Life Περιβάλλον

Καστανιά – Βέρμιο: Παρακολουθώντας το ηλιοβασίλεμα από τα 1.626 μέτρα υψόμετρο

Περιγραφή-φωτογραφίες:  Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος

Μετά τις πολύωρες και πολύ απαιτητικές, του τελευταίου διαστήματος, ορειβατικές μας εξορμήσεις στα βουνά των διάφορων περιοχών της Ελλάδας, σειρά είχε το κάτι διαφορετικό, που πέρασε σαν σκέψη, από εκείνα που συνήθως κάνουμε σε κάθε μας κυριακάτικη δραστηριότητα στους ορεινούς όγκους που ανηφορίζουμε.

Σκεφτήκαμε να συνδυάσουμε, αυτή τη φορά, δύο – τρεις δραστηριότητες στο βουνό της έδρας μας, το Βέρμιο.

Έτσι την Κυριακή 22-07-2018 πρωί, ξεκινήσαμε, τα μέλη της ορειβατικής ομάδας Βέροιας «Τοτός», για την πραγματοποίηση αυτού του διαφορετικού για τις δικές μας ορειβατικές συνήθειες.

Τα ρολόγια έδειχναν 09.00 π.μ., ασυνήθιστη ώρα κυριακάτικης αναχώρησής μας για το βουνό, όταν αφήναμε την πόλη της Βέροιας και ανηφορίζαμε για τις περιοχές του Νομού Ημαθίας που βρίσκονται κοντά στα σύνορά με το Νομό Κοζάνης.

Προορισμός μας, το «πνιγμένο» στο πράσινο και το πολύ δροσερό αυτή την περίοδο, λόγο υψομέτρου, ορεινό χωριό Καστανιά Βέροιας (φωτ. 1)

Σκοπός μας: να πραγματοποιήσουμε, αρχικά, ένα χαλαρό ορειβατικό περπάτημα στο κομμάτι εκείνο του ορεινού όγκου του βουνού Βέρμιο που βρίσκεται λίγο πιο πάνω από το χωριό και στη συνέχεια, το απογευματάκι, να ανεβούμε στην ψηλότερη κορυφή της κορυφογραμμής του Αιολικού Πάρκου και να παρακολουθήσουμε από εκεί τη δύση του ήλιου.

Βγαίνοντας από τη Βέροια πήραμε την Παλιά Εθνική Οδό «Βέροια – Κοζάνη».

Μια διαδρομή ανηφορική, με πολλές στροφές… αλλά πανέμορφη. Στο πέρασμά της, παντού εικόνες που «μαγνητίζουν» τη ματιά σου να ταξιδέψει μέσα στο καταπράσινο τοπίο και το βλέμμα σου να προσπαθεί αχόρταγο να γεμίσει από παραστάσεις (φωτ. 2).

Κίνηση στο δρόμο ελάχιστη. Κάποιες εποχές, πριν την διάνοιξη της Εγνατίας Οδού, ήταν ο κύριος συγκοινωνιακός σύνδεσμος των δύο νομών.

Αυτοκίνητα μετρημένα. Άλλα με κόσμο που πήγαινε στην Καστανιά αποζητώντας λίγη δροσιά, άλλα να ανηφορίζουν προς το ορεινό χωριό για να γευτούν οι επιβάτες τους τα, γνωστά σε ολόκληρη την περιοχή, ποντιακά πεϊνιρλί και κάποια άλλα με προσκυνητές που ήθελαν να παρακολουθήσουν την κυριακάτικη θεία λειτουργία στην Ι. Μ. της Παναγίας Σουμελά (φωτ. 3).

Μετά από μια σύντομη, χρονικά, διαδρομή και διανύοντας μια απόσταση 20 χλμ., από την Βέροια, φτάσαμε στο χωριό (φωτ. 4).

Δεν μπήκαμε μέσα, αλλά συνεχίσαμε την οδική πορεία μας μέχρι τον «Αποχιονιστικό Σταθμό Καστανιάς».

Πριν φτάσουμε στον Σταθμό, ο παχύς ίσκιος των δένδρων οξιάς στην είσοδο του δάσους, που βρίσκεται λίγο πιο πάνω από τον ασφαλτόδρομο, μας φάνηκε ο καλύτερος χώρος στάθμευσης για τα αυτοκίνητά μας.

