα πρέπει να παρακολουθούν τη λειτουργία από την τηλεόραση, ότι η Θεία Κοινωνία θα πρέπει να σταματήσει κατά τη διάρκεια της επιδημίας και ότι στην ακραία περίπτωση που θα έχουμε φαινόμενα Ιταλίας η Εκκλησία θα πρέπει να σκεφτεί πιο ασφαλείς τρόπους τέλεσης της θείας λειτουργίας», αποκαλύπτει πως
«Η λύση πρέπει να είναι και παγκόσμια και γι’ αυτό επικοινώνησα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για να μάθω τι προτείνει. Διαπίστωσα ότι ως αυτή την ώρα ο Οργανισμός δεν έχει εκδώσει οδηγίες, πιστεύω όμως ότι προχωρούν διεργασίες για την εκπόνηση συγκεκριμένου πλαισίου κατευθυντήριων οδηγιών για τις θρησκευτικές δραστηριότητες σε παγκόσμιο επίπεδο. Η έκδοση αυτών των οδηγιών από τον κατεξοχήν αρμόδιο Οργανισμό θα κατευθύνει τις κυβερνήσεις στο έργο τους και θα συμβάλει σε μια ενιαία εφαρμογή μέτρων δημόσιας υγείας. Ο κορωνοϊός είναι μια νόσος που δεν γνωρίζει σύνορα, επομένως στο θέμα των θρησκευτικών δραστηριοτήτων χρειαζόμαστε λύσεις και σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο» τονίζει μεταξύ άλλων ο Ηλίας Μόσιαλος.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο:
«Οι σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας δημιουργούν διαχρονικά εντάσεις στον δημόσιο διάλογο στη χώρα μας. Το θέμα του χωρισμού αρμοδιοτήτων έχει τεθεί κατ’ επανάληψη, χωρίς όμως να προκύψει συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Το Σύνταγμά μας ορίζει ότι η επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού. Είμαστε στη μειοψηφία των χωρών παγκοσμίως που συνταγματικά κατοχυρώνουμε επικρατούσα θρησκεία, ενώ η εποπτεία των θρησκευτικών δραστηριοτήτων υπάγεται στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων.
Στη Βουλγαρία, ενώ το Σύνταγμα ορίζει ότι η Ορθοδοξία είναι η παραδοσιακή θρησκεία της χώρας, το κράτος παραμένει κοσμικό. Στη Γεωργία αναγνωρίζεται συνταγματικά ο ρόλος της Εκκλησίας στην ιστορία της χώρας, αλλά ταυτόχρονα και η ανεξαρτησία της από το κράτος. Λίγες χώρες στον κόσμο έχουν υπουργεία υπεύθυνα για θρησκευτικές υποθέσεις, ενώ μικρός είναι ο αριθμός και στην Ευρώπη. Είναι επίσης γνωστό ότι όσο πιο έντονος είναι ο βαθμός της θρησκευτικής προσήλωσης, τόσο πιο πιθανό είναι να υπάρχουν αρνητικές απόψεις προς την επιστημονική γνώση.
Με βάση τις έρευνες του Pew Research Center την περίοδο 2015-2017 σε 34 χώρες της Ευρώπης, οι απόψεις των Ελλήνων για τα θέματα θρησκείας συγκλίνουν περισσότερο με αυτές των κατοίκων στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, παρά με εκείνων της Δυτικής Ευρώπης. Παραδείγματος χάριν, στην ερώτηση «Το να είμαι χριστιανός είναι αρκετά ή πολύ σημαντικό στο να είμαι πραγματικός Ελληνας;» το 76% απαντά καταφατικά, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης είναι 34%. Το 59% των Ελλήνων πιστεύει στον Θεό με απόλυτη βεβαιότητα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη Δυτική Ευρώπη είναι 15%. Με βάση την ίδια έρευνα μόνο το 45% των Ελλήνων θεωρεί ότι οι αμβλώσεις πρέπει να είναι νόμιμες στις περισσότερες περιπτώσεις, ενώ στη Δυτική Ευρώπη το ποσοστό ανεβαίνει στο 81%.
