Απόψεις Κόσμος Πολιτική

“Εν τη παλάμη… και βλέπουμε” γράφει ο Μιχάλης Χαριάτης

Επιφυλακτική η Μέρκελ εν όψει της συνάντησης με τον Μητσοτάκη

Παρότι ανήκουν στον ίδιο πολιτικό χώρο και παρότι φαίνονται να έχουν παραπλήσιες αντιλήψεις σχετικά με το πώς η Ελλάδα θα βγει οριστικά από την κρίση, αλλά και δεν θα «εξοκείλει» ξανά στα δημοσιονομικά της, η συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ κάθε άλλο παρά εύκολη προοιωνίζεται.

Και αυτό διότι η έμπειρη Γερμανίδα πολιτικός δεν αρκείται σε διαβεβαιώσεις ή έκφραση προθέσεων, αλλά ζητάει από τις ελληνικές κυβερνήσεις «αποδείξεις και ονόματα», ήτοι να αποδεικνύουν εμπράκτως ότι θα εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις για τις οποίες δεσμεύονται.

Στο πλαίσιο αυτό, η επίσκεψη του Μητσοτάκη στο Βερολίνο αναμένεται να συνοδευτεί με σαφείς απαιτήσεις από τη Μέρκελ για συνέχιση και εντατικοποίηση των μεταρρυθμίσεων στην οικονομία, χωρίς από την πλευρά της η ίδια να κάνει πίσω, όπως άλλωστε έχει επανειλημμένα δηλώσει, στο ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι, μιλώντας στη γερμανική εφημερίδα «Handelsblatt» λίγες ώρες πριν από την επίσκεψη Μητσοτάκη στο Βερολίνο, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, ερωτηθείς για τους δημοσιονομικούς στόχους και τα πλεονάσματα, τονίζει ότι «αυτή η κυβέρνηση αποδέχεται τις υποχρεώσεις που έχει συνάψει η χώρα μας με τους εταίρους και χρηματοδότες της».

Για το ζήτημα των πλεονασμάτων ο Σταϊκούρας υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση «θα δημιουργήσει εκείνες τις προϋποθέσεις ανάπτυξης, οι οποίες θα μας επιτρέψουν να μειώσουμε το πρωτογενές πλεόνασμα. Είμαστε σε συζητήσεις γι’ αυτούς τους πιο ρεαλιστικούς στόχους. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η αξιοπιστία αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα στην παρούσα φάση» τονίζει ο υπουργός Οικονομικών.

Ακόμα πιο σαφής πάντως ήταν την Τρίτη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, ο οποίος επί της ουσίας άφησε να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση βάζει προς το παρόν στον «πάγο» τη βασική της προεκλογική εξαγγελία, καθώς επιθυμεί να προτάξει το μεταρρυθμιστικό της πρόγραμμα και ύστερα να συζητήσει τη μείωση των πλεονασμάτων.

«Από το 2021 και μετά»

Αφού πρώτα δήλωσε, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, ότι «η μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής μας εδώ και πολλά χρόνια» και ότι «το έχει θέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήδη από το 2016», ο Πέτσας τόνισε χαρακτηριστικά:

«Το μεταρρυθμιστικό σχέδιο είναι αυτό που προτάσσουμε για να κερδίσουμε αξιοπιστία. Και κερδίζοντας αξιοπιστία από τους εταίρους μας θα θέσουμε τον στόχο μείωσης πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2021 και μετά. Αυτή η συζήτηση, όμως, έχει ήδη ξεκινήσει, όπως ξέρετε, και με την επιστολή που έχει στείλει ο υπουργός Οικονομικών κ. Σταϊκούρας στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας».

Απαντώντας μάλιστα σε ερώτημα για το γεγονός ότι στο πλαίσιο της συνάντησης Μητσοτάκη – Μέρκελ θα δώσουν το «παρών» και οι αρμόδιοι υπουργοί Οικονομικών (Σταϊκούρας και Σολτς) και αν αυτό σημαίνει ότι μπορεί να γίνει μια τεχνική συζήτηση, επί παραδείγματι για την επιστροφή των κερδών των ελληνικών ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν ήταν ιδιαίτερα διαφωτιστικός, καθώς δεν θέλησε να δώσει λεπτομέρειες.

«Όλες οι τεχνικές που μπορεί να βοηθήσουν στη μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων είναι ευπρόσδεκτες. Αλλά, αυτή τη στιγμή, δεν μπορώ να επιβεβαιώσω κάποιου τέτοιου είδους συζήτηση. Θα συζητήσουμε όλες αυτές τις πτυχές και στη συνάντηση που θα έχουμε τώρα, αλλά και στις διμερείς και διεθνείς επαφές με τις άλλες χώρες, μέχρι να φθάσουμε στην κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2020» σημείωσε ο Πέτσας.

Ανακοινώνοντας την επίσκεψη Μητσοτάκη στο Βερολίνο η καγκελαρία, από την πλευρά της, δεν άνοιξε τα χαρτιά της. Αντιθέτως ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ περιορίστηκε σε μια λακωνική περιγραφή της ατζέντας λέγοντας ότι «στο επίκεντρο των συνομιλιών θα βρίσκονται οι διμερείς σχέσεις, θέματα οικονομικής πολιτικής, καθώς και ζητήματα ευρωπαϊκής και διεθνούς πολιτικής».

Από την πλευρά της η Αθήνα, διά στόματος κυβερνητικού εκπροσώπου, ενημέρωσε ότι στο Βερολίνο ο πρωθυπουργός θα συναντηθεί, εκτός από το τετ α τετ με τη Μέρκελ, και με τον αντικαγκελάριο και υπουργό Οικονομικών Όλαφ Σολτς. Σύμφωνα με τον Πέτσα στην ατζέντα των συζητήσεων του πρωθυπουργού στην επίσκεψή του στη Γερμανία περιλαμβάνονται η οικονομία, το προσφυγικό – μεταναστευτικό και η προσέλκυση επενδύσεων με έμφαση, όπως είπε χαρακτηριστικά, στον τομέα της ενέργειας.

«Επιφυλακτική η Μέρκελ»

Σε καμία περίπτωση πάντως δεν πέρασε απαρατήρητο το γεγονός ότι, παραμονές της παρουσίας του Έλληνα πρωθυπουργού στο Βερολίνο, η «Deutsche Welle» σε άρθρο της αναφέρθηκε εκτενώς στις σχέσεις της Μέρκελ με τους Έλληνες πρωθυπουργούς στα χρόνια της κρίσης δίνοντας και ένα περίγραμμα του τι αναμένεται να συναντήσει ο Μητσοτάκης στην επίσκεψή του στην καγκελαρία.

Το δημοσίευμα αναφέρει μάλιστα πως, παρότι οι προϋποθέσεις του Μητσοτάκη να αναπτύξει στενές σχέσεις με τη Μέρκελ είναι καλύτερες από αυτές που είχε ο Τσίπρας, παρά ταύτα η καγκελάριος δείχνει επιφυλακτική. Κυρίως λόγω της απόρριψης από τη Ν.Δ. της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά και γενικότερα της αντιπολιτευτικής τακτικής της.

Μάλιστα η «Deutsche Welle» τονίζει πως «θα πρέπει να αναμένεται ότι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα κατά τη συνάντηση Μέρκελ – Μητσοτάκη θα είναι θετική. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι θα πρέπει να αναμένονται απτά αποτελέσματα. Πριν από εβδομάδες η καγκελάριος κατέστησε σαφές πως το γεγονός ότι ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια δεν σημαίνει πως θα του κάνει “εκπτώσεις”. Με άλλα λόγια, είπε ότι θα περιμένει πρώτα να δει το έργο του πριν καν εξετάσει τα ελληνικά αιτήματα, για παράδειγμα τη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Η στάση της κ. Μέρκελ είναι γνωστή στην Αθήνα».

«Διαπιστώθηκε συναντίληψη»

Υπενθυμίζεται ότι το Βερολίνο αποτελεί τον δεύτερο σταθμό του Μητσοτάκη ως πρωθυπουργού στις επαφές του με Ευρωπαίους ηγέτες. Αφού πρώτα συνάντησε τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν μετά το Βερολίνο έχει προγραμματίσει (Δευτέρα 2.9 και Τρίτη 3.9) να βρίσκεται στη Χάγη και να έχει συνάντηση με τον Ολλανδό πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε.

Όσον αφορά τη συνάντηση του Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο Μακρόν, η ελληνική πλευρά κάνει λόγο για μια συνάντηση σε εξαιρετικό κλίμα. Με βάση όσα περιέγραψε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, μεταξύ Μητσοτάκη και Μακρόν «διαπιστώθηκε συναντίληψη σε πολλά ζητήματα, όπως οι μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη, ο ενιαίος προϋπολογισμός, η ανάγκη έμφασης στην ανάπτυξη, η ανάγκη να φυλάσσει η Ευρώπη αποτελεσματικά τα σύνορά της, η ανάγκη ουσιαστικής αλληλεγγύης στην αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος, η συγκρότηση Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας (RescEU), αλλά και οι τουρκικές προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο».

Νέα ηγεσία

Όσον αφορά τα εσωτερικά μέτωπα, αν και το βασικό ενδιαφέρον της κυβέρνησης είναι στραμμένο στην παρουσία του Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, όπου αναμένεται να περιγράψει τους στόχους της κυβέρνησης για την οικονομία για το 2020 (καθώς λίγο – πολύ και η Ν.Δ. δεσμεύεται από τη μεταμνημονιακή συμφωνία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για τα βασικά μεγέθη και στόχους της οικονομίας), η κυβέρνηση προχωρά σε παρεμβάσεις που φέρουν τη «σφραγίδα Μητσοτάκη» σε διάφορους τομείς πολιτικής.

Έτσι το Υπουργικό Συμβούλιο, με ομόφωνη απόφαση, προχώρησε την Τετάρτη το πρωί στην επιλογή της νέας ηγεσίας του Αρείου Πάγου κλείνοντας με αυτόν τον τρόπο μια εκκρεμότητα που είχε μείνει ανοιχτή από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου προτάθηκε ο πρώτος σε αρχαιότητα αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Ιωσήφ Τσαλαγανίδης, ενώ για τη θέση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ο δεύτερος σε αρχαιότητα αντεισαγγελέας Βασίλειος Πλιώτας.

Αρμόδιες πηγές σημείωναν ότι με τις επιλογές αυτές η κυβέρνηση αποδεικνύει στην πράξη ότι εμπιστεύεται τη Δικαιοσύνη, σεβόμενη την ιεραρχία στο δικαστικό σώμα και πως αποκαθιστά έτσι τη θεσμική τάξη που είχε πληγεί σοβαρά, όπως χαρακτηριστικά σχολίαζαν, από τις βαθιές βουτιές στην επετηρίδα που έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση.

«Όλες οι επιλογές στο τραπέζι»

Παράλληλα η κυβέρνηση, διά στόματος Μητσοτάκη από το βήμα της Βουλής, ανακοίνωσε την περασμένη Δευτέρα την οριστική άρση των κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls) που είχαν επιβληθεί από τον Ιούλιο του 2015. Η κίνηση αυτή, αν και προδιαγεγραμμένη, έδωσε την ευκαιρία στον Μητσοτάκη να ασκήσει εκ νέου κριτική στην απελθούσα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για την τακτική της κατά το πρώτο επτάμηνο του 2015, αλλά και στην κυβέρνηση να αφήσει ανοιχτό για ακόμη μια φορά το ενδεχόμενο κοινοβουλευτικής διερεύνησης του τι έγινε τότε.

«Η κυβέρνηση διατηρεί όλες τις επιλογές στο τραπέζι και θα εξετάσει αυτά τα θέματα στην πορεία. Όπως ξέρετε, η Τακτική Σύνοδος της Βουλής ξεκινά τον Οκτώβριο. Μέχρι τότε υπάρχουν άλλες προγραμματισμένες προτεραιότητες για την κυβέρνηση» ανέφερε συγκεκριμένα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στην ενημέρωση των πολιτικών συντακτών.