Τα σταθμεύσαμε εκεί και αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την χαλαρή πορεία μας. Τα σακίδια ανάλαφρα, τα παγούρια γεμάτα. Η Μετεωρολογική προέβλεπε καύσωνα. Για μας, όμως, η αίσθηση της δροσιάς, τόσο του δάσους όσο και του υψομέτρου, ευχάριστη. Βρισκόμασταν στα 1.300 περίπου μέτρα υψόμετρο. Αφού ετοιμαστήκαμε, ξεκινήσαμε την ανηφορική πορεία μας περνώντας, στην αρχή, μέσα από τις πανύψηλες φτέρες. Γύρω μας η πυκνή βλάστηση, πραγματική ζούγκλα (φωτ. 5).

Στη συνέχεια μπήκαμε μέσα σε δάσος οξιάς (φωτ. 6, 7).

Η πορεία υπό σκιάν σύντομη. Βγήκαμε στον χωματόδρομο που οδηγεί προς την κορυφογραμμή με τις ανεμογεννήτριες του Αιολικού Πάρκου (φωτ. 8).

Μία μικρούλα οχιά προσπάθησε να μας «κόψει» το δρόμο. Με τα μπατόν μας προσπαθήσαμε να την κάνουμε να «πάρει»… πόζα μοντέλου…για φωτογράφηση.

Αφού μας παίδεψε λίγο, τα καταφέραμε. Φωτογραφία και την αφήσαμε να συνεχίσει το δρόμο της και εμείς το δικό μας (φωτ. 9).

Κατά τη διάρκεια της πορείας μας και κοιτάζοντας προς τα αριστερά μας, μπορέσαμε να διακρίνουμε τις περιοχές του Νομού Κοζάνης. Βλέπαμε την Ζωοδόχο Πηγή, τον χωματόδρομο που οδηγεί προς το Αιολικό Πάρκο, τον ασφαλτόδρομος της Παλιάς Εθνικής «Βέροια-Κοζάνη», την κορυφή «Αγκάθι» του ορεινού όγκου που ορθώνεται πάνω από τον Πολύμυλο και στη βάση, του όγκου αυτού, το χωριό προέλευσης της γνωστής πατάτας «Πολυμύλου» ( φωτ. 10, 11).

Δεξιά μας, όπως προχωρούσαμε, οι πλαγιές με την πολυμορφία της χλωρίδας που η μία διαδεχόταν την άλλη.

Δάση οξιάς, οι λογής-λογής θάμνοι, η ποώδης βλάστηση, εναλλάσσονταν μεταξύ τους δημιουργώντας ένα τελείως διαφορετικό σκηνικό τοπίου σε κάθε μας βήμα.

Και μπροστά μας, στο βάθος, η κορυφογραμμή με τις ανεμογεννήτριες (φωτ. 12).

Στο πέρασμά μας αντικρίσαμε και κάποια σημάδια πολέμων. Τα πολύ καλά καμουφλαρισμένα πολυβολεία (φωτ. 13).

Συνεχίζαμε.

Βγήκαμε από το δρόμο μας και ακολουθήσαμε έναν άλλο,  δασικό στα δεξιά μας, που οδηγούσε προς την «Περδικόβρυση». Ξαναμπήκαμε σε δάσος οξιάς. Η πορεία μας κάτω από το καταπράσινο πυκνό φύλλωμα των πανύψηλων δένδρων. Σκιά και δροσιά, ένας καταπληκτικός συνδυασμός σε μια ηλιόλουστη και πολύ ζεστή μέρα.

Το κομμάτι εκείνο της διαδρομής υπέροχο, αλλά και το νερό απαραίτητο. Και να, η μεταλλική κατασκευή συλλογής νερού για το πότισμα των κοπαδιών. Το δροσερό νερό, που έβγαινε μέσα από το μεταλλικό σωλήνα, ήταν σκέτη πρόκληση. Γεμίσαμε τα παγούρια μας και συνεχίσαμε (φωτ. 14).

Σε κάποια σημεία της διαδρομής, συναντούσαμε μανιτάρια διάφορων ειδών. Ο Σταύρος, στο αντίκρισμά τους, σταματούσε και τα περιεργαζόταν. Όσα ήταν εδώδιμα και φρέσκα τα συνέλλεγε (φωτ. 15).

Προχωρούσαμε.

Πλησιάζαμε προς τη θέση «Καρούτες» (φωτ. 16).

Κατηφορίζοντας την πλαγιά, προς τις ποτίστρες των κοπαδιών, βλέπαμε μπροστά μας: τα Πιέρια Όρη, τα ορεινά χωριά Ριζώματα και Δάσκιο της Ημαθίας, την κορυφή «Αράπης ή Μάτι Πουλιού» (υψ. 1.237 μ.) και τις καλοκαιρινές καλύβες…κατασκευασμένες με κλαδιά δένδρων…των Σαρακατσανέων (φωτ. 17).

Μετά τις «Καρούτες», συνεχίσαμε περπατώντας πάνω σε χωματόδρομο.Δεν κάναμε παραπάνω από 1 ώρα και 15 λεπτά πορείας, από τα αυτοκίνητα, και συναντήσαμε το πρώτο τρίχρωμο σημάδι, λευκό+κίτρινο+μαύρο, της σήμανσης του Ευρωπαϊκού μονοπατιού «Ε4». Το τοπίο εδώ γυμνό. Το μονοπάτι-δρόμος ανηφορικό (φωτ. 18).

Προχωρούσαμε. Παντού ησυχία, απόλυτη σιωπή. Ο ήλιος από πάνω μας να καίει, αλλά η ζέστη της ατμόσφαιρας υποφερτή, λόγω υψομέτρου. Η απόσταση που μας χώριζε από τη βάση της κορυφής «Φούρκα», όσο προχωρούσαμε, μίκραινε  (φωτ. 19).

Αυτό που έχουμε διαπιστώσει, ταξιδεύοντας το βλέμμα μας γύρω-γύρω, είναι ότι: μέρα με τη μέρα το σκηνικό του τοπίου ολοένα και μεταβάλλεται, λόγω της διάνοιξης κι άλλων ορεινών δρόμων και της εγκατάστασης καινούργιων ανεμογεννητριών.

Πριν φτάσουμε στη «Φούρκα» και κοιτάζοντας στα δεξιά μας, καταφέραμε να διακρίνουμε τον κάμπο της Βέροιας, την Λίμνη του Αλιάκμονα, τον Θερμαϊκό Κόλπο, την Εγνατία Οδό και χαμηλά το χωριό Γεωργιανοί Βέροιας (φωτ. 20).

Φτάσαμε στη θέση «Βυθός». Βρισκόμασταν στη βάση της κορυφής «Φούρκα», με το ψηλότερό της σημείο στα 1.548 μέτρα υψόμετρο (φωτ. 21).

Μία ολιγόλεπτη στάση για σύσκεψη και αποφασίσαμε να συνεχίσουμε. Αφήσαμε πίσω μας τη «Φούρκα» και αφού προσπεράσαμε το «Βυθό», βγήκαμε από τον ορεινό δρόμο και ακολουθήσαμε τη τρίχρωμη σήμανση, στα αριστερά μας, του Ευρωπαϊκού μονοπατιού «Ε4». Προορισμός μας η κορυφή «Ιμπιλί» με υψόμετρο 1.675 μ..

Μπροστά μας, η εικόνα ενός γυμνού τοπίου με κάποιες σκόρπιες, αριστερά – δεξιά, πράσινες… πινελιές…(φωτ. 22).

Ανηφορίζαμε.

Στο πέρασμά μας…ω, τι έκπληξη;!! Μια ολόλευκη μεγάλη…μπάλα…έκανε την εμφάνισή της ανάμεσα από τις γκριζωπές πέτρες. Την πλησιάσαμε. Δεν ήταν μπάλα ποδοσφαίρου, ήταν το χαρακτηριστικό εδώδιμο, όσο το εσωτερικό του παραμένει λευκό και συνεκτικό, γιγάντιο μανιτάρι Calvatia (Καλβάτια η φλασκόμορφη ή Αλεποπορδή ή πόπορδας).

Ο Σταύρος το συνέλεξε. Το μέγεθός του ήταν όσο το… κεφάλι του Τοτού, του αρχηγού μας (φωτ. 23, 24, 25).

Φωτογραφίες, το μανιτάρι στο σακίδιο και συνεχίσαμε.

Πλησιάζοντας στην κορυφή «Ιμπιλί» περάσαμε δίπλα από ορύγματα και άλλα σημάδια πολέμων (φωτ. 26).

Κάποια στιγμή, αντικρίσαμε, μπροστά μας, τον χαρακτηριστικό λευκό μεταλλικό σταυρό. Φτάναμε στο καλοκαιρινό χωριό των Σαρακατσανέων κτηνοτρόφων, το «Ιμπιλί» (φωτ. 27, 28).

Όσο πλησιάζαμε, τόσο στα αυτιά μας φτάνανε φωνές ανθρώπων. Το χωριό είχε κόσμο.

Ήταν από τις ελάχιστες φορές που συναντούσαμε κίνηση στην περιοχή. Οι περισσότερες εξορμήσεις μας, με την ίδια ακριβώς διαδρομή, γίνονται συνήθως τους χειμερινούς μήνες με χιόνι. Την εποχή, δηλαδή, που στο χωριό δεν υπάρχει ψυχή.

Κατευθυνθήκαμε προς την «Αγ. Παρασκευή», το εκκλησάκι του χωριού, για να ανάψουμε κεράκι.

Είχαμε κάνει 2 ώρες και 40 λεπτά πορείας, από το σημείο που αφήσαμε τα αυτοκίνητά μας, για να φτάσουμε μέχρι εδώ (φωτ. 29).

Ολιγόλεπτη στάση. Ανάψαμε τα κεράκια μας. Μιλήσαμε με τους Λαρισαίους κτηνοτρόφους που συναντήσαμε μπροστά μας. Φωτογραφίες και αποφασίσαμε να αναχωρήσουμε (φωτ. 30).

Βγαίνοντας από το χωριό, περάσαμε δίπλα από τις δύο τεχνητές λεκάνες συλλογής νερού και στη συνέχεια πήραμε την ανηφόρα (φωτ. 31, 32, 33).

Στο τρεχούμενο κρύο νερό, που συναντήσαμε λίγο πιο έξω από το χωριό Ιμπιλί, σταματήσαμε για να γεμίσουμε τα παγούρια μας (φωτ. 34).

Στη συνέχεια, μπήκαμε στο μονοπάτι με κατεύθυνση προς την κορυφογραμμή του Αιολικού Πάρκου. Το μονοπάτι ανηφορικό και η κλίση μεγάλη. Απομακρυνόμασταν από το χωριό Ιμπιλί (φωτ.35).

Ανηφορίζοντας, περπατούσαμε πάνω σε μονοπάτι που περνούσε μέσα από ένα γυμνό τοπίο. Είχε, όμως, και κάποια σύντομα περάσματα μέσα από συστάδες δένδρων οξυάς.

Κάποια στιγμή, ο Σταύρος εντόπισε ένα νεοσσό πουλάκι που δεν μπορούσε να πετάξει. Δεν ξέραμε τι να το κάνουμε στην ερημιά που το βρήκαμε. Στα χέρια μας δεν θα άντεχε για πολύ. Αφού ήταν τόσο βιαστικό και εγκατέλειψε τόσο πρόωρα τη φωλιά του, το αφήσαμε στη τύχη του. Από δω και πέρα θα ήταν «αντιμέτωπο» με το νόμο της Φύσης (φωτ. 36).

Προχωρούσαμε. Το τοπίο πετρώδες. Μπροστά μας η κορυφογραμμή με τις ανεμογεννήτριες και τα κιόσκια στο χώρο της παιδικής χαράς, που είχαμε προγραμματίσει να επισκεφτούμε, λίγες ώρες αργότερα, για να παρακολουθήσουμε, από ψηλά, τη δύση του ήλιου. Δεξιότερα στη θέση «Ραντάρ» της κορυφής «Καστανιά», βλέπαμε τα εγκαταλειμμένα παλιά Στρατιωτικά κτίσματα (φωτ. 37).

Συνεχίσαμε. Περπατούσαμε λίγο πιο χαμηλά από την κορυφογραμμή του Αιολικού Πάρκου και η πορεία μας ήταν παράλληλη με αυτήν. Δεν αργήσαμε να μπούμε σε δάσος οξυάς.

Η διαδρομή μας, πλέον, πάνω σε δασικό δρόμο που μας οδηγούσε στα αυτοκίνητά μας. Κοντεύοντας στον χώρο στάθμευσης, μαζέψαμε βαλσαμόχορτο ή σπαθόχορτο (Hypericum perforatum) για να φτιάξουμε το δικό μας φαρμακευτικό βαλσαμέλαιο (φωτ. 38).

Φτάνοντας στα αυτοκίνητά μας αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε. Μέχρι εδώ κάναμε 2 περίπου ώρες πορείας από το χωριό Ιμπιλί. Η συνέχεια προέβλεπε παϊδάκια και τσίπουρα στο μαγαζί «Βεντέτα», που βρίσκεται στη Ζωοδόχο Πηγή (φωτ. 39).

Για την άφιξή μας είχε ενημερωθεί, μία ώρα νωρίτερα, η κυρία Ιωάννα για να ξεκινήσει την σχετική προετοιμασία.

Η οδική διαδρομή σύντομη και η «Βεντέτα» μπροστά μας (φωτ. 40).

Μπαίνοντας στο μαγαζί, μάς περίμενε μία έκπληξη. Ο γραφικός κυρ Κώστας, ο πατατοπαραγωγός από τον Πολύμυλο, απολάμβανε το τσίπουρό του.

[Τον γνωρίσαμε το πρωϊ, φτάνοντας στην είσοδο για Καστανιά. Εκεί, είχε στοιβαγμένες τις σακούλες με την παραγωγή του και την πούλαγε στους διερχόμενους. Σταματήσαμε να αγοράσουμε πατάτες και μιλήσαμε μαζί του.]

Έτσι, μόλις μας είδε να μπαίνουμε στο μαγαζί άνοιξε η καρδιά του. Πριν έρθουν τα παϊδάκια και τα σχετικά, συζητώντας γνωριστήκαμε ακόμη καλύτερα. Μάθαμε για την κατάστασή του και πως έγραφε ποιήματα της στιγμής.

Μας διάβασε ένα  που έγραψε, εκεί που πούλαγε τις πατάτες, «μεταφέροντας» στους στίχους το παράπονο που ένοιωσε από την συμπεριφορά των νέων που περνούσαν τρέχοντας από κοντά του και δεν τον καλημέριζαν (φωτ. 41, 42).

Ήρθε η παραγγελία. Τα παϊδάκια, τα σαλατικά, οι πατάτες, τα τσίπουρα κ.α. Κέρασμα στο κέρασμα, συζήτηση στη συζήτηση…δεν καταλάβαμε πως πέρασε η ώρα. Κόντευε 18.00΄. Έπρεπε να κατέβω στην Βέροια, να πάω να φέρω τα κορίτσια μας για τη συνέχεια του προγράμματος της μέρας. Δεν άργησα πολύ. Στην Καστανιά ήμασταν στις 19.00΄.

Ξεκινήσαμε για την κορυφογραμμή του Αιολικού Πάρκου με σκοπό να παρακολουθήσουμε τη δύση του ήλιου από τα κιόσκια. Η απογευματινή ομάδα μας: ένας πρωϊνός λιγότερος και τρεις απογευματινοί περισσότεροι. Κουϊζ;;;!!!

Στα κιόσκια φτάσαμε σχετικά νωρίς. Ήμασταν στα 1.626 μέτρα υψόμετρο, στην κορυφή «Καστανιά» (φωτ. 43).

Είχαμε αρκετό χρόνο μπροστά μας για το ηλιοβασίλεμα. Έτσι, αφήσαμε τα σακίδιά μας στον χώρο της παιδικής χαράς και ξεκινήσαμε για ένα πολύ χαλαρό περπάτημα, να περάσει η ώρα (φωτ. 44).

Συναντήσαμε βοσκό με πρόβατα, επισκεφτήκαμε τα πολυβολεία και τις παλιές στρατιωτικές εγκαταστάσεις κ.α. Κάποια στιγμή, τα κορίτσια γίνανε παιδιά στην παιδική χαρά. Πολλές στιγμές και όμορφες (φωτ. από 45 έως και 50).

Μετά το χαλαρό περπάτημα έφτασε η ώρα να καθίσουμε να παρακολουθήσουμε τη δύση του ήλιου. Τα κορίτσια «έστρωσαν» το τραπέζι. Αλλαντικά, σαλάτα, μπίρες και για το τέλος λουκουμάδες. Αφού όλα ήταν έτοιμα…αρχίσαμε, τσιμπολογώντας, να παρακολουθούμε την πορεία του ήλιου προς τη Δύση (φωτ 51).

Σε κάθε χιλιοστό μετακίνησής του και ένας θαυμασμός. Απερίγραπτα χρώματα, φανταστικός χρωματισμός του ουρανού (φωτ. από 52 έως και 56).

Σήκωσε αεράκι, φυσούσε πολύ. Δεν ήταν να καθίσουμε παραπάνω. Μόλις ο ήλιος «κρύφτηκε» πίσω από τις κορυφές και το μαύρο πέπλο άρχιζε αργά-αργά να καλύπτει το τοπίο, αποφασίσαμε να φύγουμε (φωτ. 57).

Με το ηλιοβασίλεμα έφτανε στο τέλος της και η δική μας κυριακάτικη εξόρμηση.

Μία εξόρμηση στο βουνό, διαφορετική αυτή τη φορά και τόσο όμορφη, συνδυάζοντας πολλές δραστηριότητες μαζί. Ορειβασία, προσκύνημα στο εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής, συλλογή μανιταριών, συλλογή βαλσαμόχορτου, τσιπουρομεζεκλικοκατάσταση, χαλαρό περπάτημα στο Αιολικό Πάρκο, επίσκεψη στα σημεία με τα σημάδια πολέμων, παρακολούθηση της δύσης του ήλιου.

Στη Βέροια φτάσαμε με το σκοτάδι και με αμέτρητες εικόνες αποτυπωμένες σε μια άκρη του μυαλού μας.

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