Η στάση της Εκκλησίας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα συγκεκριμένα δεδομένα και με βάση την εξελισσόμενη επιδημία του κορωνοϊού, η στάση της Εκκλησίας αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος τοποθετήθηκε δηλώνοντας ότι δεν υπάρχει θέμα διακοπής της Θείας Κοινωνίας. Προσωπικά έθεσα πρώτος το ζήτημα στον δημόσιο διάλογο με τρόπο ήπιο, αναμένοντας τη συγκεκριμένη στάση της Εκκλησίας, ενώ δεν υπάρχει επίσημη στάση της πολιτείας ή άλλου κρατικού οργανισμού. Απευθυνόμουν κυρίως στους βαθύτερα θρησκευόμενους που είναι πολύ πιο πιθανό να ακούσουν τις απόψεις της Ιεραρχίας. Σε μια χώρα όπου οι σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας είναι τόσο στενές, θα περίμενε κανείς και κυβερνητική τοποθέτηση.
Το θέμα όμως δεν είναι καθαρά ελληνικό. Η συντριπτική πλειοψηφία των κυβερνήσεων παγκοσμίως, ιδιαίτερα σε πολυπληθείς χριστιανικές χώρες όπως η Ρωσία και οι ΗΠΑ, δεν έχει πάρει θέση. Η γνώμη μου είναι ότι οι ευπαθείς ομάδες των πιστών, που είναι και η πλειοψηφία όσων πηγαίνουν στην εκκλησία, θα πρέπει να παρακολουθούν τη λειτουργία από την τηλεόραση, ότι η Θεία Κοινωνία θα πρέπει να σταματήσει κατά τη διάρκεια της επιδημίας και ότι στην ακραία περίπτωση που θα έχουμε φαινόμενα Ιταλίας η Εκκλησία θα πρέπει να σκεφτεί πιο ασφαλείς τρόπους τέλεσης της θείας λειτουργίας – π.χ. σε εξωτερικούς χώρους, όπως έπραξε η Καθολική Εκκλησία.
Το θεωρώ δύσκολο να συμφωνήσουν όλοι, και κυρίως η Εκκλησία, σε μια τέτοια προοπτική στη χώρα μας. Ακόμη και αν συμφωνούσαν, το μέτρο θα ήταν σχετικής αποτελεσματικότητας αν δεν έκαναν το ίδιο και οι κυβερνήσεις με τις Εκκλησίες παγκοσμίως. Αν συνεχίσει η Θεία Μετάληψη στις υπόλοιπες χώρες, πώς θα γίνει περιορισμός στην εξάπλωση μιας νόσου που δεν έχει εθνικά σύνορα; Επομένως ποια είναι η λύση; Η λύση πρέπει να είναι και παγκόσμια και γι’ αυτό επικοινώνησα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για να μάθω τι προτείνει. Διαπίστωσα ότι ως αυτή την ώρα ο Οργανισμός δεν έχει εκδώσει οδηγίες, πιστεύω όμως ότι προχωρούν διεργασίες για την εκπόνηση συγκεκριμένου πλαισίου κατευθυντήριων οδηγιών για τις θρησκευτικές δραστηριότητες σε παγκόσμιο επίπεδο. Η έκδοση αυτών των οδηγιών από τον κατεξοχήν αρμόδιο Οργανισμό θα κατευθύνει τις κυβερνήσεις στο έργο τους και θα συμβάλει σε μια ενιαία εφαρμογή μέτρων δημόσιας υγείας. Ο κορωνοϊός είναι μια νόσος που δεν γνωρίζει σύνορα, επομένως στο θέμα των θρησκευτικών δραστηριοτήτων χρειαζόμαστε λύσεις και σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο».