Πολιτισμός

“Έθιμα Δωδεκαήμερου” γράφει ο Γιάννης Τσιαμήτρος

Μακροχώρι, Δεκαετία του 30, Ρουγκάτσια

Γιάννης Τσιαμήτρος

 ΓΕΝΙΚΑ-ΜΕΤΑΜΦΙΕΣΕΙΣ  ΣΤΗΝ  ΠΕΡΙΟΔΟ  ΑΥΤΗ

Δωδεκαήμερο  ονομάζουμε  την περίοδο των δώδεκα ημερών από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα. Είναι ημέρες γιορτινές, οικογενειακές και σπιτικές αλλά και παλιότερα  με πολλές δεισιδαιμονίες και αστρικές επιδράσεις με κορύφωμα τις φαντασιώσεις των καλικατζάρων και των λυκανθρώπων και δρακόντων (σε άλλες χώρες). Έχουμε ένα συνδυασμό πολλών προχριστιανικών και χριστιανικών εθίμων. Τελούνται κυρίως με τρεις επιθυμητές σκοπιμότητες όπως μας  λέει ο γνωστός  Λαογράφος Λουκάτος:

«Να χαρούν οι άνθρωποι την μετάβαση από τον χειμώνα, το σκοτάδι, τη μη γονιμότητα και τον φόβο στην άνοιξη, στο φως στην βλάστηση και στην χαρά. Αυτό επιδιώκεται με το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, τους πολύχρωμους φωτισμούς, τις φωτιές, την αναμμένη εστία, το κυνηγητό των καλικάντζαρων και τον αγιασμό των υδάτων.

      Να εξασφαλίσουν οι άνθρωποι την ευτυχία για τον χρόνο που έρχεται. Αυτό πραγματώνεται με τα κάλαντα,  τις ευχές, τα δώρα,  τις βασιλόπιτες κλπ.

      Να τονώσουν το θρησκευτικό και οικογενειακό αίσθημα και αυτό εφαρμόζεται με τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, την ωραία παραδοσιακή ψαλτική, τις νυχτερινές ακολουθίες και τις οικογενειακές συγκεντρώσεις στο σπίτι με τα φαγητά κλπ».

Αράπηδες Δράμας (Θεοφάνεια)

Τα δρώμενα  (<δρω=πράττω, δράση, δράμα) του Δωδεκαημέρου εντάσσονται  στη λαϊκή λατρεία με εθιμικές εκδηλώσεις στο κύκλο του χρόνου, όπου ο άνθρωπος, αντιλαμβανόμενος την αδυναμία του, προσπαθούσε να έλθει σε επικοινωνία με τις υπερφυσικές δυνάμεις, τους θεούς και τους δαίμονες. Οι αγροτικοί και ποιμενικοί πληθυσμοί απέβλεπαν στον εξευμενισμό των δυνάμεων αυτών και οι  λατρευτικές αυτές εκδηλώσεις χάνονται στο χρόνο, έχουν γονιμικό και ευετηρικό (ευ+έτος=καλός χρόνος, καλοχρονιά) και αποβλέπουν στην ευημερία, στον εξορκισμό του κακού και στην καρποφορία. Με την πάροδο, όμως, του χρόνου και την προαγωγή της ορθολογικής σκέψης, έχουν χάσει το συμβολισμό τους και αποτελούν  πλέον αφορμές για διασκέδαση και ευωχία.

Στο Δωδεκαήμερο έχουμε πολλά λαϊκά δρώμενα με μεταμφιέσεις (ιδιαίτερα την ημέρα των Θεοφανείων) σε όλη την Βόρειο κυρίως Ελλάδα. Οι μεταμφιέσεις  αυτές ήταν ένας μικρός θίασος-προάγγελος του θεάτρου χωρίς συγκεκριμένο κάθε φορά σενάριο, αλλά κάποια πλοκή και περισσότερα τα στοιχεία αυτοσχεδιασμού.

Ρουγκάτσια απο το Παλαιοχώρι (Ρουμλούκι) το 1957

Η κυρίαρχη ονομασία τους είναι Ρουγκατζάρια, που πιθανώς προέρχεται από το Λατινικό Ragotores που σημαίνει επαίτης, ζητιάνος. Αυτό άλλωστε κάνουν τα Ρουγκατζάρια, ζητούν δώρα από τα σπιτικά που επισκέπτονται σαν αντάλλαγμα  για την συνεισφορά τους στην απομάκρυνση του κακού πνεύματος, τον θάνατο του παλιού και τον ερχομό του νέου.  Εάν δούμε την πλοκή  των περισσοτέρων  μικρών αυτών «θιάσων» θα διαπιστώσουμε  ότι πρόκειται μάλλον για Διονυσιακό κατάλοιπο (έθιμο), όπου γίνεται μια αναπαράσταση κι ένας συμβολισμός του θανάτου και της ζωής, της επιζήτησης της ανάστασης και του ξυπνήματος της φύσης από την χειμωνιάτικη νάρκη και το διώξιμο του παλιού από τον νέο χρόνο. Στους περισσότερους αυτούς θιάσους βλέπουμε μορφές γέρων (άσχημων, καμπούρηδων κουρελήδων, γερασμένων) και μορφές νέων ανδρών (γεροδεμένων και ρωμαλέων ως επί το πλείστον φουστανελοφόρων) και αναπαραστάσεις  νέων γυναικών (ντυμένες νύφες), όπου στο τέλος επικρατούν οι νέοι και σκοτώνονται οι γέροι.

Ρουγκάτσια από το Λιανοβέργι (Ρουμλούκι)

Πολλά από τα Ρουγκάτσια, όταν το έθιμο ανθούσε στη Τουρκοκρατία, πάλευαν μεταξύ τους μερικές φορές μέχρι θανάτου. Αρκετά είναι τα τοπωνύμια  στη Ελλάδα με  ονόματα όπως Ρουγκατσιάρια, σκοτωμένοι, αρσάλια (νεκροταφεία). Φαίνεται καθαρά  η επικράτηση της άνοιξης και την νέας βλάστησης κόντρα στον χειμώνα και τη μη γονιμότητα. Οι φωτιές που ανάβονται στη περίοδο αυτή συμβολίζουν την προσπάθεια να επικρατήσει το φως στο σκοτάδι και η  θερμότητα κόντρα στο κρύο.

Ο Διόνυσος δεν είναι μόνο ο θεός του κρασιού και προστάτης των αμπελιών στους Αρχαίους Έλληνες αλλά και θεός που πεθαίνει και ξαναγεννιέται κάθε χρόνο. Άλλωστε,  ο φαλλός (σύμβολο γονιμότητας), οι προσωπίδες με τις κεφαλαργιές και τα κέρατα των ζώων που υπάρχουν στις μεταμφιέσεις αυτές και που ταυτόχρονα τις βλέπουμε στην λατρεία του Διόνυσου στη Αρχαία Ελλάδα μας δυναμώνουν  την  πεποίθηση ότι πρόκειται  για Διονυσιακό κατάλοιπο.

Αργκουτσάρια Κλεισούρας

Τέτοιες μεταμφιέσεις του Δωδεκαημέρου συναντάμε στα εξής μέρη στην Ελλάδα:

-Τους Αρουγκουτσάρους στη Βωβούσα.

-Τους Φουστανελάδες και τις Νύφες (Εσκιάρους και Τζβοκάρους) στο Ξινό Νερό Φλώρινας.

-Τα Ραγκουτσάρια στην Καστοριά.

-Τα Ρουγκάτσια ή Ρογκατζάρια στη Θεσσαλία, στο Ρουμλούκι και στη Θράκη.

-Τους Αράπηδες, τους Ποτουρλίδες και Μπαμπούγερους στη Δράμα.

-Τα Λαγκατζάρια στα  Πιέρια, Όλυμπο, Χάσια.

-Την Γκαμήλα με τον Ντιβιτζή από τους πρόσφυγες της  Ανατολικής  Ρωμυλίας.

-Τους Μωμόγερους από τους Πόντιους.

-Τους Μπουσιαραίους στο Διδυμότειχο.

-Τα Μπουμποσάρια στην Σιάτιστα.

-Τους Ρουγκανάδες στην Φυτειά Ημαθίας.

-Τους  ΑλήδεςΚουδουνάδες και Ρούγκους στη περιοχή Γρεβενών.

-Τις Τζαμάλες στη  Θράκη.

-Τους Τζαμαλάρους στα Μογλενά.

Ρουγκατσιάρηδες Τριλόφου Ημαθίας, 1950

-Τους Σουρβάρους στην Ερμακιά Κοζάνης.

-Τους Ισκινάρους στην Νέβεσκα (Νυμφαίο).

-Τους Καραβασλάδες  στα χωριά της Χαλκιδικής.

-Τους Μπαμπαϊούρδις  στο Κάντσικο Κόνιτσας.

-Τους  Καλκάντζαρους στα χωριά των Τρικάλων.

-Τους Λιγουτσιάρηδες στους Αρμάνους της Βέροιας.

-Τους Λιγουτσάρους στους Αρμάνους της Φούρκας Ηπείρου.

-Τους Λιγουτσάρους στους Σαμαρινιώτες Γρεβενών.

-Τους Μπαμπαλιούρδες  στο Λιβάδι Ολύμπου.

-Τους  Αραπκούς στην Νικήσιανη Καβάλας.

-Τους Αράπηδες στο Βελβενδό Σερβίων και Μοναστηράκι Δράμας.

-Τα  Αργκουτσιάρια της Κλεισούρας Καστοριάς.

-Τους Ποτουρλίδες  στον Ξηροπόταμο Δράμας.

-Τη Καμήλα στην Κρύα Βρύση Δράμας.

-Το Μπάμπιντεν στην Πετρούσα Δράμας  κλπ.

Επίσης συναντάμε και τα εξής ονόματα:

Λιουγκατζιάρια, Λογκατσάρια, Ρογκατσάδες, Καλινδράδες, Καπιταναραίοι, Καρναβάλια, Κουντουνάδες, Μπαμποέρηδες, Μπαμπούγεροι, Ντυλιάροι, Σουρβατζήδες,  κλπ.

Βλέπουμε λοιπόν πως οι παλιές συνήθειες και  έθιμα, που ήταν μέρος της αρχαίας λατρείας στην Ελλάδα, όχι μόνο διατηρήθηκαν από τον λαό, παρά το γεγονός ότι πολεμήθηκαν από την επίσημο Χριστιανισμό, ιδιαίτερα στο Βυζάντιο, αλλά βρήκαν και την θέση τους στις μεγάλες Χριστιανικές  γιορτές.  Τα Χριστούγεννα, για παράδειγμα,  πήραν την θέση πολλών λατρειών της αρχαιότητας.

Ερευνητές μας λένε επίσης ότι οι μεταμφιέσεις του Δωδεκαημέρου είναι εκδηλώσεις, τις οποίες συναντούμε στις ρωμαϊκές εορτές που εντοπίζονται στις χειμερινές τροπές του Ηλίου (Σατουρνάλια-Vrumalia-Dies natalis invicti Solis-Calendae-Vota publica-Λαρεντάλια-εορτή Ιανού). Αντιστοιχούν επίσης  στα χειμερινά Διονύσια της Αρχαίας Ελλάδας, που τελούνταν μεταξύ 15ης Δεκεμβρίου και 15ης Ιανουαρίου. Στα κατ’ Αγρούς Διονύσια ο σχετικός θίασος περιερχό­ταν τους συνοικισμούς και οι κωμαστές περιέπαιζαν τους πάντες, όπως ακριβώς σήμερα οι μεταμφιεσμένοι, ενώ στα αθηναϊκά Ανθεστήρια κατά τη δεύτερη ημέρα, τους Χόας, γινόταν επίσημα γάμος του Διονύσου, τον οποίο υποδυόταν ο άρχοντας βασιλιάς με την βασίλισσα στο Βουκόλιο. Η μιμική ένωση ζεύγους ή η εικονική τελετή γάμου που συνα­ντιούνται σε πολλά δρώμενα θεωρούνται μαγικές πράξεις, οι οποίες αποσκοπούν στην πρόκληση της γονικής δύναμης για την προκοπή της βλάστησης κ.λ.π..  Όλες αυτές οι τελετές έχουν, όπως είπαμε, πανάρχαια καταγωγή και χαρα­κτήρα ευετηρικό, είναι δηλαδή εορτές με κύριο σκοπό την καλοχρονιά.

Ρουγκάτσια Τριλόφου Ημαθίας, 1955

Το  Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων με τις πολλές γιορτές, το καλό και πλούσιο φαγοπότι, τα γλέντια ήταν μια όαση μέσα στον χρόνο. Η ανθρώπινη ψυχή έπρεπε να σταματήσει, να τερματίσει την πορεία της, να ξεκουραστεί και με ξανανιωμένες τις δυνάμεις να ξαναρχίσει πάλι τον κύκλο της ζωής, με μεγαλύτερη όρεξη και ελπίδα για το μέλλον.

Το σπίτι γίνονταν μια πραγματική κυψέλη, μια αληθινή ζεστή φωλιά κι όλα αντηχούσαν από τις φωνές, τα τραγούδια και τα χαρούμενα γέλια. Το τραπέζι γέμιζε, όλος ο κόσμος πανηγύριζε. Το Δωδεκαήμερο ήταν ένας μεγάλος σταθμός της ζωής του ανθρώπου μέσα στον χρόνο και ο πιο δυνατός μαγνήτης που τραβούσε τους ξενιτεμένους στα σπίτια τους. Τα παλιά γραφικότατα χριστουγεννιάτικα έθιμα, όπως τα έζησαν οι παλιοί μαζί με όλες τις άλλες γιορταστικές εκδηλώσεις του Δωδεκαημέρου ήταν τα μοναδικά μέσα ψυχαγωγίας των ανθρώπων της περασμένης εποχής και συγκινούσαν αφάνταστα την ψυχή των παιδιών της υπαίθρου και έχουν χάσει πλέον την παλιά ελκυστική τους δύναμη και τον παλιό γιορταστικό χαρακτήρα. Σήμερα νέα ήθη και έθιμα έχουν πάρει τη θέση τους. Και για όσους γνωρίζουν δεν έχουν καμία σχέση με  την αίγλη και την ομορφιά του παρελθόντος!

Μέσα στο χρονικό διάστημα του Δωδεκαημέρου κυριαρχούσαν τρεις μεγάλες θρησκευτικές γιορτές: Τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Και πριν από αυτές τρεις παιδικές, λαϊκές γιορτές που προαγγέλλανε τον ερχομό τους: Τα «κόλιαντα», τα «σούρβα» και τα «Ρουγκατσιάρια», όπως ειπώθηκε προηγουμένως.

Νικηφόρος Λύτρας,  1872.  Τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα

ΚΑΛΑΝΤΑ

Τα Κόλιαντα (Κάλαντα) διασώζουν το αρχαίο ελληνικό έθιμο  των ασμάτων του ‘Αγερμού’ και της περιφοράς της ‘Ειρεσιώνης’  και τραγουδιούνται τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων συνήθως από ομίλους (παρέες) των παιδιών αλλά και από νέους άντρες. [Στην  αρχαιότητα η λέξηΑγερμός’ ή ‘αγυρμός’, από το ρήμα αγείρω, σημαίνει συνάθροιση, συγκέντρωση χρημάτων για την υπηρεσία των θεών ή γενικά συνάθροιση, συγκέντρωση, αποθησαύριση, ενώ η ‘Ειρεσιώνη’ ήταν κλαδί ελιάς ή δάφνης, περιτυλιγμένο με άσπρο μαλλί. Πάνω του κρεμούσαν διάφορους καρπούς. Το κλαδί αυτό το περιέφεραν στην πόλη τα παιδιά  κατά τις γιορτές Πυανέψια και Θαργήλια και έψαλαν τραγούδια  με ευχές για ευτυχία και ευφορία].

Αρχαία κάλαντα- Ειρεσιώνη

Ανατρέχοντας στα λεξικά, βλέπουμε ότι η λέξη ‘κάλαντα’ προέρχεται  από το λατινικό, calenda  (πληθ.calendae), αρχ. ελλ., «νουμηνία»- ν. ελλ., «πρωτομηνιά» και  σήμαινε παλιά την αρχή του μήνα, αργότερα έγινε η αρχή του χρόνου και ταυτίστηκε με τα κάλαντα. Πιθανόν, όμως, να  διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα  ‘καλώ’ ή ‘καλό’ (ευετηριακό-καλή χρονιά). Πάντως, μέχρι τώρα είναι αποδεκτό ότι είναι γλωσσικός απόγονος την λατινικής λέξης calenda.

Οι ρωμαϊκές ‘Καλένδες’  ήταν γιορτές των πρώτων ημερών του χρόνου ή του μήνα  με συναθροίσεις συγγενών και φίλων, ανταλλαγές δώρων κλπ. Ο χριστιανισμός επί Βυζαντίου καταδίκασε τις γιορτές αυτές ως ειδωλολατρικές (στ’ Οικουμενική Σύνοδος- 62ος κανόνας). Ωστόσο, ο λαός συνεχίζει μέχρι σήμερα να διατηρεί τα κάλαντα, όχι σαν ‘καλένδες’, αλλά  σαν παιδικά ευετηριακά τραγούδια, όπως και στην αρχαιότητα.

Τα Κάλαντα λοιπόν μπορεί να κληρονόμησαν την ονομασία τους από μια λατινική λέξη, όμως στην πραγματικότητα ως έθιμο υπήρχε από πολύ νωρίτερα, καθώς πρωτοξεκίνησε από τους Έλληνες.

Το Δωδεκαήμερο τοποθετημένο μέσα στην καρδιά του χειμώνα, με τα βρασμένα καινούργια κρασιά, τις φρέσκες ραφινάτες ρακές, το μπόλικο χοιρινό κρέας και τις μεγάλες φωτιές στο τζάκι, χωρίς να το θέλει κανείς γεννούσε μια διάθεση, μια χαρά για τραγούδι για χορό και για γλέντι

Οι λαϊκές αυτές γιορτές και τα παιδικά ξεφαντώματα σε συνδυασμό με τις δοξασίες, τις δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις του λαού μας, μαζί βέβαια με τον καθαρό πυρήνα της γιορτής, συνθέτανε την ατμόσφαιρα της παλιάς κοινωνικής και ιδιωτικής ζωής του λαού μας.

Λαγκατζάρια Πιερίων

Ο λαός βυθισμένος στα σκοτάδια της άγνοιας, της αμάθειας των δεισιδαιμονιών και των προλήψεων πίστευε πως η επιτυχία ή η αποτυχία στη ζωή εξαρτιόταν από διάφορες εξωγήινες δυνάμεις οι οποίες ρυθμίζανε την ύπαρξή τους και την μοίρα του. Πίστευε πώς όλες τις μέρες του Δωδεκαημέρου που τα νερά ήταν «αβάφτιστα» οι καλικάντζαροι που ως τώρα ήταν καταχωνιασμένοι στα σκοτάδια του Κάτω Κόσμου (εκεί όλη την διάρκεια του χρόνου με τα τσεκούρια τους προσπαθούσαν να κόψουν το δέντρο της Γης), στις νεραϊδοσπηλιές, στα ποτάμια, στα «αρμάνια», στα νεκροταφεία, και στα γκρεμισμένα ακατοίκητα σπίτια με τη ευκαιρία που οι νύχτες ήταν «αλτές» (λυτές) και δεν ήταν στέρεα δεμένες στον κορμό του χρόνου, ανέβαιναν στον Απάνω Κόσμο και βάζανε τα δυνατά τους να κάνουν ό,τι κακό μπορούσαν στους ανθρώπους, τους  ανακάτευαν χωρίς κανένα έλεγχο και περιορισμό.

Στα διάφορα μέρη της Ελλάδας τους συναντάμε με πολλά ονόματα: Καλιτσάντεροι, καραντζόκωλοι, καρκαντζέλια, καταχανάδες, μπουντούνοι, καρκαντζαλαίοι, παγανά, τζόες, σαραντάημερα, καρακότζια, σαμοβίλια, τσιρικλωτά, σκατσιμπλούκια, σούστρες, κατσιμποχέροι, κωλοβελόνηδες, παραωρίτες, όξ από δω, βασκανία, καλλιβρούσιδες, κακανθρωπίσματα και άλλα πολλά.  Οι καλικάντζαροι  είναι επινοήματα της νεοελληνικής φαντασίας, μας λέει ο Νικόλαος  Πολίτης, και ο κόσμος ησύχαζε από αυτούς στα Θεοφάνια  που «βαφτίζονταν» τα νερά.

Το 2ο μέρος της εργασίας θα αναρτηθεί το Σάββατο 30 Δεκεμβρίου

Το 2ο μέρος της εργασίας μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ

 

 

banner-article

Ροη ειδήσεων