«Επέστρεψε στο σπίτι της»

Από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση επιχειρεί να παρουσιάσει ως λήξαν το ζήτημα της «αλλαγής φρουράς» στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Αρμόδιες πηγές τόνιζαν πως «τα πρόσωπα που επέλεξε η κυβέρνηση για τη στελέχωση της ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού αποδεικνύουν την επιλογή της για την πλήρη ανεξαρτητοποίηση αλλά και την αναβάθμισή της».

Οι ίδιες πηγές έκαναν λόγο πως «τα βιογραφικά του Ιωάννη Λιανού, της Καλλιόπης Μπενετάτου, της Μαρίας Ιωαννίδου και της Μαρίας – Ιωάννας Ράντου δίνουν την απάντησή τους σε όλους όσοι έσπευσαν να αποδώσουν στο Μέγαρο Μαξίμου προθέσεις χειραγώγησης της ανεξάρτητης αρχής». Σημείωναν μάλιστα χαρακτηριστικά πως «μόνο μια απλή σύγκριση με τα βιογραφικά εκείνων που τοποθέτησε ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει προσηλωμένος στις αρχές της αξιοκρατίας της Δημόσιας Διοίκησης, όταν ο Αλέξης Τσίπρας είχε πλήρως κομματικοποιήσει την ανεξάρτητη αρχή».

Το γεγονός όμως ότι η Βασιλική Θάνου συναντήθηκε το απόγευμα της Τρίτης με τον Αλέξη Τσίπρα στην Κουμουνδούρου στο πλαίσιο των επαφών της με τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης έδωσε… «πάσα» σε κύκλους της Ν.Δ. να σχολιάσουν ειρωνικά πως «οι μάσκες έπεσαν. Η κ. Θάνου επέστρεψε απόψε στο σπίτι της».

Σύγκρουση για τα Εξάρχεια

Σε τρίτο επίπεδο φαίνεται ότι η κυβέρνηση αρχίζει σταδιακά να ξεδιπλώνει τη στρατηγική της περί πάταξης της ανομίας και «καθαρίσματος» των Εξαρχείων. Την περασμένη Δευτέρα πραγματοποιήθηκε ευρεία αστυνομική επιχείρηση σε κατειλημμένα σπίτια στα Εξάρχεια, στο πλαίσιο της οποίας δεκάδες πρόσφυγες και μετανάστες απομακρύνθηκαν από τα σπίτια αυτά και μεταφέρθηκαν προσωρινά σε άλλα καταλύματα.

Η επιχείρηση αυτή προκάλεσε σφοδρή αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατηγόρησε την κυβέρνηση για αστυνομοκρατία και για εικόνες ντροπής ενώ χαρακτήρισε την επιχείρηση ως «οργανωμένο επικοινωνιακό πυροτέχνημα». Απαντώντας στον ΣΥΡΙΖΑ το κυβερνητικό στρατόπεδο αντέδρασε με έντονο τρόπο με τον Στέλιο Πέτσα να παρουσιάζει, στο briefing, φωτογραφίες από τα υπό κατάληψη κτήρια που εκκενώθηκαν και να τονίζει ότι «αυτό δεν είναι ευαισθησία, είναι ακραία υποκρισία».

Ταυτόχρονα, το γραφείο Τύπου της Ν.Δ. με ανακοίνωσή του τόνισε ότι με τη δημοσιοποίηση των φωτογραφιών «αποδεικνύεται με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που κόπτονται για μάνες και παιδιά, υποκρίνονται».

Και ρίχνοντας τα «βέλη» της προς την Κουμουνδούρου η «γαλάζια» πλευρά σημείωσε πως «δεν περιμένουμε όμως κάτι άλλο από την κυβέρνηση που δημιούργησε τη Μόρια, τα γκέτο σε διάφορες περιοχές της Αθήνας και που διαχειρίστηκε με απόλυτη αδιαφάνεια τα κονδύλια για τη διαχείριση του μεταναστευτικού – προσφυγικού».

topontiki

banner-article

Ροη ειδήσεων